Thursday, February 13, 2014

Αποφυγη Κολασεως - Γέροντας Εφραίμ της Αριζόνας ( Video )

God's Family


ST. PAUL WROTE to the Ephesians: “So then you are no longer strangers and sojourners, but you are fellow citizens with the saints and members of the household of God. . .” (Eph. 2:19). Every Christian has status. He or she belongs. We are fellow citizens with the Saints and members of the household of God! Christians should be taught from infancy to have the right kind of family pride: the kind that makes us want to live up to the family standard. The Head of our family is Christ Himself. Some of our brothers and sisters are the Virgin Mary (Theotokos), John the Baptist, the Apostles, St. Basil, St. Chrysostom and countless others. We belong to them, and they to us. It is a distinguished family tree.

A Christian does not walk alone as if sealed in a space capsule. We are members of God's family. As such, we must help and be helped by others. Orthodox Christianity does not espouse a narrowly individualistic “God-and-me” relationship. The Church is a family, God's family, in which we are concerned for one another. In the words of St. Paul: “If one member suffers, all suffer together; if one member is honored, all rejoice together” (1 Cor. 12:26).

The Russian theologian Alexis Khomiakov (1804-60) said, “We know that when one of us falls, he falls alone; but no one is saved alone. He is saved in the Church, as a member of her and in union with all her other members.”

As members of the household of God, Orthodox Christians feel that they can call upon their brothers and sisters in the faith-the Saints-for family support. This they do through prayers, beseeching the prayers of the Saints in their behalf.

The late Fr. George Florovsky, eminent Orthodox theologian, wrote: “The final purpose of the Incarnation was that the Incarnate should have a 'body', which is the Church ... Christ is never alone. He is always the Head of His Body. In Orthodox theology and devotion alike, Christ is never separated from His Mother, and His 'friends', the Saints. The Redeemer and the redeemed belong together inseparably. In the daring phrase of St. John Chrysostom (inspired by Ephesians 1:23), Christ will be complete only when His Body, the Church, has been completed.” Speaking on the concept of the Church as the family and household of God, Nicolas Zernov wrote: “The Orthodox... regard the saints... as teachers and friends who pray with them and assist them in their spiritual ascent. Jesus Christ during His earthly ministry was surrounded by disciples who did not prevent others from meeting Him, but on the contrary helped newcomers to find the Master. In the same manner fellowship with the saints facilitates communion with God, for their Christ-like character brings others nearer to the divine source of light and life''.

Ο Θεός νά μᾶς δίδει ὑπομονή ( Γέρων Ἐφραίμ Κατουνακιώτης )


«Ἀπό τήν ὑπομονή στίς θλίψεις διακρίνονται ὅσοι ἀγαποῦν τόν Θεό.

Ὅταν ὁ Θεός θελήσει νά βοηθήσει μία ψυχή βασανισμένη, δέν τήν ἀπαλάσσει ἀπό τίς θλίψεις, ἀλλά τῆς χαρίζει ὑπομονή.

Ὅλοι οἱ Ἅγιοι στήν θλίψη ἐδοκιμάσθηκαν καί ὄχι στήν χαρά. Καί ὁ Χριστός στούς μακαρισμούς, τήν θλίψη ἐμακάρισε καί ὄχι τήν χαρά.

Νά εὐχόμεθα ὁ Θεός νά μᾶς δίδει ὑπομονή καί ὄχι νά μᾶς πάρει τά βάσανα, γιατί αὐτά μᾶς πηγαίνουν στόν παράδεισο».

Γέρων Ἐφραίμ Κατουνακιώτης

Ο Λιναίος και ο Σωκράτης μιλούν για τον Θεό




Η Βιβλιοθήκη του Λιναίου

Ο περίπατός μας με τον Γεροστάθη κόντευε πια να τελειώσει, αλλά ο καλός μας παππούλης δεν σταματούσε να μας μιλάει με αγάπη και σοφία. Κάθε του παρατήρηση ήταν αξιόλογη κι έμπαινε στον νου και την ψυχή μας.

- Τα φυτά και τα λουλούδια που είδαμε σήμερα μου θύμισαν, παιδιά μου, έναν σπουδαίο βοτανολόγο που έζησε στη Σουηδία τον 18ο αιώνα, τον Κάρολο Λιναίο. Αφιέρωσε τη ζωή του στη μελέτη των φυτών. Όσο μελετούσε, τόσο θαύμαζε τη σοφία και την πρόνοια του Θεού. Μέσα σε κάθε φυτό, το πιο ευτελές, το πιο ελάχιστο, έλεγε, ξετυλίγεται συνεχώς ένα θαύμα: πώς μεγαλώνει από τον ελάχιστο σπόρο, πώς τρέφεται, πώς ανθίζει με μια ομορφιά αξιοζήλευτη! Αυτός λοιπόν ο Λιναίος στην είσοδο της βιβλιοθήκης του έγραψε με μεγάλα γράμματα: «Να είσαι καλός! Ο Θεός είναι παρών!».

