Wednesday, April 10, 2013
Γέρων Εφραίμ Φιλοθεΐτης: «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με»
ιε' Εις τα χείλη η ευχή; Εκεί και η χάρις. Πλήν από τα χείλη πρέπει να περάση εις τον νου, να κατεβή εις την καρδιά. Και τούτο θέλει κόπο και χρόνο πολύ.
ις' Η δυσκολία της ευχής είναι εις την αρχή, όπως και εις κάθε καλό πράγμα.
ιζ' Πρέπει να κοπιάση η γλώσσα, ξεπληρώνοντας όλες τις αργολογίες και πτώσεις της. Και να γίνει συνήθεια. Διότι, χωρίς κόπο και άσκηση, συνήθεια δεν γίνεται. Και να φανει η ταπείνωσις, διά να έλθει η χάρις. Κατόπιν ανοίγει ο δρόμος. Κολλά εις την αναπνοή η ευχή. Ξυπνά ο νους και την παρακολουθεί. Και γίνεται συν τω χρόνω ελάφρυνσις από τα πάθη. Κοπάζουν οι λογισμοί. Γαληνεύει η καρδιά.
ιη' Μη αποκάμης φέρνοντας πίσω τον νου, όσες φορές και αν φύγει. Θα ιδεί την προθυμία και τον κόπο σου ο Θεός και θα στείλει την χάρη του να τον συμμαζεύσει. Όταν είναι η χάρις όλα γίνονται με χαρά, χωρίς κόπο.
ιθ' Με την ευχή, από την μία χαρά εις την άλλη· χωρίς ευχή, πτώσις εις την πτώση, θλίψις εις την θλίψη, και βαρύς ο έλεγχος της συνειδήσεως. Εν ολίγοις, ολίγος κόπος και πόνος με την ευχή, πολύ χαροποιό πένθος, κατάνυξις και δάκρυα· και ακολουθεί η γλυκύτης της παρουσίας του Θεού, ο αγνότατος φόβος του όπου καθαρίζει, αγνίζει, νου και καρδιά.
κ' Κράτησε όσον ημπορείς μέτρο εις τον ύπνο και εις την κοιλία σου, διά να ημπορέσεις να κράτησεις και την γλώσσα και τους οφθαλμούς σου. Και όταν συμβεί να φάγεις ή να κοιμηθεις περισσότερο, τότε και εις το έργον του Θεού να κοπιάσεις περισσότερο. Και θα πικραίνωνται οι δαίμονες βλέποντας, ότι αλλού πειράζοντες, από άλλου νικώνται.
κα' Βλέπε και οικονόμησε τον εαυτό σου με διάκρισιν. Ενδέχεται να υπάρχει δυνατή προαίρεσις, αλλά σώμα ασθενικό. Πρόσεχε τι θα κάμεις: Εάν βαδίσεις κατά προαίρεση, κατέστρεψες το όργανο της ψυχής, το σώμα. Κάμε λοιπόν πνευματική εργασία. Διοχέτευσε εκεί το πλεονάζον της προαιρέσεως, αναπληρώνοντας έτσι και την ασθένεια του σώματος. Δεν θέλει μόνο κόπο, αλλά και διάκριση· και μάλιστα πολλή, κατά τους Πατέρας.
κβ' Ο νους εύκολα μολύνεται, εύκολα καθαρίζεται. Η καρδιά δύσκολα καθαρίζεται, δυσκολότερα μολύνεται- διότι δεν επιτρέπει η ενοικούσα θεία χάρις.
κγ' Διά τούτο ανάγκη να καθαρισθεί η καρδιά διά να φωτίζεται εκείθεν και ο νους από τους καθαρούς λογισμούς όπου αντανακλώνται άνωθεν προς αυτόν.
κδ' Καθώς είναι αδύνατο να μη σκοντάφτει εκείνος όπου περιπατεί νύκτα, έτσι είναι αδύνατο να μη αμαρτάνει εκείνος όπου δεν είδε ακόμη το θείο φως.
