Sunday, June 2, 2013

Τι σημαίνει να σηκώσουμε τον σταυρό μας ( Αγιου Λουκα Κριμαιας )


Ό Κύριος λέει ότι ό καθένας από μας πρέπει να σηκώσει τον δικό του σταυρό.
Τι σημαίνει αυτό; Ποιος είναι αυτός ό σταυρός; Για τον καθένα ό σταυρός είναι διαφορετικός και αυστηρά προσωπικός, διότι για τον καθένα ό Θεός έχει ετοιμάσει τον δικό του σταυρό.
Έχει μεγάλη σημασία να καταλάβουμε ποιος είναι ό δικός μας σταυρός, να ξέρουμε ότι έχουμε σηκώσει εκείνο ακριβώς τον σταυρό πού μας προτείνει ό Θεός. Είναι πολύ επικίνδυνο να επινοούμε σταυρούς για τον εαυτό μας. Και αυτό δυστυχώς το βλέπουμε συχνά.
Για την πλειοψηφία των ανθρώπων ο Θεός έχει ετοιμάσει τον σταυρό της ζωής μέσα στον κόσμο, τον σταυρό της οικογενειακής και της κοινωνικής ζωής.
Αλλά πολλές φορές άνθρωπος πού αποφάσισε να αρνηθεί τον εαυτό του και να ακολουθήσει στην ζωή του την οδό του Χριστού δεν πετυχαίνει τίποτα επειδή επινοεί για τον εαυτό του σταυρό πού του φαίνεται πιο σωστός. Νομίζει, παραδείγματος χάριν, ότι για να σωθεί πρέπει να γίνει μοναχός ή να πάει στην έρημο. Αυτόν όμως το δρόμο ό Θεός τον ετοίμασε για πολύ λίγους, οι περισσότεροι άνθρωποι έχουν σταυρό πού οι ίδιοι ούτε καν τον θεωρούν σταυρό και όταν τον σηκώνουν δεν καταλαβαίνουν ποιο βάρος έχουν στους ώμους τους.
Ποιο σταυρό έχουν οι περισσότεροι;
Έναν σταυρό απλό, όχι τέτοιο πού σήκωσαν οι άγιοι μάρτυρες και πού σήκωναν όλη τη ζωή τους οι όσιοι πατέρες στην έρημο. Εμείς έχουμε άλλο σταυρό.
Ή ζωή μας, ή ζωή όλων των ανθρώπων, είναι θλίψη και πόνος. Και όλες αυτές οι θλίψεις στην κοινωνική και την οικογενειακή ζωή μας είναι ο σταυρός μας.
Ό αποτυχημένος γάμος, ή ανεπιτυχής επιλογή του επαγγέλματος, δεν μας προκαλούν αυτά πόνο και θλίψη; Δεν πρέπει ό άνθρωπος πού τον βρήκαν αυτές οι συμφορές να τις υπομένει; Οι σοβαρές ασθένειες, ή περιφρόνηση, ή ατιμία, ή απώλεια της περιουσίας, ή ζήλεια των συζύγων, ή συκοφαντία και όλα γενικά τα κακά πού μας κάνουν οι άνθρωποι, όλα αυτά δεν είναι ό σταυρός μας;
Ακριβώς αυτά είναι ό σταυρός μας, σταυρός για την μεγαλύτερη πλειοψηφία των ανθρώπων. Αυτές είναι οι θλίψεις πού υποφέρουν οι άνθρωποι και όλοι μας πρέπει να τις σηκώνουμε, αν και οι περισσότεροι δεν το θέλουν. Άλλα ακόμα και οι άνθρωποι πού μισούν τον Χριστό και αρνούνται να ακολουθήσουν το δρόμο του και αυτοί ακόμα σηκώνουν το δικό τους σταυρό του πόνου.
Ποια είναι ή διαφορά μεταξύ αυτών και των χριστιανών;
Ή διαφορά είναι ότι οι χριστιανοί με υπομονή σηκώνουν τον σταυρό τους και δεν γογγύζουν κατά του Θεού.
Ταπεινά με χαμηλό το βλέμμα σηκώνουν μέχρι το τέλος της ζωής τους το δικό τους σταυρό ακολουθώντας τον Κύριο Ιησού Χριστό. Το κάνουν για τον Χριστό και το Ευαγγέλιό του, το κάνουν από θερμή αγάπη προς Αυτόν, γιατί όλη την σκέψη τους είχε αιχμαλωτίσει ή διδασκαλία του Ευαγγελίου.

