Thursday, January 31, 2013

Διάφορες διηγήσεις ωφέλιμες για τους πολέμους που ξεσηκώνει μέσα μας το πάθος της πορνείας




1. Είπε ο αββάς Αντώνιος: “Νομίζω πώς το σώμα έχει μία φυσική κίνηση που έχει γίνει ένα μ΄αυτό, αλλά δεν ενεργεί χωρίς τη συγκατάθεση της ψυχής, σημειώνει μόνο στο σώμα μια απαθή κίνηση. Υπάρχει όμως και άλλη κίνηση που προέρχεται από το ότι τρέφουμε και περιποιούμαστε το σώμα με φαγητά και ποτά. Και η θερμότητα του αίματος που οφείλεται σ΄αυτά, διεγείρει το σώμα σε ενέργεια.
Γι΄αυτό και έλεγε ο Απόστολος: “Μη μεθάτε με κρασί που οδηγεί στην ασωτεία”.
Αλλά και ο Κύριος, όταν έδινε εντολές στους μαθητές του, είπε: “Προσέχετε μη σκληρύνουν οι καρδιές σας μέσα στην κραιπάλη και στη μέθη”.
Υπάρχει όμως και μια άλλη κίνηση σ΄αυτούς που αγωνίζονται πνευματικά. Αυτή προέρχεται από την δολιότητα και τον φθόνο των δαιμόνων.
Ώστε πρέπει να γνωρίζουμε ότι τρεις σωματικές κινήσεις υπάρχουν. Μια η φυσική, η άλλη από απροσεξία στις τροφές και η τρίτη από τους δαίμονες”.


14. Είπε ο αββάς Ποιμήν:
“Όπως ο σωματοφύλακας του βασιλιά στέκεται στο πλάι του πάντοτε έτοιμος, το ίδιο και η ψυχή πρέπει να είναι σε εγρήγορση απέναντι στον δαίμονα της σαρκικής αμαρτίας”.


24. Διηγούνταν για την αμμά Σάρρα ότι υπέμεινε δεκατρία χρόνια σφοδρό πόλεμο από τον δαίμονα της πορνείας και ποτέ δεν προσεύχηθηκε για να απομακρυνθεί ο πόλεμος, αλλά μόνο έλεγε: “Θεέ μου, δός μου δύναμη”.


25. Είπαν επίσης για την ίδια ότι κάποια φορά το πονηρό πνεύμα της πορνείας της επετέθη σφοδρότερα θυμίζοντάς την τα μάταια πράγματα του κόσμου αυτού.
Αλλά αυτή ανυποχώρητη χάρις στο φόβο του Θεού και την άσκησή της, ευθύς ανέβηκε στο δωμάτιό της να προσευχηθεί.
Της παρουσιάζεται τότε το πνεύμα της πορνείας σωματικά και της λέει: “Εσύ με νίκησες, Σάρρα”.
Κι εκείνη απαντά: “Δεν σε νίκησα εγώ, αλλά ο Δεσπότης μου Χριστός”.


33. Είπε ένας Γέροντας: “Λέει ο εχθρός στον Πατέρα, στέλνω τους δικούς μου στους δικούς σου για να καταστρέψω τους δικούς σου. Κι αν δεν μπορώ να περάσω την πονηριά μου στους εκλεκτούς σου, τουλάχιστον τους δημιουργώ φαντασίες μέσα στη νύκτα”.
Και λέει σ΄αυτόν ο Σωτήρας: “Εάν ποτέ το έκτρωμα θα κληρονομήσει τον πατέρα του, άλλο τόσο κι αυτό θα λογαριασθεί ως αμαρτία στους εκλεκτούς μου”.


35. Για την αντιμετώπιση των βλαβερών λογισμών αποκρίθηκε κάποιος Γέροντας:
“Παρακαλώ, αδελφέ, όπως σταματήσαμε τις βλαβερές πράξεις, ας σταματήσουμε και τους λογισμούς. Γιατί τι είμαστε, παρά χώμα που προήλθε από χώμα;”


42. Πολεμήθηκε κάποτε ένας μαθητής μεγάλου Γέροντα από σαρκικό πειρασμό.
Και ο Γέροντας βλέποντας τον κόπο του, του λέει: “Θέλεις να παρακαλέσω τον Θεό να σου ξαλαφρώσει τον πόλεμο;”
Κι αυτός είπε: “Όχι, αββά, γιατί αν και κοπιάζω, αλλά βλέπω καρπό από τον κόπο μου. Καλύτερα παρακάλεσε τον Θεό να μου δίνει υπομονή να τον αντέξω”.
Κι ο αββάς τότε του είπε: “Σήμερα διαπίστωσα ότι έχεις προκόψει και με έχεις ξεπεράσει”.


80. Είπε επίσης ο Γέροντας ότι οι πονηροί λογισμοί μοιάζουν τις μύγες που μπαίνουν μέσα στο σπίτι.
Αν λοιπόν τις σκοτώνεις τμηματικά, μία-μία καθώς μπαίνουν, δεν κουράζεσαι. Αν όμως αφήσεις να γεμίσει το σπίτι, πολύς κόπος θα χρειαστεί για να τις βγάλεις.
Μπορεί βέβαια να το κατορθώσεις, μπορεί όμως να αποκάμεις και να τις αφήσεις να σου ρήμαξουν το σπίτι.


87. Είπε ένας Γέροντας: “Η αμεριμνία, η σιωπή και η καλυμμένη εσωτερική εργασία γεννούν την καθαρότητα”.

ΤΟ ΜΕΓΑ ΓΕΡΟΝΤΙΚΟΝ ΤΟΜΟΣ B΄ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε΄

We Must Become Angry With Sin


Anger is an innate characteristic of the mind. Without using anger, that is without becoming enraged at all the evil thoughts the devil sows
within us, man cannot attain purity. 

(St. Isaiah the Solitary)
 


Anger has been implanted within us by God to aid in our salvation: so we can become angry with sin, not infuriated with our fellow man…
Anger is used according to nature only when we direct it against sinful thoughts. This is what the prophet teaches: "Become angry, and do not sin" (Ps. 4:5). That is, become angry with your passions and evil thoughts, and do not sin by carrying out what they suggest to you. This is
what he means in following also: "For what ye say within your hearts, feel compunction upon your beds" (Ps. 4:5). That is, when evil thoughts appear
in your heart, first banish them with resentment, and then when your soul is at peace (as if resting peacefully on a bed) repent with compunction. (St.
John Cassian)
 


Sensible anger was implanted by God the Creator within human nature to be used as a weapon of righteousness. If Eve had taken hold of this weapon and used it against the serpent, she would not have been overcome by the sinful pleasure. (St. Diadochos of Photiki)
 


 We must utilize our anger only against the demons, who attack us with thoughts and who have hatred for us. (St. Philotheos of Sinai)
 


We should wage the invisible warfare using the following systematic strategy: First, we should guard our mind. Second, once we realize that an
opposing evil thought has emerged in our heart, we must strike it angrily with words of condemnation. Third, we should immediately pray, calling upon the name of Jesus Christ to annihilate the imaginary, demonic picture. 

(St. Hesychios the Priest)
 


When anger is aroused and directed by sound reason, as needed and as necessary, it gives rise to courage, patience, and temperance.
Prudent people incite anger against evil, injustice, deceit, falsehood, treachery, and against them who work iniquity. Virtuous people evoke and use anger to resist sin, and to keep watch so that sin does not imperceptibly attack and conquer the soul. 

(St. Nektarios of Pentapolis)

Wednesday, January 30, 2013

Inner Faith

Πάρε Κύριε το άγχος μου! - π.Ανδρέας Κονάνος

Η ΙΕΡΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΜΥΣΤΗΡΙΟΥ ΤΟΥ ΓΑΜΟΥ

How Spirit Works in Us for our Salvation



 
When we are Baptized and Chrismated in the Orthodox Faith we receive the seal of the Holy Spirit.  We are reborn and become a new person  We now have the force of God living within our heart.  How does this Sprit then act in us?
We are told that it remains active as long as we continue to be repentive, being honest about our shortcomings in our relationship with God, and continue to do our part to control our passions and give priority to the work of the soul.
The Holy Spirit works secretly within us. Saint Theophan says,
Our spirit, set in motion, recollects within itself its natural Divine knowledge that God exists, maintains everything, and is the rewarder. The consciousness of this gives rise to a feeling of complete dependence on God, and enkindles the fear (awe, respect) of God. These and other things are stirred up by the conscience, that witness and judge of our affairs and feelings, among which is rarely to be found anything which God would look upon with kindness... The goodness of God makes it so that the true awakening of the spirit is brought about and accompanied by the Gospel. To the person who inwardly asks as a result of awakening of the spirit “Where shall I go? Where shall I run to?” The Gospel proclaims, “Why run anywhere? Come beneath the protection of the Cross and be saved. The Son of God, Who was incarnate, died on the Cross to cleanse our sins. Believe this, and you will receive remission of sins and encounter the grace of God.
The soul is nourished by the reading and contemplation of the Gospel. As we begin to internalize the lessons taught in the Gospel our spirit becomes alive. And from its action we begin to have spiritual zeal, a strong desire to be with God and to do his will.


Saint Theophan says, 
The Spirit, which, once it has heeded the good news of salvation and the Lord, undertakes with all its strength to do everything with good cheer and willingness, if only it may become a partaker of Gospel blessings. Such a disposition of our soul makes it ready for Divine communion, and the grace of the Holy Spirit, which has acted hitherto from the outside by arousing us, establishing itself within, not directly but through the means of a sacrament.     ....
The Divine Spirit arouses, the good news indicates where to begin. This is from God. But, having done this, God stops and waits for our consent.
The door of our heart has been opened in this way. We must also do our part. God wants us to love Him like He loves us. But to have true love it has to be a voluntary choice made on our part. So, God presents us with a choice, and only those of us who choose salvation, and follow His way, are saved.


St. Theophan says,
Repent, desire salvation in the Lord, and acquire good cheer in it. These actions are calming; they occur inwardly and give contentment through their local manifestation. The final action––the willingness to do everything which is required––is the real active force in salvation, insofar as it depends on us; it is the source of saving activity and the life that is saved...  It is the unquenchable zeal for pleasing God and complete sincerity in fulfillment of the Divine will, in the presence of complete faith in the Lord and trust in salvation in Him Alone.... When there is no zeal, then there is nothing at all; he who is not zealous for salvation is a non--participant in salvation.
Take heed, "When there is no zeal, then there is nothing at all." If you have this zeal, then work hard to maintain it. 




Reference: The Spiritual Life, pp 110-115

ΣΤΕΝΟΧΩΡΙΑ-ΜΕΛΑΓΧΟΛΙΑ-ΑΠΕΛΠΙΣΙΑ




«Όταν αμαρτάνεις, να μην απελπίζεσαι. Με θάρρος και ελπίδα στο Θεό να μετανοείς και να πηγαίνεις στον Πνευματικό που σου έχω υποδείξει, αν δεν μπορώ εγώ, και να τα εξομολογείσαι. Έτσι μόνο θα σωθείς».

«Δεν υπάρχει απελπισία μέσα στην Εκκλησία»
Εκείνο που έλεγε, κυρίως, ήτανε για τη σημασία της εξομολογήσεως. Έλεγε:

«Δεν υπάρχει απελπισία όταν είσαι μέσα στην Εκκλησία, ό,τι και να έχεις κάνει, ό,τι και να έχεις υποστεί. Δεν υπάρχει απελπισία. Στενοχώρια μπορεί να έχεις, αλλά απελπισία όχι.
Ο Θεός, μέσα από την εξομολόγηση -τόνιζε πάρα πολύ τη σημασία του Ιερέα, το χέρι του παπά ...; ήταν σαν να έβγαινε από εκεί η Θεία Χάρη- σε βοηθά και ξεπερνάς αυτά τα οποία μπορεί να σε οδηγήσουν στα έσχατα όρια της απελπισίας».

