Monday, October 7, 2013
Φοβερός Πόλεμος μέ Δαιμόνια ¨Υπερηφανείας
Διηγήθηκε Γέρων:<<Κάποτε ήρθαν καί μέ προσκύνησαν τά δαιμόνια,ένω έψελνα τό Χερουβικό καί είχα φθάσει στό "καί τή ζωοποιώ Τριάδι".Έρχονται λοιπόν πέντε δαίμονες,ένας μεγάλος άξιωματικός μέ πηλίκιο καί κάτι σήματα δαιμονικά,γαλόνια καί κέρατα πού έβγαιναν δίπλα άπ΄τό πηλίκιο,καί τέσσερις μικροί μαλλιαροί,καί πέφτουν στά γόνατα μπροστά μου.Ό μεσαίος,ό άξιωματικός,,είχε τό ένα πόδι γονατιστό καί τό άλλο μισολυγισμένο όπως οί καθολικοί καί μού λέει:
¨Είσαι σπουδαίος ψάλτης!Είσαι θαυμάσιος!Είσαι άφθαστος!¨.
Είχε τό κεφάλι ψηλά,ένώ οί άλλοι τέσσερις είχαν τό κεφάλι κάτω.
Έγώ μονολόγησα;"Τά δαιμόνια θά μού πάρουν τό μυαλό.
Κύριε Ίησού Χριστέ,'ελέησόν με.Κύριον τόν Θεόν μας προσκυνήσωμεν καί Αύτώ μόνω λατρεύσωμεν".Αμέσως έγιναν άφαντοι.Αύτά έν ριπή όφθαλμού.Έγώ άγρίεψα μέσα μου.Σκέφθηκα¨Άύτός πού δέν δέχεται νά προσκυνήση τόν Θεό καί νά πή έλέησόν με ό Θεός,ήρθε νά προσκυνήση έμένα νά μέ κάνη συμμέτοχο στήν ύπερηφάνειά του; Άγρίεψα καί άρχισα νά λέω τό "Τριάδι" τού Παπανικολάου.Μόλις τελείωσα,μού λένε οί πατέρες;"Τί Τριάδι ήταν αύτό!Πανηγύρι μάς έφερες". " Έ,λέω,καμμία φορά μάς πιάνουν καί τά μεράκια".
>>Μετά τήν τράπεζα συναντώ στήν αύλή ένα μοναχό αγιορείτη,
όχι τού Μοναστηριού,πού ήταν παρών στήν Λειτουργία.Τόν χαιρέτησα καί μού λέει;
-Βρέ,τί ήταν αύτό σήμερα! Τί ώραία ψαλμωδία!Μάς άνέβασες στόνούρανό.Νιώσαμε κατάνυξη.
-Όχι έγώ,ό πατήρ τάδε,τού είπα.
Ποιός πατήρ τάδε,Έσύ,ή δική σου φωνή,καί μού είπε καί διάφορα
έπαινετικά λόγια.
>> Τόν Βάζω μετάνοια καί πάω νά φύγω.Έρχεται ό σατανάς δίπλα μου τόν έβλεπα καί μού λέει;"Όταν σού λέω έγώ νά άκούς.Είσαι άφθαστος, έσύ έπρεπε νά πάς νά πάρης δίπλωμα έξω καί νά είσαι δάσκαλος".
>>"Πίσω μου δαίμονα",λέω.Τί ήθελα νά ΄ρθώ άπό δώ νά συναντήσω τόν μοναχό νά άκούσω όλα αύτά.
>>Βγήκα έξω καί κίνησα γιά τόν κήπο.Ό διάβολος άπό κοντά μου.
Ένώ έβλεπα,βάδιζα,δέν ξέρω πώς,πήρε τό πνεύμα μου ό σατανάς
καί μέ άνέβασε ψηλά,πολύ ψηλά καί έβλεπα τόν κόσμο σάν
μυρμήγκια κάτω.
-Έσύ δέν είσαι τυχαίος,μού έλεγε ό σατανάς,έσύ δέν ξέρεις τί κουβαλάς.
-Τί κουβαλάω,βρέ σατανά,ό,τι κουβαλάς καί σύ κουβαλώ καί έγώ.
Φύγε άπό κοντά μου."Θεέ μου,βοήθησέ με".Τί είνα αύτό σήμερα.
Θά μού πάρει τά μυαλά ό σατανάς."Κύριε Ίησού Χριστέ,έλεησόν με".
>>Άρχισα νά φουσκώνω άπό ύπερηφάνεια,άλλά είχα καί λίγο έπίγνωση καί είπα; Θεέ μου,δέν θέλω τέτοιες έπάρσεις".
>>Μπαίνω στόν κήπο,αύτός άπό κοντά.Αύτός τά δικά του,εγώ τά δικά μου.Δέν υπάρχει χειρότερο δαιμόνιο άπό τό δαιμόνιο τής ύπερηφανείας.
Προχώρησα πιό μέσα στόν κήπο, μήπως καί φύγη.
Τίποτα."Πάει",είπα,"θά δαιμονισθώ",Τότε έπεσα στά γόνατα μέ τό ράσο πού φορούσα στήν Έκκλησία,καί έκλαιγα,Δέν έδινα σημασία τί μού έλεγε ό σατανάς,έγώ τά δικά μου."Κύριε Ίησού Χριστέ,έλέησόν με",δύο-δυόμισι ώρες είχα μέσα στόν ήλιο.
"Δέν θέλω",έλεγα,"τετοιες έπάρσεις,τέτοιους λογισμούς.Έγώ θέλω,Χριστέ μου,να σέ προσκυνώ πάνω στόν Σταυρό.Έγώ είμαι ένας άμαρτωλός καί τίποτα παραπάνω".Αύτός έλεγε τά δικά του.Μούσκεψε τό χώμα άπό τά δάκρυα,σάν νά είχε τρέξει βρύση.Κάποια στιγμή έφυγε έκείνο τό νέφος καί ό σατανάς μαζί.Κατάλαβα ότι προσγειώθηκα.¨Ένιωσα τήν άνάγκη νά
προσκυνήσω τά πόδια τού Έσταυρωμένου.Σηκώθηκα,εύχαρίστησα τόν Κύριό μας καί τήν Παναγία,έβαλα λίγες μετάνοιες καί έφυγα κλαίγοντας.
>>Έπειτα σκέφθηκα ότι γιά νά έρθουν νά μέ πειράζουν τά δαιμόνια τόσες φορές,κάτι βρήκαν μέσα μου.Φαίνεται ότι λάγκευα'' πρός τόν έγωίσμό. Γι΄αύτό χρειάζεται προσοχή καί ταπείνωση>>.
The light of the vigil lamp ( Saint Nikolai Velimirovich )
First-because our faith is light. Christ said: I am the light of the world (John 8:12). The light of the vigil lamp reminds us of that light by which Christ illumines our souls.
Second-in order to remind us of the radiant character of the saint before whose icon we light the vigil lamp, for saints are called sons of light (John 12:36, Luke 16:8).
Third-in order to serve as a reproach to us for our dark deeds, for our evil thoughts and desires, and in order to call us to the path of evangelical light; and so that we would more zealously try to fulfill the commandments of the Saviour: "Let your light so shine before men, that they may see your good works" (Matt. 5:16).
Fourth-so that the vigil lamp would be our small sacrifice to God, Who gave Himself completely as a sacrifice for us, and as a small sign of our great gratitude and radiant love for Him from Whom we ask in prayer for life, and health, and salvation and everything that only boundless heavenly love can bestow.
Fifth-so that terror would strike the evil powers who sometimes assail us even at the time of prayer and lead away our thoughts from the Creator. The evil powers love the darkness and tremble at every light, especially at that which belongs to God and to those who please Him.
Sixth-so that this light would rouse us to selflessness. Just as the oil and wick burn in the vigil lamp, submissive to our will, so let our souls also burn with the flame of love in all our sufferings, always being submissive to God's will.
Seventh-in order to teach us that just as the vigil lamp cannot be lit without our hand, so too, our heart, our inward vigil lamp, cannot be lit without the holy fire of God's grace, even if it were to be filled with all the virtues. All these virtues of ours are, after all, like combustible material, but the fire which ignites them proceeds from God.
