A
rule is a written set of directions to follow. It specifies the
activities that we are to engage in for our spiritual development. It
is like a plan one receives at a fitness center for building the health
of our physical body. The reason we need such a rule is to give us
direction, because we are embarking on a path into the future that is
unknown to us. Spiritually, we are headed into a territory that is at
the moment unknown to us.
Saint Theophan says, the following:
"The
rule should be specific: which books to read, when to read them, how
much to read, how to prepare to read, how to begin, continue and end the
reading, what to do with what has been read. It is the same for
prayer, contemplation and other works. We can see that rules encompass
all activities and comprise their outer shell like a body. We must
apply them with all our powers, all the expressions of our activities so
that no action would be taken without the application of its respective
rule."
As
we begin to adopt an Orthodox Way of Life we are trying to change our
way of life. We want to change patterns of behavior. We want to
incorporate new priorities and allocate our time in new ways. We want
to engage in practices that we have not engaged in before. We want to
do it in a way that helps us grow and does not discourage us. Just like
in body building, we need a program that builds our strength gradually
but consistently.
Saint Theophan advies:
"If
the beginner has no rule of prayer, he will not know how to pray; and
without a rule for fasting, he will not know how to fast. In general,
anyone who has no rule will not know how to do anything as he should,
and consequently his life will be patterned after his won activities."
A
good rule protects us from all the other forces that influence and vie
for out attention. The rule is a way to counteract these forces.
Saint Theophan says,
"A
young plant is trellised or tied to a stronger one so that it would
stand and grow straight. Anyone who develops himself without a rule is
unlearned and untested... when there is no rule, there will inevitably
be omissions, mistakes, and pauses."
Your
rule should be developed by your efforts, specific to your needs, in
conjunction with and approval of your spiritual father.
The
path to an Orthodox Way of Life requires certain level of humility. We
must see ourselves as weak and poor. We must have a degree of sorrow,
contriteness, about our present condition.
The
first thing Christ said when he began His earthly teaching was,
"Repent, for the kingdom of God is at hand!" Repentance must become a
central theme of our daily life.
"Therefore
we are commanded to repent every day and even every minute. God, be
merciful to me a sinner! This should be the ascetics ceaseless prayer."
Reference: Path to Salvation, pp 214-217
From Scripture we know that's Christ did not abide by the Fourth Commandment according to Jewish Law. It was on the Sabbath that Christ did most of His miracles. Neither did the Appostles abide by this Law as we know they plucked and ate ears of corn on this day. Christ made a new covenant though His Crucifixion and the example of His life, instructing us to no longer observe the day of the Sabbath as a religious observance. If you examine the New Testament you will find that all the commandments of the Decalogue are taught by Jesus or His Apostles except for the fourth one regarding the observation of the Sabbath. You cannot find one reference to the fourth commandment in the New Testament. In addition we know that Jesus condensed all the commandments into two, love of God and love of our neighbor saying, "On these two commandments hang all the Law and Prophets." (Mt 22:40) Paul we know taught day and night every day toiling in his work for the benefit of souls.
From the earliest days Christians honored the eighth day as the Lord's day, not the Sabbath. This was seen as the day of the Resurrection, a day where it was declared that we have been freed from the chains of sin and death and promised that we too will rise from bodily death into eternal life.
Elder Clopas reports the following:
On the first day of the week the event of the Resurrection took place, and on the first day of the week in Emmaus He performed the first Liturgy with the breaking of bread before His disciples. It was on the evening of the first day of the week, "when the doors wre shut where the disciples we assembled for fear of the Jews, Jesus came and stood in the midst of His disciples and said to them, "Peace be unto you." It was on the first day of the week (Sunday) that the Savior breathed on His disciples giving them the power to bind and loose the sins of men. On the same day of the week, as well, He appeared to His disciples again, with Thomas present, for whom He fortified his faith in His Resurrection. In addition, it was on this day that the Apostles celebrated the breaking of bread, in other words, the Divine Liturgy. On the same day the gathering of economic aid and preaching as organized by the Apostles took place in order to assist the impoverished Christians.
In this way the Resurrection day (Kyriaki - Sunday) became from the earliest times the day of the Divine Liturgy. We can see this in the writings of early Church Fathers.
