Tuesday, March 31, 2015

Γέρων Νίκων - Ιεραποστολή

Άγιος, Άγιος, Άγιος - Ιερά Μονή Παναγίας Παρηγορήτισσας

Η αγάπη προς το Θεό ( Ἅγιος Πορφύριος )



Μια  μέρα ερωτώ το Γέροντα πως πρέπει να είναι η αγάπη μας προς το Θεό και μου λέει:

«Η αγάπη μας προς το Θεό, παιδί μου, πρέπει να είναι πάρα πολύ μεγάλη και χωρίς να υπάρχει καμιά διάσπαση σε άλλα πράγματα.

Σου φέρνω σαν παράδειγμα το εξής: O άνθρωπος μοιάζει να έχει εντός του μια μπαταρία με ορισμένη ενέργεια. Όταν αυτή την ενέργεια την ξοδεύει σε άλλα διάφορα πράγματα εκτός της αγάπης προς τον θεό, η ενέργεια που απομένει μέσα του γι’ Αυτόν είναι ελαχίστη και ίσως πολλές φορές μηδαμινή. Όταν όμως διαθέτουμε όλη μας την ενέργεια προς τον Θεό, τότε η αγάπη μας είναι μεγάλη προς Αυτόν.

Σου λέω και τούτο το άλλο.

Ήταν μια φορά μια κοπέλα που είχε ερωτευθεί πάρα πολύ ένα νέο, που τον έλεγαν Νίκο. Αυτή που λες, σηκωνόταν κάθε νύκτα και κρυφά από τους δικούς της, πηδούσε το παράθυρό της και πήγαινε ξυπόλητη μέσα απ’ τα χωράφια που υπήρχαν αγκάθια για να συναντήσει τον αγαπημένο της ματώνοντας τα πόδια της. Όταν επίσης γύριζε στο σπίτι της και καθόταν μέσα, πάντοτε ο Νίκος της ήταν εδώ, και μου έδειχνε το μέτωπό του. Ό,τι δουλειές και να έκανε, ο Νίκος της εδώ, και μου ξανάδειχνε το μέτωπό του. Έτσι πρέπει και συ, παιδί μου, να δίνεις όλη σου τη δύναμη στο Θεό και ο νους σου να είναι πάντα σ’ Αυτόν, γιατί έτσι του αρέσει».



Ἅγιος Πορφύριος
 

Racism from the Church's Perspective - Met. Ephrem (Kyriakos)


 

Met. Ephrem (Kyriakos) "Our life is hidden with Christ in God" (Colossians 3:3)

Christ God came, suffered, was crucified and rose from the dead: all this for the salvation of the world, for the sake of every person.

Therefore, there is no place for nationalism or for sectarianism... Every person is meaningful before God, whether he knows God or does not know Him, whatever his nationality, race or religion. The Holy Bible affirms the dignity of every person created in the image of God. It is true that the Jews were known as God's chosen people. This was only a historical stage when God used them as a means to come in the body and to make every nation that believes in Him His own nation. Therefore, the Apostle Paul says, "There is neither Jew nor Greek, there is neither slave nor free, there is neither male nor female; for you are all one in Christ Jesus" (Galatians 3:28).

Indeed,Christ-- whether a person knows Him and believes in Him or does not know Him and believe in Him-- is sown in the heart in every human and even traced upon every human face.

In his Spiritual Instructions, Saint Dorotheus says, "Suppose a circle whose center is God and whose rays are different paths. Every person of the created world walks along one of the rays toward the center, where Christ God is (whether the person realizes it or not). He approaches his brother walking along a different ray toward God, the center itself. The more they distance themselves from one another, the more they distance themselves from God."

Racist behavior has been rooted in the reality of sin since the beginning of humanity. A saying known among the Greeks is "he who is not a Greek is a barbarian". This racism is rooted in our blood, us weak humans, but those who believe in Christ reject it and fight it with the word of the Gospel: "
Love your enemies, bless those who curse you and pray for those who persecute you" (Matthew 5:44).

"All the seed of Adam is intended for salvation, having been renewed in Christ," according to Saint Irenaeus. People saw in the early Christians a "third race", as Tertullian put it, in the spiritual sense. That is, a "new people" in whom the two races, Jews and pagans, meet. Therefore, Christianity rejects every form of racism or religious discrimination. My neighbor is not only the person from my tribe, my neighborhood or my religion. Rather, he is every person that I meet along my way. Therefore we must respect strangers and accept dialogue, participation and cooperation with other ethnicities.

Europe attempted to renounce such distinctions after the French Revolution through embracing secularism but it deviated from the right path by renouncing at the same time all divine, religious values. Christ participated in the salvation of all outcasts, such as the Samaritans and pagans like the Canaanite woman, and so we must emulate Him. Schools have a prominent role in working to acquire a conscience that is not racist, through education that focuses on what is common to all people and that that which is unique about the other can be a source of richness for us.

+Ephrem
Metropolitan of Tripoli, Koura and Dependencies

Source: Araborthodoxy.blogspot.ru
By Met. Ephrem (Kyriakos)
http://www.pravoslavie.ru/english/78143.htm

Monday, March 30, 2015

«Όσοι μάλιστα δεν εξομολογούνται, δέχονται επιδράσεις δαιμονικές...» ( Άγιος Παΐσιος )


1)Πως εργάζεται ο διάβολος"
2) "Ο διάβολος μας βάζει ένεση αναισθησίας"

1) «Ό διάβολος προσπαθεί να άχρηστέψη τον αγωνιστή»

- Γέροντα, μερικές φορές οι πειρασμοί έρχονται ό ένας πάνω στον άλλον και δεν αντέχω.
- Να σου πω μια λύση, για να τους αποφυγής; Θα την δεχθης;
- Ναι.
- Η μόνη λύση για να αποφυγής τους πειρασμούς είναι να... συμμαχήσης με τον διάβολο!... Τι γελάς; Δεν σου αρέσει αύτη η λύση; Κοίταξε να σου πω. Όσο κανείς αγωνίζεται, θα έχη πειρασμούς και δυσκολίες. Και όσο προσπαθεί να άποφύγη τον πειρασμό, τόσο κόντρα τοϋ πάει ό διάβολος. Άλλα με τους πειρασμούς - αν τους αξιοποιήσουμε σωστά -, δίνεται η ευκαιρία, επειδή μερικές φορές η ζωή μας είναι άντιευαγγελική, να γίνη «ευαγγελική».

- Γέροντα, σκαλώνω σε μερικά ασήμαντα πράγματα και δεν έχω μετά διάθεση να αγωνισθώ για κάτι ανώτερο.
- Αυτά είναι σαν τις νάρκες που βάζει ό εχθρός, για να άχρηστέψη τον στρατό. Το ταγκαλάκι, όταν δη ότι δεν μπορεί να κάνη άλλη ζημιά στον αγωνιστή, κοιτάει πως να τον άχρηστέψη με ασήμαντα πράγματα. Ύστερα, να ξέρης οτι υπάρχουν και μικρά ταγκαλάκια, που κάνουν όμως μεγάλη ζημιά. Μια φορά ρώτησαν ένα μικρό ταγκαλάκι: «Τάχα τι μπορείς να κάνης εσύ;». «Έγώ τι μπορώ να κάνω; Πάω και μπερδεύω τις κλωστές στις μοδίστρες, στους τσαγκάρηδες, απάντησε, και τους κάνω να θυμώνουν». Τα μεγαλύτερα σκάνδαλα γίνονται από τιποτένια πράγματα, όχι μόνο σ' εμάς, άλλα μερικές φορές και στα κράτη.

Στους πνευματικούς ανθρώπους δεν υπάρχουν σοβαρές αφορμές για σκάνδαλα, από τα μικρά παίρνει ό διάβολος αφορμή. Τσακίζει τον άνθρωπο ψυχικά με κάτι χαζά, παιδικά πράγματα, οπότε κάνει την καρδιά του όπως εκείνος θέλει και μένει μετά κανείς ένα κούτσουρο.

- Γιατί, Γέροντα, ενώ βάζω ενα πρόγραμμα, μια σειρά στον αγώνα μου, και ξεκινώ με διάθεση να αγωνισθώ, σύντομα ξεχνιέμαι;

- Δεν ξέρεις; Το ταγκαλάκι, όταν πάρη είδηση ότι κάνουμε δουλειά πνευματική, τότε γυρίζει το κουμπί αλλού. Ένώ βάζουμε ένα πρόγραμμα, μια άλφα σειρά, βρισκόμαστε σε άλλη και, αν δεν προσέξουμε, το αντιλαμβανόμαστε μετά από μέρες. Γι' αυτό ό αγωνιστής πρέπει να πηγαίνη όλο κόντρα στον διάβολο - φυσικά με διάκριση - και να τον παρακολουθή κάποιος έμπειρος Πνευματικός.
- Έναν άνθρωπο που δεν κάνει λεπτή εργασία στον εαυτό του, ό σατανάς τον πολεμάει;

- Ό σατανάς δεν πάει σε έναν άχρηστο άνθρωπο, αλλά πάει σε έναν αγωνιστή, για να τον πειράξη και να τον αχρηστέψη. Δεν χάνει τον καιρό του να κάνη λεπτή εργασία σε κάποιον που δεν κάνει λεπτή εργασία. Στέλνει σ' αυτόν που ράβει με σακκορράφα, διάβολο με σακκορράφα. Σ' αυτόν που κάνει λεπτό εργόχειρο, στέλνει διάβολο που κάνει λεπτό εργόχειρο. Σ' αυτόν που κάνει πολύ ψιλό κέντημα, στέλνει διάβολο για πολύ ψιλή εργασία. Σ’ αυτούς που κάνουν χονδρή δουλειά στον εαυτό τους, στέλνει χονδρό διάβολο. Στους αρχαρίους στέλνει, αρχάριο διάβολο.
Οι άνθρωποι που έχουν λεπτή ψυχή, πολύ φιλότιμο και είναι ευαίσθητοι, χρειάζεται να προσέξουν, γιατί βάζει και ό διάβολος την ουρά του και τους κάνει πιο ευαίσθητους, και μπορεί να φθάσουν στην μελαγχολία η ακόμη - Θεός φυλάξοι - και στην αυτοκτονία.

Ο διάβολος, ενώ εμάς τους ανθρώπους μας βάζει να πηγαίνουμε κόντρα στον πλησίον μας και να μαλώνουμε, ό ιδιος ποτέ δεν πάει κόντρα. Τον αμελή τον κάνει πιο αμελή, τον αναπαύει με τον λογισμό: «Το κεφάλι σου πονάει, είσαι αδιάθετος, δεν πειράζει και αν δεν σηκωθής για προσευχή». Τον ευλαβή τον κάνει πιο ευλαβή, για να τον ρίξη στην υπερηφάνεια, η τον σπρώχνει να αγωνισθή περισσότερο άπό τις δυνάμεις του, ώστε να αποκάμη και να αφήση μετά όλα τα πνευματικά του όπλα και να παραδοθή ό πρώην πολύ αγωνιστής. Τον σκληρόκαρδο τον κάνει πιο σκληρόκαρδο, τον ευαίσθητο υπερευαίσθητο.
Και βλέπεις πόσοι άνθρωποι, άλλοι γιατί έχουν κάποια ευαισθησία και άλλοι γιατί έχουν κλονισθή τα νεύρα τους, ταλαιπωρούνται με αϋπνίες και παίρνουν χάπια η βασανίζονται και χαραμίζονται στα νοσοκομεία. Σπάνια να δης σήμερα άνθρωπο ισορροπημένο. Έγιναν μπαταρίες οι άνθρωποι.
Οι περισσότεροι είναι σαν να έχουν ηλεκτρισμό. Όσοι μάλιστα δεν εξομολογούνται, δέχονται επιδράσεις δαιμονικές, έχουν έναν δαιμονικό μαγνητισμό, γιατί ό διάβολος έχει εξουσία επάνω τους. Λίγοι άνθρωποι, είτε αγόρια είτε κοπέλες είτε ηλικιωμένοι είναι, έχουν ένα βλέμμα γαλήνιο. Δαιμονισμός! Ξέρεις τι θα πη δαιμονισμός; Να μην μπορής να συνεννοηθής με τον κόσμο.