Eighth-in order to remind us that before anything else the Creator of the world created light, and after that everything else in order: And God said, let there be light: and there was light (Genesis 1:3). And it must be so also at the beginning of our spiritual life, so that before anything else the light of Christ's truth would shine within us. From this light of Christ's truth subsequently every good is created, springs up and grows in us. May the Light of Christ illumine you as well!
Saint Nikolai Velimirovich
We should appreciate everything we have and say thank you
I saw in my dream, that I visited Paradise and an angel assumed my hospitality. We walked beside each other in a great hall full of angels. My angel guide stopped in front of the first work station and said. "Here is the receiving department. Here we receive all the requests that reach God in the form of prayers". I glanced around the place. It was busy with activity, with so many angels receiving and classifying huge stacks of notes from people around the world. We then proceeded through a long corridor till we reached the second station. My angel told me: "This is the packaging and delivery department. Here the graces and blessings that are requested are brought forward and delivered to those who requested them".
I noticed again how active it was here. Innumerable angels were going back and forth to earth. Finally in the end of a long corridor, we stopped at the door of a very small station. To my great surprise only one angel was sitting there, doing basically nothing. "This is the department of the thank you's" whispered my angel, feeling a bit ashamed. "How is it possible? Is there no work here?" I asked. "It is sad" sighed the angel. "After people receive their gifts, very few send their thank you's". "How can one thank God for the blessings received" I asked again. "Simply" he replied, "you only need to say, thank you my God". "And why exactly do we need to thank Him?"
"If you have food in your fridge, clothes on your back, a roof over your head and a place to sleep, you are richer than 75% of this world.
If you have money in the Bank, in your wallet and some coins on a plate, you are one of the 8% of the people who prosper.
If you wake up in the morning feeling healthier than others with sickness, you are more blessed than those who will not survive this day.
If you have not lived to experience the fear of war, the loneliness of prison, the struggle of torture and the piercing pangs of famine, you are ahead of 700 million people of this world.
If you can pray in a temple without fear of attack, of arrest and execution, some 3 billion people of this world will envy you.
If your parents are still alive and are still married, you are unique.
If you can hold your head high and smile, you are not the rule but the exception, for all those who live with doubt and exasperation.
And if you can read now this text, you received a double blessing because it was given by someone who loves you and because you are luckier than two billion people who do not know and cannot even read".
"I understand. And now what should I do? How can I start?" "Say good morning" my angel smiled, "and count your blessings and pass this message to other people to remind them how blessed they are".
"And don't forget to send your thank you".
Magazine "Tolmi" by Archimandrite Daniel Sapika, Doctor.
«Μόνο έτσι γεμίζει η ψυχή» - ( Γέρων Πορφύριος )
«Σήμερα οι άνθρωποι ζητούν να τους αγαπήσουν και γι’ αυτό αποτυγχάνουν.
Το σωστό είναι να μην ενδιαφέρεσαι αν σε αγαπούν, αλλά αν εσύ αγαπάς τον Χριστό και τους ανθρώπους.
Μόνο έτσι γεμίζει η ψυχή».
«Αγάπα όλους»
«Δεν πρέπει να κάνεις τον χριστιανικό σου αγώνα με κηρύγματα και αντιδικίες, αλλά με πραγματική μυστική αγάπη. Όταν αντιδικούμε, οι άλλοι αντιδρούν. Όταν τους αγαπάμε, συγκινούνται και τους κερδίζουμε.
Όταν αγαπάμε, νομίζουμε ότι προσφέρουμε στους άλλους, ενώ στην πραγματικότητα προσφέρουμε πρώτα στον εαυτό μας. Η αγάπη χρειάζεται θυσίες. Να θυσιάζουμε ταπεινά κάτι δικό μας, που στην πραγματικότητα είναι του Θεού»
«Όταν αγαπάς τον Χριστό, αγαπάς όλους»
«Ο Χριστός είναι η Εκκλησία και η Εκκλησία είναι ο Χριστός, που μας έχει προσλάβει όλους στον Εαυτό Του. Όταν αγαπάς τον Χριστό, αγαπάς συγχρόνως όλους τους ανθρώπους, χωρίς να ρωτάς αν οι άνθρωποι είναι άξιοι της αγάπης ή ακόμη αν την αποδεχθούν ή την απορρίψουν. Όταν θέλεις να συναντήσεις τον Χριστό, θα Τον βρεις στο χώρο της Εκκλησίας, γιατί εδώ είναι ενωμένη ολόκληρη η ανθρωπότητα με τον Θεό στο Πρόσωπο του Χριστού. Δεν μπορεί να επικοινωνείς με τον Χριστό και να μην τα έχεις καλά με τους άλλους ανθρώπους».