κε' Πρόσεχε σφόδρα την φαντασία. Μη παραδέχεσαι καμμία εικόνα. Θα σου γίνει είδωλο να το λατρεύσεις. Αναιδές όρνεο ο περιπλανώμενος νους κάμνει τις πλέον αλλόκοτες ζωγραφιές εισερχόμενος εις τα απόρρητα των συνειδήσεων, εικονίζει τα άδηλα και τα κρύφια του πλησίον. Με την ευχή χάλασε την εικόνα ευθύς μόλις πηγαίνει να σχηματισθεί. Όσο βραδύνης, τόσο αργότερα θα κοπιάσης και θα πόνεσεις.
κς' Ένας Γέροντας έβγαζε δαιμόνια· και τον εφοβούντο οι δαίμονες πολύ. Του λέγει ο υποτακτικός· -Γέροντα, γιατί σε φοβούνται τόσο οι δαίμονες; -Να σου ειπώ, παιδί μου. Όταν ήμουν νεώτερος είχα πόλεμο της σαρκός μέγα διανοητικώς, με τους λογισμούς. Αλλά, χάριτι Θεού, ουδέποτε επέτρεψα εις τον εαυτό μου να υποχωρήση εις τους λογισμούς. Πάντοτε οι λογισμοί εσταματούσαν εις την προσβολή. Ουδέποτε επέτρεψα εις τον διάβολο να προχωρήση πέρα της προσβολής. Και, επειδή ήταν ο πόλεμος συνεχής και επίπονος, μου έδωκε ο Θεός αυτή την ευλογία και χάρη να φεύγουν οι δαίμονες από τα πλάσματά Του, οπόταν με βλέπουν.
κζ' Επρόσεξες τι έκαμνε ο Γέροντας; Άφηνε τον πειρασμό πάντοτε να χτυπά έξω από την πόρτα, ωσάν τον άνεμο έξω από τα παράθυρα. Ποτέ δεν του άνοιξε να εισέλθει. Εκρατούσε μέσα του δι' ευχής πάντοτε την αίσθηση της παρουσίας του Χριστού. Και ποίος ποτέ αμαρτάνει έχοντας την έννοια της παρουσίας του Θεού;
κη' Ουδείς θνητός απολέμητος. Όλοι υπόκεινται εις τις προσβολές του εχθρού· να λειτουργήσει η προαίρεσις, το αυτεξούσιο. Μεγάλη καύχησις εις τον άνθρωπο, εάν κατώρθωσε, χάριτι Θεού, να κρατήση τον διάβολο εις την προσβολή. Όλα τα κάστρα από μέσα πέφτουν. Φρόνιμος είσαι, εννόησε το λεγόμενο.
κθ' Μη θέλησης να συναριθμήσεις τον εαυτόν σου με εκείνους όπου ευρισκόμενοι εις κατάσταση αιχμαλωσίας διαμαρτύρονται και λέγουν: Μα δεν ημπορώ πλέον να αντισταθώ· δεν ημπορώ να κάμω τίποτε εκείνη την στιγμή. Ναι εκείνη την στιγμή δεν ημπορείς, αλλά ενωρίτερα ημπορούσες. Καθώς και πάλι θα ημπορέσεις, εάν βάλεις και πάλι αρχή.
λ' Ηρώτησε ο Αββάς Μωυσής τον Αββά Σιλουανό: Είναι δυνατόν εις τον άνθρωπο να βάνει αρχή κάθε ημέρα; και απεκρίθει ο Γέρων: Εάν είναι εργάτης της αρετής, όχι μόνον κάθε ημέρα, αλλά και κάθε ώρα δύναται να βάνει αρχή μετανοίας και κατά Θεό προκοπής.
λα' Εις την Βασιλεία του Θεού δεν εισέρχονται αμετανόητοι, αλλά αμαρτωλοί, διά μετανοίας και δακρύων «μεταποιούμενοι». Τίποτε δεν βοηθεί τον άνθρωπο τόσον να πολεμήση, να νικήση τα πάθη, όσον η αδιάλειπτος νοερά προσευχή.
