Thursday, March 21, 2013
Η Άσκηση και η πλάνη
Γέροντα, φοβάμαι την πλάνη
-Καλά κάνεις. Όποιος φοβάται την πλάνη, δεν πλανιέται, γιατί προσέχει και λέει όλους τους λογισμούς του δεν κρύβει τίποτε, κι έτσι βοηθιέται.
-Γέροντα, τι είναι η προδιάθεση πλάνης;
-Προδιάθεση πλάνης είναι να έχεις την ιδέα ότι κάτι είσαι και να δείχνεις στους άλλους ότι κάτι κάνεις. Να νομίζεις ότι εσύ έφθασες σε πνευματικά μέτρα, επειδή κάνεις λ.χ. κάποια άσκηση, ενώ οι άλλοι δεν έχουν ακόμη συλλάβει το νόημα της πνευματικής ζωής, και να φέρεσαι υπερήφανα. Το να ζορίζει κανείς τον εαυτό του εγωιστικά στην άσκηση, για φτάσει στα μέτρα ενός Αγίου και να τον θαυμάζουν οι άλλοι, αυτό είναι αρχή πλάνης. Άλλο βία και άλλο ζόρισμα. Είχα πει σε κάποιον: «Πρόσεξε μην πλανηθείς με την τακτική που ακολουθείς δεν πας καλά». «Εγώ να πλανηθώ; Μου λέει. Εγώ ούτε κρέας δεν τρώω». Ούτε για εξομολόγηση πάει. Στην εικόνα λέει τις αμαρτίες του. «Ορθόδοξος είσαι εσύ ή Προτεστάντης; Του λέω. Πού το βρήκες αυτό γραμμένο;». «Γιατί, μου λέει, ο Χριστός δεν ακούει;». Άκου εκεί κουβέντα!
-Γέροντα, βοηθάει η σωματική άσκηση στον αγώνα κατά των παθών;
-Αν χρησιμοποιείται γι' αυτόν τον σκοπό βοηθάει. Ταπεινώνεται το σώμα και υποτάσσεται η σάρκα στο πνεύμα. Η ξερή όμως άσκηση δημιουργεί ψευδαισθήσεις, γιατί καλλιεργεί τα ψυχικά πάθη, φουσκώνει την υπερηφάνεια, αυξάνει την αυτοπεποίθηση και οδηγεί στην πλάνη. Βγάζει τότε κανείς συμπεράσματα για την πνευματική πρόοδο από την ξερή άσκηση που κάνει. «Εγώ κάνω εκείνο κι εκείνο, ενώ ο τάδε χωλαίνει έφθασα εκείνον τον Άγιο, πέρασα τον άλλον» και δώσ' του νηστείες και αγρυπνίες. Πάνε όμως όλα χαμένα, γιατί δεν τα κάνει με σκοπό την εκκοπή των παθών, αλλά για να ικανοποιηθεί εγωιστικά. Είχα γνωρίσει έναν μοναχό που έκανε άσκηση από υπερηφάνεια και του έλεγε ο λογισμός ότι είναι μεγάλος ασκητής. Είχε γίνει χάλια δεν έτρωγε, δεν πλενόταν κιόλας και ήταν μεσ' στην βρωμιά ...; τα ρούχα του από την λέρα είχαν λιώσει. Τα πήρα να τα πλύνω αλλά τι να πλύνεις! Είχαν σαπίσει. Μια φορά μου λέει: «Τον Όσιο Ιωάννη τον Καλυβίτη τον ξεπέρασα». «Βρε, του λέω, από την λέρα αγίασε ο Όσιος Ιωάννης ο Καλυβίτης;». Μετά από λίγες μέρες που ξαναήρθε, μου λέει: «Τον Όσιο Μάξιμο τον Καυσοκαλυβίτη τον ξεπέρασα». «Δηλαδή πως τον ξεπέρασες;», τον ρωτάω. «Να, όλο το Άγιον Όρος, μου λέει, το γύρισα σβούρα». Βρε, ο Όσιος Μάξιμος, του λέω, είχε εξαϋλωθεί και πετούσε, δεν γυρνούσε σαν κι εσένα». Άρχισε μετά να κάνει και μνήμη θανάτου και έλεγε με τον λογισμό του: «Τώρα είμαι στην κόλαση». Έπειτα από λίγο, τάχα για να ταπεινωθεί, άρχισε να λέει: «τώρα είμαι διάβολος, σατανάς, και θα πάω να μαζέψω οπαδούς», οπότε έφθασε στην πλάνη.
Ο διάβολος παρουσιάζεται και ως άγγελος φωτός
Όποιος
δεν έχει νιώσει την ανώτερη χαρά, την παραδεισένια, δεν έχει δηλαδή
πνευματικές εμπειρίες, εύκολα μπορεί να πλανηθεί, αν δεν προσέξει. Ο
διάβολος είναι πονηρός. Ερεθίζει λίγο την καρδιά του ανθρώπου και τον
κάνει να αισθάνεται μια ευχαρίστηση, οπότε τον πλανάει, δίνοντας του την
εντύπωση ότι η ευχαρίστηση αυτή είναι πνευματική, θεία. Κλέβει την
καρδιά και νομίζει ο άνθρωπος ότι πάει καλά. «Δεν ένιωσα, ταραχή», λέει.
Ναι, αλλά αυτό που ένιωσες δεν είναι η πραγματική, η πνευματική χαρά. Η
πνευματική χαρά είναι κάτι ουράνιο.
Ο
διάβολος μπορεί να παρουσιασθεί και σαν άγγελος ή σαν άγιος. Ο
καμουφλαρισμένος δαίμονας σε άγγελο ή σε άγιο σκορπάει ταραχή- αυτό που
έχει-,ενώ ο πραγματικός Άγγελος ή Άγιος σκορπάει πάντα χαρά παραδεισένια
και αγαλλίαση ουράνια. Ο ταπεινός και καθαρός άνθρωπος, ακόμη και
άπειρος να είναι, διακρίνει τον Άγγελο του Θεού από τον δαίμονα που
παρουσιάζεται σαν άγγελος φωτός, γιατί έχει πνευματική καθαρότητα και
συγγενεύει με τον Άγγελο. Ενώ ο εγωιστής και σαρκικός πλανιέται εύκολα
από τον πονηρό διάβολο. Όταν ο διάβολος παρουσιάζεται σαν άγγελος
φωτός, αν ο άνθρωπος βάλει έναν ταπεινό λογισμό, εξαφανίζεται. Ένα βράδυ
στην Μονή Στομίου, μετά το Απόδειπνο, έλεγα την ευχή στο κελί
καθισμένος σε σκαμνί. Για μια στιγμή ακούω όργανα και κλαρίνα σε ένα
οίκημα που ήταν λίγο πιο πέρα για τους ξένους. Παραξενεύτηκα! «Τι όργανα
είναι αυτά που ακούγονται τόσο κοντά!», είπα. Το πανηγύρι είχε περάσει.