«Ο Θεός δεν τιμωρεί»
«Όχι, ο Θεός δεν τιμωρεί, ο άνθρωπος αυτοτιμωρείται, απομακρυνόμενος από τον Θεό.
Είναι, ας πούμε: Εδώ νερό, εκεί φωτιά.
Είμαι ελεύθερος να διαλέξω. Βάζω το χέρι μου στο νερό, δροσίζομαι, το βάζω στη φωτιά, καίγομαι».
«Η αγάπη προς το Θεό»
Μια άλλη μέρα ερωτώ το Γέροντα πώς πρέπει να είναι η αγάπη μας προς το Θεό και μου λέει:
«Η αγάπη μας προς το Θεό, παιδί μου, πρέπει να είναι πάρα πολύ μεγάλη και χωρίς να υπάρχει καμιά διάσπαση σε άλλα πράγματα. Σου φέρνω σαν παράδειγμα το εξής: Ο άνθρωπος μοιάζει να έχει εντός του μια μπαταρία με ορισμένη ενέργεια. Όταν αυτή την ενέργεια την ξοδεύει σε άλλα διάφορα πράγματα εκτός της αγάπης προς τον Θεό, η ενέργεια που απομένει μέσα του γι ́ Αυτόν είναι ελάχιστη και ίσως πολλές φορές μηδαμινή. Όταν όμως διαθέτουμε όλη μας την ενέργεια προς τον Θεό, τότε η αγάπη μας είναι μεγάλη προς Αυτόν».
«Σου λέω και τούτο το άλλο».
«Ήταν μια φορά μια κοπέλα που είχε ερωτευθεί πάρα πολύ ένα νέο, που τον έλεγαν Νίκο. Αυτή που λες, σηκωνόταν κάθε νύκτα και κρυφά από τους δικούς της, πηδούσε το παράθυρό της και πήγαινε ξυπόλητη μέσα απ ́ τα χωράφια που υπήρχαν αγκάθια για να συναντήσει τον αγαπημένο της ματώνοντας τα πόδια της. Όταν επίσης γύριζε στο σπίτι της και καθόταν μέσα, πάντοτε ο Νίκος της ήταν εδώ, και μου έδειχνε το μέτωπό του. Ό,τι δουλειές και να έκανε, ο Νίκος της εδώ, και μου ξανάδειχνε το μέτωπό του. Έτσι πρέπει και συ, παιδί μου, να δίνεις όλη σου τη δύναμη στο Θεό και ο νους σου να είναι πάντα σ ́ Αυτόν, γιατί έτσι του αρέσει».
«Αγάπη με απλότητα χωρίς φόβο»
Μου έλεγε ο παππούλης πολλές φορές:
«Αγάπη σου συνιστώ να έχεις πάντοτε. Πρώτα αγάπη και μετά όλα τα άλλα».
«Πρέπει ν ́ αγαπάμε εν απλότητι καρδίας, όπως το ίδιο πρέπει και να προσευχόμαστε».
«Δεν θέλω με το φόβο του θανάτου να πλησιάσεις το Θεό. Θέλω με την πολλή αγάπη προς Αυτόν να το κάνεις. Αυτό είναι το ανώτερο, παιδί μου».
«Ο Χριστός είναι το παν»
Ο γέροντας Πορφύριος είπε:
«Λοιπόν, ζωή χωρίς Χριστό δεν είναι ζωή. Πάει, τελείωσε.
Αν δε βλέπεις το Χριστό σε όλα σου τα έργα και τις σκέψεις, είσαι χωρίς Χριστό.
Πώς το κατάλαβες; Θυμάμαι κι ένα τραγούδι. «Σύν Χριστώ πανταχού, φόβος ουδαμού».
