«Αν κάποια μέρα», άρχισε να μου λέει ο Παππούλης, «περπατάς ήσυχος στο δρόμο σου και ιδείς τον αδελφό σου να προπορεύεται κι αυτός ήσυχα, αλλά σε μια στιγμή αντικρίσεις έναν κακό άνθρωπο, να πετάγεται ξαφνικά από μια πάροδο και με ένα μαχαίρι να ορμά κατεπάνω στον αδελφό σου, να τον κτυπά, να του τραβά τα μαλλιά, να τον πληγώνει και να τον ρίχνει κάτω ματωμένο, εσύ, μπροστά σ' αυτό το θέαμα, θα οργισθείς εναντίον του αδελφού σου ή θα τον λυπηθείς;»
Παραξενεύθηκα με την ερώτηση του Γέροντα και τον ρώτησα κι εγώ με τη σειρά μου:
"Πώς είναι δυνατό να οργισθώ εναντίον του πληγωμένου αδελφού μου, που έπεσε θύμα του κακοποιού;
Ούτε καν πέρασε από το νου μου τέτοια σκέψη. Ασφαλώς και θα λυπηθώ και θα προσπαθήσω να τον βοηθήσω όσο μπορώ".
«Έ, λοιπόν», συνέχισε ο Γέροντας, «κάθε άνθρωπος, που σε προσβάλλει, που σε βλάπτει, που σε συκοφαντεί, που σε αδικεί με οποιοδήποτε τρόπο, είναι ένας αδελφός σου, που έπεσε στα χέρια του κακοποιού διαβόλου.
Εσύ, όταν αντικρίσεις τον αδελφό σου να σε αδικεί, τι πρέπει να κάνεις; Πρέπει να τον λυπηθείς πολύ, να τον συμπονέσεις και να παρακαλέσεις θερμά και σιωπηλά το Θεό, να στηρίξει εσένα, στη δύσκολη αυτή ώρα της δοκιμασίας σου και να ελεήσει και τον αδελφό σου, που έπεσε θύμα του ληστού διαβόλου, κι ο Θεός θα βοηθήσει κι εσένα και τον αδελφό σου.
Διότι, αν δεν το κάνεις αυτό, αν, αντιθέτως, οργισθείς εναντίον του αδελφού σου, αντιτάσσοντας στην επίθεσή του την αντεπίθεσή σου, τοτε
ο διάβολος, που βρίσκεται στο σβέρκο του αδελφού σου, πηδάει και στο δικό σου σβέρκο και σας χορεύει και τους δύο.»
ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΠΟΡΦΥΡΙΟΣ