Tuesday, April 9, 2013

ΤΟ ΤΕΛΕΙΩΤΙΚΟ ΧΤΥΠΗΜΑ ( Γεροντας Εφραιμ Φιλοθεϊτης )


 


Του Γέροντος Ἐφραίμ Φιλοθεΐτου
Αγαπητά μου παιδιά,
Σήμερα η γη μας ποτίζεται συνεχώς από πολύ αίμα, από τους πολέμους και τόσα άλλα που συμβαίνουν. Ποτίζεται όμως και με αθωότερο αίμα από το του Άβελ, και το αίμα αυτό είναι της βρεφοκτονίας. Είναι το αίμα των αθώων βρεφών, των απροστάτευτων υπάρξεων, το οποίον χύνεται από τις ίδιες τις μητέρες των.

Όλα τα ιατρεία κι όλα τα μαιευτήρια έχουν γίνει σφαγεία του Ηρώδου. Εκατομμύρια, εκατομμύρια βρέφη σ' όλον τον κόσμο έχουν πεταχθή στους ντενεκέδες των σκουπιδιών και στους υπονόμους. Μήτε τα γατάκια δεν πετούν έτσι. Όπως γνωρίζουμε αυτός ο φονιάς, ο γιατρός, ο μαιευτήρ με το νυστέρι του σκοτώνει το βρέφος μέσα στην μήτρα -όπως έχουμε δη σε ταινία- και μετά με το εργαλείο του σπάζει, θραύει το κεφαλάκι του παιδιού και το βγάζει. Και η μητέρα δεν βλέπει τίποτε και πολύ ήσυχη αναχωρεί για το σπίτι της....

Βλέπετε πόσο τραγική είναι η έκτρωσις, πόσο μεγάλο έγκλημα είναι! Θα πρέπει λοιπόν να σταματήση. Οι αθώες αυτές υπάρξεις δεν πρέπει να σκοτώνωνται τόσο τραγικά και χωρίς έλεγχο συνειδήσεως, Έτσι με τον απλό λογισμό, ότι δεν μπορείς να θρέψης άλλο παιδί. Κανονίζουμε δηλαδή εμείς, πώς θα μας φερθή ο Θεός; Κανονίζουμε εμείς, αν θα μπορέσουμε ή όχι να φέρουμε εις πέρας όσα παιδιά μας δώση ο Θεός μέσα στην οικογένεια; Εμείς οι ίδιοι κανοναρχούμε τον Θεό πώς θα μας φερθή;

Το έγκλημα αυτό παίρνει ολοένα και μεγαλύτερες διαστάσεις, επικίνδυνες και πρέπει επιτέλους να συνειδητοποιήσουν οι γυναίκες πόσο φοβερό είναι και να κάνουν έναν αγώνα να το σταματήσουν ή να εμποδίσουν άλλες γυναίκες που πρόκειται κατά διαβολική ενέργεια να το διαπράξουν. Γιατί συνήθως φθάνουν στο έγκλημα αυτό είτε από άγνοια είτε από πίεσι είτε από πάλη εσωτερική. Κυρίως συμβάλλει η συνεργεία του διαβόλου με αιτίες και αστήρικτες δικαιολογίες και προφάσεις και αδυναμίες, όπως π.χ. δεν φθάνουν τα οικονομικά, με πιέζει ο άντρας μου, μου ήλθε η ασθένεια κλπ. Από την άλλη πλευρά είναι και η άγνοια και όλα αυτά τα εκμεταλλεύεται ο διάβολος και κατορθώνει να παρασύρη τις μητέρες σ' αυτό το τραγικό αμάρτημα.

Δεν ξέρω, αν γνωρίζετε ότι αυτά τα παιδάκια, αυτά τα έμβρυα, αυτές οι υπάρξεις δεν καταλήγουν στην ανυπαρξία με την έκτρωσι, αλλά το κάθε έμβρυο είναι κι ένας τέλειος άνθρωπος, και μάλιστα στην ψυχή. Αυτά τα παιδάκια ζουν στον άλλο κόσμο, κι όπως καταλαβαίνετε τόσα εκατομμύρια παιδιά έχουν αποτελέσει έναν ολόκληρο στρατό στον ουρανό. Όλα αυτά διαμαρτύρονται· το αθώο αίμα τους βοά προς τον Θεό ότι αδικοσκοτώθηκαν και ότι δεν έλαβαν το Άγιον Βάπτισμα, ότι δεν είναι Χριστιανοί Ορθόδοξοι. Και η ευθύνη σε ποιους πηγαίνει; Τα ευκόλως εννοούμενα παραλείπονται· δίπλα στο αίμα αυτό που χύνεται, στο «κομπιούτερ» του Θεού, γράφεται «έγκλημα». Και αυτό το αίμα πώς θα ξεπλυθή; Όταν λερώνεται κάποιος με τι καθαρίζεται; Με το ύδωρ, με το νεράκι το καθαρό. Κι εδώ χρειάζεται ύδωρ να βγαίνη συνεχώς από δύο βρύσες, που είναι τα δύο μάτια. Η μετάνοια η εσωτερική να εξωτερικεύεται με μία ακένωτη πηγή δακρύων εφ' όρου ζωής!