Για να κάνει πράξη τη διδασκαλία του Ευαγγελίου, για να ακολουθήσει την οδό του Χριστού, ό άνθρωπος πρέπει ταπεινά και ακούραστα να σηκώνει τον σταυρό του, να μην τον βρίζει αλλά να τον ευλογεί. Τότε μόνο τηρεί την εντολή του Χριστού, γιατί είχε, αρνηθεί τον εαυτό του. Σήκωσε τον σταυρό του και ακολούθησε τον Χριστό, τον ακολούθησε σ' ένα μακρινό δρόμο, σ' ένα δρόμο για τον οποίο ό Κύριος είπε, ότι στην Βασιλεία των Ουρανών οδηγεί τεθλιμμένη οδός ή αρχή της οποίας είναι ή στενή πύλη. Και εμείς θέλουμε να είναι ή οδός της ζωής μας ευρύχωρη, χωρίς λάκκους, πέτρες, αγκάθια και λάσπη. Θέλουμε να είναι στρωμένη με λουλούδια. Και ό Κύριος μας δείχνει μία άλλη οδό, την οδό του πόνου. Αλλά πρέπει να ξέρουμε ότι σ' αυτό το δρόμο, όσο δύσκολος και να είναι, αν με όλη την καρδιά μας στραφούμε στον Χριστό, τότε ό Ίδιος με έναν θαυμαστό και ανεξήγητο τρόπο μας βοηθάει. Μας στηρίζει όταν πέφτουμε. Μας δυναμώνει και μας παρηγορεί.
Όταν ακολουθήσουμε αυτό το δρόμο, ο οποίος στην αρχή μόνο μας φαίνεται δύσκολος, όταν αισθανθούμε τη χάρη του Θεού πού μας δυναμώνει σ' αυτή την πορεία, τότε με χαρά και ταπείνωση θα σηκώνουμε τον σταυρό μας και θα πορευόμαστε με βεβαιότητα επειδή γνωρίζουμε ότι έτσι μας ανοίγεται ή είσοδος στην Βασιλεία των Ουρανών.
Αυτό λοιπόν σημαίνει να μισήσουμε την ψυχή μας - να μισήσουμε την ακαθαρσία της, να αρνηθούμε τον παλαιό μας άνθρωπο, για να σώσουμε την αθάνατη ψυχή μας πού ό προορισμός της είναι ή κοινωνία με τον Θεό.
Αυτός πού με τέτοιο τρόπο θα χάσει την ψυχή του, θα την σώσει και θα είναι με τον Χριστό;




ΑΓΙΟΥ ΛΟΥΚΑ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΚΡΙΜΑΙΑΣ, ΤΟΥ ΡΩΣΟΥ
ΝΑ μας αξιώσει όλους ο Κύριος μας Ιησούς Χριστός της αιώνιας και ένδοξης ζωής μαζί Του, με τον Πατέρα Του και όλους τους αγγέλους.

The Power In Crossing Ourselves -


Mysterious is the power of the Cross no matter how unexplainable, it is true and indisputable.

Yet, St. John Chrysostom speaks of the custom of his time that the sign of the cross is attached "on the emperor's diadem, on the accouterments of the soldiers and tracing it on parts of the body: the head, the breast [chest] and the heart and also on the table of oblations and over beds." "If it is necessary to expel demons", says he, "we use the cross and it also helps to heal the sick."

St. Benedict made the sign of the cross over a glass which contained poison and the glass burst as though it were struck by a stone.

St. Julian made the sign of the cross over a glass of poison brought to him and drank the poison, but he did not feel any pain in his body.

The Holy Female Martyr Vasilissa of Nicomedia enveloped herself with the sign of the cross, stood amidst the flames and remained unharmed.

The Holy Martyrs Audon and Senis crossed themselves when the wild beasts were released on them and the beasts became docile and meek as lambs.

Among the ascetics of old, as it is today, the sign of the cross was the most powerful weapon against the temptations of the demons.

The most horrible fears of the devil vanish into nothing, as smoke, when man traces the sign of the cross over himself.

Thus, the Lord Jesus Christ Himself willed to the one time sign of crime and shame, the Cross, following His crucifixion on the wood of the cross, all victorious power and might.


St. Nikolai Velimirovich

God's Indebtedness To The Merciful




"He who has compassion on the poor lends to God and He will repay Him for his good deed" (Proverbs 19:17).


The poor man who begs and the rich man who gives both are indebting the Lord, but only under the condition that the poor man begs in the name of the Lord with humility and that the rich man gives in the name of the Lord with compassion. Everyone who receives should know that he receives that which belongs to God and everyone who gives should know that he gives that which belongs to God. Such giving has a price and such receiving has a price. All of us enter this world naked and naked shall we leave this world. All of us are beggars before the Lord for we possess nothing that we have not received from the Lord. Therefore, give to the poor man as God has given to you. You take what is another's and you give to your own when you perform charity. The poor man is closer to you than all of your goods, even as to God, the Creator of men, every man is incomparably more precious than all of his goods.


If you have been given riches, it was given to you for temptation: that your heart be tempted! That God and all the heavenly hosts see whether you understood from whom are all your riches and why they were given to you. Blessed are you if you know that your goods are from God and belong to God! Blessed are you if you consider the poor as your companions, among your family members and share with them from that which God has entrusted to you!


O how immeasurable is God's love for mankind! Behold, all that you have belongs to God but, nevertheless, God considers Himself your debtor if you take from Him and give to the poor and He will repay you for your good. What kind of mercy can be compared to this!


O Man-loving Lord, open our minds to understand the mystery of Your mercy and soften our hearts as wax, that as wax they burn and shine with the reflection of Your inexpressible mercy! To You be glory and thanks always. Amen.


St. Nikolai Velimirovich

The Lay Porter Who Resurrected A Dead Man - ( Elder Paisios )





Elder Paisios the Athonite related the following wondrous true story:


I once met a man who was very kind and sensitive. Just imagine, he even refused to stay overnight at the monastery, because he didn’t want to be a burden to the monks. I used to be the host monk at the time, at the Iveron Skete, when I went out onto the balcony for a moment at noon and saw a man lying down on the stones outside. Well, well, I wondered, what is he doing out there? So I went down to him.


"What are you doing here, blessed one? Why don’t you come into the monastery, where we can offer you our hospitality?"


"No, no, I’m just fine here, don’t concern yourself," he said.


I pressed him to come in, but he refused. He said: “All through the night, the fathers here were in vigil. They’re tired, they fast, they retire at noon to get some rest, and I’m supposed to disturb them? Its not proper!”


