Sunday, December 2, 2012

Αποσπάσματα (3) - Γέροντας Πορφύριος




                             
Με το νέο ή με το παλαιό ημερολόγιο, Γέροντα;

Όταν τον ρωτούσε κανείς ποιο είναι το σωστό ημερολόγιο, το παλαιό ή το νέο ,συνήθιζε να απαντάει ότι αυτό είναι επιστημονικό θέμα, να πάτε στους επιστήμονες να σας πουν. Κι έλεγε ότι ο ίδιος ποτέ δεν θα έφευγε από την Εκκλησία, οτιδήποτε κι αν συνέβαινε, και συμβούλευε μερικούς κληρικούς, που είχανε διαφορές με την επίσημη Εκκλησία, να κάνουν το παν να γεφυρώσουν την διαφορά και να επιστρέψουν στην Εκκλησία. Έλεγε μάλιστα: προτιμώ να πλανώμαι μέσα στην Εκκλησία, παρά να φύγω από την Εκκλησία. Κι έλεγε ότι δεν θα ήθελε να σωθεί μόνος του, δίχως την Εκκλησία κι ότι δεν θα εγκατέλειπε το πλοίο της Εκκλησίας, γιατί έπαθε ρωγμή ή γιατί κινδύνευε. [Πορ.44]


…διότι έχω αποθάνει!

Ένας  πολύ μορφωμένος άνθρωπος εδώ στην Αθήνα, πνευματικό τέκνο του Γέροντος Πορφυρίου, που για χρόνια, όποιο πρόβλημα κι αν είχε, πήγαινε στο Γέροντα ή του τηλεφωνούσε για να τον συμβουλευτεί, τις ημέρες που εκοιμήθη ο Γέρων Πορφύριος, έλειπε στο εξωτερικό κι έτσι δεν πληροφορήθηκε την κοίμησή του.
Όταν λοιπόν επέστρεψε στην Αθήνα, αντιμετώπισε ένα οικογενειακό πρόβλημα και θέλησε να συμβουλευτεί, όπως πάντα, το  Γέροντα. Σήκωσε το τηλέφωνο, σχημάτισε τον αριθμό του τηλεφώνου, που ήταν στο δωμάτιο του Γέροντος, και ακούει να του απαντά ο ίδιος ο Γέρων Πορφύριος.
Αφού τον χαιρέτησε και ζήτησε την ευχή του, του μίλησε για το πρόβλημά του και του ζήτησε τη συμβουλή του. Ο Γέρων Πορφύριος του είπε τι έπρεπε να κάνει και τι ν’ αποφύγει. Το πνευματικό αυτό τέκνο του τον ευχαρίστησε και του είπε: «Θα έρθω, Γέροντα, να σας δω μόλις μπορέσω». Του λέει τότε ο Γέρων Πορφύριος:
«Να μη  ξαναπάρεις στο τηλέφωνο, διότι έχω αποθάνει». [ Ι 137π.]


Όταν βλέπεις κάτι και αντιδράς μέσα σου, και σφίγγεσαι να μη μιλήσεις, ήδη δεν είσαι εντάξει με αυτό το σφίξιμο

Ήμουν στενοχωρημένος και με συμβούλευσε:
«Δε σου είπα και άλλη φορά, όταν ανοίξεις τελείως την καρδιά σου στον Κύριο, χωρίς σφίξιμο, μπαίνει ο Κύριος μέσα , και την καθιστά ανίκανη να αμαρτήσει; Κατάλαβες; Ανίκανους στο κακό.
Ο Κύριος μέσα στην καρδιά μας αγαπάει, φέρνει πραότητα, καλοσύνη.
Και να θέλουμε να θυμώσουμε, να κάνουμε στον άλλο κακό, δεν μπορούμε.
Τότε ισχύει «Ζω δε ουκέτι εγώ».
Το ζεις και το φωνάζεις μέσα σου.
Ο Παύλος πια τρελάθηκε από τη χαρά του και το διαλαλούσε.
Μα αλλάζει ο Χριστός; Όπως ήταν τότε, είναι και τώρα…
Γιατί μωρέ, αφού τα λέμε και τα αποφασίζουμε, ύστερα τι παθαίνουμε και γυρίζουμε στα ίδια και πρέπει να ξαναλέμε τα ίδια;
Παρ’ το εγωιστικά και μην αφήνεις τον εαυτό σου να δίνει ικανοποίηση στο διάβολο.
Δώσου εξ ολοκλήρου στον Χριστό, με ένθερμο έρωτα, με λαχτάρα.
Όταν βλέπεις κάτι  και αντιδράς μέσα σου, και σφίγγεσαι να μη μιλήσεις, ήδη δεν είσαι εν τάξει με αυτό το σφίξιμο». [ Α 51π.]


Όταν σε πιάνει κατάθλιψη

-         Σ’ εσάς την ίδια, κυρία Χ., τι έλεγε ο Γέροντας τις ώρες της μοναξιάς και του πόνου σας, που ο άνδρας σας πέθανε τόσο πρόωρα και τόσο νέος;
-         Με βοήθησε πάρα πολύ ο Γέροντας τις στιγμές εκείνες, που είναι φυσικό να σε πιάνει η κατάθλιψη κι αρχίζουν να σε βασανίζουν τα ερωτηματικά: «Γιατί, Θεέ μου, γιατί τόσο νωρίς;» Ένιωθα τότε μια ακηδία κι ένα βούλιαγμα στο κάθισμα και δεν μπορούσα να σηκωθώ.
Με συμβούλευσε τότε: «Μόλις αισθάνεσαι αυτό το πράγμα, να πετάγεσαι όρθια, και να πηγαίνεις μια βόλτα στο βουνό». Κι όταν τον ρώτησα πώς να έβγαινα έξω άμα ήταν βράδυ, μου απάντησε: «Άμα δεν μπορείς να βγεις, να φέρνεις στο νου σου όλο ωραίες εικόνες, όπως, ας πούμε, εκείνο το πάρκο, που είχατε επισκεφθεί με τον άνδρα σου και τα παιδιά σου, ή εκείνο το ωραίο ηλιοβασίλεμα, που απολαύσατε στη θάλασσα. Θα διώχνεις τους άσχημους λογισμούς και θα λες: «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησε τον άνδρα μου, ελέησε κι εμάς».
Μου εμφύσησε ,ακριβώς, αυτή την πεποίθηση ότι υπάρχει επικοινωνία μεταξύ της ζώσας και της θριαμβεύουσας Εκκλησίας.
[ Ι 171π.]


Να μην καταδικάζουμε το κακό ,αλλά να το διορθώνουμε

Ο Γέροντας αποδεικνυόταν ανατόμος και θεραπευτής τόσο της ανθρώπινης ψυχής, όσο και των ανθρώπινων ψυχικών σχέσεων. Μου έλεγε σχετικά: «Ο σκοπός μας δεν είναι να καταδικάζουμε  το κακό ,αλλά να το διορθώνουμε. Με την καταδίκη ο άνθρωπος μπορεί να χαθεί∙ με την κατανόηση και τη βοήθεια θα σωθεί. Τον αμαρτωλό πρέπει να τον αντικρίζουμε με αγάπη και σεβασμό στην ελευθερία του. Όταν ένα οικογενειακό μας πρόσωπο ρίχνει ένα βάζο από το τραπέζι, και το σπάει, συνήθως οργιζόμαστε. Αν εκείνη τη στιγμή, την κρίσιμη, με μια κίνηση ψυχικής ανύψωσής μας, δείξουμε κατανόηση και δικαιολογήσουμε τη ζημία, κερδίσαμε και την ψυχή μας και την ψυχή του αδελφού μας. Κι αυτή είναι όλη η πνευματική ζωή μας: μια κίνηση ανύψωσής μας, μέσα στις δοκιμασίες των θλίψεων, από την αγανάκτηση του εγωισμού στην κατανόηση της αγάπης». [ Γ 37π.]


Προετοιμασία

«Όταν πηγαίνεις να κοινωνήσεις τα άχραντα μυστήρια, πρόσεχε πολύ, έλεγε σε έναν αδελφό. Πρέπει να πηγαίνεις με πολλή προετοιμασία. Να έχεις σύνεση, εγκράτεια, νηστεία και πολλή αγάπη Χριστού. Να μην καθυστερείς περισσότερο από 15 μέρες».
Αυτό το τελευταίο αφορούσε τη δική του περίπτωση, και φυσικά στον καθένα έλεγε αυτό που του ταίριαζε.
[ Τζ 146]


Να μη γίνεις μοναχός από ανάγκη

Επισκέφθηκε το Γέροντα ένας νέος, που ήταν φορέας έιτζ. Ήταν απελπισμένος και ρώτησε το Γέροντα, αν μπορεί να καταφύγει σε Μοναστήρι, για να γίνει μοναχός. Εκείνος τον παρηγόρησε και του συνέστησε να καλλιεργήσει την πίστη του στο Χριστό ως τη μόνη ελπίδα και καταφυγή για κάθε περίπτωση. Για το Μοναστήρι του είπε, ότι η προσέλευση σ’ αυτό δεν πρέπει να γίνεται από ανάγκη και απελπισία, αλλά από ελπίδα και αγάπη στο Χριστό. [ Γ 197] 