«Εκεί που απελπίζεσαι ...;»

«Έχει ο Θεός. Εκεί που απελπίζεσαι, σου στέλνει κάτι που δεν το περιμένεις ... αρκεί να Τον πιστεύεις και να Τον αγαπάς.
Όπως και Εκείνος μας αγαπά και φροντίζει για εμάς, όπως ο κάθε πατέρας για τα παιδιά του. Και όλοι μας είμαστε παιδιά Του Θεού. Και ό,τι καλό έχουμε, το έχουμε από Τον Θεό. Είναι δικό Του το δώρο.
Δεν έχεις ακούσει στην Εκκλησία ότι: "Πάσα δόσις αγαθή και πάν δώρημα τέλειον άνωθεν εστί κατά βαίνον, εκ σου του Πατρός των φώτων!

γέροντας Πορφύριος

Η εξομολόγηση είναι θεοπαράδοτη εντολή

Η εξομολόγηση είναι θεοπαράδοτη εντολή και αποτελεί ένα των μυστηρίων της Εκκλησίας μας. Η εξομολόγηση δεν είναι μία τυπική, από συνήθεια «για το καλό» και λόγω των επικείμενων εορτών, βεβιασμένη και πρόχειρη πράξη από ένα και μόνο καθήκον ή υποχρέωση και προς ψυχολογική εκτόνωση. Η εξομολόγηση θα πρέπει νάναι συνδυασμένη πάντοτε με τη μετάνοια. Μας έλεγε Αγιορείτης Γέροντας: Πολλοί εξομολογούνται, λίγοι μετανοούν! (Αιμιλιανός Σιμωνοπετρίτης)

Η μετάνοια είναι μία ελεύθερη, καλλιεργημένη, εσωτερική διεργασία επιμελημένη, συντριβής και λύπης, για την απομάκρυνση από τον Θεό διά της αμαρτίας. Η μετάνοια η αληθινή δεν συνδυάζεται με την αφόρητη θλίψη, την υπερβολική στενοχώρια και τις αδυσώπητες ενοχές. Τότε δεν είναι μάλλον ειλικρινής μετάνοια, αλλά κρυφός εγωισμός, στραπατσάρισμα του «εγώ», θυμός με τον εαυτό μας, που εκδικείται γιατί εκτίθεται και ντροπιάζεται και δεν ανέχεται κάτι τέτοιο. Μετάνοια σημαίνει αλλαγή νου, νοοτροπίας, μεταβολισμός, εγκεντρισμός χρηστοήθειας, μίσος της αμαρτίας. Μετάνοια ακόμη σημαίνει αγάπη της αρετής, καλοκαγαθία, επιθυμία, προθυμία και διάθεση σφοδρή επανασυνδέσεως με τον Χριστό διά της Χάριτος του πανσθενουργού Αγίου Πνεύματος. Η μετάνοια ξεκινά από τα βάθη της καρδιάς, ολοκληρώνεται όμως απαραίτητα στο μυστήριο της θείας και ιεράς εξομολογήσεως.

Ο εξομολογούμενος εξομολογείται ειλικρινά και ταπεινά ενώπιον του εξομολόγου, ως εν προσώπω του Χριστού. Κανένας επιστήμονας, ψυχολόγος, ψυχαναλυτής, ψυχίατρος, κοινωνιολόγος, φιλόσοφος, θεολόγος δεν μπορεί ν' αντικαταστήσει τον εξομολόγο. Καμία εικόνα, έστω και η πιο θαυματουργή, δεν μπορεί να δώσει αυτό που δίνει το πετραχήλι του εξομολόγου, την άφεση των αμαρτιών. Ο εξομολόγος αναλαμβάνει τον εξομολογούμενο, τον υιοθετεί και τον αναγεννά πνευματικά, γι' αυτό και ονομάζεται πνευματικός πατέρας. Η πνευματική πατρότητα κανονικά είναι ισόβια, ιερή και δυνατή, δυνατότερη και συγγενικού δεσμού. Ο πνευματικός τοκετός είναι οδυνηρός. Ο εξομολόγος με φόβο Θεού «ως λόγον αποδώσων», γνώση, ταπείνωση και αγάπη παρακολουθεί τον αγώνα του εξομολογούμενου και τον χειραγωγεί διακριτικά στην ανοδική πορεία της εν Χριστώ ζωής.

Ο εξομολόγος ιερεύς έχει ειδική ευλογία από τον επίσκοπο για το εξομολογητικό του έργο. Κανονικά όμως το χάρισμα του «δεσμείν και λύειν» αμαρτίες το λαμβάνει με τη χειροτονία του εις πρεσβύτερο. Καθίσταται διάδοχος των αγίων αποστόλων. Έτσι σημασία κύρια και μεγάλη έχει η εγκυρότητα και η κανονικότητα της αποστολικής διαδοχής διά των επισκόπων. Το μυστήριο της εξομολογήσεως όπως και όλα τ' άγια μυστήρια της Εκκλησίας μας τελεσιουργούνται και χαριτώνουν τους πιστούς όχι κατά την αξία, ικανότητα, επιστημοσύνη, λογιοσύνη, ευφράδεια, δραστηριότητα και τέχνη του ιερέως, ακόμη και την αρετή και αγιότητά του, αλλά τη διά της κανονικότητος της ιερωσύνης και του Τελεταρχικού Παναγίου Πνεύματος. Οι τυχόν αμαρτίες του ιερέως δεν εμποδίζουν τη θεία Χάρη των μυστηρίων. Αλλοίμονο αν αμφιβάλλουμε αν κατά την αναξιότητα του ιερέως το ψωμί και το κρασί έγινε σώμα και αίμα Χριστού κατά τη θεία Λειτουργία. Αυτό βεβαίως δεν σημαίνει ότι ο ιερεύς δεν θα πρέπει μόνιμα ν' αγωνίζεται για την καθαρότητά του. Έτσι δεν υπάρχουν καλοί και κακοί εξομολόγοι. Όλοι οι εξομολόγοι την ίδια άφεση δίνουν. Έχουμε όμως το δικαίωμα επιλογής του εξομολόγου. Μπορούμε να προστρέξουμε σε αυτόν που αληθινά μας αναπαύει. Δεν είναι σοβαρή όμως η συνεχής αλλαγή εξομολόγου. Δεν φανερώνει κάτι τέτοιο πνευματική ωριμότητα. Ούτε όμως και οι εξομολόγοι θα πρέπει να στενοχωρούνται παράφορα και να δημιουργούν μάλιστα και προβλήματα όταν αναχωρήσει κάποιο πνευματικό τους τέκνο. Ίσως τούτο σημαίνει πως ήταν νοσηρά συνδεδεμένοι μαζί του, συναισθηματικά, προσωποπαγώς, δεμένοι με το πρόσωπό του και όχι με τον Χριστό και την Εκκλησία, και θεωρούν την αναχώρηση προσβολή, μείωση, ότι δεν υπάρχει καλύτερος ή μία αίσθηση ότι οι άλλοι μας ανήκουν αποκλειστικά και μπορούμε να τους εξουσιάζουμε και να τους φερόμαστε μάλιστα εξαναγκαστικά ως καταπιεσμένους και ανελεύθερους υποτακτικούς. Είπαμε βέβαια πως ο εξομολόγος είναι πνευματικός πατέρας και ο πνευματικός τοκετός ενέχει οδύνη. Έτσι είναι φυσικό να λυπάται για την αναχώρηση του υιού του. Προτιμότερο όμως είναι να εύχεται για την πνευματική του πρόοδο και τη σύνδεσή του με την Εκκλησία, έστω και παρά την αποσύνδεσή του από τον ίδιο. Να εύχεται και όχι να απεύχεται.

Το έργο του εξομολόγου δεν είναι μόνο η απλή ακρόαση των αμαρτιών του εξομολογούμενου και η ανάγνωση στο τέλος της συγχωρητικής ευχής. Ούτε πάλι περιορίζεται μόνο στην ώρα της εξομολογήσεως. Ο εξομολόγος σαν καλός πατέρας φροντίζει συνεχώς το τέκνο του, το ακούει και το παρακολουθεί προσεκτικά, το νουθετεί κατάλληλα, το κατευθύνει ευαγγελικά, τονίζει τα τάλαντά του, δεν του θέτει υπερβολικά βάρη, το κανονίζει μέτρια όταν πρέπει, το οικονομεί όταν απογοητεύεται, βαρύνεται, δυσανασχετεί, αποκάμνει, το θεραπεύει ανάλογα, δεν το αποθαρρύνει ποτέ, συνεχίζοντας τον αγώνα παθοκτονίας και αρετοσυγκομιδής, μορφώνοντας στην ψυχή του την αθάνατη Χριστό.

Η αναπτυσσόμενη αυτή πατρική και υιική σχέση εξομολόγου και εξομολογούμενου δημιουργεί μία άνεση, εμπιστοσύνη, σεβασμό, ιερότητα και ανάταση. Ο εξομολογούμενος ανοίγει την καρδιά του στον εξομολόγο και του εκθέτει τα πιο κρύφια, τα πιο δόλια, τα πιο ακάθαρτα, όλα τα μυστικά του, πράξεις απόκρυφες και επιθυμίες βλαβερές, ακόμη και αυτά που δεν θέλει να ομολογήσει στον ίδιο του τον εαυτό και δεν λέει στον πιο στενό συγγενή του και τον καλύτερο φίλο του. Έτσι ο εξομολόγος θα πρέπει απόλυτα να σεβασθεί αυτή την απεριόριστη εμπιστοσύνη του εξομολογούμενου. Η εμπιστοσύνη αυτή επαυξάνεται οπωσδήποτε και από το γεγονός ότι ο εξομολόγος είναι αυστηρά δεσμευμένος, μέχρι θανάτου μάλιστα, από τους θείους και Ιερούς Κανόνες της Εκκλησίας με το απόρρητο της εξομολογήσεως.

c-portail.jpgΣτην ορθόδοξη εξομολογητική δεν υπάρχουν βέβαια γενικές συνταγές, γιατί η πνευματική καθοδήγηση της κάθε μοναδικής ψυχής γίνεται εξατομικευμένα. Ο κάθε άνθρωπος είναι ανεπανάληπτος, με ιδιαίτερη ψυχοσύνθεση, άλλο χαρακτήρα, διάφορες δυνάμεις και δυνατότητες, όρια, εφέσεις, αντοχές, γνώσεις, ανάγκες και διαθέσεις. Ο εξομολόγος με τη Χάρη του Θεού και τη θεία φώτιση θα πρέπει να διακρίνει όλ' αυτά, ώστε ν' αποφασίσει τί καλύτερα θα πρέπει να χρησιμοποιήσει για να βοηθήσει τον εξομολογούμενο. Άλλοτε χρειάζεται η επιείκεια και άλλοτε η αυστηρότητα. Δεν είναι για όλους πάντοτε τα ίδια. Ούτε ο εξομολόγος θα πρέπει νάναι πάντα αυστηρός, έτσι μόνο για να λέγεται αυστηρός και να εκτιμάται. Ούτε υπερβολικά επιεικής, για να προτιμάται και να λέγεται πνευματικός πατέρας πολλών. Χρειάζεται φόβος Θεού, διάκριση, τιμιότητα, ειλικρίνεια, ταπείνωση, μελέτη, γνώση και προσευχή.