Σηκώνομαι από το σκαμνί και πηγαίνω στο παράθυρο να δω τι συμβαίνει
έξω. Βλέπω ησυχία παντού. Τότε κατάλαβα ότι ήταν από τον πειρασμό, για
να διακόψω την προσευχή. Γύρισα και συνέχισα την ευχή. Ξαφνικά ένα
δυνατό φως γέμισε το κελί. Η οροφή εξαφανίστηκε, άνοιξε η σκεπή και
φάνηκε μια στήλη φωτός που έφτανε μέχρι τον ουρανό. Στην κορυφή αυτής
της φωτεινής στήλης φαινόταν το πρόσωπο ενός ξανθού νέου, με μακρά
μαλλιά και γένια, που έμοιαζε με τον Χριστό. Επειδή έβλεπα το μισό
πρόσωπο του, σηκώθηκα από το σκαμνί, για να το δω ολόκληρο. Τότε άκουσα
μέσα μου μια φωνή: «Αξιώθηκες να δεις τον Χριστό». «Και ποιος είμαι εγώ
ο ανάξιος, που αξιώθηκα να δω τον Χριστό;», είπα και έκανα τον σταυρό
μου. Αμέσως το φως και ο δήθεν Χριστός χάθηκαν και είδα ότι η οροφή
βρισκόταν στην θέση της.
Αν
ο άνθρωπος δεν έχει το κεφάλι του πολύ καλά κλειδωμένο, μπορεί ο
πονηρός να του βάλει λογισμό υπερηφανείας και να τον πλανέσει με
φαντασίες και ψεύτικα φώτα, τα οποία δεν ανεβάζουν στον Παράδεισο, αλλά
γκρεμίζουν στο χάος. Γι' αυτό πρέπει να μη ζητάει ποτέ φώτα ή θεία
χαρίσματα κ.λπ., αλλά μετάνοια. Η μετάνοια θα φέρει την ταπείνωση και
μετά ο Καλός Θεός θα δώσει ό,τι του είναι απαραίτητο. Όταν ήμουν στο
Σινά, στο ασκητήριο της Αγία Επιστήμης, μια φορά τα ταγκαλάκι πήγε να με
...;εξυπηρετήσει! Το ασκητήριο είχε τρία-τέσσερα σκαλάκια. Την νύχτα,
όταν είχε αστροφεγγιά, πήγαινα στις σπηλιές και, για να κατέβω τα
σκαλοπάτια, άναβα το τσακμάκι. Μια φορά πάω να ανάψω το τσακμάκι, δεν
άναβε. Σε μια στιγμή βλέπω ένα φως σαν ένα βράχο σαν από δυνατό
προβολέα, φαπ! Ω, φώτισε τα πάντα γύρω! «Να μου λείψουν τέτοια φώτα»,
είπα, και γύρισα πίσω. Αμέσως χάθηκε το φως. Βρε τον διάβολο, δεν ήθελε
να φέξω με το τσακμάκι, για να κατεβώ! «Κρίμα δεν είναι, σου λέει, να
παιδεύεται; Ας του δώσω εγώ φώτα»! Καλοσύνη του!
-Πώς καταλάβατε, Γέροντα, ότι δεν ήταν από τον Θεό;
-Εμ, καταλαβαίνεται. Φοβερό
How to Gain Inner Peace
What are we to do?
Saint Theophan says,
Begin by directly removing the cause of all this disorder. The cause of the disorder is that our spirit has lost its original foundation. Its foundation is in God. Thus, the first thing is this: It is necessary to get in the habit of unceasing remembrance of God, along with fear and reverence.As discussed in the previous post the way to this unceasing remembrance of God comes through our practice of a short prayer, “Lord, Jesus Christ, son of God, have mercy on me a sinner!” The constant saying of this prayer will eventually bring us peace of mind and eliminate the disorder that we find among our thoughts.
In addition St. Theophan adds the following rule,
Do not do anything that your conscience prohibits, and do not omit anything that it says to do, whether great or small. The conscience is always our moral guide. The cherished thoughts, emotions, and desires that are within us give us over to improper whims; this is cause, incidentally, by the fact that our conscience has lost its force. Restore its force, and expressed full obedience to it. You have now educated by finding out all that you must and must not do. Follow it undeviatingly, and with such perseverance that she would not allow yourself to do anything against it even if you were to die... a conscience with reverential remembrance of God is the wellspring of a true spiritual life.
That, then, is all! Remember God with reverence, obey your conscience, and arm yourself with hope through patience. May the Lord bless you to be so inclined and to be in this frame of mind.Reference: The Spiritual Life, pp 189 - 193
St. Dorotheos of Gaza on the Great Lenten Fast
Icon of Christ Pantocrator, St. Catherine's Monastery, Mount Sinai
St. Dorotheos of Gaza on the Great Lenten Fast
In the Law, God laid down that the sons of Israel should each year give tithes of all they possessed, and if they did so they were blessed in all their works. The holy Apostles, knowing this to be for the help and advancement of our souls, resolved to fulfil it in a better and higher way, namely, for us to deliver up a tithe of the very days of our lives as if to consecrate them to God, so that we may be blessed in all our works, and each year to be unburdened of the whole year’s sins. They elected to consecrate out of the three hundred and sixty-five days of the year, seven weeks of fasting, and so they ordained; but our Fathers, in their time, thought it advisable to add another week, both to train and better prepare themselves to enter on the labor of fasting and to honor with their fasting the holy number of forty days which our Lord fasted. The eight weeks, subtracting Saturdays and Sundays, makes forty days, but we honor Holy Saturday with a fast because it is a very holy day and the only Saturday fast of the year.
The seven weeks, without Saturdays, gives thirty-five days, and if we finally add the half of the brilliant and light-giving night, this makes thirty-six and a half, which is exactly a tenth of three hundred and sixty-five. For thirty is the tenth of three hundred, six is the tenth of sixty, and the tenth of five is one half. Here then, are the thirty-six and a half days, the very tithing of the whole year as one might say, which the holy Apostles consecrated to penance for the cleansing of our sins of the whole year. Whoever, therefore, keeps careful guard over himself, as is fitting during these holy days, will be rewarded with blessings, brothers, even if it happens that, being a man, he has sinned either through weakness or carelessness. You see, God gave us these holy days so that by diligence in abstinence, in the spirit of humility and repentance, a man may be cleansed of the sins of the whole year and the soul relieved of its burden. Purified, he goes forward to the holy day of the Resurrection, and being made a new man through the change of heart induced by the fast, he can take his part in the Holy Mysteries and remain in spiritual joy and happiness, feasting with God the whole fifty days. Paschal time, as has been said, is the resurrection of the soul and the sign of this is that we do not kneel in church during the whole season up to Pentecost.
Everyone who wants to purify himself of the sins of the whole year during these days must first of all restrain himself from the pleasure of eating. For the pleasure of eating, as the Fathers say, caused all men’s evil. Likewise he must take care not to break the fast without great necessity or to look for pleasurable things to eat, or weigh himself down by eating and drinking until he is full.
There are two kinds of gluttony. There is the kind which concerns taste: a man does not want to eat a lot but he wants it to be appetizing. It follows that such a person eats the food that pleases him and is defeated by the pleasure of it. He keeps the food in his mouth, rolling it round and round, and has not the heart to swallow it because he enjoys the taste. This is called fastidiousness. Another man is concerned about satisfying himself. He doesn’t ask for fancy food nor does he care especially about whether the taste is nice or not, he only wants to eat and fill his stomach. This is gluttony. I will tell you how it gets its name: margainein means to rage furiously, to be mad; according to the profane, margos is the name given to the man who rages furiously or is mad. When this disease or mania for packing his belly full of food comes upon a man, therefore, it is called gastromargia, the madness of the stomach, whereas laimargia is the madness of the palate. These must be guarded against and abandoned seriously by the man who desires to be cleansed of his sins. They accord not with the needs of the body, but with its vicious inclinations, and if they are tolerated, they lead a man into sin. As is the case with legitimate marital union and fornication, the practice is the same but the object is different. In the one case, there is copulation in order to raise a family, in the other, to satisfy a desire for pleasure. The same is true with feeding: in one case it is a question of the body’s needs and in the other of eating for pleasure. The intention is what makes it a sin. A man eats to satisfy a need when he lays down how much he will take each day and, if what he has determined on overloads him, takes a little less, or if he is not overloaded and his body is weakened, adds a little. And so he estimates exactly his need and he bases his conclusion not on pleasure but on preserving the strength of his body. And what he takes he receives with prayer, deeming himself unworthy of that comfort and he is not on the look out to see if others, as is likely, because of special need or necessity are given special attention, lest he himself hankers for that comfort or think it a trivial thing for the soul to be at rest.
One day when I was in the monastery, I went to see one of the elders–and there were many great men among the elders there. I discovered that his disciple sat down to eat with him, and in private I said to the young man: You know, brother, these elders whom you see eating and taking a little recreation are like men who had deep purses and kept at work, always putting something into them until they filled them up. And after sealing them up they went on working some more and amassed another thousand crowns, so as to have something to draw on in time of need, and so they preserved what was sealed up in the purse. And so it is with these elders. They persevered in their labors, always storing up treasures for themselves, and after sealing up the treasure they worked a little more, and they hold these treasures in reserve for times of sickness and old age so they have something to draw on, and still preserve the treasures they have stored up. But we haven’t even a purse to draw on!
As I was saying, therefore, we ought, even if we take food out of necessity, to consider ourselves unworthy of any kind of special relief or even of monastic life itself–and not take food purely for pleasure, and in this way food will not bring our condemnation.
Enough about sobriety in eating. We must not only keep a sharp watch over our diet, but keep away from all other kinds of sin so that as our stomach keeps fast, so also may our tongue as we abstain from calumny, from deceit, from idle talk, from railing and anger and all other vices which arise from the tongue.
So also let our eyes keep fast. No looking for trivialities, no letting the eyes wander freely, no impudent lying in wait for people to talk to. The same with the hands and feet, to prevent them from doing anything evil. Fasting in this way, as Saint Basil says, is an acceptable fast and, leaving behind all the evil to which our senses are inclined, we may come to the holy day of the Resurrection, renewed and clean and worthy to share in the Holy Mysteries, as we have already said.
First we go out to meet our Lord and receive him with palms and olive branches and seat him on the colt and come with him into the Holy City. What does this mean, sitting on a colt? He is seated on a colt that he may convert the soul (which, as the Prophet says, has become irrational and is compared to senseless beasts) into an image of God, and subject it to his own divinity. What does it mean, going to meet him with palms and olive branches? When someone marches out to war against an adversary and returns victorious, all his own people go before him with palm branches to mark his victory. The palm-branch is the symbol of victory. Again, when one man is injured by another, he desires to approach an authority who can vindicate him. He carries an olive branch and calls out, asking to be heard and helped. The olive branch is the symbol of mercy. Therefore, we go out to meet our Master Christ with palms because he is victorious–for he conquered our enemy–and with olive branches–for we are asking his mercy. May we, by asking, conquer through him and be found carrying the emblems of his victory, not only the victory by which he won for us, but also the victory which we won also through him by the prayers of all the Saints. Amen.
Through the prayers of our Holy Fathers, Lord Jesus Christ our God, have mercy on us and save us! Amen!
http://full-of-grace-and-truth.blogspot.ca/
Τα τρία μέρη της ψυχής μας (Αββάς Ισαάκ ο Σύρος )
Ο Αββάς Ισαάκ ο Σύρος λέγει, ότι είναι καλύτερο να υποκλέπτουμε και να νικούμε τα πάθη με την ενθύμηση των εναντίων προς τούτα αρετών, παρά με την αντίσταση. «Κρείσον εν τη μνήμη των αρετών υποκλέπτειν τα πάθη, ή τη αντιστάσει».
