Sunday, March 31, 2013

ΤΟ ΒΑΘΥΤΕΡΟ ΝΟΗΜΑ ΤΩΝ ΕΟΡΤΩΝ ΤΟΥ ΤΡΙΩΔΙΟΥ

Ο ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΔΟΥΚΑΣ ΒΑΤΑΤΖΗΣ



Ο ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΔΟΥΚΑΣ ΒΑΤΑΤΖΗΣ ο Ελεήμων, γεννήθηκε το 1193 στο ιστορικό Κάστρο της Θράκης, στο Διδυμότειχο. Καταγόταν από οικογένεια η οποία βρισκόταν κοντά στη βασιλική σύγκλητο, αφού ο παππούς του Κωνσταντίνος, ο Βατάτζης λεγόμενος, ήταν Στρατοπεδάρχης του βασιλέως Μανουήλ του Κομνηνού.

Όταν κοιμήθηκαν οι γονείς του Ιωάννη, του άφησαν πολύ μεγάλη περιουσία, την οποία όμως ως σώφρων εκείνος, μοίρασε στους φτωχούς, καθώς και σε αφιερώματα στους Ιερούς Ναούς και τις Εκκλησίες, διότι “μακάριοι οι αγαπώντες την ευπρέπειαν του οίκου Σου”…

Στη συνέχεια ο Ιωάννης, μια που η Κωνσταντινούπολη ήταν στα χέρια των Φράγκων, κατευθύνθηκε στο Νύμφαιο της Βιθυνίας, όπου και ήταν η έδρα της αυτοκρατορίας μας, αφού από το 1204 ο Πόλη είχε αλωθεί και κατακυριευθεί με δόλο από τους “Σταυροφόρους” και νέος αυτοκράτωρ είχε ανακηρυχθεί στη Νίκαια της Βιθυνίας ο ευσεβέστατος Θεόδωρος Λάσκαρης, ο ποιητής της Μεγάλης Παράκλησης στην Παναγιά, την οποία και ψάλλουμε εναλλάξ με την Μικρή, κάθε ημέρα, από την 1η έως τις 15 Αυγούστου!

Εκεί κατέφυγε λοιπόν ο Ιωάννης, για να βρει ένα θείο από τον πατέρα του, ο οποίος ήταν Ιερεύς στα ανάκτορα του Θεοδώρου Λάσκαρη. Έτσι, γνωρίστηκε με τον καλό βασιλέα, αλλά ούτε στιγμή δεν υπερηφανεύτηκε για εκείνη τη συναναστροφή του, αλλά εξακολούθησε να είναι φιλικός και ταπεινός με όλους, ευπρόσιτος, πράος, άκακος, γαλήνιος, σεμνός και πάντα ήρεμος στο διάλογο. Έτσι, με όλα αυτά τα χαρίσματα, ήταν αξιαγάπητος τόσο, που η αρετή του έλαμψε μπροστά στα μάτια του Αυτοκράτορα Θεοδώρου, ο οποίος και του έδωσε ως σύζυγο τη θυγατέρα του Ειρήνη. Για να τη λάβει όμως γυναίκα του, χρειάστηκε να μονομαχήσει με το Λατίνο Κόραδο, που καυχιόταν για τη δύναμή του! Όμως ο Ιωάννης Βατάτζης τον νίκησε, λέγοντας “Κύριε Ιησού Χριστέ, βοήθει μοι”, σαν δεύτερος Νέστορας!

Όταν ο βασιλιάς-υμνογράφος του Μεγάλου Παρακλητικού Κανόνα κοιμήθηκε, ανέλαβε την Αυτοκρατορία ο ίδιος στα 1222 μ.Χ., ως Ιωάννης Γ’ Δούκας Βατάτζης. Και από τότε έδειξε για μια ακόμη φορά, πόσο σοφή ήταν η εκλογή του Θεόδωρου. Έγινε λοιπόν από τότε ο Ιωάννης, ο προστάτης των αδικουμένων, ο δικαιότατος κριτής, η πηγή η αστείρευτη της ελεημοσύνης, τόσο, που του δόθηκε το προσωνύμιο Ελεήμων!!!

Ήταν ακόμη ευσεβής και πιστός στην Ορθοδοξία βασιλεύς και όχι μόνο έδειξε, αλλά και κατάφερε με το ζήλο του να βαπτιστούν Χριστιανοί όλοι οι Ιουδαίοι της επικράτειάς του!!!

Επίσης, προσπάθησε τα μέγιστα, να γίνει η επανΕνωση των Εκκλησιών, δηλαδή να αναγνωρίσει η Δύση το ορθό Δόγμα. Κατάφερε μάλιστα να αποσταλούν πρέσβεις από τον Πάπα Γρηγόριο Θ’ και να αρχίσει διάλογος, προεξάρχοντος από τη δική μας πλευρά του τότε Πατριάρχου Γερμανού του νέου. Ο Ιωάννης θα κατάφερνε τότε το ευχόμενο, αλλά δυστυχώς οι Δυτικοί δεν θέλησαν στο τέλος να αφαιρέσουν την αντιορθόδοξη προσθήκη από το Σύμβολο της Ορθής Πίστεως, δηλαδή το “και εκ του Υιού εκπορευόμενον”…

Ο Βατάτζης, υπήρξε ο προστάτης και συμπαραστάτης της αγροτικής και αστικής τάξης και επιδίωκε διαρκώς την άνοδο του βιοτικού επιπέδου κυρίως των γεωργών και κτηνοτρόφων, αφού για να τους βοηθήσει έκανε μεγάλη απογραφή (κάτι σαν Εθνικό Κτηματολόγιο) και επίταξε κατόπιν τεμάχια γης από τους μεγαλοκτήμονες και τους αριστοκράτες και τα διένειμε σε όλους τους φτωχούς υπηκόους του, ώστε να ζουν άνετα και ανθρώπινα!!! Στάθηκε αληθινός “πατέρας των Ελλήνων”, πατάσσοντας με κάθε τρόπο την εκμετάλλευση του λαού, νιώθοντας κάθε λεπτό όχι σαν απλός βασιλιάς, αλλά ως ταγμένος από το Θεό να βοηθάει το λαό του και τους αδικουμένους! Έλαβε ακόμη και μέτρα οικονομίας τέτοια, που απαγόρευαν τη σπατάλη του ιδιωτικού πλούτου, ενώ ίδρυσε φιλανθρωπικούς και ευκτήριους οίκους, πτωχοκομεία, νοσοκομεία, γηροκομεία, βιβλιοθήκες, έχτισε Ναούς και βοήθησε αποφασιστικά τα Μοναστήρια μας.

Μάλιστα τέτοια ήταν η πολιτική ποιότητά του, που όταν κάποτε συνάντησε το γιο του Θεόδωρο στο κυνήγι να φορά πολυτελή ρούχα, αρνήθηκε να τον χαιρετήσει! Και όταν το παιδί του τον ρώτησε σε τι είχε σφάλει, ο Ιωάννης απάντησε ότι εκείνα τα μεταξωτά και χρυσούφαντα που φορούσε ο γιος του ήταν από το αίμα του λαού του και πως θα έπρεπε να ξέρει ότι κάθε έξοδο, πρέπει να γίνεται για τον λαό, διότι ο πλούτος των βασιλέων, στο λαό ανήκει!!!

Η πίστη του στο Θεό ήταν πολύ μεγάλη και τον βοήθησε αποφασιστικά σε κάθε του βήμα, όπως και τότε που χρειάστηκε να μονομαχήσει με τον σκληρό Αζατίνη, Σουλτάνο του Ικονίου, που συχνά πυκνά λεηλατούσε τις πόλεις μας που ήταν κοντά στον ποταμό Μαίανδρο. Άκουσε τότε νοερά θεία φωνή, που του έλεγε:

“Ο σταυρωθείς εγήγερται, ο μεγάλαυχος πέπτωκεν, ο καταπεσών και συντριβείς ανώρθωται” και πήρε ευθύς τέτοια δύναμη, ώστε όρμησε και κατανίκησε τον τρομερό Σουλτάνο!!!

Ποτέ ο Ιωάννης Βατάτζης δεν έβγαζε από το νου του το μεγάλο ποθούμενο, την ανάκτηση της Κωνσταντινουπόλεως και την ανασύσταση της Ελληνοχριστιανικής Αυτοκρατορίας. Γι’ αυτό εργάστηκε και προς την κατεύθυνση αυτή με όλη τη δύναμη της ψυχής του. Σώφρων, συνετός και προνοητικός στην πολιτική του, αν και είχε εκλέξει ικανότατους στρατηγούς, επιδίωκε την αποφυγή των μαχών. Γνώριζε να μην αναλαμβάνει τίποτε πριν το προπαρασκευάσει κατάλληλα, ενώ είχε βαθιά ευσέβεια και έδειχνε σεβασμό και στον πιο απλοϊκό μοναχό. Ο λαός τον αγαπούσε και η Εκκλησία προσευχόταν με χαρά για αυτόν! Και εκείνος, ακόμη πιο πολύ προχωρούσε προς τον ιερό σκοπό της πατρίδας.