Βέβαια το αμάρτημα συγχωρείται, αφ' ης στιγμής κατατεθή στην Ιερά, στην παντοδύναμη Εξομολόγησι, όπου δεν μένει τίποτε ασυγχώρητο. Ο Θεός είναι αγάπη και «ο μένων εν τη αγάπη εν τω Θεώ μένει και ο Θεός εν αυτώ» (Α' Ίωαν. 4, 17). Είναι όμως και δικαιοσύνη. Γι' αυτό οι γυναίκες που έχουν κάνει αυτό το αμάρτημα, ας μην επαναπαύωνται ότι εξομολογήθηκαν τις εκτρώσεις, που έχουν ήδη κάνει. Θα πρέπει σε όλη τους την ζωή να χύνουν δάκρυα μετανοίας. Πολλές απ' αυτές νοιώθουν ανικανοποίητες καίτοι εξομολογήθηκαν. Γιατί; Διότι ακόμη δεν μετενόησαν εσωτερικά, δεν έχυσαν το αναλογούν δάκρυον, το οποίον θα ξεπλύνη το αίμα της εκτρώσεως ή των εκτρώσεων. Η μετάνοια είναι πολύ μεγάλη, απέραντη. Απόδειξις της αγάπης και της ευσπλαχνίας του Θεού είναι αυτό το «ζην», το ότι ζει ο άνθρωπος και μετά το έγκλημα. Ζει και αυτό σημαίνει ότι τον περιμένει ο Θεός, κι αφού τον περιμένει δεν πρέπει να χάση την ευκαιρία, πρέπει να την εκμεταλλευθή.

Και ο κανόνας του πνευματικού συγκριτικά με το πολύ σοβαρό αυτό αμάρτημα και ειδικό έγκλημα, χρήζει ιδιαιτέρας προσοχής. Ο κανόνας βοηθάει στην θεραπεία της ψυχής, αλλά, όπως είπαμε, θα πρέπει να ανοίξουν και οι βρύσες των δακρύων, που θα ξεπλύνουν τα αίματα της εκτρώσεως, για να μπορέση κατόπιν ο άνθρωπος να αισθανθή κοινωνία με τον Θεό. Δεν φθάνει, λοιπόν, μόνον η εξομολόγησις. Αυτό που μετρά, αυτό που θα αλλάξη, που θα αλλοιώση την καρδιά του Θεού, την πικραμένη και φαρμακωμένη, που θα την επαναφέρη, όπως ήταν πριν αμαρτήση ο άνθρωπος, είναι οι δύο βρύσες των ματιών του, που θα ρέουν δάκρυα μετανοίας. Θα πρέπει, πριν φύγουμε απ' αυτήν την ζωή, να έχουμε αλλάξει την καρδιά του Θεού.

Θα σας αναφέρω ένα απλό παράδειγμα: Ας υποθέσουμε ότι ένα παιδί λύπησε την μητέρα του με μια παρακοή, μια ασέβεια. Όταν επιστρέψη αυτό το παιδί, και της πη: «Συγγνώμη, μητέρα, γι’ αυτό που έκανα· δεν θα το ξανακάνω», η μητέρα θα απαντήση: «Συγχωρεμένο να είσαι και μην το ξανακάνης». Την συγχώρεσι την πήρε. Αν όμως πέση στην αγκαλιά της κι αρχίση να κλαίη, να οδύρεται, να την παρακαλή και να την ικετεύη να του δώση από καρδιάς την συγγνώμη, τότε δεν θα μείνη η ελάχιστη λύπη και πικρία μέσα της για το σφάλμα του παιδιού. Αυτό ακριβώς συμβαίνει και με τον άνθρωπο, που μετανοεί και επιστρέφει στον Θεό μετά από οποιοδήποτε αμάρτημα...

Όσον περισσότερον μετανοεί ο άνθρωπος, κι όσον περισσότερον χύνει δάκρυα μετανοίας, τόσον περισσότερον η καρδιά του Θεού αλλοιώνεται. Εις βάθος γίνεται η καταλλαγή του Θεού μετά του αμαρτωλού ανθρώπου, και ιδιαίτερα στην περίπτωσι αυτού του εγκλήματος της εκτρώσεως, όπου επιβάλλεται η ροή των δακρύων να μη σταματήση το δάκρυ μέχρι τελευταίας αναπνοής....

Γι' αυτό κι εμείς δεχόμεθα τους πάντες σ' αυτό το σωτήριο λουτρό, σ' αυτό το λιμάνι που λέγεται εξομολόγησις. Κι εκεί αράζει το κάθε τσακισμένο καράβι από τις φουρτούνες του ωκεανού. Είτε το έχουν δείρει άνεμοι ή φουρτούνες ή ληστές, ο,τιδήποτε κι αν είναι αυτό, έρχεται και γωνιάζει σιγά - σιγά. Του έχουν φύγει τα κατάρτια, τα πανιά και το μόνο που περισώζεται είναι το σκάφος, ο σκελετός. Και μπαίνει μέσα στα συνεργεία τα διορθωτικά, διορθώνονται όλα αυτά τα πράγματα και γίνεται πάλι καινούριο το καράβι αυτό.

Έτσι μία ήμερα ήλθε ένα τέτοιο καραβοτσακισμένο πλάσμα· ήλθε μία γυναίκα στο μυστήριο -εγώ βέβαια τη λυπήθηκα τρομερά- και μου παρουσιάζει η καημένη πενήντα εκτρώσεις! Βάλε τώρα το γεγονός αυτό να τίθεται στην κρίσι του πνευματικού· πενήντα φόνοι παιδιών! Φυσικά εφ' όσον ο Θεός την έχει στην ζωή ακόμη, είναι εγγύησις του Θεού ότι την ανέχεται και την περιμένει, οπότε ποιος πνευματικός είναι εκείνος, ο οποίος θα της φερθή κατ' άλλον τρόπον; Την πήρα βέβαια με πολλή στοργή, με πολλή αγάπη, προσπάθησα να την βολέψω και της έδωσα εκείνο το φάρμακο που της χρειαζότανε.

