Sunday, July 7, 2013
Μποροῦν νά σωθοῦν οἱ «κοσμικοί»;
Τίθεται συχνά τό ἐρώτημα: «Ἅγιοι μποροῦν νά γίνουν μόνο αὐτοί πού ἔχουν ἀποχωρίσθει ἀπό τόν κόσμο; Μόνο αὐτοί ἔχουν τήν δυνατότητα νά σωθοῦν; Κάποιος πού ζεῖ μέσα στόν κόσμο δέν ἔχει τήν δυνατότητα νά τελειοποιηθεῖ κατά τό μέτρο τῆς δωρεᾶς καί τῆς χάριτος;».
Αὐτό ἐρωτᾶ καί ὁ ἱερός Χρυσόστομος: «Τί λοιπόν λέγει; Ὅποιος κατοικεῖ στήν πόλη καί ἔχει σπίτι καί γυναίκα δέν μπορεῖ νά σωθεῖ;».
Καί ἀπαντᾶ; «Καί βέβαια (μπορεῖ νά σωθεῖ), ἀφοῦ μάλιστα δέν ὑπάρχει ἕνας μόνο τρόπος σωτηρίας (δηλ. ὁ δρόμος τοῦ μοναχισμοῦ) ἀλλά πολλοί καί διάφοροι. Αὐτό ἀκριβῶς λέγει ἀόριστα ὁ Χριστός μας, ὅταν ἀποφαίνεται ὅτι ὑπάρχουν πολλές μονές πλησίον τοῦ Πατρός».
Σύμφωνη εἶναι ἡ γνώμη τῶν ἁγίων Πατέρων Μας: «ΝΑΙ, μποροῦν, σέ ὁποιαδήποτε θέση καί τάξη καί ἄν βρίσκονται, οἱ σύγχρονοι ἄνθρωποι νά τελειοποιηθοῦν, νά ἁγιασθοῦν». Η ὀρθόδοξη πνευματικότητα μπορεῖ καί πρέπει νά βιωθεῖ ἀπ’ ὅλους τους ἀνθρώπους. Στήν ἐποχή μας οἱ χριστιανοί ἔχουμε ἐκκοσμικευθεῖ. Εἶναι ἐπιταγή τῶν καιρῶν νά γυρίσουμε στόn ὀρθόδοξο πατερικό τρόπο ζωῆς. Τό Εὐαγγέλιο εἶναι ἡ μόνη ἀληθινή ψυχο-θεραπεία γιά τούς τόσο ταλαιπωρημένους ἀπό τό κοσμικό φρόνημα ἀνθρώπους τῆς ἐποχῆς μας.
«Κοσμικοί» καί λαϊκοί
Οἱ ἐντολές τοῦ Θεοῦ, ἄν τηρηθοῦν, μαζί μέ τήν Θεία Χάρη, ὁδηγοῦν τόν ἄνθρωπο στήν τελειότητα, εἴτε εἶναι ἔγγαμος εἴτε ἄγαμος εἴτε μοναχός.
Ὅλοι οἱ ἄνθρωποι μποροῦν, ἀλλά καί πρέπει, νά γίνουν τέλειοι, νά ἁγιασθοῦν. Ἡ ἐντολή τοῦ Θεοῦ εἶναι πρός ΟΛΟΥΣ καί εἶναι σαφής: «Τέλειοι γίνεσθε» δηλ. «Γίνεσθε τέλειοι» συνεχῶς ὅλο καί περισσότερο, διότι ἡ πορεία πρός τήν τελειότητα δέν ἔχει τέλος.
Λέγει ὁ Κύριος: «Ἔσεσθε οὖν ὑμεῖς τέλειοι ὡς ὁ πατήρ ὑμῶν ὁ οὐράνιος τέλειος ἐστιν».
Συχνά ἐπικρατεῖ μία σύγχυση. Οἱ ὀρθόδοξοι πιστοί πού ζοῦν στόν κόσμο καί εἶναι ἔγγαμοι ἤ ἄγαμοι θεωρεῖται ὅτι δέν ἔχουν τήν ἴδια ὑποχρέωση μέ τούς μοναχούς στό νά ἀγωνίζωνται πνευματικά. Καλλιεργεῖται ἡ λαθνθασμένη ἀντίληψη ὅτι δέν ἀπαιτεῖται μία πλήρης τήρηση ὅλων τῶν ἐντολῶν τοῦ Χριστοῦ μας ἀπό αὐτούς. Ἡ δικαιολογία εἶναι ὅτι ζοῦν μέσα στόν κόσμο καί εἶναι «κοσμικοί».
Ὅμως καί οἱ Χριστιανοί πού ζοῦν στόν κόσμο δέν εἶναι «κοσμικοί» ὅπως λανθασμένα ἀποκαλοῦνται. Εἶναι μέλη τῆς Ἐκκλησίας καί ὄχι τοῦ κόσμου.
Δέν ὑπάρχει ἕνα Εὐαγγέλιο (βαρύ, «heavy» ἤ πλῆρες «full») γιά τούς μοναχούς -τό ὁποῖο εἶναι ὑποχρεωμένοι νά τό τηροῦν μέχρι κεραίας- καί ἀπό τήν ἄλλη μεριά ἕνα Εὐαγγέλιο γιά τούς χριστιανούς πού ζοῦν στόν κόσμο («ἐλαφρύτερο»,« light») –τό ὁποῖο δέν πειράζει ἄν «λίγο» τό παραβαίνουν καί αὐτό. Τό Εὐαγγέλιο εἶναι ἕνα, κοινό γιά ὅλους. Οἱ Ἐντολές Του εἶναι ἐπίσης γιά ὅλους. «Οἱ Ἐντολές Του βαρεῖαι οὐκ εἰσί». Ὁ Χριστός μας δέν μᾶς φορτώνει φορτία δυσβάστακτα· «Ὁ ζυγός μου χρηστὸς καὶ τὸ φορτίον μου ἐλαφρόν ἐστι» μᾶς λέγει.
Ἀντίθετα, τό βαρύ φορτίο εἶναι αὐτό πού φορτώνει ὁ κόσμος στούς ὁπαδούς του: τό φορτίο τῆς ἁμαρτίας, τῶν παθῶν, τῆς ἀπομάκρυνσης ἀπό τόν Θεό, τῆς ἔλλειψης νοήματος γιά τή ζωή, τῆς μελαγχολίας, τῆς κατάθλιψης καί τοῦ ὑπαρξιακοῦ θανάτου. «Τά ἀποτελέσματα τῆς ἁμαρτίας εἶναι θάνατος» ψυχικός καί σωματικός· αἰώνιος χωρισμός τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τήν Θεία Χάρη.
Τί εἶναι ὁ κόσμος; Ποῦ ἀνήκει καί ποῦ ὁδηγεῖ τούς ὁπαδούς τους.
Ὁ κόσμος εἶναι ὑποταγμένος στόν «κοσμοκράτορα», στόν μισόκαλο, μισόθεο καί μισάνθρωπο διάβολο.«Ὁ κόσμος ὅλος ἀνήκει στόν πονηρό» .
Ὅποιος θελήσει νά γίνει μέλος τοῦ κόσμου, αὐτόματα καθίσταται ἐχθρός τοῦ Θεοῦ. Μᾶς λέγει ἡ Ἁγία Γραφή:«Δέν γνωρίζετε ὅτι ἡ φιλία τοῦ κόσμου εἶναι ἔχθρα τοῦ Θεοῦ; Ὅποιος βουληθῆ νά εἶναι φίλος τοῦ κόσμου, καθίσταται ἐχθρός τοῦ Θεοῦ. Ἤ νομίζετε ὅτι χωρίς λόγο ἡ Γραφή λέγει: Μέ πάρα πολύ μεγάλο πόθο μᾶς ἐπιθυμεῖ ζηλότυπα τό Ἅγιο Πνεῦμα, τό Ὁποῖο κατοίκησε μέσα μας;».
Ὅποιος ἀγαπᾶ τόν «κόσμο» (δηλ. τά πάθη καί τίς κοσμικές ἐπιθυμίες), ὅποιος θεωρεῖ ὅτι εἶναι «κοσμικός» καί πρέπει νά ζεῖ σύμφωνα μέ τίς ἐπιταγές τοῦ κόσμου (προσπάθεια γιά ἀπόκτηση πλούτου, σωματικῆς ἄνεσης, καλοπέρασης,ἐξουσίας, κοινωνικῆς καταξίωσης καί ἀναγνώρισης, κοινωνικοῦ image καί prestige) αὐτός γίνεται ἐχθρός τοῦ Θεοῦ.
«Ἐάν κάποιος ἀγαπᾶ τόν κόσμο, ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ Πατρός δέν ὑπάρχει μέσα του. Διότι κάθε τί πού εἶναι στόν κόσμο, ἡ ἐπιθυμία τῆς σάρκας καί ἡ ἐπιθυμία τῶν ὀφθαλμῶν καί ἡ ἀλαζονεία τοῦ βίου, δέν εἶναι ἀπό τόν Θεό Πατέρα ἀλλά ἀπό τόν κόσμο». Τά στοιχεῖα τοῦ κόσμου εἶναι οἱ τρεῖς μεγάλες ἄρρωστες ἀγάπες, πού πηγάζουν ἀπό τά πάθος τῆς φιλαυτίας: ἡ φιληδονία, ἡ φιλαργυρία καί ἡ φιλοδοξία. Ὅποιος ἀγαπᾶ αὐτά τά πάθη κάνει πνευματική μοιχεία.