Το ’χετε ακούσει; Έ; Το λένε τα παιδιά, δε το θυμάμαι.
Λοιπόν, έτσι πράγματι πρέπει να βλέπομε το Χριστό. Είναι φίλος μας, είναι αδελφός μας, είναι ό,τι καλό και ωραίο.
Είναι το Παν. Αλλά είναι φίλος και το φωνάζει: «Σας έχω φίλους, βρέ, δεν το καταλαβαίνετε; Είμαστε αδέλφια.
Βρε εγώ δεν είμαι... δεν βαστάω την κόλαση στο χέρι, δεν σας φοβερίζω, σας αγαπάω.
Σας θέλω να χαίρεσθε μαζί μου τη ζωή». Κατάλαβες;
Έτσι είναι ο Χριστός. Δεν έχει κατήφεια, ούτε μελαγχολία, ούτε ενδοστρέφεια, που ο άνθρωπος σκέπτεται ή βασανίζεται από διάφορους λογισμούς και διάφορες πιέσεις, που κατά καιρούς στη ζωή του τον τραυμάτισαν.
Ο Χριστός είναι νέα ζωή. Πώς το λέω; Ο Χριστός είναι το Παν. Είναι η χαρά, είναι η ζωή, είναι το φως, το φως το αληθινόν, που κάνει τον άνθρωπο να χαίρεται, να πετάει, να βλέπει όλα, να βλέπει όλους, να πονάει για όλους, να θέλει όλους μαζί του, όλους κοντά στο Χριστό.
Όταν εμείς βρίσκουμε κάποιονε θησαυρό ή ό,τι άλλο, δεν θέλομε να το λέμε πουθενά.
Ο Χριστιανός όμως, όταν βρει το Χριστό, όταν γνωρίσει τον Χριστό, όταν ο Χριστός εγκύψει μέσα στην ψυχούλα του και τον αισθανθεί, θέλει να φωνάζει και να το λέει παντού, θέλει να λέει για το Χριστό, τι είναι ο Χριστός.
Αγαπήσατε το Χριστόν και μηδέν προτιμήστε της αγάπης Αυτού.
Ο Χριστός είναι το πάν, είναι η πηγή της ζωής, είναι το άκρον των εφετών, είναι το Πάν. Όλα στο Χριστό υπάρχουν τα ωραία. Και μακράν του Χριστού η θλίψις, η μελαγχολία, τα νεύρα, η στεναχώρια, οι αναμνήσεις των τραυμάτων της ζωής, των πιέσεων, των αγωνιωδών, έτσι, ωρών. Όλα, ζούμε εκείνα εκεί της ζωής μας. Και πάμε εδώ και πάμε εκεί, και τίποτα, και πουθενά δεν στεκόμαστε. Όπου βρούμε το Χριστό, ας είναι μια σπηλιά, καθόμαστε εκεί και φοβούμαστε να φύγουμε, να μη χάσουμε το Χριστό. Διαβάστε να ιδείτε. Ασκηταί, που εγνώρισαν το Χριστό, δεν ήθελαν να φύγουν από τη σπηλιά, ούτε βγαίναν έξω να κάνουνε πιο πέρα« θέλαν να είναι εκεί που αισθανόντουσαν το Χριστό μαζί τους. Ο Χριστός είναι το Πάν.
Ο Χριστός είναι η πηγή της ζωής, της χαράς. Το Πάν».
Γέρων Πορφύριος
Αόρατος Πόλεμος ( Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης )
Ὅταν βρίσκεσαι πληγωμένος, ἐπειδὴ ἔπεσες σὲ κάποιο ἁμάρτημα λόγῳ ἀδυναμίας σου ἢ καμιὰ φορὰ μὲ τὴν θέλησί σου γιὰ κακό σου, μὴ δειλιάσης· οὔτε νὰ ταραχθῇς γι᾿ αὐτό, ἀλλὰ ἀφοῦ ἐπιστρέψης ἀμέσως στὸ Θεό, μίλησε ἔτσι· «Βλέπε, Κύριέ μου· ἔκανα τέτοια πράγματα σὰν τέτοιος ποὺ εἶμαι· οὔτε ἦταν δυνατὸ νὰ περίμενες καὶ τίποτα ἄλλο ἀπὸ ἐμένα τὸν τόσο κακοπροαίρετο καὶ ἀδύνατο, παρὰ ξεπεσμὸ καὶ γκρέμισμα».