Saint Ignatius writes,
Those who we brought up in the ancient order of things have come to possession of a new hope, no longer observing the Sabbath, but living in the observation of the Lord's Day...
Saint Justin Martyr writes,
Sunday is the day on which we all hold our common assembly, because it is the first day on which God, having wrought a change in the darkness and matter, made the world; and Jesus Christ our Savior on the same day rose from the dead.
Elder Cleopas tell us,
"We can find similar testimonies in the Didache (or Teaching of the Twelve Apostles), in the canons and the multitude of the holy Fathers and writers of the Church from the second to the fourth century, as for example Tertullian, Saint Irenaeus, Saint Ambrose, Saint John Chrysostom and many others. In fifth century, Sunday became a secular day of rest by a decree of Constantine the Great which affirmed the general practice of Chrstians at that time.
Reference: The Truth of Faith, pp 169 - 191
Οι Δαιμονισμένοι Αντιδρούν σε Οτιδήποτε Ιερό
Γέροντα, πώς μπορεί κανείς να καταλάβει αν κάποιος είναι δαιμονισμένος και όχι ψυχοπαθής; - Αυτό και ένας απλός γιατρός, ευλαβής, μπορεί να το καταλάβει. Όσοι πάσχουν από δαιμόνιο, όταν πλησιάσουν σε κάτι ιερό, τινάζονται. Έτσι φαίνεται ξεκάθαρα ότι έχουν δαιμόνιο.
Λίγο αγιασμό αν τους δώσεις ή με άγιο Λείψανο αν τους σταύρωσης, αντιδρούν, επειδή στριμώχνονται μέσα τους τα δαιμόνια, ενώ, αν έχουν ψυχοπάθεια, δεν αντιδρούν καθόλου. Ακόμη και επάνω σου αν έχεις έναν σταυρό και τους πλησίασης, ανησυχούν, ταράζονται.
Κάποτε σε μια αγρυπνία στο Άγιο Όρος μου είπαν οι πατέρες ότι έχουν τον λογισμό πως κάποιος λαϊκός πού ήταν εκεί είχε δαιμόνιο. Κάθισα στο διπλανό στασίδι και ακούμπησα επάνω του τον σταυρό μου πού έχει Τίμιο Ξύλο. Τινάχθηκε επάνω- σηκώθηκε και πήγε στην άλλη μεριά. Όταν έφυγε λίγο ό κόσμος, πήγα με τρόπο δίπλα του. Πάλι τα ίδια. Κατάλαβα ότι πράγματι είχε δαιμόνιο.
Όταν μου φέρνουν στο Καλύβι παιδάκια και μου λένε ότι έχουν δαιμόνιο, για να διαπιστώσω αν είναι δαιμονισμένα, μερικές φορές παίρνω ένα τεμάχιο αγίου Λειψάνου του Αγίου Αρσενίου και το κρύβω στην χούφτα μου. Και να δείτε, ενώ έχω κλειστά και τα δυο χέρια μου, το παιδάκι, αν έχει δαιμόνιο, κοιτάζει φοβισμένο το χέρι με το όποιο κρατώ το άγιο Λείψανο. Αν όμως δεν έχει δαιμόνιο, άλλα λ.χ. κάποια αρρώστια εγκεφαλική, δεν αντιδρά καθόλου. Άλλοτε πάλι τούς δίνω νερό στο όποιο προηγουμένως έχω βουτήξει τεμάχιο άγιου Λειψάνου, αλλά, αν έχουν δαιμόνιο, δεν το πίνουν απομακρύνονται.
Σε ένα δαιμονισμένο παιδάκι έδωσα μια φορά να φάει πρώτα γλυκά, για να διψάσει πολύ, και μετά του έφερα από αυτό το νερό. «Στον Γιαννάκη, είπα, θα δώσω πιο καλό νερό». Μόλις ήπιε λίγο, άρχισε να φωνάζει: «Αυτό το νερό με καίει. Τι έχει μέσα;». «Τίποτε», του λέω. «Τι με κάνεις; Με καίει», φώναζε. «Δεν καίει εσένα- κάποιον άλλον καίει», του λέω. Τον σταύρωνα στο κεφάλι, και τινάζονταν τα χέρια, τα πόδια του... Έπαθε δαιμονική κρίση.