λβ' Εις τον καιρό του πειρασμού της ακηδίας που ατονούν ο νους, η γλώσσα, τα δάκτυλα εις το κομποσχοίνι, παρακαλώ την αγάπην σου μη παραιτηθείς. Κάμε ακόμη ολίγη προσπάθεια να ιδεί την προαίρεσί σου ο Θεός να σε ενδυναμώσει. Κάτι θέλει ακόμη από εσένα ο Θεός, και αφήνει την ώρα αυτή του πειρασμού να το συνεισφέρεις. Διότι γνωρίζει, και συ γνωρίζεις, ότι ημπορείς.
λγ' Συμβαίνει από καιρού εις καιρό, χωρίς αφορμή ιδική σου, να συστέλλεται η χάρις, ωσάν ο Θεός να σου λέγει: Καλά είναι όλα αυτά τα ιδικά σου, αλλά μη νομίσεις ότι τα πάντα εξαρτώνται από εσένα. Όποτε κρίνω εγώ θα έρχωμαι και θα φεύγω· να σε διδάξω τελεία εκκοπή του θελήματος και υπομονή· να μάθεις καλά το μάθημα της ταπεινώσεως.
λδ' Όθεν βίασε τον εαυτό σου όσον ημπορείς εις την καθωρισμένη σου ώρα· κάμε το χρέος σου, να έχεις χρεώστη τον Θεό. Και αν δεν λάβεις αυτή, ετοιμάζεις τον εαυτό σου διά την άλλη ή την παράλλη φορά. Πάντως σύντομα ή αργότερα θα λάβεις. Είναι αδύνατον. Μάλιστα έχει συνήθεια ο Θεός, όταν Αυτός αναβάλλη, να δίδη πολύ περισσότερα.
λε' Κατά το όργωμα της ευχής, το πότισμα των δακρύων και το ξεβοτάνισμα των λογισμών αποδίδει ο αγρός της καρδιάς.
λς' Οι προχωρημένοι εις την ευχή μία πληροφορία αναμφίβολον έχουν ότι, παρ' όλον τον κόπο του ανθρώπου, η προσευχή είναι έργο της χάριτος.
λζ' Ο Άγιος Συμεών το λέγει καθαρά, ότι κανένας δεν δύναται να δοξολογήσει τον Θεό από λόγου του, αλλά η χάρις του Χριστού όπου εκατοίκησε εις αυτόν, αυτή δοξολογεί και υμνεί τον Θεό, και προσεύχεται μέσα εις αυτόν.
λη' Και σημείο πως επεσκέφθη η χάρις του Θεού την ψυχή είναι να προσεύχεται με φόβο και ευλάβεια, και να στέκεται με ευταξία, έχοντας πολλή και μεγάλη προσοχή εις εκείνα όπου προσεύχεται.
λθ' Η προσοχή πρέπει να είναι τοιουτοτρόπως δεμένη με την προσευχή και αχώριστος, καθώς είναι το σώμα δεμένο με την ψυχή και αχώριστο.
μ' Ήγουν ο νους να φυλάττη την καρδιά εις καιρό όπου προσεύχεται και να περιτριγυρίζη πάντοτε μέσα εις αυτή και από εκεί μέσα από το βάθος της καρδιάς να αναπέμπει τας ευχάς εις τον Θεό, λέγοντας συνεχώς το· Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με! Και αφού γευθεί εκεί μέσα εις την καρδιά και δοκιμάσει ότι χρηστός ο Κύριος, και γλυκανθεί, δεν θέλει πλέον ο νους να μακρύνη από τον τόπο της καρδιάς, λέγοντας με τον Απόστολο Πέτρο «καλόν εστίν ημάς ώδε είναι». Και θέλει περιτριγυρίζει σπρώχνοντας τρόπον τινά και διώχνοντας όλα τα νοήματα όπου σπείρονται εκεί μέσα από τον διάβολο, μη αφήνοντας καμμία έννοια του κόσμου τούτου, αλλά γενόμενος πτωχός τω πνεύματι, πτωχός από κάθε λογισμό κοσμικό.
