Thursday, December 12, 2013
Η πίστη στο Θεό ( Γεροντας Παϊσιος )
-Αν δεν προσέχει κανείς στα θέματα της πίστεως και της λατρείας, σιγά-σιγά ξεχνιέται και μπορεί να γίνη αναίσθητος, να φθάση σε σημείο να μην πιστεύη τίποτε.
-Μερικοί, Γέροντα, λένε ότι η πίστη τους κλονίζεται, όταν βλέπουν να υποφέρουν καλοί άνθρωποι.
-Ακόμη κι αν κάψη ο Θεός όλους τους καλούς, δεν πρέπει να βάλη κανείς αριστερό λογισμό, αλλά να σκεφθή πως ο Θεός ό,τι κάνει, από αγάπη το κάνει. Ξέρει ο Θεός πώς εργάζεται. Για να επιτρέψη να συμβή κάποιο κακό, κάτι καλύτερο θα βγη.
-Γέροντα, σήμερα ακόμη και τα πιστά παιδιά αμφιταλαντεύονται ,γιατί στα σχολεία υπάρχουν καθηγητές που διδάσκουν την αθεΐα.
-Γιατί να αμφιταλαντεύωνται; Η Αγία Αικατερίνη δεκαεννιά χρονών ήταν και διακόσιους φιλοσόφους τους αποστόμωσε με την κατά Θεόν γνώση και την σοφία της. Ακόμη και οι Προτεστάντες την έχουν προστάτιδα της επιστήμης.
Στα θέματα της πίστεως και στα θέματα της πατρίδος δεν χωράνε υποχωρήσεις πρέπει να είναι κανείς αμετακίνητος ,σταθερός.
-Γέροντα, παλιά προσευχόμουν με πίστη στον Θεό και ό,τι ζητούσα μου το έκανε. Τώρα δεν έχω αυτήν την πίστη. Πού οφείλεται αυτό;
-Στην κοσμική λογική που έχεις. Η κοσμική λογική κλονίζει την πίστη. «Εάν έχητε πίστιν και μη διακριθήτε, πάντα όσα εάν αιτήσητε εν τη προσευχή πιστεύοντες, λήψεσθε», είπε ο Κύριος. Όλη η βάση εκεί είναι. Στην πνευματική ζωή κινούμαστε στο θαύμα. Ενα συν δύο δεν κάνει πάντα τρία κάνει και πέντε χιλιάδες και ένα εκατομμύριο!
Χρειάζεται καλή διάθεση και φιλότιμο. Γιατί, αν ο άνθρωπος δεν έχη καλή διάθεση, τίποτε δεν καταλαβαίνει.
Να, και για την Σταύρωση του Χριστού, τόσες λεπτομέρειες είχαν πει οι Προφήτες- μέχρι και τί θα κάνουν τα ιμάτιά Του, τί θα κάνουν τα χρήματα της προδοσίας, ότι θα αγοράσουν μ' αυτά τον αγρό του Κεραμέως, για να θάβουν τους ξένους-, αλλά, οι Εβραίοι πάλι δεν καταλάβαιναν. «Ο δε παράνομος Ιούδας ουκ ηβουλήθη συνιέναι» ...;
Γεροντας Παϊσιος
Τη σημασια εχει το καντήλι μπροστά στην εικόνα ( Αγίου Ιωάννη της Κρονστάνδης )
«Είναι ωραίο πράγμα να ανάβουμε καντήλια μπροστά στις εικόνες. Άλλα πιο ωραίο πράγμα είναι να προσφέρουμε στον Θεό σαν θυσία τη φλόγα της αγάπης. Τότε είμαστε αληθινοί προσκυνηταί του.
Αν ανάβεις καντήλια στις εικόνες και δεν έχεις αγάπη προς τον Θεό και τον πλησίον σου, αν είσαι φιλάργυρος και φιλόνικος, η θρησκεία σου είναι ματαία». Γιατί ανάβω το καντήλι;
" Μου θυμίζει ότι όπως ο Θεός είναι φως, έτσι πρέπει να είναι και η ζωή μας φωτεινή.
" Είναι ο έλεγχος στα σκοτεινά μας έργα.
" Είναι μία δική μας θυσία ένδειξη ευγνωμοσύνης και αγάπης για το Χριστό πού θυσιάστηκε για μας.