Ἱερομόναχος Σάββας Ἁγιορείτης
Selected Quotes of the Fathers on Forgiveness
Adam and Eve being expelled from Paradise, commemorated on the Sunday of Forgiveness
Selected Quotes of the Fathers on Forgiveness
As it is not to be imagined that the fornicator and the blasphemer can partake of the sacred Table, so it is impossible that he who has an enemy, and bears malice, can enjoy Holy Communion. […] I forewarn, and testify, and proclaim this with a voice that all may hear! ‘Let no one who has an enemy draw near the sacred Table, or receive the Lord’s Body! Let no one who draws near have an enemy! Do you have an enemy? Do not approach! Do you wish to draw near? Be reconciled, and then draw near, and only then touch the Holy Gifts!’ (Homily 20)
Thou dost not so much desire thy sins to be forgiven, as He desires to forgive thee thy sins. In proof that thou dost not so desire it, consider that thou hast no mind either to practice vigils, or to give thy money freely: but He, that He might forgive our sins, spared not His Only-Begotten and True Son, the partner of His throne.St John Chrysostom
‘And forgive us our debts as we also forgive our debtors.’ For we have many sins. For we offend both in word and in thought, and very many things we do worthy of condemnation; and ‘if we say that we have no sin’ (1 John 1.8), we lie, as John says. […] The offenses committed against us are slight and trivial, and easily settled; but those which we have committed against God are great, and need such mercy as is His only. Take heed, therefore, lest for the slight and trivial sins against you, you shut out for yourself forgiveness from God for your very grievous sins. (Catechetical Lectures, 23.16)
For God seeks nothing else from us, save a good purpose. Say not, How are my sins blotted out? I tell thee, By willing, by believing. What can be shorter than this? But if, while thy lips declare thee willing, thy heart be silent, He knoweth the heart, who judgeth thee. Cease from this day from every evil deed. Let not thy tongue speak unseemly words, let thine eye abstain from sin, and from roving after things unprofitable. (Procatechesis)St Cyril of Jerusalem
Do we forgive our neighbours their trespasses? God also forgives us in His mercy. Do we refuse to forgive? God, too, will refuse to forgive us. As we treat our neighbours, so also does God treat us. The forgiveness or non-forgiveness, then, of your sins—and hence also your salvation or destruction—depend on you yourself, man. For without forgiveness of sins there is no salvation. You can see for yourself how terrible it is.
St Philotheos of Sinai
No one is as good and kind as the Lord is; but He does not forgive one who does not repent.
St Mark the Ascetic
Even if all spiritual fathers, patriarchs, hierarchs, and all the people forgive you, you are unforgiven if you do not repent in action.
St Kosmas Aitolos
Forgiveness is better than revenge.
St Tikhon of Zadonsk
Abba Poemen also said this about Abba Isidore that whenever he addressed the brothers in church he said only one thing, 'Forgive your brother, so that you also may be forgiven.'
From the Sayings of the Desert Fathers
Hence, in whatever state a person is, he sometimes finds himself making pure and intense prayers. For even from that first and lowest sort, which has to do with recalling the future judgment, the one who is still subject to the punishment of terror and the fear of judgment is occasionally so struck with compunction that he is filled with no less joy of spirit from the richness of his supplication than the one who, examining the kindnesses of God and going over them in the purity of his heart, dissolves into unspeakable gladness and delight. For, according to the words of the Lord, the one who realizes that more has been forgiven him begins to love more. (The Conferences)
St John Cassian (the Roman)
In smaller sins, sinners may do penance for a set time and come to public confession according to the rules of discipline. Then they receive the right of communion through the imposition of the hand of the bishop and clergy.
I entreat you, beloved brethren, that each one should confess his own sins while he is still in this world—while his confession can still be received and while the satisfaction and remission made by the priests are still pleasing to the Lord.St Cyprian of Carthage
He, then, who has received the forgiveness of sins ought to sin no more. For in addition to the first and only repentance from sins (that is, from previous sins in the first and heathen life—I mean those in ignorance), there is forthwith proposed to those who have been called, the repentance which cleanses the seat of the soul from transgressions, that faith may be established. And the Lord, knowing the heart, and foreknowing the future, foresaw both the fickleness of man and the craft and subtlety of the devil from the first, from the beginning; how that, envying man for the forgiveness of sins, he would present to the servants of God certain causes of sins; skilfully working mischief, that they might fall together with himself. Accordingly, being very merciful, He has vouchsafed, in the case of those who, though in faith, fall into any transgression, a second repentance, so that should any one be tempted after his calling, overcome by force and fraud, he may receive still a repentance not to be repented of. ‘For if we sin willfully after that we have received the knowledge of the truth, there remaineth no more sacrifice for sins, but a certain fearful looking for of judgment and fiery indignation, which shall devour the adversaries.’ But continual and successive repentings for sins differ nothing from the case of those who have not believed at all, except only in their consciousness that they do sin. And I know not which of the two is worst, whether the case of a man who sins knowingly, or of one who, after having repented of his sins, transgresses again. For in the process of proof sin appears on each side—the sin which in its commission is condemned by the worker of the iniquity, and that of the man who, foreseeing what is about to be done, yet puts his hand to it as a wickedness. And he who perchance gratifies himself in anger and pleasure, gratifies himself in he knows what; and he who, repenting of that in which he gratified himself, by rushing again into pleasure, is near neighbour to him who has sinned wilfully at first. For one, who does again that of which he has repented, and condemning what he does, performs it willingly. (Stromata, Book 2.13)
St Clement of Alexandria
If your heart has been softened either by repentance before God or by learning the boundless love of God towards you, do not be proud with those whose hearts are still hard. Remember how long your heart was hard and incorrigible. Seven brothers were ill in one hospital. One recovered from his illness and got up and rushed to serve his other brothers with brotherly love, to speed their recovery. Be like this brother. Consider all men to be your brothers, and sick brothers at that. And if you come to feel that God has given you better health than others, know that it is given through mercy, so in health you may serve your frailer brothers. (Prologue, 31 March)
St Nikolai of Serbia (Velimirovic)
Often during the day I have been a great sinner, and at night, after prayer, I have gone to rest, justified and whiter than snow by the grace of the Holy Spirit, with the deepest peace and joy in my heart! How easy it will be for the Lord to save us too in the evening of our life, at the decline of our days! O save, save, save me, most gracious Lord; receive me in Thy heavenly Kingdom! Everything is possible to Thee! (My Life in Christ, Part 1, p. 27)
St John of Kronstadt (
http://full-of-grace-and-truth.blogspot.ca/search/label/Forgiveness
Demonic Possession , Magic, Spiritualism explained ....
Miracles
“If a prophet rises among you....”
The Lord said if a prophet (i.e., charlatan) performs signs and wonders, don’t get excited about it (like little children). Don’t get carried away like a leaf on the wind. Don’t believe in other gods. Stay true to the Lord.
The Lord is testing you to see if you love Him with all your heart and with all your soul.
So it’s possible that mediums and so on can, as a concession by God and with the power of the Evil One, work “wonders.” Here are some of them:
“Communication” with the Dead
“There are some people who are so heartbroken by the loss of a loved one that they go to a medium (i.e., the devil), in order to hear the voice of the departed person, to talk to them, to find some kind of relief. Do they really hear the voice of the dead? Victor H. Ernest, the former medium, gave a blunt answer. The voice they heard isn’t that of their loved one but of a devil. And the poor unfortunate people are left with the illusion that they’re in contact with the soul of the person who passed away!
Telepathy
There are two kinds of telepathy.
A) Reading other people’s thoughts: According to Victor H. Ernest, this happens when a person’s intelligence is working hand in glove with an evil spirit, or when the whole person is actually under the control of an evil spirit. Doreen Irvine, a former prostitute and stripper who was actually crowned Queen of the Witches of Europe, had no difficulty, as a Satanist, in reading other people’s thoughts.
B) Seeing something that’s happening far away in a dream or in a trance: Two people at the séance attended by Victor H. Ernest were able to read the headlines of morning newspapers while they were still being run off at the printer’s, hours before they were delivered to the town. Some, who are even more “advanced”, can see into your house as if with a camera and can find hidden objects, etc.
“Miracles” with Fire
In Kalamata, some years ago, an occultist did the following in front of the audience: He drew lines on his hand with a lighted cigarette without feeling any pain at all.
Something similar happens every year in the village of Agia Eleni in Northern Greece on the day of the feast of Sts Constantine and Helen. A group of people holding icons of the saints dance in their bare feet on burning charcoal without getting burnt.
Victor H. Ernest comments that this is not an illusion. He says that fire-walkers really do walk on burning coals or sometimes on molten lava. Behind firewalking, he maintains, is the total surrender of the practitioner to the forces of darkness.
“Soap Bubbles”
A while ago, in the main street of the town of Patras, in Greece, a magician, with the aid of evil spirits, was doing tricks. Through a variety of invocations, chairs and tables were lifted into the air as if made of paper. A crowd of people rushed to see this devilish spectacle. But by God’s providence a certain priest of the city, Fr A. K., was passing by and he made the sign of the Cross over these flying chairs and tables. They fell to the ground and remained there no matter what the occultist tried to do to move them. The power of the Cross had deadened that of the evil spirits.
Conclusion
No matter how impressive are the “wonders” performed by the agents of Satan (mediums, magicians, etc.), they can’t stand up to the power of the presence of the Cross. They disperse. They burst just as if they were soap bubbles. As indeed they are.
The Devil: Demonic Possession
The best proof of the existence of the devil is a person who is possessed. To anyone who doesn’t believe in the existence of the devil, we would say, “Come and see. Come and see the devil alive within a possessed person.”
Distress
Possessed people (when the fit is upon them) become unrecognizable: the face becomes distorted, the head twists, the mouth gapes. The tongue is thrust out and the victim howls. It is truly a horrible sight.
In this state, a possessed person is capable of revealing all your “achievements” (i.e., sins). It is not just general and vague, either, but specific and in detail. Without knowing you, they can tell you for example, your name, where you were and what you were doing the previous evening, and who you were with. (It’s worth noting that if you’ve confessed to a priest, the possessed are unable to do this).
Questions:
- How do they manage to know your secrets?
- Why is it that sins confessed aren’t able to be seen?
Trembling
During their fit, however, they show other symptoms.
- At the Divine Liturgy they feel as if they’re burning (although when they see fire they don’t).
- Before the Precious Cross, they feel as if they’re being cut to ribbons (although when they see a butcher’s knife they don’t).
- When a priest makes the sign of the Cross over them with the “spear” used in the Divine Liturgy by the priest to cut the Communion Bread, they feel as if their flesh is being pierced. One priest did this and the possessed person howled: “Why are you sticking that spear into my flesh. Why are you pulling at the spear and tearing my flesh?” (Yet the same person was able to bear the touch of a sharp knife without howling).