Αυτά τα λόγια ας τα γράψουμε όλοι στην καρδιά μας. Κι ας έχουμε συνεχώς τον νου μας στον Ουράνιο Πατέρα μας. Ο ίδιος ο Χριστός μας ζήτησε: «Να αγαπήσουμε τον Κύριο και Θεό μας με όλη μας την καρδιά, με όλη μας την ψυχή και με όλο μας τον νου. Αυτή είναι η πρώτη και μεγαλύτερη εντολή». Πράγματι η αγάπη προς τον Θεό είναι το θεμέλιο της ζωής, της αρετής και της αληθινής ευτυχίας.

Ο Σωκράτης για τον Θεό

- Ας πούμε όμως και για τον Έλληνα φιλόσοφο Σωκράτη, ο οποίος, αν και έζησε περίπου 450 χρόνια πριν από τον Χριστό, σε μια εποχή που οι άνθρωποι πίστευαν στα είδωλα και ζούσαν σε σκοτάδι πνευματικό, αναγνώριζε πως θα υπήρχε ένας Θεός πολύ δυνατός, πολύ αγαθός και πολύ προνοητικός. Έλεγε λοιπόν σ’ έναν μαθητή του, τον Αριστόδημο: «Πρόσεχε, παιδί μου, στη ζωή σου. Μην κάνεις ποτέ το κακό. Όχι μόνο όταν σε βλέπουν άλλοι άνθρωποι, αλλά και όταν βρίσκεσαι μόνος σου στην ερημιά, γιατί ο Θεός είναι πανταχού παρών, βλέπει τα πάντα και φροντίζει για όλα και για όλους!».

Πόσο πρέπει εμείς, που γνωρίσαμε τον αληθινό Θεό, να έχουμε συνέχεια στον νου μας την πανταχού παρουσία Του, αλλά και την απέραντη αγάπη Του για μας!

Αυτά τα λόγια του Γεροστάθη, αλλά και όλα όσα είδαμε κι ακούσαμε στον όμορφο περίπατό μας, εντυπώθηκαν βαθιά μέσα μας. Η ψυχή μας πλημμύρισε από ευγνωμοσύνη προς τον ευεργέτη Πατέρα μας. Μέχρι εκείνη την ημέρα αισθανόμασταν μόνο φόβο και δέος μπροστά στον Θεό, που τον σκεπτόμασταν μόνο ως αυστηρό τιμωρό για τις αμαρτίες μας. Από την ημέρα εκείνη όμως είχαμε πάντα την έγνοια να μην δυσαρεστήσουμε τον Πατέρα μας, που τόσο μας αγαπούσε και μας φρόντιζε.

Ο Γεροστάθης μας αποχαιρέτισε λέγοντάς μας ένα όμορφο δίστιχο, για να το θυμόμαστε εύκολα και να το κρατήσουμε στον νου και την καρδιά μας για πάντα:

«Αν μες στην καρδιά σου έχεις και στον νου σου τον Θεόν,

πλήρης πάντοτε θα είσαι ουρανίων αγαθών».



Πηγη: http://www.diakonima.gr/

Μην κρίνεις τον πλησίον ( Αββάς Δωρόθεος )



Ξέρεις πόσο μεγάλη αμαρτία είναι να κρίνεις τον πλησίον; Παραγματικά, τί μπορεί να είναι βαρύτερο απ' αυτό; Τί άλλο μισεί τόσο πολύ και αποστρέφεται ο Θεός σαν την κατάκριση; Όπως ακριβώς είπαν οι Πατέρες, δεν υπάρχει χειρότερο πράγμα απ' αυτήν.

Και όμως λένε ότι από αυτά τα μικροπράγματα φτάνει κανείς σ' αυτό το τόσο μεγάλο κακό. Από το να δεχτεί μιά μικρή υποψία για τον πλησίον, από το να λέει: «Τί σημασία έχει αν ακούσω τι λέει αυτός ο αδελφός; Τί σημασία έχει αν πω και εγώ αυτόν τον λόγο; Τί σημασία έχει αν δω που πάει αυτός ο αδελφός ή τι πάει να κάνει αυτός ο ξένος»;
Αρχίζει ...; ο νους να αφήνει τις δικές του αμαρτίες και ν' απασχολείται με τη ζωή του πλησίον. Από εκεί φτάνει κανείς στην κατάκριση, στην καταλαλιά, στην εξουθένωση. Από εκεί πέφτει σ' όσα κατακρίνει.
Επειδή δεν φροντίζει για τις δικές του κακίες, επειδή δεν κλαίει, όπως είπαν οι Πατέρες, τον πεθαμένο εαυτόν του, δεν μπορεί σε τίποτα απολύτως να διορθώσει τον εαυτόν του, αλλά πάντοτε απασχολείται με τον πλησίον. Και τίποτα δεν παροργίζει τόσο το Θεό, τίποτα δεν ξεγυμνώνει τόσο τον άνθρωπο και δεν τον οδηγεί στην εγκατάλειψη, όσο η καταλαλιά, η κατάκριση και η εξουθένωση του πλησίον.