Νίκησε τους Λατίνους που κρατούσαν όμως ακόμα σκλαβωμένη την Πόλη και τους επέβαλε τη συνθήκη του 1225, με την οποία κατελάμβανε όλα τα Μικρασιατικά εδάφη, εκτός από αυτά που ήταν κοντά στη Νικομήδεια και απέναντι από την Κωνσταντινούπολη.

Κατασκεύασε κατόπι ισχυρό στόλο και ελευθέρωσε Λέσβο, Χίο, Σάμο, Ικαρία, Κω και άλλα νησιά του Ελληνικού Αρχιπελάγους, υπολογίζοντας σωστά ότι κουμάντο στο Αιγαίο κάνει όποιος έχει στόλο και άρα οι Λατίνοι χωρίς πολεμικά πλοία και βάσεις, δεν θα κρατούσαν για πολύ ακόμη τη Θεοφύλακτη. Έπιασε λοιπόν και τα Στενά της Έλλης (Ελλήσποντος) και επιχείρησε τις πρώτες επιθέσεις στα περίχωρα της Βασιλίδας, πετυχαίνοντας στα 1225 να απελευθερώσει τη στρατηγικά σημαντική Αδριανούπολη! Ο δρόμος πια για την Πόλη του Κωνσταντίνου ήταν ανοιχτός!

Στα ανατολικά προελαύνουν εκείνο τον καιρό οι Μογγόλοι, που νικούν το Σουλτάνο του Ικονίου, ο οποίος αναγκάζεται να ζητήσει συνθήκη με τη Νίκαια, παύοντας προς το παρόν να αποτελεί κίνδυνο, λύνοντας τα χέρια του Βατάτζη, που κατατροπώνει τώρα και τους Βουλγάρους στα 1246 και ελευθερώνει το κομμάτι Αξιός - Έβρος ποταμός, ενώ οι καμπάνες κοντεύουν να σπάσουν από τη χαρά τους όταν ο Ιωάννης Βατάτζης, ο Άγιος Βασιλιάς, μπαίνει με συγκίνηση στην πρωτεύουσα της Μακεδονίας μας, στην Πόλη του Αγίου Δημητρίου, στη Συμβασιλεύουσα Θεσσαλονίκη, τον Δεκέμβριο της ίδιας ευλογημένης χρονιάς!

Όμως, η καλή του σύντροφος, η Ειρήνη Λάσκαρι, κλείνει για πάντα τα μάτια της και κείνος θα κρατήσει για πάντα μέσα του ανεξίτηλη τη γλυκιά μνήμη της. Όμως ξέρει πως ο εαυτός του δεν του ανήκει, αλλά αξίζει να το κάνει κάθε μέρα θυσία για το λαό του και την πατρίδα! Έτσι ο Ιωάννης, έχοντας αναπτύξει μια φιλία με το Γερμανό αυτοκράτορα Φρειδερίκο Β’, δέχεται να γίνει ο γάμος του με την κόρη του Φρειδερίκου Κωνσταντία, ως επισφράγηση μιας πανίσχυρης συμμαχίας, που θα τρομάξει την Ευρώπη και ιδίως τους Λατίνους, που πιέζονται τώρα πανταχόθεν.

Αλλά, ενώ ο Ιωάννης Βατάτζης έφτιαξε ένα πανίσχυρο κράτος από τις στάχτες του Βυζαντίου και είχε σφίξει ασφυκτικά τον κλοιό γύρω από την Κωνσταντινούπολη, στις 4 Νοεμβρίου του 1254 αφήνει την τελευταία πνοή του, επάνω στο δρόμο για το όνειρο, επάνω στο δρόμο για το καθήκον, την Πίστη του Θεού, το Χρέος για την Πατρίδα, την Αγάπη για το λαό…

Το τίμιο σώμα του ευσεβεστάτου, δίκαιου, γενναίου και ελεήμονος βασιλέα, ενταφιάστηκε σε ένα Μοναστήρι που είχε κτίσει ο ίδιος και το είχε ονομάσει Σώσανδρα, ενώ αργότερα δια θαυμαστής αποκαλύψεως ο ίδιος ο Ιωάννης, ζήτησε να μετακομισθεί το λείψανό του στη Μαγνησία (της Μικράς Ασίας). Όταν όμως πήγαν να ανοίξουν τον τάφο για να εκτελέσουν τη μετακομιδή, αντί να βγει η γνωστή δυσωδία, μια γλυκιά ευδία απλώθηκε τριγύρω, σαν να είχε ανθίσει απότομα κήπος αρωματικός! Αλλά δεν ήταν μονάχα αυτό. Ο νεκρός φαινόταν σαν να κάθεται επί βασιλικού θρόνου, χωρίς να έχει καμιά μελανότητα, καμιά δυσωδία, κανένα απολύτως σημείο που να φανέρωνε πως ήταν νεκρός!!! ΕΠΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ήταν μέσα στον τάφο και το χρώμα του σώματός του ήταν όπως κάθε φυσιολογικού εν ζωή ανθρώπου! Έμοιαζε πραγματικά σαν ένας ολοζώντανος, αλλά ΜΑΡΜΑΡΩΜΕΝΟΣ ΒΑΣΙΛΙΑΣ!!! Και μάλιστα και αυτά ακόμη τα ρούχα του επίσης είχαν διατηρηθεί επί επτά χρόνια αδιάφθορα και έμοιαζαν σαν να είχαν μόλις ραφθεί!!! Γιατί έτσι αντιδοξάζει ο Θεός εκείνους που Τον δοξάζουν στη γη!

Μάλιστα από τότε το τίμιο λείψανο του Αγίου βασιλέως Ιωάννη Δούκα Βατάτζη του Ελεήμονος έδωσε πάμπολλα θαύματα, γιατρεύοντας θαυματουργικά Χάρητι Θεού ασθένειες, διώκοντας δαίμονες και θεραπεύοντας ένα σωρό πάθη, με την κατοικούσα εν αυτώ Χάρη του Αγίου Πνεύματος!

Αναφέρεται -όπως σημειώνεται σε ημερολόγιο που εξέδωσε το 2001 η Ιερά Μητρόπολη Διδυμοτείχου, Ορεστιάδος και Σουφλίου- ότι μέχρι το 1992 “η μνήμη του αυτοκράτορα Ιωάννου του Ελεήμονος ετιμάτο κάθε χρόνοστην εκκλησία της Μαγνησίας, την οποία έκτισε ο ίδιος και στην οποία βρήκε την τελευταία ανάπαυσή του, καθώς και στο Νυμφαίον, την αγαπημένη του κατοικία” (Οστρογκόρσκυ).

Όμως τι απέγινε ο Ναός εκείνος; Τι απέγινε το άφθαρτο λείψανο του “Μαρμαρωμένου Βασιλιά”; Τι σχέση έχει με το “θρύλο” και ποια με τις προφητείες για ανάκτηση της Πόλης, που τόσο και ο ίδιος είχε πασχίσει; 


ΣΗΜΕΡΑ, η μνήμη του Αγίου Ιωάννη Δούκα Βατάτζη του Ελεήμονος, τιμάται και εορτάζεται στο βυζαντινό Διδυμότειχο, επάνω στην Εκκλησιά του Χριστού Σωτήρα του κάστρου, όπου και υπάρχει σαν θησαυρός η φορητή εικόνα του Αγίου, δημιούργημα της λαϊκής τέχνης του 1958, που πάνω της έχει γραμμένο και το Απολυτίκιό του:


“ Τον λαμπρόν Βασιλέα και των πιστών μέγα καύχημα και των νυμφαίων το κλέος, Ιωάννην τιμήσωμεν, εν ύμνοις και ωδαίς πνευματικαίς, την μνήμην επιτελούντες αυτού, συμφώνως ανακράζοντες. Δόξα τω σε Δοξάσαντι, δόξα τω σε στεφανώσαντι, δόξα των ενεργούντι δια σου πάσιν ιάματα”

You must love everyone with all your soul



You must love everyone with all your soul, hoping, that according to the commandment to love your neighbour, Jesus has established so close a bond that he takes as done to himself anything done to our brothers or sisters. He says “I was thirsty and you gave me drink,” (Mt. 25, 35) and he adds “As you did it to one of the least of these my brethren, you did it to me.” (Mt 25, 40)
- St. Basil the Great

Δώσε κάτι, έστω και ελάχιστο, σ’ εκείνον που έχει ανάγκη!

