Wednesday, December 10, 2014

'Αρρωστιμενη ταπείνωση και Θεία Λειτουργία- Μητροπολίτη Λεμεσού Αθανάσιο

Ο άπιστος και ο χωρικός...


Ένας που καμώνονταν τον πολύ σοφό συνάντησε κάποτε στο δρόμο του έναν απλοικό χωρικό που πήγαινε στην εκκλησία.
-Για που με το καλό; τον ρώτησε.
-Πάω στην εκκλησία, του απάντησε ο χωρικός.
-Και δε μου λες, του λέει ειρωνικά ο σοφός.
Μήπως ξέρεις να μου πεις,ο Θεός σου είναι μεγάλος η μικρός;
-Κι από τα δύο.
-Δε γίνεται να είναι και τα δύο!
-Γίνεται,κύριε.
Να,είναι τόσο μεγάλος, που δεν τον χωρούν ούτε οι ουρανοί,
Αλλά και τόσο μικρός,που μπορεί να κατοικεί μέσα στην καρδιά μου.
Κι ο σοφός τα 'χασε με τη σοφή απάντηση του απλοίκού μα πιστού χωρικού.

http://lllazaros.blogspot.ca/2013/12/blog-post_19.html

Η πρώτη φορά που «απλώνει χέρι»

Πώς θα αντιδρούσατε αν, στον φούρνο της γειτονιάς, το παιδί σας έβαζε το χέρι του σε ένα βάζο με κουλουράκια και έπαιρνε ένα κρυφά; Για κάποιους το συμβάν θα αποτελούσε πταίσμα. Άλλοι θα έδιναν πιο σοβαρές προεκτάσεις. Η αντίδραση, όμως, του γονιού σε μία τέτοια συμπεριφορά παίζει πολύ σημαντικό ρόλο τόσο προκειμένου αυτή να εξηγηθεί όσο και για να αποφευχθεί επανάληψή της στο μέλλον.

Η σύμβουλος ψυχικής υγείας – οικογενειακή θεραπεύτρια κ. Δήμητρα Βαΐτσου εξηγεί γιατί πραγματοποιούν τα παιδιά τέτοιες πράξεις, από ποια ηλικία ξεκινούν τα κρούσματα και συμβουλεύει τους γονείς στο πώς να αντιδράσουν με προσοχή και αποτελεσματικότητα.

Η πρώτη φορά που «απλώνει χέρι»

«Συνήθως την έννοια της ‘κλεψιάς’ ή ‘αρπάζω κάτι κρυφά’ οι περισσότεροι την έχουν συνδεδεμένοι με την σχολική φάση, δηλαδή από τις πρώτες τάξεις του Δημοτικού, και αυτό γιατί είναι πιο εμφανής η δραστηριότητα αυτή στον περίγυρο της οικογένειας και του σχολείου», λέει η κ. Βαΐτσου. Ωστόσο, όπως εξηγεί, ακόμα και από την ηλικία του ενός ή δύο ετών τα παιδιά έχουν την τάση να κρατούν για εκείνα πράγματα άλλων, χωρίς βέβαια να έχουν συναίσθηση της πράξης αυτής. «Τότε δεν μιλάμε για κλεπτομανία, αλλά για την ανάγκη ενός μικρού παιδιού να κρατήσει για το ίδιο κάτι που του κάνει αίσθηση ή του προκαλεί εντύπωση», διευκρινίζει.

Συχνά οι γονείς χάνουν πράγματά τους στο σπίτι και τα βρίσκουν αργότερα στο δωμάτιο του παιδιού. «Η εξήγηση που μπορούμε να δώσουμε εδώ είναι ότι το παιδί παίρνοντας ένα αντικείμενο και πηγαίνοντάς το στα δικά του πράγματα μπορεί: Πρώτον να νιώθει οικεία με τους υπόλοιπους στο σπίτι και έτσι ασυνείδητα να κάνει αυτή την πράξη («κρατάω κάτι γιατί είναι και αυτό δικό μου»). Δεύτερον να εκφράζει μία τάση ανεπάρκειας που μπορεί να νιώθει με τα πράγματά του και να θέλει όλο και περισσότερα στον δικό του χώρο».