Γιατί άλλο πράγμα είναι η καταλαλιά και άλλο η κατάκριση και άλλο η εξουθένωση.

" Καταλαλιά είναι το να διαδίδεις με λόγια τις αμαρτίες και τα σφάλματα του πλησίον π.χ. ο τάδε είπε ψέματα, οργίστηκε ή πόρνευσε ή κάτι τέτοιο έκαμε. Λέγοντας όλα αυτά, ήδη κανείς «καταλαλεί», δηλαδή, μιλάει με εμπάθεια εναντίον κάποιου, συζητάει με εμπάθεια για το αμάρτημά του.

" Κατάκριση είναι το να κατηγορήσει κανείς τον ίδιο τον άνθρωπο, λέγοντας ότι αυτός είναι ψεύτης, είναι οργίλος, είναι πόρνος. Γιατί έτσι κατέκρινε την ίδια τη διάθεση της ψυχής του και έβγαλε συμπέρασμα για όλη τη ζωή του, λέγοντας ότι είναι τέτοια η ζωή του, τέτοιος είναι αυτός και σαν τέτοιο τον κατέκρινε.
Και αυτό είναι πολύ μεγάλη αμαρτία. Γιατί είναι άλλο να πει κανείς ότι κάποιος οργίστηκε και άλλο να πει ότι κάποιος είναι οργίλος και να βγάλει συμπέρασμα, όπως είπα, για όλη του τη ζωή. Και τόσο πιο βαριά από κάθε άλλη αμαρτία είναι η κατάκριση, ώστε και ο ίδιος ο Χριστός να φτάσει να πει: « Υποκριτή, βγάλε πρώτα από το μάτι σου το δοκάρι, και τότε κοίταξε να βγάλεις την αγκίδα από το μάτι του αδελφού σου» (Λουκ. 6, 42). Και παρομοίασε τη μεν αμαρτία του πλησίον με αγκίδα, τη δε κατάκριση με δοκάρι. Τόσο πολύ βαριά είναι η κατάκριση που ξεπερνάει σχεδόν κάθε άλλη αμαρτία...

Γιατί να μην κατακρίνουμε καλύτερα τους εαυτούς μας και τα ελαττώματά μας, που τα ξέρουμε πολύ καλά και που γι' αυτά θα δώσουμε λόγο στο Θεό; Γιατί αρπάζουμε την κρίση από το Θεό; Τί ζητάμε από το πλάσμα Του;... Γιατί θέλουμε να πάρουμε επάνω μας τα βάρη των άλλων;
Εμείς έχουμε τι να φροντίσουμε, αδελφοί μου. Καθένας ας έχει το νου του στον εαυτόν του και στις αμαρτίες του. Μόνο ο Θεός μπορεί είτε να δικαιώσει είτε να κατακρίνει τον καθένα, γιατί Αυτός μόνο ξέρει του καθενός την κατάσταση και τη δύναμη και το περιβάλλον και τα χαρίσματα και την ιδιοσυγκρασία και τις ιδιαίτερες ικανότητές του και κρίνει σύμφωνα μ' όλα αυτά, όπως Αυτός μόνον γνωρίζει.
Διαφορετικά, βέβαια, κρίνει ο Θεός τα έργα του επισκόπου και διαφορετικά του άρχοντα, αλλιώς του ηγουμένου και αλλιώς του υποτακτικού, αλλιώς του νέου και αλλιώς του γέρου, αλλιώς του αρρώστου και αλλιώς του γερού. Και ποιός μπορεί να κρίνει σύμφωνα μ' αυτές τις προϋποθέσεις παρά μόνον Αυτός που δημιούργησε τα πάντα, Αυτός που έπλασε τα πάντα και γνωρίζει τα πάντα;...

Τίποτα απολύτως δεν μπορεί να ξέρει ο άνθρωπος από τις βουλές του Θεού. Μόνον Αυτός είναι Εκείνος που καταλαβαίνει τα πάντα και είναι σε θέση να κρίνει τον καθένα, όπως μόνος αυτός γνωρίζει.

Πραγματικά, συμβαίνει να κάνει κάποιος αδελφός μερικά πράγματα με απλότητα. Αυτή όμως η απλότητα ευαρεστεί στο Θεό περισσότερο από ολόκληρη τη δική σου ζωή. Και συ κάθεσαι και τον κατακρίνεις και κολάζεις τη ψυχή σου; Και αν κάποτε υποκύψει στην αμαρτία, πώς μπορείς να ξέρεις πόσο αγωνίστηκε και πόσο αίμα έσταξε, πριν κάνει το κακό, ώστε να φτάνει να μοιάζει η αμαρτία του σχεδόν σαν αρετή στα μάτια του Θεού;
Γιατί ο Θεός βλέπει τον κόπο του και τη θλίψη που δοκίμασε, όπως είπα, πριν να κάνει το κακό, και τον ελεεί και τον συγχωρεί. Και ο μεν Θεός τον ελεεί, εσύ δε τον κατακρίνεις, και χάνεις τη ψυχή σου; Πού ξέρεις ακόμα και πόσα δάκρυα έχυσε γι' αυτό, ενώπιον του Θεού; Και συ μεν έμαθες την αμαρτία, δεν ξέρεις όμως τη μετάνοια. Μερικές φορές μάλιστα δεν κατακρίνουμε μόνο, αλλά και εξουθενώνουμε.