μα' Το τοιούτον έργο εις εκείνους όπου δεν το ηξεύρουν φαίνεται πως είναι πολύ κοπιαστικό και στενοχωρητικό· αμή εκείνοι όπου εγεύθησαν την γλυκύτητα όπου έχει και απήλαυσαν την ηδονή μέσα εις το βάθος της καρδιάς των, αυτοί φωνάζουν με τον θείο Παύλο· «Τις ημάς χωρίσει από της αγάπης του Χριστού;».
μβ' Λοιπόν οι Άγιοι Πατέρες μας ακούοντες τον Κύριο όπου λέγει ότι από την καρδιά εβγαίνουν οι πονηροί λογισμοί όπου μολύνουν τον άνθρωπο, και πάλιν ότι πρέπει να καθαρίζωμε το έσωθεν του ποτηριού, διά να γένη και το απ’ έξω καθαρό, άφησαν κάθε άλλο έργο πνευματικό και εδόθησαν όλως διόλου εις αυτό το έργο, δηλαδή εις την φύλαξη της καρδιάς, όντες βεβαιωμένοι, ότι μαζί με αυτό το έργο θέλουν αποκτήσει εύκολα και κάθε άλλη αρετή.
μγ' Μία φορά εδιαβάσαμε εις την Τράπεζα ένα λόγο του Αγίου Συμεών όπου προς το τέλος ο Άγιος έλεγε: Λοιπόν και εμείς ας μη θελήσωμε να καθήμεθα από αμέλεια μας μέσα εις το σκότος των ηδονών και των παθών, αμή ας φυλάττωμεν μάλιστα το πρόσταγμα του Χριστού όπου είπε: «μετανοείτε, ήγγικε γάρ η βασιλεία των ουρανών»· και ας καθαριζώμεθα με την καθημερινή και ακατάπαυστη μετάνοια και με τα δάκρυα όπου χύνονται εξ αιτίας αυτής και διά μέσου αυτής, και με κάθε άλλη αγαθοεργία, και ας αγωνισθούμε να ερχώμεθα πάλι εις το ανέσπερο φως, ωσάν οπού είμεθα υιοί φωτός. Διότι με τούτον τον τρόπο και ημείς πάλιν οι ίδιοι θέλει γένωμε εις τους πλησίον, με το ιδικό μας παράδειγμα, ημέρα ανέσπερος και γη καινούργια και ουρανοί καινούργιοι, έχοντες τον ήλιο της δικαιοσύνης όπου να λάμπη εις αυτούς· δηλονότι διηγούμενοι εις αυτούς τα προστάγματα του Θεού και την δόξα Του, όχι με εύκαιρα και μάταια λόγια, αμή με αυτά τα έργα, γινόμενοι εις τους αμελέστερους αδελφούς πρακτικοί διδάσκαλοι εις όλα, και κάμνοντες αυτούς να μένουν αναπολόγητοι.
μδ' Λοιπόν ας μη παρακινούμε εις αμέλεια τους αδελφούς με το να λέγωμε εις αυτούς· πώς είναι δυνατόν να κατορθωθεί από τους ανθρώπους τούτο; ή πώς εκείνο; Και με τούτο τους κάμνομεν οκνηρότερους εις την εργασία των εντολών. Διότι, το ότι είναι πολλά αδύνατα εις τους πολλούς, το ομολογώ και εγώ· μα εις ποίους; Εις εκείνους δηλαδή όπου είναι ωσάν και εμένα αμελείς και δεν θέλουν να καταφρονήσουν τον κόσμο, και να λογιάσουν ωσάν σκύβαλα όλα τα πράγματα του κόσμου· εις εκείνους όπου είναι δοσμένοι όλως διόλου εις την ματαία δόξα, και ορέγονται τον πλούτο, και χαίρονται εις τους επαίνους και τιμάς των ανθρώπων, κυριευμένοι από την υπερηφάνεια και κενοδοξία..., αμή εις εκείνους όπου διά πίστεως και απαρνήσεως του εαυτού τους απόκτησαν μέσα τους ένοικο τον Χριστό ομού με τον Πατέρα και το Άγιο Πνεύμα, εις αυτούς όλα γίνονται δυνατά και ευκολοκατόρθωτα.
