Ἔλεγε
ὁ π. Πορφύριος ὅτι τὸ ἐνδιαφέρον τοῦ καλοῦ πατέρα γιὰ τὸ παιδί του
πρέπει νὰ μένει ἀμείωτο, ἀκόμη κι ὅταν τὸ παιδὶ μεγαλώνει καὶ
σκληρύνεται καὶ ἐπαναστατεῖ καὶ δὲν τὸν ἀκούει καὶ παίρνει ἀκόμη καὶ
θέσεις ἐχθρικὲς καὶ ἀντίθετες. Ἐκεῖ θὰ φανεῖ ἡ δεξιοτεχνία, ἀλλὰ καὶ ἡ
ἀγάπη τοῦ καλοῦ πατέρα, γιατὶ τὰ παιδιά, μέχρι νὰ εἰσέλθουν εἰς τὴν
ἀνδρικὴ ἡλικία, κάνουν πολλὲς ἀνέμπειρες καὶ ἀνόητες ἐνέργειες καὶ
προκαλοῦν τοὺς γονεῖς, εἰδικὰ τὸν πατέρα.
Ὁ πατέρας καμιὰ φορὰ σκληρύνεται καί, ἀπὸ ἀπερισκεψία λησμονεῖ τὴ
θέση τοῦ καλοῦ πατέρα καὶ γίνεται ἀστυνομικὸς σκληρὸς καὶ κάνει στὸ
παιδί του, πολλὲς φορές, ἀνεπανόρθωτο κακό.
Ἂν τὸ ἀνώριμο παιδί, ὁ νέος αὐτός, ψυχολογήσει τὸν πατέρα του ὅτι
εἶναι πραγματικὰ καλὸς πατέρας, ὅτι κάνει παράλογες παραχωρήσεις καὶ
ὑπομονὴ πατρική, τότε τὸ παιδὶ αὐτό, μέχρι νὰ πεθάνει, θὰ ἔχει συνεχῶς
στὸ στόμα του τὸ ὄνομα τοῦ πατέρα του, καὶ θὰ λέει: Ἐμένα ὁ πατέρας μου
ἤτανε ἅγιος· τὸν γνώρισα, ὅταν εἶχα τὶς νεανικές μου τρέλες.
Γεροντας Πορφύριος