" Εξουθένωση είναι όταν, όχι μόνον κατακρίνει κανείς κάποιον, αλλά και τον εκμηδενίζει, σαν να τον αποστρέφεται και τον σιχαίνεται σαν κάτι αηδιαστικό. Αυτό είναι ακόμα χειρότερο καο πολύ πιο καταστρεπτικό από την κατάκριση.

Όσοι όμως θέλουν να σωθούν δεν προσέχουν καθόλου τα ελαττώματα του πλησίον, αλλά προσέχουν πάντοτε τις δικές τους αδυναμίες και έτσι προκόβουν. Σαν εκείνον που είδε τον αδελφό του να αμαρτάνει και στενάζοντας βαθιά είπε: «Αλλοίμονό μου, γιατί σήμερα πέφτει αυτός, οπωσδήποτε αύριο θα πέσω εγώ». Βλέπεις με ποιό τρόπο επιδιώκει τη σωτηρία του, πως προετοιμάζει τη ψυχή του;
Πως κατάφερε να ξεφύγει αμέσως από την κατάκριση του αδελφού του; Γιατί λέγοντας ότι: «Οπωσδήποτε θα αμαρτήσω και εγώ αύριο» έδωσε την ευκαιρία στον εαυτόν του ν' ανησυχήσει και να φροντίσει για τις αμαρτίες που επρόκειτο δήθεν να κάνει. Και μ' αυτό τον τρόπο ξέφυγε την κατάκριση του πλησίον.
Και δεν αρκέστηκε μέχρις εδώ, αλλά κατέβασε τον εαυτόν του χαμηλότερα απ' αυτόν που αμάρτησε λέγοντας: «Και αυτός μεν μετανοεί για την αμαρτία του, εγώ όμως δεν είναι σίγουρο ότι θα μετανοήσω, δεν είναι σίγουρο ότι θα τα καταφέρω, δεν είναι σίγουρο ότι θα έχω τη δύναμη να μετανοήσω».

Βλέπεις το φωτισμό της θείας αυτής ψυχής; Γιατί όχι μόνον κατάφερε να ξεφύγει από την κατάκριση του πλησίον, αλλά έβαλε τον εαυτό της πιο κάτω απ' αυτόν.

Και εμείς οι άθλιοι, εντελώς αδιάκριτα, κατακρίνουμε, αποστρεφόμαστε, εξευτελίζουμε, αν δούμε ή αν ακούσουμε ή αν υποψιαστούμε κάτι. Και το χειρότερο είναι ότι δεν σταματάμε μέχρι τη ζημιά που κάνουμε στον εαυτό μας, αλλά συναντάμε και άλλον αδελφό και αμέσως του λέμε: «Αυτό και αυτό έγινε».
Και του κάνουμε κακό βάζοντας στην καρδιά του αμαρτίες... Αλλά ενώ κάνουμε διαβολικό έργο δεν ανησυχούμε κιόλας. Γιατί, τί άλλο έχει να κάνει ο διάβολος από το να ταράζει και να βλάπτει; Και γινόμαστε συνεργάτες των δαιμόνων και για τη δική μας καταστροφή και για του πλησίον...

Από ποιό άλλο λόγο τα παθαίνουμε αυτά, παρά από το ότι δεν έχουμε αγάπη; Γιατί αν είχαμε αγάπη και συμπαθούσαμε και πονούσαμε τον πλησίον μας, δεν θα είχαμε το νου μας στα ελαττώματα του πλησίον... Αν είχαμε αγάπη, η ίδια η αγάπη θα σκέπαζε κάθε σφάλμα, όπως ακριβώς έκαναν οι άγιοι, όταν έβλεπαν τα ελαττώματα των ανθρώπων. Γιατί μήπως είναι τυφλοί οι άγιοι και δεν βλέπουν τα αμαρτήματα; Και ποιός μισεί τόσο πολύ την αμαρτία όσο οι άγιοι;
Και όμως δεν μισούν εκείνον που αμαρτάνει, ούτε τον κατακρίνουν, ούτε τον αποστρέφονται, αλλά υποφέρουν μαζί του, τον συμβουλεύουν, τον παρηγορούν, τον γιατρεύουν σαν άρρωστο μέλος του σώματός τους. Κάνουν τα πάντα για να τον σώσουν... Με την μακροθυμία και την αγάπη τραβούν τον αδελφό και δεν τον απωθούν, ούτε τον σιχαίνονται...