2)Ό διάβολος μας βάζει ένεση αναισθησίας

-Είπα σε κάποιους γιατρούς που συζητούσαν για την αναισθησία που κάνουν στις εγχειρήσεις: «Του πειρασμού η αναισθησία έχει άσχημες επιπτώσεις στον άνθρωπο, ενώ αυτή που κάνετε εσείς βοηθάει».
Η αναισθησία του διαβόλου εϊναι σαν το δηλητήριο που ρίχνει το φίδι στα πουλιά η στα λαγουδάκια, για να παραλύσουν και να τα καταπιή, χωρίς να αντιδράσουν.
Ο διάβολος, οταν θέλη να πολεμήση έναν άνθρωπο, στέλνει πρώτα ένα διαβολάκι «αναισθησιολόγο», για να κάνη τον άνθρωπο πρώτα αναίσθητο, και μετά πηγαίνει ο ϊδιος και τον πελεκάει, τον κάνει ό,τι θέλει... Άλλα προηγείται ό... «αναισθησιολόγος».
Μας βάζει ένεση αναισθησίας και ξεχνούμε. Να, βλέπεις, οι μοναχοί υποσχόμαστε «υβρισθήναι, χλευασθήναι κ.λπ.», και τελικά, ό πειρασμός μερικές φορές μας μπερδεύει και κάνουμε τα αντίθετα από αυτά που υποσχεθήκαμε. Αλλιώς ξεκινάμε και αλλιώς καταλήγουμε. Για αλλού ξεκινήσαμε να πάμε και αλλού πηγαίνουμε. Δεν προσέχουμε. Δεν σάς έχω πει παραδείγματα;
Παλιότερα, στην Κόνιτσα δεν υπήρχε Τράπεζα. Αναγκάζονταν οι άνθρωποι να πάνε στα Γιάννενα, όταν ήθελαν να πάρουν κανένα δάνειο. Ξεκινούσαν λοιπόν μερικοί από τα γύρω χωριά και πήγαιναν εβδομήντα δύο χιλιόμετρα με τα πόδια, να πάρουν δάνειο, για να αγοράσουν λ.χ. ενα άλογο. Τότε, αν κανείς είχε ένα άλογο, μπορούσε να συντήρηση την οικογένεια του. Έκανε ζευγάρι με το άλογο κάποιου άλλου και όργωνε. Μια φορά ξεκίνησε ένας να πάη στα Γιάννενα, να πάρη δάνειο, για να άγοράση ένα άλογο, να ὸργώνη τα χωράφια του και να μην παιδεύεται να σκάβη με την τσάπα. Πήγε λοιπόν στην Τράπεζα, πήρε το δάνειο και μετά πέρασε και από τα εβραίικα μαγαζιά και χάζευε.
Τον έβλεπε ό ένας Εβραίος, τον τραβούσε μέσα. «Πέρνα μέσα, μπάρμπα, έχω καλό πράγμα!».
Έμπαινε εκείνος μέσα, άρχιζε ό Εβραίος να κατεβάζη τα τόπια από τα ράφια. Τα έπαιρνε, τα τίναζε. «Πάρ' το, του έλεγε, είναι καλό, και για τα παιδιά σου θα σου το δώσω πιο φθηνό».
Έφευγε άπό τον έναν, προχωρούσε παραπέρα, χάζευε σε άλλον. «Έλα, μπάρμπα, μέσα, του έλεγε ό Εβραίος, θα σου το δώσω πιο φθηνό». Κατέβαζε τα τόπια, τα άνοιγε, τα άπλωνε. Ζαλίστηκε στο τέλος ό καημένος. Είχε και λίγο φιλότιμο, σου λέει «τώρα τα κατέβασε τα τόπια, τα άπλωσε...», και δήθεν «για τα παιδιά του πιο φθηνό», έδωσε τα χρήματα που είχε πάρει από την Τράπεζα και αγόρασε ένα τόπι πανί, αλλά και αυτό ήταν χωνεμένο! Μα και ένα τόπι πανί τι να το κάνη; Και ένας πλούσιος δεν έπαιρνε ένα τόπι πανί έπαιρνε όσο του χρειαζόταν.
Τελικά γύρισε στο σπίτι με ένα τόπι σάπιο ύφασμα! «Που είναι το άλογο;», τον ρωτάν. «Έφερα ύφασμα για τα παιδιά!», λέει. Άλλα τι να το κάνουν τόσο ύφασμα; Χρεώθηκε εν τω μεταξύ στην Τράπεζα, και άλογο δεν πήρε παρά ένα τόπι πανί χωνεμένο. Άντε πάλι να πηγαίνη να σκάβη με την τσάπα στα χωράφια, να δυσκολεύεται, για να ξεχρεώση το δάνειο! Αν αγόραζε άλογο, θα επέστρεφε και καβάλα, θα ψώνιζε και λίγα πράγματα για το σπίτι του και δεν θα σκοτωνόταν να σκάβη με την τσάπα! Άλλα για να χαζεύη στα μαγαζιά τα εβραίικα, είδατε τι έπαθε;
Έτσι κάνει και ό διάβολος, σαν τον πονηρό έμπορο σε τραβάει από 'δώ, σε τραβάει από ‘κει, σου βάζει τρικλοποδιές, και τελικά σε καταφέρνει να πας εκεί που θέλει εκείνος. Για άλλου ξεκινάς και αλλού καταλήγεις, αν δεν προσέξης. Σε ξεγελάει και χάνεις τα καλύτερα χρόνια σου.

Απόσπασμα από τις σελίδες 109 -113 του βιβλίου:
ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ
ΛΟΓΟΙ Β΄
ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΑΦΥΠΝΙΣΗ
ΙΕΡΟΝ ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΝ
«ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ»
ΣΟΥΡΩΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
 

daimonikes.html#ixzz2RLmr8Oo1

Συγκλονιστική προφητεία τοῦ Ὁσίου Νείλου


Ο Όσιος Νείλος έζησε τον 16ο αιώνα. Κατήγετο από ένα χωρίον της Τριπόλεως της Πελοποννήσου. Ασκήτευσεν εις το Άγιον Όρος και εκοιμήθη την 12ην Νοεμβρίου του έτους 1651. Εκ του τάφου του Οσίου ανέβλυσεν ευωδέστατον μύρον δι' αυτό και ονομάζεται μυροβλήτης.


________________________________________

«Κατά το 1900 έτος βαδίζοντας προς τον μεσασμόν του 8ου αιώνος (5.508 χρόνια απο Αδάμ + 2000 μ.Χ. = 7.508 χρόνια) άρχεται ο κόσμος του καιρού εκείνου, να γίνεται αγνώριστος. Όταν πλησιάσει ο καιρός της ελεύσεως του Αντιχρίστου θα σκοτιστεί η διάνοια των ανθρώπων από τα πάθη τα της σαρκός και θα πληθυνθη σφόδρα η ασέβεια και η ανομία' τότε άρχεται ο κόσμος να γίνεται αγνώριστος μετασχηματίζονται αι μορφαί των ανθρώπων και δέν γνωρίζωνται οι άνδρες από τάς γυναίκας διά της αναισχύντου ενδυμασίας και των τριχών της κεφαλής' οι τότε άνθρωποι θά αγριέψουν και θα γίνουν ωσάν θηρία από την πλάνην του αντιχρίστου.
Δέν θα υπάρχει σεβασμός εις τούς γονεις και τους γεροντότερους, η αγάπη θα εκλείψει, οι ποιμένες των Χριστιανών Αρχιερείς και ιερείς θα είναι άνδρες κενόδοξοι, παντελώς μή γνωρίζοντες την δεξιάν οδόν από την αριστεράν.
Τότε θα αλλάξουν τά ήθη και αι παραδόσεις των Χριστιανών και της Εκκλησίας. Η σωφροσύνη θα απολεσθεί από τους ανθρώπους και θα βασιλεύσει η ασωτία. Το ψεύδος και η φιλαργυρία θα φθάσουν εις τόν μέγιστον βαθμόν, και ουαί εις τους θησαυρίζοντας αργύρια.
Αί πορνείαι, μοιχείαι, αρσενοκοιτίαι, κλοπαί και φόνοι, θά πολιτεύωνται, εν τω καιρω εκείνω, και διά την ενέργειαν της μεγίστης αμαρτίας και ασελγείας, οι άνθρωποι θέλουν στερηθεί την χάριν του Αγίου Πνεύματος όπου έλαβον εις το Άγιον Βάπτισμα ως και την τύψιν της συνειδήσεως.
Αί εκκλησίαι του Θεού θά στερηθούν ευλαβών και ευσεβών ποιμένων και αλοίμονον τότε εις τούς εν τω κόσμω ευρισκομένους Χριστιανούς οι οποίοι θα στερηθούν τελείως την πίστην, διότι δέν θά βλέπουν απο κανέναν φως επιγνώσεως, τότε θά αναχωρούν από τον κόσμον εις τα ιερά καταφύγια διά να εύρουν ψυχικήν ανακούφησιν των θλίψεών των και παντού θα ευρίσκουν εμπόδια και στεναχωρίας. Και πάντα ταυτα γενήσονται διά τό ότι ο Αντίχριστος θέλη κυριεύση τά πάντα, και γενήσεται εξουσιαστής πάσης της Οικουμένης και θά ποιη τέρατα και σημεια κατά φαντασίαν' θέλει δέ δώση πονηράν σοφίαν εις τόν ταλαίπωρον άνθρωπον, να εφεύρη νά ομιλεί ο είς πρός τον άλλον, από την μίαν άκρην της γης, έως την άλλην' τότε θά πέτανται στόν αέρα ως πτηνά και διασχίζοντες τόν βυθόν της θαλάσσης ως ιχθύες.
Και ταυτα πάντα ποιουντες οι δυστυχεις άνθρωποι, διαβουντες εν ανέσει, μή γνωρίζοντες οι ταλαίπωροι ότι ταυτα εστί πλάνη του Αντιχρίστου. Και τόσον θά προοδεύση την επιστήμην κατά φαντασίαν ο πονηρός, ώστε αποπλανησαι τούς ανθρώπους και μη πιστεύει είς την ύπαρξην του τρισυποστάτου Θεου.
Τότε βλέπων ο Πανάγαθος Θεός την απώλειαν του ανθρωπίνου γένους, θέλει κολοβώση τάς ημέρας, διά τους ολίγους σωζωμένους, διότι θέλει πλανείσαι εί δυνατόν και τους εκλεκτούς.
Τότε αιφνιδίως θέλει έλθη η δίστομος ρομφαία και θα θανατώσει τόν πλάνον και τους οπαδούς αυτού ...;».

(Απόσπασμα από το βιβλίον «Ευαγγελικός Κήπος», της Ιεράς Μονής Σταυροβουνίου Κύπρου).

Glory to the Lord, that He has not left us orphans ( Elder Siluan )


Glory to the Lord, that He has not left us orphans, but has given us the Holy Spirit to be with us on this earth. 


The Holy Spirit teaches the soul unspoken love for people and sorrow for all those who have lost their way and who are descending into hell. And whosoever has not acquired the Holy Spirit does not wish to pray for enemies.

Elder Siluan

Sunday, March 29, 2015

Nα είμαστε με τον Θεό ....( Γέροντας Σωφρόνιος Σαχάρωφ )


Κοιτάξτε το μεγαλειώδες θέαμα που ο Θεός μας φανέρωσε στη δημιουργία του κόσμου, στην κατασκευή του ανθρώπου «κατ' εικόνα και καθ' ομοίωσιν» Του. 


Εκείνο που αναζητούμε δεν περιορίζεται στη μικρή μας καθημερινή ζωή. Αναζητούμε να είμαστε με τον Θεό και να αποκτήσουμε μέσα μας τη ζωή σε όλο το πλάτος, το κοσμικό και το θείο.

Γέροντας Σωφρόνιος Σαχάρωφ

Evil grows within us and does not decrease ( St. John of Kronstadt )



Every man on earth is sick with the fever of sin, with the blindness of sin and is overcome with its fury. As sins consist mostly of malice and pride, it is necessary to treat everyone who suffers from the malady of sin with kindness and love. This is an important truth, which we often forget. Very often we act in the opposite manner: we add malice to malice by our anger, we oppose pride with pride. Thus, evil grows within us and does not decrease; it is not cured – rather it spreads.
 

 St. John of Kronstadt

Saturday, March 28, 2015

Η Παναγία στην Εντατική!


Ο χώρος τής μονάδας εντατικής θεραπείας είναι ένας χώρος πού γίνεται αγώνας εντατικός εναντίον τού θανάτου. Οι γιατροί καί τό νοσηλευτικό προσωπικό παλεύουν μέ τόν θάνατο ο οποίος διεκδικεί τόν ασθενή, αλλά καί ο ασθενής βρίσκεται σέ δύσκολη κατάσταση. Μπροστά του βλέπει τόν θάνατο νά έρχεται, καί αυτό τού αυξάνει τήν στενοχώρια, συγχρόνως είναι μόνος του, χωρίς τήν ύπαρξη τών αγαπημένων του προσώπων, τά οποία βλέπει ελάχιστα λεπτά τής ώρας. Τότε βρίσκεται απέναντι στά μεγάλα ερωτήματα τής ζωής καί τού θανάτου, τού νοήματος τής ζωής, αλλά εμφανίζονται καί οι τύψεις από γεγονότα τού παρελθόντος.

Στόν θάλαμο εντατικής θεραπείας υπάρχει έντονο ενδιαφέρον γιά τήν υγεία τού σώματος καί τήν διαφυγή τού θανάτου, αλλά δέν υπάρχει παράλληλο ενδιαφέρον γιά τά εσωτερικά υπαρξιακά ερωτήματα καί τίς πνευματικές ανησυχίες τού ασθενούς. Ο Κληρικός δύσκολα μπορεί νά εξασκήση τήν ποιμαντική του διακονία. Έτσι, ο ασθενής μόνος του πρέπει νά ανανήψη πνευματικά, νά δεχθή τίς επισκέψεις τής θείας Χάριτος, ανάλογα μέ τίς προηγούμενες εσωτερικές καταστάσεις.

Στό διαδίκτυο βρήκα ένα κείμενο τού αειμνήστου λαμπρού Εισαγγελικού Λειτουργού Ευάγγελου Κρουσταλάκη, πού έφθασε μέχρι καί τήν θέση τού Εισαγγελέως τού Αρείου Πάγου, μέ τίς νομικές του γνώσεις, αλλά καί τό ήθος του. Ο ίδιος περιγράφει τήν εμπειρία του από τήν μονάδα εντατικής νοσηλείας στήν οποία βρέθηκε μετά από μιά σοβαρή χειρουργική επέμβαση. Γράφει γιά τό «έντονο συναίσθημα απομόνωσης», γιά τήν «αίσθηση τής εγκατάλειψης, «τίς ατέλειωτες ώρες τής μοναξιάς», τίς πολλές σκέψεις πού «κατακλύζουν τό μυαλό τού ανθρώπου», καί πού ταλανίζουν τήν ψυχή του. Στήν αρχή τόν βοήθησαν οι όμορφες αναμνήσεις «από τά προηγούμενα χρόνια», αλλά πάλι τόν κατέκλυσε «τό συναίσθημα τής μοναξιάς καί τής εγκαταλείψεως». Καί στήν συνέχεια γράφει:

«Όπως ήμουν ξαπλωμένος στό κρεβάτι, κοιτάζοντας σχεδόν πάντοτε τό ταβάνι τού δωματίου, άρχισα νά περιφέρω τό βλέμμα μου γύρω-τριγύρω. Καί ξαφνικά ανακάλυψα στόν απέναντι τοίχο, στήν επάνω αριστερή γωνία του, μιά εικόνα τής Παναγίας πού στήν αγκαλιά της κρατούσε τόν Χριστό. Κάποιος καλός άνθρωπος τήν είχε τοποθετήσει εκεί. Από τήν στιγμή αυτή η Παναγία μας έγινε η συντροφιά μου. Αυτή η απλή εικόνα, πού δέν είχε ιδιαίτερη καλλιτεχνική αξία, ήταν μιά πόρτα πού μέ οδήγησε κοντά στήν Παναγία. Κατανόησα καλύτερα τότε τί πάει νά πεί ότι "η τιμή τής εικόνος επί τό πρωτότυπον διαβαίνει", όπως λένε οι Πατέρες τής Εκκλησίας μας.

Συναισθήματα, σκέψεις, αγωνίες μού έγιναν αντικείμενο εκμυστηρεύσεών μου στήν Παναγία. Εκείνη φαινόταν πώς μέ άκουε. Φυσικά δέν μού μιλούσε, έδειχνε όμως ότι κατανοούσε τήν αγωνία μου. Έτσι, μιά ατμόσφαιρα γαλήνης καί ηρεμίας επικράτησε σιγά-σιγά καί ανεπαίσθητα στήν τρικυμισμένη ψυχή μου. Οι ατέλειωτες ώρες τής παραμονής μου στήν εντατική έπαψαν νά είναι εφιαλτικές. Είχα τήν αισθηση πώς κάποιος, πού μέ αγαπούσε πολύ, βρισκόταν δίπλα μου. Ένιωθα τό ζεστό χάδι, από τό χέρι ενός δικού μου ανθρώπου, στό ξερό καί φλεγόμενο από τόν πυρετό μέτωπό μου».

Αυτό τό περιστατικό δείχνει πόσο σημαντικό ρόλο παίζει στήν ζωή μας η Παναγία, ιδίως άν κανείς είχε παρόμοιες εμπειρίες προηγουμένως. Έπειτα, δείχνει τήν μεγάλη αξία τών εικόνων, τών εκκλησιαστικών συμβόλων πού μπορούν νά βοηθήσουν τόν άνθρωπο σέ στιγμές πού είναι αδύνατη άλλη ανθρώπινη βοήθεια. Σέ κάποιο σημείο τού άρθρου του ο αείμνηστος Ευάγγελος Κρουσταλάκης γράφει:

«Οι αναμνήσεις αυτές, αλλά ιδιαίτερα η εμπειρία μου από τήν Παναγία τής εντατικής, αισθάνομαι πώς μέ έχουν συνδέσει στενά μέ τήν εικόνα τής Παναγίας. Έτσι τώρα μπορώ νά νιώσω καλύτερα γιατί τόσο πολλοί άνθρωποι, σέ δύσκολες στιγμές τής ζωής τους, στήν Παναγία προσφεύγουν καί αυτήν επικαλούνται, προσευχόμενοι μπροστά στήν εικόνα της».

Η Παναγία επεμβαίνει στίς πιό δύσκολες στιγμές τής ζωής μας, αρκεί νά ζητήσουμε τήν βοήθειά της.

Από το περιοδικό: Εκκλησιαστική Παρέμβαση


http://agiameteora.net/index.php/thavmata/3013-i-panagia-stin-entatiki.html

Every sin, in reality is a sin through pride ( St. Justin Popovic )

The third sin, which synthesizes all the sins of the world is: “the pride of life.” That is the first sin in all the worlds: the sin of Satan. The source of all sins, which always was and will forever stay as such. It can be said: pride is the ultimate sin. Every sin, through its life force, comes from it and holds to it: “the pride of life”–woven from countless multifarious prides, both great and small, both short-term and long term. 

Let us remember the primary things: the pride of glory (scientific, government, in any rank or position in general), pride of beauty, pride of wealth, pride of benevolence, pride of humility (yes! of humility), pride of charity, pride of success…There is not a virtue that pride cannot convert into a vice. The pride of prayer converts the person praying into a Pharisee, and the ascetic into a self-murderer. 

So, every sin, in reality is a sin through pride, because Satan in in reality Satan through pride. If it were not for pride, sin would not exist, neither in the angelic or the human world. All this “is not of the Father.” That which is of the Father is the Only Begotten Son of God. He is incarnate and personified humility before all of His divine perfections. In His Gospel, the beginning virtue, the ultimate virtue is humility (Matt. 5:3). Humility is the only medicine for pride and all other sins.

Friday, March 27, 2015

Ο Ἅγιος Πορφύριος προσεύχεται λέγοντας το ''Βασιλεύ ουράνιε''

ο Ἅγιος Πορφύριος διαβάζει την συγχωρετική ευχή

Πραγματικά είναι πλούσιος ο άνθρωπος που διαθέτει πίστη.

Πραγματικά είναι πλούσιος ο άνθρωπος που διαθέτει πίστη. Πίστη στον Σωτήρα Χριστό, πίστη στην αγάπη Του, πίστη στην πρόνοιά Του. Εμπιστοσύνη στην αγάπη της Παναγιάς, των Αγίων και των αγίων Αγγέλων.
Ένας τέτοιος άνθρωπος είναι και κάποιος πιστός μέσης περίπου ηλικίας , που κατάγεται από κοντινή στη Μονή κωμόπολη. Το 1998 του έκανε η Παναγία ένα διπλό θαύμα. Τον θεράπευσε από το δυσίατο πάθος του αλκοολισμού και από κίρρωση του ήπατος, την οποία έπαθε από κατάχρηση οινοπνεύματος. Πέρασαν από τότε επτά περίπου χρόνια . Χρόνια όμορφα, ειρηνικά, με υγεία και τελεία απαλλαγή από το παλιό πάθος.
Στον έβδομο όμως χρόνο μια νέα απειλητική αρρώστια παρουσιάστηκε στον ορίζοντα. Ένας όγκος σε μέγεθος μεγάλου καρυδιού του εμφανίστηκε κάτω από το αυτί, στον λεμφαδένα.
Οι γιατροί ανησύχησαν και συνέστησαν αμέσως εγχείρηση. Πράγματι, εγχειρίστηκε μετά από τις απαραίτητες εξετάσεις. Ο χειρούργος μετά την εγχείρηση είπε ότι επρόκειτο για κακοήθη όγκο των λεμφαδένων. Όλοι στενοχωρήθηκαν , εκτός από τον ασθενή! Αυτός δεν φαινόταν να ανησυχεί καθόλου. Είχε πει στους γιατρούς:
- Κάντε εσείς την δουλειά σας και τα υπόλοιπα είναι της Παναγιάς!
Το ιατρικό προσωπικό θαύμασε την πίστη του. Αταλάντευτη πίστη. Και .. ήρθε και το δεύτερο βραβείο. Η δεύτερη θαυματουργική θεραπεία. Ενώ η κατάσταση του ήταν σοβαρή και η εικόνα του όγκου έδειχνε την κακοήθεια, όταν έγιναν οι σχετικές εξετάσεις, τ’ αποτελέσματα έδειξαν το αντίθετο! Τότε οι γιατροί, για να σιγουρευτούν για το αποτέλεσμα, έστειλαν σε έγκριτους επιστήμονες του εξωτερικού τις εξετάσεις του, για να αποφανθούν περί της κακοήθειας ή μη του όγκου. Και αυτοί με τη σειρά τους επιβεβαίωσαν το θαύμα. Η ζωή χαρίστηκε για δεύτερη φορά στην πιστό άνδρα.
Είθε με την Χάρη του Θεού όλοι οι χριστιανοί να διαθέτουμε αταλάντευτη πίστη προς τον Χριστό μας!