Το δαιμόνιο το έκανε ένα κουβάρι. Θυμάστε κι εκείνον τον φοιτητή πού είχε έρθει εδώ παλιά; «Έχω μέσα μου δαιμόνιο, μου έλεγε, και με τυραννάει πολύ. Περνάω μαρτύριο από τον δαίμονα, γιατί με αναγκάζει να λέω και αισχρά. Έχω φθάσει σε απελπισία. Αισθάνομαι να με πιέζη μέσα μου, να με σφίγγει πότε εδώ, πότε εκεί», και ό καημένος έδειχνε την κοιλιά του, το στήθος, τα πλευρά, τα χέρια. Επειδή ήταν πολύ ευαίσθητος, για να μην τον πληγώσω και για να τον παρηγορήσω, του είπα: «Κοίταξε, δεν έχεις μέσα σου δαιμόνιο- μια εξωτερική δαιμονική επίδραση είναι επάνω σου».
Όταν πήγαμε στην εκκλησία, είπα στις αδελφές πού ήταν εκεί να κάνουν ευχή για το δυστυχισμένο πλάσμα του Θεού, κι εγώ πήρα από το Ιερό ένα τεμάχιο αγίου Λειψάνου του Αγίου Αρσενίου, τον πλησίασα και τον ξαναρώτησα: «Σε ποιο σημείο σε πιέζει και σε βασανίζει ό δαίμονας; Που νομίζεις ότι βρίσκεται;».
Μου έδειξε τότε τα πλευρά του. «Που, εδώ;», τον ρώτησα και ακούμπησα επάνω την χούφτα μου με το άγιο Λείψανο. Βγάζει άμεσους ένα ουρλιαχτό! «Μ' έκαψες, μ' έκαψες! Δεν φεύγω...ω...ώχ! Δεν φεύγω!». Φώναζε, έβριζε, έλεγε αισχρά. Τότε άρχισα μέσα μου να λέω: «Κύριε Ιησού Χριστέ, Κύριε Ιησού Χριστέ, δίωξε το ακάθαρτο πνεύμα από το πλάσμα Σου και να τον σταυρώνω με το ιερό Λείψανο».
Αυτό γινόταν επί είκοσι λεπτά. Υστέρα ό δαίμονας τον σπάραξε, τον έριξε κάτω. Έκανε τούμπες. Το κουστούμι του έγινε μες' στις σκόνες. Τον σηκώσαμε όρθιο. Έτρεμε ολόκληρος και έκανε έντονες σπασμωδικές κινήσεις. Πιάσθηκε από το τέμπλο, για να στηριχτεί. Από τα χέρια του έτρεχε κρύος ιδρώτας, όπως είναι ή δροσιά στα χορτάρια, σε λίγο έφυγε ό δαίμονας και ηρέμησε. Έγινε καλά και τώρα είναι μια χαρά.
Μη Δίνετε Σημασία στα Λόγια του Δαιμονισμένου
Γέροντα, τί πρέπει να προσεχή κανείς, όταν συζητά με έναν δαιμονισμένο;
- Να λέει την ευχή και να του φέρεται με καλοσύνη.
- Γέροντα, θυμούνται οι δαιμονισμένοι τί λένε πάνω στην κρίση τους;
- Άλλα τα θυμούνται και άλλα δεν τα θυμούνται. Δεν ξέρουμε πώς εργάζεται ό Θεός. Μερικές φορές επιτρέπει να τα θυμούνται, για να ταπεινωθούν και να μετανοήσουν.
Και όταν ζητάη κάτι ό δαιμονισμένος, δεν είναι εύκολο να καταλάβει κανείς πότε αυτό είναι από τον διάβολο και πότε το έχει ανάγκη ό ίδιος. Είχα συναντήσει κάπου μια δαιμονισμένη κοπέλα. Αυτή είχε διαβάσει Καζαντζάκη και πίστευε κάτι βλάσφημα πράγματα με αποτέλεσμα να δαιμονισθεί.