Η «οικονομία» δεν απαιτείται από τον εξομολογούμενο. Ούτε είναι ορθό να γίνει κανόνας από τον εξομολόγο. Η «οικονομία» θα πρέπει να παραμείνει εξαίρεση. Η «οικονομία» επίσης θα πρέπει να είναι πάντα προς καιρόν (Αρχιμ. Γεώργιος Γρηγοριάτης). Όταν εκλείψουν οι λόγοι που την επιβάλλουν ασφαλώς δεν θα πρέπει να χρησιμοποιείται. Για την ίδια αμαρτία μπορούμε να έχουμε πολλούς διαφορετικούς τρόπους προς αντιμετώπισή της.

Ο κανόνας δεν είναι πάντοτε απαραίτητος. Ο κανόνας δεν είναι τιμωρία. Είναι παιδαγωγία. Ο κανόνας δεν τίθεται προς ικανοποίηση του προσβληθέντος Θεού και εξιλέωση του αμαρτωλού ενώπιον της Θείας δικαιοσύνης. Αυτή είναι μια καθαρά αιρετική διδασκαλία. Ο κανόνας συνήθως τίθεται στην ανώριμη μετάνοια, προς συναίσθηση και συνειδητοποίηση του μεγέθους της αμαρτίας. Η αμαρτία κατά την ορθόδοξη διδασκαλία δεν είναι τόσο παράβαση του νόμου, όσο έλλειψη αγάπης στο Θεό. Αγάπα και κάνε ό,τι θέλεις, έλεγε ο ιερός Αυγουστίνος.

Ο κανόνας τίθεται προς ολοκλήρωση της μετάνοιας του εξομολογούμενου, γι' αυτό, καθώς ορθά λέγει ο π. Αθανάσιος Μετεωρίτης, όπως ο εξομολόγος δεν επιτρέπεται να κοινοποιεί τις αμαρτίες του εξομολογούμενου, έτσι κι ο εξομολογούμενος δεν επιτρέπεται να κοινοποιεί στους άλλους τον κανόνα που του έθεσε ιδιαίτερα ο εξομολόγος, που είναι συνισταμένη πολλών παραμέτρων.

Ο εξομολόγος λειτουργεί ως χορηγός της χάριτος του Αγίου Πνεύματος. Κατά την ώρα του μυστηρίου δεν λειτουργεί ως ψυχολόγος και επιστήμονας. Λειτουργεί ως ιερεύς, ως έμπειρος ιατρός, ως φιλόστοργος πατέρας. Ακούγοντας τ' αμαρτήματα του εξομολογούμενου προσεύχεται να τον φωτίσει ο Θεός. να δώσει το καλύτερο φάρμακο προς θεραπεία, να σφυγμομετρήσει τον βαθμό και την ποιότητα της μετανοίας του. Ο εξομολόγος δεν στέκεται απέναντι στον εξομολογούμενο με περιέργεια, καχυποψία, ζήλεια, υπερβολική αυστηρότητα, εξουσιαστικότητα και αλαζονεία, αλλά ούτε και αδιάφορα, επιπόλαια, απρόσεκτα και κουρασμένα. Η ταπείνωση, η αγάπη και η προσοχή του εξομολόγου θα βοηθήσει πολύ τον εξομολογούμενο. Ούτε ο εξομολόγος θα πρέπει να κάνει πολλές, περιττές και αδιάκριτες ερωτήσεις. Ιδιαίτερα θα πρέπει να διακόπτει τις λεπτομερείς περιγραφές διαφόρων αμαρτημάτων και ιδιαίτερα σαρκικών, ακόμη και τις αναφορές ονομάτων, ώστε ν' ασφαλίζεται περισσότερο. Ο εξομολογούμενος πάλι δεν θα πρέπει να φοβάται, να δειλιάζει και να ντρέπεται, αλλά να σέβεται, να εμπιστεύεται, να τιμά και να ευλαβείται τον εξομολόγο. Αυτό το κλίμα πάντως της ιερότητος, αλληλοσεβασμού και εμπιστοσύνης κυρίως θα το καλλιεργήσει, εμπνεύσει και δημιουργήσει ο εξομολόγος.

Η αγία μητέρα μας Ορθόδοξη Εκκλησία είναι το σώμα του Αναστημένου Χριστού, είναι ένα απέραντο θεραπευτήριο, αποθεραπείας των ασθενών αμαρτωλών πιστών, από τα τραύματα, τις πληγές και τις ασθένειες της αμαρτίας, των παθογόνων δαιμόνων και των ιοβόλων δαιμονικών παγίδων και επηρειών των δαιμονοκίνητων παθών.

Η Εκκλησία μας δεν είναι παράρτημα του υπουργείου κοινωνικής προνοίας, ούτε συναγωνίζεται να ξεπεράσει τους διάφορους συλλόγους κοινωνικής ευποιΐας, δίχως διόλου ν' αρνείται το σπουδαίο και αγαθό αυτό έργο και να μη το επιτελεί πλούσια, επαινετά και θαυμάσια, αλλά κυρίως είναι η χορηγός νοήματος της ζωής, λυτρώσεως και σωτηρίας των πιστών «υπέρ ων Χριστός απέθανεν» διά της συμμετοχής τους στα μυστήρια της Εκκλησίας. Το πετραχήλι του Ιερέως είναι πλάνη, όπως έλεγε ο Γέροντας Παΐσιος ο Αγιορείτης, που λειαίνει και ισιάζει τους ανθρώπους, είναι θεραπευτικό νυστέρι παθοκτονίας και όχι μιστρί εργασιομανίας ή σύμβολο εξουσίας. Είναι υπηρετική ποδιά διακονίας των ανθρώπων προς θεραπεία και σωτηρία.

13554_1095863855632_1797672678_195967_2980581_n.jpgΟ Θεός χρησιμοποιεί τον ιερέα για τη συγχώρηση του πλάσματός του. Το λέγει χαρακτηριστικά η ευχή: «Ο Θεός συγχωρήσαι σοι δι' εμού του αμαρτωλού πάντα, και εν τω νυν αιώνι και εν τω μέλλοντι. και ακατάκριτόν σε παραστήσαι εν τω φοβερώ αυτού Βήματι. περί δε των εξαγορευθέντων εγκλημάτων μηδεμίαν φροντίδα έχων, πορεύου εις ειρήνην». Ανεξομολόγητες αμαρτίες θα βαραίνουν τον άνθρωπο και στον μέλλοντα αιώνα. Εξομολογημένες αμαρτίες δεν εξομολογούνται. Είναι σαν να μη πιστεύει κανείς στην χάρη του μυστηρίου. Ο Θεός τα γνωρίζει, αλλά θα πρέπει προς άφεση, ταπείνωση και ίαση να εξαγορευθούν. Η ενίοτε επιτίμηση αμαρτιών δεν αναιρεί την αγάπη της Εκκλησίας, αλλά αποτελεί παιδαγωγική επίσκεψη προς καλύτερη συναίσθηση των πταισμάτων.

Κατά τον όσιο Νικόδημο τον Αγιορείτη «η εξομολόγησις είναι μία θεληματική διά στόματος φανέρωσις των πονηρών έργων και λόγων και λογισμών, κατανυκτική, κατηγορητική, ευθεία, χωρίς εντροπήν, αποφασιστική, προς νόμιμον πνευματικόν γινομένη». Ο θεοφόρος όσιος ευσύνοπτα, μεστά και σημαντικά αναφέρει πως η εξομολόγηση πρέπει να γίνεται θεληματικά, ελεύθερα, αβίαστα, ανεξανάγκαστα, δίχως ο εξομολόγος ν' άγχεται να εκμαιεύσει την ομολογία του εξομολογούμενου. Με κατάνυξη, συναίσθηση δηλαδή της λύπης που προκάλεσε ειλικρινά με την αμαρτία στον Θεό. Όχι συναισθηματικά, υποκριτικά, λιπόψυχα δάκρυα. Κατάνυξη γνήσια που σημαίνει συντριβή, μεταμέλεια, μίσος της αμαρτίας, αγάπη της αρετής, επίγνωση ευγνωμοσύνης στον Δωρεοδότη Θεό. Κατηγορητική σημαίνει υπεύθυνη εξομολόγηση, δίχως δικαιολογίες, υπεκφυγές, στρεψοδικίες, ανευθυνότητες και μεταθέσεις, με ειλικρινή αυτομεμψία και γνήσια αυτοεξουθένωση, που φέρει τη χαρμολύπη και το χαροποιό πένθος της Εκκλησίας. Ευθεία σημαίνει εξομολόγηση με κάθε ειλικρίνεια, ευθύτητα και ακρίβεια, ανδρεία και θάρρος, αυστηρότητα και γενναιότητα. Συμβαίνει ακόμη και την ώρα αυτή ο άνθρωπος να μη παραδέχεται την ήττα του, την πτώση και την αδυναμία του και με ωραιολογίες και μακρυλογίες να μεταθέτει τα ποσοστά ευθύνης του, με περιστροφές και μισόλογα, κατηγορώντας και τους άλλους, προκειμένου να φυλάξει ακόμη και τώρα ατσαλάκωτο το εγώ του. Χωρίς εντροπή εξομολόγηση σημαίνει παρουσίαση του πραγματικού οικτρού εαυτού μας. Η ντροπή είναι καλή προ της αμαρτίας και όχι μετά και μπροστά στον εξομολόγο. Η προ του εξομολόγου ντροπή λέγουν θα μας ελευθερώσει από τη ντροπή στην έσχατη κρίση, αφού ό,τι συγχωρήσει ο εξομολόγος δεν θα ξανακριθεί. Αποφασιστική εξομολόγηση σημαίνει να είναι καθαρή, συγκεκριμένη, ειλικρινής και με την απόφαση να μη επαναλάβει τα εξομολογηθέντα αμαρτήματα ο πιστός. Ακόμη η εξομολόγηση θα πρέπει να είναι συνεχής, ώστε τα φιλεπίστροφα, κατά τον όσιο Ιωάννη της Κλίμακος, πάθη να μη ισχυροποιούνται, αλλά αντίθετα σύντομα να θεραπεύονται. Έτσι δεν λησμονούνται οι αμαρτίες, υπάρχει τακτικός έλεγχος, αυτοπαρατήρηση, αυτοέλεγχος, αυτογνωσία και αυτομεμψία, δεν εγκαταλείπει η Θεία Χάρη και οι δαιμονικές παγίδες συντρίβονται ευκολότερα και η μνήμη του θανάτου δεν είναι φοβερή και τρομακτική.