Μετά την παράβαση, λοιπόν, εμφανίστηκαν οι φθόνοι και οι φιλονικίες και η δολερή τυραννία του διαβόλου, που παρασύρει πάντα με τη λαιμαργία της ηδονής και ξεσηκώνει τους πιο τολμηρούς ενάντια στους πιο αδύνατους. Μετά την παράβαση, το ανθρώπινο γένος χωρίστηκε σε διάφορες φυλές με διάφορα ονόματα και η πλεονεξία κατακερμάτισε την ευγένεια της φύσεως, αφού πήρε και το νόμο βοηθό της.
Εσύ, όμως, να κοιτάς την αρχική ενότητα και ισότητα, όχι την τελική διαίρεση· όχι το νόμο που επικράτησε, αλλά το νόμο του Δημιουργού. Βοήθησε, όσο μπορείς, τη φύση, τίμησε την πρότερη ελευθερία, δείξε σεβασμό στον εαυτό σου, συγκάλυψε την ατιμία του γένους σου, παραστάσου στην αρρώστια, σύντρεξε στην ανάγκη.

Παρηγόρησε ο γερός τον άρρωστο, ο πλούσιος τον φτωχό, ο όρθιος τον πεσμένο, ο χαρούμενος τον λυπημένο, ο ευτυχισμένος τον δυστυχισμένο.

Δώσε κάτι στο Θεό ως δώρο ευχαριστήριο, για το ότι είσαι ένας απ” αυτούς που μπορούν να ευεργετούν και όχι απ” αυτούς που έχουν ανάγκη να ευεργετούνται, για το ότι δεν περιμένεις εσύ βοήθεια από τα χέρια άλλων, αλλ” από τα δικά σου χέρια περιμένουν άλλοι βοήθεια.

Πλούτισε όχι μόνο σε περιουσία, μα και σε ευσέβεια, όχι μόνο σε χρυσάφι, μα και σε αρετή, ή καλύτερα μόνο σε αρετή.

Γίνε πιο τίμιος από τον πλησίον με την επίδειξη περισσότερης καλοσύνης. Γίνε θεός για τον δυστυχισμένο με τη μίμηση της ευσπλαχνίας του Θεού.

Δώσε κάτι, έστω και ελάχιστο, σ” εκείνον που έχει ανάγκη. Γιατί και το ελάχιστο δεν είναι ασήμαντο για τον άνθρωπο που όλα τα στερείται, μα ούτε και για το Θεό, εφόσον είναι ανάλογο με τις δυνατότητές σου. Αντί για μεγάλη προσφορά, δώσε την προθυμία σου. Κι αν δεν έχεις τίποτα, δάκρυσε. Η ολόψυχη συμπάθεια είναι μεγάλο φάρμακο γι” αυτόν που δυστυχεί. Η αληθινή συμπόνια ανακουφίζει πολύ από τη συμφορά.

Δεν έχει μικρότερη αξία, αδελφέ μου, ο άνθρωπος από το ζώο, που, αν χαθεί ή πέσει σε χαντάκι, σε προστάζει ο νόμος να το σηκώσεις και να το περιμαζέψεις (Δευτ. 22:1-4). Πόση ευσπλαχνία, επομένως, οφείλουμε να δείχνουμε στους συνανθρώπους μας, όταν ακόμα και με τ” άλογα ζώα έχουμε χρέος να είμαστε πονετικοί;

«Δανείζει το Θεό όποιος ελεεί φτωχό», λέει η Γραφή (Παροιμ. 19:17). Ποιος δεν δέχεται τέτοιον οφειλέτη, που, εκτός από το δάνειο, θα δώσει και τόκους, όταν έρθει ο καιρός; Και αλλού πάλι λέει: «Με τις ελεημοσύνες και με την τιμιότητα καθαρίζονται οι αμαρτίες» (Παροιμ. 15:27α).

Ας καθαριστούμε, λοιπόν, με την ελεημοσύνη, ας πλύνουμε με το καλό βοτάνι τις βρωμιές και τους λεκέδες μας, ας γίνουμε άσπροι, άλλοι σαν το μαλλί και άλλοι σαν το χιόνι, ανάλογα με την ευσπλαχνία του ο καθένας. «Μακάριοι», λέει, «όσοι δείχνουν έλεος στους άλλους, γιατί σ” αυτούς θα δείξει ο Θεός το έλεός Του» (Ματθ. 5:7). Το έλεος υπογραμμίζεται στους μακαρισμούς. Και αλλού: «Μακάριος είν” εκείνος που σπλαχνίζεται τον φτωχό και τον στερημένο» (Ψαλμ. 40:2). Και: «Αγαθός άνθρωπος είν” εκείνος που συμπονάει τους άλλους και τους δανείζει» (Ψαλμ. 111:5). Και: «Παντοτινά ελεεί και δανείζει ο δίκαιος» (Ψαλμ. 36:26). Ας αρπάξουμε το μακαρισμό, ας τον κατανοήσουμε, ας ανταποκριθούμε στην κλήση του, ας γίνουμε αγαθοί άνθρωποι. Ούτε η νύχτα να μη διακόψει τη ελεημοσύνη σου. «Μην πεις. »Φύγε τώρα και έλα πάλι αύριο να σου δώσω βοήθεια»» (Παροιμ. 3:28), γιατί μπορεί από σήμερα ως αύριο να συμβεί κάτι, που θα ματαιώσει την ευεργεσία.

Η φιλανθρωπία είναι το μόνο πράγμα που δεν παίρνει αναβολή. «Μοίραζε το ψωμί σου σ” εκείνους που δεν έχουν στέγη» (Ησ. 58:7). Και αυτά να τα κάνεις με προθυμία. «Όποιος ελεεί», λέει ο απόστολος, «ας το κάνει με ευχαρίστηση και γλυκύτητα» (Ρωμ. 12:8).

Με την προθυμία, το καλό σου λογαριάζεται σαν διπλό. Η ελεημοσύνη που γίνεται με στενοχώρια ή εξαναγκασμό, είναι άχαρη και άνοστη. Να πανηγυρίζουμε πρέπει, όχι να θρηνούμε, όταν κάνουμε καλοσύνες.

Μήπως νομίζεις πως η φιλανθρωπία δεν είναι αναγκαία, αλλά προαιρετική; Μήπως νομίζεις πως δεν αποτελεί νόμο, αλλά συμβουλή και προτροπή; Πολύ θα το “θελα κι εγώ έτσι να είναι. Και έτσι το νόμιζα. Μα με φοβίζουν όσα λέει η Γραφή για εκείνους που, την ημέρα της Κρίσεως, ο Δίκαιος Κριτής βάζει στ” αριστερά Του, σαν κατσίκια, και τους καταδικάζει (Ματθ. 25:31-46). Αυτοί δεν καταδικάζονται γιατί έκλεψαν ή λήστεψαν ή ασέλγησαν ή έκαναν οτιδήποτε άλλο απ” όσα απαγορεύει ο Θεός, αλλά γιατί δεν έδειξαν φροντίδα για το Χριστό μέσω των δυστυχισμένων ανθρώπων.

Όσο είναι καιρός, λοιπόν, ας επισκεφθούμε το Χριστό, ας Τον περιποιηθούμε, ας Τον θρέψουμε, ας Τον ντύσουμε, ας Τον περιμαζέψουμε, ας Τον τιμήσουμε. Όχι μόνο με τραπέζι, όπως μερικοί, όχι μόνο με μύρα, όπως η Μαρία, όχι μόνο με τάφο, όπως ο Αριμαθαίος Ιωσήφ, όχι μόνο με ενταφιασμό, όπως ο φιλόχριστος Νικόδημος, όχι μόνο με χρυσάφι, λιβάνι και σμύρνα, όπως οι μάγοι πρωτύτερα.

Μα επειδή ο Κύριος των όλων θέλει έλεος και όχι θυσία και επειδή η ευσπλαχνία είναι καλύτερη από τη θυσία μυριάδων καλοθρεμμένων αρνιών, ας Του την προσφέρουμε μέσου εκείνων που έχουν ανάγκη, μέσω εκείνων που βρίσκονται σήμερα σε δεινή θέση, για να μας υποδεχθούν στην ουράνια βασιλεία, όταν φύγουμε από τον κόσμο τούτο και πάμε κοντά στον Κύριο μας, το Χριστό, στον οποίο ανήκει η δόξα στους αιώνες. Αμήν.

Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος

ΓΙΑΤΙ ΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΠΙΣΤΕΥΣΑΝ ΟΤΙ Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΕΙΝΑΙ Ο ΥΙΟΣ ΚΑΙ ΛΟΓΟΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ





Γιατί οι άνθρωποι πίστευσαν ότι ο Ιησούς Χριστός είναι ο Υιός και Λόγος του Θεού, ενώ τον έβλεπαν σαν άνθρωπο; Μια σύντομη απάντηση δίνει ο Μέγας Αθανάσιος στο έργο του Περί Ενανθρωπήσεως, παραγ. 15:
«Επειδή οι άνθρωποι απεμακρύνθησαν από την ορθήν αντίληψιν περί Θεού και είχον εστραμμένα προς τα κάτω τα μάτια, σαν να είχον βυθισθεί εις βυθόν, ανεζήτουν τον Θεόν εις την δημιουργίαν και τα αισθητά, κατεσκεύασαν ως θεούς των ανθρώπους θνητούς και δαίμονας˙ διά τούτο ο φιλάνθρωπος και κοινός Σωτήρ όλων, ο Λόγος του Θεού, λαμβάνει διά τον εαυτόν του σώμα, και με τους ανθρώπους ως άνθρωπος συναναστρέφεται και βοηθεί τας αισθήσεις όλων.
Έτσι και εκείνοι που σκέπτονται ότι ο Θεός είναι σωματικός, διά των έργων τα οποία ο Κύριος κάνει με το σώμα, δι’ αυτών να εννοήσουν την αλήθειαν και δι’ αυτού να σκεφτούν τον Πατέρα.
Επειδή δε ήσαν άνθρωποι και έβλεπον τα πάντα ως άνθρωποι, όσα και αν υπέπιπτον εις τας αισθήσεις των, έβλεπον να βοηθούνται δια των αισθήσεων, ώστε με όλα να διδάσκονται την αλήθειαν.
Είτε ελάτρευον με φόβον την κτίσιν, όμως την έβλεπον να ομολογή Κύριον τον Χριστόν. Είτε ήτο η διάνοιά των προκατειλημμένη από ανθρώπους, ώστε να τους θεωρή θεούς, από τα έργα όμως του Σωτήρος, που ήσαν μοναδικά συγκρινόμενα προς πάντα, απεδεικνύετο μεταξύ των ανθρώπων ο Σωτήρ μόνον Υιός του Θεού, διότι οι άνθρωποι δεν έκαναν τόσο σπουδαία έργα, σαν αυτά που έκανεν ο Λόγος του Θεού.
Αν και ήσαν προκατειλημμένοι και με τους δαίμονας, βλέποντες όμως να διώκωνται αυτοί υπό του Κυρίου, αντελαμβάνοντο ότι μόνον αυτός είνε ο Λόγος του Θεού και ότι οι δαίμονες δεν είνε θεοί.
Αν και είχε κυριευθή ο νους των από νεκρούς, ώστε να λατρεύουν τους ήρωας και τους θεούς που αναφέρουν οι ποιηταί, βλέποντες την ανάστασιν του Σωτήρος, ωμολογούν ότι εκείνοι είνε ψευδείς και μόνον ο Κύριος είνε αληθινός, ο Λόγος του Πατρός, ο οποίος κυριαρχεί και επί του θανάτου».
Και στην παράγραφο 19 συμπληρώνει:
«Έκρινε ο Σωτήρ ότι καλόν ήτο να τα κάνη όλα αυτά, ώστε οι άνθρωποι, αφού ηγνόησαν την περί πάντων πρόνοιάν του και δεν κατενόησαν διά της κτίσεως την Θεότητά του, να αναβλέψουν έστω και εκ των έργων τα οποία διά του σώματος εξετέλει, και δι’ αυτού να εννοήσουν τον Πατέρα, αναλογιζόμενοι, όπως, προηγουμένως είπον, την πρόνοιαν αυτού δι’ όλα.
Διότι, ποιος αφού είδε την εξουσίαν του έναντι των δαιμόνων, ή είδε τους δαίμονας να ομολογούν ότι αυτός είνε Κύριός των, θα έχη ακόμη αμφιβόλους λογισμούς εάν αυτός είνε ο Υιός του Θεού και η σοφία και η δύναμις;»
(μετ. Στέργιου Σάκκου, Μεγ. Αθανασίου Έργα, εκδόσεις Γρηγόριος ο Παλαμάς, Θεσσαλονίκη 1973, τομ. 1 σσ.265-6 & 275).
πηγή-http://www.agioritikovima.gr-megas-athanaios

Γιατί θα πρέπει να παντρευτεί κάποιος για να έχει σαρκικές σχέσεις;



cf83cf87ceadcf83ceb5ceb9cf824Μια εύλογη απορία που έχουν πολλοί, είναι: Γιατί δηλαδή θα πρέπει να παντρευτεί κάποιος για να έχει σαρκικές σχέσεις; Το να έχει πολλές σχέσεις με πολλούς συντρόφους είναι κατανοητό, αποτελούν παραβίαση του φυσιολογικού δεσμού μεταξύ δύο ανθρώπων. Γιατί άραγε όμως, ο γάμος (και μάλιστα ο θρησκευτικός γάμος), να είναι αναγκαίος για δύο ανθρώπους που αγαπιούνται και θέλουν να ζήσουν μαζί,  και να μην αρκεί η συναισθηματική και σαρκική τους ένωση χωρίς γάμο; Δεν είναι το ίδιο; Ποια η διαφορά;
Γιατί λοιπόν στην Εκκλησία θέλουμε να “τελέσουμε γάμο”, εννοώντας την τελετή;
Εδώ το κλειδί για να το κατανοήσουμε, είναι η λέξη: “ΜΥΣΤΗΡΙΟ”. Γι’ αυτό η Ορθόδοξη Εκκλησία, δεν αναγνωρίζει τις τελετές γάμου αλλοδόξων. Αλλά οφείλουν να την επαναλάβουν Ορθόδοξα οι Χριστιανοί για να αναγνωρίζονται στην Εκκλησία ως ζευγάρι, έστω και αν ήταν παντρεμένοι για δεκαετίες πριν γίνουν Χριστιανοί!
Εντός την Εκκλησίας, ο γάμος εντάσσεται στο σχέδιο της σωτηρίας. Ο στόχος, δεν είναι να ΩΦΕΛΗΘΕΙ κάποιος από τις σεξουαλικές χάρες του άλλου. Ούτε να ζήσουν απλώς μαζί “ευτυχισμένοι” δύο άνθρωποι. Ο στόχος του γάμου ως ΜΥΣΤΗΡΙΟΥ, (ως “μύησης”, για να γίνει κατανοητή η έννοια της λέξης), είναι ΝΑ ΕΝΤΑΧΘΕΙ Ο ΓΑΜΟΣ ΣΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΤΗΣ ΘΕΩΤΙΚΗΣ ΠΟΡΕΙΑΣ ΤΟΥ ΖΕΥΓΑΡΙΟΥ. Με άλλα λόγια, εκτός από τους δύο, βάζουμε στη ζωή της οικογενείας μας ΚΑΙ ΤΟΝ ΘΕΟ. Δεν ζούμε ερήμην του Θεού, ούτε τεκνοποιούμε χωρίς Αυτόν. Αλλά “εαυτούς και αλλήλους, και ΠΑΣΑΝ ΤΗΝ ΖΩΗΝ ΗΜΩΝ, Χριστώ τω Θεώ παραθώμεθα”. Λέμε δια της μύησης αυτής στον Θεό: “Θεέ μου, η πορεία μας προς τη Θέωση, στα πλαίσια της Εκκλησίας σου, είναι δεδομένη. Παρακαλούμε, να ευλογήσεις αυτή τη νέα κατάσταση της ζωής μας, ώστε πλέον, όχι ένας, αλλά ΔΥΟ μαζί, ενωμένοι ως ανδρόγυνο, να συνεχίσουμε αυτή την πορεία, που είναι και το κέντρο της ζωής μας, και ο στόχος μας”.
Ο στόχος λοιπόν, ΔΕΝ είναι ούτε η “ευτυχία” των δύο, ούτε “η τεκνοποιεία”, ούτε “το σεξ”. Ο στόχος είναι Η ΘΕΩΣΗ. Ο ίδιος στόχος που είχαν οι δύο (υποτίθεται, εφ’ όσον ήταν Χριστιανοί) και πριν! Μόνο που τώρα, ο ίδιος αυτός στόχος, συνεχίζεται συντροφικά, όχι μόνο σε κοινή πορεία ΣΥΖΥΓΩΝ, αλλά ΚΑΙ ΕΝ ΧΡΙΣΤΩ ΑΔΕΛΦΩΝ!!!
Αποζητώντας λοιπόν ο άνθρωπος το σεξ χωρίς τον γάμο, δείχνει τα εξής:
1. Πιθανόν θέλει τα ΗΔΟΝΙΚΑ καλά του γάμου, χωρίς όμως τις ανάλογες ευθύνες. Πρόκειται λοιπόν για ανευθυνότητα!
2. Αφήνει τον Θεό ΑΠ’ ΕΞΩ, δείχνοντάς Του, ότι ΕΙΝΑΙ ΠΑΡΕΙΣΑΚΤΟΣ στη συζυγική τους ζωή! Συνεπώς και ο Θεός ΔΕΝ ευλογεί τον γάμο ως μέρος της πορείας Θέωσης του ζευγαριού!
3. Δεν έχει ως στόχο την εν Χριστώ ζωή, ούτε τη Θέωση. Με άλλα λόγια, είναι ένα ΣΑΘΡΟ ΘΕΜΕΛΙΟ για τον γάμο, μια σχέση ΧΩΡΙΣ ΘΕΟ!
Στη Χριστιανική Εκκλησία λοιπόν, η νέα αυτή περίοδος σχέσης του ανθρώπου,
1. συνοδεύεται από ΥΠΕΥΘΥΝΟΤΗΤΑ, απέναντι στον σύντροφο της ζωής μας, απέναντι στα παιδιά που τυχόν θα γεννηθούν από αυτή την ένωση, και απέναντι στους ανθρώπους που θα επηρεάσει η ένωση αυτή.
2. εντάσσεται στα πλαίσια της Εκκλησιαστικής μας ζωής, όπου η ένωση αυτή αποβαίνει ΑΙΩΝΙΑ, και όχι μόνο παροδική.
3. εντάσσεται στην ΗΔΗ ΥΠΑΡΧΟΥΣΑ πορεία δύο πιστών ανθρώπων, που αποφασίζουν να τη συνεχίσουν ως σύζυγοι, βοηθώντας ο ένας τον άλλον στον δύσκολο αυτό αγώνα, όπως και στον κοινό αγώνα της βιοπάλης, πάντα με τη Χάρη του Θεού, ο οποίος δια του Μυστηρίου αυτού, ΠΡΟΣΚΑΛΕΙΤΑΙ, να αναλάβει αυτή την πορεία, και να “τελειώσει” αμφοτέρους τους συντρόφους.
Γι’ αυτό και σεξουαλική πράξη έξω από τον γάμο, μαρτυράει πέραν της κοινωνικής ανευθυνότητας, επίσης μια ανευθυνότητα απέναντι στην αγιωτάτη πίστη μας, και στον Δημιουργό μας, που λαχταράει να συμμετέχει κι Εκείνος στη ζωή των πλασμάτων Του ΑΝ ΠΡΟΣΚΛΗΘΕΙ, ώστε να τους οδηγήσει στην Δική Του Ζωή, δια του αγιασμού τους.
Συνεπώς, οι ΜΟΝΟΓΑΜΙΚΕΣ εξωγαμιαίες σχέσεις, με  τον άνθρωπο που αγαπάμε, ΔΕΝ είναι αυτές καθεαυτές κακές, ως πράξη. Είναι όμως αμαρτία, (αστοχία σημαίνει η λέξη αμαρτία), μόνο και μόνο, επειδή μαρτυράει την ΑΠΟΤΥΧΙΑ του Χριστιανού να εντάξει τον γάμο του στην κατά Θεόν ζωή της Εκκλησίας.
Φυσικά για τους μη Χριστιανούς, δεν τίθεται θέμα. Γάμος είναι! Είτε στα πλαίσια της θρησκείας τους, είτε στα πλαίσια της συμβίωσης, είναι γάμος, μια και ΠΟΤΕ δεν αποτελεί Μυστήριο.
Αμαρτία, είναι ΟΤΙΔΗΠΟΤΕ ΜΑΣ ΑΠΟΜΑΚΡΥΝΕΙ (ή αποτυγχάνει να μας πλησιάσει) ΜΕ ΤΟΝ ΘΕΟ. Και μόνο με αυτή την έννοια, μπορεί να γίνει διάκριση του “τι είναι αμαρτία, και τι όχι”. Δεν είναι λοιπόν ούτε θέμα “ενοχής”, ούτε θέμα “ανηθικότητας”. Είναι θέμα προσωπικής μας αποτυχίας ως Χριστιανών, όσον αφορά την Εκκλησιαστική του διάσταση.
Τελειώνουμε με μια συμβουλή κάποιου ιερέα:
Για να είναι ο γάμος μας σε σωστές βάσεις, και να διαρκέσει, πρέπει να γίνει αφ’ ενός κατά Θεόν, (ως Μυστήριο), αλλά και ΟΙ ΠΡΟΣΔΟΚΙΕΣ ΜΑΣ πρέπει να είναι οι σωστές. ΔΕΝ παντρευόμαστε “για να έχουμε σεξ με τη γυναίκα των ονείρων μας”. Δεν παντρευόμαστε “για να έχουμε κάποιον να μας συντηρεί και να μας αγαπάει και να μας φροντίζει”. Δεν παντρευόμαστε “για να ΛΑΒΟΥΜΕ” οτιδήποτε από τον μελλοντικό μας σύντροφο!
Δεν παντρευόμαστε με τη σκέψη: “Τι μπορεί να μου προσφέρει ο άνθρωπος αυτός;”
Το αντίθετο πρέπει να συμβαίνει! Η σκέψη μας πρέπει να είναι: “Τι μπορώ ΝΑ ΠΡΟΣΦΕΡΩ σε αυτόν τον άνθρωπο που αγαπώ;” Καταλαβαίνεις τη διαφορά; Πρόκειται για ΠΡΟΣΩΠΙΚΗ ΘΥΣΙΑ, και όχι για ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ ΚΕΡΔΟΣ. Είναι ΔΟΣΙΜΟ και ΟΧΙ ΑΠΟΛΑΒΗ. Είναι ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΘΕΛΗΜΑΤΟΣ ΜΑΣ, ΧΑΡΙΝ ΤΟΥ ΘΕΛΗΜΑΤΟΣ ΕΝΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΠΟΥ ΑΓΑΠΑΜΕ ΤΟΣΟ, ΩΣΤΕ ΝΑ ΘΥΣΙΑΣΟΥΜΕ ΤΗΝ ΥΠΟΛΟΙΠΗ ΖΩΗ ΜΑΣ ΣΤΟ ΝΑ ΤΟΥ ΠΡΟΣΦΕΡΟΥΜΕ ΤΑ ΠΑΝΤΑ!
Ο γάμος όπου ζητάμε να λάβουμε, είναι ΕΓΩΙΣΤΙΚΟΣ, έστω και αν λέμε ότι τον κάναμε “από αγάπη”. Αγάπη είναι ΔΟΣΙΜΟ, και όχι “απολαβή”. Και όταν ΔΕΝ ΕΧΟΥΜΕ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ από τον σύντροφό μας, (καμία απαίτηση, αλλά αντιθέτως, αυτοπαράδοση), τότε δεν θα έχουμε και απογοητεύσεις! Ούτε καυγάδες, ούτε διαζύγια! Όπως ο Χριστός αγάπησε την Εκκλησία (κατά την Αγία Γραφή), και έδωσε τη ζωή Του για χάρη της, έτσι και εμείς οι άνδρες, “χρωστάμε να αγαπάμε τις γυναίκες μας όπως τα σώματά μας”! Και ακόμα περισσότερο! Ομοίως και οι γυναίκες, να είναι πρόθυμες να θυσιασθούν για το σύζυγό τους, όπως η Εκκλησία έγινε σπονδή στους διωγμούς, χάριν του συζύγου της και Κεφαλής της, του Ιησού Χριστού!
Λοιπόν, έχοντας κατά νου όλα αυτά, κάτσε και σκέψου: Αν αγαπάω πραγματικά αυτή την κοπέλα, γιατί να μην την οδηγήσω νύφη στην Εκκλησία; Τι με αποτρέπει από αυτό; Μήπως θέλω απλώς να χαρώ τα θέλγητρά της; Μήπως θέλω ΝΑ ΤΗΣ ΠΑΡΩ, και ΟΧΙ ΝΑ ΤΗΣ ΔΩΣΩ; Μήπως τη μεταχειρίζομαι ως “χρηστικό αντικείμενο” των ηδονών μου, και όχι ως ΠΡΟΣΩΠΟ κατ’ εικόνα Θεού; (τα ίδια ισχύουν και για τις γυναίκες)
Και τον Θεό, γιατί θέλω να τον αφήσω έξω από τη ζωή μας;
Να γιατί είναι λάθος ακόμα και οι μονογαμικές σεξουαλικές σχέσεις! Είναι ΤΟ ΑΝΤΙΘΕΤΟ από αυτό που ΟΦΕΙΛΕΙ να κάνει ένας Χριστιανός προς τα δύο πρόσωπα που (υποτίθεται ότι) αγαπάει: Τη γυναίκα ή τον άνδρα της ζωής της/του, και τον Θεό!

 http://vatopaidi.wordpress.com/page/2/

Οι αρρώστιες τον σημάδεψαν από νωρίς.







