Ὅταν ἔπλασε ὁ Θεός τόν ἄνθρωπο, φύτεψε μέσα στήν ψυχή του τή συνείδηση. Αὐτή τόν βοηθάει νά πορεύεται μέ ἀσφάλεια καί τόν καθοδηγεῖ τί νά κάνει καί ἀπό τί νά φυλάγεται. Ἡ συνείδηση δέν εἶναι τίποτ᾿ ἄλλο, παρά ὁ φυσικός–ἔμφυτος νόμος. Ἀλλά καί μέ τόν γραπτό νόμο τοῦ Θεοῦ ταυτίζεται. Γιατί ὅ,τι μᾶς διδάσκει ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ, αὐτό μᾶς διδάσκει καί ἡ συνείδηση.
Ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ μᾶς παραγγέλλει νά πιστεύσουμε σ᾿ ἕνα μόνο Θεό· τό ἴδιο καί ἡ συνείδηση. Γι᾿ αὐτό πολλοί ἀκόμα κι ἀπό τούς εἰδωλολάτρες, μέ τήν παρακίνηση τῆς συνειδήσεως, ἕνα Θεό ἀναγνώριζαν.
Ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ συνιστᾶ νά σεβόμαστε πάνω ἀπ᾿ ὅλα τά δημιουργήματα τό Δημιουργό καί σ᾿ Αὐτόν μόνο ν᾿ ἀπομέμουμε τήν ὕψιστη τιμή· στό ἴδιο προτρέπει καί ἡ συνείδηση.
Ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ διδάσκει νά μή θεωροῦμε κανένα ἴσο μέ τό Θεό· τό ἴδιο καί ἡ συνείδηση.
Ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ παραγγέλει νά δείχνουμε ὑποταγή, πειθαρχία καί ὑπακοή στό Θεό σάν ἀνώτατο κυρίαρχο· τό ἴδιο καί ἡ συνείδηση.
Ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ προτρέπει νά φοβόμαστε τό Θεό σάν δίκαιο Κριτή· αὐτό ἀκοῦμε καί ἀπό τή συνείδηση.
Ὁ θεῖος νόμος προστάζει νά τιμωροῦνται ὅσοι βλασφημοῦν τό ὄνομα τοῦ Θεοῦ· τή βλασφημία καί ἡ συνείδησή μας δέν τήν ἀνέχεται.
Ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ μᾶς συμβουλεύει νά ὑπακοῦμε στό Θεό περισσότερο ἀπ᾿ ὁποιαδήποτε ἄλλη ἐπίγεια ἀρχή· τό ἴδιο καί ἡ συνείδηση, γιατί ὅλες οἱ ἐπίγειες ἀρχές εἶναι κάτω ἀπό τήν ἐξουσία καί τήν κυριαρχία τοῦ Θεοῦ.
Ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ ζητάει ν᾿ ἀγαπᾶμε Ἐκεῖνον πιό πολύ ἀπ᾿ ὅλα· τό ἴδιο ζητάει καί ἡ συνείδηση, γιατί ὁ Θεός εἶναι τό ὕψιστο καί ἀνώτατο Ἀγαθό καί ἡ πηγή κάθε ἀγαθοῦ. Γι᾿ αὐτό καί πρέπει νά Τόν ἀγαπᾶμε περισσότερο ἀπό κάθε δημιούργημα.
Ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ παραγγέλλει νά εὐχαριστοῦμε τό Θεό γιά ὅλα· τό ἴδιο διδάσκει καί ἡ συνείδηση, πού μᾶς προτρέπει νά εἴμαστε εὐγνώμονες στόν εὐεργέτη Θεό.
Ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ μᾶς συνιστᾶ νά ἀναθέτουμε ὅλες μας τίς ἐλπίδες στό Θεό· τό ἴδιο καί ἡ συνείδηση. Γιατί ὁ Θεός ὅλα μπορεῖ νά τά κάνει σάν παντοδύναμος, ἐνῶ κάθε δημιούργημα χωρίς τό Θεό καί ἔξω ἀπό τό Θεό εἶναι ἀδύναμο· γι᾿ αὐτό καί ἡ ἐλπίδα του εἶναι προσωρινή καί ἀσταθής.
Ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ διδάσκει νά πειθαρχοῦμε καί ν᾿ ἀπονέμουμε τιμή στούς γονεῖς καί σ᾿ ὅλους τούς ἄρχοντες, γιατί ἔχουν δοθεῖ ἀπό τό Θεό· αὐτό ἀκοῦμε καί μέσα στή συνείδηση.
Ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ ἀπαγορεύει νά βλάπτουμε τόν ἄνθρωπο καί νά τοῦ ἀφαιροῦμε τή ζωή· αὐτό τό ἀπαγορεύει καί ἡ συνείδηση.
Ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ παραγγέλλει νά βοηθᾶμε στίς ἀνάγκες καί στίς δυσκολίες τό συνάνθρωπο· τό ἴδιο καί ἡ συνείδηση.
Ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ ἀπαγορεύει νά μοιχεύουμε καί ν᾿ ἀσωτεύουμε· ἀλλά καί ἡ συνείδηση τοῦ ἀνθρώπου ἐξεγείρεται καί διαμαρτύρεται μέσα του, γιά νά μή μολύνει τόν ἑαυτό του μέ τήν ἀκολασία.
Ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ δέν ἐπιτρέπει ν᾿ ἀγγίζουμε ξένα πράγματα χωρίς τή συγκατάθεση τοῦ κατόχου τους· αὐτό φωνάζει καί η συνείδηση.
Ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ λέει νά δίνουμε σ᾿ ὅποιον ζητάει βοήθεια· τό ἴδιο παραγγέλλει καί η συνείδηση.
Ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ ἀπαγορεύει νά λέμε ψέματα, νά κολακεύουμε, νά ἐξαπατοῦμε· ἀλλ᾿ αὐτά τά ἀπαγορεύει καί ἡ συνείδηδη.
Ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ δέν θέλει νά συκοφαντοῦμε τόν πλησίον μας· τό ἴδιο καί ἡ συνείδηση.
Ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ προστάζει νά μήν ἐπιθυμοῦμε τίποτα ξένο· αὐτό μᾶς προστάζει καί ἡ συνείδηση.
Βλέπουμε λοιπόν ὅτι ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ καί ἡ συνείδηση συνταυτίζονται καί ἀποβλέπουν στόν ἴδιο σκοπό, δηλαδή στήν εὐτυχία μας.
Ἔτσι ἐξηγεῖται τό ὅτι καί οἱ εἰδωλολάτρες, μέ τό φῶς τῶν φιλοσοφικῶν διδασκαλιῶν, διατύπωσαν πολλές ὠφέλιμες σκέψεις. Αὐτό δέν προῆλθε ἀπό πουθενά ἀλλοῦ, παρά ἀπό τή συνείδηση ἤ τό φυσικό νόμο, μετά ἀπό πολύ κόπο καί φωτισμένη μάθηση.
Καθένας λοιπόν πού ἁμαρτάνει στή συνείδησή του, ἁμαρτάνει καί στό θείο νόμο καί στόν νομοδότη Θεό.
Ὅποιος δέν ὑπακούει στή συνείδησή του, δέν ὑπακούει οὔτε στόν θεῖο νόμο οὔτε στό Θεό.
Δέν πειθαρχεῖ στή συνείδησή του; Δέν πειθαρχεῖ οὔτε στό Θεό.
Ἐξοργίζει τή συνείδησή του; Ἐξοργίζει καί τό Θεό.
Οἱ χριστιανοί πού παραβαίνουν τή συνείδησή τους, δέν τιμοῦν τόν ἀληθινό Θεό, ἀλλά εἶναι ὑποκριτές. Μήν ξεχνᾶμε ὅτι χωρίς καθαρή συνείδηση δέν εἶναι δυνατόν νά τιμάει κανείς τό Θεό.
Ὁ πραγματικός χριστιανός προσέχει νά μήν καταπατάει τή συνείδηση του, γιατί δέν θέλει νά παραβεῖ τό νόμο τοῦ Θεοῦ. Προτιμάει νά ὑποφέρει, παρά ν᾿ ἁμαρτήσει. Μόνο σέ μιά τέτοια συνείδηση ἀναπαύεται ὁ πιστός, καί μόνο ἔτσι ὁ ἄνθρωπος εἶναι χαρούμενος. Ὅπου ὑπάρχει καθαρή συνείδηση, ὑπάρχει πίστη καί χαρά.