Σκεφθήτε πόσα χρόνια περάσανε· την βασάνιζε το αμάρτημα αυτό και δεν είχε την τόλμη να το πη! Και γύρισε πίσω με την ελπίδα της σωτηρίας. Πόσο τρομερή είναι η αγάπη του Θεού! Αλλά και η χαρά των Αγγέλων! «Επί ενί αμαρτωλώ μετανοούντι μεγάλη χαρά γίνεται εν τω ουρανώ» (Λουκ. 15, 7). Δεν είναι μόνον το ότι μετανοεί ο άνθρωπος και κλαίει και οδύρεται την κατάντια του και ο Θεός τον σώζει, αλλά και ότι παραχρήμα γίνεται και στον ουρανό χαρά. Ολόκληρος ο ουρανός πανηγυρίζει και οι Άγγελοι υμνούν και αινούν τον Θεό για την σωτηρία μιας αθανάτου ψυχής!

«Μακάριοι ων αφέθησαν αι ανομίαι και ων επεκαλύφθησαν αι αμαρτίαι» (Ψαλμ. 31, 32) · δηλαδή είναι ευτυχής ο άνθρωπος, ο οποίος αξιώθηκε να συγχωρηθούν οι αμαρτίες του. Τι ευχαριστία να αποδώση κανείς στον Θεό! Σκέψου· εγώ να έχω ζήσει χίλια χρόνια, να έχω κάνει όλα τα εγκλήματα του μεγαλύτερου εγκληματία και τελικά να με φωτίση το έλεος του Θεού, να επιστρέψω, για μια στιγμή να τα καταθέσω όλα και μέσα σε δύο λεπτά, σε λίγη ώρα να βρεθώ δίκαιος, να βρεθώ λουσμένος, να βρεθώ στους ουρανούς! Μα εκείνα τα χίλια χρόνια τι γίνονται; Πάνε εκείνα· μην τα λογαριάζεις, δεν υπάρχουν τώρα, έχουν σβήσει, δεν ζητούνται αυτά πλέον, βγήκαν από τα κατάστιχα των δαιμόνων αμέσως, πάραυτα! Είναι διαταγή του Θεού! Με το κάθε αμάρτημα που καταθέτεις, πατάει το κουμπάκι του «κομπιούτερ», τακ, άφεσις! Τακ, άφεσις! Άφεσις! Με άθροισμα από κάτω «μηδέν». Λευκό μητρώο! Ύστερα, είναι να μην προσκυνής αυτόν τον Θεό, να μην πέσης κάτω και να κλαις από αγάπη και έρωτα και πόθον Θεού;...

Εύχομαι η Χάρις του Αγίου Πνεύματος να μας επισκιάζη όλους και να μας διατηρή εν Χριστώ. Αμήν.

Από το βιβλίο Η ΤΕΧΝΗ ΤΗΣ ΣΩΤΗΡΙΑΣ, εκδ. Ιεράς Μ. Φιλόθεου, Άγιον Όρος

http://www.pentapostagma.gr/2013/04/gerontas-efraim-filotheiths-ektroseis.html

Θυμιατό και Θυμίαμα



Θυμιατό

Τα θυμιατά που χρησιμοποιούμε στους Ιερούς Ναούς είναι κινητά μεταλλικά σκεύη που στο κάτω μέρος δέχονται τα αναμμένα κάρβουνα ή καρβουνόσκονη. Εξαρτώνται από τέσσερις αλυσίδες με δώδεκα κουδουνάκια. Συμβολίζουν τους τέσσερις Ευαγγελιστές και τους δώδεκα Αποστόλους αντίστοιχα. Η βάση του θυμιατού συμβολίζει την ανθρώπινη φύση του Χριστού μέσα στα σπλάχνα της Παναγίας Μητέρας Του. Τα ανάμενα κάρβουνα συμβολίζουν το πυρ της θεότητας. Είναι η βάτος η φλεγόμενη αλλά μη κατακαιομένη. Η φωτιά συμβολίζει και τη Θεία Αγάπη που ως φωτιά καίει την καρδιά του κάθε πιστού.
Θυμίαμα καλείται από τα αρχαία χρόνια το αρωματικό ρετσίνι ή το κόμμι που βγαίνει από τις τομές στον κορμό του δέντρου λίβανος εξ ου και λιβάνι. Είναι ένα από τα τρία δώρα που προσέφεραν οι τρεις Μάγοι στον Κύριο μας. Συμβολίζει την προσευχή μας που ανέρχεται όπως ο καπνός, στο θρόνο του Θεού. Όπως δηλαδή το λιβάνι συναντάται με το αναμμένο κάρβουνο και δεν μένει εκεί, αλλά αφού αφού θερμανθεί ανέρχεται προς τα άνω και σκορπίζει την ευωδία, έτσι και οι ψυχές μας με ζεστή και θερμή πίστη προσευχόμενες, δεν πρέπει να κολλούν στα γήινα υλικά όταν λατρεύουν το Θεό, αλλά να φτερουγίζουν προς τα άνω μυροβλύζουσες, απαγκιστρωμένες από τις υλικές μέριμνες.



Το θυμίαμα στη λατρεία του Θεού χρησιμοποιούνταν και απὸ τους Eβραίους και απὸ τους ειδωλολάτρες. Ήταν δείγμα αναγνώρισης της υπερέχουσας αξίας του Θεού, ήταν σύμβολο υποταγής και αφοσίωσης. Στο σπίτι καλό είναι να προσφέρεται θυμίαμα τακτικά και να συνοδεύεται πάντοτε με κάποια προσευχή. Οι πνευματικοί συμβολισμοί του θυμιάματος είναι:

1. Το θυμίαμα εν πρώτοις συμβολίζει την προσευχή, που ανεβαίνει προς τον θρόνον του Θεού. " Κατευθυνθήτω η προσευχή μου ως θυμίαμα ενώπιόν Σου. . . " Είναι η ορμή της ψυχής προς τα άνω. Και ταυτόχρονα συμβολίζει και την ζέουσαν επιθυμία μας να γίνει η προσευχή μας δεκτή " εις όσμήν ευωδίας πνευματικής ". Γράφει ο ιερός Χρυσόστομος " Ώσπερ το θυμίαμα και καθ' εαυτό καλόν και ευώδες, τότε δέ μάλιστα επιδείκνυται την ευωδίαν, όταν ομιλήση τώ πυρί. Ούτω δέ και η ευχή καλή μέν καθ' εαυτήν, καλλίων δέ και ευωδεστέρα γίνεται όταν μετά και ζεούσης ψυχής αναφέρηται, όταν θυμιατήριον η ψυχή γένηται και πύρ ανάπτη σφοδρόν ". Γι ' αυτό και πρέπει, όταν προσεύχεται κανείς, καλόν είναι να καίει θυμίαμα στο σπίτι.