Όταν ξημερώσει ,το σκοτάδι φεύγει

Ο Γέροντας εξαγιαζόταν αγαπώντας. Μια μέρα μου είπε: «Όταν αγαπούμε το Χριστό, τα αμαρτωλά μας πάθη υποχωρούν μόνα τους, χάνουν τη δύναμή τους, μπροστά στη δύναμη της αγάπης. Όταν ξημερώσει και φωτίσει το δωμάτιό μας ο ήλιος, το σκοτάδι φεύγει, δεν μπορεί να μείνει». [ Γ 427]


Δείχνεις ιδιαίτερη αδυναμία στο ένα από τα δύο σου παιδιά

Ο Γέροντας μεταξύ άλλων είχε πει:
-         Ο σκοπός των χαρισμάτων του Θεού είναι, για να βοηθεί ο Θεός τον άνθρωπο μ’ αυτά.
Κι εξηγούσε:
-         Και σ’ εμένα καμιά φορά εκδηλώνεται η Χάρη Του. Όμως μόνο τότε, όταν πρόκειται να βοηθήσει κάποια ψυχή. Να, πριν λίγο καιρό με πήρε ένας από την Αμερική ,για να με ρωτήσει για κάποιο σοβαρό θέμα, που τον απασχολούσε.
Εμένα όμως με πληροφόρησε η Χάρη για ένα άλλο σοβαρό θέμα, που του συνέβαινε, αλλά που αυτός δεν το είχε επισημάνει. Του είπα, λοιπόν:
«Πρόσεξε, γιατί  δείχνεις πολύ μεγάλη και ιδιαίτερη αδυναμία στο ένα από τα δύο παιδιά σου και ασχολείσαι συνέχεια μ’ αυτό λόγω αδυναμίας. Όμως με την στάση αυτή έχεις προκαλέσει σοβαρά τραύματα στην ψυχή του άλλου μικρού παιδιού σου, του κοριτσιού∙ και ζηλεύει. Του έχουν δημιουργηθεί μεγάλα ψυχολογικά προβλήματα κι αν δεν το προσέξεις τώρα αυτό που σου λέω, θα του κάνεις μεγάλη ζημιά και υπεύθυνος θα είσαι εσύ. Πρόσεξε, λοιπόν, τι κάνεις!» [ Χρ 356.358]

Έχουν κάνει όλες τις αμαρτίες κι εγώ  τ’ αγαπώ!

Μου έλεγε κάποια μέρα: «Έρχονται σε μένα καμιά φορά και αγόρια και κορίτσια. Τα καημένα τα παιδιά και τι δεν έχουν κάνει, όλες τις αμαρτίες τις σαρκικές τις έχουν κάνει, μα εγώ τ’ αγαπώ».
Ο Γέροντας δε δικαιολογούσε τις πράξεις των παιδιών∙ τις χαρακτήριζε ως σαρκικές αμαρτίες ,αλλά συγχρόνως τα αγαπούσε σαν πολύτιμες ψυχές «υπέρ ων Χριστός απέθανε». Με την αγάπη του, τους προσείλκυε σαν μαγνήτης και τους θεράπευε σταδιακά από τη σαρκολατρεία τους. Η πατερική αυτή στάση του Γέροντα, παρεξηγήθηκε από μερικούς πουριτανούς συντηρητικούς, που επένθησαν, και μερικούς ανεύθυνους προοδευτικούς, που πανηγύρισαν, για την ίδια αιτία: για το ότι τάχα ο Γέροντας «ανέχεται» τις σαρκικές αμαρτίες. Δεν καταλάβαιναν, ότι η αμαρτία δεν καταπολεμείται, ούτε με τη μισαλλόδοξη καταδίκη του αμαρτωλού , ούτε με την ένοχη νομιμοποίηση της πτώσης. Ο Γέροντας πολεμούσε αποτελεσματικά την αμαρτία, αγαπώντας τον αμαρτωλό και βοηθώντας τον στην συνειδητοποίηση της ευθύνης για τις πτώσεις του, και της δυνατότητας εν Χριστώ της απαλλαγής του και απ’ αυτές και από την ενοχή, δια της μετανοίας και της συγχωρήσεως και της εν Χριστώ ζωής. Ήθελε να οδηγεί στην καινούργια ζωή, και όχι να ταλαιπωρεί τις ψυχές με την παλιά. [ Γ 354π.]



Η μελαγχολία, η ταπείνωση και ο εξομολόγος

Κάποια βραδιά  είχαμε συγκεντρωθεί μια ομάδα μαζί με έναν Αγιορείτη. Νύχτωσε. Ο καιρός ήταν ανταριασμένος και απειλητικός. Όμως, κοντά στο Γέροντα   και για όσους ακόμη δεν ήταν μαθημένοι στη σκοτεινή νύχτα της φύσης, δεν ταραζότανε η γαλήνη. Ο Γέροντας μιλούσε για τη διαφορά της ταπεινοφροσύνης από το πλέγμα της κατωτερότητας. Ο ταπεινός, έλεγε, δεν είναι μια προσωπικότητα διαλυμένη. Έχει συνείδηση της κατάστασής του, αλλά δεν έχει χάσει το κέντρο της προσωπικότητάς του. Ξέρει την αμαρτωλότητά του, την μικρότητά του και δέχεται τις παρατηρήσεις του πνευματικού του ,των αδελφών του. Λυπάται, αλλά δεν απελπίζεται. Θλίβεται, αλλά δεν εξουθενώνεται και δεν οργίζεται. Ο  κυριευμένος από το πλέγμα της κατωτερότητας, εξωτερικά και στην αρχή, μοιάζει με τον ταπεινό. Αν όμως, λίγο τον θίξεις ή και τον συμβουλεύσεις, τότε το αρρωστημένο εγώ εξανίσταται, ταράζεται, χάνει κι αυτή τη λίγη ειρήνη που έχει. Το ίδιο, έλεγε, συμβαίνει και με τον παθολογικά μελαγχολικό σε σχέση με το μετανοούντα αμαρτωλό. «Ο μελαγχολικός περιστρέφεται κι ασχολείται με τον εαυτό του και μόνο. Ο αμαρτωλός ,που μετανοεί κι εξομολογείται, βγαίνει από τον εαυτό του. Αυτό το μεγάλο έχει η πίστη μας: τον εξομολόγο, τον πνευματικό. Έτσι  και το πεις στο Γέροντα, κι έλαβες τη συγχώρηση, μη γυρνάς πίσω». Αυτό το τόνιζε πολύ . Να μην ξαναγυρνά κανείς στα προηγούμενα, αλλά να προχωρά. Πόσους αιχμαλωτισμένους στη μαύρη χώρα της απελπισίας δεν είχε σώσει την έσχατη ώρα τραβώντας τους με τη δύναμη της παρρησίας του στο Θεό! [ Ι 237]  



Μη λες όλη την ώρα : «Θεέ μου είμαι αμαρτωλός»!

Τον Οκτώβριο του 1990 βρέθηκα, λόγω διαφόρων προβλημάτων, σε μια όχι καλή πνευματική κατάσταση και δοκίμασα αφόρητους πειρασμούς.
Μη έχοντας ούτε τη δύναμη να προσευχηθώ- ήταν ένα πολύ  παράδοξο πράγμα- περιορίστηκα για κάμποσες ημέρες, αντί άλλης προσευχής, να λέω: «Θεέ μου, είμαι αμαρτωλός, δεν έχω τρόπο να μιλήσω μαζί σου». Και θυμόμουν το Γέροντα, ο οποίος πολλές φορές μου είχε πει: «Ξέρεις, Νίκο, πόσο μεγάλη δωρεά είναι το ότι μας έδωσε ο Θεός το δικαίωμα να του μιλούμε κάθε ώρα και κάθε στιγμή και σε οποιαδήποτε θέση και αν βρισκόμαστε, κι εκείνος να μας ακούει; Αυτή είναι η μεγαλύτερη τιμή που έχουμε. Γι’ αυτό πρέπει να αγαπήσουμε το Θεό».
Ευρισκόμενος ,λοιπόν, σ’ εκείνη την πνευματική κατάπτωση που σας είπα, πήγα με τρεις φίλους μου να συναντήσω το Γέροντα Πορφύριο. Μπήκαν πρώτα οι άλλοι και τελευταίος μπήκα εγώ.
Μόλις μπήκα μέσα, μου λέει: «Κάθισε , αμαρτωλέ». Μόλις μου το είπε αυτό, κατάλαβα ότι όλο αυτό τον καιρό παρακολουθούσε την κατάσταση στην οποία είχα περιέλθει .
Κι όπως ήταν ξαπλωμένος στο κρεβάτι του ασθενής, με τις πολυπληθείς ασθένειες που είχε, βρήκε τη δύναμη, σηκώθηκε και σαν θυμωμένος μου είπε: «Πες, Νίκο, τίποτε άλλο, παρά όλη την ώρα λες: είμαι αμαρτωλός, είμαι αμαρτωλός». Και συνέχισε το ίδιο σαν θυμωμένος: «Πες τίποτε άλλο στο θεό. Κάνε προσευχή. Δεν κατάλαβες ότι αυτό ήταν πειρασμός και δεν μπόρεσες ν’ αντισταθείς;»
Βγάνοντας έξω, ο ένας από τους τρεις φίλους , μαζί με τους οποίους είχα πάει εκείνη την ημέρα στο Γέροντα και στον οποίο αφηγήθηκα τι μου είχε πει ο Γέροντας Πορφύριος, μου είπε ότι εκείνου του είχε διορθώσει και μια λέξη στην προσευχή που έκαμνε. Του είπε: «Γιάννη, αυτή τη λέξη να μη τη λες έτσι, αλλά να τη λες έτσι». [ Ι 160] 


Δώσ’ της και κανένα φιλί

Σε έναν αδελφό είπε τα εξής:
« Όταν σε μαλώνει η γυναίκα σου καμιά φορά που ασχολείσαι πολύ με τα εκκλησιαστικά, μην της μιλάς. Πήγαινε μια βόλτα και, όταν της περάσει και είναι εκεί στην κουζίνα να μαγειρεύει, χάιδεψέ της λίγο το κεφάλι της ή δώσ’ της και κανένα φιλί στο μάγουλό της. Της αρέσει και θα τα ξεχάσει όλα, ό,τι προηγουμένως της έκανες». [ Τζ 163]


Συζυγική εγκράτεια που θα πλήγωνε την αγάπη!