Γιατί κλέβουν τα παιδιά;

Όπως εξηγεί η κ. Βαΐτσου, το κατακτητικό αλλά και κτητικό ένστικτο ενός παιδιού διαφαίνεται από τα πρώτα χρόνια της ζωής του. Η έννοια «δικό μου είναι» και ο τρόπος που το διεκδικεί υποδηλώνει μία τάση του παιδιού να ξεχωρίσει, να κατακτήσει, να νιώσει πολύ ξεχωριστό και στη συνέχεια σημαντικό.

Ωστόσο, όταν ένα παιδί στα 7 του χρόνια δεν έχει ακόμα ξεκαθαρίσει μέσα του τι σημαίνει η έννοια «κάνω δικό μου κάτι που δεν μου ανήκει» τότε πολύ εύκολα και σχεδόν αυτόματα μπαίνει στην διαδικασία να «κλέβει». «Εδώ χρειάζεται οι γονείς να προσέξουν όταν ένα παιδί «κλέβει», αν αρπάζει κάτι και θέλει να το κάνει μόνο δικό του, αν το κρύβει για να μην το βρουν, αν θα σκαρφιστεί κάποια δικαιολογία για να αποφύγει τις συνέπειες. Αν το παιδί δεν έχει καταλάβει ότι η πράξη αυτή είναι παράβαση ηθικών κανόνων θα είναι λάθος να τιμωρηθεί από τους γονείς», τονίζει η ειδικός.

Εξηγεί δε ότι στην προσχολική ηλικία η έννοια της ξένης ιδιοκτησίας δεν είναι κάτι που τα παιδιά κατανοούν, οπότε μπροστά στην εικόνα κάτι έντονου, φανταχτερού, ιδιαίτερου, το θέλουν και το παίρνουν χωρίς να ρωτήσουν τον ιδιοκτήτη ή χωρίς να υπολογίσουν τα συναισθήματα του άλλου. Για το λόγο αυτόν είναι πολύ σημαντικό οι γονείς να βοηθήσουν στο να κατανοήσουν τις έννοιες του «χαρίζω» και «δανείζομαι», που είναι πιο απλές.

Η κ. Βαΐτσου απαριθμεί κάποιους συνήθεις λόγους για τους οποίους κλέβουν τα παιδιά:

• Για να τραβήξουν την προσοχή των άλλων, όπως των γονιών, αν εκείνοι είναι υπερβολικά απασχολημένοι.

• Ως αντιστάθμισμα στην έλλειψη αγάπης ή προσοχής, όπως αν οι γονείς είναι αυστηροί.

• Επειδή το κάνουν και άλλοι συνομήλικοι, επιδιώκοντας έτσι να κερδίσουν τον θαυμασμό της παρέας τους.

• Από διάθεση για περιπέτεια ή από απερισκεψία, εφόσον επιθυμούν να αποκτήσουν όλο και περισσότερα από τα αγαθά με τα οποία τους βομβαρδίζει η σημερινή κοινωνική πραγματικότητα.

• Σπανιότατα υπάρχουν παιδιά με εγκεφαλικές βλάβες ή με ψυχογενή τάση για κλέψιμο.

Η στάση του γονιού

Καθώς τα κίνητρα της κλοπής από ένα μικρό παιδί ποικίλουν είναι δύσκολο για τους γονείς να ανακαλύψουν τις πραγματικές αιτίες, ενώ συχνά και το ίδιο το παιδί δεν καταλαβαίνει γιατί προχώρησε σε μία τέτοια πράξη. Αν, μάλιστα, ρωτήσει κανείς ένα νήπιο «γιατί το πήρες αφού δεν είναι δικό σου;», το πιθανότερο είναι ότι αυτό δεν θα απαντήσει ή θα απαντήσει «δεν ξέρω».

Όπως εξηγεί η ειδικός, για να μπορέσει ο γονιός να εξηγήσει στο παιδί ότι μία τέτοια πράξη δεν είναι αποδεκτή, χρειάζεται να δείξει μεγάλη κατανόηση και να θέσει συστηματικά όρια. «Ας μην ξεχνάμε ότι τα παιδιά έχουν την τάση να κοινοποιούν κάτι που τα ενοχλεί, φοβίζει, τρομάζει μέσα από πράξεις, άλλοτε με τον έντονο τρόπο που παίζουν, άλλοτε με το να «αρπάζουν» πράγματα, άλλοτε με το να έρχονται σε άρνηση να τραφούν, να πλυθούν, να συμμετάσχουν σε δραστηριότητες. Πάντοτε χρειάζεται να είναι σε επαγρύπνηση και να «διαβάζουν» τα σημάδια αυτά που τους στέλνουν», λέει η ψυχολόγος.

Αντιμετώπιση ανά ηλικία

Τα παιδιά της προσχολικής ηλικίας παίρνουν κάτι που θέλουν χωρίς να καταλάβουν ότι αυτό δεν είναι δικό τους ή ότι κοστίζει κάποια χρήματα και είναι λάθος να το πάρουν χωρίς να πληρώσουν. Στις ηλικίες αυτές, λέει η ειδικός, οι γονείς πρέπει να δίνουν στο παιδί με απλούς όρους να καταλάβει τι σημαίνει ιδιοκτησία, συναλλαγή και αντάλλαγμα. Με ηρεμία και σοβαρότητα θα πρέπει να εξηγούν στο παιδί ότι δεν είναι σωστό να παίρνει τα πράγματα άλλων, ότι αυτό τους πληγώνει, δημιουργεί προβλήματα και κλονίζει τις σχέσεις μας μαζί τους.

Μπορούν, ακόμα, να κάνουν αναστροφή ρόλων. Να βάζουν, δηλαδή, το παιδί στη θέση του άλλου με το εξής ερώτημα: «Πώς θα σου φαινόταν αν σου έπαιρναν το παιχνίδι σου;». Του δίνουν τότε χρόνο για να σκεφτεί και το ενθαρρύνουν υπομονετικά να απαντήσει.

Τα παιδιά της σχολικής ηλικίας, αν και συνήθως γνωρίζουν ότι δεν επιτρέπεται να πάρουν κάτι που δεν είναι δικό τους ή που δεν έχουν πληρώσει, εντούτοις το παίρνουν, γιατί δεν έχουν αυτοέλεγχο.

Στην προεφηβική και εφηβική ηλικία τα παιδιά γνωρίζουν πολύ καλά ότι δεν πρέπει να κλέβουν, όμως μπορεί να το κάνουν γιατί τα ενθουσιάζει σαν πράξη, ή ίσως γιατί τα παρακινούν οι φίλοι τους. Μερικοί έφηβοι μπορεί να πιστεύουν ότι κανείς δεν θα τους καταλάβει. Καθώς στην ηλικία αυτή τα παιδιά αποκτούν περισσότερο έλεγχο της δικής τους ζωής, η κλοπή ίσως είναι γι’ αυτά είναι ένας τρόπος να κάνουν την επανάστασή τους.

Το όριο της κλεπτομανίας

Όταν αυτή η ασυνείδητη πράξη του «κλέβω» ή «αρπάζω» πράγματα συνεχίσει και σε μεγαλύτερη ηλικία και συνοδεύεται από ψέματα τότε μιλάμε για κλεπτομανία .

Η ειδικός εξηγεί ότι τα παιδιά δεν έχουν τον έλεγχο της πράξης τους εκείνη την στιγμή, μέσα τους όμως νιώθουν μεγάλη ικανοποίηση βαίνοντας σ’ αυτή την πράξη. Τα άτομα αυτά είναι κυριευμένα από έντονη ανασφάλεια και εσωτερική μοναξιά. Σ’αυτές τις περιπτώσεις οι γονείς χρειάζεται να αποταθούν σε έναν ειδικό κατάλληλο ειδικευμένο σε θέματα παιδιών, αλλά και οι ίδιοι να διερωτηθούν τι μπορεί να ώθησε το παιδί τους σ΄αυτή την κατάσταση και να βρουν πώς θα έρθουν κοντά του και θα το βοηθήσουν.

- See more at: http://www.mama365.gr/5037/otan-to-paidi-klevei.html#sthash.DcHWIX03.dpuf


In Praise of the Apostle to Zaire, Blessed Father Cosmas




Father Cosmas

Below is a homily given by Bishop Avgoustinos of Florina a few months after Fr. Cosmas, Apostle to Zaire, reposed. This excerpt is from the book Apostle to Zaire: The Life and Legacy of Blessed Father Cosmas of Gregoriou pp. 113-115.

Some, when they hear in the Gospel, “at that time” they say, “This is written for those of old.” Christ, however, is “the same yesterday, today and unto the ages”. Our Church does not reserve the showing forth of missionaries for the days of old, but continues its mission today, in this harsh, materialistic, new idol-worshipping and Masonic age. In this age of the antichrist we have examples of missionaries both within the borders of our country [Greece] and abroad.

One such excellent example is Fr. Cosmas, priestmonk and missionary, for whom we serve the holy memorial today. He lived close to me. He was a child of a poor but honourable family from Thessaloniki. He loved God from his youth. He was a regular at the catechetical schools. He heard the sermons of the pre-eminent preachers of the city. He studied much, attending the school for foreman, and could have been an important architect who built houses that would have brought him millions of dollars. Our age is an age of architects, lawyers and engineers – an age of “how-much-you-mak’n”. However, he didn’t become such a one as these. Nor did he wish to continue his studies and become a university professor, just because he had an extremely clever mind, a mathematical mind. Rather, he preferred the work of fishermen. He became a “fisherman.” He was with us in the early days of great productivity when, together with Father Hierotheos and a few co-workers, we had “hustle it up” as our watchword, and he worked extremely hard.

***

He couldn’t care less about “how-much-you-mak’n”. When he came to Florina and went to dealers in order to buy supplies, their first question was always, “How much do you make?” They would say, “Being so close to the Bishop you probably make a lot. You work on a twenty-four hour basis. You don’t have a break, neither on Saturday nor Sunday…” He would reply, “I don’t make anything except for room and board.” They didn’t believe him. They said he was lying. The truth is that boy abhorred the world of “how much you make,” and soon left.

***


The grave of Fr. Cosmas.

The beloved Cosmas was a trailblazer of a beautiful journey for our race. We want to believe that others will follow his example: the feast of a martyr, the imitation of a martyr. Both here in the holy altar and elsewhere there are certain young people who shouldn’t become “how-much-you-makers” but idealists. Once upon a time, Greece had such idealists. Who brought Orthodoxy to Bulgaria, Serbia, Romania, and Russia? It was Greek Christians. Nowadays, households don’t produce idealists. A child’s mother wants him to become a doctor, a lawyer, a teacher, a professor, an engineer, a businessman – anything but a priest. She doesn’t even want to hear of it. So it is that today I especially honour the elect disciple, monk and missionary Cosmas. He is a prototype. He is a combination of internal and external mission work.

The servant of God, Cosmas of Gregoriou Monastery, apostle martyred* in Africa to the glory of God and Orthodoxy – may his memory be eternal! And may there be many followers of his heroic example.

*lessonsfromamonastery’s note: While Fr. Cosmas was in fact killed in a car accident, I believe the Bishop is applying St. John Chrysostom’s definition of a martyr here. That is, one who lives ascetically, willingly “dying” to his sins and passions.


http://lessonsfromamonastery.wordpress.com/2014/12/10/5609/

St. Ignaty Brianchaninov: Advice to a Layman on Vigliance


 

Written for a Certain Layman As a Result of His Desire To Live A Vigilant Life In The World by St. Ignaty Brianchaninov

The soul of all practices in the Lord is vigilance. Without vigilance, all these practices are fruitless. He who is desirous of saving himself must so establish himself that he might remain continuously vigilant toward himself, not only in solitude, but also under conditions of distraction, into which he is sometimes unwillingly drawn by circumstances.