Ξαφνικά την έπιασε το δαιμόνιο και έβαλε κάτι φωνές! «Καίγομαι, καίγομαι!». Οι δικοί της την κρατούσαν, για να την σταυρώσω. Μετά φώναζε: «Νερό, νερό!». Λέω:« Φέρτε της νερό». «Όχι, όχι, μου λένε, γιατί μας είπε κάποιος να μην κάνουμε υπακοή στον διάβολο». «Τώρα, λέω, ή καημένη διψάει. Φέρτε νερό». Καταλάβαινα πότε ήταν το κάψιμο από τον διάβολο και πότε ήταν από δίψα. Ήπιε ή καημένη κάνα-δύο ποτήρια νερό. «Κάρβουνα, έλεγε, έχω μέσα μου, τόσο κάψιμο νιώθω. Και έναν κουβά νερό να έπινα, δεν θα έσβηνε μέσα μου ή φωτιά». Τέτοιο κάψιμο ένιωθε!
-Όταν, Γέροντα, φωνάζει ένας δαιμονισμένος, πώς καταλαβαίνουμε πότε μιλάει ό διάβολος μέσω του άνθρωπου και πότε ό άνθρωπος;
- Όταν μιλά ό διάβολος, τα χείλη δεν κινούνται κανονικά κινούνται σαν μηχανή. Ενώ, όταν μιλά ό άνθρωπος, κινούνται φυσιολογικά. Όταν φωνάζει ένας δαιμονισμένος, την ώρα πού του διαβάζουν εξορκισμούς ή οι άλλοι εύχονται γι' αυτόν, άλλοτε ή ίδια ή ψυχή βασανίζεται και λέει λ.χ. στον διάβολο: «φύγε, τί κάθεσαι;» και άλλοτε ό διάβολος βρίζει τον άνθρωπο ή τον ιερέα ή βλασφημεί τον Χριστό, την Παναγία, τούς Αγίους. Άλλοτε λέει ψέματα ή άλλοτε πιέζεται από την δύναμη του ονόματος του Χριστού να πει την αλήθεια.
Μερικές φορές πάλι ό δαιμονισμένος λέει δικά του από τα πνευματικά πού έχει διαβάσει κ.λπ. Τί να πω; Μπερδεμένα πράγματα. Γι' αυτό, όταν συζητάτε μαζί του, να προσέχετε πολύ. Μη δίνετε σημασία στα λόγια του. Μπορεί να λέει λ.χ. «με καις». Αν πράγματι τον καις και πής «τον καίω», κάηκες. Αν δεν τον καις και πιστέψεις ότι τον καις, κάηκες δυο φορές. Η μπορεί να φωνάζει «βρομιάρες» και σε μια να πει: «Εσύ είσαι καθαρή». Αν εκείνη το πιστέψει, πάει, χάθηκε. Γι' αυτό μην κάνετε πειράματα με τον διάβολο.
Σε ένα μοναστήρι πήγαν έναν δαιμονισμένο και ό ηγούμενος είπε στους πατέρες να πάνε στην εκκλησία να κάνουν κομποσκοίνι, Είχαν εκεί και την κάρα του Αγίου Παρθενίου, επισκόπου Λαμψάκου, και το δαιμόνιο στριμώχθηκε πολύ. Συγχρόνως, ό ηγούμενος ανέθεσε και σε έναν ιερομόναχο να διάβαση στον δαιμονισμένο εξορκισμούς.
Ό ιερομόναχος αυτός ήταν ευλαβής μεν εξωτερικά, αλλά εσωτερικά είχε κρυφή υπερηφάνεια. Ήταν αγωνιστής και τυπικός σε όλα. Νουθετούσε πνευματικά τους άλλους, γιατί ήταν και λόγιος. Ό ίδιος όμως δεν βοηθιόταν από κανέναν, γιατί οι άλλοι, από σεβασμό, όταν τον έβλεπαν να κάνη κάτι στραβό, δίσταζαν να του το πουν. Με άλλα λόγια, είχε δημιουργήσει ψευδαισθήσεις στον εαυτό του ότι είναι ό πιο ενάρετος της μονής κ.λπ. Ό πονηρός βρήκε ευκαιρία εκείνη την ήμερα να του κάνη κακό. Έβαλε την πονηριά του, για να του δώσει την εντύπωση ότι αυτός διώχνει το δαιμόνιο από τον δαιμονισμένο.