See what kind of good thoughts he made? That is an indication of mental and spiritual health, whereas other visitors come here, demanding to be served, and then they have nothing but malicious thoughts - they even accuse you. I finally convinced him, and brought him into the monastery, where we became better acquainted and eventually became friends.


Now listen to what this man had done. He was orphaned from his youth. He never knew his parents; he grew up in an orphanage. When he grew up, he worked as a porter in the port of Thessaloniki.


He married, and was very happy for that, as he had found the family that he longed for. His in-laws were like parents to him. They moved into a house near his in-laws and he was extremely fond of them. Imagine that, after leaving work every day, he would first go to his in-laws to greet them, to see if they needed anything, and would afterwards go to his own home to see his wife.


He was also very pious. He would repeat the prayer “My Lord Jesus Christ, have mercy on me”. He would carry loads and pray.


He was concerned however, that his in-laws were not believers. In fact, his father-in-law blasphemed and that made him very sad. So, he prayed to God, asking Him not to take them away from this life, before they had properly repented. He even asked me to pray for this problem.


So, there came a time that his father-in-law became very ill, and had to be taken to hospital. He was in there for days. One day, after work as usual, he went directly to the hospital, without passing by his home first. He looked for his father-in-law, but didn’t find him in his room… He searched everywhere, asking for him. “Who? Him? Oh, he passed away. He’s downstairs, in the morgue, where they keep all the deceased patients”, they told him.


It was as if lightning had struck him. “Why, my Lord, did You take him away, if he wasn’t ready, and he didn’t even have a chance to repent? Why, my God?”


He began to pray fervently, with profound pain: “What is it for God, to bring him back? Nothing!” he thought, and began to beseech God accordingly.


He found his way downstairs, and looked around in the morgue, only to find him frozen, dead. He grabbed his father-in-law by the hand, insisting, “Come on, get up, let’s go home”. The dead man immediately came alive; he got up and followed him.


"Really, Elder, did that really happen?" I asked him, dumbfounded.


"Yes, it is really true."


"And is that man still alive today?"


"No, he has passed away. He lived on for a few more years, he repented, he became a much kinder person, a veritable lamb, and Christ then took him into Paradise."


I was amazed.


"Do things like that actually happen in our day?" I asked with wonder.


"See? And he was an ordinary layman. But he had such simplicity! And such profound faith. Didn’t Christ say: 'Whosoever believes in Me, can do whatever I do, and even greater things'? Why should this incident seem strange? Didn’t Christ resurrect the dead? Lazarus? The widow’s son? Jairus’ daughter? Didn’t the Apostles resurrect the dead? Haven’t we read so many wonders in the lives of the saints? Why should this seem strange?"


Source: From Father Paisios Told Me, by Athanasios Rakovalis, Orthodox Hive Publications, pp. 166-168. Photo depicts a random street porter from Thessaloniki in 1917.

Elder Ephraim chants ''"Come and receive the Light"' Γεροντα Εφραιμ ψαλλει '' Δευτε λαβετε φως ''

Give thanks to the Lord ( Psalm 135 ) - Εξομολογεισθε ( ψαλμος 135 )

Ο μάγος από το Θιβέτ ( Γεροντας Παϊσιος )



Επειδή πολλές φορές σας μίλησα για τον παράδεισο, για τους Αγγέλους και για τους Αγίους, για να βοηθηθείτε, τώρα θα σας πω και λίγα λόγια την κόλαση και για τους δαίμονες, ώστε να γνωρίσετε με ποιους παλεύουμε, πάλι για να βοηθηθείτε.

