Friday, November 7, 2014

Ο Άγιος Ιέρων και οι συν αυτώ εν Μελιτηνή 33 Άγιοι μάρτυρες ( Άγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς )


Ο Ιέρων γεννήθηκε στα Τύανα της Καππαδοκίας από μια καλή και θεοσεβή μητέρα, που ήταν τυφλή. Ο ίδιος ήταν χριστιανός με ζήλο και διακονούσε τη μητέρα του με στορ­γική υιική αγάπη. Ο Ιέρων δεν επιθυμούσε να καταταχθεί στον στρατό για δύο βασικούς λόγους. Πρώτα-πρώτα δεν μπορούσε να εγκαταλείψει την ανήμπορη μητέρα του και ύστερα απεχθανόταν και την ιδέα ακόμη να αναγκαστεί ως στρατιώτης να προσφέρει θυσία στα είδωλα. Έτσι, όταν ήρθαν απεσταλμένοι στρατιώτες να τον βρουν για να τον στρατολογήσουν, παρότι άοπλος, τους έδιωξε αφόβως. Τέλος, ο Ιέρων συνελήφθη και οδηγήθηκε για να δικαστεί ενώπιον του έπαρχου, μαζί με άλλους χριστιανούς στη, Μελιτηνή. Καθ’ οδόν, ένα βράδυ, εμφανίστηκε στον Ιέρωνα ένας λευκοφόρος άνδρας με απαστράπτοντα ενδύματα και του είπε: «Χαίροις Ιέρων! Ιδού αναγγέλλω σοι σωτηρίας ευαγγέλια· ότι δεν αγω­νίζεσαι διά βασιλέα επίγειον, αλλά διά τον ουράνιον βασιλέα υπερμαχείς και αυτός θέλει σε δοξάσει και θα λάβεις δόξαν και τιμήν!». Στο άκουσμα αυτών των λόγων, η καρδιά του Ιέρωνος γέμισε με ανεκλάλητη χαρά και αγαλλίαση.



Όταν έφθασαν στη Μελιτηνή, οι αιχμάλωτοι οδηγήθηκαν στη φυλακή μαζί με τον Ιέρωνα. Αυτός ανδρειοφρόνως τους ενίσχυε στην πίστη, ώστε να μην ολιγοψυχήσει κανείς στο επικείμενο μαρτύριο, αλλά όλοι μαζί ολοπρόθυμα να προ­σφέρουν τα σώματά τους στον μαρτυρικό θάνατο υπέρ του Χριστού. Όλοι ομολόγησαν την Πίστη τους στον Κύριο Ιησού Χριστό, πλην ενός, του Ουίκτωρος, που ήταν συγγενής του Ιέρωνος, και ο οποίος εξέπεσε από την Πίστη.

Οι βασανιστές απέκοψαν το ένα χέρι του Ιέρωνος, τον μαστίγωσαν και τον βασάνισαν ποικιλοτρόπως μέχρι που, τελικώς, τον αποκεφάλισαν μαζί με τους άλλους συναθλήσαντες. Οι τριάντα τρείς μάρτυρες, καθ’ οδόν προς τον τόπο του μαρτυρίου τους, έψαλλαν χαίροντες τον «άμωμο»: Μακά­ριοι οι άμωμοι εν οδώ, οι πορευόμενοι εν Νόμω Κυρίου (Ψαλ. 118, 1). Ιδού τα ονόματα των ένδοξων αυτών μαρτύρων που έχουν γραφεί στη Βίβλο της Ζωής: Ησύχιος, Νίκανδρος, Αθανάσιος, Μάμας, Βαράχιος, Καλλίνικος, Θεαγένης, Νίκων, Λογγίνος, Θεόδωρος, Ουαλέριος, Ξάνθιος, Θεόδουλος, Καλλί­μαχος, Ευγένιος, Θεοδόχος, Ουστρίχιος, Επιφάνιος, Μαξιμιανός, Δουκίτιος, Κλαυδιανός, Θεόφιλος, Γιγάντιος, Δωρόθεος, Θεόδοτος, Καστρίχιος, Ανίκητος, Θεμέλιος, Ευτύχιος, Ιλάριος, Διόδοτος και (άλλος) Ιέρων.

Κάποιος Χρύσανθος αγόρασε την αποτμηθείσα κεφαλή του Ιέρωνος και την ενταφίασε, ενώ αργότερα έκτισε εκεί εκκλησία προς τιμήν του. Την δεξιά χείρα του αγίου έδωσαν, κατά την επιθυμία του, στην τυφλή μητέρα του. Ο άγιος Ιέρων και οι συν αυτώ μαρτυρήσαντες τελειώθηκαν το έτος 298 και εισήλθαν στη δόξα του Χριστού.

(Αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς, Ο Πρόλογος της Αχρίδος -Νοέμβριος, εκδ. Άθως, σ. 59-61) 


http://www.pemptousia.gr/2014/11/o-agios-ieron-ke-i-sin-afto-en-melitini-33-agii-martires/

The hand of a priest




Taken from Experiences During the Divine Liturgy, Protopresbyter Stephanos K. Anagnostopoulos

[While the Cherubic hymn is being sung during liturgy the priest reads the prayer which begins with the words, -ed]…”No one who is bound with the desires and pleasures of the flesh is worthy to approach…”

None of the priests ever approaches the Holy Altar, in order to serve the Divine Liturgy, trusting in his holiness. If he is ever fooled and believes that he is holy, he must not perform the Liturgy; in which case we have delusion and heresy. But at this point, we should not say much, for the more we say, the worse it is for us. Here, we do the sign of the Cross, are silent, and we priests ask for God’s mercy.

In order to comprehend what man is worth, for which God’s love can do anything, we ought to give some thought to the high ministry of the Priesthood. The priest, as a human being might not be wealthy, strong, wise and a scholar, but may be humble and insignificant. From the moment, however, he received the gift of the Priesthood and puts on “the grace of priesthood”, from that moment on the Priest receives spiritual power, which surpasses all secular power.

Saint Cosmas Aitolos used to say: “If I ever encounter the emperor of Byzantine. or the king and a poor priest on the street, I will first hasten to kiss the priest’s hand then greet the Emperor. And if I ever encounter an Angel or an Archangel or a Cherubim walking together with a priest on the same road, I will first hasten to kiss the hand of the Priest and then the hand of the Angel.”

The priest’s blessing is Christ’s blessing. It is Christ’s Grace. Whether the priest is young, or elderly, worthy, or unworthy, he bears Christ’s Priesthood, he possesses his Grace and imparts His divine Blessing.


http://frmilovan.wordpress.com/
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...