" Είναι το φόβητρο στις δυνάμεις του σκότους πού προσπαθούν να απομακρύνουν το νου του άνθρωπου και τις προσευχές του, από το φως πού είναι ο Θεός.
" Όπως το καντήλι καίγεται μέσα στο λάδι, έτσι και εμείς πρέπει να ζητάμε το έλεος του Θεού για τις αμαρτίες μας καίγοντας το δικό μας θέλημα και κάνοντας το θέλημα του Θεού.
" Όπως δεν ανάβει το καντήλι χωρίς τα δικά μας χέρια, έτσι και εμείς δεν θα είχαμε το φως αν ο Χριστός και Θεός μας δεν είχε έρθει στη γη.
Αγίου Ιωάννη της Κρονστάνδης
Sin is a Form of Love (Part 1)
Love is the reason why things exist and the criterion for their behaviour. As regards the criterion for behaviour, we would recall the teaching of Saint Paul in his famous hymn to love (I Cor. 13, 1-13).
But love as a criterion for behaviour is not concerned solely with good behaviour, but also with its opposite, that is sin. This can hardly be otherwise, since love is superior.
Of course, sin is a form of perverted love. This perversion consists of the inversion of the form of love revealed with the incarnation, which functions on the lines of: self-emptying, transfer, adoption. Sin is a form of false self-emptying which necessarily leads to self-serving and not at all to positive and creative adoption. Those who are adopted are not teated as people, but as objects to be exploited. But a real community cannot be created in this fashion because those who are being adopted eventually realize thay are being ill-used and refuse to continue. So in the end, sinful behaviour descends into self-adoption, which, naturally, leads not to community, but to isolation. But this reversion of love back onto itself, that is self-love, is nothing more nor less than egotism. Thus, where normal love leads to community and is enriched by this, sin consists, in essence, in anti-communal attitudes and behaviour.
At this point, it ought to be mentioned that egotism in its absolute form as described above, i.e. in the universal rejection of everything, makes only a very rare appearance. Where this does happen, though, it contributes to a re-organization of people’s existence, which may result in reducing such sinners to a state of insanity. But even in its extreme form, egotism cannot be considered to be equal and opposite to love, but is rather a presence which opposes love, up to a certain point. Because, if sin really were equal and opposite to love, then the existence of the egotist, as we said above, would be transformed into non-existence. The impossibility of the annihilation of the egotist is due to the fact that the very essence of egotism, even in its most undiluted form, continues to be love, perveted though it is. This scintilla of love gives cohesion to existence.
Hell is the Result of Love
That hell is the result of love is more difficult to accept in the light of the previous paragraph, that sin is a form of love. The fundamental difficulty lies in the fact that, in people’s minds, hell has, of old, taken on a particular form, behind which lurks the view of a God Who punishes. This concept began with a heresy and was formulated as a result of an inability to understand.
The heresy is the so-called “restoration of all”, that is the belief that, in the end, both sinners and the Devil will receive forgiveness of their sins from God and will return to Him. Behind this notion is the view that God will act as a judge, and where Hell will be the terrifying place of eternal punishment for sinners, to which they will be brought with mourning and regret.
In other words, the “restoration of all” was conjured up in order to “resolve” the contradiction between the goodness of God and His righteousness.
The lack of understanding as regards Hell is of a similar nature, except that the starting point in this case is human experience. Today, in particular, when the death sentence has been abolished, many people find it impossible for someone who has sinned in time to be punished eternally.
The above notions about hell are not unjustified. Our Church, and very often for pastoral reasons, has often taught such a concept of hell. But it has also taught, though with lesser emphasis, that the real Hell is separation from God.
- See more at: http://pemptousia.com/2013/12/sin-is-a-form-of-love-part-1/#sthash.5mroYIIk.dpuf
Toothache ( Elder Ambrose of Optina )
In imitation of one of his predecessors in Eldership, Hieroschemamonk Leonid, Fr. Ambrose sometimes liked to conceal his miraculous help with humorous words or gestures, to divert the attention of witnesses. For instance, a monk once came to the Elder with a terrible toothache. Walking past him, the Elder hit him in the teeth with his fist with all his might and merrily added: "Well done, eh? "Well done, Batiushka," the monk answered, to general laughter, "but it really hurts." However, upon leaving the Elder he felt that the pain had gone, and it did not return afterwards.
Peasants noticed well this characteristic of Fr. Ambrose, and those who suffered from headaches would say to him: "Batiushka Ambrose, hit me; my head hurts."
Ο Θεός «τα πάντα εν σοφία εποίησεν». ( Γέροντος Ιωσήφ του Ησυχαστού )
(Οσίου Ιωσήφ του Ησυχαστού)
Και γι’ αυτό πρώτα απ’ όλα χρειάζεται το “γνώθι σαυτόν”. Δηλαδή να γνωρίσεις τον εαυτό σου, ποιος είσαι. Ποιός είσαι στ’ αλήθεια, όχι ποιός νομίζεις εσύ ότι είσαι. Με τη γνώση αυτή γίνεσαι ο σοφότερος των ανθρώπων. Με τέτοια επίγνωση έρχεσαι σε ταπείνωση και παίρνεις χάρη από τον Κύριο. Διαφορετικά αν δεν αποκτήσεις αυτογνωσία, αλλ’ υπολογίζεις μόνο τον κόπο σου, γνώριζε ότι πάντοτε θα βρίσκεσαι μακριά από το δρόμο. Διότι δεν λέει ο Προφήτης· “ίδε, Κύριε, τον κόπον μου”, αλλά “ίδε, λέγει, την ταπείνωσίν μου και τον κόπον μου”. Ο κόπος είναι για το σώμα, η ταπείνωση για τη ψυχή και πάλι τα δύο μαζί, κόπος και ταπείνωση, για όλον τον άνθρωπο.
Ποιός νίκησε το διάβολο; Αυτός που γνώρισε την ασθένειά του, τα πάθη και τα ελαττώματα, που έχει. Ο φοβούμενος να γνωρίσει τον εαυτό του, αυτός βρίσκεται μακριά από τη γνώση· άλλο τίποτε δεν αγαπά παρά να βλέπει μόνο λάθη στους άλλους και να τους κρίνει. Αυτός δεν βλέπει στους άλλους χαρίσματα, αλλά μόνον ελαττώματα- δεν βλέπει στον εαυτό του ελαττώματα, παρά μόνο χαρίσματα. Και αυτό είναι το χαρακτηριστικό ελάττωμα των ανθρώπων του καιρού μας που δεν αναγνωρίζουμε ο ένας το χάρισμα του άλλου. Ο ένας στερείται πολλά, μα οι πολλοί τα έχουν όλα. Αυτό που έχει ο ένας δεν το έχει ο άλλος. Και, αν αυτό το αναγνωρίζουμε, υπάρχει πολλή ταπείνωση. Γιατί έτσι τιμάται και δοξάζεται ο Θεός, ο οποίος με πολλούς τρόπους στόλισε τους ανθρώπους και έκανε όλα τα δημιουργήματά του άνισα, δηλ. διαφορετικά. Όχι όπως προσπαθούν οι ασεβείς να φέρουν ισότητα ανατρέποντας την θεία Δημιουργία.
Ο Θεός «τα πάντα εν σοφία εποίησεν».
Γι’ αυτό, παιδί μου, τώρα που είναι αρχή φρόντισε να γνωρίσεις καλά τον εαυτό σου, για να βάλεις θεμέλιο στερεό την ταπείνωση. Φρόντισε να μάθεις την υπακοή, να αποκτήσεις την ευχή. Γι’ αυτό πρώτα γνώριζε, παιδί μου, ότι κάθε αγαθό από το Θεό έχει την αρχή. Δεν γίνεται αγαθός λογισμός που να μην έχει αιτία το Θεό, ούτε πονηρός που να μην έχει αιτία το Διάβολο. Ό,τι καλό λοιπόν διανοηθείς, πεις, κάνεις, όλα είναι της δωρεάς του Θεού. “Παν δώρημα τέλειον άνωθεν έστι καταβαίνον”. Όλα είναι της δωρεάς του Θεού· δικό μας δεν έχουμε τίποτε.
Καθένας λοιπόν που επιθυμεί και ζητεί να λάβει τη χάρη, να του δώσει δωρεάν ο Θεός, πρέπει πρώτον να γνωρίσει καλά την ύπαρξή του, το “γνώθι σαυτόν”. Και αυτή είναι η όντως αλήθεια. Γιατί κάθε πράγμα έχει αρχή. Και αν δεν αρχίσεις καλά δεν θα έχεις τέλος καλό.