Γι’ αυτό, επειδή τρία είναι τα μέρη της ψυχής, λογιστικό, επιθυμητικό και θυμικό, γνώριζε, ότι από αυτά τα τρία γεννώνται και τριών λογιών λογισμοί:
Και από μεν το λογιστικό γεννώνται οι λογισμοί της απιστίας, της προς Θεόν αχαριστίας καί γογγυσμού, της αδιακρισίας, της αγνωσίας καί απλώς, όλοι οι καλούμενοι καθολικώς, βλάσφημοι λογισμοί.
Από δε το επιθυμητικό γεννώνται οι λογισμοί της φιληδονίας, φιλοδοξίας, φιλαργυρίας καί απλώς, όλοι οι καλούμενοι αισχροί λογισμοί.
Από δε το θυμικό γεννώνται οι λογισμοί των φόνων, της εκδικήσεως, φθόνου, μίσους, ταραχής καί απλώς όλοι οι καλούμενοι πονηροί λογισμοί.
Λοιπόν εσύ πρέπει να νικάς αυτά με τις εναντίες τους αρετές, όπως:την απιστία, με την εις τον Θεόν αδίστακτη πίστη,την προς Θεόν αχαριστία καί γογγυσμό, με την ευχαριστία,την αδιακρισία με την διάκριση του καλού καί κακού,την αγνωσία, με την αληθή γνώση των όντων, καί τις βλασφημίες, με τις δοξολογίες. Ομοίως την φιληδονία, με την εγκράτεια καί νηστεία, την φιλοδοξία με την ταπείνωση καί την φιλαργυρία με την ολιγαρκία.
Ομοίως τον φθόνο και το μίσος, με την αγάπη,
την εκδίκηση, με την πραότητα καί υπομονή,
την ταραχή, με την ειρήνη της καρδίας.
Καί δια να ειπώ γενικώς με τον Άγιο Μάξιμο, το μεν λογιστικό της ψυχής σου στόλιζέ το με την αρετή της Προσευχής καί θείας Γνώσεως. Το δε επιθυμητικό, με την αρετή της εγκράτειας, καί το θυμικό, με την αρετή της αγάπης, καί βέβαια το φως του νοός σου δεν θέλει σκοτισθεί ποτέ ουδέ οι προρρηθέντες λογισμοί, δύνανται ευκόλως να γεννηθούν εξ αυτών .
Αββάς Ισαάκ ο Σύρος
Τι να λέμε σε όσους κατηγορούν εύκολα κληρικούς
Ρωτήσαμε μια μέρα τον Γέροντα για το εξής πρόβλημα που αντιμετωπίζουμε: «Γέροντα, μας λέτε συνέχεια να έχουμε καλό λογισμό, θα σας πούμε όμως, μία περίπτωση, για να δούμε τι μας συμβουλεύετε να απαντούμε. Έρχονται μερικοί άνθρωποι και μας λένε:
Ο τάδε ιερέας παίρνει πολλά λεφτά από τα μυστήρια, ο δείνα καπνίζει πολλά τσιγάρα και πηγαίνει στα καφενεία, ο άλλος λένε πως είναι ανήθικος και, γενικά, βγάζουν ένα δριμύ κατηγορητήριο εναντίον των κληρικών και μάλιστα παρουσιάζουν μαζί κι αποδείξεις των όσων λένε. Σ' αυτούς τους ανθρώπους τι μπορούμε να λέμε;»
Τότε, ο Γέροντας άρχισε να μας λέει: «Γνώρισα εκ πείρας ότι σ' αυτή τη ζωή οι άνθρωποι είναι χωρισμένοι σε δύο κατηγορίες. Τρίτη δεν υπάρχει -η στη μία θα είναι η στην άλλη. Η μία, λοιπόν, κατηγορία των ανθρώπων μοιάζει με τη μύγα. Η μύγα έχει την εξής ιδιότητα: να πηγαίνει πάντα και να κάθεται σε ο,τι βρώμικο υπάρχει. Για παράδειγμα, αν ένα περιβόλι είναι γεμάτο λουλούδια, που ευωδιάζουν, και σε μία άκρη του περιβολιού κάποιο ζώο έχει κάνει μία ακαθαρσία, τότε μια μύγα, πετώντας μέσα σ' αυτό το πανέμορφο περιβόλι, θα πετάξει πάνω από όλα τα άνθη και σε κανένα δεν θα καθίσει. Μόνο όταν δει την ακαθαρσία, τότε αμέσως θα κατέβει και θα καθίσει πάνω σ' αυτήν και θα αρχίσει να την ανασκαλεύει, αναπαυόμενη στη δυσωδία που προκαλείται από το ανακάτεμα αυτό και δε θα ξεκολλά από εκεί.
Αν τώρα έπιανες μια μύγα, και αυτή μπορούσε να μιλήσει και τη ρωτούσες να σου πει μήπως ξέρει αν πουθενά υπάρχουν τριαντάφυλλα, τότε εκείνη θα απαντούσε πως δε γνωρίζει καν τι είναι αυτά. Εγώ, θα σου πει, ξέρω πως υπάρχουν σκουπίδια, τουαλέτες, ακαθαρσίες ζώων, μαγειρεία, βρωμιές. Η μία λοιπόν μερίδα των ανθρώπων μοιάζει με τη μύγα. Είναι η κατηγορία των ανθρώπων που έχει μάθει πάντα να σκέφτεται και να ψάχνει να βρει ο,τι κακό υπάρχει, αγνοώντας και μη θέλοντας ποτέ να σταθεί στο καλό.
Η άλλη κατηγορία των ανθρώπων μοιάζει με τη μέλισσα. Η ιδιότητα της μέλισσας είναι να βρίσκει και να κάθεται σε ό,τι καλό και γλυκό υπάρχει. Ας πούμε, για παράδειγμα, πως σε μία αίθουσα, που είναι γεμάτη ακαθαρσίες έχει κάποιος τοποθετήσει σε μία γωνιά ένα λουκούμι. Αν φέρουμε εκεί μία μέλισσα, εκείνη θα πετάξει και δεν θα καθίσει πουθενά έως ότου βρει το λουκούμι και μόνον εκεί θα σταθεί.