Οι αρρώστιες τον σημάδεψαν από νωρίς.

Η σκληρή εργασία, οι πολύωρες Ακολουθίες και η καθημερινή αγρυπνία στο κελί του φέρανε αποτέλεσμα. Είχε και την αυστηρή νηστεία, που έφτανε στην ασιτία. Έτσι η εξάντληση του οργανισμού προχώρησε πολύ. Κάτι που κανονικά θα έπρεπε να είχε γίνει ακόμη νωρίτερα. Και δεν εννοούσε να μειώσει την άσκηση με καμία δύναμη. Όσο οι πνευματικές του δυνάμεις ήτανε ακμαίες, τόσο επέμενε στην αυστηρή άσκηση. Άλλωστε, σκοπός της άσκησης ήτανε ακριβώς αυτό, να κρατάει τις πνευματικές του δυνάμεις ελεύθερες από την επήρεια των παθών, των πειρασμών και της ύλης, ώστε να κατευθύνονται ανεμπόδιστα προς το Θεό και να αγιάζονται από αυτόν.

Όμως το σώμα υπέκυψε. Από το 1956 τον πονούσε αφόρητα η μέση του. Για τον πόνο στα πόδια δεν έλεγε τίποτα, γιατί τον υπέφερε. Με τη μέση του όμως ήτανε αδύνατο. Και πώς να μην πονούσε, αφού 22 ώρες το 24ωρο δεν την ανέπαυε; Είναι ζήτημα εάν ξάπλωνε δύο ώρες τη νύχτα. Δύο γινόσανε οι ώρες της ανάπαυσης, όταν πονούσε πολύ. Και όταν δε λειτουργούσε. Διότι αν είχε να λειτουργήσει και αν μάλιστα ξημέρωνε μεγάλη γιορτή, Χριστούγεννα, Θεοφάνεια και άλλες, τότε πια δεν κοιμότανε καθόλου. Ούτε και στα τελευταία του χρόνια, που είχε βηματοδότη στην καρδιά. Πήγαινε από δίπλα ο αδελφός μοναχός και του ’λεγε:

–Κουράστηκες, γέροντα, έλα τώρα να ησυχάσεις λίγο…

Εκείνος απαντούσε:

–Πήγαινε, πάτερ μου, εγώ θα μείνω. Είναι μεγάλη νύχτα σήμερα, δεν είμαι κουρασμένος.

Το πρωί, που σηκωνόσανε όλοι, τον βρίσκανε ακόμη γονατιστό, με το πετραχήλι του, να προσεύχεται.

Τέτοιες ημέρες, μετά την ολονύκτια προσευχή, κατέβαινε στο ναό χωρίς να μιλάει σε κανένα. Ούτε και ήθελε να του μιλάνε, βρισκότανε αλλού και ζούσε σε άλλο κόσμο!

Έτσι, χρειάστηκε για τη μέση του γιατρό. Του έκανε 80 ενέσεις, αλλά το κακό συνέχιζε, θεραπεία δεν έβλεπε. Κυριολεκτικά σερνότανε για τις δουλειές και τις Ακολουθίες. Το μεσημέρι δεν άντεξε κι έπεσε στο ξυλοκρέβατο, στα σανίδια. Εκεί του εμφανίστηκε ο όσιος Δαβίδ με το πρόσωπο του π. Σπυρίδωνα, φιλοξενούμενου αγιορείτη. Ο Σπυρίδων τον βοήθησε να σηκωθεί και του είπε: «Ακούμπα τη μέση σου στη δική μου γέρικη μέση». Τον βοήθησε και το ’κανε. Τότε ο Άγιος γύρισε πίσω τα χέρια του κι έπιασε από τη μέση τον π. Ιάκωβο, που άκουσε τρίξιμο μέσης. Αυτό ήτανε. Ο πόνος χάθηκε. Και ο άγιος τον ρώτησε:

–Ποιος είμαι;

Πήρε την απάντηση: «ο π. Σπυρίδων». Τότε ο άγιος είπε:

–Όχι, με ξέρεις, δε θες να πεις τ’ όνομά μου, κάθεσαι σπίτι μου: Άνοιξε η πόρτα και είδε τον Άγιο να βγαίνει και να κατεβαίνει τις σκάλες.

Το 1964, έπαθε από τις αμυγδαλές του. Πονούσε φοβερά κι έπεφτε στα νεφρά του πύο. Πολλές φορές τον πιάνανε ανυπόφοροι πόνοι στη Λειτουργία και μελάνιαζε ολόκληρος. Ποτέ όμως δεν έτυχε να διακόψει τη θεία Λειτουργία. Όσο και να υπέφερε, θα την τελείωνε. Το 1962 τον λυπήθηκε ο Θεός κι έστειλε στη Μονή έναν καλό μοναχό, τον Κύριλλο. Αυτός, που σήμερα είναι ο ηγούμενος της Μονής, παραστάθηκε και βοήθησε όσο μπορούσε τον άρρωστο ασκητή π. Ιάκωβο, του οποίου τα βάσανα τελειωμό δεν είχαν.

Το 1967 τον βρήκανε άλλα. Έκανε πολύ δύσκολη εγχείρηση: βουβωνοκήλης και σκωληκοειδίτιδας με περιτοναϊκή αντίδραση και προβλήματα προστάτη. Υπέφερε πολύ, δεν ήξερε τι έχει. Σε νοσοκομείο δεν ήθελε να πάει. Μελάνιαζε, κουλουριαζόταν και σφάδαζε από τους πόνους. Ο Κύριλλος τον έβρισκε σε απελπιστική κατάσταση. Δεν μπορούσε να κινηθεί, σερνόταν. Για να πάει λίγο πιο πέρα, έπεφτε και σερνότανε με τα τέσσερα, μπρούμυτα. Έπαθε φοβερή κρίση και τον μεταφέρανε αναίσθητο στο νοσοκομείο της Χαλκίδας. Εκεί νομίσανε ότι πρόκειται για απλή σκωληκοειδίτιδα. Δέχτηκε με χίλια παρακάλια, γιατρών και κληρικών, να γίνει η εγχείρηση. Η δυσκολία του οφειλότανε στο ότι δεν ήθελε να βγάλει τα ρούχα και να δουν οι γιατροί το σώμα του. Το θεωρούσε άκρο εξευτελισμό:

–Θα γίνω θέατρο, πατέρες. Ουδέποτε άνθρωπος με είδε.

Και πράγματι, ήτανε τόσο καθαρός και πρόσεχε τόσο πολύ να μη βλέπει σώμα, ώστε ο ίδιος «ουδέποτε άπλωσε το χέρι του στο σώμα του», όπως έλεγε ο ηγούμενος και καλός γνώστης Νικόδημος. Ακόμη και τα νήπια που βάπτιζε, τόσα χρόνια, δεν τα κοίταζε ποτέ. Κρατούσε τα μάτια του ψηλά και ομολογούσε με ιερή αφέλεια και καύχηση:

–Δεν είδα ποτέ μου πως είναι τα όργανα των παιδιών.

Του είπανε λοιπόν, ψέματα, ότι δε θα του βγάλουνε τα ρούχα, θα’καναν τάχα μόνο μια τρύπα στο αντερί. Έτσι δέχτηκε να γίνει η εγχείρηση. Τέσσερες του Οκτώβρη περίμενε στο μικρό θάλαμο για το χειρουργείο. Παρόντες ήταν αρχιμανδρίτες κληρικοί Πολύκαρπος, Νικόδημος, Βασίλειος και κάποιος ακόμα. Ο π. Ιάκωβος προσευχήθηκε πολύ και μεταξύ άλλων είπε, όπως τα διηγόταν:

–Αν θες, όσιε Δαβίδ μου, να ξαναγυρίσω στο μοναστήρι σου, έλα να με κάνεις καλά… Σ’ ένα τέταρτο πρέπει να είσαι εδώ… Και αν έρθεις, πέρνα σε παρακαλώ να πάρεις και τον όσιο Ιωάννη… Είναι στο δρόμο σου, θα στρίψεις ένα στενό δεξιά και θα τον βρεις.