Συμβαίνει συχνά-πυκνά και τ' ομολογούμε με πολύ πόνο και περισσή αγάπη το κήρυγμα να μην είναι τόσο ορθόδοξο. Δηλαδή να εξαντλείται σ' ένα ακόμη σχολιασμό της φθηνής επικαιρότητος και να μετατρέπεται κατά κάποιο τρόπο ο ιερός άμβωνας σε τηλεοπτικό «παράθυρο», όπου λέμε και εμείς τη γνώμη μας για τα τρέχοντα και συμβαίνοντα. Όμως τ' ορθόδοξο κήρυγμα κυρίως είναι εκκλησιολογικό, χριστολογικό, σωτηριολογικό, αγιολογικό και ψυχωφελές. Το κήρυγμα της μετανοίας από των Προφητών, του Τιμίου Προδρόμου, του Σωτήρος Χριστού και πάντων των αγίων παραμένει λίαν επίκαιρο και αναγκαίο. Βασική προϋπόθεση της μετοχής στ' άγια μυστήρια και της ανοδικής πνευματικής πορείας είναι η καθαρότητα της καρδιάς. Καθαρότητα από την ποικίλη αμαρτία, το πνεύμα της απληστίας και της ευδαιμονίας της σύγχρονης υπερκαταναλωτικής κοινωνίας, το πνεύμα της αντίθεης υπερηφάνειας ενός κόσμου ναρκισσευόμενου, ατομικιστικού, αταπείνωτου, αφιλάνθρωπου, υπερφίαλου και παράδοξου, το δαιμονικό πνεύμα των πονηρών λογισμών, των φαντασιών και φαντασιώσεων, των καχυποψιών και ζηλοφθονιών, των ακάθαρ­των και σκοτεινών.

Κατάντησε δυσεύρετο κόσμημα η καθαρότητα της καρδιάς, στις αδελφικές σχέσεις, τις συζυγίες, τις συναδελφικές υποχρεώσεις, τις φιλίες, τις συζητήσεις, τις σκέψεις, τις επιθυμίες, τις ιερατικές κλήσεις. Τα λεγόμενα μέσα μαζικής ενημερώσεως ξέπεσαν σε ρυπογόνες εστίες. Λησμονήθηκε η νηπτική εγρήγορση, η ασκητική νηφαλιότητα, η παραδοσιακή ολιγάρκεια, απλότητα και λεβεντιά. Έτσι μολύνεται το λογιστικό της ψυχής, διεγείρεται στην απληστία το επιθυμητικό και αμβλύνεται σοβαρά το βουλητικό, ώστε αδύναμος ο άνθρωπος να παρασύρεται στο κακό δίχως φραγμό και όρια.

Επικρατεί η αυτοδικαίωση, η δικαιολόγηση των παθών, η ωραιοποίηση της αμαρτίας, η κατοχύρωσή της διά νέων ψυχολογικών ερεισμάτων. Θεωρείται μείωση, αδυναμία και λάθος η παραδοχή του λάθους, η ανάληψη της ευθύνης και η ταπεινή αποδοχή του σφάλματος. Η συνεχής δικαιολόγηση του εαυτού μας και η επιμελημένη μετάθεση ευθυνών δημιουργούν ένα άνθρωπο συγχυσμένο, διχασμένο, ταραγμένο, ταλαιπωρημένο, δυστυχισμένο και εγωπαθή, εμπαιζόμενο από τον δαίμονα, αιχμαλωτιζόμενο από αυτόν στ' άφωτα δίχτυα του.

Κυριαρχεί ένας ανόητος ορθολογισμός, ο οποίος επιλέγει ευαγγελικές αρετές και συνοδικούς κανόνες, κατά την αρέσκεια, προτίμηση και ευκολία, σε σοβαρά θέματα νηστειών, εγκράτειας, τεκνογονίας, ήθους, σεμνότητος, αιδούς, τιμιότητος και ακριβείας.

15438_1092068960762_1797672678_189368_7337753_n.jpg


Κατόπιν όλων τούτων, τα οποία δεν νομίζω ότι υπερβάλλουμε, θεωρούμε ότι οι εξομολόγοι δεν έχουν εύκολο έργο. Δεν αρκεί πλέον η χειραγωγία στη μετάνοια και η καλλιέργεια της ταπεινώσεως, αλλά χρειάζεται το ποίμνιο κατήχηση, επαναευαγγελισμό, κα­τάρτιση, μεταβολισμό πνευματικό προς απόκτηση ισχυρών αντισωμάτων. Απαραίτητη η αντίσταση, αντίδραση και αντιμετώπιση του σφοδρού ρεύματος της αποϊεροποιήσεως, της εκκοσμικεύσεως, του αποηρωισμού, του ευδαιμονισμού, του πλουτισμού και κορεσμού. Ιδιαιτέρως προσοχής, διδαχής και αγάπης έχουν ανάγκη οι νέοι, που η αγωγή δεν τους βοηθά να συνειδητοποιήσουν το νόημα και το σκοπό της ζωής, το κενό, το άκοσμο, το άνομο, το άφωτο της αμαρτίας.

Σοβαρό πρόβλημα αποτελεί ακόμη και για τους χριστιανούς μας η αγχώδης συχνά αναζήτηση μιας ά­κοπης, άμοχθης και άλυπης ζωής. Αναζητούμε Κυρηναίους. Δεν αποδεχόμεθα την άρση του προσωπικού μας σταυρού. Δεν γνωρίζουμε το βάθος και το εύρος του σταυρού. Προσκυνούμε τον σταυρό στην εκκλησία, κάνουμε τον σταυρό μας, αλλά δεν ασπαζόμαστε τον προσωπικό μας σταυρό. Τελικά θέλουμε ένα ασταύρωτο Χριστιανισμό. Δεν υπάρχει όμως Πάσχα δίχως Μεγάλη Παρασκευή.

Τιμάμε τους μάρτυρες και τους οσίους, αλλά δεν θέλουμε εμείς καμιά κακοπάθεια, καμιά καθυστέρηση, καμιά δυσκολία. Δυσκολευόμαστε στη νηστεία, δυσανασχετούμε στην ασθένεια, δεν ανεχόμαστε πικρό λόγο, ακόμη και όταν φταίμε, οπότε πώς να υπομένουμε αδικία, συκοφαντία, κατατρεγμό και εξορία, όπως οι άγιοί μας; Είναι γεγονός αδιαμφισβήτητο πως το σύγχρονο κοσμικό πνεύμα της ευκολίας, της ανέσεως και του υπερκαταναλωτισμού έχει επηρεάσει ισχυρά το μέτρο της πνευματικής ζωής. Θέλουμε γενικά ένα αντιασκητικό Χριστιανισμό. Η Ορθοδοξία όμως βάση έχει το ασκητικό Ευαγγέλιο.

Ένα άλλο μεγάλο πρόβλημα της εποχής μας είναι η νοσηρή και υπερβολική εμπιστοσύνη του ανθρώπου στη λογική, τη διάνοια, τη γνώση και την κρίση του. Πρόκειται για τον παχυλό και κουραστικό εν τέλει ορθολογισμό. Η νηπτική ορθόδοξη θεολογία μας δι­δάσκει το νου να τον έχουμε εργαλείο και να τον κατεβάσουμε στην καρδιά. Η Εκκλησία μας δεν καλλιεργεί και παράγει διανοούμενους. Για μας ο ορθολογισμός δεν είναι φιλοσοφική νοοτροπία, αλλά μία καθαρά αμαρτητική βιοθεωρία, μία μορφή αθεΐας, αφού αντιβαίνει στην εντολή της πίστεως, της ελπίδος, της αγάπης και της εμπιστοσύνης στον Θεό. Ο ορθολογιστής κρίνει τα πάντα με την κρισάρα του μυαλού, μόνο με τον πεπερασμένο νου του, κέντρο είναι ο εαυτός του και το κυρίαρχο εγώ του και δεν εμπιστεύεται τη θεία Πρόνοια, τη θεία Χάρη και θεία Βοήθεια στη ζωή του.

Θεωρώντας συχνά τον εαυτό του αλάνθαστο ο ορθολογιστής δεν επιτρέπει στον Θεό να επέμβει στη ζωή του και να τον κρίνει. Έτσι δεν θεωρεί ότι έχει ανάγκη εξομολογήσεως. Ο άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος όμως λέγει πως το να νομίζει κάποιος πως δεν έπεσε σε αμαρτήματα, αυτό είναι η πιο μεγάλη πτώση και πλάνη και το πιο μεγάλο αμάρτημα. Παρασυρμένοι ορισμένοι νεώτεροι θεολόγοι μιλούν γι' αστοχία και όχι για αμαρτία, θέλοντας ν' αμβλύνουν τη φυσική διαμαρτυρία της συνειδήσεως. Η αυτάρκεια ορισμένων εκκλησιαζομένων και νηστευόντων χριστιανών κρύβει ενίοτε ένα λανθάνοντα φαρισαϊσμό, ότι δεν είναι όπως οι λοιποί των ανθρώπων και ως εκ τούτου δεν χρήζουν εξομολογήσεως.

Κατά τους αγίους πατέρες της Εκκλησίας μας το μεγαλύτερο κακό είναι η υπερηφάνεια, η μητέρα όλων των παθών κατά τον όσιο Ιωάννη της Κλίμακος. Πρόκειται για πολύτεκνη μητέρα με πρώτες θυγατέρες την κενοδοξία και την αυτοδικαίωση. Η υπερηφάνεια είναι μία μορφή άρνησης Θεού, είναι εφεύρεση των πονηρών δαιμόνων, αποτέλεσμα πολλών κολακειών και επαίνων, που επιφέρει την εξουδένωση και εξουθένωση των ανθρώπων, τη θεομίσητη κατάκριση, τον θυμό, την οργή, την υποκρισία, την ασπλαχνία, τη μισανθρωπία, τη βλασφημία. Η υπερηφάνεια είναι ένα πάθος φοβερό, δύσκολο, δυνατό και δυσθεράπευτο. Η υπερηφάνεια επίσης είναι πολυδύναμη και πολυπρόσωπη. Εκδηλώνεται ως ματαιοδοξία, μεγαλαυχία, οίηση, αλαζονεία, υπεροψία, φυσίωση, τύφωση, καύχηση, ιταμότητα, έπαρση, μεγαλομανία, φιλοδοξία, φιλαυτία, φιλαρέσκεια, φιλοχρηματία, φιλοσαρκία, φιλαρχία, φιλοκατηγορία και φιλονικία. Ακόμη ως αυταρέσκεια, προσωποληψία, αυθάδεια, αναίδεια, παρρησία, αναλγησία, αντιλογία, ισχυρογνωμοσύνη, ανυπακοή, ειρωνεία, πείσμα, περιφρόνηση, προσβολή, τελειομανία και υπερευαισθησία. Η υπερηφάνεια τελικά οδηγεί στην αμετανοησία.

Όργανο της υπερηφάνειας συχνά γίνεται η γλώσσα. Με την αργολογία, τη φλυαρία, την πολυλογία, το κουτσομπολιό, τη μωρολογία, τη ματαιολογία, την ανειλικρίνεια, την αδιακρισία, τη διγλωσσία, τη διπλωματία, την ευτραπελία, την προσποίηση και τον εμπαιγμό.

Από τα επτά θανάσιμα αμαρτήματα προέρχονται πολλά άλλα πάθη. Αφού αναφέραμε τα της υπερηφάνειας, ερχόμαστε στη φιλαργυρία, που γεννά τη φιλοχρηματία, την πλεονεξία, την απληστία, την τσιγγουνιά, την ανελεημοσύνη, τη σκληροκαρδία, την απάτη, την τοκογλυφία, την αδικία, τη δολιότητα, τη σιμω­νία, τη δωροληψία, τον τζόγο. Η πορνεία έχει μύριες εκφάνσεις όπως ο φθόνος με τις ύπουλες και πονηρές κακίες του, η αχόρταγη γαστριμαργία, ο θυμός και η ύποπτη ακηδία και αμέλεια.