Αν πιάσεις τώρα τη μέλισσα και τη ρωτήσεις που υπάρχουν σκουπίδια, αυτή θα σου πει ότι δε γνωρίζει, θα σου πει εκεί υπάρχουν γαρδένιες, εκεί τριανταφυλλιές, εκεί θυμάρι, εκεί μέλι, εκεί ζάχαρη, εκεί λουκούμια και γενικά θα είναι γνώστης όλων των καλών και θα έχει παντελή άγνοια όλων των κακών. Αυτή είναι η δεύτερη ομάδα, των ανθρώπων εκείνων που έχουν καλούς λογισμούς και σκέπτονται και βλέπουν τα καλά.
Όταν σ' ένα δρόμο βρεθούν να περπατούν δύο άνθρωποι, οι οποίοι ανήκουν στις δύο αυτές κατηγορίες, τότε φτάνοντας στο σημείο εκείνο όπου ένας τρίτος έκανε την «ανάγκη» του, ο άνθρωπος της πρώτης κατηγορίας, θα πάρει ένα ξύλο και θ' αρχίσει να σκαλίζει τις ακαθαρσίες. Όταν, όμως περάσει ο άλλος, της δεύτερης κατηγορίας, που μοιάζει με τη μέλισσα, προσπαθεί να βρει τρόπο να τις σκεπάσει με χώμα και με μία πλάκα, για να μην αισθανθούν και οι άλλοι περαστικοί τη δυσωδία αυτή, που προέρχεται από τις βρωμιές». Και κατέληξε ο Γέροντας:
«Εγώ σε όσους έρχονται και μου κατηγορούν τους άλλους -και με δυσκολεύουν- τους λέω αυτό το παράδειγμα και τους υποδεικνύω να διαλέξουν σε ποιά κατηγορία θέλουν να βρίσκονται και αναλόγως να ψάξουν να βρουν και τους ανάλογους ανθρώπους της κατηγορίας τους».
Γέροντος Παϊσίου Αγιορείτου
If Adam had Repented, he would not have been Exiled (Part 1)
by St. Symeon the New Theologian
—
"And God said to Adam [after he disobeyed], Adam where are you?" (Gen. 3:9). Why did the omnipotent Creator ask this? Certainly desiring to help him understand his mistake and lead him to repentance. "Adam, where are you?" It is as if He was saying: Examine yourself; take a look at your nakedness! Consider the cloak and the glory you have been deprived. "Adam, where are you?" It is as if He was pleading with him and urging: Please, come to your senses, you poor man. Please, come out of your hiding spot. Do you think you can hide from Me?
Say, "I have sinned!" Unfortunately, Adam said no such thing. Instead, he said, "Iheard You walking in Paradise, and I realized that I am naked and I hid."
How did God reply? "Who told you that you are naked? Did you perhaps eat from the tree that I commanded you not to eat from?" Do you see, beloved reader, God's patience? When He asked, "Adam, where are you?"
Adam did not confess his sin straightaway, but said, "I heard Your voice Lord, and I realized
that I am naked and I hid." Even with such a dishonest response, God did not become mad, He did not immediately and definitively turn away from him; on the contrary, He gave him a second chance to admit his fault. "Who told you that you are naked? Did you perhaps eat from the only tree that I commanded you not to eat from?" Take note of the depth of God's wisdom and words. "Why are you announcing your nakedness, but concealing your sin?"
He says to Adam. "Do you think that I am able to see only your body but unable to see your heart and
thoughts as well?"
After Adam had been tricked [into eating the fruit], he was hoping that God would remain unaware of his sin, and he thought to himself roughly the following:
"If I say that I am naked, since God is unaware, He will ask me why I am naked?
Then I will tell him, 'I have no idea.' Thus, I will elude Him and I will enjoy my original garment once again. Even if He doesn't give me another garment, at least He will not expel me; at least He will not exile me!" This is what he was pondering (just as many people today—including myself—who hide their sins doas well). God, however, did not want him to become any more blameworthy, so He asked, "How did you realize that you are naked. Did you perhaps eat from the tree that I commanded you not to eat from?" It is as if he was saying: Do you really believe that you can hide from Me? Do you think I am unaware of what you did? You don't want to say, "I have sinned"? You poor man! Say, "Yes, Lord.
Indeed I have transgressed Your commandment. I am at fault because I listened to the advice of the woman. I have greatly sinned by following her suggestion and disregarding your direction. Have mercy on me!" Unfortunately, Adam did not say any such thing. He did not humble himself. His heart was like steel—just as mine is. If he had said the above, he would have remained in Paradise, and with a single word alone (i.e. "I have sinned. Forgive me") he would have avoided all the innumerable evils that he endured when he was exiled and, subsequently,when he remained in Hades for all those centuries.
Η Διακονία αρρώστων (Γεροντας Παϊσιος )
Χθες βράδυ, την ώρα που πήγαινα στον ναό για την αγρυπνία, είδα σε μια άκρη έναν πατέρα με ένα παιδάκι σε αναπηρικό καροτσάκι. Πλησίασα, αγκάλιασα τον μικρό και τον φίλησα. «Είσαι ένας άγγελος, του είπα, το ξέρεις;». Και στον πατέρα του είπα: «Μεγάλη τιμή για σένα να υπηρετής έναν άγγελο. Να χαίρεστε, γιατί θα πάτε και οι δύο στον Παράδεισο». Έλαμψαν από χαρά τα πρόσωπά τους, γιατί ένιωσαν την θεϊκή παρηγοριά.