Πηγή: «ΝΕΩΤΕΡΑ ΘΑΥΜΑΤΑ
ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΣΤΗ ΒΑΡΝΑΚΟΒΑ
&ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ»
ΕΚΔΟΣΙΣ ΙΕΡΑΣ ΓΥΝΑΙΚΕΙΑΣ ΜΟΝΑΣΤΙΚΗΣ
ΑΔΕΛΦΟΤΗΤΟΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΒΑΡΝΑΚΟΒΑΣ
ΔΩΡΙΔΑ 2007

I am at this moment in some pain, and I call on the Name of Jesus ( Fr. Seraphim Rose )


“Why do men learn through pain and suffering, and not through pleasure and happiness? Very simply, because pleasure and happiness accustom one to satisfaction with the things given in this world, whereas pain and suffering drive one to seek a more profound happiness beyond the limitations of this world. I am at this moment in some pain, and I call on the Name of Jesus—not necessarily to relieve the pain, but that Jesus, in Whom alone we may transcend this world, may be with me during it, and His will be done in me. But in pleasure I do not call on Him; I am content then with what I have, and I think I need no more. And why is a philosophy of pleasure untenable?—because pleasure is impermanent and unreliable, and pain is inevitable. In pain and suffering Christ speaks to us, and thus God is kind to give them to us, yes, and evil too—for in all of these we glimpse something of what must lie beyond, if there really exists what our hearts most deeply desire.”


Fr. Seraphim Rose


Are you a sinner? Do not become discouraged, and come to Church . . .( St. John Chrysostom )


“Are you a sinner? Do not become discouraged, and come to Church to put forward repentance. Have you sinned? Then tell God, ‘I have sinned.’ What manner of toil is this, what prescribed course of life, what affliction? What manner of difficulty is it to make one statement, ‘I have sinned’? 


Perhaps if you do not call yourself a sinner, you do not have the devil as an accuser? Anticipate this and snatch the honor away from him, because it is his purpose to accuse. Therefore, why do you not prevent him, and why do you not tell your sin and wipe it out, since you know that you have such an accuser who cannot remain silent? Have you sinned? Come to Church. Tell God, ‘I have sinned.’ 

I do not demand anything else of you than this. Holy Scripture states, ‘Be the first one to tell of your transgressions, so you may be justified.’ Admit the sin to annul it. This requires neither labor nor a circuit of words, nor monetary expenditure, nor anything else whatsoever such as these. Say one word, think carefully about the sin and say, ‘I have sinned.'”

  St. John Chrysostom, On Repentance and Almsgiving, Homily 2

http://orthodoxchurchquotes.com/

Thursday, March 26, 2015

Ορθόδοξοι Πατέρες λένε την ευχή

Μεγάλο αγαθό δεν είναι το ν' αποκτήσει κανείς χρήματα, αλλά φόβο Θεού ( Αγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος )


Ας μη νομίζουμε, λοιπόν, ότι ο πλούτος είναι με­γάλο αγαθό. Μεγάλο αγαθό δεν είναι το ν' αποκτήσει κανείς χρήματα, αλλά φόβο Θεού. Ένας δίκαιος άνθρωπος, που για την αρετή του έχει πολλή παρρη­σία ενώπιον του Θεού, ακόμα κι αν είναι ο φτωχότε­ρος απ' όλους, μπορεί ν' αντιμετωπίσει κάθε συμφορά. Στις περιπτώσεις που τα χρήματα είναι άχρηστα, ένας άγιος κατορθώνει τα ακατόρθωτα, φτάνει μόνο να υψώσει τα χέρια του στον ουρανό και να ζητήσει την επέμβαση του Θεού. Σας θυμίζω ένα χαρακτηριστικό σχετικό περιστατικό από τις Πράξεις των Αποστό­λων:

Οι απόστολοι Πέτρος και Ιωάννης ανέβαιναν μια μέρα μαζί στο ναό. Ήταν τρεις το απόγευμα, ώρα προσευχής. Μπροστά στην πύλη του ναού, που λεγό­ταν ωραία, έφερναν έναν άνθρωπο εκ γενετής χωλό και τον έβαζαν εκεί κάθε μέρα για να ζητάει ελεημο­σύνη. Μόλις, λοιπόν, είδε τον Πέτρο και τον Ιωάννη έτοιμους να μπουν στο ναό, τους ζήτησε ελεημοσύνη. Ο Πέτρος του είπε: «Κοίταξέ μας». Ο χωλός τους κοί­ταξε με προσοχή, περιμένοντας κάτι να πάρει απ' αυτούς. Μα ο Πέτρος είπε: «Χρήματα ασημένια και χρυσά δεν έχω. Ό,τι όμως έχω, αυτό σου δίνω: Στο όνομα του Ιησού Χριστού του Ναζωραίου, σήκω και περπάτα!». Και πιάνοντάς τον από το δεξί χέρι, τον σήκωσε. Εκείνος τότε, μ' ένα πήδημα, στάθηκε όρθιος και άρχισε να περπατάει. Ύστερα μπήκε μαζί με τους αποστόλους στο ναό, δοξάζοντας το Θεό (Πράξ. 3:1-8). «Χρήματα ασημένια και χρυσά δεν έχω», είπε ο Πέ­τρος. Ποιά λόγια είναι σεμνότερα απ' αυτά; Τί μακα­ριότητα και τί πλούτο κρύβουν μέσα τους! Αλλοι κα­μαρώνουν για τα αντίθετα, λέγοντας με καυχησιά: "Έχω τόσα και τόσα χρυσά τάλαντα, τόσα στρέμματα γης, τόσα σπίτια, τόσα ζώα". Ο Πέτρος, μην έχοντας απολύτως τίποτα, όχι μόνο δεν πνίγεται από τη φτώ­χεια του, αλλά και στολίζεται μ' αυτήν. Έτσι, λοιπόν, μπορείς, χωρίς να έχεις τίποτα, να τα έχεις όλα δικά σου΄ και έχοντας τα πάντα, να μην έχεις τίποτα. Γιατί όποιος θεωρεί την περιουσία του κοινή, όχι μόνο δική του, και τη μοιράζεται με τους άλλους, έχει και την ξένη περιουσία δική του, γιατί απ' όλους θα πάρει ό,τι χρειάζεται. Ενώ εκείνος που θεωρεί τον εαυτό του κύριο των πραγμάτων του και δεν δίνει σε κανένα τίποτα, όχι μόνο δεν θα πάρει το παραμικρό από τους άλλους, μα ούτε και τα δικά του δεν κατέχει, αφού ανήκουν τελικά όχι τόσο σ' αυτόν, όσο στους κλέφτες και τους δανειστές και τους κληρονόμους.

Αγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος

http://agiameteora.net/index.php/paterika/2995-megalo-agatho-den-einai-to-n-apoktisei-kaneis-xrimata-alla-fovo-theoy.html

Having a full stomach ( St. Paisios )


It is better for someone to eat a little twice a day and have more humility and a lighter stomach, than to eat once a day, have a full stomach and a head full of pride.

St. Paisios

Synaxis of the Archangel Gabriel


 


Commemorated on March 26

Troparion & Kontakion

Synaxis of the Holy Archangel Gabriel: The Archangel Gabriel was chosen by the Lord to announce to the Virgin Mary about the Incarnation of the Son of God from Her, to the great rejoicing of all mankind. Therefore, on the day after the Feast of the Annunciation, the day on which the All-Pure Virgin is glorified, we give thanks to the Lord and we venerate His messenger Gabriel, who contributed to the mystery of our salvation.

Gabriel, the holy Archistrategos (Leader of the Heavenly Hosts), is a faithful servant of the Almighty God. He announced the future Incarnation of the Son of God to those of the Old Testament; he inspired the Prophet Moses to write the Pentateuch (first five books of the Old Testament), he announced the coming tribulations of the Chosen People to the Prophet Daniel (Dan. 8:16, 9:21-24); he appeared to St Anna (July 25) with the news that she would give birth to the Virgin Mary.

The holy Archangel Gabriel remained with the Holy Virgin Mary when She was a child in the Temple of Jerusalem, and watched over Her throughout Her earthly life. He appeared to the Priest Zachariah, foretelling the birth of the Forerunner of the Lord, St John the Baptist.

The Lord sent him to St Joseph the Betrothed in a dream, to reveal to him the mystery of the Incarnation of the Son of God from the All-Pure Virgin Mary, and warned him of the wicked intentions of Herod, ordering him to flee into Egypt with the divine Infant and His Mother.

When the Lord prayed in the Garden of Gethsemane before His Passion, the Archangel Gabriel, whose very name signifies “Man of God” (Luke. 22:43), was sent from Heaven to strengthen Him.

The Myrrh-Bearing Women heard from the Archangel the joyous news of Christ’s Resurrection (Mt.28:1-7, Mark 16:1-8).

Mindful of the manifold appearances of the holy Archangel Gabriel and of his zealous fulfilling of God’s will, and confessing his intercession for Christians before the Lord, the Orthodox Church calls upon its children to pray to the great Archangel with faith and love.

The Synaxis of the Holy Archangel Gabriel is also celebrated on July 13. All the angels are commemorated on November 8.


http://oca.org/saints/lives/2015/03/26/100886-synaxis-of-the-archangel-gabriel

Θεία κοινωνία - Μητροπολίτη Λεμεσού Αθανάσιο

Wednesday, March 25, 2015

Ο Θεός είναι κοντά, μαζί μου· δεν θα μ’ αφήσει…( Γέροντας Ευσέβιος Γιαννακάκης )


Η Χάρις του Θεού «η τα ασθενή θεραπεύουσα». Όταν εμείς αγωνιζόμαστε για αγνή και καθαρή ζωή, με προσευχή, Εξομολόγηση, θεία Κοινωνία, τότε δίνει πλούσια τη Χάρη Του, που αρδεύει την ψυχή, όπως το νερο ζωογονεί τα πάντα. 


Ο αδύναμος άνθρωπος που πέφτει, τρεκλίζει , όσο κι αν τον πολιορκεί η αμαρτία, να αγωνίζεται. Να μην το βάζει κάτω. Να λέει» ο Θεός είναι κοντά, μαζί μου· δεν θα μ’ αφήσει…


Γέροντας Ευσέβιος Γιαννακάκης

Το θαύμα του φακίρη και η ευχή του Ιησού



Ο αυτόπτης μάρτυς και αφηγητής τον κατωτέρω περιστατικού, αρχιμανδρίτης Νικόλαος Ντρομπιάζγκιν, είναι ένας από τους πολλούς νεομάρτυρες κληρικούς της επαναστατικής περιόδου της Ρωσίας. Στην κοσμική του ζωή είχε μια λαμπρή σταδιοδρομία σαν αντιπλοίαρχος του πολεμικού ναυτικού και παράλληλα αναμίχθηκε βαθειά μέσα στον αποκρυφισμό εκδίδοντας το αποκρυφιστικό περιοδικό Ρέμπους. Μετά τη σωτηρία του από σχεδόν βέβαιο θάνατο στη θάλασσα διά θαύματος του αγίου Σεραφείμ του Σάρωφ πραγματοποίησε προσκύνημα στο Σάρωφ και στη συνέχεια απαρνήθηκε την κοσμική του καριέρα και τους δεσμούς του με τον αποκρυφισμό και έγινε μοναχός. Χειροτονήθηκε Ιερεύς και υπηρέτησε ως Ιεραπόστολος στην Κίνα, την Ινδία και το Θιβέτ, ως εφημέριος σε διαφόρους ναούς πρεσβειών και ως ηγούμενος μερικών μονών. Μετά το 1914 έζησε στη Λαύρα των Σπηλαίων του Κιέβου. Στους νέους που τον επισκέπτονταν εκεί μιλούσε συνεχώς για την επίδρασι του αποκρυφισμού στα διαδραματιζόμενα τότε στην πολιτική σκηνή της Ρωσίας. Το φθινόπωρο του 1924, ένα μήνα αφού δέχθηκε την επίσκεψι κάποιου κυρίου ονόματι Τονχόλξ, συγγραφέως βιβλίου με τίτλο Μαύρη Μαγεία, δολοφονήθηκε στο κελλί του «από αγνώστους», με την φανερή ανοχή των Μπολσεβίκων. Το όργανο του εγκλήματος ήταν ένα μαχαίρι με ειδική λαβή σε σχήμα συμβόλου αποκρυφιστικής σημασίας.