Ιδιαιτέρως προσοχής χρήζουν πολλά ανορθόδοξα στοιχεία στην οικογενειακή ζωή και φρονούμε πως θα πρέπει να θεαθούν προσεκτικά από εξομολόγους και εξομολογουμένους. Η αποφυγή της τεκνογονίας, η ειδωλοποίηση των τέκνων, θεωρούμενα προέκταση του εγώ των γονέων, υπερπροστατευόμενα, παρακολουθούμενα συνεχώς και εξουσιαζόμενα βάναυσα. Ο γάμος είναι στίβος ταπεινώσεως, αλληλοπεριχωρήσεως και αλληλοσεβασμού και όχι παράλληλη όδευση δύο εγωισμών, παρά την ισόβια σύζευξη και συνύπαρξη. Χορεύει ο δαίμονας όταν δεν υπάρχει συγχώρεση στις ανθρώπινες αδυναμίες και τα καθημερινά σφάλματα. Οι γονείς θα βοηθήσουν σημαντικά τα παιδιά τους όχι με την πλούσια ευγένεια έξω από το σπίτι αλλά με το ειρηνικό, νηφάλιο και αγαπητικό παράδειγμα καθημερινά μέσα στο σπίτι τους. Η συμμετοχή των παιδιών μαζί με τους γονείς τους στο μυστήριο της εξομολογήσεως θα τους ενδυναμώσει με τη θεία Χάρη και θα τους στερεώσει στη βιωματική εμπειρία με τον Χριστό. Ζητώντας οι σύζυγοι ειλικρινά συγγνώμην διδάσκουν τα παιδιά τους την ταπείνωση, που καίει τις δαιμονικές πλεκτάνες. Σ' ένα σπιτικό που ανθεί η αγάπη, η ομόνοια, η κατανόηση, η ταπείνωση και ειρήνη υπάρχει πλούσια η ευλογία του Θεού και γίνεται κάστρο απόρθητο στην κακία του κόσμου. Η με τη συγχωρητικότητα αγωγή των παιδιών δημιουργεί μία υγιά οικογενειακή εστία που τα εμπνέει και τα ενισχύει για το μέλλον τους.

Ένα άλλο μεγάλο θέμα, που αποτελεί σοβαρό εμπόδιο για τη μετάνοια και την εξομολόγηση είναι η αυτοδικαίωση, που μαστίζει και πολλούς ανθρώπους της Εκκλησίας. Βάση της έχει, όπως είπαμε, τη δαιμονική υπερηφάνεια. Κλασικό παράδειγμα ο Φαρισαίος της παραβολής του Ευαγγελίου.

22-Garoufalis 25 Martiou.jpgΟ αυτοδικαιούμενος άνθρωπος έχει φαινομενικά καλά, για τα οποία υπεραίρεται και θέλει να τιμάται και επαινείται. Χαίρεται να τον κολακεύουν, να εξουθενώνει και ταπεινώνει τους άλλους. Αυτοεκτιμάται υπερβολικά, αυτοδικαιώνεται παράφορα και θεωρεί τον Θεό αναγκαστικά υποχρεωμένο να τον ανταμείψει. Πρόκειται τελικά για ταλαίπωρο άνθρωπο, όπου ταλαιπωρούμενος ταλαιπωρεί και τους άλλους. Διακατέχεται από νευρικότητα, ταραχή, απαιτητικότητα, που τον αυτοφυλακίζει και δεν τον αφήνει ν' ανοίξει τη θύρα του θείου ελέους, διά της μετανοίας.

Γέννημα της υπερηφάνειας είναι και η κατάκριση, που δυστυχώς αποτελεί συνήθεια και πολλών χριστιανών, που ασχολούνται περισσότερο με τους άλλους παρά με τον εαυτό τους. Φαινόμενο της εποχής μας και της κοινωνίας που ωθεί τον κόσμο στη συνεχή ετεροπαρατήρηση και όχι την αυτοπαρατήρηση. Οι μύριες ασχολίες και δραστηριότητες του σύγχρονου ανθρώπου δεν τον θέλουν να μείνει ποτέ μόνο προς μελέτη, περίσκεψη, προσευχή, αυτογνωσία, αυτομεμψία, αυτοέλεγχο και μνήμη θανάτου. Τα λεγόμενα μέσα μαζικής ενημερώσεως ασταμάτητα ασχολούνται σκανδαλοθηρικά, επίμονα και μακρόσυρτα με τα πάθη, τις αμαρτίες, τα παραπτώματα των άλλων. Όλ' αυτά προκαλούν, εντυπωσιάζουν και αν δεν σκανδαλίζουν πάντως φορτώνουν την ψυχή και το νου με τα βρωμερά και άσχημα και μάλιστα καθησυχάζουν, αφού εμείς είμαστε καλύτεροι. Έτσι ο άνθρωπος συνηθίζει στη μετριότητα, χλιαρότητα και εφημερότητα της φθηνής καθημερινότητος, μη συγκρινόμενος με τους αγίους και τους ήρωες.

Έτσι η κατάκριση κυριαρχεί στις μέρες μας, θεωρώντας ο άνθρωπος ότι ενεργεί δίκαιη κάθαρση, σπιλώνοντας άλλους και μολύνοντας τον εαυτό του, δημιουργώντας κακίες, μίση, έχθρες, μνησικακίες, ζηλοφθονίες και ψυχρότητες. Ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής μάλιστα αναφέρει πως εκείνος που περιεργάζεται συνεχώς τις αμαρτίες των άλλων ή κρίνει τον αδελφό του από υποψία και μόνο, αυτός δεν έκανε ακόμη αρχή μετανοίας, ούτε άρχισε την έρευνα για να γνωρίσει τις αμαρτίες του.

Λέγονται πολλά και διάφορα. ένα τελικά είναι το καίριο, σημαντικό και εξέχον. η σωτηρία μας, για την οποία δεν πολυνοιαζόμαστε παντοτεινά. Η σωτηρία δεν επιτυγχάνεται παρά μόνο με ειλικρινή μετάνοια και καθαρή εξομολόγηση. Η μετάνοια δεν ανοίγει μόνο τον ουράνιο παράδεισο, αλλά και τον επίγειο με την πρόγευση, έστω εν μέρει, της ανεκλάλητης χαράς της ατελεύτητης βασιλείας των ουρανών και της υπέροχης ειρήνης από τώρα. Οι εξομολογημένοι άνθρωποι μπορούν νάναι οι αληθινά γνήσια χαρούμενοι, οι ειρηνικοί και ειρηνοφόροι, οι κήρυκες της μετανοίας, της αναστάσεως, της μεταμορφώσεως, της ελευθερίας, της χάριτος, της ευλογίας του Θεού στις ψυχές τους και τη ζωή τους. Η πλούσια χάρη του Θεού κάνει τον λύκο πρόβατο, λέγει ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος. Καμιά αμαρτία δεν υπερβαίνει την αγάπη του Θεού. Κανείς αμαρτωλός αν θέλει δεν αδυνατεί ν' αγιάσει. Μας το αποδεικνύουν οι πολλοί μετανοημένοι άγιοι του Συναξαριστή.

Ο εξομολόγος εξομολογεί και συγχωρεί τους εξομολογούμενους με τ' άγιο πετραχήλι του. Δεν μπορεί όμως να αυτοεξομολογηθεί και να θέσει ο ίδιος το πετραχήλι του στο κεφάλι του για να συγχωρηθεί. Πρέπει απαραίτητα να σκύψει σε άλλο οπωσδήποτε πετραχήλι. Έτσι λειτουργεί ο πνευματικός νόμος, έτσι τα έθεσε η πανσοφία και η φιλευσπλαγχνία του Θεού.

Δεν μπορεί να εξομολογούμε και να μη εξομολογούμεθα. Να διδάσκουμε και να μη πράττουμε. Να μιλάμε για μετάνοια και να μη μετανοούμε οι ίδιοι. Να μιλάμε για εξομολόγηση και να μη εξομολογούμεθα τακτικά. Ουδείς αυτοκαθαίρεται και ουδείς αυτοσυγχωρείται ποτέ. Οι ασύμβουλοι, οι ανυπάκουοι, οι ανεξομολόγητοι αποτελούν σοβαρό πρόβλημα της Εκκλησίας μας.

Αδελφοί μου αγαπητοί, το πετραχήλι του πνευματικού δύναται να γίνει θαυματουργό νυστέρι αφαιρέσεως κακοήθων όγκων, ν' αναστήσει νεκρούς, ν' ανανεώσει και μεταμορφώσει τον άκοσμο κόσμο, να χαροποιήσει γη και ουρανό. Η Εκκλησία μας εμπιστεύ­θηκε το μέγα λειτούργημα, το ιερό υπούργημα, στους ιερείς μας και όχι στους αγγέλους, για να τους πλησιάζουμε άνετα και άφοβα ως ομοιοπαθείς και ομόσαρκους.

Όλα τα παραπάνω, ειλικρινά και διόλου ταπεινόσχημα, ειπώθηκαν από ένα συναμαρτωλό, που δεν θέλησε να κάνει τον δάσκαλο, αλλά τον συναγωνιζόμενο συμμαθητή σας. Θέλησε από αγάπη να σας θυμίσει με απλά και άτεχνα λόγια τη ζώσα παράδοση της αγίας μητέρας μας Εκκλησίας επί του πάντοτε επίκαιρου θέματος της θεοΰφαντης και θεομακάριστης μετάνοιας και της θεοπαράδοτης και θεαγάπητης ιεράς Εξομολογήσεως.

«ΜΕΤΑΝΟΙΑ ΚΑΙ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗ» ΜΟΝΑΧΟΥ ΜΩΥΣΕΩΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ ΕΚΔΟΣΕΙΣ «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ». ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ

Πειραιώς Σεραφείμ: ''Θέλουν να αποχριστιανοποιήσουν το έθνος''

mitropolitis-serafeim
Το θέμα που άνοιξε χθες με τις δηλώσεις του βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ Τάσου Κουράκη περί της… προικοδότησης των ιερέων από όσους Έλληνες δηλώνουν Χριστιανοί, συνεχίζει και σήμερα να απασχολεί την επικαιρότητα.
Έτσι, ο Μητροπολίτης Πειραιώς κ. Σεραφείμ μίλησε στο ραδιόφωνο του “Alpha 9.89, και παρουσίασε τη δική του άποψη επί του θέματος.
“Αυτές οι απόψεις είναι το λιγότερο αφελείς και ασταθείς. Η Αριστερά κατά βάση έχει δανειστεί τις αντιλήψεις της Εκκλησίας, όσα διακηρρύσει είναι δάνεια από το ευαγγελικό μήνυμα. Έχουν απομονωθεί όμως οι ιδέες αυτές από την πραγματική έννοιά τους.
Θέλουν να αποχριστιανοποιήσουν το έθνος. Μπορεί όμως αυτό να συμβεί με το γένος των Ελλήνων;
Ο ΣΥΡΙΖΑ, η Δημοκρατική Αριστερά και το ΚΚΕ δεν θέλουν τη συμπόρευση του Έθνους και της Εκκλησίας.
Ενώ, η Χρυσή Αυγή είναι ένα κόμμα που προβάλλει τον εθνικισμό, αλλά πρέπει να διορθώσει πολλά που καταμαρτυρούνται εις βάρος της”, υποστήριξε μεταξύ άλλων ο Μητροπολίτης Πειραιώς κ. Σεραφείμ.