Αυτοί που διακονούν αρρώστους, αναπήρους κ.λπ. με αγάπη και υπομονή, αν έχουν αμαρτίες, σβήνουν τις αμαρτίες τους με την θυσία που κάνουν· αν δεν έχουν αμαρτίες, αγιάζονται. Κάποτε μια γυναίκα μου διηγήθηκε μερικά γεγονότα από την ζωή της πολύ θαυμαστά. Απόρησα, γιατί ήταν καταστάσεις που συναντούμε στους βίους των Αγίων και αυτή ήταν μια απλή γυναίκα. Όταν μου είπε πως είχε περάσει τα περισσότερα χρόνια της ζωής της, είδα ότι όλη η ζωή της ήταν μια θυσία. Από νέα ακόμη υπηρετούσε αρρώστους, γιατί στο πατρικό της σπίτι είχαν και τον παππού και την γιαγιά, που ήταν άρρωστοι. Όταν παντρεύτηκε, έμενε με τον πεθερό και την πεθερά της, που ήταν επίσης άρρωστοι. Μετά αρρώστησε ο άνδρας της, έμεινε κατάκοιτος και τον υπηρετούσε. Όλη την ζωή της δηλαδή αυτή η γυναίκα την πέρασε διακονώντας αρρώστους. Διψούσε όλα αυτά τα χρόνια να μελετήση, να πάη σε κάποια αγρυπνία, αλλά δεν είχε χρόνο. Επειδή όμως ήταν δικαιολογημένη, ο Θεός στο τέλος της έδωσε μαζεμένη την Χάρη Του.
- Γέροντα, μερικοί άνθρωποι, όταν αρρωσταίνουν, αποκτούν πολλές παραξενιές.
- Ναι, αυτό συμβαίνει, αλλά και οι υγιείς πρέπει να δικαιολογούν λίγο την ανησυχία, την γκρίνια ή την ιδιοτροπία των αρρώστων, γιατί αυτά είναι φυσικά στους αρρώστους. Ειδικά, όποιος δεν έχει αρρωστήσει, δεν μπορεί να καταλάβη τον άρρωστο, γιατί δεν έχει πονέσει και η καρδιά του είναι λίγο σκληρή.
Όσοι υπηρετούν έναν άρρωστο, έναν κατάκοιτο, χρειάζεται πολύ να προσέξουν να μην τον κάνουν να γογγύση. Μπορεί να τον υπηρετούν για χρόνια, αν όμως μια φορά στο τέλος τον κάνουν να γογγύση, τα χάνουν όλα. Είναι βαρύ να φύγη η ψυχή με γογγυσμό από αυτόν τον κόσμο. Αλλά και εκείνους μετά ο πονηρός θα τους βασανίζη, λεπταίνοντας δήθεν την συνείδησή τους.
- Γέροντα, όταν υπηρετής έναν άρρωστο, δεν σε καταβάλλει μόνον η κούραση, αλλά και η στεναχώρια, γιατί βλέπεις έναν δικό σου άνθρωπο σιγά-σιγά να σβήνη.
- Ναι, αλλά και ο Θεός όλους τους οικονομάει! Βλέπεις, όταν αρρωσταίνη ένα μέλος από την οικογένεια, όλη η οικογένεια πονάει. Και αν τυχόν είναι ο πατέρας και δεν μπορή να εργαστή, ολόκληρη η οικογένεια και πονάει και δυστυχεί. Έχει την αγωνία, «θα ζήση ο πατέρας, δεν θα ζήση;». Βασανίζεται αυτός, βασανίζονται και οι άλλοι. Σβήνει αυτός, σβήνουν και οι γύρω του. Και η μητέρα τότε πρέπει να δουλέψη περισσότερο. Να φροντίση τα παιδιά, να πάη και στο νοσοκομείο, για να κοιτάξη τον άρρωστο. Θέλω να πω, όταν κάποιος αρρωστήση από μια βαρειά αρρώστια, και ο ίδιος υποφέρει, κουράζεται και θέλει να πεθάνη, αλλά και οι δικοί του που τον υπηρετούν, στεναχωριούνται, ταλαιπωρούνται και κουράζονται. Και όσο περισσότερο δεμένοι και αγαπημένοι είναι, επιτρέπει στο τέλος ο Θεός, και ο άρρωστος και αυτοί που τον υπηρετούν να ταλαιπωρούνται πιο πολύ, να πονούν πιο πολύ, μέχρι να φθάσουν να πουν: «ας τον πάρη ο Θεός, για να ξεκουρασθή» - αλλά για να ξεκουρασθούν και αυτοί. Βλέπετε, όταν μια οικογένεια είναι πολύ αγαπημένη, και οι γονείς πεθαίνουν στα καλά καθούμενα, χωρίς να αρρωστήσουν, και δεν ταλαιπωρούνται ούτε αυτοί ούτε τα παιδιά τους, γιατί χρειάσθηκε να τους υπηρετήσουν, ο πόνος του χωρισμού για τα παιδιά είναι πολύ οδυνηρός.
- Γέροντα, ο ψυχικός παράγων πόσο μπορεί να επηρεάση την σωματική υγεία;
- Όταν κανείς είναι ψυχικά καλά, ο σωματικός πόνος ελαφρώνει. Όταν δεν είναι καλά ψυχικά, η άσχημη ψυχική κατάσταση επιδεινώνει την υγεία του. Πάρε έναν καρκινοπαθή που τον έχουν ξεγραμμένο οι γιατροί. Αν πιστεύη στον Θεό και βρεθή σε μια χαρούμενη πνευματική ατμόσφαιρα, μπορεί να ζήση περισσότερο, ενώ διαφορετικά μπορεί να λειώση από την στεναχώρια του και να σβήση μέσα σε λίγες εβδομάδες. Καμμιά φορά μπορεί κάποιος από ιατρικής πλευράς να είναι υγιής, οι εξετάσεις να μη δείχνουν τίποτε, αλλά, αν έχη κάτι που τον σακατεύει ψυχικά, τότε να μην είναι πραγματικά καλά. Γιατί οι περισσότερες αρρώστιες από την στεναχώρια ξεκινούν. Όλοι οι άνθρωποι έχουν κάποιο ευαίσθητο σημείο. Μια στεναχώρια άλλον θα τον χτυπήση στο στομάχι, άλλον στο κεφάλι.
Το καλύτερο φάρμακο για μια αρρώστια είναι η πνευματική χαρά, γιατί σκορπάει την θεία Χάρη στην ψυχή. Η πνευματική χαρά έχει την μεγαλύτερη ιαματική δύναμη για όλες τις αρρώστιες. Είναι η θεϊκή αλοιφή που επουλώνει τις πληγές, ενώ η στενοχώρια τις ερεθίζει.
ΠΗΓΗ: ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ "ΛΟΓΟΙ" , τομοσ Δ'.
ΙΕΡΟΝ ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΝ ''ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ'' ΣΟΥΡΩΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ, 2002.