Ας αποκτήσουμε λοιπόν και εμείς αγάπη, ας αποκτήσουμε ευσπλαχνία για τον πλησίον. Και έτσι θ' αποφεύγουμε να καταλαλούμε, να κατακρίνουμε, να εξουδενώνουμε τους άλλους. Ας βοηθήσουμε ο ένας τον άλλον σαν να είμαστε μέλη του ίδιου σώματος...
Ο Θεός ας μας αξιώσει να προσέχουμε όσα μας συμφέρουν πνευματικά και να τα εφαρμόζουμε. Γιατί όσο φροντίζουμε και ενδιαφερόμαστε να εφαρμόζουμε όσα ακούμε, τόσο περισσότερο μας φωτίζει ο Θεός πάντοτε και μας διδάσκει το θέλημά Του. 


Αββάς Δωρόθεος

Blinding pride ( Elder Paisios )



The greatest egoist is he who follows his thoughts, and does not ask anyone for guidance and direction, leading himself to destruction.


Someone may be extremely smart and very astute, but if he is willful, self-confident and selfish, he is also constantly tormented.


He becomes very confused, and many problems are created for him.In order to find his way, he must open his heart to a Spiritual Father and humbly ask for his help.



Elder Paisios

Μετάνοια του αμαρτωλού


Ένας στρατιώτης ρώτησε τον αββά Μιώς, αν άραγε ο Θεός δέχεται τη μετάνοια του αμαρτωλού. Και ο αββάς, αφού τον δίδαξε με πολλούς λόγους, είπε:
- Πες μου, αγαπητέ. Αν σχιστεί το χιτώνιό σου, το πετάς;
- Όχι, απάντησε εκείνος. Το ράβω και το χρησιμοποιώ πάλι.
- Αν λοιπόν εσύ λυπάσαι το ρούχο σου, του είπε τότε ο γέροντας, δεν θα λυπηθεί ο Θεός το δικό του πλάσμα;

Ένας αδελφός ρώτησε τον αββά Ποιμένα:
- Έκανα αμαρτία μεγάλη, και θέλω να μείνω σε μετάνοια τρία χρόνια.
- Πολύ είναι, του λέει ο γέροντας.
Ρώτησαν τότε κάποιοι, πού βρίσκονταν εκεί:
- Φτάνουν σαράντα μέρες;
- Πολύ είναι, είπε πάλι ο αββάς. Εγώ νομίζω πώς, αν ένας άνθρωπος μετανοήσει μ ́ όλη του την καρδιά και δεν συνεχίσει ν ́ αμαρτάνει πια, ακόμα και σε τρεις μέρες τον δέχεται ο Θεός.

Κάποιος άλλος ρώτησε πάλι τον αββά Ποιμένα:
- Αν ένας άνθρωπος αμαρτήσει και μετανοήσει, τον συγχωρεί ο Θεός;
Και ο γέροντας του αποκρίθηκε:
- Ο Θεός έδωσε εντολή στους ανθρώπους αυτό να κάνουν. Δεν θα το κάνει λοιπόν, πολύ περισσότερο, ο Ίδιος;
Γιατί πρόσταξε τον Πέτρο να συγχωρεί «έως εβδομηκοντάκις επτά» (Ματθ.18:22) όσους αμάρτησαν και μετανόησαν.

Ένας αδελφός ρώτησε τον αββά Σισώη:
- Τι να κάνω, αββά, πού έπεσα;
Του λέει ο γέροντας:
- Να σηκωθείς.
- Σηκώθηκα και ξανάπεσα.
- Να σηκωθείς πάλι και πάλι.
- Μέχρι πότε;
Μέχρι πού να σε βρει ο θάνατος είτε στο καλό είτε στην πτώση. Γιατί σ ́ όποια κατάσταση βρεθεί τότε ο άνθρωπος, σ ́ αυτή και φεύγει.

Σ ́ έναν αδελφό, πού έπεσε σε αμαρτία, φανερώθηκε ο σατανάς και του λέει:
- Δεν είσαι χριστιανός!
Μα ο αδερφός του αποκρίθηκε:
- Ό,τι και να ́ μαι, τώρα σ’ αφήνω και φεύγω!
- Σου το λέω, θα πάς στην κόλαση! Επέμεινε ο σατανάς.
- Δεν είσαι συ ο κριτής μου ούτε ο Θεός μου! του λέει ο αδελφός.
Έτσι, καθώς δεν κατόρθωνε τίποτα ο σατανάς, σηκώθηκε κι έφυγε. Ο αδελφός, πάλι, μετανόησε ειλικρινά ενώπιον του Θεού και έγινε αγωνιστής.

Άλλος αδελφός ρώτησε τον ίδιο γέροντα:
- Πάτερ, τι εννοεί ο προφήτης λέγοντας, «ούκ έστι σωτηρία αυτώ έν τώ Θεώ αυτού;» (Ψαλμ. 3:3).
- Εννοεί τους λογισμούς της απελπισίας, είπε ο γέροντας, πού υποβάλλουν οι δαίμονες σ ́ όποιον αμάρτησε.
Του λένε, δηλαδή, ότι ο Θεός δεν πρόκειται πια να τον σώσει, και έτσι προσπαθούν να τον γκρεμίσουν στα βάραθρα της απογνώσεως. Τέτοιους λογισμούς όμως πρέπει να τους διώχνει ο άνθρωπος με τα λόγια:
«Κύριος καταφυγή μου, ότι αυτός εκσπάσει έκ παγίδος τους πόδας μου» (πρβλ. Έξοδ. 17:15. Ψαλμ. 24:15).