2. Συμβολίζει ακόμη τις γλώσσες πυρός της Αγ. Πεντηκοστής, όταν ο Κύριος εξαπέστειλε στους Μαθητές Του το Πανάγιό Του Πνεύμα " έν είδει πυρίνων γλωσσών ". Στην ευχή που λέγει ο ιερεύς, όταν ευλογεί το θυμίαμα στην Πρόθεση, αναφέρει " Θυμίαμά Σοι προσφέρομεν Χριστέ ο Θεός εις οσμήν ευωδίας πνευματικής, ο προσδεξάμενος εις το υπερουράνιόν Σου θυσιαστήριον, αντικατάπεμψον ημίν την χάριν του Παναγίου Σου Πνεύματος ". Με το θυμίαμα δηλ. ζητούμε από τον Κύριο να μάς στείλει την αγιοπνευματικήν Του χάρι. Γι' αυτό και οι πιστοί, όταν τους θυμιάζει ο Ιερεύς, κλίνουν ελαφρώς την κεφαλή σε δείγμα αποδοχής της χάριτος αυτής. Ο Άγ. Συμεών Θεσσαλονίκης ερμηνεύει ως εξής την σημασίαν του θυμιάματος : " Δηλοί την απ' ουρανού χάριν και δωρεάν εκχυθείσαν τώ κόσμω διά Ιησού Χριστού και ευωδίαν του Πνεύματος και πάλιν εις τον ουρανόν δι' αυτού αναχθείσαν".

3. Το ευώδες θυμίαμα συμβολίζει εξ άλλου και τον αίνον, που απευθύνεται προς τον Θεό. Η καύση του θυμιάματος σημαίνει τη λατρεία και τον εξιλασμό. Το δέ ευχάριστο συναίσθημα, που δημιουργείται από το άρωμα του θυμιάματος σε όλο το χώρο του Ι. Ναού, σημαίνει την πλήρωση της καρδιάς μας από τη θεία ευαρέστηση, που είναι ο καρπός της αγάπης μας προς το Θεό. Στην περίπτωση αυτή κάθε πιστός μετατρέπεται σε " ευωδίαν Χριστού ".

4. Το δέ θυμιατήριον, όπου καίγονται τα κάρβουνα και τοποθετείται το θυμίαμα, συμβολίζει την κοιλίαν της Θεοτόκου, η οποία δέχθηκε στα σπλάχνα της σωματικώς την Θεότητα, που είναι " πύρ καταναλίσκον ", χωρίς να υποστή φθοράν ή αλλοίωση. Κατά τον άγιο Γερμανό, Πατριάρχη Κων/λεως " Ο θυμιατήρ υποδεικνύει την ανθρωπότητα του Χριστού, το πύρ την θεότητα και ο ευώδης καπνός μηνύει την ευωδία του Αγίου Πνεύματος προπορευομένην ". Και αλλού " Η γαστήρ του θυμιατηρίου νοηθείη αν ημίν η ηγιασμένη μήτρα της Θεοτόκου φέρουσα τον θείον άνθρακα Χριστόν εν ώ κατοικεί πάν το πλήρωμα της θεότητος σωματικώς. Διό και την οσμήν της ευωδίας αναδίδωσιν ευωδιάζον τα σύμπαντα ". Με απλά λόγια και ο άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός περιγράφει αυτόν τον συμβολισμόν, λέγοντας " Το θυμιατό σημαίνει την Δέσποινα, την Θεοτόκο. Όπως τα κάρβουνα είναι μέσα στο θυμιατό και δεν καίεται, έτσι και η Δέσποινα η Θεοτόκος εδέχθηκε τον Χριστόν και δεν εκάηκε, αλλά μάλιστα εφωτίσθηκε.

5. Στην Αποκάλυψη ο Ευαγγελιστής Ιωάννης γράφει για χρυσό Θυμιατήρι: «λιβανωτόν χρυσούν». Απ’ αυτό ανέβηκε ο καπνός των Θυμιαμάτων μαζί με τις προσευχές των άγιων ενώπιων του Θεού (Αποκ.8/η',35). Σε άλλο σημείο της Αποκαλύψεως (5/ε',8) ο Ευαγγελιστής Ιωάννης ταυτίζει το Θυμίαμα με τις προσευχές των άγιων. Εκεί γράφει για τους εικοσιτέσσερις πρεσβυτέρους οι όποιοι προσκύνησαν το Αρνίον «έχοντες έκαστος κιθάραν και φιάλας χρυσας γεμούσας θυμιαμάτων, αι είσιν αι προσευχαί των άγίων». (Δηλαδή: έχοντας ο καθένας κιθάρα και φιάλες χρυσές γεμάτες θυμιάματα, που είναι οι προσευχές των αγίων).



Με το θυμίαμα που προσφέρουμε την ώρα της προσευχής υποβοηθείται η ανάταση της ψυχής προς τα υψηλά «άνω σχώμεν τάς καρδίας». Όπως το θυμίαμα θερμαινόμενο στον άνθρακα ανέρχεται προς τα άνω ευωδιάζοντας το περιβάλλον, έτσι και η ψυχή του πιστού με θερμή πίστη πρέπει να πτερουγίζει προς τα άνω μυροβλύζουσα, απαγγιστρωμένη από τις υλικές μέριμνες. Η βάση του θυμιατηρίου υποδεικνύει την ανθρωπότητα του Χριστού, η φωτιά την θεότητά Του και ο ευώδης καπνός μάς «πληροφορεί» την προπορευόμενη ευωδία του Αγίου Πνεύματος.