Ένα ζεύγος ευσεβές και πολύ αγαπημένο και μονοιασμένο, που ήδη είχε έξι  παιδιά, μάλιστα σε μικρή χρονική απόσταση μεταξύ τους, η σύζυγος- μητέρα πρότεινε στο σύζυγο να μείνουν στα έξι παιδιά ασκώντας εγκράτεια. «Μας φθάνουν», είπε, «έξι παιδιά και στο εξής να ζούμε εγκρατευόμενοι». Ο σύζυγος με ηρεμία και ψυχραιμία άκουσε τη σεμνή σύζυγό του, αλλ’ επιφυλάχθηκε να μη συμφωνήσει αμέσως. Πίστευε πως, για ένα τέτοιο θέμα, σοβαρό και λεπτό, τον πρώτο λόγο είχε ο Πνευματικός τους, που ευτυχώς ήταν ο Γέρων Πορφύριος. «Πριν από κάθε απόφαση για το θέμα αυτό», είπε ο σύζυγος στη σύντροφό του, «θα πρέπει να συμβουλευθούμε το Γέροντα».
Επισκέφθηκαν λοιπόν το Γέροντα και το θέμα έθεσε πρώτη η σύζυγος λέγοντας επί λέξει:
-         Όπως ξέρετε, Γέροντα, έχουμε έξι παιδιά και είπαμε να μείνουμε σ’ αυτά ασκώντας από εδώ και πέρα εγκράτεια.
Τότε ζήτησε το λόγο ο σύζυγος , που είναι και ευγενής και διακριτικός, για να εξηγήσει αρχικά μόνο τη λέξη «είπαμε».
-         Με την ευλογία σας, Γέροντα, να κάμω μιαν εξήγηση.
Και στρεφόμενος στη σύζυγό του είπε:
-         Με συγχωρείς ,αλλά είπες «είπαμε», ενώ έπρεπε να ειπείς «είπα». Δική σου γνώμη είναι, αφού εγώ δεν είπα ακόμη τη γνώμη μου και πρότεινα αυτή τη συνάντηση και συζήτηση με το Γέροντα.
Ο Γέροντας μειδίασε και είπε στο πολύτεκνο και αγαπημένο ζεύγος:
-         Το πρόβλημα δεν είναι η εγκράτεια. Το πρόβλημα είναι ότι θα πληγώσετε την αγάπη σας. Ο διάβολος θα ρίξει τόση γκρίνια μεταξύ σας, που για το παραμικρό θα εκνευρίζεστε και θα μαλώνετε, πράγμα που θα επηρεάσει και τα παιδιά σας. Γι’ αυτό καλό είναι να το σκεφθείτε περισσότερο το θέμα  αυτό και να προσευχηθείτε και θα σας δείξει ο Θεός το θέλημά Του. [ Περιοδ. Πολύτεκνη Οικογένεια, αρ. φ. 57 (1993), σ. 22]
 -----------------------------------
Σημ. Το παραπάνω κείμενο έχει δημοσιοποιηθεί με την άδεια των αδερφών του Ιερού ησυχαστηρίου Μεταμόρφωσις του Σωτήρος στο Μήλεσι της Αττικής.
Η επιλογή των κειμένων, έγινε σε συνεργασία με τον κύριο Κωνσταντίνο Καρακόλη, ο οποίος και έχει την επιμέλεια του βιβλίου και τον οποίο ευχαριστούμε θερμά για το ενδιαφέρον του.

Αποσπάσματα (2) -Γέροντας Πορφύριος



              
Άλλο το κόμπλεξ, άλλο η ταπείνωση, άλλο η μελαγχολία

Μου έλεγε ο Γέροντας μια μέρα: «Ο χριστιανός πρέπει να αποφεύγει την αρρωστημένη θρησκευτικότητα: τόσο το αίσθημα ανωτερότητος για την αρετή του, όσο και το αίσθημα κατωτερότητος για την αμαρτωλότητά του. Άλλο πράγμα είναι το κόμπλεξ και άλλο η ταπείνωση ∙ άλλο η μελαγχολία και άλλο η μετάνοια. Με επισκέφθηκε κάποτε ένας κοσμικός ψυχίατρος και μου κατηγόρησε τον Χριστιανισμό, διότι, όπως είπε, δημιουργεί ενοχές και μελαγχολία. Του απάντησα: Παραδέχομαι ,ότι μερικοί χριστιανοί ,από σφάλματα δικά τους ή άλλων, παγιδεύονται στην αρρώστια των ενοχών, αλλά κι εσύ πρέπει να παραδεχθείς, ότι οι κοσμικοί παγιδεύονται  σε μια χειρότερη αρρώστια, την υπερηφάνεια. Και οι μεν θρησκευτικές ενοχές ,κοντά στον Χριστό, φεύγουν με την μετάνοια και την εξομολόγηση, η υπερηφάνεια όμως των κοσμικών, που ζουν μακριά από τον Χριστό, δεν φεύγει.
Με τις τοποθετήσεις αυτές του Γέροντα, ξεκαθάριζαν μέσα μου μερικές απορίες που είχα, αναφορικά με ψυχολογικά προβλήματα της χριστιανικής ζωής. Αντιλαμβανόμουν ,ότι ο Γέροντας ήθελε να αποφεύγουμε την υπερηφάνεια, την μεταμφιεσμένη σε αυτοδικαίωση «χριστιανικού» φαρισαϊσμού ή σε αυτοκαταδίκη «χριστιανικής» περιδεούς συνειδήσεως. Έβλεπα, ότι η θρασύτητα των αισθανομένων ως «καθαρών» και η δειλία των αισθανομένων ως «ενόχων» δε διαφέρουν ουσιαστικά, ότι είναι δύο όψεις του αυτού νομίσματος ,της υπερηφάνειας. Διότι ο αληθινά πιστός χριστιανός  ελευθερώνεται από την ενοχή με την εξομολόγηση και την άφεση και χαίρει στην ελευθερία αυτή που του χάρισε ο Χριστός ∙ γνωρίζοντας δε ότι αυτό είναι δώρο Θεού ευγνωμονεί και δεν περιφρονεί. Είναι καθαρός δια του αίματος  του Χριστού και όχι από δικό του κατόρθωμα. Έτσι, χαίρει και ευχαριστεί και δεν υπερηφανεύεται και επί πλέον βλέπει και όλους τους άλλους δυνάμει καλούς δια του αίματος του Χριστού.
Ο Γέροντας μας δείχνει το δρόμο, που παράκαμπτε το κακό ( αμαρτία  ) και το χειρότερο ( υπερηφάνεια αρετής ) και οδηγούσε στο καλύτερο, στην ταπείνωση. Γι’ αυτό προσπαθούσε να προστατεύσει τη γνησιότητα της ταπείνωσης από τους κινδύνους νόθευσής της. Μου έλεγε: «Να είμαστε ταπεινοί, αλλά να μην ταπεινολογούμε. Η ταπεινολογία είναι παγίδα του διαβόλου, που φέρνει την απελπισία και την αδράνεια, ενώ η αληθινή ταπείνωση φέρνει την  ελπίδα και την εργασία των εντολών του Χριστού».
Ο Γέροντας ,με τη διδασκαλία του και περισσότερο με τα βιώματά του, εποίμανε τα πρόβατά του και τα οδηγούσε σε λειμώνες αγάπης και ταπείνωσης. Ζούσε ο ίδιος την ταπείνωση, πιστεύοντας ότι, εκείνος είναι το τίποτε, γιατί ο Θεός είναι , όπως έλεγε, το παν, κι ότι, ό,τι εμείς βλέπαμε πως είχε, δεν ήταν δικό του, αλλά δώρο του Θεού. [ Γ 305-7]


Τα φάρμακα , ο Χριστός, οι γιατροί

Τα φάρμακα δεν τα απέρριπτε, αλλά και δεν απέδιδε σ’ αυτά απόλυτη αξία ως προς τον θεραπευτικό τους ρόλο. Με ρώτησε μια μέρα: «Τι είναι φάρμακο;» Του απάντησα: Χημικό παρασκεύασμα ,που το παίρνουμε, για να θεραπευθούμε από τις αρρώστιες. Δεν ικανοποιήθηκε από την απάντησή μου και επανήλθε: «Πες μου τι σημαίνει φάρμακο. Δεν σου λέει τίποτα η ίδια η λέξη;». Βρέθηκα σε αμηχανία και σιωπούσα ,κοιτάζοντάς τον . Και ο Γέροντας συνέχισε: «Φάρμακο ,μωρέ, σημαίνει φαρμάκι. Μη νομίζεις ότι τα φάρμακα κάνουν μόνο καλό στον οργανισμό του ανθρώπου. Κάνουν και κακό. Γιατί παίρνουμε τα φάρμακα; Επειδή αρρωσταίνουμε. Και γιατί αρρωσταίνουμε; Επειδή στενοχωριόμαστε. Και γιατί στενοχωριόμαστε; Επειδή αμαρτάνουμε. Αν όμως αφήσουμε τον Χριστό να κατοικήσει σ’ ολόκληρη την ψυχή μας, τότε φεύγει η αμαρτία ,φεύγει η στενοχώρια, φεύγει η αρρώστια και πετάμε και τα φάρμακα».
Η ανάλυση αυτή του Γέροντα μου φάνηκε απολαυστική στην απλότητά της. Ο Γέροντας, σαν πνευματικό γεωτρύπανο, προχωρούσε από την επιφάνεια στο έσχατο βάθος, για την διαδοχική αιτιολόγηση σοβαροτάτων γεγονότων: της λήψης φαρμάκων, της αρρώστιας, της στενοχώριας, της αμαρτίας, της απουσίας του Χριστού από την ψυχή μας. Με την ανάλυση αυτή καταλάβαινα καλύτερα και την διαπίστωση του  Αποστόλου Παύλου, για όσους άφησαν τον Χριστό να κατοικήσει σ’ ολόκληρη την ψυχή τους: «Εν παντί θλιβόμενοι, αλλ’ ου στενοχωρούμενοι».
Σε μια άλλη συνάντησή μας, μου είπε: «Όταν αρρωσταίνουμε , για να μην κάνουμε λάθη, πρέπει  ακολουθούμε και τις οδηγίες της ιατρικής και της λογικής. Πάνω απ’ όλα όμως ν’ ακολουθούμε το θέλημα του Θεού και να έχουμε εμπιστοσύνη στην αγάπη Του». Ο Γέροντας ήξερε πάντα να εναρμονίζει και να εξισορροπεί τον υψηλό πνευματικό προορισμό του ανθρώπου με τις υλικές ανάγκες του. [ Γ 182π.] 


Η ασθένεια γίνεται πραγματική ευεργεσία

Ο Γέροντας Πορφύριος θεωρούσε τις ασθένειες πολύ μεγάλη ευλογία του Θεού. Όλοι γνωρίζουμε ότι ήταν μία ασθενική φύση. Ο Θεός επέτρεψε, ώστε ο μακαριστός Γέροντας να δοκιμαστεί από πολλές ασθένειες. Υπεράνω όλων υπέφερε από φοβερούς πονοκεφάλους, που δημιουργούσαν αφόρητη κατάσταση με λιποθυμικά συμπτώματα, ώστε να μην μπορεί να συνεχίσει την επικοινωνία του με τους ανθρώπους. Πολλές φορές όμως εξακολουθούσε με τη Χάρη του Θεού να καθοδηγεί σε επείγουσες περιπτώσεις, παραμερίζοντας  με αυτό τον τρόπο τον εαυτό του και ενδιαφερόμενος για την προκοπή και τη σωτηρία των άλλων. Ο Γέροντας Πορφύριος έβλεπε μέσα από τον πόνο και τις ασθένειες την παρουσία  του Θεού στον άνθρωπο. Όταν οι άνθρωπος υποφέρει ,αισθάνεται έντονα την αδυναμία του. Δεν μπορεί να στηριχθεί στον εαυτό του, γιατί βλέπει πως οι δυνάμεις του καταρρέουν. Θέλει όμως και να ξεπεράσει αυτές τις δυσκολίες. Γι’ αυτό και εμπιστεύεται στην αγάπη και τη φιλανθρωπία του Θεού. Η δια της αδιαλείπτου προσευχής επικοινωνία με το Θεό και η ανάθεση της ζωής του ανθρώπου στην πρόνοια του Θεού διοχετεύουν στην ύπαρξή του την πραγματική δύναμη, που εκπηγάζει από το Θεό και οδηγεί στη σωτηρία. Δηλ. στην μετά του Θεού ένωση και στη μετοχή στη ζωή της Τριαδικής Αγίας Θεότητος.
Όταν ρωτούσαμε το Γέροντα για την υγεία του, μας έλεγε μερικά πράγματα. Έβρισκε την ευκαιρία μέσα από την προσωπική δοκιμασία του να μας προσφέρει τη μεγάλη αλήθεια: «Ο θεός μας υπεραγαπά και θέλει να γίνουμε δικοί Του μέχρι πλήρους παραδόσεώς σ’ Αυτόν του εαυτού μας». «Πάσαν την ζωήν ημών Χριστώ τω Θεώ παραθώμεθα». Αυτό γίνεται πιο εύκολα ,όταν η αρρώστια δε μας αφήνει να εμπιστευόμαστε  στις δικές μας δυνάμεις. Και τότε η ασθένεια γίνεται πραγματική ευεργεσία. Γι’ αυτό και έλεγε ο Γέροντας: «Να μην παρακαλάτε το Θεό να σας κάνει καλά. Εκείνος ξέρει τι είναι το καλό σας. Και θα ενεργήσει με την άπειρη αγάπη Του, που έχει για τον άνθρωπο». [ Ι 244]


Χρειάζονται «λίγα» λόγια και πολλή προσευχή

Στους γονείς ενός νέου, που έκανε απόπειρα αυτοκτονίας, για αγνώστους σ’ αυτούς λόγους, ο Γέροντας είπε, όταν τον επισκέφθηκαν αναστατωμένοι: «Το παιδί σας είναι ευαίσθητο ∙ από μικρό έλιωνε από τη ζήλια κι άρχισε σιγά σιγά να αποξενώνεται από σας. Έφθασε μέχρι την απόπειρα αυτοκτονίας μετά από ερωτική απογοήτευση. Θέλει προσοχή ∙ ίσως του ξαναέρθει η στενοχώρια. Για να θεραπευθεί το παιδί από το τραύμα του, χρειάζονται λίγα λόγια και πολλή προσευχή. Όχι συμβουλές, κατακρίσεις και τέτοια. Λίγα προσεγμένα λόγια, που να του τονώσουν την ελπίδα κι αμέσως μετά προσευχή. Πολιορκήστε τον με τις προσευχές σας». Τα γεγονότα δικαίωσαν τα λόγια του Γέροντα.
[ Γ 299-300]


Να διαβάζεις Καινή Διαθήκη και βίους Αγίων

-         Αλήθεια, τι βιβλία διαβάζεις;
-         Δεν έχω καμία ιδιαίτερη προτίμηση. Τα διαβάζω όλα.
-         Βίους Αγίων διαβάζεις;
-         Έχω διαβάσει πάρα πολλούς. Και μου αρέσουν πολύ!
-         Να διαβάζεις όλους τους βίους των Αγίων. Εγώ τους έχω διαβάσει όλους και πολλούς τους έχω διαβάσει δύο και τρεις φορές. Και σαν μου τύχει κανείς, ευχαρίστως τους ξαναδιαβάζω. Από μικρό παιδί διάβαζα τους βίους των Αγίων και με βοήθησαν πάρα πολύ να γνωρίσω το Θεό και να έλθω πιο κοντά Του. Το ίδιο να κάνεις κι εσύ. Θα έχεις μεγάλο ψυχικό όφελος, γιατί σιγά- σιγά θα αρχίσεις να τους μιμείσαι. Το ίδιο να λες να κάνουν και οι άλλοι.
-         Την Καινή Διαθήκη τη διαβάζεις;
-         Την Καινή Διαθήκη δεν την έχω απλώς διαβάσει , αλλά την έχω μελετήσει και μάλιστα με πολλή προσοχή! Και συνεχώς κάνω επανάληψη.
-         Σωστά πράττεις! Να τη  διαβάζεις πολύ. Είναι πηγή ανεξάντλητη! Και όσο τη διαβάζεις ,τόσο περισσότερο υπεισέρχεσαι στη σοφία του Θεού! Να προσπαθείς κάθε βράδυ να διαβάζεις έστω μία σελίδα.
-         Το ίδιο μου έχει υποδείξει να κάνω και ο πατήρ τάδε.
-         Σε καθοδήγησε ορθά. Τις πράξεις των Αποστόλων τις διαβάζεις;
-         Τις διαβάζω και μου αρέσουν πολύ. Εκεί που δεν τα πάω καθόλου καλά, είναι η Αποκάλυψη του Ιωάννου.
-         Γιατί; Η Αποκάλυψις είναι όλο σοφία! Είναι το παν.
-         Γιατί, όλο για «σφραγίδες» και «σαλπίσματα» ομιλεί και εγώ δεν τα πολυκαταλαβαίνω! Είναι πολύ δυσνόητα!
-         Άμα τη διαβάσεις πολλές φορές και με πίστη στο Θεό, θα δεις πως η Θεία Χάρη θα σου τα φανερώνει όλα και θα σου φανούν, μετά, όλα πολύ εύκολα! Θα το διαπιστώσεις και μόνος σου πολύ γρήγορα. Η σοφία του Θεού δεν έρχεται μόνη της. Πρέπει εμείς να τη ζητήσουμε.
Διάβαζε λοιπόν. Διάβαζε όσο μπορείς την Αγία Γραφή και τους βίους των Αγίων. Αυτό σου συνιστώ. [Κ 180π.]