Γεροντικό

Γιατι Εξομολόγηση



Τι είναι η Εξομολόγηση;

Η Εξομολόγηση είναι ενα από τα βασικά μυστήρια της Εκκλησίας. Μας δίνει τη δυνατότητα νά «συμφιλιωθούμε» με τον Θεό, νά εξετάσουμε την πίστη και τη ζωή μας και νά εξασφαλίσουμε πνευματική υγεία. Είναι πράξη μετανοίας. Και μετάνοια σημαίνει αλλαγή του εαυτού μας, στροφή, μεταμόρφωση. Όταν αμαρτάνουμε απομακρυνόμαστε από τον Θεό. Όταν όμως μετανοούμε, ομολογούμε τις αμαρτίες μας και ζητάμε συγχώρεση, επιστρέφουμε σ' Αυτόν.

Η Εξομολόγηση μας απαλλάσσει από το βάρος της αμαρτίας. Επιπλέον μας δίνει τήν ευκαιρία νά συζητήσουμε τους βαθύτερους προβληματισμούς μας, νά δεχτούμε συμβουλές και νά ενισχυθούμε πνευματικά.

Πώς καθιερώθηκε; Μήπως πρόκειται για πρόσφατη επινόηση τών κληρικών;

Το μυστήριο καθιερώθηκε από τόν ίδιο τον Χριστό. Αυτός έδωσε στους Αποστόλους τήν εξουσία νά συγχωρούν αμαρτίες (Ιω. 20,23). Στή συνέχεια οι Απόστολοι μετέδωσαν τό χάρισμα αυτό στους επισκόπους και τους πρεσβυτέρους της Εκκλησίας. Έτσι, μέσω της κανονικής χειροτονίας διαιωνίζεται.

Είναι απαραίτητη η Εξομολόγηση για όλους;

Μόνο ένας αναμάρτητος δέ χρειάζεται Εξομολόγηση. Ο άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος γράφει ότι όποιος θεωρεί τόν εαυτό του αναμάρτητο βρίσκεται σε πλάνη και μακριά από τήν αλήθεια (Α' Ιω. 1, 8). Αλλά και ο μόνος άναμάρτητος, ο Χριστός, δέχτηκε τό βάπτισμα της μετανοίας από τόν Πρόδρομο και έδειξε τήν αναγκαιότητα του μυστηρίου. Γι' αυτό η Εξομολόγηση αποτελεί αναπόσπαστο στοιχείο τής ορθόδοξης χριστιανικής ζωής.

Ποιος μπορεί νά εξομολογεί;

Όπως προαναφέραμε, η Εξομολόγηση γίνεται σε έναν πνευματικό. Δηλαδή σε ιερέα ο οποίος έχει επιλεγεί ειδικά γι' αυτό τό έργο. Χρειάζεται βέβαια να επικοινωνήσουμε μαζί του για να μας ορίσει τον χρόνο και τόν τόπο, εκτός και αν εξομολογεί σέ καθορισμένες τακτικές ημέρες και ώρες, οπότε δεν είναι απαραίτητη η προηγούμενη συνεννόηση.

Και ο πνευματικός έχει αμαρτίες!

Ο πνευματικός δέ συγχωρεί τις αμαρτίες μας με τή δική του αγιότητα ή δύναμη, αλλά με τή χάρη πού του δόθηκε από τόν Θεό· αυτός μεσολαβεί μόνο. ΤΙς δικές του αμαρτίες φροντίζει νά τις εξομολογείται και αυτός σέ κάποιον άλλον πνευματικό.


ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗ

Που γίνεται η Εξομολόγηση;

Συνήθως η Εξομολόγηση γίνεται στο ναό. Μπορεί όμως νά γίνει και σέ κάποιο παρεκκλήσι ή άλλον χώρο.

Πώς γίνεται;

Καθόμαστε αντικρίζοντας τις εικόνες και μέ τήν προτροπή του πνευματικού εξομολογούμαστε τις αμαρτίες μας. Μπορούμε επίσης νά συμβουλευτούμε τόν πνευματικό γιά κάποιο θέμα πού μας απασχολεί. Όταν ολοκληρώσουμε τήν εξομολόγηση γονατίζουμε και ο πνευματικός βάζοντας τό πετραχήλι (σύμβολο της ιερατικής λειτουργίας του) πάνω στό κεφάλι μας ζητά από τόν Θεό τήν άφεση των αμαρτιών μας. Φεύγοντας ασπαζόμαστε τό πετραχήλι και το χέρι του πνευματικού.