Σε λίγα λεπτά, έλεγε με φωνή επίσημη, φτάσανε ο όσιος Δαβίδ (ιδρωμένος μάλιστα, γιατί του είχε ζητήσει να ’ρθει πολύ γρήγορα) και ο όσιος Ιωάννης. Στάθηκε στην πόρτα και χαιρετώντας του είπανε με λόγια και κινήσεις:

–Εγώ είμαι ο Γέρων Δαβίδ και από εδώ (χειρονομία) ο όσιος Ιωάννης ο Ομολογητής (τονισμένο). Δε μας ζήτησες; ήρθαμε, μην ανησυχείς, θα γίνεις καλά!

Αμέσως κατάλαβε ότι οι παριστάμενοι κληρικοί δεν χαιρέτισαν καν τους δύο Αγίους και διαμαρτυρήθηκε:

–Πατέρες, Δε σηκώνεστε; Δε χαιρετάτε;

Εκείνοι παραξενεύτηκαν και ο Νικόδημος έγινε πιο σαφής:

–Πάει, τα ’χασε ο Ιάκωβος…

Τον πήρανε στο χειρουργείο, τον νάρκωσαν κι έπειτα του βγάλανε ράσο, Αντερί κι εσώρουχα. Πριν τον πιάσει καλά η νάρκωση είδε ν’ανοίγει η πόρτα και να μπαίνουν οι δυο Άγιοι. Ο χειρούργος Σπ. Καλοχέρης τον άνοιξε κι έμεινε εμβρόντητος. Δεν ήτανε απλή σκωληκοειδίτιδα, μα πολύπλοκη κι επικίνδυνη κατάσταση. Ο ασθενής θα ’πρεπε να είχε πεθάνει. Εκλογή δεν είχε. Αποφάσισε να ξεκινήσει και ό,τι ήθελε προκύψει. Προέκυψε καλό. Πέτυχε η πολλαπλή εγχείρηση, επέστρεψε ο ασκητής στο κελί. Όποιος πήγαινε να τον ιδεί, του έλεγε «πόσο καλός χειρούργος είναι ο κύριος Καλοχέρης», για τον οποίο συγχρόνως προσευχότανε να έχει υγεία. Τότε, έχασε την υπομονή του ο Όσιος Ιωάννης και τη Νύχτα εμφανίστηκε θυμωμένος:

–Ιάκωβε, τι επαινείς συνέχεια το γιατρό; Εγώ σ’ έκανα καλά, εγώ είχα την εντολή να σε χειρουργήσω. Μόνος του ο γιατρός τι μπορούσε να κάνει;

Ο γιατρός Καλοχέρης, αφού περάσανε μερικές ημέρες, πήγε στο Μοναστήρι να ιδεί τον π. Ιάκωβο, στον οποίο και ομολόγησε ότι κατά την πολλαπλή εγχείρηση:

–Ένιωθα ότι το χέρι μου κάποιος το κατευθύνει και τώρα έχω την αίσθηση ότι δεν έκανα εγώ την εγχείρηση…

Η νυχθήμερη εργασία, χειρωνακτική και πνευματική, του δημιούργησε επίσης άσχημη κατάσταση στα πόδια. Έκανε φλεβίτιδα εκτεταμένη. Πονούσε φρικτά και δεν μπορούσε πια να περπατήσει. Το 1974 τον πήγανε στο νοσοκομείο, το ΝΙΜΙΤΣ, για εγχείρηση. Δέχτηκε, γιατί ερμήνευσε τις δοκιμασίες των εγχειρήσεων ως ειδικό μέτρο του Θεού κι έλεγε:

–Επέτρεψε ο Θεός να πάω στα νοσοκομεία τόσες φορές και να κάνω εγχειρήσεις, για να ταπεινωθώ.

Ετούτη τη φορά έμεινε στο χειρουργείο έξι ώρες και πλέον. Ο χειρούργος Γ. Κορδέλλης χρειάστηκε να κάνει πολύ μεγάλες τομές, διότι οι σάπιες φλέβες ήτανε πολλές.

Εκεί, στο θάλαμο του νοσοκομείου, κατά την ανάρρωση, του εμφανίστηκε η Θεοτόκος για να τον ενθαρρύνει, όπως διηγήθηκε στον επισκέπτη του και πνευματικό του τέκνο π. Παύλο Ιωάννου.

–Χθες, παιδί μου, σε κάποια στιγμή μπήκε κάποια κυρία, ντυμένη σα νοσοκόμα. Κρατούσε κι ένα παιδάκι στην αγκαλιά της. «Τι κάνεις, πάτερ μου», με ρώτησε. «Τι να κάνω, κυρία μου, άρρωστος είμαι και στεναχωριέμαι που έχω φύγει από το μοναστήρι μου». Εν τω μεταξύ, παιδί μου, διερωτήθηκα: «εδώ οι νοσοκόμες έχουνε και τα παιδιά τους στο νοσοκομείο»; Τότε εκείνη μου χαμογέλασε και μου είπε: «μη φοβάσαι, θα γίνεις καλά»: Τη ρώτησα «ποια είσθε σεις, κυρία μου»; Τότε πάλι μου χαμογέλασε χωρίς να μου ειπεί τίποτε άλλο. Εγώ στράφηκα στον διπλανό ασθενή, να τον ρωτήσω, μήπως ήξερε ποια ήτανε αυτή η κυρία. Κι αυτός, γεμάτος απορία: «για ποια κυρία μιλάτε»; Τότε γύρισα και δεν είδα κανέναν. Και κατάλαβα, παιδί μου, ότι ήταν η Παναγία μας.

Επέστρεψε στο Μοναστήρι, αλλά πλέον χειρωνακτικά δεν μπορούσε να εργαστεί πολύ. Πολλές ώρες της ημέρας στεκότανε γονατιστός κι εξομολογούσε. Διότι τις περισσότερες εξομολογήσεις τις δεχότανε, μέχρι το τέλος της ζωής του, γονατιστός.

Σ’ αυτά όλα να προσθέσει κανείς τους φοβερούς ιλίγγους από σύνδρομο αυχενικό. Για να μπορέσει να λειτουργήσει, ν’ αντέξει τους ιλίγγους και τον πόνο των ποδιών, προσευχόταν στην Παναγία πολύ και στον όσιο Δαβίδ. Έκαναν το θαύμα τους κι έτσι τελείωνε τη Λειτουργία. Κατόπιν άρχιζαν πάλι. Τα ίδια με το ουροποιητικό σύστημα και το πεπτικό. Σε κακό χάλι ήταν πάντα.

Γέροντας Ιάκωβος Τσαλίκης

Lesson in Humility



 




One of the most important virtues is humility. It is one I struggle to make part of my life. But how does one develop humility? I found a couple of stories about the Elder Ieronymos of Aegina that gave me some clues. Here is the first one.

Once he was traveling to Piraeus on a ship named The Enchantress. As usual he sat somewhere off to the side and prayed. Suddenly he was approached by the captain who said to him, "Priest, get up from here and sit further on."
Father Ieronymos humbly and obediently conformed to this command. But shortly afterward the captain ordered him to change his place again. The same thing was repeated a third time. The captain's attitude was very provocative. The other passengers were indignant and made a remark to him about why he had behaved is such a manner to a venerable elder, who after all had paid his ticket. And the captain answered, "My mother told me that whenever I see refugees I should throw them into the sea."