Ο σατανάς θέλει φασαρία μέσα στο σπίτι

-         Για τις σχέσεις του ανδρογύνου ;Πώς να συμπεριφέρεσαι; Τι σου έλεγε;
-         Μου έλεγε πολλά . Έλεγε, δηλαδή, ότι πρέπει να συνεννοούμαστε ,να προσευχόμαστε μαζί. Αυτό μου τόνισε πολλές φορές. Η προσευχή πρέπει να είναι κοινή. Όταν τα παιδιά μου ήταν φοιτητές, του έλεγα ότι προσεύχομαι για να περάσουν τις εξετάσεις. Μάλιστα, μια φορά, ο γιός μου, αν και ήταν καλός φοιτητής, σε κάποιες εξετάσεις δυσκολευόταν ∙ τότε μου είπε ο Γέροντας: «δε θα περάσει τις εξετάσεις». Πράγματι δεν τις πέρασε.
Και όταν ξαναπήγα, μου είπε: «Δε θα περάσει γιατί του φωνάζεις και να, ο σατανάς θέλει να κάνει φασαρία μέσα στο σπίτι και είσαι συ το όργανό του. Να μη  μιλάς».
«Να σου πω και κάτι άλλο» μου ‘λεγε. «Όταν γίνεται η προσευχή από κοινού, τότε να δεις πως γίνεται το θαύμα». Και του λέω: «Μα να πω στον άντρα μου, έλα να γονατίσουμε να κάνουμε προσευχή να περάσουν τα προβλήματα;». – «Σου είπα εγώ έτσι; Εγώ σου είπα να κάνετε προσευχή. Απ’ εκεί και πέρα βρέστε τα μόνοι σας».
-         Το να μη φωνάζετε στα παιδιά σας το τοποθετούσε ειδικά στην περίοδο των εξετάσεων;
-         Πάντα. Και για τη νηστεία και για την προσευχή και για έξω που βγαίνανε.
-         Καμιά παρατήρηση.
-         Όχι, όχι.
-         Πες μου, κυρία Ξένια, για το θέμα του σατανά, που σας είπε ότι γίνεστε όργανό του κάποτε. Τον ερώτησες τίποτε;
-         Έλεγε ότι ο σατανάς δεν μπορεί να βλέπει τις οικογένειες να ‘ναι γαλήνιες και να περνούν καλά και σε συνεννόηση μεταξύ τους. Βρίσκει έναν απ’ όλους, έναν που να μπορεί να τον παρασύρει.
-         Έναν ευάλωτο, ας πούμε.
-         Ναι. Και σ’ αυτή την περίπτωση «εσύ είσαι», μου είπε. Και για το παιδί του έλεγα: «Αφού τον βλέπω ότι τα παρατάει και φεύγει». Μου απάντησε: «Είδες τι κάνει ο σατανάς; βάζει εσένα να κάνεις καβγά και να ευχαριστηθεί αυτός».
Ύστερα, όταν επρόκειτο να τελειώσει ο γιός μου τις σπουδές του και να πάρει το πτυχίο του, μου είπε: «Τώρα θα περάσει, τώρα θα περάσει ∙ είδες τώρα που δεν μιλάς; Τώρα θα περάσει». [Γερ. 99π]


Πρώτη φορά είδαμε παπά και να μη  μας μιλήσει για το Θεό!
Κι έλεγαν οι άνθρωποι, ειδικά οι νέοι: «Πρώτη φορά είδαμε παπά και να μη μας μιλήσει καθόλου για το Θεό». Όταν κάποια νέα του το είπε με αφέλεια, εκείνος της απάντησε ως εξής: «Σε παρακαλώ, Γεωργία παιδί μου, μη με παρεξηγείς, που δεν σου μίλησα για τον Χριστό. Εγώ δεν το έκανα αυτό από ασέβεια αλλά από ευσέβεια∙ γιατί εγώ δεν μιλώ σε κανένα θρησκευτικά, αν δεν μου το ζητήσει». Κατά συνέπεια η νέα ζητεί να ακούσει, κι αφού το ήθελε μόνη της, δείχνει κι όλο το ενδιαφέρον. Κι ο Γέροντας έβαζε στους αρχάριους αυτούς ένα πολύ ελαφρό πνευματικό πρόγραμμα, που σίγουρα θα το εκτελούσαν μετά χαράς. [ Πορ. 41]



Αυτή η κοπέλα με το «σούπερ μίνι» έχει υπέροχη ψυχή

Προ ετών, όταν ο Γέροντας υπηρετούσε ακόμη στην Πολυκλινική Αθηνών, μια μέρα, καθώς περπατούσε στην περιοχή της Ομόνοιας μαζί με δύο δικές του κοπέλες, πνευματικά του παιδιά, είδε από απέναντι να έρχεται μια νεαρή με προκλητική εμφάνιση. Φορούσε το γνωστό «σούπερ μίνι», που ήταν η μόδα της εποχής εκείνης. Μόλις την αντίκρισαν , λέει ο Γέροντας:
-         «Τι λέτε; Τι σκέπτεσθε; Την κατακρίνετε αυτή την κοπέλα;»
-         «Όχι, Γέροντα», απάντησαν αυτές, γνωρίζοντας τις θέσεις του.
-         «Καλά κάνετε και δεν την κατακρίνετε», είπε ο Γέροντας. «Να μην κρίνετε τους ανθρώπους από την εξωτερική εμφάνιση. Αυτή η κοπέλα που βλέπετε έχει θαυμάσια ψυχή! Έχει δυναμισμό ψυχής. Αυτό που κάνει τώρα, δηλαδή που προκαλεί, οφείλεται στη δύναμη της ψυχής της. Φαντασθείτε τι θα γίνει αν αυτή η κοπέλα γνωρίσει το Χριστό, εάν μάθει όσα  εσείς ξέρετε. Τότε ασφαλώς θα φθάσει πολύ ψηλά!»
Αυτός ήταν ο τρόπος της συμβουλευτικής και της παιδαγωγικής του πατρός Πορφυρίου. Καθοδηγούσε τους αδελφούς βιωματικά και εποπτικά. [ Κρ 133]


Όχι ράθυμοι και ερασιτέχνες χριστιανοί

Ο Γέροντας μου μιλούσε, όχι για κάποια αποσπασματική καλή μας προσπάθεια, αλλά για ένα αποφασιστικό, οριστικό πέρασμα από την παλιά ζωή της αμαρτίας στην καινούρια ζωή της αγιότητας, κατά την οποία εμείς ζούμε εν Χριστώ και ο Χριστός εν ημίν και γι’ αυτό το πέρασμα χρειαζόταν να δώσουμε όλες μας τις δυνάμεις. Μια φορά, με ρώτησε: «Δε μου λες, για να σπουδάσει κανείς δικηγόρος ,πόσα χρόνια χρειάζονται;» Του απάντησα. Με ξαναρώτησε: «Για να γίνει κανείς μηχανικός, χημικός, γιατρός, πόσα χρόνια χρειάζονται;» Του απάντησα αναλόγως, απορώντας για τη φύση των ερωτήσεών του. Κι ο Γέροντας κατέληξε: «Εμείς, για να σπουδάσουμε, για να μάθουμε το θέλημα του Θεού και να το εφαρμόσουμε;» Κατάλαβα τι εννοούσε και ντράπηκα να του απαντήσω. Τι να του πω; Ότι οι πιο πολλοί από μας τους πιστούς είμαστε ράθυμοι, χλιαροί, «ερασιτέχνες χριστιανοί»; Το ήξερε. Και μου το είπε: «Δε γίνεται κανείς χριστιανός με την τεμπελιά∙ χρειάζεται δουλειά, πολλή δουλειά». Ο ίδιος ήταν υπόδειγμα, χωρίς να αυτοπροβάλλεται. Είχε αφιερώσει με ζήλο, όλα τα χρόνια της μακράς ζωής του, στο να σπουδάζει και να ζει το Χριστό. Ήταν εργατικός, σωματικά και πνευματικά, και ήθελε να μεταδώσει την φιλεργία και στους άλλους. Πίστευε ότι η αργία οδηγεί στην ακηδία κι αυτή σε πολλές αρρώστιες, ψυχικές και σωματικές. Συνιστούσε την εργασιοθεραπεία. Ιδιαίτερα σ’ όσους είχαν αποδιοργανωθεί και απελπισθεί. Για το Γέροντα, ποτέ δεν ήταν αργά για ένα νέο ξεκίνημα. Θεωρούσε μάλιστα τη διάψευση των κοσμικών ελπίδων και τη συντριβή του εγωισμού σαν την καλύτερη προϋπόθεση γι’ αυτό το ξεκίνημα. [ Γ 399π.]

------------------
Σημ. Το παραπάνω κείμενο έχει δημοσιοποιηθεί με την άδεια των αδερφών του Ιερού ησυχαστηρίου Μεταμόρφωσις του Σωτήρος στο Μήλεσι της Αττικής.
Η επιλογή των κειμένων, έγινε σε συνεργασία με τον κύριο Κωνσταντίνο Καρακόλη, ο οποίος και έχει την επιμέλεια του βιβλίου και τον οποίο ευχαριστούμε θερμά για το ενδιαφέρον του.

Αποσπάσματα (1)-Γέροντας Πορφύριος





«ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΟΡΦΥΡΙΟΥ
ΙΕΡΟΜΟΝΑΧΟΥ
Ανθολόγιο Συμβουλών»
ΕΚΔΟΣΕΙΣ
Η ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΙΣ ΤΟΥ ΣΩΤΗΡΟΣ
ΜΗΛΕΣΙ ΑΤΤΙΚΗΣ

 «Ο Χριστός είναι το παν»

(Απομαγνητοφωνημένα λόγια του Γέροντα. Αναδίδουν το μυστικό άρωμα της ένθεης πνευματικής του ζωής).