Τι πρέπει να πώ στην Εξομολόγηση;

Στην Εξομολόγηση εξετάζουμε τα αισθήματα, τις σκέψεις, τα λόγια, τις πράξεις, τη συμπεριφορά, τις συνήθειες, τις αξίες, τις προτεραιότητες, τους στόχους, την κατεύθυνση και τον τρόπο της ζωής μας. Δέν περιοριζόμαστε στην προσωπική μας πνευματική ζωή, αλλά συνεξετάζουμε τις οικογενειακές σχέσεις, τις κοινωνικές σχέσεις, την εργασία, ακόμα και τη διασκέδασή μας. Και αυτό επειδή όλη μας η ζωή πρέπει να φωτιστεί από το Άγιο Πνεύμα. Όχι για να καταδικάσουμε τον εαυτό μας, αλλά για να εξασφαλίσουμε τήν πορεία μας προς τον Χριστό. Μπορούμε λοιπόν να θέσουμε στην κρίση του πνευματικού ζητήματα που μας απασχολούν, ώστε νά πάρουμε αποφάσεις και νά κάνουμε επιλογές πού μας προάγουν πνευματικά αποφεύγοντας ταυτόχρονα άλλες που μπορούν να ζημιώσουν τήν ψυχή μας.

Δε σκότωσα, ούτε έκλεψα... τί νά εξομολογηθώ;

Όταν έχουμε τέτοια απορία, αποκαλύπτουμε ότι δε γνωρίζουμε τή διδασκαλία του Χρίστου. Επειδή ο Χριστός μας διδάσκει ότι και οί αμαρτωλοί λογισμοί ακόμα μας απομακρύνουν από τον Θεό. Επίσης, αμαρτάνουμε όχι μόνο όταν πράττουμε κάτι κακό, άλλα και όταν δέν εφαρμόζουμε τό καλό. Άραγε ποιος μπορεί νά ισχυριστεί ότι εκπληρώνει πραγματικά την εντολή της αγάπης και μάλιστα προς τους εχθρούς του;

Υπάρχει ένας εύκολος τρόπος εξέτασης του εαυτού μου σύμφωνα με τό νόμο του Θεού;

Υπάρχουν οι Δέκα Εντολές και η ερμηνεία τους κάτω από τό πρίσμα της Καινής Διαθήκης. Τό τελειότερο όμως και ακριβέστερο κριτήριο είναι η εντολή της αγάπης προς τον Θεό και προς τόν συνάνθρωπο. Σύμφωνα μέ τά λόγια του Χριστού, σ' αυτή τήν εντολή περιέχονται όλες οί άλλες εντολές (βλ. Ματθ. 22,40). Δε μπορούμε, για παράδειγμα, να αγαπάμε τόν Θεό και νά παραβαίνουμε τις εντολές Του. Ούτε γίνεται να αγαπάμε τους ανθρώπους και ταυτόχρονα να διαπράττουμε αδικίες σέ βάρος τους. Μάλιστα η γνησιότητα της αγάπης προς τον Θεό αποκαλύπτεται από την αγάπη προς τον συνάνθρωπο (Α' Ιω. 4,20). Έτσι, όταν αδιαφορούμε για τους άλλους ή τους κακομεταχειριζόμαστε, δείχνουμε ότι δεν έχουμε αγάπη προς τον Θεό. Περιφρονούμε την εντολή Του για την αγάπη προς τον συνάνθρωπο και δέ σεβόμαστε τά δημιουργήματα Του.

Μου φαίνεται δύσκολο νά μιλήσω για τόσο προσωπικά Θέματα. Αισθάνομαι ντροπή. Τί θα σκεφτεί ο πνευματικός;

Πρέπει νά βλέπουμε τό εξομολογητήριο σαν ιατρείο και τον πνευματικό σάν γιατρό. Για εμάς η Εξομολόγηση είναι θέμα ψυχικής -συχνά και σωματικής- υγείας. Για τον πνευματικό πάλι είναι κάτι τό συνηθισμένο. Δεν πρόκειται νά σοκαριστεί από τις δικές μας αμαρτίες. Σίγουρα έχει ακούσει χειρότερες. Εξάλλου, δεν είναι περίεργο η ντροπή, πού μας λείπει την ώρα της αμαρτίας, νά μας κυριεύει τήν ώρα της μετανοίας;

Φοβάμαι μήπως ο πνευματικός φανερώσει τις αμαρτίες μου.

Ο πνευματικός έχει ιερό καθήκον να τηρεί τό απόρρητο της Εξομολογήσεως, τό οποίο μάλιστα αναγνωρίζεται και από τόν νόμο. Σε περίπτωση παράβασης αυτού του καθήκοντος ελέγχεται από τόν Επίσκοπο του και τήν Εκκλησιαστική Δικαιοσύνη. Όπως αναφέραμε πρωτύτερα, τόν πνευματικό θα πρέπει νά τόν αντιμετωπίζουμε ως θεραπευτή. Έτσι χρειάζεται νά τόν περιβάλλουμε και με ανάλογη εμπιστοσύνη. Γιά τον λόγο αυτόν επιλέγουμε ελεύθερα και με δική μας ευθύνη τον πνευματικό, ώστε νά είναι πρόσωπο μέ πίστη και αρετή και νά έχει τήν καλή μαρτυρία των πιστών. Μάλιστα η παράδοση τής Εκκλησίας μας συνιστά τήν τακτική εξομολόγηση στον ίδιο πνευματικό και τήν αποφυγή της εναλλαγής του. Εξάλλου, έχει διαπιστωθεί ότι συνήθως εμείς οί ίδιοι γινόμαστε αιτία κοινοποίησης τής προσωπικής μας ζωής, όταν τήν εμπιστευόμαστε σε ακατάλληλα πρόσωπα, τά οποία δεν έχουν καν τήν ιδιότητα του πνευματικού.