Το περιστατικό που μας αφηγείται εδώ π. Νικόλαος αποκαλύπτει την πραγματική φύσι των πνευματιστικών φαινομένων που συναντά κανείς στις διάφορες ανατολικές θρησκείες. Έλαβε χώρα λίγο πριν από το 1900, κατεγράφη γύρω στο 1922 από τον Ιατρό Αρα Ά. Π. Τιμοφέγιεβιτς και δημοσιεύτηκε από τον ίδιο σε ρωσικό περιοδικό της διασποράς («Ορθόδοξος Ζωή», 1956, αρ.1).


Ένα θαυμάσιο τροπικό πρωινό το πλοίο μας έσχιζε τα νερά του Ινδικού Ωκεανού πλησιάζοντας τη νήσο Κεϋλάνη. Τα ζωηρά πρόσωπα των κατά κύριο λόγο Άγγλων επιβατών, που ταξίδευαν οικογενειακώς για υπηρεσία η για δουλειές στην Ινδική αποικία τους, ήταν στραμμένα με λαχτάρα προς το βάθος του ορίζοντα αναζητώντας με τη ματιά το μαγεμένο νησί, που σχεδόν για όλους ήταν συνδεδεμένο από τα παιδικά χρόνια με τις τόσες ενδιαφέρουσες και μυστηριώδεις Ιστορίες και περιγραφές των περιηγητών.


Το νησί μόλις που διακρινόταν ακόμη. Με κάθε καινούργια πνοή του άνεμου μια λεπτή, μεθυστική ευωδία από δάση άρχισε να τυλίγη όλο και περισσότερο το πλοίο. Τελικά μια μακρόστενη μπλε σιλουέτα φάνηκε ξαπλωμένη στον ορίζοντα. ΟΙ διαστάσεις της μεγάλωναν διαρκώς καθώς το πλοίο πλησίαζε γοργά. Ήδη μπορούσε κανείς να διακρίνη τα διάσπαρτα στην παραλία κτίρια θαμμένα μέσα στο πράσινο των μεγαλοπρεπών φοινίκων και το πολύχρωμο πλήθος των εντοπίων που περίμεναν την άφιξι του πλοίου. Κατά το ταξίδι οι επιβάτες είχαν γνωριστή μεταξύ τους πολύ γρήγορα. Πάνω στο κατάστρωμα γελούσαν και μιλούσαν ζωηρά θαυμάζοντας την καταπληκτική θέα του παραμυθένιου νησιού που ξετυλιγόταν μπροστά στα μάτια τους. Το πλοίο έκανε μερικούς αργούς ελιγμούς, καθώς ετοιμαζόταν να αράξη στο μουράγιο του λιμανιού του Κολόμπο.


Εδώ το πλοίο έπρεπε να στάθμευση, για να ανεφοδιαστή με κάρβουνο, και οι επιβάτες είχαν αρκετό χρόνο, για να βγουν στην παραλία. Η ήμερα ήταν τόσο ζεστή, που πολλοί επιβάτες αποφάσισαν να μείνουν στο πλοίο μέχρι το απόγευμα. Μια ευχάριστη δροσιά πήρε τότε τη θέσι του καύσωνα της ημέρας. Μια μικρή ομάδα από οκτώ άτομα, στην οποία προσκολλήθηκα και εγώ, διάλεξε τότε για ξεναγό της τον συνταγματάρχη Έλιοτ, που είχε ζήσει παλιότερα στο Κολόμπο και γνώριζε καλά την πόλι και τα περίχωρα. Αυτός μας έκανε μια δε¬λεαστική πρότασι: «Κυρίες και κύριοι! θα θέλατε να πάμε λίγα μίλια έξω από την πόλι και να επισκεφθούμε έναν μάγο φακίρη της περιοχής; Ίσως έχουμε να δούμε κάτι ενδιαφέρον». Όλοι δεχθήκαμε την πρότασι του συνταγματάρχη με ενθουσιασμό.


Είχε κιόλας βραδιάσει όταν αφήναμε πίσω μας τους θορυβώδεις δρόμους της πόλεως και παίρναμε έναν θαυμάσιο δρόμο που διέσχιζε την ζούγκλα. Δεξιά και αριστερά παιχνίδιζαν οι λάμψεις εκατομμυρίων πυγολαμπίδων. Προς το τέλος του ο δρόμος φάρδαινε απότομα. Βρεθήκαμε μπροστά σ' ένα μικρό ξέφωτο περικυκλωμένο από ζούγκλα. Σε μια άκρη του κάτω από ένα μεγάλο δένδρο υπήρχε κάτι σαν καλύβα και δίπλα της σιγόκαιγε μια μικρή φωτιά. Ένας λεπτός, αποστεωμένος γέρος με τουρμπάνι στο κεφάλι καθόταν σταυροπόδι με το βλέμμα του ακίνητο και στραμμένο προς την φωτιά. Παρά τον θόρυβο της αφίξεώς μας ο γέρος συνέχιζε να κάθεται τελείως ακίνητος, δίχως να μας δίνη την παραμικρή προσοχή. Κάπου μέσα από το σκοτάδι εμφανίστηκε ένας νεαρός και πηγαίνοντας κοντά στον συνταγματάρχη τον ρώτησε κάτι χαμηλόφωνα. Σε λίγο έβγαλε μερικά σκαμνιά και η ομάδα μας κάθησε σε ημικύκλιο κοντά στη φωτιά. Ένα λεπτός, αρωματικός καπνός υψώθηκε. Ο γέρος καθόταν πάντα στην ίδια στάσι δείχνοντας να μη προσεχή τίποτε. Το ισχνό φεγγάρι που ανέβαινε έδιωχνε κάπως το σκοτάδι της νύχτας και στο χλωμό φώς του όλα τα πράγματα έπαιρναν παράξενα σχήματα. Όλοι σώπασαν άθελα τους και περίμεναν να δουν τι θα συμβή.


«Κοιτάξτε! Κοιτάξτε έκεί στο δένδρο! ψιθύρισε ταραγμένα η δεσποινίς Μαίρη. Όλοι στρέψαμε το κεφάλι προς την κατεύθυνσι που έδειξε. Και πράγματι, ολόκληρη επιφάνεια της τεράστιας φυλλωσιάς το δένδρου που κάτω του καθόταν ο φακίρης ήταν σαν να κυμάτιζε ήρεμα μέσα στο απαλό φεγγαρόφωτο, ενώ το ίδιο το δένδρ άρχισε βαθμιαία να διαλύεται και να χάνει το περίγραμμα του. Κυριολεκτώντας θα έλεγα ότι κάποιο αόρατο χέρι είχε ρίξει πάνω του ένα αέρινο κάλυμμα, που από στιγμή σε στιγμή γινόταν όλο και πυκνότερο. Πολύ σύντομα εμφανίστηκε ολοκάθαρα μπροστά στο έκπληκτο βλέμμα μας η κυματιστή επιφάνεια της θάλασσας. Μ' ένα ελαφρό ουητό το ένα κύμα ερχόταν πίσω από το άλλο σχηματίζοντας λευκούς αφρού. Ανάλαφρα σύννεφα πετούσαν σ' έναν ουρανό που είχε γίνει γαλανός, θαμπωμένοι δεν μπορούσαμε να ξεκολλήσουμε το βλέμμα μας από αυτή την καταπληκτική εικόνα.


Και τότε φάνηκε μακριά ένα άσπρο πλοίο. Παχύς καπνός ξεχύνονταν από τις δύο μεγάλες καμινάδες του. Μας πλησίαζε γοργά σχίζοντας τα νερά. Με μεγάλη κατάπληξι αναγνωρίσαμε το πλοίο μας, αυτό που μας έφερε στο Κολόμπο! Ένας ψίθηρος διαπέρασε απ' άκρη σ' άκρη το υπαίθριο θεωρείο μας, όταν διαβάσαμε στη πρύμνη με χρυσά ανάγλυφα γράμματα το όνομα του πλοίου μας: Λουΐζα. Έκείνο μως που μας κατέπληξε περισσότερο από όλα ήταν αυτό που είδαμε πάνω στο πλοίο —εμάς τους ίδιους! Ας μη ξεχνάμε ότι τι καιρό που συνέβησαν όλα αυτά ο κινημτογράφος δεν είχε καν επινοηθή και ήταν αδύνατο ακόμη και να συλλαβή κανείς κάτι παρόμοιο. Ο καθένας από μας έβλεπε τον εαυτό του στο κατάστρωμα του πλοίου ανάμεσα σε ανθρώπους που γελούσαν και συζητούσαν. Αυτό όμως που ήταν ιδιαίτερα εκπληκτικό ήταν το έξης: Έβλεπα όχι μόνο τον εαυτό μου, αλλά ταυτόχρονα και όλο το κατάστρωμα του πλοίου, μέχρι και τις μικρότερες λεπτομέρειες, σαν σε μια πανοραμική κάτοψι —κάτι που φυσικά είναι αδύνατο στην πραγματικότητα. Σε μια και την αυτή στιγμή έβλεπα τον εαυτό μου ανάμεσα στους επιβάτες, τους ναυτικούς που εργάζονταν στην άλλη άκρη του πλοίου και τον πλοίαρχο στην καμπίνα του- ακόμη και τον πίθηκο Νέλλυ, την συμπάθεια όλων μας, να τρώη μπανάνες ανεβασμένη πάνω στον κεντρικό ιστό. Την ίδια ώρα όλοι οι σύντροφοί μου και με διαφορετικό τρόπο ο καθένας ήταν εξαιρετικά αναστατωμένοι με όσα έβλεπαν και εξωτερίκευαν τα συναισθήματα τους με σιγανά επιφωνήματα και αναστατωμένους ψιθύρους.


Είχα τελείως ξεχάσει ότι ήμουν Ιερομόναχος και προφανώς δεν είχα καμμία δουλειά να συμμετέχω σ' ένα τέτοιο θέαμα. Η γοητεία ήταν τόσο δυνατή, που ο νους και η καρδιά είχαν σωπάσει. Η καρδιά μου άρχισε να χτυπά δυνατά σε συναγερμό. Ξαφνικά βρέθηκα έκτος εαυτού. Ένας φόβος κατέλαβε όλη μου την ύπαρξι.


Τα χείλη μου άρχισαν να κινούνται και να λένε: «Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, ελέησόν με τον αμαρτωλό!». Αμέσως ένιωσα ανακούφισι. Ήταν σαν κάποιες μυστηριώδεις αλυσίδες να πέφτουν από πάνω μου. Η προσευχή γινόταν όλο και πιο συγκεντρωμένη και μαζί μ' αυτήν ξαναγύριζε και η ειρήνη της ψυχής μου. Συνέχιζα να κοιτάζω προς το δένδρο και ξαφνικά, σαν να την έδιωχνε κάποιος άνε-μος, η εικόνα θόλωσε και διαλύθηκε. Δεν έβλεπα τίποτε πια έκτος από το μεγάλο δέν-δρο μέσα στο φεγγαρόφωτο και τον φακίρη καθισμένο δίπλα στη φωτιά και σιωπηλό. Οι σύντροφοί μου όμως συνέχιζαν να εξωτερικεύουν αυτά που αισθάνονταν, καθώς ατένιζαν στην εικόνα, που γι' αυτούς δεν είχε χαθή.