Ήρθε στο καλύβι μου ένας νεαρός μάγος από το Θιβέτ και μου διηγήθηκε πολλά από τη ζωή του. Αυτό το παιδί, μόλις απογαλακτίστηκε, το αφιέρωσε ο πατέρας του, σε ηλικία τριών χρονών, σε μια ομάδα τριάντα μάγων ανώτερου βαθμού στο Θιβέτ, για να το μυήσουν στην τέχνη τους. Έφθασε στον ενδέκατο βαθμό μαγείας‡ ο δωδέκατος είναι ο ανώτερος. Δεκαέξι χρονών έφυγε από το Θιβέτ και πήγε στην Σουηδία, για να δει τον πατέρα του. Εκεί συνάντησε τυχαίως έναν ορθόδοξο ιερέα, πολύ πιστό, και του ζήτησε να συζητήσουν. Ο νεαρός μάγος δεν ήξερε καθόλου τι θα πει ιερεύς ορθόδοξος. Στην αίθουσα λοιπόν που κάθισαν να συζητήσουν, άρχισε να του κάνει μερικές από τις μαγείες του, για να δείξει την δύναμη του. Κάλεσε ένα αρχικό. δαιμόνιο, τον Μήνα, και του είπε: «Θέλω νερό». Σηκώνεται ένα ποτήρι από την κουζίνα, πηγαίνει μόνο του στην βρύση, ανοίγει η βρύση, γεμίζει, περνάει από την κλειστή τζαμαρία και έρχεται στην αίθουσα. Το πήρε εκείνος ήπιε. Μετά παρουσίασε στον ιερέα, μέσα στην αίθουσα, όλο το σύμπαν, τον ουρανό, τα αστέρια. Χρησιμοποίησε μαγείες τετάρτου βαθμού και θα προχωρούσε μέχρι τον ενδέκατο βαθμό. Ρώτησε τότε τον ιερέα πώς τα έβλεπε όλα αυτά. «Ήμουν έτοιμος, μου είπε, να τον σκοτώσω, αν μου έβριζε τον σατανά». Ο ιερεύς όμως δεν του είπε τίποτε. Τότε του λέει ο νεαρός: «Γιατί δεν μου κάνεις κι εσύ σημεία;». «Ο δικός μου Θεός είναι ταπεινός», απάντησε ο ιερεύς και έβγαλε έναν σταυρό και του τον έδωσε να τον κρατήσει. «Κάνε πάλι σημεία», του λέει. Ο νεαρός κάλεσε τον Μήνα, το αρχικό δαιμόνιο, αλλά ο Μήνας έτρεμε, δεν τολμούσε να πλησιάσει. Καλεί τον Σάταν και εκείνος το ίδιο· έβλεπε τον σταυρό και δεν πλησίαζε. Του είπε μόνο να σηκωθεί να φύγει για το Θιβέτ. Ο νεαρός τότε έβρισε τον Σάταν: «Τώρα κατάλαβα, του είπε, ότι η μεγάλη σου δύναμη είναι μια αδυναμία». Στην συνέχεια κατηχήθηκε κάπως από τον καλό ιερέα, ο οποίος του μίλησε και για τους Αγίους Τόπους, για το Άγιον Όρος κ.λ.π. Έφυγε λοιπόν από την Σουηδία και πήγε στα Ιεροσόλυμα, όπου είδε το Άγιο Φως. Από εκεί πήγε στην Αμερική, για να βρίσει του σατανιστές που γνώριζε, για να αλλάξουν μυαλό- ο Θεός τον έκανε τον καλύτερο ιεροκήρυκα-, και από ' κει ήρθε στο Άγιον Όρος.Ο Καλός Θεός σκανδαλωδώς τον βοήθησε, επειδή από μικρός είχε αδικηθεί. Κάνετε όμως προσευχή, γιατί τον πολεμούν οι μάγοι με όλους τους δαίμονες. Αφού εμένα πολεμούν, όταν έρχεται να τον βοηθήσω, πόσο μάλλον εκείνον. Του διαβάζουν οι ιερείς εξορκισμούς και ανοίγουν τα χέρια του και τρέχουν αίμα. Το καημένο το παιδί πολύ το ταλαιπωρούν οι δαίμονες, ενώ πρώτα, που είχε φιλία μαζί τους, δεν το πείραζαν, αλλά το βοηθούσαν και το εξυπηρετούσαν. Εύχεσθε. Πρέπει όμως και το ίδιο πολύ να προσέξει, γιατί λέει το ευαγγέλιο ότι τα ακάθαρτο πνεύμα, όταν βγει από τον άνθρωπο, «πορεύεται και παραλαμβάνει μεθ' εαυτού επτά έτερα πνεύματα πονηρότερα εαυτού, και εισελθόντα κατοικεί εκεί, και γίνεται τα έσχατα του ανθρώπου εκείνου χείρονα των πρώτων»



Γεροντας Παϊσιος

Maintain Calmness and Simplicity - Don’t Struggle Directly With Temptations ( Elder Porphyrios )


The Way of Love involves uniting ourselves with Christ. Our efforts should be continually focused on how we will be united with Him and keep Him continually in our heart. Our love for Christ is what must dominate both our mind and heart.

Elder Porphyrios says

What is holy and beautiful and what gladdens the heart and frees the soul from every evil is the effort to unite yourself to Christ, to love Christ, to crave for Christ and to live in Christ, just as Saint Paul said, ”It is no longer I who live, Christ lives in me” (Gal 2:20). He advises us to make our struggle with calmness and simplicity. We don’t gain by forcing ourselves to be good or forcing ourselves to pray. We need to do things naturally and calmly. We need to do them because of our love of Christ. With love there is no need for forcing. When we love Christ we enthusiastically long for time in prayer and to participate in the Divine Liturgy and the Sacrament of Holy Communion and Confession.

Likewise when we love God we should not struggle with temptations. When we do we only acknowledge the strength of the temptation and it gains control in you. When temptations arise focus on your love of God instead of attacking. When our mind is filled with Love of Christ there is no room to entertain temptations.

He says,

Let all your strength be turned to love for God, worship of God and adhesion to God. As we study the hymns and psalms, when we pray, devoting ourselves to love of Christ, we receive grace and are able to combat temptations with ease. The challenge is to keep our mind focused on our heart which contains our insatiable love of Christ.



Elder Porphyrios
 
Reference: Wounded By Love, p 137

My Struggle in Prayer ( Saint Theophan the Recluse )


Effective prayer can be a struggle. So often when I approach my prayer time I find my mind distracted so that I simply go though a routine without any feelings. Usually, I memorize many of the prayers I say daily in addition to my intercessory prayers. Memorization etches the prayer in my mind making it available to me at any time.


What happens frequently, though, is that my mind takes control and begins to pray automatically This is not a good sign. Why? Because our prayers need to come from the heart with feeling and an awareness that we are engaged in a dialogue with God. We need to have the awe of His presence as we pray. An automatic prayer is not really a prayer. A prayer must come from the heart with feeling and understanding. I find I must continually remind myself of this. Too often I fall into the trap of just putting in my time to fulfill my prayer rule. It is not about the time we spend in prayer, but the sincerity with which we pray that is of the most importance.


Saint Theophan says,

When you are at prayer, recite your prayer or psalm from memory, and embrace each word, not just with thought, but with feeling. If during this your own prayerful cries arise from some word of the psalm or prayer, do not cut them off, but let them come. We are taught to have a prayer rule and to stick with each day. We are told to memorize our routine prayers. But the danger is that our prayer time becomes too routine and we do not "embrace each word, not just with thought but with feeling." We can easily fly through our prayer rule, like we are on automatic pilot, and never allow for those precious moments of spontaneous prayer where our heart is fully open realizing God's mercy and help.