με' Και αλλού ο θεοφόρος Άγιος λέγει: Διά τούτο ας καθαρίσωμε να εύρωμε μέσα μας τον πανταχού παρόντα Κύριο. Ας καθαρίσωμε τας καρδίας μας με το πυρ της χάριτος Αυτού, διά να ιδούμε μέσα εις το φως και την δόξα της Θεότητος Αυτού.
μς' Φως είναι ο Θεός και η θεωρία του είναι ως φως. Διότι όταν ιδή κανείς τον Θεό όπου αποκαλυφθεί εις αυτόν βλέπει φως· και βλέποντας το θαυμάζει, αλλά δεν γνωρίζει ευθύς ποιος είναι εκείνος όπου εφάνει εις αυτόν, ούτε τολμά να τον ερωτήσει· διότι πώς ημπορεί να ερωτήσει εκείνον όπου δεν δύναται μήτε να σηκώσει τα μάτια του να τον κοιτάξει καλά, να ιδή τι λογής είναι; Και αν, ίσως, ευρίσκεται εκεί κοντά εκείνος όπου του εδιηγήθει πρωτύτερα περί τούτων, ωσάν οπού εκείνος είδε πρωτύτερα τον Θεό, πηγαίνει και του λέγει· -Ω, Πάτερ, είδον εκείνο όπου μού έλεγες. Και έκείνος του λέγει· -Τι είδες, ω τέκνον; -Ένα φως είδον, ω Πάτερ, γλυκύτατο· όμως τι λογής ήταν δεν ημπορώ να το φανερώσω... Και λέγοντας αυτό παρευθύς σκιρτά και χορεύει η καρδιά του από την χαρά. Έπειτα αρχίζει πάλιν να λέγει με πολλά και θερμά δάκρυα· -Καθώς εφάνει, ω Πάτερ, εις εμένα εκείνο το φως, παρευθύς εχάθη το κελλίον μου· αφανίσθη ο κόσμος και ανεχώρησεν, ως φαίνεται, από το πρόσωπον εκείνου όπου εφάνει, και έμεινα μοναχός εγώ όντας μαζί με εκείνο το φως... Και εκείνος αποκρινόμενος λέγει εις αυτόν· -Ω τέκνον, Εκείνος είναι όπου σου είπα. Και παρευθύς με τον λόγον τον βλέπει πάλιν. Και από τότε πλέον κατ' ολίγον καθαρίζεται τελείως, και καθοριζόμενος παρρησιάζεται και λαμβάνει θάρρος και ερωτά πλέον Εκείνον τον ίδιον λέγοντας· -Συ είσαι ο Θεός μου; Και Εκείνος του λέγει· -Εγώ είμαι ο Θεός, όπου έγινα άνθρωπος διά εσένα· και να όπου καθώς βλέπεις, έκαμα, και θέλω κάμει και εσένα θεόν.
μζ' Καλότυχοι εκείνοι όπου επλησίασαν εις το θείον φως και εμβήκαν μέσα εις αυτό, και ενώθηκαν με το φως, και έγιναν όλοι φως· διότι αυτοί εκδύθηκαν τελείως την μεμολυσμένη στολή των αμαρτιών τους, και δεν θέλουν κλαύσει πλέον με δάκρυα πικρά.
μη' Καλότυχοι εκείνοι όπου από εδώ ακόμη εγνώρισαν το φως του Κυρίου ωσάν αυτόν τον ίδιον· διότι αυτοί θέλουν παρασταθή έμπροσθέν του με παρρησία εις την μέλλουσα ζωή.
μθ' Καλότυχοι εκείνοι όπου εδέχθησαν τον Χριστό, όπου ήλθε ωσάν φως εις αυτούς, που ήσαν πρώην εις το σκότος· διότι αυτοί έγιναν πλέον υιοί φωτός και ανεσπέρου ημέρας.