- When they look upon holy relics, they feel as if they themselves are on fire.
Questions:
- Why should the possessed fear the Divine Liturgy yet not fear, for example, heart surgery?
- Why do they fear the Precious Cross, which, after all, is only two bits of wood, yet don’t fear a sharp butcher’s knife?
- Why is it that they feel they’re being cut open when the sign of the Cross is made over them?
- Why do they fear the relics of saints such as St Gerasimos, a poverty-stricken little monk who was full of love, yet don’t fear the remains of bloodthirsty Lenin, who slaughtered millions of his fellow-citizens?
“Something...”
All the above show us that there’s something about the possessed person that is very badly disturbed by the Precious Cross, the Divine Liturgy, and the relics of our saints. And this “something” is the same thing that can reveal your secret sins, unless you’ve confessed them.
For us Christians, this “something” is the devil. What about unbelievers? Do they just put it down to parapsychology and be done with it?
There are of course, those scientists who declare that all of this will one day be explained by the goddess of “science”. They’re sure of this. Yet this may not be the case, since it’s still in the future, so why are they so sure? What sort of logic is that? But never mind. If in the future science demonstrates that this something really is the devil, will they then believe it?
The Devil’s Bloodthirstiness
The possessed show just how bloodthirsty the devil is and how cruelly he tortures people. Here are a few instances:
The father whose son was possessed said to Christ: “Every time the devil bothers him, it throws him down, foam comes from his mouth and he gnashes his teeth and becomes catatonic" (Mark 9:18). Some know-it-alls explain this by saying the boy was epileptic. But so was Julius Caesar, who lived before Christ. People in the ancient world were familiar with the difference between epilepsy and possession. They weren’t as “backward” as we like to think.
Another possessed man never stayed at home, but went wandering around the deserts and graveyards. Summer and winter he walked around stark naked (Luke 8:27-39).
Another threw himself into the fire to be burnt and yet another into the water to drown (Matthew 17:16). The two possessed men of the Gaderenes were “exceedingly fierce”. They were so wild and aggressive that no one could approach them They were the bane of people’s lives (Matthew 8:28).
Unnatural Strength
If a criminal is arrested by the police and is handcuffed, then no matter how strong he is, he can’t
break his bonds. His hands are tied, as it were. This isn’t true of people possessed. If they’re handcuffed, for example, even if they’re paralyzed, they’re capable of breaking open handcuffs. St Luke tells us in the Gospel that the Gadarene man who was possessed “was kept bound in chains and fetters, and he broke the bonds.” He was completely immobolized, but despite that he broke the chains!
It wasn’t the man who broke the chains, but the devil who was in the man. This demonstrates quite clearly that the devil has superhuman strength. So, he can work signs and wonders. If he wanted, he could:
- Bring up a hurricane to destroy houses and uproot trees.
- Whip up a storm that would sink all the shipping in the area.
- Drown men and beasts.
- Make an earthquake that would level towns and cities.
But he refrains from this. Why?
Wouldn’t he like to turn everything upside down? Certainly he would, if he could. He’s prevented from doing so by God. If God didn’t keep the mania of the demons in check, we’d see them playing with the world like a ball.
How Does He Fight Us?
The misanthropic devil doesn’t fight us with weapons that can be seen and which make a noise (stones, clubs, etc.), but with silent, invisible ones. ONE of these is THOUGHTS. He puts (bad) thoughts into our minds in order for us to put them into practice. If the bad thoughts don’t take root, then he’ll fight us with supposedly good ones, in order to trap us. Given this, you should be concerned and should ask yourself:
- Is what you have in mind perhaps seed sown by the devil? Is it perhaps misleading you towards seemingly good thoughts?
- Is, perhaps, your philosophy of life and death (which you think is correct), really a set of thoughts from the devil?
- Are even your thoughts on spiritual matters, as an Orthodox Christian, perhaps really thoughts of the devil? Perhaps.
One thing you can be sure of: the devil hasn’t made an exception of YOU.
From the book Confronting the Devil, Magic & the Occult, Orthodox Book Centre, Athens 2003
Archimandrite Vasilios Bakoyiannis
Behind every test lurks the blessing of God ( Elder Ephraim Of Arizona(Philotheou)
Almost all attribute their conversion to some ordeal.
Sorrow is not nice. However, behind it, behind the pain, behind the sorrow, behind the test, lurks the blessing of God, the rebirth, the reforming of man, of family. Almost everyone attributes his/her conversion to some test. They believe everything goes well, then God takes their child, and then there is mourning, pain etc. Then comes the grace of God which overshadows them, making these people calm. They approach the Church, approach the confession, approach the priest. Thanks to that child they go to the Church. Their pain makes them to seek, to pray for repose, to request liturgies.
Pain relieves the heart and makes it receptive to the word of God, while earlier it was hard and unreceptive. For example, a man during his youthful exuberance thinks, "I am and no one else is". There go the degrees, the glories, the health, the beauty and everything else. However, when he is laid in bed sick, he thinks differently. Vanity of vanity, everything is vanity. I may die, he thinks. What is the benefit of all these and he starts to think differently. It is like a man approaching him and tells him, "read this book and check what it says". He hears a word of God and then he listens to it. And if you give him a book, his pain has already made his heart suitable and he opens the book and the Bible and reads it and thus starts the repose of man. And when he is healed, immediately then he stands up and lives carefully his life and does not live like before with pride and with the fantasy he had.
Sickness and sorrow is by and large medicine of the providence of God to bring man closer to Him and increase his virtue.
The sickness and sorrow is by and large medicine of the providence of God to bring man closer to Him and increase his virtue. Job was the best man on earth but God wanted to make him even better. Before he was tested, Job was not famous. As soon as he was tested and fought, struggled, crowned and became rich, after that began his glory to this day. His example is the most brilliant one and empowers every man that is being tested. If he was tested being a saint, so much more us who are sinners. The result was he was made holy and was given again years of life and blessed him doubly and thrice with what he had, thus becoming a bright example throughout the centuries and for him to relax and say: "As the Lord wished so it happened. May the name of the Lord be blessed". He lowers his head and says: "God gave and God took" And even if He took my child, hasn't God given him to me? He took it. Where is my child? In heaven? So what happens there? He reposes there.
Behind every test lurks the will of God and the benefit which naturally he could not see at that time, but with time he will know the benefit. We have many such examples.
Like also the Saints Andronicus and Athanasia. They were a couple. He was a jeweler of great wealth etc. Part of his profit from work was used to feed his family. Another part of his profit he gave to the poor and a third of his profit was lent to people who had no money, interest free. They had two happy daughters. One day both died from sickness. Both parents went to bury them. Athanasia, the unfortunate one, would cry inconsolably over their graves. So did Andronicus. With great pain he started for home. Poor Athanasia stayed behind to mourn over their graves. "My children" and "My children" she cried. The sun was setting and the cemetery was closing. In her sorrow she saw a monk coming to her and telling her: "Lady why are you crying?"
How could I not cry Father?" (She thought he was the priest of the cemetery). "I buried both my children, my two angels, I laid them in their graves and I and my husband are left alone. We have no more freshness anymore.
He tells her: "Your children are in paradise with the angels. They are in the joy and grace of God and you cry? Pity, and you are a Christian.
"So they live my children? Are they angels?"
Of course your children are angels"
He was the Saint of that Church. Finally both Andronicus and Athanasia became monastics and were sanctified.
Elder Ephraim, Abbot of the Holy Monastery of St. Anthony's - Arizona
Tested spiritual admonitions for receiving our spiritual health and salvation.
Publication, "Orthodox Kypseli" Thessalonica.
Φρόντιζε να παρακολουθείς την καρδιά σου ( Αγ. Ιωάννου της Κρονστάνδης )
Πολλοί είναι εκείνοι που δεν προσεύχονται. Τους φαίνεται, λένε, πως δεν έλαβαν καμιά δωρεά από το Θεό όταν προσευχήθηκαν. Την προσευχή τη λογαριάζουν περιττή. Λένε ακόμα πως ο Θεός τα γνωρίζει όλα, δεν έχει ανάγκη να του θυμίσουμε εμείς τι χρειαζόμαστε. Ξεχνούν όμως ότι ο Κύριος είπε: «Αιτείτε και δοθήσεται υμίν, ζητείτε, και ευρήσετε, κρούετε, και ανοιγήσεται υμίν» (Ματθ, ζ’ 7). Οι προσευχές μας είναι απαραίτητες για να μας στερεώσουν στην πίστη. Και χωρίς πίστη δεν μπορούμε να σωθούμε. «Τη γαρ χάριτι εστέ σεσωσμένοι διά της πίστεως» (Εφεσ. β’ 8), είπε ο απόστολος Παύλος. Κι ο Κύριος είπε στη Χαναναία: «Ω, γύναι, μεγάλη σου η πίστις! γενηθήτω σοι ως θέλεις» (Ματθ. ιε’ 28). Γι’ αυτό το λόγο ο Κύριος άφησε τη Χαναναία να προσευχηθεί επίμονα, για να ξυπνήσει μέσα της την πίστη, να τη δυναμώσει. Αυτοί που δεν προσεύχονται δεν βλέπουν κάτι που είναι πολύ απλό· πως τους λείπει η πίστη, που είναι η πιο ανεκτίμητη κληρονομιά του χριστιανού, απαραίτητη όσο κι η ίδια η ζωή. Δεν καταλαβαίνουν ότι με την απιστία τους κατηγορούν ως ψεύτη τον ίδιο το Θεό (πρβλ. Α’ Ιωάν. α’ 10), ότι έτσι γίνονται τέκνα του διαβόλου, ανάξια να δεχτούν τις δωρεές του Θεού και οδηγούνται σίγουρα στον όλεθρο.