Ο Μωυσής υπακούοντας στον Θεό κατασκεύασε και τοποθέτησε στη Σκηνή του Μαρτυρίου Θυσιαστήριο του Θυμιάματος (Έξοδ. 30: 1-10). Ο τρόπος παρασκευής του Θυμιάματος διδάχθηκε από τον ίδιο τον Κύριο (Έξοδ. 30: 34-36). Η προσφορά Θυμιάματος στην Παλαιά Διαθήκη αποτελούσε εντολή του Θεού. Έπρεπε να προσφερθεί Θυμίαμα στην αρχή της ημέρας το πρωί και το βράδυ με το άναμμα των Λύχνων (Έξοδ. 30: 7-8).

Αυτή η καλή συνήθεια μεταφέρθηκε και στη χριστιανική λατρεία. Ιδιαίτερα προσφέρεται Θυμίαμα στον Εσπερινό με το ιλαρό φως της δύσεως του Ηλίου και στο ψάλσιμο του δεύτερου στίχου του 140 Ψαλμού, όπου ψάλλεται το "κατευθυνθήτω η προσευχή μου ως θυμίαμα ενώπιόν σου". Παρακαλούμε τον Κύριο να ανεβεί η προσευχή μας προς τον θρόνο Του, όπως ανεβαίνει το ευωδιαστό Θυμίαμα προς τον ουρανό.



Το λατρευτικό αυτό μέσο δημιουργεί κατανυκτικό κλίμα προσευχής και ελκύει την αγιαστική χάρη του Θεού. Η ευλογία του Θυμιάματος κατά την τελετή της Προσκομιδής δείχνει καθαρά τη μεγάλη ωφέλεια, που προξενείται στους εκκλησιαζόμενους από την προσφορά του Θυμιάματος. Λέει χαρακτηριστικά εκεί ο ευλογών λειτουργός: "Θυμίαμά σοι προσφέρομεν, Χριστέ ο Θεός ημών, εις οσμήν ευωδίας πνευματικής· ό προσδεξάμενος εις το υπερουράνιόν σου θυσιαστήριον, αντικατάπεμψον ημίν την χάριν του παναγίου σου Πνεύματος". (Δηλαδή: Θυμίαμα σ' Εσένα προσφέρουμε, Χριστέ Ύψιστε Θεέ, ως οσμή ευωδίας πνευματικής· αυτό, αφού δέχθηκες στο υπερουράνιό Σου Θυσιαστήριο, στείλε πίσω σε μας τη χάρη του παναγίου Σου Πνεύματος). Έκπληξη προκαλεί το ότι τα ίδια λόγια περίπου χρησιμοποιεί ο λειτουργός και για την προσφορά των Τιμίων Δώρων στη Θεία Λειτουργία: " Όπως ο φιλάνθρωπος Θεός ημών, ο προσδεξάμενος αυτά εις το άγιον και υπερουράνιον και νοερόν αυτού θυσιαστήριον εις οσμήν ευωδίας πνευματικής, αντικαταπέμψη ημίν την θείαν χάριν και την δωρεάν του Αγίου Πνεύματος, δεηθώμεν". (Δηλαδή: Με σκοπό ο φιλάνθρωπος Θεός μας, που δέχθηκε αυτά στο άγιο και υπερουράνιο και πνευματικό Του Θυσιαστήριο ως οσμή ευωδίας πνευματικής, να στείλει πίσω σε μας τη θεία χάρη και τη δωρεά του Αγίου Πνεύματος, ας παρακαλέσουμε).

Όταν ο λειτουργός θυμιάζει τους πιστούς, αυτοί πρέπει να προσκυνούν ευλαβικά προσδοκώντας την ευλογία και τη χάρη του Θεού. Όταν ο λειτουργός θυμιάζει τις εικόνες των αγίων, επιζητεί τις μεσιτικές προσευχές τους προς τον Κύριο για βοήθεια των μελών της στρατευομένης Εκκλησίας. Δυστυχώς Πολλοί χριστιανοί, όταν τους θυμιά ο Ιερεύς, παραμένουν ακίνητοι (σάν κολώνες). Και τούτο, ασφαλώς, λόγω άγνοιας. Η μικρή υπόκλιση είναι δείγμα ότι συμμετέχουμε στα τελούμενα. Εκτός από τον Ι. Ναό, είναι καλό και στο σπίτι να προσφέρεται θυμίαμα τακτικά και να συνοδεύεται πάντοτε με ολοκάρδια προσευχή.

Οι τρεις περιφερειακές αλυσίδες του Θυμιατηρίου, που κρατούν τη βάση, συμβολίζουν την Αγία Τριάδα. Η κεντρική αλυσίδα, που ανεβοκατεβάζει το κάλυμμα, συμβολίζει τον Υίο του Θεού που κατέβηκε στη γη και αναλήφθηκε στους ουρανούς, για να σώσει τον άνθρωπο. Οι δώδεκα Κωδωνίσκοι με τον ευχάριστο ήχο τους συμβολίζουν τους δώδεκα Αποστόλους, οι οποίοι κήρυξαν και διαλάλησαν παντού τη Θεότητα του Χριστού και τη λύτρωση που πρόσφερε με τη θυσία Του στον Σταυρό. Η βάση του Θυμιατηρίου, δηλαδή το κάτω ημισφαίριο, συμβολίζει τη Θεοτόκο, η οποία δέχθηκε τον Κύριο της δόξης, ο οποίος εδώ συμβολίζεται με τα αναμμένα κάρβουνα. Σύμφωνα με άλλη ερμηνεία η βάση συμβολίζει τη γη, ενώ το κάλυμμα τον ουρανό.