Ὅπως ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ ἐλέγχει τόν ἄνθρωπο γιά τήν ἁμαρτία, ἔτσι καί ἡ συνείδηση. Αὐτό φαίνεται ὅταν ἀκουστεῖ κάπου λόγος ἐλεγκτικός· τότε οἱ ἁμαρτωλοί ντροπιάζονται καί ἐλέγχονται ἀπό τή συνείδησή τους.
Ἔτσι αἰσθάνεται ντροπή ὁ ἀσωτος, ὅταν γίνεται λόγος γιά τήν ἀσωτία. Αἰσθάνονται ντροπή οἱ κλέφτες καί οἱ ἅρπαγες, ὅταν ἀκοῦνε λόγο γιά τήν κλοπή καί τήν ἁρπαγή, οἱ ψεῦτες καί οἱ κόλακες, ὅταν γίνεται λόγος γιά τό ψέμα καί τήν κολακεία κ.ο.κ.
Ὅλοι αὐτοί αἰσθάνονται ντροπή, πού τήν ἐκδηλώνουν καί μέ ὁρισμένα ἐξωτερικά σημεῖα. Μέσα τους δουλεύει ὁ ἔλεγχος τῆς συνειδήσεως.
Ὅπως ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ ἀπειλεῖ τόν ἁμαρτωλό μέ τή μέλλουσα Κρίση, ἔτσι καί ἡ συνείδηση· καί αὐτή φωνάζει μέσα στόν ἁμαρτωλό: “ Ἄνθρωπε, δύσκολα τά ἔχεις!”.
Ὅπως ἀκριβῶς ταυτίζονται ἐδῶ τώρα ἡ ἐνέργεια τοῦ θείου νόμου καί ἡ ἐνέργεια τῆς συνειδήσεως, ἔτσι θά ταυτίζονται καί κατά τήν Κρίση τοῦ Χριστοῦ: Θά ἐλέγχει ἐκεῖ τόν ἁμαρτωλό ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ, πού τόν καταπάτησε· θά τόν ἐλέγχει καί ἡ συνείδηση ἐξοργισμένη γιά τίς ἁμαρτίες του. Θά εἶναι λοιπόν ἐκεῖ δύο οἱ μάρτυρες κατηγορίας καί οἱ ἐπιτιμητές: ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ καί ἡ συνείδηση.
Συμβαίνει καμιά φορά ἡ ἄρρωστη συνείδηση νά εἶναι κοιμισμένη. Ξυπνάει ὅμως κάποτε καί ἀρχίζει νά ἐλέγχει τόν ἁμαρτωλό. Τότε ξεσηκώνονται μέσα του φοβερές τύψεις, τόσο, πού πολλοί, μή ἀντέχοντάς τες, καταλήγουν στήν αὐτοκτονία.
Ὅπως δέν ὑπάρχει καλύτερη ἀνάπαυση ἀπό τήν καθαρή συνείδηση, ἔτσι δέν ὑπάρχει χειρότερη ταραχή καί μεγαλύτερο μαρτύριο ἀπό τήν ἔνοχη συνείδηση. Καί ἄν ἐδῶ παιδεύει τόσο τόν ἁμαρτωλό, πόσο θά τόν βασανίζει στή μέλλουσα ζωή, τότε πού ὅλες του μαζί οἱ ἁμαρτίες θά τόν ἐλέγχουν καί θά τόν τυραννοῦν!
Ἀδελφοί μου συναμαρτωλοί! Γιατί κοιμόμαστε;
Ἄς ξυπνήσουμε καί ἄς συνέλθουμε καί ἄς καθαρίσουμε μέ μετάνοια καί συντριμμένη καρδιά τίς ἁμαρτίες μας· ἄς διορθώσουμε τόν ἑαυτό μας καί ἄς σταματήσουμε ν᾿ ἁμαρτάνουμε καί νά ἐρεθίζουμε τή συνείδησή μας, γιά νά μήν παρουσιαστοῦμε ἔχοντάς την ἔνοχη καί ἀκάθαρτη ἀπό τίς ἁμαρτίες στήν Κρίση τοῦ Χριστοῦ, ὅπου θ᾿ ἀνοιχθοῦν τά βιβλία τῆς συνειδήσεως καί θά λάβουμε «ἕκαστος κατά τά ἔργα αὐτοῦ».