Την ώρα της προσευχής η καρδιά μας πρέπει να φλέγεται από την επιθυμία των πνευματικών χαρισμάτων κι από αγάπη για το Θεό. Πρέπει να έχουμε ζωηρά στο νου μας το μέγα Του έλεος προς το ανθρώπινο γένος, πως ο Θεός είναι πάντα έτοιμος ν’ ακούσει με πατρική αγάπη όλες τις προσευχές μας. «Ει ουν υμείς, πονηροί όντες, οίδατε δόματα αγαθά διδόναι τοις τέκνοις υμών, πόσω μάλλον ο πατήρ υμών ο εν τοις ουρανοίς δώσει αγαθά τοις αιτούσιν αυτόν;» (Ματθ. ζ’ 11).
Ο Θεός είναι η αιώνια Αλήθεια. Δεν ανέχεται από μας ν’ αμφιβάλλουμε στην αλήθειά Του ούτε για μια στιγμή. Ο Θεός είναι το αιώνιο έλεος, θέλει «πάντας ανθρώπους σωθήναι και εις επίγνωσιν αληθείας ελθείν» (Α’ Τιμοθ. β’ 4). Εμείς, τα παιδιά του Φιλεύσπλαχνου Θεού, έχουμε την υποχρέωση να επιθυμούμε μ’ όλη μας την καρδιά τη σωτηρία όλων των ανθρώπων, ακόμα και των εχθρών μας. Και πρέπει να φροντίζουμε και ν’ αγωνιζόμαστε γι’ αυτό.
Όσο ζεις, φρόντιζε να παρακολουθείς την καρδιά σου. Να την ερευνάς, να την ακούς και να ψάχνεις να βρεις τι είναι αυτό που την εμποδίζει για να ενωθεί με τον Υπερευλογημένο Κύριο. Αυτό να το λογαριάσεις σαν την επιστήμη που είναι πάνω από κάθε επιστήμη. Και με τη βοήθεια του Θεού θα διαπιστώσεις εύκολα τι σε αποξενώνει από το Θεό και τι σε προσεγγίζει και σε ενώνει μαζί Του. Εκείνο που στέκεται περισσότερο απ’ οτιδήποτε άλλο ανάμεσα στις καρδιές μας και το Θεό, είναι το πονηρό πνεύμα. Ο διάβολος μας αποξενώνει από το Θεό με διάφορα πάθη, με τις επιθυμίες της σάρκας ή των οφθαλμών και με τη ματαιοδοξία του κόσμου.
Είναι υπέροχο το γεγονός ότι ο ίδιος ο Κύριος, ο δημιουργός όλης της κτίσης, ορατής και αόρατης, μεταβάλει τον άρτο και τον οίνο σε Σώμα και Αίμα. Στο δικό Του πάναγνο Σώμα και το δικό Του πάναγνο Αίμα. Με τον άρτο και τον οίνο ο Υιός του Θεού δεν ενσαρκώνεται ξανά. Μια φορά ενσαρκώθηκε, κι αυτή είναι αρκετή για τους αιώνες των αιώνων. Αλλά μετουσιώνεται σ’ αυτό το ίδιο το σώμα, το οποίο έλαβε κατά τη σάρκωσή Του, με τον ίδιο τρόπο που πολλαπλασίασε τους πέντε άρτους και έθρεψε χιλιάδες ανθρώπους.
Υπάρχουν πάρα πολλά μυστήρια στη φύση τα οποία δεν μπορεί να συλλάβει ο νους μου. Αν κι έχουν συγκεκριμένη μορφή, όμως υφίστανται μέσα στο μυστήριο. Το ίδιο γίνεται και με το μυστήριο του ζωοποιού σώματος και αίματος. Πώς το σώμα και το αίμα μεταμορφώνονται σε Σώμα και Αίμα του ίδιου του Κυρίου; Αυτό είναι ακατανόητο για μένα, όμως το μυστήριο υπάρχει.
Είμαι σκέτος πηλός. Ο δημιουργός μου έδωσε σάρκα και αίμα, μορφή και ψυχή. Ο Πάνσοφος και Παντοδύναμος Κύριος έχει απειράριθμα μυστήρια. Εγώ ο ίδιος είμαι ένα μυστήριο, σαν πλάσμα των χειρών Του. Για την ψυχή μου υπάρχει το Πνεύμα του Κυρίου- για την ψυχή και το σώμα μου υπάρχουν το Σώμα και το Αίμα Του.
Όπως η ψυχή φέρει το σώμα της, έτσι κι ο Θεός φέρει το σύμπαν ολόκληρο, όλους τους κόσμους, αφού ο ίδιος είναι άπειρα πιο αχανής απ’ αυτούς. Η ψυχή γεμίζει όλο το σώμα.
Το Πνεύμα του Κυρίου «πεπλήρωκε την οικουμένην» (Σοφ. Σολ. α’ 7). Μόνο που η ψυχή περιορίζεται στο σώμα, αν κι αυτό δεν είναι απόλυτο, μιας και μπορεί να γεννηθεί οπουδήποτε. Το Πνεύμα του Κυρίου δεν περιορίζεται από το σύμπαν, δεν εμπεριέχεται στον κόσμο, όπως η ψυχή στο σώμα.
Ο Χριστός οδηγείται στην καρδιά με την πίστη και κατοικεί εκεί με ειρήνη και χαρά. Δεν ειπώθηκε χωρίς λόγο πως ο Θεός «είναι Άγιος και αναπαύεται εν τοις αγίοις».
Δεν πρέπει να προσέχεις το κάλλος του ανθρώπινου προσώπου, αλλά την ψυχή. Δεν πρέπει ν’ ασχολείσαι με το ένδυμα του ανθρώπου (το σώμα είναι το προσωρινό ένδυμά του), αλλά με εκείνον που είναι ντυμένος μ’ αυτό. Μη θαυμάζεις τη μεγαλοπρέπεια του πύργου, αλλά δώσε προσοχή στον ένοικο που ζει εκεί, τι λογής άνθρωπος είναι. Βλέποντας διαφορετικά τον άνθρωπο, θα προσβάλλεις την εικόνα του Θεού. Θ’ απαξιώσεις το βασιλιά προσκυνώντας το δούλο, δε θα του απονείμεις ούτε την ελάχιστη τιμή που του αξίζει. Μην προσέχεις την εξωτερική ομορφιά του βιβλίου, αλλά το περιεχόμενό του. Διαφορετικά θα υποτιμήσεις το πνεύμα και θα εκθειάσεις τη σάρκα. Τα γράμματα κι η εμφάνιση του βιβλίου είναι η σάρκα· το περιεχόμενό του είναι το πνεύμα. Μη μαγεύεσαι από τους μελωδικούς ήχους ενός οργάνου ή μιας φωνής, αλλά από την επίδραση που ασκούν στην ψυχή, από τα λόγια του τραγουδιού. Να εκτιμήσεις το πνεύμα τους. Αν οι ήχοι προκαλούν στην ψυχή σου ειρήνη, σεμνότητα και αισθήματα ιερά, τότε άκουσέ τους, τάϊσε την ψυχή σου με τους ήχους αυτούς. Αν όμως διεγείρουν τα πάθη σου, τότε μην τους ακούς. Να εγκαταλείψεις τόσο τη σάρκα (τη μελωδία) όσο και το πνεύμα (τα λόγια) τέτοιας μουσικής.
Μέσα στην εγκόσμια ματαιότητα και το σκοτασμό της
σάρκας, ο εσωτερικός άνθρωπος νιώθει πιο ελεύθερος νωρίς το πρωί. Τότε δεν επηρεάζεται πολύ από τους πειρασμούς του πονηρού. Με το που ξυπνάει, αισθάνεται σαν το ψάρι που μερικές φορές πετάγεται παιχνιδιάρικα στην επιφάνεια του νερού. Την υπόλοιπη μέρα είναι σχεδόν ολόκληρη κλεισμένος σε αδιαπέραστο σκοτάδι. Τα μάτια του είναι καλυμμένα σαν με επίδεσμο, που τον αποστερεί από τη δυνατότητα να βλέπει την πραγματική κατάσταση των πραγμάτων, φυσικών και πνευματικών. Αυτές τις πρωινές ώρες κοίταξε να τις επωφεληθείς. Είναι οι ώρες μιας καινούργιας ζωής. Μιας ζωής που ανανεώθηκε μετά από έναν πρόσκαιρο ύπνο. Οι ώρες αυτές μας προϊδεάζουν κατά ένα μέρος για την κατάσταση στην οποία θα βρεθούμε όταν αναστηθούμε αναγεννημένοι το μεγάλο και παγκόσμιο εκείνο πρωινό της ανέσπερης μέρας της ανάστασης, ή όταν θ’ απαλλαγούμε από το φθαρτό σώμα μας.
Ακόμα και την ώρα της προσευχής ο άνθρωπος κατά κανόνα δεν είναι γιός της ελευθερίας, αλλά δούλος της ανάγκης και του καθήκοντος. Πρόσεξε κάποιους ανθρώπους που συμπαθείς, ακόμα και ιερείς. Πόσοι απ’ αυτούς προσεύχονται με ανοιχτή καρδιά, με ζωντανή πίστη κι αγάπη;
Την ώρα της προσευχής μερικές φορές υπάρχουν στιγμές που κυριαρχεί πνευματική αγωνία, μαύρο σκοτάδι νεκρικό, που προέρχεται από την απιστία. Γιατί η απιστία είναι σκοτάδι. Τέτοιες στιγμές μην αφήσεις την ψυχή σου σε απόγνωση. Θυμήσου ότι αν έχεις δεχτεί το θείο φώς, αυτό εξακολουθεί να λάμπει πάντα σαν αστραπή, με όλη τη μεγαλοσύνη του, στην Εκκλησία του Χριστού, στον ουρανό και τη γη, μα και στον υλικό κόσμο, όπου «η αΐδιος αυτού δύναμις και θειότης» (Ρωμ. α’ 20) είναι ορατή. Μη νομίζεις πως έχασες την αλήθεια, γιατί αλήθεια είναι ο ίδιος ο Θεός. Όλα όσα υπάρχουν στον κόσμο έχουν αιτία τους τον Κύριο, θεμελιώνονται σ’ Αυτόν. Η δική σου αδύναμη, αμαρτωλή και σκοτισμένη καρδιά είναι που εκπίπτει από την αλήθεια. Γιατί πολλές φορές δεν μπορεί ν’ αντέξει τη δύναμη που έχει το φως της αλήθειας, δεν είναι πάντα ικανή να δεχτεί την καθαρότητά του, παρά μόνο αν έχει καθαριστεί από τις αμαρτίες της.