We do not need to have a complex set of prayers for effective prayer. We can have an effective prayer time with only one simple prayer such as the Jesus Prayer or the Lord's Prayer. But, we must be attentive to each word as we repeat the prayer over and over for our allotted prayer time. The words must drop into our heart and penetrate it deeply with feeling. With such attention, our hearts are opened and God's grace reaches out to embrace us with His mercy.


Saint Theophan says,

Labor, for nothing will come from you otherwise. If you are not successful in prayer, do not expect success in anything else. It is the root off everything.



Saint Theophan the Recluse
Reference: The Spiritual Life, pp 289-290

Why Does Prayer Need to Be Free From Thoughts? ( Saint Hesychius )



Why is it important that prayer be free from thoughts? To have true prayer our minds must be pure, still and totally open for an encounter with the infinite and all compassionate God. When we have thoughts cluttering our mind in prayer, our prayer becomes focused on things of this world and our prayer time becomes a problem solving session with ourselves. Our thoughts are like a pollutant that distorts our prayer and confuses our relationship with God with our own desires and needs. It is a pure open mind that will gain grace that enables us to hear and do His will instead of our own will.


Saint Hesychius writes,

One who does not have prayer that is free from the thoughts is without a weapon for battle. I understand prayer to be that which is carried out unceasingly within the depths of the soul, so that the enemy who is secretly fighting may be vanquished and scorched by this invocation to Christ. For you must look with the sharply focused eye of the mind so that you will recognize what has entered into it, and after doing so, immediately cut off the head of the snake through refutation, and at the same time call on Christ with groaning. through experience you will come to know God's invisible help; then you will see clearly the true condition of the heart.Our challenge is to have the sobriety to be watchful and attentive to the nature of our thoughts and to dismiss them when we enter into prayer. As Saint Hesychius says, "you must look with the sharply focused eye of the mind" in prayer. This is the true purpose of our mind to enable us to focus on our Creator and discern His will for us. As we repeat the Jesus Prayer, our mind will instantly become focused on God and we will receive His grace which helps us deter all distracting thoughts.


One of the reasons we pray is to overcome the domination of our soul by the thoughts roaming thorough our minds, distracting it from a intimate relationship with God. It is in prayer where thoughts are subdued that we find this relationship our soul seeks.

Ο διάβολος παρουσιάζεται και ως άγγελος φωτός ( Γεροντας Παϊσιος )





Όποιος δεν έχει νιώσει την ανώτερη χαρά, την παραδεισένια, δεν έχει δηλαδή πνευματικές εμπειρίες, εύκολα μπορεί να πλανηθεί, αν δεν προσέξει. Ο διάβολος είναι πονηρός. Ερεθίζει λίγο την καρδιά του ανθρώπου και τον κάνει να αισθάνεται μια ευχαρίστηση, οπότε τον πλανάει, δίνοντας του την εντύπωση ότι η ευχαρίστηση αυτή είναι πνευματική, θεία. Κλέβει την καρδιά και νομίζει ο άνθρωπος ότι πάει καλά. «Δεν ένιωσα, ταραχή», λέει. Ναι, αλλά αυτό που ένιωσες δεν είναι η πραγματική, η πνευματική χαρά. Η πνευματική χαρά είναι κάτι ουράνιο.

Ο διάβολος μπορεί να παρουσιασθεί και σαν άγγελος ή σαν άγιος. Ο καμουφλαρισμένος δαίμονας σε άγγελο ή σε άγιο σκορπάει ταραχή- αυτό που έχει-,ενώ ο πραγματικός Άγγελος ή Άγιος σκορπάει πάντα χαρά παραδεισένια και αγαλλίαση ουράνια. Ο ταπεινός και καθαρός άνθρωπος, ακόμη και άπειρος να είναι, διακρίνει τον Άγγελο του Θεού από τον δαίμονα που παρουσιάζεται σαν άγγελος φωτός, γιατί έχει πνευματική καθαρότητα και συγγενεύει με τον Άγγελο. Ενώ ο εγωιστής και σαρκικός πλανιέται εύκολα από τον πονηρό διάβολο. Όταν ο διάβολος παρουσιάζεται σαν άγγελος φωτός, αν ο άνθρωπος βάλει έναν ταπεινό λογισμό, εξαφανίζεται. Ένα βράδυ στην Μονή Στομίου, μετά το Απόδειπνο, έλεγα την ευχή στο κελί καθισμένος σε σκαμνί. Για μια στιγμή ακούω όργανα και κλαρίνα σε ένα οίκημα που ήταν λίγο πιο πέρα για τους ξένους. Παραξενεύτηκα! «Τι όργανα είναι αυτά που ακούγονται τόσο κοντά!», είπα. Το πανηγύρι είχε περάσει. Σηκώνομαι από το σκαμνί και πηγαίνω στο παράθυρο να δω τι συμβαίνει έξω. Βλέπω ησυχία παντού. Τότε κατάλαβα ότι ήταν από τον πειρασμό, για να διακόψω την προσευχή. Γύρισα και συνέχισα την ευχή. Ξαφνικά ένα δυνατό φως γέμισε το κελί. Η οροφή εξαφανίστηκε, άνοιξε η σκεπή και φάνηκε μια στήλη φωτός που έφτανε μέχρι τον ουρανό. Στην κορυφή αυτής της φωτεινής στήλης φαινόταν το πρόσωπο ενός ξανθού νέου, με μακρά μαλλιά και γένια, που έμοιαζε με τον Χριστό. Επειδή έβλεπα το μισό πρόσωπο του, σηκώθηκα από το σκαμνί, για να το δω ολόκληρο. Τότε άκουσα μέσα μου μια φωνή: «Αξιώθηκες να δεις τον Χριστό». «Και ποιος είμαι εγώ ο ανάξιος, που αξιώθηκα να δω τον Χριστό;», είπα και έκανα τον σταυρό μου. Αμέσως το φως και ο δήθεν Χριστός χάθηκαν και είδα ότι η οροφή βρισκόταν στην θέση της.