Let the fear of God outweigh all other sensations upon the scales of your heart; and then will it be convenient to for you to be vigilant toward yourself, both in the silence of your kellia [cell] and in the midst of the noise that surrounds you from all sides.

A well-reasoned moderation in food, diminishing the passionate heat of his blood, tends greatly to facilitate your being able to attend to yourself; while the impassioning of your blood, stemming, as it does, from an excessive consumption of foodstuffs, from extreme and intensified bodily movements, from the inflammation of wrath, from being heady with vanity, and by reason of other causes, gives rise to a multitude of thoughts and reveries—in other words, to distraction. The Holy Fathers, first of all, ascribe to such a one as is desirous of attending to himself a moderate, evenly-measured, constant abstention from food. (Dobrotoliubiye [Philokalia], Pt. II, Ch. of St. Filofei [Philotheus] of the Sinai)

Upon awakening from sleep—an image of the awakening from the dead, which awaits all men—direct your thoughts to God, offering up to Him the first-thoughts of your mind, which has not yet become imprinted with any vain impressions whatsoever.

Having carefully fulfilled all the needs of the flesh upon arising from sleep, quietly read your customary rule of prayer, taking care not so much for the quantity of your prayerful expression, as for the quality of it; i.e., do it attentively, so that, by reason of your attention, your heart might be enlightened and enlivened through prayerful feeling and consolation. Upon concluding your rule of prayer, do you again, direct all your strength to the attentive reading of the New Testament, primarily the Evangelists. In the course of this reading, intently take note of all the instructions and commandments of Christ, so that you might direct all your actions-both manifest and veiled-in accordance with them.

The quantity of the reading is determined by one’s strength and by one’s circumstances. It is unnecessary to weigh-down one’s mind with an excessive reading of prayers and Scripture; likewise, is it unnecessary to neglect one’s needs in order to practice immoderate prayer and reading. Just as the excessive use of foodstuffs disorders and weakens the belly, so too does the immoderate use of spiritual food weaken the mind and create in it a revulsion to pious practices, leading it to despair. ([St.] Isaak the Syrian, “Sermon 71″)



For the novice, the Holy Fathers suggest frequent—but brief—prayers. When one’s mind matures with spiritual age, becoming stronger and more manly, then shall one be in proper condition to pray without ceasing. It is to such Christians as have attained to maturity in the Lord that the words of the Apostle Paul pertain:

“I desire, therefore, that men pray everywhere, lifting up holy hands, without anger and reproach” (I Tim. II, 8) i.e., dispassionately, and without any distraction or inconstancy. For that which is natural to the man is not yet natural to the infant.

Enlightened, through prayer and reading, by our Lord, Jesus Christ, the Sun of Righteousness, one may then go forth to carry out the affairs of one’s daily course, vigilantly taking care that in all one’s deeds and words, in one’s entire being, the All-holy will of God might prevail, as it was revealed and explained to men in the Commandments of the Evangelist.

Should there be any free moments during the course of the day, use them to read attentively some chosen prayers, or some chosen portions of Scripture; and, by means of these, fortify the powers of your soul, which have become exhausted through activity in the midst of a world of vanities.

Should there not be any such golden moments, it is necessary to regret their loss, as though it were the loss of a valuable treasure. What is wasted today should not be lost on the day following, because our heart conveniently gives itself up to negligence and forgetfulness, which lead to that dismal ignorance, so ruinous of Divine activity, of the activity of man’s salvation.