Τότε όμως πρέπει κάτι να συνέβη και στον φακίρη. Έχασε την Ισορροπία του και κύλησε στο πλάι. Ό νεαρός έτρεξε α-λαφιασμένος. Η πνευματιστική συγκέντρωση διακόπηκε απότομα.


Βαθειά επηρεασμένοι από την εμπειρία τους οι θεατές σηκώθηκαν συζητώντας ζωηρά τις εντυπώσεις τους και χωρίς καθόλου να καταλαβαίνουν για ποιό λόγο διακόπηκαν όλα τόσο ξαφνικά και αναπάντεχα. Ο νεαρός το απέδωσε στην εξάντλησι του φακίρη, ο όποιος τώρα καθόταν όπως και πριν με το κεφάλι χαμηλωμένο και μη δίνοντας την παραμικρή προσοχή στους παριστάμενους.


Η ομάδα μας, αφού μέσω του νεαρού αντάμειψε γενναιόδωρα τον φακίρη για την δυνατότητα συμμετοχής σ' ένα τόσο καταπληκτικό θέαμα, ανασυντάχθηκε γρήγορα για την επιστροφή. Καθώς ξεκινούσαμε, άθελα μου γύρισα πάλι να κοιτάξω, για να εντυπώσω στη μνήμη μου το όλο σκηνικό. Ξαφνικά ανατρίχιασα από μια δυσάρεστη αίσθησι. Το βλέμμα μου συνάντησε το βλέμμα του φακίρη, που με κοίταζε γεμάτος από μίσος. Αυτό κράτησε μόνο μια στιγμή και μετά εκείνος πήρε πάλι αμέσως τη συνηθισμένη του στάσι. Όμως εκείνη η ματιά άνοιξε μια για πάντα τα μάτια της ψυχής μου και συνειδητοποίησα αμέσως τίνος δύναμι ήταν αυτή που προκάλεσε εκείνο το «θαύμα».
 

ΚΥΡΙΕ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΕ ΕΛΕΗΣΟΝ ΜΕ


ΑΓΙΟΡΕΙΤΙΚΗ ΜΑΡΤΥΡΙΑ
ΤΡΙΜΗΝΝΙΑΙΑ ΕΚΔΟΣΙΣ
ΙΕΡΑΣ ΜΟΝΗΣ ΞΗΡΟΠΟΤΑΜΟΥ
ΤΕΥΧΟΣ 5


 http://www.impantokratoros.gr/

Self justification is a large sin ( Elder Ambrose of Optina )


When you are being plagued, never ask what for and why. You will never find that in the Scripture. Instead, it says: "If somebody strikes you on your right cheek, turn the other one to him. It is really difficult to strike one on the right cheek and should be understood as: if somebody starts to denigrate you or provoke you unjustifiably, that will mean hitting you on your right cheek. 


Do not grumble but bear this blow patiently, and turn your left cheek, that is, remembering your past faulty deeds. If in this time you are innocent, then you have sinned greatly in the past; with this you will be convinced that you deserve punishment. Self justification is a large sin."

Elder Ambrose of Optina

In this world there are two kinds of love: one that takes and one that gives. ( Mother Maria Skobtsova )


In this world there are two kinds of love: one that takes and one that gives. This is common to all types of love -- not only love for man. One can love a friend, one's family, children, scholarship, art, the motherland, one's own ideas, oneself -- and even God -- from either of these two points of view. Even those forms of love which by common consent are the highest can exhibit this dual character.
Take, for example, maternal love. A mother can often forget herself, sacrifice herself for her children. Yet this does not as yet warrant recognition as Christian love for her children. One needs to ask the question: what is it that she loves in them? She may love her own reflection, her second youth, an expansion of her own "I" into other "I"s which become separated from the rest of the world as "we." She may love in them her own flesh that she sees in them, the traits of her own character, the reflections of her own tastes, the continuation of her family. Then it becomes unclear where is the fundamental difference between an egotistical love of self and a seemingly sacrificial love of one's children, between "I" and "we." All this amounts to a passionate love of one's own which blinds one's vision, forcing one to ignore the rest of the world -- what is not one's own.
Such a mother will imagine that the merit of her own child is not comparable with the merit of other children, that his mishaps and illnesses are more severe than those of others, and, finally, that at times the well-being and success of other children can be sacrificed for the sake of the well-being and success of her own. She will think that the whole world (herself included) is called to serve her child, to feed him, quench his thirst, train him, make smooth all paths before him, deflect all obstacles and all rivals. This is a kind of passion-filled maternal love. Only that maternal love is truly Christian which sees in the child a true image of God, which is inherent not only in him but in all people, but given to her in trust, as her responsibility, as something she must develop and strengthen in him in preparation for the unavoidable life of sacrifice along the Christian path, for that cross-bearing challenge which faces every Christian. Only such a mother loves her child with truly Christian love. With this kind of love she will be more aware of other children's misfortunes, she will be more attentive toward them when they are neglected. As the result of the presence of Christian love in her heart her relationship with the rest of humanity will be a relationship in Christ. This is, of course, a very poignant example.
There can be no doubt but that love for anything that exists is divided into these two types. One may passionately love one's motherland, working to make sure that it develops gloriously and victoriously, overcoming and destroying all its enemies. Or one can love it in a Christian manner, working to see that the face of Christ's truth is revealed more and more clearly within it. One can passionately love knowledge and art, seeking to express oneself, to flaunt oneself in them. Or one can love them while remaining conscious of one's service through them, of one's responsibility for the exercise of God's gifts in these spheres.
One can also love the idea of one's own life simply because it is one's own -- and enviously and jealously set it over against all other ideas. Or one can see in it too a gift granted to one by God for the service of his eternal truth during the time of one's path on earth. One can love life itself both passionately and sacrificially. One can even relate to death in two different ways. And one can direct two kinds of love toward God. One of these will look on him as the heavenly protector of "my" or "our" earthly passions and desires. Another kind of love, however, will humbly and sacrificially offer one's tiny human soul into his hands. And apart from their name -- love -- and apart from their outward appearance, these two forms of love will have nothing in common.
In the light of such Christian love, what should man's ascetic effort be? What is that true asceticism whose existence is inescapably presupposed by the very presence of spiritual life? Its criterion is self-denying love for God and for one's fellow man. But an asceticism which puts one's own soul at the center of everything, which looks for its salvation, fencing it off from the world, and within its own narrow limits comes close to spiritual self-centeredness and a fear of dissipating, of wasting one's energies, even though it be through love -- this is not Christian asceticism.
What is the criterion that can be used to define and measure the various pathways of human life? What are their prototypes, their primary symbols, their boundaries? It is the path of Godmanhood, Christ's path upon earth. The Word became flesh, God became incarnate, born in a stable in Bethlehem. This alone should be fully sufficient for us to speak of the limitless, sacrificial, self-abnegating and self-humbling love of Christ. Everything else is present in this. The Son of Man lowered the whole of himself -- the whole of his divinity, his whole divine nature and his whole divine hypostasis -- beneath the vaults of that cave in Bethlehem. There are not two Gods, nor are there two Christs: one who abides in blessedness within the bosom of the Holy Trinity and another who took on the form of a servant. The Only-begotten Son of God, the Logos, has become Man, lowering himself to the level of mankind. The path of his later life -- the preaching, the miracles, the prophesies, the healings, the enduring of hunger and thirst, right through his trial before Pilate, the way of the cross and on to Golgotha and death -- all this is the path of his humiliated humanity, and together with him the path of God's condescension to humanity.
What was Christ's love like? Did it withhold anything? Did it observe or measure its own spiritual gifts? What did it regret? Where was it ever stingy? Christ's humanity was spit upon, struck, crucified. Christ's divinity was incarnate fully and to the end in his spit-upon, battered, humiliated and crucified humanity. The Cross -- an instrument of shameful death -- has become for the world a symbol of self-denying love. And at no time nor place -- neither from Bethlehem to Golgotha, neither in sermons nor parables, nor in the miracles he performed -- did Christ ever give any occasion to think that he did not sacrifice himself wholly and entirely for the salvation of the world, that there was in him something held back, some "holy of holies" which he did not want to offer or should not have offered.
He offered his own "holy of holies," his own divinity, for the sins of the world, and this is precisely wherein lies his divine and perfect love in all its fullness.
This is the only conclusion we can come to from the whole of Christ's earthly ministry. But can it be that the power of divine love is such because God, though offering himself, still remains God, that is, does not empty himself, does not perish in this dreadful sacrificial self-emptying?
Human love cannot be completely defined in terms of the laws of divine love, because along this path a man can lay himself waste and lose sight of what is essential: the salvation of his soul.
But here one need only pay attention to what Christ taught us. He said: "If any man would come after me, let him deny himself, and take up his cross." Self-denial is of the essence, and without it no one can follow him, without it there is no Christianity. Keep nothing for yourself. Lay aside not only material wealth but spiritual wealth as well, changing everything into Christ's love, taking it up as your cross. He also spoke -- not about himself and not about his perfect love, but about the love which human imperfection can assume -- "Greater love has no man than he who lays down his soul (AV, RSV: life) for his friends" (Jn. 15:13). How miserly and greedy it is to understand the word "soul" here as "life." Christ is speaking here precisely about the soul, about surrendering one's inner world, about utter and unconditional self-sacrifice as the supreme example of the love that is obligatory for Christians. Here again there is no room for looking after one's own spiritual treasures. Here everything is given up.
Christ's disciples followed in his path. This is made quite clear in an almost paradoxical expression of the Apostle Paul: "I could wish that I myself were accursed and cut off from Christ for the sake of my brethren" (Rom. 9:3). And he said this, having stated: "It is no longer I who live, but Christ who lives in me" (Gal. 2:20). For him such an estrangement from Christ is an estrangement from life not only in the transient, worldly sense of the word, but from the eternal and incorruptible life of the age to come.
These examples suffice to let us know where Christianity leads us. Here love truly does not seek its own, even if this be the salvation of one's own soul. Such love takes everything from us, deprives us of everything, almost as if it were devastating us. And where does it lead? To spiritual poverty. In the Beatitudes we are promised blessedness in return for being poor in spirit. This precept is so far removed from human understanding that some people attempt to read the word "spirit" as a later interpolation and explain these words as a call for material poverty and a rejection of earthly riches, while others almost slip into fanaticism, taking this as a call for intellectual poverty, the rejection of thought and of any kind of intellectual content. Yet how simply and clearly these words can be interpreted in the context of other evangelical texts. The person who is poor in spirit is the one who lays down his soul for his friends, offering this spirit out of love, not withholding his spiritual treasures.
Here the spiritual significance of the monastic vow of renunciation becomes evident. Of course it does not refer just to material renunciation or a basic absence of avarice. Here it is a question of spiritual renunciation.
What is the opposite of this? What vices correspond to the virtue of renunciation? There are two of them, and in real life they are frequently confused: stinginess and greed. One can be greedy but at the same time not be stingy, and even extravagant. One can also be stingy but not have a greedy desire to possess what is not one's own. Both are equally unacceptable. And if it is unacceptable in the material world, it is even less acceptable in the spiritual realm.
Renunciation teaches us not only that we should not greedily seek advantage for our soul, but that we must not be stingy with our soul, that we should squander our soul in love, that we should achieve spiritual nakedness, that spiritually we should be stripped bare. There should be nothing so sacred or valuable that we would not be ready to give it up in the name of Christ's love to those who have need of it.
Spiritual renunciation is the way of the holy fool. It is folly, foolishness in Christ. It is the opposite of the wisdom of this age. It is the blessedness of those who are poor in spirit. It is the outer limit of love, the sacrifice of one's own soul. It is separation from Christ in the name of one's brothers. It is the denial of oneself. And this is the true Christian path which is taught us by every word and every phrase of the Gospels.
Why is it that the wisdom of this world not only opposes this commandment of Christ but simply fails to understand it? Because the world has at all times lived by accommodating itself to the laws of material nature and is inclined to carry these laws over into the realm of spiritual nature. According to the laws of matter, I must accept that if I give away a piece of bread, then I became poorer by one piece of bread. If I give away a certain sum of money, then I have reduced my funds by that amount. Extending this law, the world thinks that if I give my love, I am impoverished by that amount of love, and if I give up my soul, then I am utterly ruined, for there is nothing left of me to save.
In this area, however, the laws of spiritual life are the exact opposite of the laws of the material world. According to spiritual law, every spiritual treasure given away not only returns to the giver like a whole and unbroken ruble given to a beggar, but it grows and becomes more valuable. He who gives, acquires, and he who becomes poor, becomes rich. We give away our human riches and in return we receive much greater gifts from God, while he who gives away his human soul, receives in return eternal bliss, the divine gift of possessing the Kingdom of heaven. How does he receive that gift? By absenting himself from Christ in an act of the uttermost self-renunciation and love, he offers himself to others. If this is indeed an act of Christian love, if this self-renunciation is genuine, then he meets Christ himself face to face in the one to whom he offers himself. And in communion with him he communes with Christ himself. That from which he absented himself he obtains anew, in love, and in a true communion with God. Thus the mystery of union with man becomes the mystery of union with God. What was given away returns, for the love which is poured out never diminishes the source of that love, for the source of love in our hearts is Love itself. It is Christ.
We are not speaking here about good deeds, nor about that love which measures and parcels out its various possibilities, which gives away the interest but keeps hold of the capital. Here we are speaking about a genuine draining of self, in partial imitation of Christ's self-emptying of himself when he became incarnate in mankind. In the same way we must empty ourselves completely, becoming incarnate, so to speak, in another human soul, offering to it the full strength of the divine image which is contained within ourselves.
This it is -- and only this -- which was rejected by the wisdom of this world, as being a kind of violation of its laws. It is this that made the Cross a symbol of divine love: foolishness for the Greeks and a stumbling block for the Jews, though for us it is the only path to salvation. There is not, nor can there be, any doubt but that in giving ourselves to another in love -- to the poor, the sick, the prisoner -- we will encounter in him Christ himself, face to face. He told us about this himself when he spoke of the Last Judgement: how he will call some to eternal life because they showed him love in the person of each unfortunate and miserable individual, while others he will send away from himself because their hearts were without love, because they did not help him in the person of his suffering human brethren in whom he revealed himself to them. If we harbor doubts about this on the basis of our unsuccessful everyday experience, then we ourselves are the only reason for these doubts: our loveless hearts, our stingy souls, our ineffective will, our lack of faith in Christ's help. One must really be a fool for Christ in order to travel this path to its end -- and at its end, again and again, encounter Christ. This alone is our all-consuming Christian calling.
And this, I believe, is the evangelical way of piety. It would be incorrect, however, to think that this has been revealed to us once and for all in the four Gospels and clarified in the Epistles. It is continually being revealed and is a constant presence in the world. It is also continually being accomplished in the world, and the form of its accomplishment is the Eucharist, the Church's most valuable treasure, its primary activity in the world. The Eucharist is the mystery of sacrificial love. Therein lies its whole meaning, all its symbolism, all its power. In it Christ again and again is voluntarily slain for the sins of the world. Again and again the sins of the world are raised by him upon the Cross. And he gives himself -- his Body and Blood -- for the salvation of the world. By offering himself as food for the world, by giving to the world communion in his Body and Blood, Christ not only saves the world by his sacrifice, but makes each person himself a "christ," and unites him to his own self-sacrificing love for the world. He takes flesh from the world, he deifies this human flesh, he gives it up for the salvation of the world and then unites the world again to this sacrificed flesh -- both for its salvation and for its participation in this sacrificial offering. Along with himself -- in himself -- Christ offers the world as well as a sacrifice for the expiation of our sins, as if demanding from the world this sacrifice of love as the only path toward union with him, that is, for salvation. He raises the world as well upon the Cross, making it a participant in his death and in his glory.
How profound is the resonance of these words of the Eucharist: "Thine own of thine own we offer unto thee, on behalf of all and for all." The Eucharist here is the Gospel in action. It is the eternally existing and eternally accomplished sacrifice of Christ and of Christ-like human beings for the sins of the world. Through it earthly flesh is deified and having been deified enters into communion again with earthly flesh. In this sense the Eucharist is true communion with the divine. And is it not strange that in it the path to communion with the divine is so closely bound up with our communion with each other. It assumes consent to the exclamation: "Let us love one another, that with one mind we may confess Father, Son and Holy Spirit: the Trinity, one in essence and undivided."
The Eucharist needs the flesh of this world as the "matter" of the mystery. It reveals to us Christ's sacrifice as a sacrifice on behalf of mankind, that is, as his union with mankind. It makes us into "christs," repeating again and again the great mystery of God meeting man, again and again making God incarnate in human flesh. And all this is accomplished in the name of sacrificial love for mankind.
But if at the center of the Church's life there is this sacrificial, self-giving eucharistic love, then where are the Church's boundaries, where is the periphery of this center? Here it is possible to speak of the whole of Christianity as an eternal offering of the Divine Liturgy beyond church walls. What does this mean? It means that we must offer the bloodless sacrifice, the sacrifice of self-surrendering love not only in a specific place, upon the altar of a particular temple; the whole world becomes the single altar of a single temple, and for this universal Liturgy we must offer our hearts, like bread and wine, in order that they may be transubstantiated into Christ's love, that he may be born in them, that they may become "Godmanhood" hearts, and that he may give these hearts of ours as food for the world, that he may bring the whole world into communion with these hearts of ours that have been offered up, so that in this way we may be one with him, not so that we should live anew but so that Christ should live in us, becoming incarnate in our flesh, offering our flesh upon the Cross of Golgotha, resurrecting our flesh, offering it as a sacrifice of love for the sins of the world, receiving it from us as a sacrifice of love to himself. Then truly in all ways Christ will be in all.
Here we see the measurelessness of Christian love. Here is the only path toward becoming Christ, the only path which the Gospel reveals to us. What does all this mean in a worldly, concrete sense? How can this be manifested in each human encounter, so that each encounter may be a real and genuine communion with God through communion with man? It implies that each time one must give up one's soul to Christ in order that he may offer it as a sacrifice for the salvation of that particular individual. It means uniting oneself with that person in the sacrifice of Christ, in flesh of Christ. This is the only injunction we have received through Christ's preaching of the Gospel, corroborated each day in the celebration of the Eucharist. Such is the only true path a Christian can follow. In the light of this path all others grow dim and hazy. One must not, however, judge those who follow other conventional, non-sacrificial paths, paths which do not require that one offer up oneself, paths which do not reveal the whole mystery of love. Nor, on the other hand, is it permitted to be silent about them. Perhaps in the past it was possible, but not today.
Such terrible times are coming. The world is so exhausted from its scabs and its sores. It so cries out to Christianity in the secret depths of its soul. But at the same time it is so far removed from Christianity that Christianity cannot, should not even dare to show a distorted, diminished, darkened image of itself. Christianity should singe the world with the fire of Christian love. Christianity should ascend the Cross on behalf of the world. It should incarnate Christ himself in the world. Even if this Cross, eternally raised again and again on high, be foolishness for our new Greeks and a stumbling block for our new Jews, for us it will still be "the power of God and the wisdom of God" (1 Cor. 1:24).
We who are called to be poor in spirit, to be fools for Christ, who are called to persecution and abuse -- we know that this is the only calling given to us by the persecuted, abused, disdained and humiliated Christ. And we not only believe in the Promised Land and the blessedness to come: now, at this very moment, in the midst of this cheerless and despairing world, we already taste this blessedness whenever, with God's help and at God's command, we deny ourselves, whenever we have the strength to offer our soul for our neighbors, whenever in love we do not seek our own.