Ο ευώδης καπνός, όπως φαίνεται καθαρά στην Αποκάλυψη, συμβολίζει τις προσευχές των αγιασμένων πιστών και την εξαγιαστική χάρη του Άγιου Πνεύματος.


 http://iliaxtida.wordpress.com/2013/04/09/tm/#more-12353

The Great Fast


By Hieromonk Moses the Hagiorite, Vatopaidi Monastery, Mt.Athos

Many people ignore or do not will to acknowledge the true meaning of these days (of fast), consuming themselves with their routine (monotonous) everyday life. The modern man complains that life is tiring him, yet makes no step towards a fundamental change. He takes on strict diets sometimes, yet disregards the fast. He can make time for a counseling psychologist, can spend hours in front of television, but finds no time for a spiritual father or for the church.

Today’s man does not want to offer but he’d rather receive with not much effort or personal sacrifice. Too afraid to look himself in the eyes, he runs away from himself and struggles in his inner emptiness.

The Great Fast works like an X-Ray, like a (video) camera or like a mirror. In a certain way, we do not welcome it because it reveals our hidden reality.

Today’ spirit of consumerism, comfort and pride leaves man a prisoner of the many unnecessary things that have filled his life. The Great Lent is a halt in the routine rush of life and an opportunity for transfiguration. The prayer of blessed Ephraim the Syrian that in this period it is said hundreds of times during the religious services, urges us to abandon sloth, a lot of care, love of power and idle talk and gain purity, humble thoughts, patience and love. This beautiful and meaningful prayer ends by asking God: “Grant me to see my own faults and not to judge my brother…”



Let’s abandon gossip, judgment of others that continually stain our soul and let’s move the focus on ourselves correcting our fallings.

The Great Lent urges us to return to one-self and it contributes to our healing from the spiritual diseases that darken our minds and make our lives difficult and bitter.

If we manage to reach this self-knowledge and repentance, then the Great Lent will not be a gloomy and barren time for us, or a simple time to fulfill the “moral duties”, but an opportunity to soften our hardened hearts, which will lead us to the love of people and the love for God.

The excessive rationalism of the difficult time we live in, strives to keep us away from what is mystical, from all that is holy – unspeakable and beyond nature – mystery.

And the result of this state comes to light. Everywhere melancholy and despair reigns, wounding the soul. It is time to see from the depth of our hearts, that we have become estranged and, the time is ripen to return to the cradle of Crucified Love.

Often during the time of Great Lent, temptations, trials, tribulations and failures occur. These will come for us to mature, to acquire balance and a child like nature. Let’s not forget that the life of the Christian is one with the Cross. Without crucifixion comes no resurrection.

The Great Lent is a beautiful time for preparation, a semi-darken corridor leading us to the chamber full of light. The members of this preparatory time are prayer and fasting. But prayer and fasting without humility and love, bares no fruit. The fasting and prayer aim to temper our selfishness. Let’s not loose this opportunity offered once again by the Great Fast, as we’re slowly approaching its end. In the Church, our problems find their solution. The cold winter is followed by spring. Following the clouds, the sunny weather is even more beautiful. The Triodion is followed by the Pentecostarion. And now, as a wonderful hymn says, is the “time of repentance and the hour for prayer.”

Θαυμαστή επέμβαση του Γερ.Παϊσίου



Μαρτυρία κ. Ξυναρή Νικολάου, κατοίκου Πάφου της Κύπρου:

«Το επάγγελμα μου είναι υδραυλικός. Μια μέρα τον Ιούλιο του 1997, τελείωσα την εργασία μου και μάζευα τα εργαλεία μου για να τα βάλω στο αυτοκίνητο. Ήταν σούρουπο, δεν έβλεπα καλά. Είχε έναν «τέλιν» (σύρμα) πού απλώνουν τα ρούχα και κρεμόταν απ’ αυτό άλλο «ττέλιν» με ένα γάντζο δύο πόντους στην άκρη. Αφού μάζεψα τα εργαλεία και σηκώθηκα να πάω στο αυτοκίνητο, μπήκε ο γάντζος στο μάτι μου και έμεινα ακίνητος, σαν το ψάρι στο αγκίστρι.

»Φώναξα «βοήθεια» με όλη μου την δύναμη.

Έτρεξε ο κύριος πού είχε το σπίτι, με είδε και μου είπε να μου βγάλη τον γάντζο. Του είπα όχι, διότι έφοβόμουν μήπως βγάζοντας το με τυφλώση. Του είπα να πάη στο αυτοκίνητο μου να φέρη μια πένσα, να μου κόψη το «ττέλιν» και να με πάη στις πρώτες βοήθειες, να μου το βγάλουν εκεί».

Μέχρι να πάη και να ξανάρθη, εγώ έκλαιγα και λυπόμουν επειδή είχα τρία παιδιά και δεν ήθελα να έχουν ένα πατέρα τυφλόν.

Έκείνη την στιγμή εμφανίστηκε μπροστά μου ένας άνθρωπος λεπτός με μαύρα ράσα. Μόλις είδα τον άνθρωπο αυτόν και έβαλα τον σταυρό μου, ένιωσα ένα ρίγος και ένιωσα το χέρι του κάτω από το μάγουλο και έσπρωχνε την κεφαλήν μου επάνω και βγήκε από το μάτι μου ο γάντζος.

Όταν ήρθε ο άνθρωπος πού πήγε να φέρη την πένσα, πήγαμε στις πρώτες βοήθειες. Με εξέτασαν οί γιατροί, τους διηγήθηκα τί συνέβη και δεν πίστευαν. Στην κόρη του ματιού είχε ένα κόψιμο. Μου έδωσαν μια αλοιφή και για τρεις-τέσσερις μέρες έπρεπε να εχω κλειστό το μάτι μου με μια γάζα.