Η αμαρτία είναι η πρώτη αιτία του πνευματικού σκότους. Κι αυτό μπορείς να το διαπιστώσεις στον ίδιο σου τον εαυτό. Όταν στην καρδιά σου κατοικεί το φως της πίστης, η αλήθεια του Θεού, τότε μόνο νιώθει ειρηνική, δυνατή και ζωντανή. Όταν όμως η πίστη υποχωρήσει, τότε η καρδιά σου γίνεται ανήσυχη, αδύνατη σαν ένα καλάμι που το φυσάει ο άνεμος, χωρίς ζωή. Μη δίνεις καμιά σημασία σ’ αυτό το σκότος του σατανά. Διώξε το μακριά από την καρδιά σου, κάνοντας το σημείο του ζωοποιού σταυρού!
Ακόμα κι αν όλη τη μέρα την πέρασες με πολλές ασχολίες και σκοτούρες, μη λυπηθείς τον εαυτό σου και αμελήσεις το ιερό έργο της προσευχής. Να κάνεις την προσευχή σου στο Θεό ως το τέλος με προθυμία, μ’ όλη σου την καρδιά, γιατί είναι ένα καθήκον που το οφείλεις στο Θεό. Όταν βάλεις το χέρι σου στο αλέτρι, μην κοιτάζεις πίσω (πρβλ. Λουκ. θ’ 62). Αν επιτρέψεις στον εαυτό σου να προσευχηθεί αδιάφορα κι απρόσεκτα κι όχι από την καρδιά σου, τότε μην κοιμηθείς προτού κλάψεις με δάκρυα μπροστά στο Θεό, ζητώντας Του να σε συγχωρήσει για την αμαρτία σου. Αυτό βέβαια δε γίνεται με όλους τους ανθρώπους, αλλά με τους πιο προχωρημένους στην πνευματική ζωή. Γι’ αυτό να προσέχεις, να μη βάζεις τη σάρκα σου πάνω από το Θεό. Για χάρη Του να περιφρονείς τη σωματική ξεκούραση.
(Αγ. Ιωάννου της Κρονστάνδης, «Η εν Χριστώ ζωή μου». Αθήνα 2003, σ. 31-36)
Τα «γουρουνάκια» της Παναγίας..
Στο περιβόλι της Παναγίας μας, η παρουσία της Παναγίας μας είναι έντονη. Παντού φαίνεται να υπάρχει η παρουσία Της Ακόμα και ο προσκυνητής μπορεί να νοιώσει την ευλογία Της και ότι η ακούραστη μεσίτριά μας σκεπάζει με στοργή το αγιώνυμο Όρος της. Άλλωστε είναι η προστάτις του Μοναχισμού μας και η μητέρα όλων των Μοναχών.
Μια από τις αμέτρητες διηγήσεις για την παρουσία της Παναγίας μας στη ζωή των μοναχών είναι και η εξής που μας διηγήθηκαν και που για άλλη μια φορά αποδεικνύει το μέγεθος της αγάπης του Θεού που κανέναν δεν αποστρέφεται, αλλά θέλει «πάντας σωθήναι και εις επίγνωσιν αληθείας ελθείν».
Κάποτε λοιπόν, λέει η διήγηση, ζούσαν σ’ ένα μοναστήρι δυο υποτακτικοί, οι οποίοι είχαν κυριευθεί από το πάθος της «μέθης». Και ήταν καθημερινά μεθυσμένοι. Ο Γέροντας και οι υπόλοιποι αδελφοί προσπαθούσαν με αγάπη να τους νουθετήσουν και να τους συμβουλέψουν. Εκείνοι όμως δεν εθεραπεύοντο και παρέμεναν κυριευμένοι στο πάθος τους. Επειδή όμως αποτελούσαν σκάνδαλο με την αμετανοησία τους και με τη συνεχιζόμενη απαράδεκτη συμπεριφορά τους λόγω της «μέθης» τους, γι’ αυτό και η Αδελφότητα και η Ιερά Επιστασία απεφάσισε να τους εκδιώξει από τη Μονή, προς γνώση και συμμόρφωση. Ένα χειμωνιάτικο όμως βράδυ, που ο καιρός είχε αγριέψει πολύ και το χιόνι είχε σκεπάσει τα πάντα και συνέχιζε να πέφτει πυκνό, ο Ηγούμενος βλέπει στον ύπνο του την Παναγία να τον σκουντά και να του λέει: «Σήκω γρήγορα, γιατί τα γουρουνάκια μου κινδυνεύουν».
Ο ηγούμενος νόμιζε ότι η ενέργεια ήταν εκ του πονηρού και δεν υπήκουσε. Οπότε η Θεοτόκος ξαναήλθε για δεύτερη φορά και του επανέλαβε τα ίδια λόγια: «Σήκω γρήγορα, γιατί τα γουρουνάκια μου κινδυνεύουν». Και όταν ο ηγούμενος και πάλι δεν υπήκουσε, ήλθε πιο αυστηρή αυτή τη φορά και σε τόνο που δεν σήκωνε πλέον ανυπακοή του λέει «Τρέξε τώρα, γιατί σου είπα ότι τα γουρουνάκια μου κινδυνεύουν». Οπότε αυτή τη φορά σηκώθηκε και μαζί με άλλους πατέρες βγήκε έξω από την μάνδρα της Μονής, ψάχνοντας τα γουρουνάκια της Παναγίας.
Σε μια στιγμή ακούνε στα δεξιά τους και από το βάθος ενός γκρεμού βογγητά και άρχισαν να κατεβαίνουν την απόκρημνη πλαγιά και φτάνουν κοντά σε δυο μοναχούς που ήταν χτυπημένοι από το πέσιμο και κυριολεκτικά θαμμένοι μέσα στο χιόνι. Τους σηκώνουν και, ω του θαύματος! Aναγνωρίζουν στα πρόσωπά τους τους δύο μοναχούς που μεθούσαν και ήθελαν ως εκ τούτου να εκδιώξουν από το Μοναστήρι. Με πολύ κόπο, τους σήκωσαν και τους πήγαν στο Μοναστήρι, αλλά όμως δεν τους έδιωξαν όπως είχαν αποφασίσει, διότι πως ήταν δυνατόν αυτούς που η Παναγία τους έσωσε τόσο θαυματουργικά και νοιάστηκε η ίδια για να σωθούν τα γουρουνάκια της, αυτοί να τους διώξουν; Γι’ αυτό αποφάσισαν, αφού έτσι το θέλει η Παναγία, να κρατήσουν «τα γουρουνάκια»στο μοναστήρι.
Αλλά, ω του θαύματος! Η θαυματουργική επέμβαση της Θεοτόκου σωφρόνισε τους δυο μοναχούς και από τότε που σώθηκαν με την θαυματουργική της επέμβαση δεν ξαναέπεσαν στο πάθος της «μέθης», αλλά έζησαν πλέον εν μετανοία.
Λέγεται δε, ότι ίσως, το Άγιο Όρος να ονομάζεται «περιβόλι της Παναγίας», διότι περιέχει όλων των ειδών τα «λουλούδια», αγίους και αμαρτωλούς. Κανέναν όμως μοναχό δεν απομακρύνουν, όσο αμαρτωλός κι αν είναι, ενθυμούμενοι πάντοτε το περιστατικό με τα «γουρουνάκια»…
Οι σύζυγοι πρέπει να αγαπούν τις συζύγους τους, ως αγαπούν τον εαυτό τους
ΓΑΜΟΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ (ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΙΩΣΗΦ ΒΑΤΟΠΑΙΔΙΝΟΥ)
Στη συζυγία η αγάπη επιβάλλεται και για ένα ακόμη λόγο, ας πούμε καλύτερα από κάποια ιδιαιτερότητα. Αυτός είναι η φύση της γυναίκας, που αποδεικνύεται ότι είναι γέννημα και προϊόν αγάπης (δημιουργήθηκε από την πλευρά του Αδάμ που ήταν κοντά στο μέρος της καρδιάς) και επομένως δεν ισορροπεί, όταν τη στερείται. Η ίδια πηγάζει αγάπη μέσω της μητρότητάς της και δίκαια απαιτεί να αγαπάται, αφού και η ίδια κατά φύση και θέση αγαπά.
Η ιστορία και τα πράγματα μαρτυρούν ότι αν οι σύζυγοι θέλουν να πετύχουν την αρμονία και την ομαλότητα μεταξύ τους, πρέπει να υπάρχει μόνιμα μεταξύ τους η αγάπη. Ειδικά όμως του άνδρα προς τη γυναίκα του. Αυτό ακριβώς έκανε και ο Χριστός προς την Εκκλησία του. Παρέδωσε τον εαυτό του για να την καταστήσει ένδοξη.
Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, αυτός ο μέγιστος ιεράρχης, προκαλεί τον άνδρα να μην κουράζεται να δείχνει στη σύζυγό του την αγάπη του και ότι όλη η θέληση και η προσπάθεια του είναι η ευτυχία της.
Αυτό, δυστυχώς, πολύ απουσιάζει σήμερα και τα αποτελέσματα είναι απελπιστικά. Η σημασία και η φύση της συζυγίας παραχαράχθηκε από την επίδραση του ευρωπαϊκού κυκεώνα, που τίποτε δε σεβάστηκε από την ανθρώπινη προσωπικότητα και τις πνευματικές και ηθικές αξίες, που οι πρόγονοί μας με αυτοθυσία κράτησαν.