Λοιπόν, ζωή χωρίς Χριστό δεν είναι ζωή. Πάει, τελείωσε. Αν δε βλέπεις το Χριστό σε όλα σου τα έργα και τις σκέψεις, είσαι χωρίς Χριστό.
Πως το κατάλαβες;
Θυμάμαι κι ένα τραγούδι.
«Συν Χριστώ πανταχού,
φόβος ουδαμού».
Το ‘ χετε ακούσει; Ε; Το λένε τα παιδιά, δε το θυμάμαι.
Λοιπόν, έτσι πράγματι πρέπει να βλέπωμε το Χριστό. Είναι φίλος μας, είναι αδελφός μας, είναι ό,τι καλό και ωραίο. Είναι το παν. Αλλά είναι φίλος και το φωνάζει: «Σας έχω φίλους, βρε, δεν το καταλαβαίνετε; Είμαστε αδέλφια. Βρε εγώ δεν είμαι… δεν βαστάω την κόλαση στο χέρι, δεν σας φοβερίζω, σας αγαπάω. Σας θέλω να χαίρεσθε μαζί μου τη ζωή». Κατάλαβες;
Έτσι είναι ο Χριστός. Δεν έχει κατήφεια, ούτε μελαγχολία, ούτε ενδοστρέφεια, που ο άνθρωπος σκέπτεται ή βασανίζεται από διαφόρους λογισμούς και διάφορες πιέσεις, που κατά καιρούς στη ζωή του τον τραυμάτισαν.
Ο Χριστός είναι νέα ζωή. Πως το λέω; Ο Χριστός είναι το παν. Είναι η χαρά, είναι η ζωή, είναι το φως, το φως το αληθινόν, που κάνει τον άνθρωπο να χαίρεται, να πετάει, να βλέπει όλα, να βλέπει όλους, να πονάει για όλους, να θέλει όλους μαζί του, όλους κοντά στο Χριστό.
Όταν εμείς βρίσκουμε κάποιονε θησαυρό ή  ό, τι άλλο, δεν θέλομε να το λέμε πουθενά. Ο Χριστιανός όμως, όταν βρει το Χριστό, όταν γνωρίσει το Χριστό, όταν ο Χριστός εγκύψει μέσα στην ψυχούλα του και τον αισθανθεί, θέλει να φωνάζει και να το λέει παντού, θέλει να λέει για το Χριστό, τι είναι ο Χριστός. Αγαπήσατε τον Χριστόν και μηδέν προτιμήστε της αγάπης Αυτού. Ο Χριστός είναι το παν, είναι η πηγή της ζωής, είναι το άκρον των εφετών, είναι το παν. Όλα στο Χριστό υπάρχουν τα ωραία.
Και μακράν του Χριστού η θλίψις, η μελαγχολία, τα νεύρα, η στενοχώρια, οι αναμνήσεις των τραυμάτων της ζωής, των πιέσεων, των αγωνιωδών, έτσι, ωρών. Όλα, ζούμε εκείνα εκεί της ζωής μας. Και πάμε εδώ και πάμε εκεί, και τίποτα, και πουθενά δεν στεκόμαστε. Όπου βρούμε το Χριστό, ας είναι μια σπηλιά, καθόμαστε εκεί και φοβούμαστε να φύγουμε, να μη χάσουμε το Χριστό. Διαβάστε να ιδήτε. Ασκηταί, που εγνώρισαν το Χριστό, δεν ήθελαν να φύγουν από τη σπηλιά, ούτε έβγαιναν έξω να κάνουνε πιο πέρα ∙ θέλαν να είναι εκεί που αισθανόντουσαν το Χριστό μαζί τους.
Ο Χριστός είναι το παν.
Ο Χριστός είναι η πηγή της ζωής, της χαράς. Το παν. Πως τα βλέπεις, ρε Νίκο;
-   Αυτά, που είπατε, Γέροντα, είναι χρυσά λόγια, είναι η πραγματικότητα. Όπως το λέτε εσείς, έτσι είναι.
Ε, ναι- εξακολούθησε ο Γέροντας- αλλά έτσι καλούμεθα να ζήσωμε. Όταν λέμε είμαστε Χριστιανοί, όταν λέμε είμαστε του Χριστού. Κατάλαβες; Ό,τι να είναι. Και στις ώρες της αδυναμίας μας, μόλις ιδούμε το Χριστό, αμέσως αλλάζομε γνώμη και θέλουμε να ‘μαστε με το Χριστό. Αλλά ο Χριστός είναι φίλος μας, είναι ο αδελφός μας, το φωνάζει: «Υμείς φίλοι μου εστε». «Δεν θέλω να με  βλέπετε διαφορετικά, δεν θέλω να με βλέπετε έτσι, ότι εγώ είμαι ο Θεός, ότι είμαι ο Λόγος του Θεού, ότι είμαι μία υπόστασις της Αγίας Τριάδος. Θέλω να με βλέπετε δικό σας, φίλο σας, να με αγκαλιάζετε, να με αισθάνεστε στην ψυχή σας, το φίλο σας. ΕΜΕΝΑ, που είμαι η πηγή της ζωής, όπως είναι η αλήθεια».
Κι όμως αυτά είναι η αλήθεια. Τώρα, είπαμε, υπάρχει ο σατανάς, υπάρχει η κόλασις, υπάρχει ο θάνατος. Όλα αυτά υπάρχουν, όντως υπάρχουν. Είναι το άλλο μέρος, το κακό, είναι το σκοτάδι, είναι όλα του σκοταδιού.
Ο άνθρωπος του Χριστού πρέπει ν’ αγαπήσει το Χριστό, κι όταν αγαπήσει το Χριστό, απαλλάττεται απ’ το διάβολο, από την κόλαση και από το θάνατο. Θα μου πεις, εσύ έφθασες να είσαι έτσι; Δεν έχω φθάσει, αυτό ζητάω, αυτό θέλω. Και στη σιωπή μου και παντού προσπαθώ να ζήσω σε αυτά. Δεν τα ζω. Όμως, ε… προσπαθώ. Δηλαδή, πώς να σου το πω, πώς να σας τα πω; Δεν έχω πάει σ’ ένα  μέρος, έτσι… ή πήγα μια φορά, το είδα, τώρα δεν είμαι εκεί, αλλά το θυμάμαι, το λαχταράω, το θέλω. Να, τώρα, αυτή τη στιγμή, αύριο, μεθαύριο, κάθε στιγμή μου ’ρχεται και το θέλω, θέλω να πάω εκεί, το ζητάω. Δεν είμαι, όμως, εκεί. Δεν μπορώ να σας τα εξηγήσω αυτά. Τα καταλαβαίνετε     ;
-         Ναι, Γέροντα. [ Ι 50 π.] 
  Η αγάπη προς το Θεό
Μια άλλη μέρα ερωτώ το Γέροντα πως πρέπει να είναι η αγάπη μας προς το Θεό και μου λέει:
«Η αγάπη μας προς το Θεό, παιδί μου, πρέπει να είναι πάρα πολύ μεγάλη και χωρίς να υπάρχει καμιά διάσπαση σε άλλα πράγματα.
Σου φέρνω σαν παράδειγμα το εξής: O άνθρωπος μοιάζει να έχει εντός του μια μπαταρία με ορισμένη ενέργεια. Όταν αυτή την ενέργεια την ξοδεύει σε άλλα διάφορα πράγματα εκτός της αγάπης προς τον θεό, η ενέργεια που απομένει μέσα του γι’ Αυτόν είναι ελαχίστη και ίσως πολλές φορές μηδαμινή. Όταν όμως διαθέτουμε όλη μας την ενέργεια προς τον Θεό, τότε η αγάπη μας είναι μεγάλη προς Αυτόν.
Σου λέω και τούτο το άλλο.
Ήταν μια φορά μια κοπέλα που είχε ερωτευθεί πάρα πολύ ένα νέο, που τον έλεγαν Νίκο. Αυτή  που λες, σηκωνόταν κάθε νύκτα και κρυφά από τους δικούς της, πηδούσε το παράθυρό της και πήγαινε ξυπόλητη μέσα απ’ τα χωράφια που υπήρχαν αγκάθια για να συναντήσει τον αγαπημένο της ματώνοντας τα πόδια της. Όταν επίσης γύριζε στο σπίτι της και καθόταν μέσα, πάντοτε ο Νίκος της ήταν εδώ, και μου έδειχνε το μέτωπό του.  Ό,τι δουλειές και να έκανε, ο Νίκος της εδώ, και μου ξανάδειχνε το μέτωπό του. Έτσι πρέπει και συ, παιδί μου, να δίνεις όλη σου τη δύναμη στο Θεό και ο νους σου να είναι πάντα σ’ Αυτόν, γιατί έτσι του αρέσει».
[ Τζ 108]

Παράδεισος είναι η αγάπη του Χριστού

Και ποιος είναι ο Παράδεισος; «Ο Χριστός», έλεγε ο Γέροντας. «Όταν αγαπάς τον Χριστό, τότε παρ’ όλη την αίσθηση της αμαρτωλότητος και των αδυναμιών σου έχεις τη βεβαιότητα ότι ξεπέρασες το θάνατο, γιατί βρίσκεσαι στην κοινωνία της αγάπης του Χριστού. Και να μας αξιώσει ο Θεός να δούμε το Πρόσωπο του Κυρίου και απ’ εδώ στη γη και απ’ εκεί, όπου θα πάμε». [ Ι 246]