Πώς πρέπει νά λέγονται οι αμαρτίες στον πνευματικό;

Αρκεί μία απλή, σαφής και σύντομη αναφορά. Δε χρειάζονται ούτε λεπτομέρειες (ιδιαίτερα για τά σαρκικά θέματα), ούτε μακροσκελείς εισαγωγές ή δικαιολογίες. Αν είναι απαραίτητο, θα ζητήσει ο πνευματικός περισσότερες πληροφορίες. Αυτό που σίγουρα χρειάζεται είναι ταπείνωση και συναίσθηση των αμαρτιών μας.

Τι μπορεί να μου πει ο πνευματικός;

Νά εξηγήσει τή σπουδαιότητα μιας αμαρτίας. Να συμβουλεύσει για τήν αποφυγή της. Νά δώσει απάντηση σε κάποιο ερώτημα που του θέσαμε.


ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗ

Μετά τήν ευχή του πνευματικού έχουν συγχωρεθεί όλες οι αμαρτίες μου; Μήπως κάποιες θα πρέπει νά τις εξομολογηθώ πάλι;

Η ευχή του πνευματικού δίνει τήν άφεση όλων των αμαρτιών πού έξαγορεύσαμε. Συνεπώς τυχόν αμφιβολία μας για τό θέμα αυτό δείχνει έλλειψη πίστης στο μυστήριο και στή δύναμη του Θεού. Αν πάλι δέν αναφέραμε κάτι βασικό σε σχέση με κάποια αμαρτία, χρειάζεται τήν επόμενη φορά νά τό διευκρινίσουμε.

Αν ξεχάσω κάποια αμαρτία; Αν κρύψω κάποια από ντροπή;

Αν ξεχάσαμε κάτι και εφόσον δεν είναι σοβαρό, μπορούμε νά το αναφέρουμε στην επόμενη εξομολόγηση. Αν όμως παραλείψαμε κάποια αμαρτία εσκεμμένα, τότε δεν πρέπει να θεωρούμε ότι μας δόθηκε άφεση και δεν πρέπει νά κοινωνήσουμε, ακόμη και αν πήραμε την άδεια του πνευματικού.

Είναι απαραίτητη η Θεία Κοινωνία μετά την Εξομολόγηση;

Η μετάνοια δεν περιορίζεται στο μυστήριο της Εξομολογήσεως. Η «συμφιλίωση» και η ενωσή μας με τον Θεό δεν ολοκληρώνεται χωρίς τη Θεία Κοινωνία. Αύτη είναι ή μυστηριακή ένωση με τον Θεάνθρωπο Χριστό. Το αποκορύφωμα των μυστηρίων. Η Εξομολόγηση μας προετοιμάζει για τη Θεία Κοινωνία.

Μπορώ νά κοινωνήσω λοιπόν αφού εξομολογήθηκα;

Μετά τήν εξομολόγηση θα πρέπει νά ζητήσουμε από τον πνευματικό τήν άδεια νά μεταλάβουμε. Αυτός θά ορίσει τον χρόνο, τή συχνότητα και τον τρόπο της προετοιμασίας μας (νηστεία, προσευχή, συγχώρεση - συμφιλίωση με τους άλλους).

Όμως, τί νόημα έχει νά εξομολογούμαι τακτικά, όταν γνωρίζω ότι θά επαναλάβω τις ίδιες αμαρτίες;

Όπως κάποιος πού πάσχει από χρόνια ασθένεια δεν παύει νά προσπαθεί για τήν απαλλαγή του, έτσι και εκείνος πού επιθυμεί πραγματικά τήν πνευματική υγεία φροντίζει αδιάκοπα νά τήν αποκτήσει. Αυτός είναι ο πνευματικός αγώνας του ανθρώπου· η διά βίου μετάνοια. Το μυστήριο της Εξομολόγησης εξασφαλίζει ότι καμμιά αμαρτία δε μπορεί νά μας απομακρύνει από τό έλεος του Θεού. Μόνο η έλλειψη μετανοίας μπορεί νά μας καταδικάσει στην αίώνια στέρηση Του.

Matters of Faith ( St. Innocent of Moscow )


Interpreting matters of faith, one must speak after careful consideration, clearly, distinctly, as briefly as possible, otherwise your preaching will be of little success .....


St. Innocent of Moscow
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...