Επειδή η αύξηση των ανθρώπων γίνεται με τη νόμιμη συζυγία με λύσσα ο αδίστακτος εχθρός του άνθρωπου, ο διάβολος, προσπαθεί να διαλύσει τα ήθη και να καταλύσει το δεσμό της αγάπης και της ενότητας. Το τόσο σοβαρό θέμα του γάμου δεν πρέπει να παραμεληθεί με τις παραχαράξεις του ένοχου και ανώμαλου βίου για να μην ακούσουμε και εμείς, όπως οι παλαιοί αποστάτες των ηθικών αξιών, που αποκήρυξε ο Θεός: «ου μη καταμείνει το πνεύμα μου εν τοις ανθρώποις τούτοις διά το είναι αυτούς σάρκας» (Γέν. 6,3). Και επέφερε τον κατακλυσμό για να τιμωρήσει την αποστασία.
Ο σύζυγος για να πετύχει εύκολα αυτό το ρόλο -ανάλογα με τις περιστάσεις-, θα πρέπει να φέρεται στη σύζυγό του άλλοτε σαν πατέρας, άλλοτε σαν αδελφός, άλλοτε σαν φίλος και πάντοτε σαν άνδρας της. Αν το κάνει αυτό θα πετύχει την ατάραχη και αρμονική διάθεση της συζύγου, που ενώ σε πολλά σημεία είναι περισσότερο φιλότιμη και έχει αυτοθυσία, σε μερικά μικρής σημασίας συμβάντα αποθαρρύνεται και μικροψυχεί.
Δεν είναι υπερβολή ούτε προσποίηση η εκδήλωση αγάπης του συζύγου προς τη γυναίκα του, αφού μόνο στη νόμιμη συζυγία μπορεί να εκδηλωθεί η γνήσια και πραγματική αγάπη, εφ’ όσον «έσονται οι δυο εις σάρκα μίαν». Καμιά άλλη εκδήλωση τρυφερότητας και συμπάθειας δεν μπορεί να παραλληλισθεί με το «έσονται οι δύο εις σάρκα μίαν» της νόμιμης συζυγίας από την οποία προέρχεται η καταβολή της ανθρώπινης ζωής. Άλλωστε και η περιγραφή του γυναικείου φύλου, που είναι και το ασθενές μέρος, απαιτεί την πρακτική του συμπλήρωση από την ανδρική αγάπη και αυτός είναι ο λόγος της ζήλειας που πλεονάζει στη γυναίκα. Ο καλύτερος τρόπος δαμασμού της γυναικείας ζήλειας είναι πρακτικά η γνήσια και έμπρακτη εκδήλωση αγάπης του συζύγου προς τη γυναίκα του.
Στη γενική διαστροφή που επικράτησε λόγω της αποστασίας από το Θεό «ανένδεκτον του μη ελθείν τα σκάνδαλα» (Λουκ. 17,1). Χρειάζεται πολλή προσοχή στη συγκράτηση του δεσμού της συζυγίας. Να μη λαμβάνονται υπ’ όψιν τα σκάνδαλα, από τα οποία πηγάζουν οι παρεξηγήσεις. Συνιστούμε, ειδικά στον άνδρα, ως την κεφαλή, να μην προδίδει την αγάπη και το σύνδεσμο με τη σύζυγό του, γιατί ο διάβολος και τα όργανά του ουδέποτε θα παύσουν να πολεμούν για να πληγώσουν τη ρίζα της ζωής.
Ένα δείγμα πραγματικής παρηγοριάς και στηριγμού, που μας συμβούλευσαν οι γέροντες σύμβουλοί μας, και των δύο φύλων, για τις δύσκολες ώρες είναι: «Μην ξεχνάτε ποτέ την πρώτη εβδομάδα του γάμου σας». Είστε οι ίδιοι όπως και τότε. Τίποτε δε σας χωρίζει.
Υπενθυμίζουμε στους άνδρες το «συνοικούντες κατά γνώσιν, ως ασθενεστέρω σκεύει τω γυναικείω» (Α’ Πέτ. 3,7). Αυτό σημαίνει ότι η παρεκτροπή της συζύγου θεραπεύεται με την αγάπη και την τρυφερότητα, παρά με την επίπληξη και το θυμό. Μην κάνεις παρατήρηση στη σύζυγό σου, σε περίπτωση λάθους, ειδικά την ώρα του πειρασμού και της αιχμής. Εφάρμοσε το λόγο του Δαβίδ: «Εγώ δε ωσεί κωφός ουκ ήκουον, και ωσεί άλαλος ουκ ανοίγων το στόμα αυτού» (Ψαλμ. 37,13). Σε άλλη ώρα, όταν είστε μόνοι σας, μακριά από τα παιδιά, εάν υπάρχουν, πάρε με τρυφερότητα τη σύζυγό σου στην αγκαλιά σου και πες της. «Αγάπη μου, δεν ξέρεις πόσο σε αγαπώ; Εγώ θέλω να είσαι μια αξιοπρεπής κυρία. Αυτό που έκανες δεν σε τιμά». Τότε μόνο δέχεται το σφάλμα και ζητά συνειδητά συγγνώμη. Αυτά είναι γεννήματα της πείρας. Εάν την ώρα του λάθους ή της ζημιάς, την ελέγξεις, θα πεισμώσει, θα ανταπαντήσει, θα μουτρώσει, θα επικαλεσθεί προφάσεις και θα πει ψέματα! Η σύνεση προλαμβάνει, εάν χρησιμοποιηθεί το φάρμακο της αγάπης.
Από τη μικρή ερευνά μας, από όσα ακούσαμε και είδαμε, βγάλαμε το συμπέρασμα ότι την περισσότερη ευθύνη για ό,τι κακό συμβαίνει στους γάμους έχουν οι άνδρες, γιατί δεν δείχνουν αγάπη στις συζύγους τους. Αγαπούν, δυστυχώς τις γυναίκες, αλλά όχι τις δικές τους. Αυτή είναι η ρίζα του κακού. Τότε φυτρώνει η ζήλεια και η υποψία -με τα γνωστά αποτελέσματα-, ιδίως όταν και οι γύρω διατείνονται ότι μάλλον κάτι συμβαίνει!
Το γραφικό «άφετε και αφεθήσεται» και το «ανεχόμενοι αλλήλων εν σπλάχνοις Ιησού Χρίστου» πρέπει να επικρατεί απαραιτήτως για να υπάρχει ομαλότητα στην οικογένεια. Πολλά λάθη και σκληρότητα έχουν οι άνδρες. Συνήθως πλεονάζει η απροσεξία και η υποχώρηση στα θέματα ηθικής, που στους καιρούς μας πέρασε τα όρια. Αν συμβεί κάτι τέτοιο στη γυναίκα, τότε ο πέλεκυς της παιδείας και εκδικήσεως πέφτει βαρύς.
Η αγάπη προς τη σύζυγο είναι ως προς τον άνδρα και δικαιοσύνη, γιατί το μόνο πρόσωπο που αχώριστα και πρακτικά θα παραμείνει στο πλευρό του είναι η σύζυγός του, αφού όλα τα πρόσωπα του περιβάλλοντός του σιγά-σιγά θα εκλείψουν, ενώ στους ευσεβείς συζύγους η συζυγία συνεχίζεται και στην αιωνιότητα.
Ο νόμος της επιρροής
Υπάρχει και άλλος λόγος σοβαρότερος, που απορρέει από την έμπρακτη συζυγική αγάπη και ενότητα, σύμφωνα με το νόμο της επιρροής. Αν οι πιστοί σύζυγοι εφαρμόζουν το νόμο της αγάπης μεταξύ τους, τότε η υπερφυσική ενέργεια της αγάπης, που είναι θεία και ζωοποιός, επιδρά οργανικά από τη σύλληψη, την εγκυμοσύνη και τον τοκετό στη διάπλαση του ακέραιου και σωστού χαρακτήρα του παιδιού. Έτσι, πρακτικά και πραγματικά το παιδί αποκτά χαρακτήρα και προσωπικότητα που περιείχε η πρώτη «κατ’ εικόνα και ομοίωσιν» του Δημιουργού ανθρώπινη υπόσταση.
Αν οι σύζυγοι με προσοχή και πίστη εφαρμόζουν στη ζωή τους την εντολή της θείας αγάπης, οι καρποί είναι εμφανείς στην αρμονική και ειρηνική οικογενειακή ζωή καθώς και στο χαρακτήρα των παιδιών που θα γεννηθούν αφού δε θα είναι μόνο γεννήματα και προϊόντα της σάρκας αλλά και του πνεύματος, εφ’ όσον «το γεγεννημένον εκ του πνεύματος πνεύμα έστιν» (Ιω. 3, 6).
Γέροντος Ιωσήφ Βατοπαιδινού, Συζητήσεις στον Άθωνα, Ψυχωφελή Βατοπαιδινά
Prayer Rope οr Design Bracelet, which is it ?
Many of the Orthodox Christians piously wear at their hands a "bracelet" made of wool knots or wooden beads. Fewer however know its true significance. The first thing we should stress is that it is not a piece of jewelry but an actual prayer rope. Its purpose is not just as decoration or to show others we are Orthodox, as many believe, but to be used as an aid in accomplishing our daily prayers.
The use of the prayer ropes is ancient in itself, going back to the origins of Christian monasticism. The prayer rope, creation attributed to Saint Pachomius in the fourth century, was intended as an aid for monks that could not read to accomplish a consistent number of prayers and prostrations in their cells. The use of the rope made it possible to pray the Jesus Prayer unceasingly, whether inside the cell or out, in accordance with Saint Paul's injunction to "Pray without ceasing" (I Thessalonians 5:17).
The method of tying the prayer rope also goes back to the fathers of monasticism. Saint Anthony the Great it is said to have started by tying a leather rope with a simple knot for every time he prayed Kyrie Eleison ("Lord have Mercy"), but the Devil would come and untie the knots to throw off his count. He then devised a way--inspired by a vision he had of the Theotokos--of tying the knots so that the knots themselves would constantly make the sign of the cross. This is why prayer ropes today are still tied using knots that each contain seven little crosses being tied over and over. The Devil could not untie it because the Devil is vanquished by the Sign of the Cross.
The prayer ropes are not to be confused with worry beads used as a pass-timer or calming device. The prayer ropes are to be used only in prayer. They come in various shapes and sizes but always they have a fixed number of knots or beads. This can be 33 (for the normal "bracelets") or 40, 50, 100, 200, 300, etc. for the longer ropes.