Η ΑΓΙΑ ΣΟΦΙΑ ΤΡΟΜΑΖΕΙ ΤΟΥΣ ΤΟΥΡΚΟΥΣ
Τα τελευταία χρόνια όμως ορισμένα γεγονότα με επίκεντρο την Αγία Σοφία και με αποκορύφωμα την απροσδόκητη εμφάνιση το καλοκαίρι του 2008 του Άγγελου στον Τρούλο, έχουν δημιουργήσει στους Τούρκους ένα έντονο κλίμα καχυποψίας και φόβου για τα μελλούμενα. Παράλληλα επανήλθαν στην επιφάνεια όλοι εκείνοι οι θρύλοι που κατά καιρούς είχαν συγκλονίσει και είχαν προκαλέσει στους μουσουλμάνους μια χαρακτηριστική φοβία για την εκ νέου ανάδυση της ορθόδοξης χριστιανικής ταυτότητας του ναού και τις κοσμογονικές συνέπειες αυτού του συγκλονιστικού γεγονότος, παρά του ότι λειτουργούσε μέχρι το 1934 σαν μουσουλμανικό τέμενος.
Έτσι τον περασμένο Ιανουάριο, (20/1/2012), η μεγάλης κυκλοφορίας τουρκική εφημερίδα, Σαμπάχ, παρουσίασε ένα πραγματικά καταπληκτικό αφιέρωμα για τα «Μυστήρια της Αγίας Σοφίας», (Ayasofya’ nn gizlemleri), όπου αποτυπώνεται με γλαφυρό τρόπο αυτό το κλίμα φοβίας που έχει καταβάλει τελευταία τους Τούρκους για τα όσα υπάρχουν κρυμμένα μέσα στον Ιερό Ναό και τα όσα προμηνύονται να συμβούν τα επόμενα χρόνια.
Το πρώτο σημαντικό στοιχείο από αυτό το αφιέρωμα, είναι μια αδιόρατη φοβία που διακρίνεται από τους Τούρκους στους κρυμμένους σταυρούς, συμβολικούς και μη, που υπάρχουν στο εσωτερικό του ναού, αλλά και στην κάτοψη όπως αυτή μπορεί κάποιος να την διακρίνει από ψηλά.
Έτσι μεγάλο δέος παρατηρείται για τον λεγόμενο, (όπως τον αναφέρουν χαρακτηριστικά οι Τούρκοι ), «Σταυρό του αποστόλου αγίου Ανδρέα», ο οποίος όπως είναι γνωστό είναι ο ιδρυτής της εκκλησίας της Κωνσταντινούπολης. Σύμφωνα λοιπόν με την Σαμπάχ, στην οροφή του ναού υπάρχει ο Σταυρός του Αγίου Ανδρέα σε διαγώνιο μορφή, ένα σημαντικό σύμβολο που όχι μόνο δεν χάθηκε στους αιώνες της οθωμανικής κατοχής αλλά δεσπόζει με όλη την συμβολική σημασία του. Παράλληλα και ο «Σταυρός του Ιουστινιανού» τρομάζει τους Τούρκους καθώς οι θρύλοι αναφέρουν για ένα πανάρχαιο κειμήλιο που βρίσκεται μυστικό στην Αγία Σοφία και μάλιστα προέρχεται από την Αίγυπτο και έχει τρομακτική δύναμη.
Γενικότερα η κατασκευή του μεγάλου αυτού ορθοδόξου αρχιτεκτονικού αριστουργήματος, σύμφωνα με τις ίδιες τις τουρκικές πηγές, βασίστηκε στο χριστιανικό σύμβολο του Σταυρού και το γεγονός αυτό εμπνέει το δέος αλλά και μια αδιόρατη φοβία για την μελλοντική επάνοδο της Αγίας Σοφίας στον φυσικό της κάτοχο, δηλαδή στην Ελληνορθόδοξη λατρεία.
Αλλά εκτός από τους σταυρούς, οι Τούρκοι αναφέρουν και άλλα μυστήρια και τρομακτικά για τους ίδιους που υπάρχουν στο εσωτερικό του ναού. Έτσι, όπως αναφέρει ο θρύλος, είναι γνωστό ότι μετά την μετατροπή του ναού σε μουσουλμανικό τέμενος κτίστηκε το γνωστό Μιχράμπ, (το μουσουλμανικό σημείο της προσευχής), που εμφανίστηκε στην ανατολική πλευρά του ναού προς την κατεύθυνση της Μέκκας.
Αλλά το ενδιαφέρον είναι ότι σύμφωνα με τους τουρκικούς θρύλους μπροστά από το Μιχράμπ βρίσκεται θαμμένο ένα φέρετρο κατασκευασμένο από επίχρυσο μπρούντζο. Στο φέρετρο αυτό κείτεται η σωρός της βασίλισσας Σοφίας, (προφανώς γίνεται ταύτιση με την αγία Σοφία).
Αυτή η βασίλισσα Σοφία και το φέρετρό της συνδέεται, σύμφωνα με τους τουρκικούς θρύλους, με μια «εντολή» που έχει περάσει δια μέσω των αιώνων μέχρι σήμερα. Η εντολή αυτή αναφέρει ότι δεν πρέπει κανένας να πειράξει αυτό το φέρετρο ούτε καν να το ακουμπήσει. Αν συμβεί κάτι τέτοιο, τότε, σύμφωνα με τον θρύλο αυτό, θα προκληθεί η «έγερση» της βασίλισσας Σοφίας και τότε ένας τρομακτικός θόρυβος θα τραντάξει όλο το οικοδόμημα του ναού προκαλώντας σεισμικά εσχατολογικά γεγονότα που τρομάζουν τους Τούρκους.
Αλλά ο θρύλος της βασίλισσας Σοφίας έχει και συνέχεα. Σύμφωνα λοιπόν με τις τουρκικές αναφορές, το φέρετρο αυτό προστατεύουν τέσσερις αρχάγγελοι που βρίσκονται πάνω στον Θόλο του ναού. Οι αρχάγγελοι αυτοί, όπως αναφέρουν και πιστεύουν οι Τούρκοι, είναι οι Τζεμπραΐλ, Μιχαήλ, Ισραφήλ και Αζραήλ.