Tuesday, January 29, 2013

Η ΣΩΣΤΗ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗ-Π. ΑΝΔΡΕΑΣ ΚΟΝΑΝΟΣ

Spiritual Counsels



ON HUMILITY
—“What is humility, Father Paisius?” some of his disciples once asked him. Humility is the thought and conviction of our heart that we are more sinful than all men and unworthy of the mercy of God. Reviling ourselves doesn’t mean that we have true humility. True humility is when someone shames and abuses us publicly, and we endure it and say, “God ordered that brother to shame me for my many sins.” We should receive everything as a command of God. When someone shames you, say that God commanded him to do it. When someone takes something of yours, God commanded him to take it, in order to make you a monk. When you are removed from a higher place, God changed your place so that you would change from your passions and bad habits. This is true humility. And pride is when we trust in ourselves, in our mind, our strength, when we think we are more capable than someone else, better, more beautiful, more virtuous, more pleasing to God. Then it is certain that we are overcome by the ugly sin of pride, from which may God, who humbled Himself for our salvation, preserve us. Let us humble ourselves, brethren, because a proud man cannot be saved. Let us weep for our sins here, so we can rejoice forever in the next life, for after we leave this world everyone will forget us. Let us not hope in men, but only in God. A man changes. Today he gives to you and tomorrow he asks from you. Today he praises you and tomorrow he condemns you. Let us place our hope in the mercy of God, and we will never go astray.

—A layman asked the Elder for a profitable word, and he told him: Brother, often animals are wiser than men. Let us learn obedience and patience from the ox, humility and meekness from the lamb, cleanliness and industry from the ants and bees. We can learn a lesson for our life from all the animals.
The Elder also added: “It’s best for a man to become a clay vessel, which is useful to all people and for all kinds of daily work, for food, water, and so on. But golden vessels are put in safes and locked up in cupboards. For fear of thieves they are seldom used, maybe only once a year. A clay vessel has its daily use and service to man. So also is a humble man who does not seek honors and rank. He remains insignificant even amid men of lower rank, but he benefits, counsels, and helps everyone, and all seek him out and rejoice with him. Humility is a great gift to monks and all Christians!”


ON ABORTION
—A certain woman who did not want to have many children went to the Elder and asked his advice about what she should do. He said to her: If you avoid having children, you avoid salvation. One child is not enough, because you might lose it. Many children in a home are usually healthier than one or two, because they often become spoiled and sickly. Here is fulfilled the word of the Lord: He which soweth sparingly shall reap also sparingly; and he which soweth bountifully shall reap also bountifully (II Cor. 9:6).
A little while ago an old woman came to me for confession, and I asked her: “Sister, how many children do you have?” “Father, I’ve borne eighteen! God took eight of them when they were little, and the other ten are the first citizens in the village!” Another woman came from far away, and I asked her: “How many children do you have, my Christian?” “None, Father.” “And how many abortions have you had up to now?” “Father, I’ve had forty.” “Go and confess to the bishop, my child, and repent while you still have time, because God’s judgment is terrible!” After denial of the faith, the greatest sin in the world is the murder of babies by abortion. These two sins quickly bring God’s wrath and punishment upon men.

—What penance do you give those who have had abortions? The punishment for abortion and murder in general is life-long repentance. The penance consists of daily prostrations, fasting until evening every Wednesday and Friday, complete avoidance of this sin in the future, and the birth and baptism of other children in place of those killed. Also in such circumstances they are forbidden to receive Communion for seven years, except in the case of a pregnant woman, who can receive Communion as a special allowance.

—Certain Christians asked the Elder, ‘’What will happen to the souls of infants killed by abortion?’’ and he answered with a sigh: I believe that these infants are martyrs. They will complete the number of the martyrs in the last times, as the Apocalypse says. In dying through abortion they receive the baptism of blood, but the Church does not commemorate them in her prayers in order not to encourage abortions, which for the parents is an act of infanticide.


COUNSELS ON TROUBLES
—A sorrowful Christian asked the Elder for a word of comfort, and he said: Listen, Brother. Without temptations and griefs we cannot be saved. But we should not be disturbed or grow weak in faith, because now the devil attacks men more cruelly than in the past, for he knows that he has only a little more time to rule over the modern world. Let us pray, endure, and remember the words of the Lord, who said that He will be with us until the end of the ages. We should not despair in the time of our trials, because God has not abandoned us. As in the time of the Prophet Elias the Tishbite, when God still had 7000 of His elect who had not bent the knee to Baal, so also today the Lord still has many elect Christians with strong faith who have not bent their souls to the service of the passions. God has His just ones, in the villages and the cities, who glorify Him day and night and live in virginity and temperance, showing mercy to the poor and widows. But God alone knows their names.

—How can we reconcile those who are quarreling? First we should pray for them. Then we should urge them to confess to their spiritual father, and we should counsel them with the words of the Gospel to make peace, according to the Lord’s saying: Blessed are the peacemakers, for they will be called sons of God (Matt. 5:9). As much as we can, we should strive to make peace, for we are sons of God and bear in ourselves the peace of the Holy Spirit. Those who are not at peace cannot have Communion. If one of them dies unreconciled to his enemy, then the living one must go to his grave for forty days and beg him to forgive him. Of course this is rather difficult. But we urge the living to make a prostration to the dead with whom they quarreled in life, and we hope in the mercy of God, that He will forgive them. 



Elder Paisius Olaru of Sihla Skete

Η πίστη ( Μοναχός Μωυσής Αγιορείτης )


pisti
Πιστεύω στο Θεό σημαίνει αποδέχομαι ελεύθερα και αβίαστα την ύπαρξή του. Τον δέχομαι ως δημιουργό του σύμπαντος και τον εμπιστεύομαι. Η εμπιστοσύνη αυτή δίνει ένα άλλο νόημα στη ζωή, ένα νέο τρόπο ζωής, που με ωθεί να ζω σύμφωνα με το άγιο θέλημά του.
Γράφει ο μοναχός Μωυσής, Αγιορείτης
Ορισμένοι μιλούν για μία ανώτερη δύναμη, δίχως να θέλουν να αγωνιστούν, για να τον γνωρίσουν καλύτερα, ώστε να τον αγαπήσουν και να αισθανθούν τη μεγάλη αγάπη του. Νομίζουν ότι η ενασχόλησή τους με το Θεό θα τους δυσκολέψει τη ζωή, θα περιορίσει την ελευθερία τους, θα τους γεμίσει ενοχές κι έτσι τον αφήνουν στο περιθώριο.
Η πίστη δεν είναι απλά λογική, δεν είναι παράλογη, αλλά είναι υπέρλογη. Ο Θεός είναι άπειρος, απερινόητος, πέρα από τις αισθήσεις και την ψυχρή λογική. Είναι αόρατος και όμως αισθητός. Δεν αποδεικνύεται η ύπαρξη του Θεού. Η πίστη είναι δώρο, είναι και κατόρθωμα, είναι αποτέλεσμα ταπεινής καλλιέργειας αλλά και δωρεά της θείας χάριτος στις καθαρές καρδιές. Η πίστη είναι τελικά ένα ωραίο ρίσκο.

Η ορθόδοξη πίστη δεν είναι μία θρησκεία ανάμεσα στις άλλες θρησκείες. Είναι αποκάλυψη ζώντος Θεού, δεν είναι ανθρώπινη επινόηση και κατασκευή αλλά φανέρωση του μόνου αληθινού Θεού. Από αγάπη στο πλάσμα του ο Θεός δεν εμφανίζεται. Δεν θέλει ποτέ να τρομοκρατήσει κανέναν. Δεν θέλει να τον ακολουθούμε από φόβο αλλά από αγάπη. Ο Θεός είναι αρκετά ευγενής, δεν επιβάλλεται, δεν εξαγοράζεται, αλλά δίνεται απλόχερα σε όσους πραγματικά το θέλουν και το ζητούν.

Ο Θεός δεν αποδεικνύεται λογικά, αλλά βιώνεται εγκάρδια. Δεν θα πίστευα σε έναν Θεό που θα αποδεικνυόταν. Δεν μπορεί να είναι τυχαία όλη αυτή η καταπληκτική αρμονία του σύμπαντος. Θα λέγαμε πως η ανάγκη της πίστης αποτελεί φυσική αναζήτηση του κάθε ανθρώπου. Δεν είναι ματαιοπονία η πίστη. Όσοι πιστεύουν πιστεύουν άδολα. Έχουν ασφάλεια, ενίσχυση, ευλογία, παρηγοριά, κουράγιο και ελπίδα. Ένας άπιστος νοσεί. Έχει άχαρη ζωή. Σήμερα η απιστία είναι μόδα. Οι άπιστοι όμως δεν είναι αληθινά χαρούμενοι και ελεύθεροι και αυτό πρέπει να τους προβληματίσει ισχυρά
Ο σοφός και χαριτωμένος, μακαριστός Γέροντας Παΐσιος ο Αγιορείτης έλεγε πως «όλα τα θέματα τα συζητώ εκτός της υπάρξεως του Θεού. Είναι σαν να μου λες ότι δεν γεννήθηκες από μητέρα ή ότι το ράσο μου δεν είναι μαύρο. Τι συζήτηση να κάνουμε;». Την ύπαρξη του Θεού τη θεωρούσε δεδομένη, αυταπόδεικτη. Δίχως ταπείνωση όμως ο άνθρωπος αδυνατεί να πιστεύσει και μάλιστα κάποτε ειρωνεύεται και βλασφημεί.
Είναι δικαίωμα του καθενός να πιστεύει ή να μην πιστεύει. Ένας που πιστεύει να χαίρεται, να μην αισθάνεται μειονεκτικά και απομονωμένα. Ένας που δεν πιστεύει είναι ελεύθερη επιλογή του, ας μην ενοχλεί όμως όσους θέλουν να πιστεύουν. Η απιστία θωρείται πρόοδος. Η πίστη χαρακτηρίζεται οπισθοδρόμηση, ασθένεια, φανατισμός. Δεν είναι έτσι. Αν υπάρχουν λαθεμένες και νοσηρές καταστάσεις της πίστεως, δεν επιτρέπεται να γενικεύονται και μεγεθύνονται. Η πίστη είναι η ανάγκη της ψυχής. Ωραιοποιεί, νοηματίζει και φρονηματίζει τη ζωή. Είναι τυχεροί όσοι αληθινά πιστεύουν.


Advice on Dealing with Stray Thoughts in Church ( Saint Theophan the Recluse )


 
One of the problems we all face is the tendency for our minds to take over while we are in church where we are supposed to be in prayer. This happens to all of us as it i the nature of our mind to be always active unless we command through our soul to stop. This part of our mind is part of the body and needs to be controlled by the higher part of our being.


Here is some advice from Saint Theophan the Recluse:
First we are to pray as follows:

Pray with sincere warmth, with an outpouring before God, with feelings of contrition, humility and reverential fear and with diligent petitions for your spiritual needs. When we even approach prayer in church with this attitude we will still be faced with stray thoughts. Here is how how recommends to deal with them
As soon as you notice your thoughts have left church, turn them back and do not ever allow yourself consciously to daydream or to stray in thought... When the thoughts stray unbeknownst to you, this is also a small sin; but when you begin wandering off in thought purposely while you are in church , this is as sin...It is like a man who has gone to the king in order to ask him for something who then begins to make faces and fidget in the king's presence, without paying any attention to him... With respect to thoughts there are these two rules: 1) As soon as you notice this straying, turn the thoughts back, and 2) do not consciously allow the thoughts to wander.
A remedy against straying thoughts is mental attention, attention to the fact that the Lord is before us and we are before Him.... The attention is attached to the Lord by fear of God and by the desire to please God. From these come warmth of the heart, which draws the attention to the One Lord... Without labor and mental effort you will not attain anything spiritual... Reference: The Spiritual Life, pp 151-152

Monday, January 28, 2013

Αγάπη προς τον πλησίον - Γέροντας Εφραίμ


Ζωή με νόημα και σκοπό -π.Ανδρέας Κονάνος

ON PRAYER


 

Not to sin is truly blessed; but those who sin should not despair, but grieve over the sins they have committed, so that, through grief they may again attain blessedness. It is good, then, to pray always and not to lose heart, as the Lord says, And again the Apostle says, ‘Pray without ceasing’, that is by night and by day and at every hour, and not only when coming into the church, and not bothering at other times. But whether you are working, lying down to sleep, travelling, eating, drinking, sitting at table, do not interrupt your prayer, for you do not know when he who demands your soul is coming. Don’t wait for Sunday or a feast day, or a different place, but, as the Prophet David says, ‘in every place of his dominion’.
Whether you are in church, or in your house, or in the country; whether you are guarding sheep, or constructing buildings, or present at drinking parties, do not stop praying. When you are able, bend your knees, when you cannot, make intercession in your mind, ‘at evening and at morning and at midday’. If prayer precedes your work and if, when you rise from your bed, your first movements are accompanied by prayer, sin can find no entrance to attack your soul.