Should you chance to say or to do something that is contrary to God’s commandments, immediately treat your fault with repentance; and, by means of sincere contrition, return to the Way of God, from which you stepped aside through your violation of God’s will. Do not linger outside the Way of God! Respond with faith and humility to sinful thoughts, reveries and sensations by opposing to them the Gospel commandments, and saying, along with the holy patriarch Joseph:

“How shall I speak this evil word and sin before God?” (Gen. XXX, 9)

One who is vigilant toward oneself must refuse himself all reverie, in general—regardless of how attractive and well-appearing it might seem, for all reverie is the wandering of the mind, which flatters and deceives it, while being outside the truth, in the land of non-existent phantoms, and incapable of realization. The consequences of reverie are: loss of vigilance toward oneself, dissipation of the mind, and hardness of heart during prayer, whence comes distress of the soul.

In the evening, departing into slumber—which, in relation to the day just past, is death—examine your actions during the course of that day. Such [self-] examination is not difficult, since, in leading an attentive life, that forgetfulness which is so natural to a distracted man is destroyed through vigilance toward oneself. And so, having recollected all your sins, whether through act, or word, or thought, or sensation, offer your repentance to God for them, with both the disposition and the heart-felt pledge of self-amendment. Later, having read the rule of prayer, conclude the day which was begun by meditating upon God by meditating, once again, upon God. Whither do they depart—all the thoughts and feelings of a sleeping man? What mysterious state of being is this sleep, during which the soul and body are both alive and yet not alive, being alienated from the awareness of their life, as though dead? Sleep is as incomprehensible as death. In the course of it, one’s soul reposes, forgetting the most-cruel earthly afflictions and calamities that have beset it, while it images its eternal repose; while one’s body … if it rises from sleep will also arise, inevitably, from the dead.

The great Agafon said: “It is impossible to succeed in virtue without exerting vigilance toward oneself.” (The Patericon of Skete)

Amen.



http://lessonsfromamonastery.wordpress.com/2014/12/05/st-ignaty-brianchaninov-advice-to-a-layman-on-vigliance/

Καί ὁ Αη Γιάννης ὁ Ρῶσος γύρισε καί τήν κοίταξε...




Γράφει ο Αρχιμ. Πορφύριος,
Ηγούμενος Ι.Μ. Τιμ. Προδρόμου Βέροιας

Δεν αξιώθηκα να πάω στο ιερό νησί της Χαλκίδας για να προσκυνήσω. Κάποια φορά που ξεκινήσαμε, έριξε τόσο χιόνι, που δεν μπορέσαμε να πάμε έξω από την πόλη.
Άκουσα όμως μία απίθανη ιστορία με τον άγιο αυτόν, και την καταγράφω.
Πριν χρόνια, ένα λεωφορείο με κυρίες μεγάλης ηλικίας πήγαν προσκύνημα στον Άγιο Γιάννη τον Ρώσο. Έφτασαν στην εκκλησία και ο ξεναγός των εκδρομέων οδηγούσε τις προσκυνήτριες και τις εξηγούσε τα σχετικά. Η γερόντισσα, που μας διηγήθηκε το πάθημά της, τότε ήταν κοντά στα ογδόντα, αλλά με μυαλό τετρακοσιάρικο.Tώρα είναι στα ενενήντα και το μόνο που την στενοχωρεί είναι που δεν την βαστούν τα ποδάρια της να πάει στην εκκλησία.
Συνήθιζε, λοιπόν, τότε που πήγαινε ακόμα στην εκκλησία, να μπαίνει μέσα και να πιάνει κουβέντα με τις εικόνες. Αλλά πρώτα έπρεπε να ανάψει δεκάδες, ναι καλά διαβάσατε, δεκάδες κεριά για τα ζωντανά και άλλα τόσα για τα πεθαμένα. Άσε τι άναβε για τους αγίους. Και έχοντας αυτό το χούι, συνήθως χάνονταν από τις παρέες. Μόνο όταν ήταν να βγουν από τον ναό την φώναζαν.