Σύμφωνα πάντα με τους Τούρκους, ο Τζεμπραήλ προστατεύει τους βυζαντινούς αυτοκράτορες, ο Μιχαήλ τον ναό από τις εχθρικές επιθέσεις, ενώ οι Τζεμπραήλ και Ισραφήλ ήταν οι αγγελιοφόροι των γεγονότων από τις πολεμικές επιχειρήσεις στους βυζαντινούς αυτοκράτορες. Και οι τέσσερεις αυτοί αρχάγγελοι έχουν ταχτεί μετά την πτώση της Πόλης να προφυλάσσουν το φέρετρο της βασίλισσας Σοφίας από τον κίνδυνο κάποιος βέβηλος να το ανοίξει και να επέλθει η Δευτέρα Παρουσία.
Ένας άλλος σημαντικός μύθος που αναφέρουν οι μουσουλμάνοι είναι ο θρύλος του «Κρυμμένου Πατριάρχη» που μοιάζει με τον ελληνικό θρύλο για τον κρυμμένο παπά. Όπως αναφέρει η τουρκική παράδοση, στο νότιο μέρος του ναού υπάρχει ένας στενός διάδρομος που οδηγεί σε μια παμπάλαια αραχνιασμένη και πολύ μυστήρια πύλη για την οποία ο θρύλος την αναφέρει σαν την «Κλειστή Πύλη».
Σύμφωνα με τις τουρκικές αναφορές, όταν ο Μωάμεθ ο Φατίχ μπήκε στην Κωνσταντινούπολη ο τελευταίος ελληνορθόδοξος Πατριάρχης μαζί με τους συνοδούς του τελούσε στο σημείο αυτό Θεία Λειτουργία. Μόλις οι οθωμανικές ορδές εισέβαλαν στον ναό, ο Πατριάρχης και όλη η συνοδεία του εισήλθε μέσα στην πύλη αυτή η οποία έκλεισε και από τότε χάθηκαν ενώ η πύλη έμεινε ερμητικά κλειστή και κανένας δεν τόλμησε ποτέ να την ανοίξει.
Κάθε χρόνο στην Ανάσταση των ορθόδοξων χριστιανών μπροστά από την πύλη αυτή, όπως αναφέρει χαρακτηριστικά η Σαμπάχ, εμφανίζονται…. κόκκινα αυγά!!! Ο θρύλος συμπληρώνεται από την προφητεία που φοβίζει τους Τούρκους, ότι όταν η πύλη αυτή ανοίξει, στον ναό θα ακουστούν ξανά οι χριστιανικές ελληνορθόδοξες ψαλμωδίες γι’ αυτό και τρομάζουν και μόνο στην ιδέα του ανοίγματος αυτής της μυστήριας πύλης.
Η τουρκική εφημερίδα αναφέρει και το μυστήριο του υπογείου τούνελ που υπάρχει σε κεντρικό σημείο στο εσωτερικό του ναού. Όπως αναφέρεται, από το σημείο αυτό υπάρχει μια δίοδος που οδηγεί σε ένα μεγάλο τούνελ. Το τούνελ αυτό, όπως υποστηρίζει η τουρκική εφημερίδα, οδηγεί μέχρι τα Πριγκηπόννησα και μάλιστα μέχρι την νήσο Πρώτη. Το μυστήριο για τους Τούρκους είναι το πώς κατασκευάστηκε αυτό το τούνελ και τι ρόλο έπαιξε στην μακρά ιστορία του ναού.
Μυστήριο για τους Τούρκους είναι και το μεγάλο αποτύπωμα από πέλμα κάποιου μεγάλου ζώου, ίσως ελέφαντα, που υπάρχει στην νοτιοδυτική πλευρά του θόλου ενώ και εδώ έχουν διαδοθεί κάποιες εσχατολογικές ιστορίες. Σύμφωνα με τους Τούρκους το αποτύπωμα αυτό είναι από το άλογο του Μωάμεθ του Πορθητή, αλλά το ερώτημα είναι πώς το άλογο πάτησε στο σημείο αυτό που βρίσκεται ψηλά προς τον θόλο.
Μεγάλο δέος δημιουργεί στους Τούρκους, όπως αναφέρει η Σαμπάχ και τα διάφορα μωσαϊκά που έχουν αναδυθεί με όλη την μεγαλοπρέπειά τους τις τελευταίες δεκαετίες μέσα στο ιερό ναό της Αγίας Σοφίας της Κωνσταντινούπολης, παρά του ότι η μουσουλμανική θρησκεία θεωρεί σαν αμάρτημα την απεικόνιση πρόσωπων που σχετίζονται με θρησκευτικά γεγονότα.
Ιδιαίτερο δέος τους προκαλεί το γνωστό μωσαϊκό που απεικονίζει τον Ιησού έχοντας την Παναγία και τον Ιωάννη τον Βαπτιστή στα δεξιά και αριστερά Του. Οι Τούρκοι το έχουν ονομάσει χαρακτηριστικά το «Μωσαϊκό της Αποκάλυψης» και ο συμβολισμός αυτός ανάγει στην εσχατολογική σημασία του που είναι έντονη στους μουσουλμάνους Τούρκους.
Επίσης ξεχωριστή αναφορά γίνεται και για τα μωσαϊκά που αναπαριστάνε γνωστούς βυζαντινούς αυτοκράτορες, όπως τον Ιωάννη τον Κομνηνό με τον Ιησού Χριστό και τον αυτοκράτορα Κωνσταντίνο τον Μονομάχο με την αυτοκράτειρα Ζωή. Όλες αυτές οι απεικονίσεις προκαλούν έντονο δέος, καθώς όλη αυτή η ελληνορθόδοξη χριστιανική μεγαλοπρέπεια και η εσωτερική δύναμη που αναδύουν αυτά τα ψηφιδωτά, έχουν γεννήσει διάφορους θρύλους για τους εσχατολογικούς τους συμβολισμούς.
Οι συμβολισμοί αυτοί σχετίζονται με τις τουρκικές φοβίες για την επάνοδο στην επιφάνεια και στην εξουσία της αγίας Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας με την ευλογία του ίδιου του Ιησού Χριστού.
http://www.agioritikovima.gr/perizois/17974-i-agia-ofia-tr
Subscribe to:
Posts (Atom)