The use of the Jesus prayer with prostrations is sanctioned by our Church, which directs that one can (in cases of need) replace the common worship services with a definite number of prostrations and the Jesus Prayer (which would be difficult to carry out without the rope). Here is a guide we find at the end of some Psalter books.
Instead of the entire Psalter: 6000 Jesus Prayers
One kathisma: 300 prayers; for each stasis: 100
Midnight Service: 600
Matins: 1500
Vespers: 600
Great Compline: 700
Small Compline: 400
An Akathist to the Blessed Theotokos: 500
All those who are zealous for their salvation are invited to this unceasing remembrance of the saving name of Jesus, both laymen and monastics, for the spirit of life in Christ is one and the same for both. Many of our spiritual elders, men of prayer, ascetics and directors in faith and piety, down to the most recent time have recommended the use of the prayer rope to laymen and at times have even given them their own prayer ropes as a blessing.
For this reason we also recommend to the lay people today to properly use the prayer ropes around their hands to pray wherever they are, at home, at work, or driving, with a simple prayer: "Lord Jesus Christ Son of God have mercy on me the sinner" or simply "Lord Jesus Christ have mercy on me".
Τα μάτια της Μοναχής
Πρωτ. Γεωργίου Δορμπαράκη
῎Εκλεισαν ἁπαλά τήν πόρτα πίσω τους. Διέσχισαν τό ἥσυχο δρομάκι κι ἔστριψαν ἀριστερά γιά τόν μεγάλο δρόμο πού ἔβγαζε στήν ᾽Εκκλησία τῆς περιοχῆς τους. Δέν ἄργησαν νά φτάσουν. ῎Αναψαν τό κεράκι τους καί ἀποσύρθηκαν σέ μιά ἥσυχη καί σκοτεινή γωνιά. Σιωπηλές προσεύχονταν. ῾Η ἀκολουθία τοῦ ὄρθρου γιά τήν Θεία Λειτουργία τῆς Κυριακῆς δέν εἶχε ἀκόμη ξεκινήσει.
῎Ενιωθαν πολύ τυχερές πού σέ τόσο μικρή ἀπόσταση ἀπό τό σπίτι τους βρισκόταν ὁ ναός καί μποροῦσαν
νά πηγαίνουν στίς θεῖες λειτουργίες, τίς Κυριακές καί τίς ἑορτές. Δέν ἦταν βέβαια λίγες καί οἱ φορές πού ἐπισκέπτονταν τόν ναό γιά νά προσφέρουν τρόφιμα, ροῦχα, χρήματα γιά τούς ἀναγκεμένους συνανθρώπους τους. Οἱ ἐλεημοσύνες τους ἦταν συνεχεῖς καί εἶχαν γίνει γνωστές, παρ᾽ ὅλες τίς προσπάθειες νά τίς κρατήσουν μυστικές. ῞Οσο περισσότερο μάλιστα κρύβονταν, τόσο καί πιό πολύ τίς φανέρωνε ὁ Θεός.
Τό ὑπόλοιπο διάστημα τῆς ἑβδομάδας τό περνοῦσαν στό σπίτι, πού τό ᾽χαν μετατρέψει σέ μοναστήρι. ᾽Αξημέρωτα ἀκόμη ξεκινοῦσαν τίς προσευχές μπροστά στό εἰκονοστάσι τους καί συνέχιζαν μέχρις ὅτου ὁ ἥλιος ἀνέβαινε ψηλά. Συνέχιζαν μέ τά διακονήματά τους: τό μαγείρεμα, τό καθάρισμα τοῦ σπιτιοῦ, τόν ἀργαλειό γιά τά ὑφαντά τους, πού τούς ἀπέφεραν ἀρκετά γιά τήν ἐπιβίωσή τους καί τίς προσφορές τους. ῾Ο κόπος τῆς ἐργασίας ἦταν μέσα στόν καθημερινό τους πρόγραμμα. Τό ἀπόγευμα οἱ προσευχές ἔπαιρναν καί πάλι τήν θέση τους. Τό βράδυ ἐπίσης. Οἱ ἀγρυπνίες τους πολλές. Δέν ὑπῆρχε προσευχή καί ἀκολουθία πού νά μήν τήν ἔλεγαν καί νά μήν τήν ἔψελναν.
῾Οἱ μοναχές᾽, ἔλεγε ὁ κόσμος μόλις τίς ἔβλεπε, κι ἔνιωθε ἕνα δέος κι ἕναν ξεχωριστό σεβασμό στό πέρασμά τους. Δέν ἦταν λίγες μάλιστα οἱ φορές πού γυναῖκες ταλαιπωρημένες καί κακοποιημένες ἔπαιρναν τό θάρρος νά διαβοῦν τό κατώφλι τους, γιά νά βροῦν λίγη βοήθεια καί παρηγοριά.
῾Η μία ἦταν πράγματι μοναχή. ῾Η ἀδελφή ᾽Ιωάννα. ᾽Από νεαρή εἶχε ἀφιερωθεῖ στόν Θεό καί εἶχε δώσει τούς ὅρκους της στό γυναικεῖο μοναστήρι λίγο ἔξω ἀπό τήν ᾽Αλεξάνδρεια. Οἱ γονεῖς της πού ἔτρεφαν ὄνειρα νά τήν δοῦν ἀποκαταστημένη μέ τήν δική της οἰκογένεια, λόγω τῆς μόρφωσής της καί τῆς ἰδιαίτερης ὀμορφιᾶς της, στήν ἀρχή ἀντέδρασαν, ἀλλά γρήγορα πείστηκαν ὅτι αὐτό ἦταν πού ποθοῦσε περισσότερο ἀπό ὅλα ἡ μονάκριβη θυγατέρα τους. ῎Εδωσαν τήν συγκατάθεσή τους κι ἄρχισαν κι αὐτοί νά χαίρονται τήν προκοπή της. Γιατί πράγματι πολύ γρήγορα ἡ καλόγρια κόρη τους προχώρησε πνευματικά. ῾Η ταπείνωση καί ἡ ἀγάπη της τήν ἔκαναν σύντομα νά ξεχωρίσει.
᾽Αναγκάστηκε ἐκ τῶν πραγμάτων νά ἐγκαταλείψει τό μοναστήρι μετά ἀπό λίγα χρόνια. Πέθανε ὁ πατέρας της, ἀρρώστησε ἡ μάνα της. Πῆγε κοντά της νά τήν ὑπηρετεῖ. Μαζί της εἶχε καί τήν ὑπηρέτρια τοῦ σπιτιοῦ τους, τήν Μαρία, μιά πολύ πιστή στόν Θεό μεσήλικη γυναίκα, τήν ὁποία βεβαίως ἀντιμετώπιζε ὄχι μόνο ὡς ἀδελφή, ἀλλά σάν τόν ἑαυτό της καί τά σπλάχνα της, κατά τόν λόγο τοῦ ἀποστόλου. Μιά ψυχή σέ δυό σώματα, πού λέγανε γιά τόν ἅγιο Βασίλειο καί τόν ἅγιο Γρηγόριο.
῞Οταν ἔφυγε ἀπό τήν ζωή αὐτή μετά ἀπό κάποιο διάστημα καί ἡ μάνα της, σκέφτηκε ἡ ᾽Ιωάννα νά παραμείνει στό σπίτι καί νά τό κάνει ἡσυχαστήριο. Θά ᾽χε βοηθό καί συναγωνίστρια τήν Μαρία, πού συγκατένευσε μέ μεγάλη εὐχαρίστηση. Κι ἐκείνη δέν εἶχε κανέναν στόν κόσμο. Μέ τήν ἄδεια τῆς ἡγουμένης τοῦ μοναστηριοῦ πράγματι ἄρχισε ἕναν ἄλλον ἀγώνα. ῾Ησυχάστρια μέσα στόν κόσμο.
Ποιό καλό ἔργο ὅμως μένει ἥσυχο καί ἀνέπαφο στόν κόσμο αὐτό; Δέν εἴμαστε μόνο ἐμεῖς πού παλεύουμε μέ τά πάθη μας. Εἶναι καί ὁ Πονηρός, ὁ ὁποῖος ῾ὡς λέων ὠρυόμενος περιπατεῖ ζητῶν τίνα καταπίῃ᾽.
Δέν ἄργησε λοιπόν ὁ τρισκατάρατος νά φθονήσει τήν καθαρότητα τῆς ζωῆς τους καί τό ἐλεῆμον ἔργο τους καί νά σηκώσει κουρνιαχτό, κατά τό λεγόμενο, ἐναντίον τους καί μάλιστα κατά τῆς ἀδελφῆς ᾽Ιωάννας. Τοῦ παρεχώρησε ὁ Κύριος καί ἄρχισε τά σκάνδαλά του. Καί βρῆκε ἕναν πολύ ὕπουλο τρόπο γιά νά ταράξει τήν ἥσυχη ζωή τους: προξένησε σατανικό πόθο σ᾽ ἕναν νέο γιά τήν… μοναχή. ῾Ο νέος ἄρχισε νά τήν σκέφτεται νυχθημερόν κι ἔβαλε σκοπό του νά τῆς ἀλλάξει τά μυαλά, νά τήν φέρει στά δικά του νερά, νά τήν κάνει δική του.
Καθημερινά λοιπόν τήν ἔστηνε ἔξω ἀπό τό σπίτι τῶν γυναικῶν. Δέν τολμοῦσαν νά βγοῦν νά πᾶνε στήν ᾽Εκκλησία, τήν μόνη ἄλλωστε ἔξοδό τους, καί τίς ἀκολουθοῦσε, λέγοντας λόγια ἀδιάντροπα στήν μοναχή, καλώντας την νά ἀνταποκριθεῖ στόν ἔρωτά του, νά ὑποταχτεῖ στόν μανιακό πόθο του.
Οἱ γυναῖκες καί πιό πολύ ἡ ἀδελφή ᾽Ιωάννα ταράχτηκαν πολύ. Εἶδαν καθαρά τόν πειρασμό τοῦ διαβόλου καί μέ σιωπή καί προσευχή προσπάθησαν νά τόν ξεπεράσουν.