Αν ο άνθρωπος δεν έχει το κεφάλι του πολύ καλά κλειδωμένο, μπορεί ο πονηρός να του βάλει λογισμό υπερηφανείας και να τον πλανέσει με φαντασίες και ψεύτικα φώτα, τα οποία δεν ανεβάζουν στον Παράδεισο, αλλά γκρεμίζουν στο χάος. Γι' αυτό πρέπει να μη ζητάει ποτέ φώτα ή θεία χαρίσματα κ.λπ., αλλά μετάνοια. Η μετάνοια θα φέρει την ταπείνωση και μετά ο Καλός Θεός θα δώσει ό,τι του είναι απαραίτητο. Όταν ήμουν στο Σινά, στο ασκητήριο της Αγία Επιστήμης, μια φορά τα ταγκαλάκι πήγε να με ...;εξυπηρετήσει! Το ασκητήριο είχε τρία-τέσσερα σκαλάκια. Την νύχτα, όταν είχε αστροφεγγιά, πήγαινα στις σπηλιές και, για να κατέβω τα σκαλοπάτια, άναβα το τσακμάκι. Μια φορά πάω να ανάψω το τσακμάκι, δεν άναβε. Σε μια στιγμή βλέπω ένα φως σαν ένα βράχο σαν από δυνατό προβολέα, φαπ! Ω, φώτισε τα πάντα γύρω! «Να μου λείψουν τέτοια φώτα», είπα, και γύρισα πίσω. Αμέσως χάθηκε το φως. Βρε τον διάβολο, δεν ήθελε να φέξω με το τσακμάκι, για να κατεβώ! «Κρίμα δεν είναι, σου λέει, να παιδεύεται; Ας του δώσω εγώ φώτα»! Καλοσύνη του!

-Πώς καταλάβατε, Γέροντα, ότι δεν ήταν από τον Θεό;

-Εμ, καταλαβαίνεται. Φοβερό!

Η Αυτογνωσία (Αγίου Ιωάννη τής Κροστάνδης)


"Δοκίμασόν με, ο Θεός, καιγνώθι την καρδίαν μου, έτασόν με και γνώθι τας τρίβους μου. Και ίδε ει οδός ανομίας εν εμοί, και οδήγησόν με εν οδώ αιωνία." (Ψαλμ. 138, 23-24).




Από τότε που ο πρώτος άνθρωπος αμάρτησε, οι άνθρωποι σκοτίστηκαν τόσο πολύ στο ίδιο το κέντρο της ύπαρξής τους (την καρδιά), που πολύ συχνά δεν έχουνε συνείδηση ή συναίσθηση της πανταχού παρουσίας του Θεού· κι έτσι, έχουνε την εντύπωση πως τέσσερεις τοίχοι με μια οροφή από πάνω, τους κρύβουνε από Εκείνον, που όλα τα γεμίζει με την παρουσία Του και που βλέπει ακόμη και όποιον κρύβεται σε κάποιο τόπο μυστικό. "Ει κρυβήσεταί τις εν κρυφαίοις, και εγώ ουκ όψομαι αυτόν; Μη ουχί τον ουρανόν και την γην εγώ πληρώ; λέγει Κύριος" (Ιερεμ. 23,24). "Γυμνός ειμι, και εκρύβην" (Γεν. 3, 10), είπε ο Αδάμ κρυπτόμενος από τον Θεό. Ωστόσο, όχι, αυτό σε τίποτα δεν τον ωφέλησε· ο Θεός τον έβλεπε.

Να παρακολουθείς τα όσα συμβαίνουν μέσα στην καρδιά σου· να κοιτάς και ν' ακροάσαι για να βρεις τι είναι αυτό που την εμποδίζει να ενωθεί με τον παμμακάριο Κύριο και Θεό μας. Αυτό ας γίνει για σένα επιστήμη επιστημών· τότε, με τη βοήθεια του Θεού εύκολα μπορείς να αντιληφθείς τι είναι αυτό που σε απομακρύνει από τον Θεό και τι σε πλησιάζει σ' Εκείνον και σ' ενώνει μαζί Του. Γι' όλα αυτά μιλάει η ίδια η καρδιά, που άλλοτε ενώνεται με τον Θεό και άλλοτε αποσπάται κι αποχωρίζεται απ' Αυτόν. Ο πονηρός στέκει προπάντων ανάμεσα στην καρδιά μας και τον Θεό· εκείνος είναι που μας απομακρύνει από το Θεό με διάφορα πάθη ή με την σαρκική επιθυμία, με τη λαγνεία των οφθαλμών και τη γήϊνη υπερηφάνεια.