Τέλος καί τῷ Θεῷ δόξα!
«Ἔλεος καί κρίσιν ᾄσομαί σοι, Κύριε·»
Ψαλμ. 100 : 1
Ἀπό τό βιβλίο: “ΠΟΡΕΙΑ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΟΥΡΑΝΟ”
ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ ΩΡΩΠΟΣ ΑΤΤΙΚΗ.
Ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ μᾶς παραγγέλλει νά πιστεύσουμε σ᾿ ἕνα μόνο Θεό· τό ἴδιο καί ἡ συνείδηση. Γι᾿ αὐτό πολλοί ἀκόμα κι ἀπό τούς εἰδωλολάτρες, μέ τήν παρακίνηση τῆς συνειδήσεως, ἕνα Θεό ἀναγνώριζαν.
Ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ συνιστᾶ νά σεβόμαστε πάνω ἀπ᾿ ὅλα τά δημιουργήματα τό Δημιουργό καί σ᾿ Αὐτόν μόνο ν᾿ ἀπομέμουμε τήν ὕψιστη τιμή· στό ἴδιο προτρέπει καί ἡ συνείδηση.
Ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ διδάσκει νά μή θεωροῦμε κανένα ἴσο μέ τό Θεό· τό ἴδιο καί ἡ συνείδηση.
Ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ παραγγέλει νά δείχνουμε ὑποταγή, πειθαρχία καί ὑπακοή στό Θεό σάν ἀνώτατο κυρίαρχο· τό ἴδιο καί ἡ συνείδηση.
Ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ προτρέπει νά φοβόμαστε τό Θεό σάν δίκαιο Κριτή· αὐτό ἀκοῦμε καί ἀπό τή συνείδηση.
Ὁ θεῖος νόμος προστάζει νά τιμωροῦνται ὅσοι βλασφημοῦν τό ὄνομα τοῦ Θεοῦ· τή βλασφημία καί ἡ συνείδησή μας δέν τήν ἀνέχεται.
Ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ μᾶς συμβουλεύει νά ὑπακοῦμε στό Θεό περισσότερο ἀπ᾿ ὁποιαδήποτε ἄλλη ἐπίγεια ἀρχή· τό ἴδιο καί ἡ συνείδηση, γιατί ὅλες οἱ ἐπίγειες ἀρχές εἶναι κάτω ἀπό τήν ἐξουσία καί τήν κυριαρχία τοῦ Θεοῦ.
Ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ ζητάει ν᾿ ἀγαπᾶμε Ἐκεῖνον πιό πολύ ἀπ᾿ ὅλα· τό ἴδιο ζητάει καί ἡ συνείδηση, γιατί ὁ Θεός εἶναι τό ὕψιστο καί ἀνώτατο Ἀγαθό καί ἡ πηγή κάθε ἀγαθοῦ. Γι᾿ αὐτό καί πρέπει νά Τόν ἀγαπᾶμε περισσότερο ἀπό κάθε δημιούργημα.
Ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ παραγγέλλει νά εὐχαριστοῦμε τό Θεό γιά ὅλα· τό ἴδιο διδάσκει καί ἡ συνείδηση, πού μᾶς προτρέπει νά εἴμαστε εὐγνώμονες στόν εὐεργέτη Θεό.
Ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ μᾶς συνιστᾶ νά ἀναθέτουμε ὅλες μας τίς ἐλπίδες στό Θεό· τό ἴδιο καί ἡ συνείδηση. Γιατί ὁ Θεός ὅλα μπορεῖ νά τά κάνει σάν παντοδύναμος, ἐνῶ κάθε δημιούργημα χωρίς τό Θεό καί ἔξω ἀπό τό Θεό εἶναι ἀδύναμο· γι᾿ αὐτό καί ἡ ἐλπίδα του εἶναι προσωρινή καί ἀσταθής.
Ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ διδάσκει νά πειθαρχοῦμε καί ν᾿ ἀπονέμουμε τιμή στούς γονεῖς καί σ᾿ ὅλους τούς ἄρχοντες, γιατί ἔχουν δοθεῖ ἀπό τό Θεό· αὐτό ἀκοῦμε καί μέσα στή συνείδηση.
Ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ ἀπαγορεύει νά βλάπτουμε τόν ἄνθρωπο καί νά τοῦ ἀφαιροῦμε τή ζωή· αὐτό τό ἀπαγορεύει καί ἡ συνείδηση.
Ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ παραγγέλλει νά βοηθᾶμε στίς ἀνάγκες καί στίς δυσκολίες τό συνάνθρωπο· τό ἴδιο καί ἡ συνείδηση.
Ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ ἀπαγορεύει νά μοιχεύουμε καί ν᾿ ἀσωτεύουμε· ἀλλά καί ἡ συνείδηση τοῦ ἀνθρώπου ἐξεγείρεται καί διαμαρτύρεται μέσα του, γιά νά μή μολύνει τόν ἑαυτό του μέ τήν ἀκολασία.
Ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ δέν ἐπιτρέπει ν᾿ ἀγγίζουμε ξένα πράγματα χωρίς τή συγκατάθεση τοῦ κατόχου τους· αὐτό φωνάζει καί η συνείδηση.
Ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ λέει νά δίνουμε σ᾿ ὅποιον ζητάει βοήθεια· τό ἴδιο παραγγέλλει καί η συνείδηση.
Ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ ἀπαγορεύει νά λέμε ψέματα, νά κολακεύουμε, νά ἐξαπατοῦμε· ἀλλ᾿ αὐτά τά ἀπαγορεύει καί ἡ συνείδηδη.
Ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ δέν θέλει νά συκοφαντοῦμε τόν πλησίον μας· τό ἴδιο καί ἡ συνείδηση.
Ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ προστάζει νά μήν ἐπιθυμοῦμε τίποτα ξένο· αὐτό μᾶς προστάζει καί ἡ συνείδηση.
Βλέπουμε λοιπόν ὅτι ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ καί ἡ συνείδηση συνταυτίζονται καί ἀποβλέπουν στόν ἴδιο σκοπό, δηλαδή στήν εὐτυχία μας.
Ἔτσι ἐξηγεῖται τό ὅτι καί οἱ εἰδωλολάτρες, μέ τό φῶς τῶν φιλοσοφικῶν διδασκαλιῶν, διατύπωσαν πολλές ὠφέλιμες σκέψεις. Αὐτό δέν προῆλθε ἀπό πουθενά ἀλλοῦ, παρά ἀπό τή συνείδηση ἤ τό φυσικό νόμο, μετά ἀπό πολύ κόπο καί φωτισμένη μάθηση.
Καθένας λοιπόν πού ἁμαρτάνει στή συνείδησή του, ἁμαρτάνει καί στό θείο νόμο καί στόν νομοδότη Θεό.
Ὅποιος δέν ὑπακούει στή συνείδησή του, δέν ὑπακούει οὔτε στόν θεῖο νόμο οὔτε στό Θεό.
Δέν πειθαρχεῖ στή συνείδησή του; Δέν πειθαρχεῖ οὔτε στό Θεό.
Ἐξοργίζει τή συνείδησή του; Ἐξοργίζει καί τό Θεό.
Οἱ χριστιανοί πού παραβαίνουν τή συνείδησή τους, δέν τιμοῦν τόν ἀληθινό Θεό, ἀλλά εἶναι ὑποκριτές. Μήν ξεχνᾶμε ὅτι χωρίς καθαρή συνείδηση δέν εἶναι δυνατόν νά τιμάει κανείς τό Θεό.
Ὁ πραγματικός χριστιανός προσέχει νά μήν καταπατάει τή συνείδηση του, γιατί δέν θέλει νά παραβεῖ τό νόμο τοῦ Θεοῦ. Προτιμάει νά ὑποφέρει, παρά ν᾿ ἁμαρτήσει. Μόνο σέ μιά τέτοια συνείδηση ἀναπαύεται ὁ πιστός, καί μόνο ἔτσι ὁ ἄνθρωπος εἶναι χαρούμενος. Ὅπου ὑπάρχει καθαρή συνείδηση, ὑπάρχει πίστη καί χαρά.
Ὅπως ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ ἐλέγχει τόν ἄνθρωπο γιά τήν ἁμαρτία, ἔτσι καί ἡ συνείδηση. Αὐτό φαίνεται ὅταν ἀκουστεῖ κάπου λόγος ἐλεγκτικός· τότε οἱ ἁμαρτωλοί ντροπιάζονται καί ἐλέγχονται ἀπό τή συνείδησή τους.