Father Ieronymos was grieved when he heard this, but said nothing. He only decided never to travel on this ship again, in order to avoid temptation. But he prayed fervently for the captain and implored God to enlighten him. On another occasion, however, he had to travel to Piraeus and there was no other ship except The Enchantress. He said prayers, boarded the ship, and sat in some corner. He hoped that the captain would not see him, so that he could avoid the pointless temptation. But eventually the captain passed by and saw him and approached him.
"Do you have a ticket?" he asked.
"Yes, I do."
"Give it to me and I'll return it."
He took the ticket and returned to him the amount that he had paid, saying, "My mother scolded me and told me never to take money from you again. From now on, come aboard whenever you want and travel for free." the humility and prayer of Father Ieronymos––and possibly some vision that his mother had seen–– subdued the proud captain.

from The Elder Ieronymos of Aegina by Peter Botsis, pp.155-156

ΜΙΛΗΣΕ ΜΟΥ ΓΙΑ ΑΓΑΠΗ




Μίλησε μας για την Αγάπη.
Κι εκείνος, ύψωσε το κεφάλι του κι αντίκρισε το λαό, κι απλώθηκε βαθιά ησυχία. Και με φωνή μεγάλη είπε:
"Όταν ή αγάπη σε καλεί, ακολούθησε την,
μ' όλο πού τα μονοπάτια της είναι τραχιά κι απότομα.
Κι όταν τα φτερά της σ' αγκαλιάσουν, παραδόσου, μ' όλο πού το σπαθί πού είναι κρυμμένο ανάμεσα στις φτερούγες της μπορεί να σε πληγώσει.
Κι όταν σου μιλήσει, πίστεψε την, μ' όλο πού ή φωνή της μπορεί να διασκορπίσει τα όνειρα σου σαν το βοριά πού ερημώνει τον κήπο.
Γιατί, όπως ή αγάπη σε στεφανώνει, έτσι και θα σε σταυρώσει.
Κι όπως είναι για το μεγάλωμα σου, είναι και για το κλάδεμα σου.
Κι όπως ανεβαίνει ως την κορφή σου και χαϊδεύει τα πιο τρυφερά κλαδιά σου πού τρεμοσαλεύουν στον ήλιο,έτσι κατεβαίνει κι ως τις ρίζες σου και ταράζει την προσκόλληση τους στο χώμα.
Σα δεμάτια σταριού σε μαζεύει κοντά της. Σε αλωνίζει για να σε ξεσταχυάσει. Σε κο-σκινίζει για να σε λευτερώσει από τα φλούδια σου.
Σε αλέθει για να σε λευκάνει.
Σε ζυμώνει ώσπου να γίνεις απαλός.
Και μετά σε παραδίνει στην ιερή φωτιά της για να γίνεις ιερό ψωμί για του θεού το άγιο δείπνο.

"Όλα αυτά θα σου κάνει ή αγάπη για να μπορέσεις να γνωρίσεις τα μυστικά της καρδίας σου, και με τη γνώση αυτή να γίνεις κομμάτι της καρδίας της ζωής.

Άλλα αν από το φόβο σου, γυρέψεις μόνο την ησυχία της αγάπης και την ευχαρίστηση της αγάπης, τότε, θα ήταν καλύτερα για σένα να σκεπάσεις τη γύμνια σου και να βγεις έξω από το αλώνι της αγάπης.
Και να σταθείς στον χωρίς εποχές κόσμο οπού θα γελάς, αλλά όχι με ολάκερο το γέλιο σου, και θα κλαις, αλλά όχι με όλα τα δάκρυα σου.
Η αγάπη δε δίνει τίποτα παρά μόνο τον εαυτό της, και δεν παίρνει τίποτα παρά από τον εαυτό της.
Η αγάπη δεν κατέχει κι ούτε μπορεί να κατέχεται γιατί ή αγάπη αρκείται στην αγάπη.
Οταν αγαπάς, δε θα πρέπει να λες: «Ό θεός είναι στην καρδιά μου», αλλά μάλλον «Εγώ βρίσκομαι μέσα στην καρδιά του θεού.»
Και μη πιστέψεις ότι μπορείς να κατευθύνεις την πορεία της αγάπης, γιατί ή αγάπη, αν σε βρει άξιο, θα κατευθύνει εκείνη τη δική σου πορεία.
Η αγάπη δεν έχει καμιά άλλη επιθυμία εκτός από την εκπλήρωση της, αλλά αν αγαπάς κι είναι ανάγκη να έχεις επιθυμίες, ας είναι αυτές οί επιθυμίες σου:
Να λιώσεις και να γίνεις σαν το τρεχούμενο ρυάκι πού λέει το τραγούδι του στη νύχτα.
Να γνωρίσεις τον πόνο της πολύ μεγάλης τρυφερότητας.
Να πληγωθείς από την ίδια τη γνώση σου της αγάπης και να ματώσεις πρόθυμα και χαρούμενα.
Να ξυπνάς την αυγή με καρδιά έτοιμη να πετάξει και να προσφέρεις ευχαριστίες για μια ακόμα μέρα αγάπης...
Να αναπαύεσαι το μεσημέρι και να στοχάζεσαι την έκσταση της αγάπης...
Να γυρίζεις σπίτι το σούρουπο μ' ευγνωμοσύνη στην καρδιά.
Και υστέρα να κοιμάσαι με μια προσευχή για την αγάπη πού έχεις στην καρδιά σου και μ' έναν ύμνο δοξαστικό στα χείλη σου.

Προετοιμασία πρωινού ροφήματος από.....το Γέροντα Παΐσιο




Πρωί στο κελί του Τιμίου Σταυρού του γέροντα Παΐσιου, κοντά στη Μονή Σταυρονικήτα. Τρίτη μέρα της Σαρακοστής. Είμαστε έξω στο σκεπαστό κι ο γέροντας βράζει γάλα στο καμινέτο, πάνω σ' ένα κούτσουρο.
Παραδίπλα είναι, πλαγιασμένα στα χόρτα, τα δύο παιδιά του Γιάννη, που ανεβήκαμε μαζί στο Αγιονόρος ο Γιάννης κάθεται μόνος του, απέναντι στο βράχο. Πιο εδώ είναι δυο επισκέπτες, κι αυτοί από τη Θεσσαλονίκη.
Στέκονται όρθιοι, ακουμπώντας στην καστανιά. Πενηντάρηδες κι οι δυο, χλωμοί, στρυφνοί. Φαίνονται να είναι από κάποια παρεκκλησιαστική οργάνωση, γιατί κοιτάζουνε αυστηρά, κάπως επιτιμητικά τον γέροντα και σχολιάζουνε μεταξύ τους χαμηλόφωνα.Τα παιδιά παίζουνε, κάνουνε φασαρία οπότε γυρίζει ο Παΐσιος και τα λέει ήρεμα:«Μην κάνετε θόρυβο, γιατί εδώ δίπλα, κάτω απ' το χώμα, είναι κρυμμένοι Αμερικανοί και θα ξυπνήσουν και θα 'ρθουν να μας χαλάσουν την ησυχία μας».
Τα παιδιά σταματούνε, σωπαίνουνε παραξενεμένα.
Ο Γιάννης, απέναντι, γέρνει πλάγια στο βράχο, πάνω στο σάκο του. Ανάβει τσιγάρο.Οι δυο επισκέπτες, που φαίνονται σκληροί ευσεβιστές, συνεχίζουν να βλέπουν με αποδοκιμασία τον γέροντα που προσέχει να μη φουσκώσει και χυθεί το γάλα.
Ώσπου ο ένας δεν αντέχει και λέει στον καλόγερο:
«Γέροντα Παΐσιε, είμαστε στις πρώτες μέρες της Σαρακοστής, έχουμε αυστηρή νηστεία, κι εσύ βράζεις να πιεις γάλα;»
Ο γέροντας σωπαίνει. Δεν απαντάει. Πιάνει και κατεβάζει το κατσαρόλι, γιατί το γάλα έβρασε. Μετά πάει στο κελί, φέρνει έξι μικρά, παλιά, πορσελάνινα φλιτζανάκια, τα βάζει μερακλίδικα στη σειρά κι αδειάζει με προσοχή το γάλα μέσα σ' αυτά. Περιμένει λίγο να κρυώσει, ενώ όλοι τον κοιτάζουνε με απορία, σιωπηλοί.
Οι δυο ευσεβιστές τα βλέπουνε όλα αυτά με αποστροφή, γιατί σκέφτονται ότι αφού είμαστε όλοι εδώ οι επισκέπτες, έξι και τα φλιτζανάκια, άρα και σ' αυτούς θα τολμήσει ο καλόγερος να προσφέρει γάλα, τέτοιες μέρες σκληρής νηστείας.
Ο γέροντας Παΐσιος παίρνει τα γεμάτα φλιτζανάκια ένα-ένα, τα βάζει σ' ένα ξύλινο δίσκο, τα κουβαλάει και τ' αφήνει σε απόσταση εφτά μέτρων, στο χώμα, στην άκρη ενός θάμνου.
Τ' ακουμπάει όλα εκεί, στη σειρά, έπειτα έρχεται, κάθεται δίπλα μας και αρχίζει να κάνει με το στόμα του κάτι σιγανά, παράξενα σφυρίγματα, κοιτάζοντας προς τους θάμνους.
Δεν περνούνε λίγα λεπτά, και πιο εκεί, μέσα από τα τσαλιά, βγαίνει πολύ προσεκτικά μια οχιά και ύστερα πέντε μικρά φιδάκια τα παιδιά της.
Κρατάω την αναπνοή μου.
Τα φίδια έρχονται, πλησιάζουν όλα, ένα-ένα, σέρνοντας, περνούνε δίπλα μας, πάνε σιγά-σιγά στα φλιτζανάκια, κι αρχίζουν ήρεμα να πίνουν, να ρουφούνε το πρωινό γάλα τους ...;
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...