Την επομένη μέρα μπαίνοντας σ’ ένα μαγαζί βλέπω ψηλά στον τοίχο σε φωτογραφία τον άνθρωπο πού εμφανίστηκε μπροστά μου. Ερώτησα την κυρία πού είχε το κατάστημα ποιος είναι. Μου είπε ότι είναι ενας μοναχός πολύ ακουστός πού ονομάζεται Παΐσιος. Έπρεπε να πάρω αυτήν την φωτογραφία, διότι ήταν κάτι το ανεκτίμητο για μένα. Την παρακάλεσα να αγοράσω την φωτογραφία να της δώσω όσα θέλει. Αυτή μου έδωσε ένα βιβλίο, πού γράφει για τον π. Παΐσιο. Το διάβασα την ίδια μέρα και έκτοτε το έχω μέσα στο αυτοκίνητο μου για φυλακτό».

Ρίξτε το παλιό κατάστιχο μέσα στην φωτιά της αγάπης







- Γέροντα, δεν μπορώ να συγχωρήσω εύκολα τους άλλους.

- Εσύ δεν θέλεις να σε συγχωρή ο Χριστός;

- Πώς δεν θέλω, Γέροντα;

- Τότε, γιατί κι εσύ δεν συγχωρείς τους άλλους; Αυτό πρόσεξέ το πολύ, γιατί στενοχωρεί τον Χριστό. Είναι σαν να σου χάρισε δέκα χιλιάδες τάλαντα κι εσύ να μη θέλεις να χαρίσης στον άλλον εκατό δηνάρια. Να λες με τον λογισμό σου: «Πώς ο Χριστός που είναι αναμάρτητος με ανέχεται συνέχεια, και ανέχεται και συγχωρεί δισεκατομμύρια ανθρώπους ,κι εγώ δεν συγχωρώ μια αδελφή;».

Μια μέρα ήρθε στο Καλύβι ένα παιδί που ήξερα ότι είχε παρεξηγηθεί με κάποιον και, ενώ εκείνος του ζητούσε να τον συγχωρέση, αυτός δεν τον συγχωρούσε. Κάποια στιγμή μου λέει: «Κάνε προσευχή ,Γέροντα, να ,με συγχωρέση ο Θεός». «Θα κάνω προσευχή ,του λέω, να μη σε συγχωρέση ο Θεός». Αλλά εκείνο πάλι μου είπε: «Θέλω, Γέροντα, να με συγχωρέση ο Θεός». «Αν δεν συγχωρέσης , ευλογημένε, εσύ τους άλλους, του είπα τότε, πώς θα σε συγχωρέση εσένα ο Θεός;».

Η δικαιοσύνη του Θεού είναι η αγάπη, η μακροθυμία∙ δεν έχει καμιά σχέση με την ανθρώπινη δικαιοσύνη. Αυτή την δικαιοσύνη του Θεού πρέπει να αποκτήσουμε. Μια νύχτα πήγε στο Κελλί του Παπα-Τύχωνα ένας κοσμικός να τον ληστέψη. Αφού βασάνισε αρκετά τον Γέροντα –του έσφιγγε τον λαιμό με ένα σχοινί-, είδε ότι δεν έχει χρήματα και ξεκίνησε να φύγη. Την ώρα που έφευγε, ο Παπα- Τύχων του είπε: «Θεός συγχωρέσοι, παιδί μου». Ο κακοποιός αυτός πήγε να ληστέψη και άλλον Γέροντα, αλλά εκεί τον έπιασε η αστυνομία και ομολόγησε μόνος του ότι είχε πάει και στον Παπα-Τύχωνα. Ο αστυνόμος έστειλε χωροφύλακα να πάρη τον Παπα-Τύχωνα για ανάκριση, αλλά ο Γέροντας δεν ήθελε να πάη. «Εγώ παιδί μου, έλεγε, συγχώρεσα τον κλέφτη με όλη την καρδιά μου». Ο χωροφύλακας όμως δεν έδινε καθόλου σημασία στα λόγια του . «Άντε, γρήγορα, Γέροντα, του έλεγε! Εδώ δεν έχει “συγχώρησον” και “ευλόγησον”. Τελικά, επειδή ο Γέροντας έκλαιγε σαν μωρό παιδί, τον λυπήθηκε ο διοικητής και τον άφησε να γυρίση στο Κελλί του. Όταν μετά θυμόταν ο Γέροντας αυτό το περιστατικό , δεν μπορούσε να το συγχωρέση στο μυαλό του: «Πα-πα-πα, παιδί μου, έλεγε, αυτοί οι κοσμικοί άλλο τυπικό έχουν∙ δεν έχουν το “ευλόγησον” και το “Θεός συγχωρέσοι”!

- Γέροντα, τι είναι η μνησικακία; Να θυμάσαι το κακό που σου έκαναν ή να αισθάνεσαι κακία για εκείνον που σου το έκανε;

- Αν θυμάσαι το κακό και λυπάσαι, όταν αυτός που σου το έκανε πάη καλά, ή χαίρεσαι, όταν δεν πάη καλά, αυτό είναι μνησικακία. Αν όμως, παρά το κακό που σου έκανε ο άλλος, χαίρεσαι με την προκοπή του, αυτό δεν είναι μνησικακία. Αυτά είναι τα κριτήρια, για να ελέγξης τον εαυτό σου σ’ αυτό το θέμα.