Taken From Mother Maria Skobtsova"Types of Religious Lives"

Tuesday, March 24, 2015

Ποια είναι τα θαυματουργά βότανα που βοηθούν την αναπνοή και καθαρίζουν τα πνευμόνια


Καθημερινά ερχόμαστε σε επαφή με ερεθιστικούς και επιβλαβείς μικροοργανισμούς όπως σκόνη, καυσαέριο, μούχλα, μύκητες και τοξίνες που απειλούν την υγεία των πνευμόνων μας.

Οι παθήσεις που παρουσιάζουν αύξηση τα τελευταία χρόνια εξαιτίας της ρύπανσης της ατμόσφαιρας είναι η Χρόνια Αποφρακτική Πνευμονοπάθεια (ΧΑΠ), το άσθμα, η βρογχίτιδα, το εμφύσημα και η πνευμονία είναι μερικές από αυτές.

Ευτυχώς η φύση έχει τη λύση και πάλι! Στο φαρμακείο της μπορεί κανείς να βρει μεγάλη ποικιλία βοτάνων που αναπτύσσουν αποχρεμπτική και αντιβηχική δράση και άλλα που καταπολεμούν τις λοιμώξεις των πνευμόνων, το άσθμα, τις φλεγμονές και άλλες συναφείς παθήσεις. Μερικά από τα θαυματουργά βότανα για το αναπνευστικό είναι τα παρακάτω:

Ο ευκάλυπτος


 


Η αποτελεσματικότητα του ευκαλύπτου οφείλεται σε μια ένωση που ονομάζεται κινεόλη. Η Κινεόλη έχει πολλαπλά οφέλη – καταπολεμά τη συμφόρηση, καταπραΰνει τον ερεθισμό, είναι αποχρεμπτικό και μπορεί να διευκολύνει το βήχα. Εισπνοές ατμού (5-10 σταγόνες ευκαλυπτέλαιου σε μια κατσαρόλα με βραστό νερό) βοηθούν στην αντιμετώπιση του κρυολογήματος και της καταρροής ενώ για την καταπολέμηση του βήχα συστήνονται εντριβές με διάλυμα στο στήθος. Είναι γνωστό άλλωστε ότι ο ευκάλυπτος είναι ένα κοινό συστατικό σε σιρόπια βήχα και παστίλιες.

H μέντα

 


Το αιθέριο έλαιο της μέντας το χρησιμοποιούν για γαργάρες σε περιπτώσεις αμυγδαλίτιδας ενώ το τσάι μέντας είναι καταπραϋντικό για το βήχα, την καταρροή και για το κοινό κρυολόγημα. Η μενθόλη στη μέντα χρησιμοποιείται εδώ και πολλά χρόνια ως ένα κατασταλτικό του βήχα και ως αποσυμφορητικό και είναι ένα κοινό συστατικό σε σταγόνες για το βήχα, ρινικά σπρέι και αλοιφή για το στήθος.

Η Γλυκόριζα


 


Η γλυκόριζα χρησιμοποιείται στην παραδοσιακή κινέζικη ιατρική και είναι ένα από τα πιο δημοφιλή βότανα σε όλο τον κόσμο. Δρα ως μαλακτικό των πνευμόνων, αποχρεμπτικό και αντιφλεγμονώδες. Επίσης ελαττώνει τον βήχα και σύμφωνα με τους βοτανολόγους δρα ευεργετικά στο στήθος σε περιπτώσεις κρυολογήματος και πνευμονίας. Ενδεικτικό των ιδιοτήτων της είναι το γεγονός ότι από τον χυμό της ρίζας του φυτού, ο οποίος ονομάζεται γιάμπολη, παρασκευάζονται οι μαύρες παστίλιες για τον λαιμό και το βήχα.

Το Θυμάρι

 

Το θυμάρι, γνωστό από την αρχαιότητα για τις ιαματικές ιδιότητές του, είναι ένα φυτό με έντονη μυρωδιά, που περιέχει αιθέριο έλαιο (θυμέλαιο), στυπτικές και αντιβιοτικές ουσίες. Η θυμόλη που περιέχεται κατά 40% στο αιθέριο έλαιο του θυμαριού χρησιμοποιείται κατά των παθήσεων του αναπνευστικού συστήματος σε γαργάρες και κατά της χρόνιας βρογχίτιδας, της φυματίωσης και του κοκίτη με μορφή διαλύματος σε κομπρέσες.

