Thou hast made me known to friendsWhom I knew not.Thou hast given me seats in homes not my own.
Thou hast brought the distant near And made a brother of the stranger. I am uneasy at heart When I have to leave my accustomed shelter, I forget that there abides the old in the new, and that there also, Τhou abidest. Through birth and death, in this world or in others, wherever Τhou leadest me, it isΤhou the same, the One Companion of my endless life, who ever linkest my heart with bonds of joy to the Unfamiliar. When one knows Τhee, then alien there is none, then no door is shut. Oh! Grant me my prayer That I may never lose the bliss Of the touch of the One In the play of the many. |
Συ με γνώρισες στον άγνωστο κι έγινε φίλος.Ζεστή μου χάρισες γωνιάΣε σπιτικά που δε με ξέραν.
Με σε, το πέρα είναι εδώ Και αδελφός μου ο κάθε ξένος. Κι αν φοβηθώ ποτέ ν’ αφήνω το χθεσινό μου το απάγγιο, είναι που θα ξεχνώ πως στο καινούριο το παλιό θα βρίσκω πάλι, Αφού Εσύ κι εκεί υπάρχεις. Με την γέννηση, με τον θάνατο,σ’ αυτόν τον κόσμο ή τον άλλον, όπου κι αν με πας θα ‘σαι Εσύ, πάντα Εσύ, ο ίδιος και ο μόνος συνοδοιπόρος και σύντροφος της ατελεύτητης ζωής μου. Σύ που ξέρεις, που μπορείς, με χαρμόσυνα δεσμά την καρδιά μου με το Άγνωστο να δένεις. Για κέινον που σε γνώρισε. Άγνωστος δεν είναι κανείς, πορτά καμμιά κλειστή δεν μένει. Εισάκουσε την προσευχή μου, Να μη χάσω ποτέ τον όλβο αυτόν Της άρρηκτης συνδέσεως με τον Ένα, Μες στων πολλών ανθρώπων την βοή. |