Μόλις λοιπόν άρχισε να διαβάζει τους εξορκισμούς, άρχισε το δαιμόνιο να φωνάζει: «καίγομαι! που με διώχνεις, άσπλαχνε;», οπότε νόμισε ότι καίγεται από τον δικό του εξορκισμό ενώ ό δαίμονας ζοριζόταν, γιατί προσεύχονταν και οι άλλοι πατέρες- και απάντησε στον δαίμονα: «Να έρθεις σ' έμενα».
Το είχε πει αυτό ό Άγιος Παρθένιος σε ένα δαιμόνιο, άλλα εκείνος ήταν άγιος. Μια φορά δηλαδή που ένα δαιμόνιο φώναζε: «καίγομαι, καίγομαι, που να πάω;», ό Άγιος του είπε: «Έλα σ' έμενα». Τότε το δαιμόνιο είπε στον Άγιο: «και μόνον το όνομα σου με καίει, Παρθένιε!», και έφυγε από τον δαιμονισμένο που ταλαιπωρούσε.
Πήγε και αυτός να κάνη τον Άγιο Παρθένιο και δαιμονίσθηκε. Από εκείνη την στιγμή τον εξουσίαζε πια ό δαίμονας. Χρόνια ολόκληρα βασανιζόταν και δεν μπορούσε να άναπαυθή πουθενά. Συνέχεια γύριζε, πότε έξω στον κόσμο και πότε μέσα στο Άγιο Όρος. Τί τράβηξε ό καημένος! Του είχε δημιουργήσει αυτή ή κατάσταση ψυχική κούραση και σωματική κόπωση με τρέμουλα, και να δείτε, ενώ ήταν καλός πάπας, δεν μπορούσε μετά να λειτουργήσει. Βλέπετε τί κάνει ό διάβολος;
- Γέροντα, έχει κάποια σχέση ό καφές με τις αντιδράσεις ενός δαιμονισμένου;
- Όταν το νευρικό σύστημα είναι ταραγμένο και πιει κανείς πολλούς καφέδες, κλονίζονται τα νεύρα και το ταγκαλάκι εκμεταλλεύεται αυτήν την κατάσταση. Δεν είναι ότι ό καφές είναι κάτι δαιμονικό. Χρησιμοποιεί το ταγκαλάκι την επίδραση του στα νεύρα, και ό δαιμονισμένος αντιδράει χειρότερα.
Γέροντος Παϊσίου του Άγιορείτου.
Η αγάπη δεν φαίνεται στον θυμό και στην οργή αλλά στην υπομονή και στην συγχώρεση.
Η αγάπη δεν λυγίζει στο πόνο της καρδιά μας αλλά στην αγάπη του άλλου.
Η αγάπη δεν φανερώνεται εύκολα στο λόγο αλλά στη βλέμμα της ευσπλαγχνίας.
Η αγάπη δεν χαρίζεται στο σώμα του άλλου αλλά μέσα στην ταπεινή καρδιά.
Η αγάπη δεν φωνάζει στην αδικία του άλλου αλλά σιωπά στην ταπείνωση του εαυτού μας.
Η αγάπη δεν χάνεται μέσα στην βοή του κόσμου αλλά δείχνει την παρουσία της με την πλούσια αρετή της.
Η αγάπη δεν καταστρέφεται με την αδιαφορία αλλά βοηθεί με τον ενδιαφέρον της.
Η αγάπη δεν αδιαφορεί για την αδυναμία του άλλου αλλά ενδιαφέρεται για την σωτηρία του.
Η αγάπη δεν τρέχει μαζί με το θυμό αλλά τον προσπερνά με γρήγορο βηματισμό για να συναντήσει την αδελφή της την ταπείνωση.
Η αγάπη δεν κοιμάται χωρίς να συγχωρήσει τον άλλον.
Η αγάπη δεν κοιτά το παρελθόν αλλά κοιτά το μέλλον για να αγαπήσει περισσότερο τον άλλον.
Η αγάπη δεν καταδικάζει τον άλλον αλλά σταυρώνεται παρά να σταυρώσει.