Prayer is a guard of prudence, control of wrath, restraint of pride, cleansing of malice, destruction of envy, righting of impiety. Prayer is strength of bodies, prosperity of a household, good order of a city, might of a kingdom, trophy of war, assurance of peace. Prayer is a seal of virginity, fidelity in marriage, weapon of travellers, guardian of sleepers, courage of the wakeful, abundance for farmers, safety of those who sail. Prayer is an advocate for those being judged, remission for the bound, consolation for the grieving, gladness for the joyful, comfort for mourners, a feast on birthdays, a crown for the married, a shroud for the dying. Prayer is converse with God, equal honour with the Angels, progress in good things, averting of evils, righting of sinners. Prayer made the whale a house for Jonas, brought Ezechias back to life from the gates of death, turned the flame to wind of moisture for the Youths in Babylon. Through prayer Elias bound the heaven not to rain for three years and six months.

See, brethren, what strength prayer has. There is no possession more precious than prayer in the whole of human life. Never be parted from it; never abandon it. But, as our Lord said, let us pray that out toil may not be for nothing, ‘When you stand in prayer, forgive if you have anything against anyone, that your heavenly Father may forgive you your faults’.

Do you not see, brethren, that we toil for nothing when we pray, if we have enmity against someone? And again the Lord says, ‘If you offer your gift at the altar, and there you remember that someone has something against you, leave your gift before the altar, and go first and be reconciled to your brother, and then come and offer your gift’. Therefore, it is clear that if you do not do this first, all that you offer will be unacceptable, but if you do the Master’s bidding, then implore the Lord with boldness, saying, ‘Forgive me my debts, Master, as I have forgiven my brother, so fulfilling your commandment. I, weak though I am, have forgiven’. For the Lover of mankind will answer, ‘If you have forgiven, I too will forgive. If you have pardoned, I too will pardon your sins. For I have authority on earth to forgive sins. Forgive and you will be forgiven’.
See God’s unfathomable love for humankind. See God’s unbounded goodness. Hear instant salvation of your souls.

Μία μητέρα που ήξερε να δακρύζει και να γονατίζει.


Η συμβολή των μητέρων των Τριών Ιεραρχών, Εμμέλειας του Μ. Βασιλείου, Νόνας του Γρηγορίου του Ναζιανζηνού
καί Ανθούσας Ιωάννη του Χρυσόστομουστην ανάδειξη αυτών των Μεγάλων Πατέρων καί Οίκουμενικών Διδασκάλων της Εκκλησίας υπήρξε αποφασιστική.
Καί είναι δίκαιος ό θαυμασμός του εθνικού ρήτορα Λιβάνιου για τη χριστιανή γυναίκα - «Βαβαί, οιαι παρά χριστιανοίς είσι γυναίκες» - στο πρόσωπο της μητέρας του Χρυσόστομου, της νεαρής χήρας με την εκπληκτική πιστότητα στη μοναδική αγά­πη της ζωής της καί την ολοκληρωτική της αφοσίωση στην αγωγή του υπέροχου γιου της. Υπάρχει όμως μια ενδιαφέρου­σα λεπτομέρεια!
Καί οι τρεις τους, εξαίρετα πνεύματα, ήταν δεκτικοί, ευάγωγοι ως παιδιά καί νέοι στα άφορώντα τη σχέση τους με τη χριστιανική Αλήθεια καί ζωή!Την Ιδια εποχή στην Εκκλησία του Χρίστου πού παροικεί στη Δύση μια άλλη χριστιανή, ή Μόνικα - χήρεψε κι αυτή νέα -σήκωσε με ανάλογη προς την Ανθούσα πιστότητα το σταυρό της χηρείας της, καί επέδειξε αντίστοιχη αφοσίωση στήν άγωγη του επίσης εξαίρετου στο πνεύμα γιου της, Αύγουστίνου.
 Μα αυτός, παρά τη σφοδρή επιθυμία καί μεγάλη προσπάθεια της, έδειξε απροθυμία, αδιαφορία για τα άφορώντα τη χριστια­νική Αλήθεια καί ζωή.Καί το χειρότερο, τράβηξε κατά την αντί­περα όχθη, έπεσε σε υπαρξιακό αδιέξοδο, έζησε βίο άστατο, παραδόθηκε σε εξάρτηση αισθησιακή!


 Καί κείνη έγκαρτέρησε, όχι μια δυο μέρες, ένα ή δύο μήνες, ούτε ένα δυο αλλά δεκαέξι ολόκληρα χρόνια σε μαρτύριο δα­κρύων, δακρύων πού τα γόνατα της μεταποιούσαν σε σταλαγ­ματιές θερμής προσευχής! Καί ελεήθηκε από το Θεό, ευλογή­θηκε από την Αγάπη Του με την ευτυχία να δει το γιο της χρι­στιανό! Κι αργότερα Επίσκοπο Ίππώνος καί κορυφαίο Πατέρα ιδιαίτερα της Δυτικής Εκκλησίας!Δε θα την πω πιο αξιοθαύμαστη από τις μητέρες των Τριών Ιεραρχών.
Κρίση σε προσωπικούς σταυρούς δεν χωρεί! Ό Θε­ός γνωρίζει λογισμούς καί διαλογισμούς, διαθέσεις της καρδιάς καί ή Αγάπη Του κρίνει! Θα την πω όμως πιο μαρτυρική! Καί θα διερωτηθώ, τί άραγε θα αναφωνούσε ό Λιβάνιος, αν την είχε κι αυτήν γνωρίσει! Άλλα καί θα προτείνω την προσέγγιση της ιερής μορφής της πού ακολουθεί, ένα μικρό σταχυολόγημα από τα «εκ βαθέων» -«Εξομολογήσεις»- του τελικά λα­μπρού γιου της. Γιατί ή περίπτωση της ενδιαφέρει όχι λίγες μη­τέρες πού σηκώνουν σήμερα ανάλογους σταυρούς
Ήταν χριστιανή με πληρότητα και νόημα! «Ή μητέρα μου δεν αγαπούσε το Θεό από υπακοή στους γονείς της, μάλλον υπάκουε σ' αυτούς από αγάπη σ' Εκείνον», γράφει ό Αυγουστίνος. Υπάρχει μεγάλη διαφορά ανάμεσα στην αληθι­νή πίστη ως προσωπική αγάπη του Θεού - το «πνεύμα πού ζωοποιεί» - καί την πίστη τυπικό χρέος ή καθήκον - «το γράμμα πού σκοτώνει»Όση άναμεσα σε ελευθερία καί δουλεία-έξάρτηση! «Ό Θεός την είχε στολίσει με εξωτερική, πιο πολύ εσω­τερική ομορφιά, αυτή πού της έδινε τη χάρη ζωντανής μαρ­τυρίας της αλήθειας του...»
, συνεχίζει με τρυφερό κι ανθρώ­πινο θαυμασμό. Ή χριστιανή μάνα δεν είναι ιερότητα παγερή, στεγνή! Ή ομορφιά κι ή χάρη της, θεία δώρα κι αυτά ασκούν ύπαρκτική γοητεία στο παιδί, αν καρπώνονται στο μέσα, της ψυχής το κάλλος. Αυτό προέχει, ενώ ή απουσία του δημιουρ­γεί επικίνδυνο κενό!

«Παντρεύτηκε τον ειδωλολάτρη πατέρα μου, άνθρωπο οξύθυμο μα αγαθό, του αφοσιώθηκε σαν στο Χριστό... Αντι­μετώπισε με σεβασμό την άλλη πίστη του, δεν επέτρεψε να γίνει το θέμα αυτό αφορμή φιλονικίας μεταξύ τους... Δεν αντιδρούσε με λόγια ή έργα σε ώρα οργής, αλλά την κατάλ­ληλη στιγμή με αγάπη καί λεπτότητα εξηγούσε το λάθος... Δεν έλεγε ούτε μετέφερε λόγο κακό, δεν υποδαύλιζε διχό­νοιες, υποβοηθούσε τη συμφιλίωση, την ειρήνη... Προσευ­χόταν νύχτα καί μέρα, εκκλησιαζόταν τακτικά, τιμούσε τους λειτουργούς της Εκκλησίας, πρόσεχε την ελεημοσύνη... Κέρδισε έτσι γρήγορα την αγάπη, την τρυφερότητα, το σεβα­σμό του πατέρα μου καί τον ίδιο στη χριστιανική πίστη»!«Αυτά συνέβησαν γιατί είχε Εσένα επιστήθιο φίλο καί δι­δάσκαλο στο σχολείο της ψυχής», εξηγεί ό Αυγουστίνος καί προσθέτει ότι ή επιστροφή του πατέρα του είναι «το πρώτο δώρο του Θεού στη μητέρα μου, ό αρραβώνας της δικής μου επιστροφής, πού όμως επρόκειτο να αργήσει»! Με το τελευ-ταίο ρίχνει τη γέφυρα πού μας περνά από τη Μόνικα αληθινή χριστιανή σύζυγο τή Μόνικα αληθινή χριστιανή μητέρα, στην περιπέτεια της δικής του αποστασίας καί επιστροφής.