ν' Κατά αλήθεια δεν είναι άλλο ωσάν την πνοή της ευχής, της αδιάλειπτου νοεράς προσευχής.
να' Λέγει ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, ότι η ευχή ενεργούμενη δι' εισπνοής και εκπνοής, κάμνει συν τω χρόνω να εξέρχεται από τους μυκτήρας του ευχόμενου μία γλυκεία πνοή χάριτος, μία οσμή ευωδίας πνευματικής· μία «οσμή ζωής εις ζωήν» κατά τον μέγα Παύλο.
νβ' Βλέπε λοιπόν ότι η ευχή δεν χαριτώνει μόνον τον ευχόμενο αλλά ξεχειλίζοντας διαχέεται, δι' αυτού εις την κτίσι. Εισπνέοντας καθαρίζεται, ζωογονείται, αγιάζεται αυτός· εκπνέοντας καθαρίζει, ζωογονεί, αγιάζει την κτίσι· όχι αυτός, η θεία χάρις.
νγ' Ετούτες τις έσχατες ήμερες όπου τα χνώτα του Αντιχρίστου μολύνουν γη και θάλασσα και πάσα πνοή ζωής, ως δρόσο χάριτος αναψύχουσα, ως αύρα Προφήτου Ηλιού αναρριπίζει ο Θεός την ενέργεια της νοεράς προσευχής εις τα στήθη και την καρδία της Εκκλησίας· ως αντίδοτο ψυχικής και σωματικής υγείας και σωτηρίας διά τις ημέρες που έρχονται και θα έλθουν.
νδ' Γνωρίζω χιλιάδες ψυχές εις τον κόσμο, εις όλο θα έλεγα τον κόσμο, όπου βιάζουν τον εαυτό τους εις την ευχή με θαυμαστά αποτελέσματα. Η ευχή τους τονώνει εις τον αγώνα τον πνευματικό· φωτίζει μέσα τους και κάμουν βαθειά εξομολόγηση, ειλικρινή· και πικραμένοι από τους λογισμούς και τους πειρασμούς που ξεσηκώνει η ευχή, τρέχουν με λαχτάρα εις τα Άχραντα Μυστήρια. Και πάλι εις τον αγώνα με τους λογισμούς και τα πάθη· και πάλι εις τα Μυστήρια. Και δεν ημπορούν πλέον να κάμουν χωρίς την ευχή.
νε' Η ευχή είναι η αναπνοή. Όταν ο άνθρωπος αναπνέει, ζει, φροντίζει και διά την όλη ζωή του. Όποιος αρχίζει την ευχή, αρχίζει να διορθώνη και την όλη ζωή του με οδηγό τον πνευματικό του Πατέρα. Και όπως ο ήλιος ανατέλλοντας ξυπνά, φωτίζει, ζωογονεί την κτίση, έτσι και ο Ήλιος της Δικαιοσύνης Χριστός, όταν ανατείλη διά της ευχής εις τον νου και την καρδιά του ανθρώπου, τον εξυπνά εις τα έργα του φωτός και της ανεσπέρου ημέρας.
νς' Το λοιπόν αδελφοί, «τον Χριστόν αεί αναπνέετε»! έλεγε ο έξαρχος των ασκητών μέγας Αντώνιος· και ο Απόστολος των Εθνών συμβουλευτικά παρακαλεί και προστάζει όλους τους απανταχού Χριστιανούς όλων των καιρών· «αδιαλείπτως προσεύχεσθε».
νζ' «Το αδιαλείπτως πέρας η μέτρον ουκ έχει», ερμηνεύουν οι θείοι Πατέρες.
Γέροντος Εφραίμ Φιλοθεΐτου
ΕΛΠΙΔΟΦΟΡΕΣ ΔΙΔΑΧΕΣ
ΜΕ ΠΑΤΡΙΚΕΣ ΟΔΗΓΙΕΣ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ "ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ"
http://orthodoxaperasmata.blogspot.ca