Εγώ πάντως, ό,τι κακό κι αν μου κάνη ο άλλος, το ξεχνώ∙ ρίχνω το παλιό κατάστιχο μέσα στην φωτιά της αγάπης και καίγεται. Τότε με τον ανταρτοπόλεμο, το 1944 ,μια μέρα είχαν έρθει στο χωριό μας αντάρτες. Έκανε πολύ κρύο. Είπα: «Τί θα έχουν να φάνε; Θάναι νηστικοί. Ας τους πάω λίγο ψωμί». Όταν τους το πήγα, με πέρασαν για ύποπτο. Ούτε καν σκέφθηκα ότι στα βουνά κυνηγούσαν τα αδέλφια μου. Τί είπε ο Χριστός; «Ν’ αγαπάτε τους εχθρούς σας και να κάνετε καλό σ’ αυτούς που σας μισούν».



Από το βιβλίο: «ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ

ΛΟΓΟΙ Ε΄

ΠΑΘΗ ΚΑΙ ΑΡΕΤΕΣ»

ΙΕΡΟΝ ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΝ

«ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ»

ΣΟΥΡΩΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

2007

Prayer for the Enemies





Bless my enemies, O Lord. Even I bless them and do not curse them. Enemies have driven me into Your embrace more than friends have. Friends have bound me to earth, enemies have loosed me from earth and have demolished 
all my aspirations in the world. Enemies have made me a stranger in worldly realms and an extraneous inhabitant of the world. Just as a hunted animal found its safe shelter, so have I, persecuted by enemies, found the safest sanctuary, having ensconced myself beneath Your tabernacle, where neither friends nor enemies can slay my soul.

Bless my enemies, O Lord.

Even I bless them and do not curse them.

They, rather than I, have confessed my sins before the world.

They have punished me, whenever I have hesitated to punish myself

They have tormented me, whenever I have tried to flee torments.

They have scolded me, whenever I have flattered myself

They have spat upon me, whenever I have filled myself with arrogance.

Bless my enemies, O Lord. Even I bless them and do not curse them.

Whenever I have made myself wise, they have called me foolish.

Whenever I have made myself mighty, they have mocked me as though I were a dwarf.

Whenever I have wanted to lead people, they have shoved me into the background.

Whenever I have rushed to enrich myself, they have prevented me with an iron hand.

Whenever I thought that I would sleep peacefully, they have wakened me from sleep.

Whenever I have tried to build a home for a long and tranquil life, they have demolished it and driven me out.

Truly, the enemies have cut me loose from the world and have stretched out my hands to the hem of Your garment.

Bless my enemies, O Lord.

Even I bless them and do not curse them.

Bless them and multiply them; multiply them and make them even more bitterly against me:
so that my fleeing to You may have no return;
so that all hope in men may be scattered like cobwebs; 
so that absolute serenity may begin to reign in my soul;
so that my heart may become the grave of my two evil twins: arrogance and anger;
so that I might amass all my treasure in heaven;

Ah, so that I may for once be freed from self-deception, which has entangled me in the dreadful web of illusory life.

My
 enemies have taught me to know what hardly anyone knows, that a person has no enemies in the world except himself.

One hates his enemies only when he fails to realize that they are not enemies, but cruel friends.

It is truly difficult for me to say who has done me more good and who has done me more evil in the world: friends or enemies.

Therefore bless, O Lord, both my friends and my enemies.

A slave curses his enemies, for he does not understand.

But a son blesses them, for he understands.

For a son knows that his enemies cannot touch his life.

Therefore he freely steps among them and prays to God for them.

Bless my enemies, O Lord.

Even I bless them and do not curse them.


(St. Nikolai Velimirovic, was a Twentieth Century Serbian Orthodox bishop who opposed Nazism and was 
eventually taken to Dachau. In this prayer he no doubt has in mind personal enemies, rather than national ones; the prayer is not intended as a guide for political and military decisions. But in thinking through such words we may be more able to act justly rather than rashly and in hatred or bloodlust).


by St. Nikolai Velimirovic

“The power to endure is greater than the wickedness of evil”

“Those who fall cannot give the excuse that the trials or temptations they encounter are greater then the power they have to defeat them.” 
The tests that the devil brings upon us do not surpass the human power to endure. For if it surpasses this power, man would be at no fault for not enduring and overcoming them.
So those who fall cannot give the excuse that the trials or temptations encountered, were greater then the power they had to defeat them.
Of course, things get complicated, given that man cannot overcome these trials by his power alone, but also with the power of God.
And the power given to man form Above, is granted as such, not to make his effort useless or to require an effort that man could not bare.
Exceptions exist with the wonders (miracles) that are worked though some. But even in these cases, the supernatural power grated to man, is at the measure of his supernatural faith.
However, the line between the order of nature and the supernatural is difficult to draw and (is) very subtle.
In the faithful, this supernatural power, penetrating their being, lifts up their powers at various levels. “


(Father Dumitru Stăniloae, 329 note to “The Ascetic Words” of Saint Isaac the Syrian , Philokalia IX)

Πρόσεχε τι λες στους πνευματικούς που εξομολογείσαι

 

«Πρόσεχε τι λες στους πνευματικούς που εξομολογείσαι. Γιατί δεν τα ξέρουν όλα.
Πρέπει να είναι οι πνευματικοί πολύ σοφοί, διακριτικοί, και έμπειροι.
Να έχουν πνεύμα Θεού, για να μπορούν να σου λύνουν τα διάφορα προβλήματά σου».

«Όταν είσαι μακριά από την Αθήνα, λέει σε έναν αδελφό, και δεν μπορείς να έρχεσαι τόσο τακτικά εδώ, να ψάχνεις εκεί να βρίσκεις έναν πολύ καλό πνευματικό για να εξομολογείσαι τις αμαρτίες σου. 

Γι' αυτό σας λέω να  πηγαίνετε για να εξομολογείσθε, και συ και η γυναίκα σου και τα παιδιά σου, και προ πάντων να είστε τότε ειλικρινείς σ' αυτά που λέτε, γιατί έτσι ο Θεός τα συγχωρεί όλα και ανεβαίνετε πνευματικά»

  Γέροντος Πορφυρίου Ιερομονάχου
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...