Καὶ ἐδῶ, ξευτελίσου στὰ μάτια σου ἀρκετὴ ὥρα καὶ λυπήσου μὲ πόνο καρδιᾶς γιὰ τὴν λύπη ποὺ προξένησες στὸν Θεὸ καὶ χωρὶς νὰ συγχυσθῇς, ἀγανάκτησε κατὰ τῶν αἰσχρῶν σου παθῶν, ἰδιαιτέρως δὲ καὶ μάλιστα, ἐναντίον ἐκείνου τοῦ πάθους ποὺ ἔγινε αἰτία νὰ πέσῃς· ἔπειτα πὲς πάλι· «Οὔτε μέχρι ἐδῶ θὰ στεκόμουνα, Κύριέ μου, καὶ θὰ ἁμάρτανᾳ χειρότερα, ἐὰν ἐσὺ δὲν μὲ κρατοῦσες μὲ τὴν πολὺ μεγάλη σου ἀγαθότητα».
Καὶ εὐχαρίστησέ τον καὶ ἀγάπησέ τον περισσότερο παρὰ ποτὲ θαυμάζοντας τὴν τόση μεγάλη εὐσπλαγχνία του, ὅτι καὶ παρόλο ποὺ λυπήθηκε ἀπὸ σένα, πάλι σοῦ δίνει τὸ δεξί του χέρι καὶ σὲ βοηθάει, γιὰ νὰ μὴ ξαναπέσῃς στὴν ἁμαρτία· τελευταία πὲς μὲ μεγάλο θάρρος στὴ μεγάλη εὐσπλαγχνία του· «Ἐσύ, Κύριέ μου, κάνε σὰν ἐκεῖνος ποὺ εἶσαι καὶ συγχώρεσέ με καὶ μὴν ἐπιτρέψης στὸ ἑξῆς νὰ ζῶ χωρισμένος ἀπὸ σένα, οὔτε νὰ ἀπομακρυνθῶ ποτέ, οὔτε νὰ σὲ λυπήσω πλέον».
Καὶ κάνοντας ἔτσι, μὴ σκεφθῇς ἂν σὲ συγχώρεσε, διότι αὐτὸ δὲν εἶναι τίποτα ἄλλο, παρὰ ὑπερηφάνεια, ἐνόχλησις τοῦ νοῦ, χάσιμο τοῦ καιροῦ καὶ ἀπάτη τοῦ διαβόλου, χρωματισμένη μὲ διαφόρες καλὲς προφάσεις. Γι᾿ αὐτό, ἀφήνοντας τὸν ἑαυτό σου ἐλεύθερα στὰ ἐλεήμονα χέρια τοῦ Θεοῦ, ἀκολούθησε τὴν ἄσκησί σου, σὰν νὰ μὴν εἶχες πέσει. Καὶ ἂν συμβῇ ἐξαιτίας τῆς ἀδυναμίας σου νὰ ἁμαρτήσῃς πολλὲς φορὲς τὴν ἡμέρα (1) καὶ νὰ μείνης πληγωμένος, κάνε αὐτὸ ποὺ σοῦ εἶπα ὅλες τὶς φορές, ὄχι μὲ μικρότερη ἐλπίδα στὸ Θεό. Καὶ κατηγορώντας περισσότερο τὸν ἑαυτό σου καὶ μισώντας τὴν ἁμαρτία περισσότερο, ἀγωνίσου νὰ ζῇς μὲ περισσότερη προφύλαξι.