Μη ζητάς να σ’ αγαπούν

«Μακριά από τη Ζήλια. Τον κατατρώγει τον άνθρωπο. Από φθόνο, μια Μοναχή προς άλλη, την φαντάστηκε να ασχημονεί με τον πνευματικό, και το έλεγε σαν πραγματικότητα.
Όλα γίνονται στο φθονερό άνθρωπο. Εγώ τα έζησα. Οι άνθρωποι με είχαν για καλό και ερχόντουσαν πολλοί για να εξομολογηθούν. Και μου τα έλεγαν με ειλικρίνεια.
Μακριά από αυτά τα γυναικίστικα παράπονα. Το Χριστό, μωρέ, το Χριστό να αγαπήσουμε με πάθος, με θείο έρωτα.
Ευτυχισμένος ο μοναχός που έμαθε να αγαπάει όλους μυστικά. Δεν ζητά από τους άλλους αγάπη, ούτε τον νοιάζει να τον αγαπούν.
Εσύ αγάπα όλους, και προσεύχου μυστικά μέσα σου. Ξέχυνε την αγάπη σου προς όλους. Και θα έλθει ώρα που θα αγαπάς αβίαστα. Και θα νιώθεις, ότι όλοι σ’ αγαπούν. Ένα κοσμικό τραγούδι λέει:
«Μη μου ζητάς να σ’ αγαπώ.
Η αγάπη δεν ζητιέται.
Μέσα στα φύλλα της καρδιάς
μονάχη της γεννιέται».
Πάρ’ το πνευματικά. Εσύ σκόρπα φυσικά, από την καρδιά σου, την αγάπη του Χριστού.
Μερικοί μοναχοί, ιδίως γυναίκες, λένε:
-         Μ’ αγαπάς;
-         Γιατί δεν μ’ αγαπάς;
Πω πω! Πόσο μακριά είναι από την αγάπη του Χριστού!
Φτώχεια, πνευματική φτώχεια.
Μη σε νοιάζει αν σ’ αγαπούν. Εσύ μόνο ξεχείλιζε από αγάπη Χριστού προς όλους. Και τότε μυστικά έρχεται μια μεταβολή, μια αλλαγή σ’ όλο το σύνολο. Αυτό που σου λέω είναι η καλύτερη ιεραποστολή. Εφάρμοσέ το και τηλεφώνησέ μου τα αποτελέσματα». [Α 80-2]


Δεν κερδίζεις με το άγριο

Ένας φίλος δέχθηκε, όπως μου εκμυστηρεύθηκε, τη σκληρή συμπεριφορά εκ μέρους ανθρώπων αυστηρών αρχών, με αποτέλεσμα να εξουθενωθεί και να παρεξηγηθεί τελείως, ως προς τον χαρακτήρα του. Ο Γέροντας τον ανέπαυσε, διότι έβαλε τα πράγματα στη θέση τους, πραγματοποιώντας πετυχημένη ψυχική ακτινογραφία του. Του είπε: «Είσαι καλός, ευαίσθητος, ήσυχος∙ είσαι πρόβατο του θεού. Αλλά, όταν σε πάρουν με το άγριο, μαζεύεσαι, αντιδράς εσωτερικά, και τότε είναι που σε παρεξηγούν πολύ και δεν σε καταλαβαίνουν. Όταν όμως σε πάρουν με το καλό, φανερώνεις από μέσα σου τέτοια καλά πράγματα, που κάνεις τους άλλους να ξαφνιάζονται. Οι άνθρωποι που σε παρεξήγησαν και σε πλήγωσαν δεν γνωρίζουν ούτε εκείνο τον παλιό μύθο, για τον άνεμο και τον ήλιο, που μάλωναν, ποιος είναι ο δυνατότερος κι έβαλαν στοίχημα, ότι όποιος βγάλει την κάπα του βοσκού, που εκείνη την ώρα ανηφόριζε το βουνό, θα είναι ο πιο δυνατός. Φύσηξε, ξαναφύσηξε ο άνεμος, αλλά ο βοσκός κρύωσε και τυλίχθηκε πιο σφιχτά στην κάπα του. Βγήκε τότε ο ήλιος απ’ τα σύννεφα, σκόρπισε γύρω καλοσύνη και θερμότητα, ζεστάθηκε ο βοσκός κι έβγαλε την κάπα του .Τότε ο ήλιος φώναξε στον άνεμο: «Είδες, ποιος απ’ τους δυο μας είναι ο δυνατότερος;» Και συμπέρανε ο π. Πορφύριος: «Δεν κερδίζεις τον άνθρωπο με το άγριο, αλλά μόνο με την καλοσύνη». [ Γ. 257π]


Δεχόταν όλους

Το Γέροντα επισκέπτονταν και άνθρωποι διαφόρων θρησκευτικών και ιδεολογικών τάσεων: Ετερόδοξοι: παπικοί και προτεστάντες. Ετερόθρησκοι: ισλαμιστές, βουδιστές, Ορθολογιστές, σκεπτικιστές, νιτσεϊκοί, μαρξιστές, φροϋδιστές, μηδενιστές, αναρχικοί, μασόνοι, χιλιαστές και πολλοί άλλοι. Όλους τους άγγιζε ψυχικά και σ’ όλους προσέφερε τον αποδεκτό οικοδομητικό του λόγο. Έβρισκε κάποιο δικό του τρόπο, για να προβληματίσει και να αφυπνίσει τον καθένα. Ιδιαίτερα τους ετερόδοξους αιρετικούς και πλανεμένους κι ακόμη πιο πολύ, τους ομόδοξους εκείνους, που ζώντας σ΄ ένα κλίμα ορθοδοξολογίας, παρέκκλιναν από το δρόμο της ορθοπραξίας σε μονοπάτια ακραίων τάσεων. Κοντά στο Γέροντα ο επισκέπτης ένιωθε τη θερμότητα μιας κατανυκτικής αγαλλίασης, που πήγαζε καθαρή από την ισορροπημένη πνευματικότητά του, τη θεμελιωμένη στην εν Χριστώ  ταπεινή αγάπη του και υπεύθυνη ελευθερία του. [ Γ 402π.]

Φιλανθρωπία

Φίλος ασκητικών τάσεων επιθυμούσε να κρατήσει για τις ατομικές του ανάγκες ένα μικρό χρηματικό ποσό και τα υπόλοιπα χρήματα, που έβγαζε από την εργασία του, να τα μοιράζει σε ελεημοσύνες, όμως δίσταζε να μένει με τόσα λίγα χρήματα. Είπε το λογισμό του στο Γέροντα κι εκείνος του απάντησε : «Ευλογημένε, κάθεσαι και ασχολείσαι με τέτοιες λεπτομέρειες! Κράτα για τον εαυτό σου όσα χρήματα θέλεις, και δώσε όλη την προσπάθειά σου στο πώς να αγαπήσεις περισσότερο τον Χριστό κι όλα αυτά τα ζητήματα θα λυθούν μόνα τους». [ Γ 349]

Άδικα τον απέλυσες ∙ δεν ήταν κλέφτης

Ο Γέρων Πορφύριος είπε σε κάποιον επισκέπτη του ότι έβλεπε  πως κάτι κακό είχε κάνει στη ζωή του. Εκείνος του απάντησε ότι δεν ένοιωθε να τον ενοχλεί η συνείδησή του σε οτιδήποτε κι ότι τριάντα τόσα χρόνια που βρισκόταν στην Αθήνα, όπου είχε ένα εμπορικό κατάστημα, υπήρξε ένας τίμιος έμπορος. Δεν θυμόταν ο άνθρωπος να είχε κάνει οποιοδήποτε κακό.
«Στο χωριό σου», τον ρωτά ο Γέρων Πορφύριος, «δεν έκανες κανένα κακό;» «Όχι», απάντησε εκείνος. «Είμαστε πλούσια οικογένεια. Ο πατέρας μου πέθανε και μου άφησε όλη την περιουσία του. Και για να καταλάβετε ότι είμαι καλός άνθρωπος, θα σας πω ένα παράδειγμα. Μια φορά μας έκλεψε ο επιστάτης μας ένα μεγάλο για την εποχή εκείνη ποσό. Κι εγώ δεν τον κατάγγειλα στη αστυνομία. Αλλά, βέβαια, τον απέλυσα, διότι δεν μπορούσα ν’ αφήσω έναν κλέφτη στα κτήματά μας».
Τον ρωτά τότε ο Γέρων Πορφύριος: «Τον είδες εσύ  ο ίδιος να κλέβει το ποσό αυτό;» «Όχι», απάντησε εκείνος, «αλλά ήμουν σίγουρος ότι αυτός το είχε κλέψει, διότι μόνο εκείνος ήξερε που είχαμε τα χρήματα». Του λέει τότε ο Γέρων Πορφύριος: «Όχι, δεν ήταν αυτός που τα έκλεψε. Κι εσύ, απολύοντάς τον, αμαύρωσες το δικό του όνομα και ολόκληρης της οικογενείας του. Κι εκείνη η πράξη σου σ’ εμποδίζει τώρα να δεχθείς το σώμα και το αίμα του Χριστού μας».
Ο πραγματικός ένοχος ήταν άλλος. Τότε, πήγε στο χωριό του και ενώπιον των συγχωριανών του, αποκατέστησε τον επιστάτη τους, τον οποίο είχε τόσο πολύ αδικήσει, εν αγνοία του βέβαια. Κι αμέσως μετά, πήγε και κοινώνησε. [ Ι 180]
  
