For a Christian, the best type of death is, of course, martyrdom for Christ the Savior. In principle, that is the best type of death one may attain. While some people sent condolences to Optina Hermitage after the murder of three monks [on Pascha, 1993], for a Christian, [such death] is in fact a source of great joy. In the ancient Church, people never sent condolences when anyone was killed. All of the churches immediately sent their congratulations. Imagine! To congratulate them with the fact that they had a new defender in Heaven! Martyrdom washes away every single sin except heresy and schism….
In fact, one should not take the word «martyr» to mean one who has suffered death by torture. It literally means «witness.» Thus, a person is a martyr if, with his death he bears witness to the fact that Christ has conquered death, that He was resurrected from the dead. One’s witness lies in this, and not in the fact that he has been tortured.
If we are talking about the natural end of life, the best such natural death is one whose approach you anticipate … For a Christian, the most awful possible death is one that is sudden and unexpected, for such a person departs into eternity unprepared.
The Martyred Priest Daniel Sysoyev, from his book Instructions to Immortals, or What to do if you Nonetheless Have Died.
Πλάνες
Συνήθως ὁ διάβολος ἐξαπολύει τίς ἐπιθέσεις του μέ πολλή πανουργία. Ἀποπειράθηκε, μάλιστα, νά πλανήσει ἀκόμα καί τόν ἴδιο τόν Θεάνθρωπο Χριστό, χρησιμοποιώντας χωρία τῆς Ἁγίας Γραφῆς ἀλλά δίνοντας τους κακόβουλη ἑρμηνεία (βλ. Ματθ. 4:1-10). Διέστρεψε, δηλαδή, τόν τέλειο λόγο τῆς Γραφῆς, δίνοντας του ἔννοια ἐντελῶς ἀντίθετη ἀπό τήν πραγματική.
Ὡς πλαστογράφος, λοιπόν, ὁ διάβολος μᾶς ἀπατᾶ μέ κάλπικα νομίσματα. Μᾶς σπρώχνει, γιά παράδειγμα, σέ ὑπερβολικές νηστεῖες ἤ σέ μακρές ἀγρυπνίες ἤ σέ ὑπέρμετρες προσευχές ἤ σέ ἀκατάλληλη γιά τά μέτρα μας ἀνάγνωση. Ἔτσι, μέ τό ἐξωτερικό σχῆμα τῆς ἀρετῆς μᾶς ὁδηγεῖ στήν κακία. Ὅλα αὐτά τά ἔργα εἶναι κίβδηλα καί ἀντίθετα πρός τό ἔργο τῆς σωτηρίας μας. Κι ἐνῶ στήν ἀρχή μᾶς φαίνονται ὠφέλιμα, στή συνέχεια μᾶς προκαλοῦν τέτοια ζημιά, πού δέν ἀντισταθμίζεται μέ τίποτα.
Σέ κάποιον μοναχό ἐμφανιζόταν γιά ἀρκετό διάστημα ἕνας δαίμονας σάν ἄγγελος φωτεινός. Σέ κάθε ἐπίσκεψη του τό κελί φωτιζόταν, χωρίς νά ὑπάρχει ἀναμμένο λυχνάρι. Πλανήθηκε, λοιπόν, ὁ μοναχός ἀπό τίς ἀναρίθμητες ἐμφανίσεις τοῦ δαίμονα καί πίστεψε ὅτι αὐτός ἦταν ἅγιος ἄγγελος. Στό τέλος, ὁ διάβολος τόν διέταξε νά προσφέρει ὡς θυσία στόν Θεό τόν γιό του, ὁ ὁποῖος ζοῦσε μαζί του στό μοναστήρι, μέ τήν ὑπόσχεση ὅτι ἔτσι θά ἀποκτοῦσε τήν ἴδια ἀξία μέ τόν Ἀβραάμ. Εἶχε τόσο δελεασθεῖ ὁ μοναχός ἀπό τό ἐπιχείρημα τοῦ διαβόλου, πού, πράγματι, ἦταν ἕτοιμος νά κάνει φόνο. Ὁ γιός του, ὅμως, κατάλαβε ἔγκαιρα τά σχέδια τοῦ πατέρα του καί πρόλαβε νά δραπετεύσει.
Ἀντιμετώπιση
Για τήν ἀντιμετώπιση κάθε πειρασμοῦ καί κάθε δαιμονικῆς ἐπιθέσεως ἄς χρησιμοποιοῦμε τήν προσευχή, καταφεύγοντας στήν προστασία τοῦ Θεοῦ. Πολύ δυνατή καί ἀποτελεσματική εἶναι ἡ ἀδιάλειπτη ἐπίκληση: «Ὁ Θεός εἰς τήν βοήθειάν μου πρόσχες· Κύριε, εἰς τό βοηθῆσαί μοι σπεῦσον» (Ψαλμ. 69:2). Αὐτή ἡ σύντομη προσευχή εἶναι ἕνα ἀπόρθητο τεῖχος. Στή μάχη μέ τούς ἀόρατους ἐχθρούς μας ἄς χρησιμοποιοῦμε καί τά πνευματικά ὅπλα, τά ὁποῖα μᾶς προτείνει ὁ ἀπόστολος Παῦλος: τήν πίστη σάν ἀσπίδα, τήν ἀγάπη σάν θώρακα,
τήν ἐλπίδα τῆς σωτηρίας σάν περικεφαλαία καί τόν λόγο τοῦ Θεοῦ σάν ξίφος (βλ. Ἐφ. 6:16-17. Α' Θεσ. 5:8). Επίσης, ἄς μελετᾶμε συνεχῶς τίς Ἅγιες Γραφές· ἄς ταπεινώνουμε μέ τήν ἄσκηση τό σῶμα, κάνοντας μέ προθυμία ἀγρυπνίες καί νηστεῖες, ὥστε ὁ λογισμός μας νά περιφρονεῖ τά γήινα καί νά ἀσχολεῖται μέ τά οὐράνια.
Αγιος Κασσιανός ο Ρωμαίος