Δοκίμαζε τον εαυτό σου πιο συχνά: πού είναι στραμμένοι και κοιτάζουν οι οφθαλμοί της καρδιάς σου· προς το Θεό και τη ζωή του μέλλοντος αιώνος, προς τις υπερκόσμιες, μακάριες και φωτοφόρες ουράνιες δυνάμεις και στους αγίους που ενδιαιτώνται στους ουρανούς, ή προς τα γήϊνα αγαθά, δηλαδή στην βρώση και την πόση, στα ενδύματα και τις κατοικίες, σ' ανθρώπους αμαρτωλούς και τις μάταιες ασχολίες τους; Ω! Αν τα μάτια μας ήτανε αδιάκοπα προσηλωμένα στο Θεό! Στην πραγματικότητα όμως μονάχα στις ανάγκες και τις συμφορές μας στρέφουμε τα μάτια μας προς τον Κύριο, ενώ όταν ευημερούμε, τα μάτια μας είναι στραμμένα προς τον κόσμο και τις μάταιές του υποθέσεις. Αλλά θα πεις· «και τι θα μου αποφέρει το να ατενίζω έτσι τον Κύριο;» Βαθιά ειρήνη και γαλήνη στην καρδιά σου, φως στο νου σου, άγιο ζήλο στη βούλησή σου και την απελευθέρωσή σου από τις παγίδες του εχθρού. «Οι οφθαλμοί μου διαπαντός προς τον Κύριον», λέγει ο Δαβίδ και εξηγεί γιατί· «ότι αυτός εκσπάσει εκ παγίδος τους πόδας μου» (Ψαλμ. 24,15).

Λέγει ακόμη· «Λαλήσει ειρήνην Κύριος ο Θεός επί τους επιστρέφοντας καρδίαν επ' αυτόν» (Ψαλμ. 84,9).

Η αμαρτία κλείνει τα μάτια της καρδιάς· έτσι, ο κλέφτης νομίζει πως δε βλέπει· το ίδιο και ο μοιχός κι ο ακόλαστος άνθρωπος παραδίδεται στις αισχρές του πράξεις και νομίζει ότι ο Θεός δεν τον βλέπει· έτσι κι ο φιλάργυρος, ο άνθρωπος-παράσιτο κι ο μέθυσος φαντάζονται πως κρύβονται κι εκείνοι οι ίδιοι και τα πάθη τους. Ο Θεός όμως βλέπει και κρίνει· «γυμνός ειμί, και εκρύβην» (Γεν. 3, 10). Έτσι μιλάει με τα έργα του κάθε αμαρτωλός άνθρωπος, που κρύβεται από τον πανταχού παρόντα Θεό.

Η μεγαλύτερη, η παντοτινή πλάνη της καρδιάς, ενάντια στην οποία είναι ανάγκη να αγωνιζόμαστε αδιάκοπα σ' όλη μας τη ζωή, είναι ένας κρυφός λογισμός πως τάχα μπορούμε να υπάρχουμε χωρίς το Θεό ή έξω από το Θεό σ' οποιοδήποτε τόπο ή για οποιοδήποτε χρονικό διάστημα, έστω και για μια στιγμή. Είναι ανάγκη να στεριώνουμε και να ενισχύουμε την καρδιά μας μέσα στο Θεό, από τον Οποίο αδιάκοπα στρέφεται αλλού με το νου· μεγάλη δε προκοπή θα πραγματοποιούσε στη Χριστιανική ζωή, όποιος μπορεί με ειλικρίνεια να αναφωνήσει με την Άννα, τη μητέρα του Σαμουήλ: «Εστερεώθη η καρδία μου εν Κυρίω, υψώθη κέρας μου εν Θεώ μου· επλατύνθη επ' εχθρούς μου το στόμα μου, ευφράνθην εν σωτηρία σου» (Α'Βασ. 2,1).

Είναι ανάγκη να καθαριζόμαστε από τον ρύπο· η δε προσευχή, ιδιαίτερα η προσευχή των δακρύων, απολούζει τον πνευματικό ρύπο, δηλαδή τον ρύπο των αμαρτιών.

Αμαρτάνουμε με την σκέψη, με το λόγο και με την πράξη. Για να μεταβληθούμε σε καθαρές εικόνες της Υπεραγίας Τριάδας, πρέπει να καταβάλλουμε προσπάθειες, ώστε να είναι φορείς και έκφραση αγιότητας και οι λογισμοί μας και οι λόγοι μας και οι πράξεις μας. Η σκέψη, μέσα στο Θεό, αντιστοιχεί στον Πατέρα, οι λόγοι αντιστοιχούνε στον Υιό και τα έργα στο Άγιο Πνεύμα, τον τελειωτή των πάντων. Δεν είναι μικρή η σημασία των αμαρτημάτων των λογισμών στο Χριστιανό, γιατί στους λογισμούς μας, καθώς μαρτυρεί ο άγιος Μακάριος ο Αιγύπτιος, βρίσκεται όλη η ευαρέστησή μας προς το Θεό: Γιατί οι λογισμοί αποτελούν την αρχή, από την οποία προέρχονται οι λόγοι μας και τα έργα μας· οι λόγοι, γιατί αυτοί είτε μεταδίδουν χάρη στους ακούοντες είτε είναι λόγοι σαπροί και γίνονται πειρασμός για ορισμένους ή διαφθείρουν τις σκέψεις και τις καρδιές άλλων· πιο πολύ από τα λόγια ασκούν επίδραση τα έργα, γιατί το παράδειγμα επιδρά στους ανθρώπους περισσότερο από κάθετι άλλο, με το να προσελκύουν τους ανθρώπους σε μίμησή τους.