Σε οίκο ανοχής

Θα σας αφηγηθώ μια ιστορία, που δείχνει πόσο μεγαλείο είχε η ψυχή του πατρός Πορφυρίου.
Πριν από πάρα πολλά χρόνια, παραμονή των Θεοφανείων, πήγε, κατά το έθιμο, ν’ αγιάσει τα σπίτια. Όπως έμπαινε στα σπίτια ένα ένα, μπήκε και σ’ ένα σπίτι, το οποίο, χωρίς να το γνωρίζει ο ίδιος, ήταν οίκος ανοχής. Την ώρα που άρχισε να ψάλλει «Σώσον, Κύριε, τον λαόν Σου…» και ν’ αγιάζει, του λέει η ιδιοκτήτρια : «Μη, μη, δεν κάνει αυτές να φιλήσουν το σταυρό». Κι ο Γέρων Πορφύριος της αποκρίθηκε: «Δεν ξέρω αν αυτές ή εσύ δεν κάνει να φιλήσουν το Σταυρό». Ασπάσθηκαν το σταυρό οι γυναίκες εκείνες και ο Γέρων Πορφύριος τις είπε μερικά λόγια εκεί. Τους μίλησε για την αγάπη προς το Θεό, που ήταν τα αγαπημένο του θέμα.
Βλέποντας την εξαγιασμένη μορφή του Γέροντος Πορφυρίου, οι γυναίκες εκείνες υπέστησαν μια εσωτερική αλλοίωση ∙ ιδιαίτερα, όταν τις είπε: «Ν’ αγαπήσετε το Χριστό, που σας αγαπά, και θα δείτε τότε πόσο ευτυχισμένες θα είστε. Αν ξέρατε πόσο σας αγαπά ο Χριστός! Προσπαθήστε κι εσείς να τον αγαπήσετε».
Γνώριζε ο Γέρων Πορφύριος ότι, αν εκείνες οι γυναίκες γνώριζαν το Χριστό και τον αγαπούσαν, διότι η γνώση οδηγεί στην αγάπη, θα εγκατέλειπαν εκείνο το άθλιο επάγγελμα που έκαναν. [ Ι 100 ]  
----------------------
Σημ. Το παραπάνω κείμενο έχει δημοσιοποιηθεί με την άδεια των αδερφών του Ιερού ησυχαστηρίου Μεταμόρφωσις του Σωτήρος στο Μήλεσι της Αττικής.
Η επιλογή των κειμένων, έγινε σε συνεργασία με τον κύριο Κωνσταντίνο Καρακόλη, ο οποίος και έχει την επιμέλεια του βιβλίου και τον οποίο ευχαριστούμε θερμά για το ενδιαφέρον του.

Περί αμαρτίας



1. Η αμαρτία έχει πέντε δάχτυλα: δύο μας βάζει στα μάτια, δύο στα αυτιά,κι ένα στο στόμα!

2. Κάνε μια αμαρτία δύο φορές και θα σκεφθείς ότι επιτρέπεται.

3. Η μεγάλη αμαρτία είναι παιδί της μικρής.

4. Το κακό με τις ..μικρές αμαρτίες είναι ότι ..δεν μένουν πολύ καιρό μικρές.

5. Η αγάπη μιας μικρής αμαρτίας, είναι …μια μεγάλη αμαρτία.

6. Η συνήθεια της αμαρτίας αφαιρεί την συνείδηση της αμαρτίας.

7. Όποιον πόνο κι αν δοκιμάσει ο άνθρωπος τον ξεχνάει. Μα τον πόνο από το δάγκωμα της συνειδήσεως, δεν τον ξεχνάει ποτέ.

True Meaning of "Theology" - Wisdom from Elder Paisios



I interject this teaching by Elder Paisios into our series on Orthodox Spirituality to provide another perspective from a truly holy man about the meaning of "theology." He too emphasizes the need to ascesis as a prerequisite to being made aware of the Divine Energies of God.  He has a way of putting very esoteric thoughts in such a simple and earthy manner.

Elder Paisios of Mt. Athos on “Theology”:

Theology is the word of God, which is apprehended by pure, humble and spiritually regenerated souls, and not the beautiful words of the mind, which are craft ed with literary art and expressed by the legal or world ly spirit.

Just as a beautiful statue cannot talk, manufactured words are unable to speak to the soul of a man, except if the listeners are very worldly, and pleased simply by charming conversation.

Theology that is taught like a science usually examines things historically and, consequently, things are understood externally. Since patristic ascesis and inner experience are absent, this kind of theology is full of un certainty and questions. For, with the mind one cannot grasp the Divine Energies if he does not first practice ascesis and live the Divine Energies, that the Grace of God might be energized within him.

Whoever thinks that he can come to know the mysteries of God through external scientific theory, resembles the fool who wants to see Paradise with a telescope.

Those who struggle patristically become empirical theologians through the visitation of the Grace of the Holy Spirit. All those who have an external education, in addition to the internal enlightenment of the soul, may describe the divine mysteries and interpret them correctly, as did many Holy Fathers.

If, however, one does not become spiritually related to the Holy Fathers and wants to take up translating or writing, he will wrong both the Holy Fathers and himself, as well as the people, with his spiritual cloudiness.

Neither is it right for someone to theologize using someone else’s theology, because he will resemble an impotent man who adopts others’ children, presents them as his own and pretends to be the father of a large family. The Holy Fathers took the divine word or personal experiences from their hearts; they were the result of spiritual battles against evil and the fire of temptations, which they confessed humbly or, out of love, wrote down in order to help us. They never kept this love for them selves, acknowledging, likewise, that humility and all the divine gifts are of God.

Those who present the gifts of God as their own are the most insolent and most unjust of the world, for they wrong God and, even more, their own selves. In this way they cause themselves to be deprived of Divine Grace so that they won’t be judged as being more un grateful and so they won’t be destroyed due to their great vainglory.

Those who are grateful towards God for everything and constantly attend to themselves humbly and look after God’s creatures and creation with kindness, theologize and thus become the most faithful theologians, even if illiterate. They are like the illiterate shepherds who observe the weather in the countryside, day and night, and become good meteorologists.

Those who live simply, with kindness and good thoughts, and have acquired inner simplicity and purity, regard the supernatural very simply, as natural, for everything is simple to God. He does not use greater power for the supernatural and less for the natural, but the same power for everything. He Himself is very simple and His Son revealed it to us on earth with His holy simplicity.

When purity comes to man and simplicity with its fervent faith and devotion arrives as well, then the Holy Trinity takes up His abode within us. With this divine enlightenment one easily finds the keys to divine mean ings, so as to interpret the Spirit of God in a very simple and natural way, without causing an intellectual headache.

Depending on the purity or guile that one possesses, analogous interpretations are made, and one is benefited or harmed accordingly. Oftentimes, one may cause harm due to his inexperience, even if acting with good intentions. For example, a person does not know that white wine also exists apart from red, and pours red paint into it to seemingly make it better, and, in this way, poi sons people. But even if he is not inexperienced or deceitful, but works only from human justice and logic, he will once again wrong the Spirit of God, and, as a result, harm himself and others.

With human logic and justice we also hear the complaints of the laborers of the first and third hour in the Gospel, who believed that they were unjustly treated. God, however, the beholder of the hearts of men, with the subtlety of His divine justice, also rewarded the laborers of the eleventh hour for the anguish they suffered before finding work. God would have even given to the laborers of the eleventh hour a greater re ward, out of His divine righteousness, full of mercy and love, because the poor ones suffered greatly in soul and were more fatigued than those, who, for more hours, were exhausted physically. But we, wretched people that we are, cannot fit God’s divine justice into our limited mind, just as His infinite kindness cannot fit inside our limited love. Therefore, God’s love was limited to giving everyone the same agreed reward, so as not to scandalize more those who loved their self more than their fellowmen. If He told them: “I am not doing you wrong; we agreed on this amount…”. He meant that: “I am a boss with noble love and divine justice which you cannot understand” and not: “I am boss and 1 take no one into consideration”. For God is our Father and we are His children, and all people know of His fatherly love; He was crucified in order to redeem and restore us to Paradise.

If we could go out of our self (the love for our self), we would also escape from the gravity of the earth and see everything in reality, with a divine eye, clearly and profoundly. That is why it is necessary for one to leave the world for the desert, struggle with humility, repentance and prayer, be deserted by his passions, remove his spiritual “rusts” and turn into a good conductor in order to receive the Divine Grace and become a true theologian.

If we don’t remove the rust from our spiritual cables, we will constantly be short circuited, full of world ly theories, doubts and questions. Then we cease theologize, being found in a condition of worldliness, but will speak historically, or examine things legally and mathematically. Namely, we will examine how many nails were used to crucify Christ and how many soldiers were present when He was crucified without proceeding to the essence of things: that Christ was crucified for our own sins, in order to redeem us, and suffered more than all of the Holy Martyrs put together. Although He helped the Martyrs with His divine power, He did not employ His divine power for Himself at all and suffered terrible pains out of love, having both of His two hands and His two legs pierced with nails. Whether they crucified His two legs with one or two nails has no importance, inasmuch as both were nailed and He suffered the pain and drank the vinegar, that He might sweeten us again in Paradise, eternally close to Him, as our Loving Father.

(Taken from the Epistles of Elder Paisios)
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...