Ἔτσι αἰσθάνεται ντροπή ὁ ἀσωτος, ὅταν γίνεται λόγος γιά τήν ἀσωτία. Αἰσθάνονται ντροπή οἱ κλέφτες καί οἱ ἅρπαγες, ὅταν ἀκοῦνε λόγο γιά τήν κλοπή καί τήν ἁρπαγή, οἱ ψεῦτες καί οἱ κόλακες, ὅταν γίνεται λόγος γιά τό ψέμα καί τήν κολακεία κ.ο.κ.
Ὅλοι αὐτοί αἰσθάνονται ντροπή, πού τήν ἐκδηλώνουν καί μέ ὁρισμένα ἐξωτερικά σημεῖα. Μέσα τους δουλεύει ὁ ἔλεγχος τῆς συνειδήσεως.
Ὅπως ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ ἀπειλεῖ τόν ἁμαρτωλό μέ τή μέλλουσα Κρίση, ἔτσι καί ἡ συνείδηση· καί αὐτή φωνάζει μέσα στόν ἁμαρτωλό: “ Ἄνθρωπε, δύσκολα τά ἔχεις!”.
Ὅπως ἀκριβῶς ταυτίζονται ἐδῶ τώρα ἡ ἐνέργεια τοῦ θείου νόμου καί ἡ ἐνέργεια τῆς συνειδήσεως, ἔτσι θά ταυτίζονται καί κατά τήν Κρίση τοῦ Χριστοῦ: Θά ἐλέγχει ἐκεῖ τόν ἁμαρτωλό ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ, πού τόν καταπάτησε· θά τόν ἐλέγχει καί ἡ συνείδηση ἐξοργισμένη γιά τίς ἁμαρτίες του. Θά εἶναι λοιπόν ἐκεῖ δύο οἱ μάρτυρες κατηγορίας καί οἱ ἐπιτιμητές: ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ καί ἡ συνείδηση.
Συμβαίνει καμιά φορά ἡ ἄρρωστη συνείδηση νά εἶναι κοιμισμένη. Ξυπνάει ὅμως κάποτε καί ἀρχίζει νά ἐλέγχει τόν ἁμαρτωλό. Τότε ξεσηκώνονται μέσα του φοβερές τύψεις, τόσο, πού πολλοί, μή ἀντέχοντάς τες, καταλήγουν στήν αὐτοκτονία.
Ὅπως δέν ὑπάρχει καλύτερη ἀνάπαυση ἀπό τήν καθαρή συνείδηση, ἔτσι δέν ὑπάρχει χειρότερη ταραχή καί μεγαλύτερο μαρτύριο ἀπό τήν ἔνοχη συνείδηση. Καί ἄν ἐδῶ παιδεύει τόσο τόν ἁμαρτωλό, πόσο θά τόν βασανίζει στή μέλλουσα ζωή, τότε πού ὅλες του μαζί οἱ ἁμαρτίες θά τόν ἐλέγχουν καί θά τόν τυραννοῦν!
Ἀδελφοί μου συναμαρτωλοί! Γιατί κοιμόμαστε;
Ἄς ξυπνήσουμε καί ἄς συνέλθουμε καί ἄς καθαρίσουμε μέ μετάνοια καί συντριμμένη καρδιά τίς ἁμαρτίες μας· ἄς διορθώσουμε τόν ἑαυτό μας καί ἄς σταματήσουμε ν᾿ ἁμαρτάνουμε καί νά ἐρεθίζουμε τή συνείδησή μας, γιά νά μήν παρουσιαστοῦμε ἔχοντάς την ἔνοχη καί ἀκάθαρτη ἀπό τίς ἁμαρτίες στήν Κρίση τοῦ Χριστοῦ, ὅπου θ᾿ ἀνοιχθοῦν τά βιβλία τῆς συνειδήσεως καί θά λάβουμε «ἕκαστος κατά τά ἔργα αὐτοῦ».
Τέλος καί τῷ Θεῷ δόξα!
«Ἔλεος καί κρίσιν ᾄσομαί σοι, Κύριε·»
Ψαλμ. 100 : 1
Ἀπό τό βιβλίο: “ΠΟΡΕΙΑ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΟΥΡΑΝΟ”
ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ ΩΡΩΠΟΣ ΑΤΤΙΚΗ.