Και είναι μια μεγάλη αποστασία ή πρώτη φάση της ζωής του. «Ή μητέρα μας ανάθρεψε γεννώντας μας με ώδίνες τοκετού κάθε φορά πού έβλεπε να ξεμακραίνουμε από Σένα...», γράφει για τη χριστιανική αγωγή της μητέρας του στα τρία παιδιά της.
 Για τον εαυτό του ειδικά προσθέτει: «Από την τρυφερή ηλικία είχα ακούσματα για την αιώνια ζωή. Η μητέ­ρα με σφράγισε με το σημείο του Σταυρού τη στιγμή που μ' έβγαλε άπ' την κοιλιά της. Με πότισε την Αλήθεια του Θεού με το μητρικό της γάλα... Μικρό παιδί κι εγώ, πρίν Σέ γνωρί­σω, σε Σένα εύρισκα στήριγμα καί καταφυγή όταν με μάλω­ναν οι γονείς ή οϊ δάσκαλοι μου...Αρρώστησα βαριά καί ζήτησα με λαχτάρα να βαφτιστώ... Ή μητέρα με μύησε στο Μυστήριο της λυτρώσεως, μου έμα­θε την ομολογία που έπρεπε να απαγγείλω... Καλυτέρεψε όμως ή υγεία μου κι ανέβαλα τη βάφτιση μου. Νικήθηκα από την ιδέα πώς θα ξαναπέσω στην αμαρτία... Ή μήπως καί πήρα αυτή την απόφαση για να είμαι ελεύθερος να την απο­λαύσω»!
Καί με την εμπειρία της επιστροφής πια την ώρα αυτού του «εκ βαθέων» του παρατηρεί: «Ίσως το επέτρεψε ό Θεός για να δώσει στην αγνή καρδιά της μητέρας μου τη χα­ρά να κυοφορήσει μακροχρόνια κι επώδυνα τη σωτηρία μου»!Η περιπέτεια της αποστασίας αρχίζει στην Καρχηδόνα, όπου σπουδάζει Φιλολογία καί Ρητορική. Πρωτεύει στις σπουδές, καμαρώνει γι' αυτό, το... εξαργυρώνει με ερωτικές κατακτήσεις! «Αφέθηκα γρήγορα να γίνω έρμαιο φοβερών παθών καί ηδονών...
Δε ντρεπόμουν να μπλέκομαι σε περι­πέτειες επιπόλαιων ερώτων... Είχα υποδουλωθεί στη φρε­ναπάτη της ήδονοθηρίας, που ή ανθρώπινη άναισχυντία θε­ωρεί καί προβάλλει ως ελευθερία! Με πυρπολούσε ό πόθος τοϋ έρωτα... Το ν'αγαπώ καί ν'αγαπιέμαι μου ήταν πιο γλυ­κό, όταν απολάμβανα το κορμί του άγαπώμενου προσώπου»!"Ομολογίες ρεαλιστικές αλλά αφοπλιστικά ειλικρινείς σε θέμα πού ή εποχή μας απομυθοποιεί καί είδωλοποιεί συνάμα. «Ή μητέρα μου, αυτή ή ταπεινή δούλη του Θεού, που ή καρ­διά της ήταν εκκλησιά, αληθινή κατοικία του Κυρίου, αγωνιά, τρομάζει με το δρόμο πού πήρα...
 Με συμβουλεύει... μα δε δίνω την παραμικρή προσοχή... Θεωρώ τίς συμβουλές της απλοϊκές γυναικείες παραινέσεις»! Είναι ή ώρα της μεγάλης φωτιάς, ή ώρα πού ήδονοθήρας αυτός, δε θεωρεί την υπόθε­ση φρεναπάτη, αλλά... ελευθερία. Δεν του περνάει από το νου ότι το τελευταίο δείχνει σαν «φύλλο συκής» της ανθρώπινης άναισχυντίας.
Διαβάζει τότε Κικέρωνα, διαβάζει καί Γραφή, μα καταφεύ­γει στην αίρεση των Μανιχαίων! Δεν αργεί βέβαια να διαπι­στώσει ότι πρόκειται «για ανθρώπους, υπερφίαλους, κενόδοξους, φλύαρους, σαρκικούς. Ανθρώπους πού φώναζαν συ­νεχώς, "ή αλήθεια", "ή αλήθεια", μα δεν είχαν μιαν αλήθεια για Σένα, παρά μονάχα πλάνη»!
Ωστόσο τους ακολουθεί με πάθος. Γι' αυτό ή αγωνία της μητέρας του κορυφώνεται, μα ή αγάπη της τη φέρνει κοντά του. «Ή μητέρα μου έχυσε εκείνη την περίοδο για μένα δάκρυα πιο πολλά από όσα χύνουν οί μανάδες μπρος στα νεκρά παιδιά τους... Με την πίστη της με έβλεπε σαν νεκρό... Αλλά ή αγάπη της πότιζε τώρα με πιο πολλά δάκρυα προσευχών το χώμα!
 Αύτη την ξανάφερε κο­ντά μου καί με μήνυμα θεϊκό, παράθυρο ελπίδας»!Παράθυρο ελπίδας από ένα όνειρο, όπου νεανίας γοητευ­τικός, παρότι την έβλεπε σε τόση θλίψη, χαμογελούσε καί της έλεγε: «Ηρέμησε, κοίταξε καί δες, όπου στέκεσαι εσύ, στέ­κεται καί ό γιος σου»! Καί κοίταξε καί βεβαιώθηκε, ήταν αλή­θεια. «Καί είχε τη δύναμη να ζει το όνειρο σαν τη χαρά της δικής μου επιστροφής, πού θα αργούσε πολύ ακόμα!
Γιατί στα εννιά χρόνια πού ακολούθησαν κυλίστηκα σε βόρβορου βάραθρα, βυθίστηκα σε άβυσσο ψεύδους. Πάλευα βέβαια να βγω, αλλά βούλιαζα πιο βαθιά ακόμα»!Το ευτύχημα όμως είναι, «ότι όλα αυτά τα χρόνια ή ευσε­βής καί εγκρατής χήρα μητέρα μου τρέφεται με την ελπίδα του ονείρου της! "Οτι δεν σταματά τους ποταμούς των δα­κρύων, τους στεναγμούς της καρδίας στις ατέλειωτες ώρες των προσευχών της για μένα»!

Και το ανθρώπινο παράπονο στο Θεό! «Εσύ άκουγες τίς παρακλήσεις της, μα άφηνες να κυλιέμαι σε βόρβορο, να παραδέρνω σε χάος... Να είμαιπλανώμενος καί πλανών, πα­ρασυρόμενος καί παρασύρων». Τόσο πού σοφός Επίσκοπος, δε δεχόταν να του μιλήσει παρά τίς θερμές παρακλήσεις της μητέρας του. «Είναι ισχυρογνώμων, εγωιστής, πνεύμα άντιλογίας, παθιασμένος αιρετικός. Άσ' τον ελεύθερο, της είχε πει, αλλά μη σταματήσεις τίς προσευχές σου, κάποτε θα κα­ταλάβει»! Εκείνη επέμενε να παρακαλεί καί αυτός της είπε: «Πήγαινε στην ειρήνη του Θεού. Καί πίστεψε αυτό πού θα σου πω, ό Θεός δεν θα αφήσει να χαθεί ένα παιδί τόσων δακρύων»!
Μήνυμα αιώνιο αυτό για κάθε αληθινή μητέρα! Μετά την Καρχηδόνα ιδρύει καί στη Ρώμη δική του Ρητορι­κή Σχολή. Εκεί ξεκόβει από τους Μανιχαίους, αλλά δεν έρχε­ται στην πίστη. Αρρωσταίνει πάλι βαριά καί ή μητέρα εντείνει τίς προσευχές της. Ό Θεός δεν έχει σχέδιο να τον πάρει πρίν αναγεννηθεί, να«καταφέρει πλήγμα θανατερό στην ψυχή αυτής της Άγιας Γυναίκας».
Γίνεται καλά κι έρχεται καί ιδρύ­ει νέα Ρητορική Σχολή στο Μιλάνο. Κορυφαία μορφή εδώ ό "Αγιος Αμβρόσιος, «ψυχή εκλεκτή, ευσεβής δούλος του Θεού, γνωστός σε όλο τον κόσμο. Τον αγαπώ, όχι όμως ως δάσκαλο της αλήθειας του Χριστού, έχω χάσει πια κάθε ελπί­δα σωτηρίας. Τον αγαπώ ως άνθρωπο πού με έχει συμπαθή­σει».
Αυτή είναι ή κορύφωση της τραγωδίας του! Είναι πια πλάι σε μεγάλη πηγή «ύδατος ζώντος»! Άλλα δε νιώθει δίψα έλαφιού «επί τάς πηγάς των υδάτων»,δεν αισθάνεται την ανάγκη ν' αντλήσει «ύδωρ άλλόμενον εις ζωήν αϊώνιον»! Ή μητέρα σπεύδει, από την Αφρική στο Μιλάνο. Χαίρεται πού μαθαίνει πώς ξέκοψε από το Μανιχάίσμό.
«Δεν είχα βρεί την αλήθεια ακόμα, όμως είχα απομακρυνθεί από το ψέμα»! Ωστόσο λυπάται πού οϋτε ένας Αμβρόσιος δεν είχε αγγίξει καμιά χορ­δή τήςς ψυχής του. Γνωρίζεται, συζητεί με τον "Αγιο, «διπλα­σιάζει τα δάκρυα καί τίς προσευχές της για μένα».

Ό Αυγουστίνος καί τότε ακόμα δείχνει να γλιστρά πιο πέ­ρα. Μετά από ένα μικρό διάστημα στην αστρολογία, καταφεύγει στο νεοπλατωνισμό, ένα φιλοσοφικό σύστημα της μόδας εκείνα τα χρόνια καί ζει κοινοβιακά με κάποιους φίλους. Πα­ράλληλα όμως δεν τον αφήνουν αδιάφορο ακούσματα για επι­στροφές στην πίστη κάποιων νομομαθών, γοητεύεται από το βίο του Άγιου Αντωνίου, διαβάζει την Αγία Γραφή πιο προσε­κτικά.
Ηταν φανερό: το δίχτυ της Αγάπης του Θεού απλωνό­ταν πια για τα καλά πάνω άπ' τη ζωή του, ή αναγέννηση «εξ ύδατος καί πνεύματος» ερχόταν.Καί ήρθε, σε κείνο τον περίπατο, τότε πού περνούσαν μπρος άπ' τα μάτια του ταινία κινηματογραφική τα κρίματά του. Τότε πού εκείνο το ρίγος της μετάνοιας ένιωσε να διαπερνά καί το κορμί του. Αυτό πού είχε κατεργαστεί τα κρίματά της ψυχής του δεκαέξι τόσα χρόνια! Τότε πού ή παιδική φωνή τρα­γουδούσε κι έψαλλε το λυτρωτικό:Tolle et lege'', «άνοιξε καί διάβασε». Τότε πού το βλέμμα του συλλάβισε τον σωτήριο στί­χο: «Ως εν ήμερα εύσχημόνως περιπατήσωμεν, μη κώμοις καί μέθαις, μη κοίταις καί άσελγείαις, μη έριδι καί ζήλω...» (Ρωμ. 14,13). Τότε πού στο τέλος της ανάγνωσης είχαν αλλά­ξει όλα! Είχε αρχίσει το «ένδύσασθε τον Κύριον Ίησούν Χριστόν», είχε γλυκοχαράξει ή ανατολή ενός νέου κόσμου!Καί ή μητέρα ευχαριστούσε το Θεό: «Μου έδωσε ό,τι του ζητήσαμε το παραπάνω»!
'Έλεγε το δικό της«νυν απολύεις»! «"Ωρα να φύγω πια από αυτόν εδώ τον κόσμο»'Τό όνειρο της ελπίδας κι ό λόγος του Επίσκοπου ήταν ψηλαφητή αλήθεια. Ό γιος της ήταν πια «στον δικό της τόπο», «ό Θεός δεν είχε αφή­σει να χαθεί ένα παιδί τόσων δακρύων». Καί όχι μόνο, αλλά καί το ανέδειξε Μεγάλο δικό Του, Μεγάλο Πατέρα της Εκκλησίας, με παρουσία αγάπης καί γραφή στη Δύση ανάλογη με κείνη πού αξίωσε στην Ανατολή τους Τρεις Ιεράρχες. Η  Αγία Μόνικα, ή μητέρα του Αγίου Αυγουστίνου, είχε με­
γάλο πρόβλημα με το γιο της, σταυρό βαρύ, ασήκωτο. Το πέρασε όμως άπό μαρτύριο δακρύων, από στεναγμούς καρ­δίας, στα γόνατα ώρες ατέλειωτες δεκάξι τόσα χρόνια. Καί ή απάντηση του Θεού ήρθε! Το υπόδειγμα λέει κάτι ελπιδοφόρο.Σέ πολλές σημερινές μητέρες.
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...