Tuesday, December 16, 2014

Τα Χριστούγεννα ενός άθεου ( ΑΛΗΘΙΝΗ ΙΣΤΟΡΙΑ )


 

Σημείωμα Συγγραφέα: Το διήγημα που ακολουθεί - και είχαμε πρωτοδημοσιεύσει πρόπερσι - δεν έχει σκοπό να δρέψει λογοτεχνικές δάφνες και βραβεία. Αντίθετα, επιδιώκει να αφυπνίσει συνανθρώπους μας που είναι βυθισμένοι στο σκοτάδι της αθεΐας, φέρνοντάς τους στο ΦΩΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ. Για έναν λόγο παραπάνω: Διότι τα όσα αναφέρονται βασίζονται σε πραγματικά περιστατικά, με τα ονόματα των πρωταγωνιστών αλλαγμένα για ευνόητους λόγους.



Ξύπνησε πάλι απότομα. Άγρια. Με τον συνεχόμενο ήχο του κουνουδιού, αντί για τον γνώριμο του κινητού του, που χτυπάει σαν ξυπνητήρι κάθε πρωί στις 8.

«Ούτε να κοιμηθεί κανείς δεν μπορεί», σκέφτηκε και άλλαξε πλευρό γκρινιάζοντας. Προσπάθησε να ξαναβυθιστεί στην αγκαλιά του Μορφέα. Μάταια όμως. Το κουδούνι χτύπαγε σαν τρελό, ξανά και ξανά.

«Τι συμβαίνει;», αναρωτήθηκε για λίγο. Γιατί αμέσως άκουσε χαρούμενα ξεφωνητά παιδιών που έλεγαν τα Κάλαντα. Τους είχαν ανοίξει στο κάτω πάτωμα.

Βλαστήμησε δυνατά. Είχε πάρει άδεια από τη δουλειά τις μέρες αυτές, επίτηδες για να ξεκουραστεί. Με ποιο δικαίωμα τον ενοχλούσαν αυτά τα μυξιάρικα;

Τι είναι σήμερα και τραγουδάνε; Μια συνηθισμένη μέρα. Μια ακόμα μουντή, γκρίζα και παγωμένη μέρα του Δεκεμβρίου.

Μετά θυμήθηκε πως είναι Παραμονή Χριστουγέννων. Έσκασε στα γέλια. «Ρε με τι αηδίες κάθονται και παραμυθιάζονται...», φώναξε με θριαμβευτικό, σαρκαστικό χαμόγελο.

Σηκώθηκε, έφτιαξε καφέ και κάθησε στον υπολογιστή. Είχε μήνυμα από τη Λένα στο Facebook, για να συναντηθούν για τα τελευταία ψώνια «πριν γεννηθεί ο Χριστός», όπως του έγραφε.

Όχι, δεν ήταν καμιά θρησκευόμενη η κοπέλα του. Απλά τον πείραζε, ειδικά αυτές τις μέρες, μιλώντας του συνεχώς γι' αυτά που εκείνος όχι μόνο δεν πιστεύει, αλλά βρίζει κι από πάνω.

Έτσι έκανε και τώρα. Βλαστήμησε ξανά, με τον ίδιο τρόπο που κάνουν εκατομμύρια Έλληνες. Βαριέται να πάει για ψώνια, αλλά αυτό που τον εκνευρίζει περισσότερο είναι αυτή η «γέννηση».

Χτυπάει το τηλέφωνο. Είναι η μητέρα του, που μένει στον πάνω όροφο μαζί με την υπόλοιπη οικογένεια. Τον προσκαλεί στο χριστουγεννιάτικο δείπνο, αλλά του βάζει και μια «αγγαρεία» να κάνει, να πεταχτεί δηλαδή μέχρι τον χασάπη της γειτονιάς και να πάρει μερικά μπριζολάκια.

Με τα χίλια ζόρια ντύνεται και βγαίνει έξω. Μια περίεργη γιορταστική ατμόσφαιρα αναδύεται στην πόλη, παρότι η κίνηση στα μαγαζιά είναι περιορισμένη.

Ανοίγει την πόρτα για να μπει στο κρεοπωλείο. Ταυτόχρονα - κατάρα! - βγαίνει ένας ιερέας. Κρατώντας μια τεράστια γαλοπούλα τυλιγμένη σε ζελατίνα.