Η συνείδηση στους ανθρώπους δεν είναι τίποτε άλλο παρά η φωνή του πανταχού παρόντος Θεού, ο Οποίος εμπεριπατεί μέσα στις καρδιές τους. Ως Εκείνος, που δημιούργησε τα πάντα, και όντας Ένας, ο Κύριος γνωρίζει τους πάντες, όπως γνωρίζει τον Εαυτό Του· γνωρίζει όλες τις σκέψεις, τα θελήματα και τις προθέσεις τους, τα λόγια τους και τα έργα τους τόσο τα παρόντα, όσο και τα παρελθόντα και τα μέλλοντα. Όσο κι αν προτρέχω κάπου με τις σκέψεις μου και τη φαντασία μου, Εκείνος είναι εκεί πριν από μένα· εγώ δε πάντοτε αναπόφευκτα τρέχω μέσα Του και πάντα Τον έχω μάρτυρα των τρίβων μου και των διαβημάτων μου: «Οι οφθαλμοί (Αυτού) εις τας οδούς των υιών των ανθρώπων...» (Ιερεμ. 39,19)· «Πού πορευθώ από του Πνεύματός σου και από του προσώπου Σου πού φύγω»;(Ψαλ. 138,7).

Ω! Αν στρέφαμε την προσοχή μας για να δούμε τα επακόλουθα των αμαρτιών μας ή των καλών μας έργων! Πόσο προσεκτικοί θα ήμασταν τότε αποφεύγοντας την αμαρτία και πόσο ζηλωτές θα ήμασταν του καλού· γιατί θα βλέπαμε τότε καθαρά ότι κάθε αμαρτία που δεν αποβλήθηκε έγκαιρα και ενδυναμώθηκε με την συνήθεια, ριζώνει βαθιά μέσα στην καρδιά του ανθρώπου και πού και πού τον παρενοχλεί, τον τραυματίζει και τον βασανίζει μέχρι τον θάνατό του. Ξυπνάει, για να το πούμε έτσι, και αναζωπυρώνεται μέσα του σε κάθε περίσταση που θυμίζει την αμαρτία, που κάποτε διαπράχθηκε, και μ' αυτό τον τρόπο μολύνει τη σκέψη, το συναίσθημα και τη συνείδησή του. Χρειάζονται ποταμοί δακρύων για να ξεπλύνει ο άνθρωπος το βόρβορο της αμαρτίας που πάλιωσε και σκληρύνθηκε μέσα του· τόσο άρρηκτα και διαβρωτικά προσκολλάται σ' αυτόν! Αντίθετα, κάθε καλή πράξη, που κάναμε οποτεδήποτε στο παρελθόν με ειλικρίνεια και ανιδιοτέλεια ή που επαναλαμβανόμενη μας έγινε συνήθεια, χαροποιεί την καρδιά μας και αποτελεί παρηγοριά και χαρά της ζωής μας, δίνοντάς μας την συναίσθηση πως τη γεμάτη από αμαρτίες ζωή μας τη ζήσαμε όχι ολότελα μάταια κι ανώφελα, πως μοιάζουμε με ανθρώπινα όντα και όχι με θηρία, πως κι εμείς δημιουργηθήκαμε κατ' εικόνα Θεού και μέσα μας καίει σπίθα θείου φωτός και αγάπης και πως έστω και μερικά καλά μας έργα θα αντισταθμίσουν τις κακές μας πράξεις στη ζυγαριά της αδιάφθορης και αδέκαστης θείας δικαιοσύνης.

Αν η καρδιά είναι καθαρή, τότε ολόκληρος ο άνθρωπος είναι καθαρός· κι αν ακάθαρτη είναι η καρδιά, τότε όλος ο άνθρωπος είναι ακάθαρτος: «Εκ γαρ της καρδίας εξέρχονται διαλογισμοί πονηροί, φόνοι, μοιχείαι, πορνείαι, κλοπαί, ψευδομαρτυρίαι, βλασφημίαι» (Ματθ. 15,19). Όλοι όμως οι άγιοι με νηστεία, αγρυπνία, προσευχή και θεοφροσύνη, με την ανάγνωση του λόγου του Θεού, με το μαρτύριο, με κόπους και ιδρώτες αποκτούσανε καθαρή καρδία κι έτσι το Άγιο Πνεύμα ενοίκησε μέσα τους, τους καθάρισε από κάθε ρύπο και τους εξαγίασε με αγιασμό αιώνιο. Να προσπαθείς λοιπόν κι εσύ περισσότερο από κάθετι άλλο να επιτύχεις τον καθαρμό της καρδιάς: «Καρδίαν καθαράν κτίσον εν εμοί, ο Θεός» (Ψαλμ. 50,12).

Πόσο μ' έχει τραυματίσει η αμαρτία! Οτιδήποτε το κακεντρεχές, το κακό ή ακάθαρτο το σκέφτομαι και την ίδια στιγμή το συναισθάνομαι στην καρδιά μου· όμως, το αγαθό, το καλό, το καθαρό και το άγιο συνήθως το σκέφτομαι μονάχα και μιλώ γι' αυτό, αλλά δεν το συναισθάνομαι μέσα μου. Αλλοίμονο σε μένα. Ακόμα το κακό είναι πιο κοντά στην καρδιά μου παρά το καλό. Πέρα απ' αυτά, μόλις που το σκέφτεσαι η το συναισθάνεσαι το κακό, την ίδια στιγμή είσαι και έτοιμος να το κάνεις πράξη· και θα το κάνεις πράξη σύντομα και άνετα, αν δεν έχεις φόβο Θεού μέσα σου· σ' ό,τι δε αφορά το αγαθό «το θέλειν παράκειταί μοι, το δε εργάζεσθαι το καλόν ουχ ευρίσκω» (Ρωμ. 7,1· δεν βρίσκω εντός μου τις δυνάμεις να το κάνω πράξη κι έτσι η καλή πράξη, που σκέφτηκα, συχνά αναβάλλεται για τις Ελληνικές καλένδες, δηλαδή στο ποτέ.
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...