῾Κύριε, φώτισε τόν νεαρό καί ἀπάλλαξέ τον ἀπό τήν ἐνέργεια τοῦ σατανᾶ᾽, ἔλεγαν καί ξανάλεγαν στίς προσευχές τους.
Ματαίως ὅμως. ῞Οσο περνοῦσε ὁ καιρός ὁ πειρασμός σάν νά φούντωνε. Σταμάτησαν πιά νά βγαίνουν ἔξω. Τό σπίτι τους ἦταν σάν κάστρο πολιορκημένο. ῾Ο νεαρός εἶχε γίνει ἡ σκιά τους.
Ρίχτηκαν περισσότερο στήν προσευχή. ῾Γνώρισόν μοι ὁδόν ἐν ᾗ πορεύσομαι, ὅτι πρός Σέ, Κύριε, ἦρα τήν ψυχήν μου᾽. Σέ Σένα, Κύριε, καταφεύγουμε, πές μας τί νά κάνουμε.
Φωτίστηκε μιά μέρα ἡ καλόγρια. ᾽Αποφάσισε νά ἀντιμετωπίσει κατά πρόσωπο τό πρόβλημα.
῾Πές στόν νεαρό νά μπεῖ μέσα στό σπίτι᾽, εἶπε στήν Μαρία. ᾽Εκείνη γούρλωσε τά μάτια της, ἀλλά ὑπάκουσε. ῾῎Ελα μέσα᾽ τοῦ εἶπε. ῾Σέ θέλει ἡ κυρά μου᾽.
Πέταξε ἀπό τήν χαρά του τό ἐνεργούμενο τοῦ διαβόλου. ῾Πέτυχα τόν σκοπό μου᾽ σκέφτηκε. ῾Θά γίνει δικιά μου᾽. Κι ἔνιωσε τήν καρδιά του νά χτυπάει μανιασμένα.
Βρῆκε τήν μοναχή νά κάθεται στόν ἀργαλειό της. ῾Κάθισε᾽ τοῦ πρότεινε ἐκείνη. Τήν παρατηροῦσε ξαναμμένος.
῾Εἰλικρινά, ἀδελφέ μου᾽ εἶπε ἥσυχα καί χωρίς ταραχή ἡ μοναχή, ῾θέλω νά μοῦ πεῖς γιατί μέ στενοχωρεῖς τόσο καί δέν μ᾽ ἀφήνεις νά βγῶ οὔτε ἔξω ἀπό τό σπίτι μου!᾽
῎Εσπευσε νά ἀπαντήσει ὁ νέος. ῾Εἰλικρινά σοῦ μιλάω κι ἐγώ, κυρία μου, ὅπως σοῦ τοῦ ἔχω ξαναπεῖ, σέ ποθῶ πάρα πολύ. Κάθε φορά μάλιστα πού σέ βλέπω γίνομαι ὁλόκληρος σάν φωτιά᾽. Σάν νά κοκκίνησε λίγο μέ τά λόγια αὐτά, πράγμα πού τό θεώρησε πολύ θετικό ἡ ᾽Ιωάννα. ῾Κάτι καλό ἔχει μέσα του τό παλληκάρι αὐτό᾽, σκέφτηκε. ῾῾Υπάρχει μιά ντροπή πού σημαίνει ὅτι λειτουργεῖ ἀκόμη ἡ χάρη τοῦ βαπτίσματός του. Φαίνεται ὅμως ὅτι βρῆκε κάποια δίοδο μέσα του ὁ διάβολος καί τό περιπαίζει μέ τόν τρόπο αὐτόν᾽. ῾Κύριε, βοήθησε κι αὐτόν κι ἐμένα᾽ ἔστρεψε νοερά τήν σκέψη της στόν Κύριο ἡ ᾽Ιωάννα.
῾Καί τί καλό εἶδες σέ μένα καί μ᾽ ἀγαπᾶς τόσο;᾽ συνέχισε τήν κουβέντα ἡ μοναχή, πού ᾽νιωσε μιά ἰδιαίτερη δύναμη στήν καρδιά της.
Τήν φορά αὐτή ὁ νέος δέν ἔσπευσε στήν ἀπάντησή του. Πέρασαν κάποιες στιγμές καί τελικά τό ξεστόμισε. ῾Τά μάτια σου. Αὐτά μέ ἀπάτησαν καί μέ ἔκαναν νά χάσω τόν νοῦ καί τόν ὕπνο μου!᾽
῞Ο,τι ἀκολούθησε δέν περιγράφεται μέ λόγια. ῾Η ᾽Ιωάννα σηκώθηκε ὄρθια, ὕψωσε τό βλέμμα της στόν οὐρανό καί πῆρε ἤρεμα τήν σαΐτα τοῦ ἀργαλειοῦ της.
῾Η Μαρία παρακολουθοῦσε τήν σκηνή ἄναυδη, χωρίς νά μπορεῖ νά καταλάβει τί γίνεται κι οὔτε νά ὑποψιαστεῖ τό τί θ᾽ ἀκολουθήσει. ῾Ο νεαρός φαινόταν νά τά ᾽χει χαμένα.
Μέ κινήσεις ἀποφασιστικές ἡ μοναχή, ἔχοντας ἀπόλυτη ἐπίγνωση καί συναίσθηση τοῦ τί ἔκανε, εἶπε φωναχτά: ῾Κύριε, Σύ εἶπες ὅτι ἄν ὁ ὀφθαλμός σου σέ σκανδαλίσει, βγάλε τον καί πέταξέ τον, γιατί συμφέρει νά μπεῖ κανείς χωρίς μάτια στήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ παρά μέ μάτια καί ἔξω ἀπό αὐτήν. Κύριε, δέξου τήν θυσία μου αὐτή καί ἀπάλλαξε τόν δοῦλο σου ἀπό τόν πειρασμό του γιά μένα᾽.
῏Ηταν τά τελευταῖα λόγια πού εἶπε ἡ μάρτυρας καλόγρια πρίν γίνει ἐντελῶς ἀόμματη. Γιατί ἀμέσως μετά τά λόγια τῆς προσευχῆς ἔστρεψε τήν σαΐτα ἴσια πάνω στά μάτια της, τά τρύπησε καί τά ἔβγαλε.
᾽Ακούστηκε μιά κραυγή τῆς Μαρίας κι ἀμέσως ἔπεσε χάμω λιπόθυμη.
῾Ο νέος δέν μποροῦσε νά σύρει οὔτε τά βήματά του. ῎Εβλεπε κάτασπρος τό αἷμα νά χύνεται κάτω ποτάμι, τά δυό μάτια χυμένα, τήν μοναχή μ᾽ ἕνα γαλήνιο χαμόγελο, τήν ἄλλη γυναίκα στό πάτωμα. Μαθεύτηκε σέ λίγο καιρό ὅτι ὁ νεαρός πῆγε σέ μία γειτονική μοναχική σκήτη κι ἔγινε καλόγερος. ᾽Αργότερα ἀκούστηκε ὅτι τά δάκρυα δέν ἔφυγαν ποτέ ἀπό τά μάτια του κι ὅτι ἔφτασε σέ μεγάλα ὕψη ἁγιότητας ἀπό τήν μετάνοιά του.
http://iliaxtida.wordpress.com/2013/07/06/mnx/#more-13271
Γιατί πρέπει να κάνουμε μπάνια στη θάλασσα…
Τα μπάνια στη θάλασσα δεν αποτελούν μόνο μια μορφή διασκέδασης. Η σύσταση του θαλασσινού νερού συμβάλλει στην αντιμετώπιση χρόνιων προβλημάτων υγείας ενώ προσφέρει και ένα αίσθημα αναζωογόνησης και ευεξίας.
Δεν είναι τυχαία, άλλωστε, η επισήμανση του Γάλλου βιολόγου Ρενέ Κεντόν, ο οποίος, τρεις δεκαετίες πριν, επεσήμανε τις ευεργετικές ιδιότητες της θάλασσας για τον οργανισμό αποδεικνύοντας ότι το θαλασσινό νερό έχει ίδια σύσταση με το πλάσμα του αίματος, παίζοντας σημαντικό ρόλο στην ομορφιά και την υγεία του οργανισμού.
Οι κυριότερες ευεργετικές και θεραπευτικές ιδιότητες του θαλασσινού νερού είναι οι εξής:
Άλατα και ιχνοστοιχεία για τις αρθρώσεις
Το νερό της θάλασσας είναι ιδιαίτερα ευεργετικό σε παθήσεις του μυοσκελετικού συστήματος και όπως έχει αποδειχτεί, τα άτομα που κολυμπούν συστηματικά απαλλάσσονται από τέτοιου είδους ενοχλήσεις.
Θαλασσινή αύρα για το αναπνευστικό
Βελτιώνει σημαντικά την αναπνευστική λειτουργία, ενώ είναι ιδιαίτερα αποτελεσματική στις κρίσεις του άσθματος και της αλλεργικής ρινίτιδας. Ωφελημένα από τη θαλασσινή αύρα βγαίνουν και τα άτομα με χρόνια ιγμορίτιδα, καθώς τους βοηθά στην αποσυμφόρηση του ρινικού συστήματος.
Φύκια για ενυδάτωση και προστασία
Τα φύκια είναι πλούσια σε ιχνοστοιχεία, μέταλλα, πρωτεΐνες και βιταμίνες και χρησιμοποιούνται για την ενυδάτωση της επιδερμίδας, της προστασίας από φλεγμονές, της προφύλαξης από τις ελεύθερες ρίζες και από τη διατήρηση της ελαστικότητάς της καθυστερώντας τη γήρανση.
Ήλιος και θάλασσα θεραπεύουν τις δερματοπάθειες
Ο ήλιος σε συνδυασμό με το θαλασσινό νερό έχει ευεργετικά αποτελέσματα σε δερματοπάθειες όπως η κνίδωση, το ατοπικό έκζεμα και η ψωρίαση.
Subscribe to:
Posts (Atom)