Αὐτὴ ἡ ἐκγύνασις δὲν ἀρέσει στὸ διάβολο· γιατὶ βλέπει πὼς ἀρέσει πολὺ στὸ Θεό, ἐπειδὴ καὶ μένει ντροπιασμένος ὁ ἀντίπαλος, βλέποντας ὅτι νικήθηκε ἀπὸ ἐκεῖνον, ποὺ αὐτὸς εἶχε πρὶν νικήσει. Γι᾿ αὐτὸ καὶ διαφορετικοὺς ἀπατηλοὺς τρόπους χρησιμοποιεῖ γιὰ νὰ μᾶς ἐμποδίσῃ νὰ μὴ τὸ κάνουμε. Καὶ πολλὲς φορὲς πετυχαίνει τὸν σκοπό του ἐξαιτίας τῆς ἀμέλειάς μας καὶ τῆς λίγης φροντίδας ποὺ ἔχουμε στὸν ἑαυτό μας. Γι᾿ αὐτό, ὅσο ἐσὺ βρεῖς δυσκολία σὲ αὐτὸ ἀπὸ τὸν ἐχθρό, τόσο περισσότερο πρέπει νὰ ἀγωνισθῇς νὰ τὸ κάνῃς πολλὲς φορές, ἀκόμη καὶ ἂν μία μόνο φορὰ ἔπεσες· μάλιστα πρέπει αὐτὸ νὰ κάνῃς, ἄν, ἀφοῦ ἁμαρτήσῃς, αἰσθάνεσαι ὅτι ἐνοχλεῖσαι καὶ συγχύζεσαι καὶ σὲ πιάνῃ ἀπελπισία γιὰ νὰ μπορέσῃς ἔτσι μὲ αὐτὸ νὰ ἀποκτήσῃς εἰρήνη καὶ γαλήνη στὴν καρδιά σου καὶ θάρρος μαζί· καὶ ἀφοῦ ὁπλισθῇς μὲ αὐτὰ τὰ ὅπλα, νὰ στραφῇς στὸ Θεό.
Γιατὶ, αὐτὴ ἡ παρόμοια ἐνόχλησις καὶ ταραχὴ ποὺ ἔχει κάποιος γιὰ τὴν ἁμαρτία, δὲν γίνεται ἐπειδὴ μὲ αὐτὸ ποὺ ἔκανε λύπησε τὸν Θεό, ἀλλὰ γίνεται γιὰ τὸν φόβο τῆς δικῆς του καταδίκης· καὶ αὐτὸ σημαίνει ὅτι, αὐτὴ προέρχεται ἀπὸ τὴν φιλαυτία, ὅπως πολλὲς φορὲς εἴπαμε.
Ὁ τρόπος λοιπόν, γιὰ νὰ ἀποκτήσῃς τὴν εἰρήνη, εἶναι ὁ ἑξῆς· νὰ ξεχάσης τελειωτικὰ τὴν πτῶσι καὶ τὴν ἁμαρτία σου (2) καὶ νὰ παραδοθῇς στὴν σκέψι τῆς μεγάλης καὶ ἄφατης ἀγαθότητας τοῦ Θεοῦ· καὶ ὅτι, αὐτὸς μένει πολὺ πρόθυμος καὶ ἐπιθυμεῖ νὰ συγχωρέσῃ κάθε ἁμαρτία, ὅσο καὶ ἂν εἶναι βαρειά, προσκαλώντας τὸν ἁμαρτωλὸ μὲ διάφορους τρόπους καὶ μέσα ἀπὸ διάφορους δρόμους, γιὰ νὰ ἔλθη σὲ συναίσθησι καὶ νὰ ἑνωθῆ μαζί του σὲ αὐτὴ τὴν ζωὴ μὲ τὴν χάρι του· στὴν δὲ ἄλλη, νὰ τὸν ἁγιάση μὲ τὴ δόξα του καὶ νὰ τὸν κάνῃ αἰώνια μακάριο. Καὶ ἀφοῦ μὲ αὐτὲς καὶ παρόμοιες σκέψεις καὶ στοχασμούς, γαληνέψης τὸ νοῦ σου, τότε θὰ ἐπιστρέψης στὴν πτῶσι σου, κάνοντας ὅπως εἶπα πιὸ πάνω· κατόπιν, ὅταν ἔρθη ἡ ὥρα τῆς ἐξομολογήσεως (τὴν ὁποία σὲ προτρέπω νὰ κάνῃς πολὺ συχνά), θυμήσου ὅλες σου τὶς ἁμαρτίες, καὶ μὲ νέο πόνο καὶ λύπη, γιὰ τὴν λύπη τοῦ Θεοῦ, καὶ μὲ πρόθεσι καὶ ἀπόφασι νὰ μὴ τὸν λυπήσῃς πλέον, φανέρωσέ τες ὅλες στὸν Πνευματικό σου καὶ κάνε μὲ προθυμία τὸν κανόνα ποὺ θὰ σοῦ ὁρίσῃ.