Το Φασκόμηλο

 


Το τσάι με φασκόμηλο είναι μια παραδοσιακή θεραπεία για το βήχα και τον πονόλαιμο. Οι πλούσιες αρωματικές ιδιότητες που προκύπτουν από τα πτητικά έλαια του φασκόμηλου όπως η κάμφορα και τα τερπένια μπορούν να αξιοποιηθούν από την εισπνοή υδρατμών για να διαλυθεί η ιγμορίτιδα και οι πνευμονικές διαταραχές.

Η Ρίγανη

 


Η θυμόλη και η καρβακρόλη (οι οποίες περιέχονται στη ρίγανη) αναστέλλουν την ανάπτυξη των βακτηρίων του Staphylococcus aureus και της Pseudomonas aeruginosa. Και οι δύο αυτές ενώσεις έχουν αποσυμφορητικά και αντιισταμινικά αποτελέσματα πιο ισχυρά από τις κοινές θεραπείες με αντιβιοτικά.

Η Λεβάντα

 

Με την εξαιρετική αντιμικροβιακή δράση της θεωρείται ότι εξουδετερώνει τον πνευμονιόκοκκο, ενώ εισπνοές και εντριβή με το αιθέριο έλαιο που παράγει καταπολεμούν βήχα, άσθμα, βρογχίτιδα και λαρυγγίτιδα.

Η Αρχιστράτηγός μας!


Η Παναγία έκανε το θαύμα της...

«Χαίρε, δι’ ής εγείρονται τρόπαια
Χαίρε, δι’ ής εχθροί καταπίπτουσιν»

626 μ. Χ. Η Κωνσταντινούπολις, η πρωτεύουσα της Βυζαντινής αυτοκρατορίας, εδοκιμάζετο σκληρώς. Ο Ηράκλειος, ο γενναιότατος αυτοκράτορ, απουσίαζε. Με όλον τον στρατόν του ευρίσκετο προς τα ανατολικά σύνορα της αυτοκρατορίας, αγωνιζόμενος να συντρίψει τον Χοσρόην, τον αγέροχον εκείνον βασιλέα της Περσίας, τον διάδοχον του Ξέρξου κατά το μίσος προς τον Ελληνισμόν, όστις εκαυχάτο ότι δεν θα καταθέσει τα όπλα παρά μόνον όταν και ο τελευταίος Χριστιανός αρνηθή τον εσταυρωμένον. Αλλ’ ενώ ο στρατός εμάχετο και συνέτριβε την αντίχριστον δύναμιν του Χοσρόου, Χοσρόη συμμαχή μετά των Αράβων, άλλου εχθρού του Βυζαντίου. Αι στρατιαί των προχωρούν, και ιδού η πόλις ευρίσκεται πολιορκιμένη από ξηράς και θαλάσσης. Φρουρά της πόλεως ήτο ελάχιστη. Τα τρόφημα είχον εκλείψει. Οι κάτοικοι, βλέποντες την μυρμηγκιάν των εχθρών, ήρχισαν να δειλούν. Το ηθικόν κατέπιπτεν. Εις την κρισημοτάτην εκείνην στιγμήν, καθ’ ήν εκρίνετο η τύχη όχι μόνον της πόλεως, αλλά και του πολιτισμού της ανθρωπότητος, η χριστιανική πίστις εθαυματούργησεν.

Ο πατριάρχης Σέργιος, κρατών την εικόνα της Παναγίας, προτρέπει τον λαόν εις αντίστασιν. Αναπτερώνει τα αισθήματα, εγκαρδιώνει τους ανάνδρους, εξοπλίζει ψυχικώς τον λαόν, και η φρουρά επί των τειχών της πόλεως αμύνεται. Και ενώ αι χείρες των γενναίων υπερασπιστών της πόλεως εκράτουν τα όπλα, αι καρδίαι όλων προσηύχοντο και ανέμενον την βοήθειαν της Παναγίας, την προστασίαν του Θεού.

Και η βοήθεια ήλθε, και το θαύμα έγινεν. Εις την θάλασσαν του Βοσπόρου, καθώς περιγράφουν οι ιστορικοί της εποχής, εγείρεται πρωτοφανής καταιγίς. Τεράστια κύμματα χτυπούν τον εχθρικόν στόλον, η θάλασσα ολοέν εξογκόνεται, μαίνεται, και καταπίνει κατά χιλιάδας τα πλοία των εχθρών. Η Παναγία έκανε το θαύμα της. Εβύθισε τον στόλον και ηλευθέρωσε την πόλιν. Από τότε ανεκηρύχθη η Αρχιστράτηγος και εις όλην την πόλιν ηκούετο ο θούριος «Τη Υπερμάχω Στρατηγώ…».

Έκτοτε επέρασα 1.300 και πλέον έτη. Και ενώ κατά το διάστημα τούτο ο Ελληνικός λαός έμαθε και απέμαθε χιλιάδας άσματα σχετικά με διάφορα γεγονότα της κοσμικής ζωής του, εν τούτοις ο Ακάθιστος ύμνος δεν ελησμονήθη. Και εις την Πόλιν, και εις τας Αθήνας, και εις την Κύπρον, και εις το όρος Σινά, και όπου υπάρχει εκκλησία ελληνική, κάθε Παρασκευήν της Μεγάλης Τεσαρακοστής οι Χριστιανοί Έλληνες ψάλλουν τον θεσπέσιον ύμνον και εκφράζουν την βαθείαν ευγνωμοσύνην προς την Παναγίαν, την Αρχιστράτηγον του Γένους μας.

Και δόξα τω Θεώ, ζει εις την ψυχήν της Ελλάδος η πίστις αυτή. Διότι όχι μόνον τω καιρώ εκείνω, το 626, αλλά και επί των ημερών μας ο χριστιανικός λαός της Ελλάδος εθαυματούργησε με την βαθείαν πίστιν εις τον Θεόν.

Ήτο η 28η Οκτωβρίου 1940. Τότε ένας νεότερος Χοσρόης, όχι πλέον εξ Ανατολών αλλά εξ Δυσμών, ώρμα με μίσος άσπονδον κατά της Ελλάδος, με την απόφασιν να την εξαλείψη δια παντός από τον χάρτην της Ευρώπης. Αλλ’ οι Έλληνες δεν επτοήθησαν. Με την πίστιν, ότι η Παναγία είνε μαζί των και ότι θα τιμωρήσει τον ασεβή, όστις εμίανε την εορτήν της, η Ελλάς ημύνθη. Κάθε στρατιώτης είχε εις το στήθος του την εικόνα της Παναγίας. Πολλοί αξιωματικοί και στρατιώται την είδον - δεν είνε ψεύδος, είνε αλήθεια - να περιπατή επάνω εις τα χιονισμένα βουνά της Αλβανίας και να δίδη νίκας εις τον στρατόν μας, νίκας που έκανα τον κόσμον να απορή, να θαυμάζη και να διερωτάται. Τι είνε επί τέλους αυτοί οι Έλληνες!

Είνε λοιπόν, η Παναγία η Αρχιστράτηγός μας. Δια τούτο και κατά την εθνικήν μας εορτήν της 25ης Μαρτίου ολόκληρος ο λαός των Αθηνών και του Πειραιώς, ως μια ανθρωποθάλασσα προσκυνητών, υπεδέχθη πανδήμως με βαθυτάτην κατάνυξιν την εικόνα της Μεγαλόχαρης της Τήνου. Και όλοι έψαλαν. «Τη Υπερμάχω Στρατηγώ τα νικητήρια».

Και η Ελλάς με την πάνδημον αυτήν υποδοχήν, κατά το πρώτον αυτό έτος της απελευθερώσεώς μας από τους κατακτητάς, εκφράζει χαρακτηριστικώς την απόφασίν της, ότι η νέα ζωή του έθνους πρέπει να θεμελιωθή επάνω εις την χριστιανικήν μας πίστιν.

Ναι! Δια της πίστεως εις τον Χριστόν έζησεν η Ελλάς και εθαυματούργησεν εις το παρελθόν. Δια της πίστεως αυτής θα ζήσωμεν. Χωρίς την χριστιανικήν πίστιν θα καταπέσωμεν, έστω και εάν τα έχωμεν όλα διωργανωμένα. Χωρίς πίστιν θα ήμεθα σώμα χωρίς νεύρα, χωρίς ψυχήν. Διότι ψυχή της Ελλάδος μας πρέπη να γίνει ο Χριστός, η πίστις εις Αυτόν, η οποία πρέπει να εκδηλωθεί εις την καθημερινήν μας ζωήν. Ας ακούσωμεν όλοι τι γράφει επι του σπουδαιοτάτου τούτου ζητήματος ο εθνικός μας ιστορικός Κ. Παπαρηγόπουλος. «Ουδέποτε έθνος ηυδαιμόνησε και εμεγαλούργησεν εν τω κόσμω τούτω άνευ ισχυρών ηθικών ελατηρίων. Εν δε των ελατήριων τούτων, και το ισχυρότατον πάντων, είνε η Θρησκεία. Όλοι οι άλλοι ηθικοί των εθνών μοχλοί, φιλοπατρία, φιλοτιμία, φιλοδοξία, παιδεία, ισονομία, και ει τις άλλος, ηνωμένοι ομού, δεν δυνηθώσι ν’ αναπληρώσωση την έλλειψιν της θρησκείας… Τα έθνη λοιπόν δεν ακμάζουσι και δεν μεγαλουργούσιν ειμή δια της Θρησκείας, ήτις στήνει τον θρόνον αυτής εν μέση κοινωνία και εν μέσοις στρατοπέδοις, ίνα διδάξη τον λαόν το «Χριστός πολιτεύεσθαι και το γενναίως θρήσκειν».

Αυτή είνε η φωνή της Ιστορίας. Θα είμεθα εγκληματικώς ανόητοι εάν την περιφρονήσωμεν, απείρως όμως ευτυχείς εάν όλοι την ακούσωμεν τώρα εις την αρχήν του νέου εθνικού μας βίου.

«ΕΣΤΙΑ» Αριθμ. φύλλ. 13
Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου στην Κοζάνη
ανεδημοσιεύθη εις την «Σπίθα» φ. 573/Απρ. 2000, σελ. 1
augoustinos-kantiotis.gr
armenisths.blogspot.gr

Τὴν σπουδήν σου τῇ κλήσει κατάλληλον, ἐργασάμενη φερώνυμε, τὴν ὁμώνυμόν σου πίστιν, εἰς κατοικίαν κεκλήρωσαι, Παρασκευὴ Ἀθληφόρε· ὅθεν προχέεις ἰάματα, καὶ πρεσβεύεις ὑπὲρ τῶν ψυχῶν ἡμῶν.

Τήν πάσαν ἐλπίδα μου, εἰς σέ ἀνατίθημι, Μῆτερ τοῦ Θεοῦ, φύλαξον μέ ὑπό τήν σκέπην σου.

The Passions that control us ( St. John Damascene )


“These eight passions should be destroyed as follows: gluttony by self-control; unchastity by desire for God and longing for the blessings held in store; avarice by compassion for the poor; anger by goodwill and love for all men; worldly dejection by spiritual joy; listlessness by patience, perseverance and offering thanks to God; self-esteem by doing good in secret and by praying constantly with a contrite heart; and pride by not judging or despising anyone in the manner of the boastful Pharisee (cf. Luke 18 : 11–12), and by considering oneself the least of all men. 


When the intellect has been freed in this way from the passions we have described and been raised up to God, it will henceforth live the life of blessedness, receiving the pledge of the Holy Spirit (cf. 2 Cor. 1 : 22). And when it departs this life, dispassionate and full of true knowledge, it will stand before the light of the Holy Trinity and with the divine angels will shine in glory through all eternity.”


St. John Damascene
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...