Έτσι και στον Άγιο Γιάννη τον Ρώσο. Οι άλλες συντρόφισσές της απομακρύνθηκαν. Αλλά αυτή, πλησιάζοντας στο προσκυνητάρι, εκεί που έχουν τον άγιο, τα είδε αλλιώς και σταμάτησε. Έβλεπε ένα παλικάρι ξαπλωμένο και κατάλαβε πως είναι νεκρός. Και άρχισε να κλαίει το παλικάρι: «ποιός να ξέρει πώς σε λένε, και πού να βρίσκεται η μάννα σ’ να σε κλάψει, παλικάρι μ’. Κι η πατρίδα σ’ η Ρωσία λένε πως τάχα είναι μακρυά, παιδί μ’. Έ, τι δα τράβηξες και συ για τον Χριστό, για να σε έχν εδώ». Τον είπε και άλλα μοιρολόγια και έκλαψε με την ψυχή της η γιαγιούλα.
Και τότε …πέρασε η ώρα και άρχισαν να μαζώνονται για να φύγουν. Όταν είδαν ότι η θειά αυτή έλειπε, κάποια νεότερη την έψαξε μέσα στην εκκλησία και τελικά την βρήκε.
– Άντε, θειά Π. Φεύγουμε, μας περιμένουν.
Φτάνουν εκεί που ήταν μαζεμένοι όλοι, και λέει στον αρχηγό.
– Καλά, εσείς μας είπατε ότι θα ρθούμε στον Άγιο Γιάννη τον Ρώσο. Και αγιοΓιάννη δεν είδαμε.
– Πώς δεν τον είδαμε; Εκείνος εκεί είναι.
– Α, αυτός είναι;
- Γιατί, εσύ τι νόμισες;
- Εγώ τον είδα και είπα είναι πεθαμένος και τον έκλαψα, γιατί είναι νέος, από μακρυά. Και είπα είναι πεθαμένος και τον έκλαιγα. Πού να είναι η μάννα τ’ να τον κλάψει;
- Τί λες, θειά Π. Αυτός είναι ο Άγιο Ιωάννης ο Ρώσος.
- Εγώ, παιδί μ’; Τί να πω; Εκεί που τον έκλαιγα, γύρισε κατά εδώ το κεφάλι τ’ και με κοιτούσε. Κι εγώ τον έκλαιγα κι αυτός με κοιτούσε. Μέχρι που με φώναξαν και σας βρήκα. Δεν κατάλαβα. Κάτσε μια στιγμή να πάνω να τον προσκυνήσω και φεύγουμε.
Ποιός τολμούσε να την αρνηθεί το τελευταίο προσκύνημα.
- Έ, παιδί μ’, μεγάλη η χάρη τ’. Κάθε άγιος έχει την χάρη τ’. Τόσοι αγίοι έχουμε. Δοξασμένο τόνομά Του. Αυτά, που λες, έπαθα.
Μας διηγείται και άλλα τέτοια, πολλά μπορώ να πω, αλλά όταν τα λέει δεν σηκώνει μάτια να σε κοιτάξει. Ή θα πλέκει τίποτα με το τσιγκελάκι ή τις βελόνες, ή με τα ροζιασμένα και στεγνά δάχτυλά της θα διπλώνει και θα ξεδιπλώνει καμιά χαρτοπετσέτα.
Και εμείς δεν την λέμε τίποτα. Την αφήνουμε στην μακάρια και ευλογημένη απλότητά της, να νομίζει ότι δεν αξίζει ούτε τα μάτια να σηκώσει γιά να κοιτάξει τα άγια εικονίσματα.
Μόνον όταν τελειώνει, σηκώνει τα γαλανά ξεπλυμένα ματάκια της, που είναι βαθιά μέσα στις κόγχες, από την αγρύπνια και από τα δάκρυα, και λέει: «Αυτά, παιδί μ’, έπαθα».
………………………………….

Δόξα τω Θεώ. Τι θησαυρούς κρύβει αυτή η Αγία Ορθοδοξία, η Αγία Εκκλησία μας;! Και τί θα δουν όσα μάτια το αξίζουν στον άλλο κόσμο;!
Αδελφοί, Χριστός Ανέστη!


http://agiameteora.net/
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...