Και αρχή λοιπόν και αλήθεια είναι να γνωρίσει κανείς ότι είναι μηδέν – 0 – και εκ του μηδενός δημιουργήθηκαν τα πάντα. “Είπε και εγεννήθησαν ενετείλατο και εκτίσθησαν”. Είπε και έγινε γη. Και αφού πήρε πηλό έπλασε άνθρωπο. Άψυχο, άνουν ένα πήλινο άνθρωπο. Αυτή η ιδία σου ύπαρξη. Αυτό είμαστε όλοι μας. Χώμα και λάσπη. Αυτό είναι το πρώτο μάθημα σ’ εκείνον που θέλει να λάβει, αλλά και να μένει διαπαντός η χάρη κοντά του. Απ’ αυτό αποκτά την επίγνωση και απ’ αυτό γεννιέται ταπείνωση. Όχι με λόγια μόνο, να ταπεινολογεί, αλλά στηριζόμενος στην πραγματικότητα λέει την αλήθεια: Είμαι χώμα, είμαι πηλός, είμαι λάσπη. Αυτή είναι η πρώτη μητέρα μας. Λοιπόν το χώμα πατιέται, και συ ως χώμα οφείλεις να πατηθείς. Είσαι λάσπη, δεν έχεις καμίαν αξία.
Σε πετούν εδώ και εκεί, σε κτίζουν από ένα σημείο σε άλλο σε χρησιμοποιούν ως άχρηστη ύλη.
Και λοιπόν σου «ενεφύσησεν» ο Δημιουργός και σου έδωσε πνεύμα ζωής. Και να, αμέσως έγινες ένας άνθρωπος λογικός. Ομιλείς, εργάζεσαι, γράφεις, διδάσκεις· έγινες ένα μηχάνημα του Θεού. Όμως μη λησμονείς ότι η ρίζα σου είναι το χώμα. Και αν λάβει το πνεύμα αυτός που σου το έδωσε, εσύ πάλι θα κτίζεσαι στα ντουβάρια.
Γι’ αυτό “μιμνήσκου τα έσχατά σου και ου μη αμαρτήσης εις τον αιώνα”.
Αυτή είναι η πρώτη αίτια, που όχι μόνον ελκύει τη χάρη, αλλά την πληθύνει και τη συγκρατεί. Αυτή ανεβάζει το νου στην πρώτη θεωρία της φύσεως. Και έξω απ’ αυτή την αρχή βρίσκει μεν κάτι λίγο, αλλά μετά από καιρό θα το χάσει. Γιατί δεν κτίζει σε έδαφος στερεό, αλλά προσπαθεί με τρόπους και τέχνη.
Λες λόγου χάριν είμαι αμαρτωλός! Αλλά εσωτερικά πιστεύεις ότι είσαι δίκαιος. Δεν μπορείς να αποφύγεις την πλάνη. Η χάρη θέλει να μείνει, αλλ’ επειδή ακόμη πρακτικά δεν έχεις βρει την αλήθεια, κατ’ ανάγκη πρέπει να φύγει. Γιατί αναμφίβολα θα πιστέψεις στο λογισμό σου ότι είσαι αυτό το οποίο δεν είσαι, και χωρίς άλλο θα πλανηθείς. Ως εκ τούτου δεν παραμένει η χάρη. Επειδή έχουμε τον αντίπαλο, που είναι τεχνίτης ισχυρός, είναι εφευρέτης κακών, και της κάθε πλάνης δημιουργός. Που αγρυπνεί πλάι μας. Που από φως έγινε σκότος και όλα τα γνωρίζει. Που είναι εχθρός του Θεού και ζητεί όλους να μας κάνει εχθρούς Του. Και εν τέλει είναι πνεύμα πονηρό και εύκολα αναμειγνύεται με το πνεύμα, που μας χάρισε ο Θεός, και παίρνει τη μηχανούλα μας και την κινεί όπως θέλει αυτός. Κοιτάζει, πού ρέπει η όρεξη της ψυχής, και με ποιό τρόπο τη βοηθά ο Θεός, και αμέσως σκέφτεται και εκείνος τα ίδια.
(«Έκφρασις Μοναχικής εμπειρίας», εκδ, Ι.Μ.Φιλοθέου, Άγ. Όρος -αποσπάσματα σε νεοελληνική απόδοση.)
Subscribe to:
Posts (Atom)