1. Τὸ κς´ καὶ κζ´ κεφάλαιο τοῦ β´ μέρους αὐτοῦ τοῦ βιβλίου, μᾶς διδάσκει καθαρώτερα, ὅτι τὰ ἁμαρτήματα ποὺ λέει τὸ παρὸν κεφάλαιο, δὲν ἐννοοῦνται πὼς εἶναι θανάσιμα, ἀλλὰ μὴ θανάσιμα καὶ συγγνωστά, καὶ αὐτοὶ ποὺ σὲ αὐτὰ ἁμαρτάνουν δὲν ἐννοοῦνται ὅτι εἶναι αὐτοὶ ποὺ ζοῦνε ἁπλὰ καὶ ἀδιάφορα καὶ κάνουνε θανάσιμα πταίσματα κάθε λίγο· (γιατὶ αὐτοὶ πρέπει καὶ νὰ ἐνοχλοῦνται καὶ μὲ πόνο καρδιᾶς νὰ κλαῖνε καὶ μεγάλη σκέψι νὰ ἔχουν στὸ νὰ ἐξετάζουν πάντα τὴν συνείδησί τους καὶ νὰ ἐξομολογοῦνται· καὶ λύπη ἀνάλογη νὰ ἔχουν πάντα, ὄχι ὅμως καὶ ἀπὸ τὴν ὑπερβολικὴ λύπη νὰ πέφτουν σὲ ἀπελπισία)· ἄλλα αὐτοὶ ποὺ ζοῦνε πνευματικὴ ζωή, οἱ ἀγωνιζόμενοι στὴ ἀρετή. Γιατὶ αὐτοὶ αὐτὰ τὰ συγγνωστὰ ἁμαρτήματα κάνοντας (ποιά δὲ εἶναι αὐτά, βλέπε στὴν ἀρχὴ τοῦ κς´ κεφαλαίου) ἢ καὶ βαρύτερα ἀπὸ αὐτὰ καὶ μεγαλύτερα (στὰ ὁποῖα κάποτε πέφτουν καὶ αὐτοί, κατὰ παραχώρησι Θεοῦ), κάνουν κατὰ τὴν διάταξι τοῦ παρόντος κεφαλαίου· πλὴν ἡ διάταξις αὐτή, ὡφελεῖ ἁπλὰ κάθε ἄνθρωπο, ποὺ κάνει τὸ ὁποιοδήποτε ἁμάρτημα.
2. Σὲ αὐτὸ ἁρμόζει ἡ ἱστορία ποὺ ἀναγινώσκομε στὸ Γεροντικό· φαίνεται ἐκεῖ ὅτι ἕνας μοναχὸς ἀπὸ συναρπαγὴ ἔπεσε σὲ πορνεία. Καὶ ἐπειδὴ οἱ λογισμοὶ τῆς ἀπογνώσεως ἀπὸ μέσα τὸν ἐνωχλοῦσαν, ὅτι ἔχασε τὴν ψυχή του καὶ πλέον σωτηρία δὲν ὑπάρχει, αὐτὸς ὡς φρόνιμος καὶ ἔμπειρος στὸν κατὰ τοῦ ἐχθροῦ ἀόρατο πόλεμο, ἔλεγε στοὺς λογισμούς του· «οὐχ ἥμαρτον, οὒχ ἥμαρτον»· ἕως ὅτου μπῆκε στὸ κελλί του καὶ κλείσθηκε καὶ ἀφοῦ εἰρήνευσε τὴν καρδιά του, τότε ἔδειξε τὴν πρέπουσα μετάνοια διὰ τὴν ἁμαρτία του· ὁπότε καὶ ἀποκαλύφθηκε σὲ ἕνα ἄλλο διορατικὸ Γέροντα, ὅτι ὁ μοναχὸς ἐκεῖνος, ἔπεσε, ναί, ἀλλὰ σηκώθηκε καὶ νίκησε.
Subscribe to:
Posts (Atom)