Τον κοιτάζει με αηδία. Είναι χοντρός, με αυτά τα μούσια και τις μαύρες πλερέζες, που τον κάνουν ακόμα πιο αντιπαθητικό.

«Ρε τον πεινάλα! Κοίτα να δεις τι γαλοπούλα πήρε να φάει ο βούβαλος!», σκέφτεται. «Ε βέβαια, αφού τους πληρώνουμε τους χαραμοφάηδες...!»

Κουνάει το κεφάλι περιπεκτικά. Ναι, φυσικά και είχε δίκιο! Κλασικός παπάς ήταν αυτός, από εκείνους που βλέπει και σιχαίνεται! Κοίτα τι πήρε να φάει, ενώ ο κοσμάκης πεινάει! ΝΤΡΟΠΗ ΤΟΥ!

Ξαφνικά, από την γωνία παραδίπλα, ένα χαρούμενο λεφούσι ξεπετάγεται. Πέντε - έξι παιδάκια τρέχουν κοντά στον παπά, με την μητέρα να προσπαθεί να τα φτάσει. Κάνουν χαρά, επειδή βλέπουν τη μεγάλη γαλοπούλα και το γελαστό πρόσωπο του πατέρα τους.

Ο Μηνάς αποστρέφει το βλέμμα του. «Τι τα θέλει τόσα παιδιά ο αργόσχολος», προσπαθεί να δικαιολογήσει τις προηγούμενες σκέψεις του.

Μ' αυτά και μ΄αυτά, ούτε καταλαβαίνει πώς περνάει το πρωινό. Απορροφημένος στον υπολογιστή, ρίχνει τις τελευταίες ματιές στη δουλειά για το σπίτι που του έδωσε ο προϊστάμενος και σε κάτι άρθρα που του έστειλε ο Λευτέρης.

Μα ναι, είναι πολύ ενδιαφέροντα αυτά που του στέλνει ο κολλητός του! «Έτσι θα αντιμετωπίζεις τους χριστιανούληδες όποτε σου κολλάνε», του έχει πει. Και πράγματι! Αισθάνεται σε θέση ισχύος, ειδικά με αυτό το «zeitgeist» που του έστειλε πρόσφατα.

Αλλά και πόσες ακόμα ιστοσελίδες που ενισχύουν τις απόψεις του, δεν έχει καταχωρήσει στα «αγαπημένα»! Εδώ βρίσκεται τώρα, ανταλλάσοντας απόψεις για τα Χριστούγεννα, μαζί με άλλους λογικούς ανθρώπους, που δεν είναι πρόβατα όπως οι Χριστιανοί.

Το δηλητήριο που ξερνάει η οθόνη του υπολογιστή τον έχει εντελώς απορροφήσει. Ώσπου χτυπάει η πόρτα του.

Είναι η Λένα, που τον περίμενε για μια ώρα στο σημείο που είχαν δώσει ραντεβού. Βάζει τις φωνές. Μια τυπική φασαρία ζευγαριού αρχίζει. Και τελειώνει με βρισιές, απειλές και νέα χτυπήματα, πιο δυνατά αυτή τη φορά, στην πόρτα.

«Ωραία», σκέφτεται. «Πάει κι αυτή, να σε δω με ποιον θα πας το βράδυ στο κλαμπ που έχουμε κλείσει, κακομοίρη μου».

Δεν κάθεσαι σπίτι καλύτερα; Τι τις θες εσύ τις γιορτινές ατμόσφαιρες, γι' αυτά τα παραμύθια; Τι γιορτάζεις;

Άσε που δεν έχουν μείνει και πολλά λεφτά. Πάνε τα παλιά μεγαλεία με τα μπουκάλια σε πανάκριβα κέντρα της παραλιακής. Φέτος έκλεισε με προσφορά, κι αυτή με το ζόρι.

Χέστα λοιπόν όλα! Παράτα τα! Καλύτερα να μην υπάρχουν Χριστούγεννα, για να μην ξοδεύουμε κιόλας!

Δεν πεινάει, ούτε έχει διάθεση να βγει έξω. Κλεισμένος στο δωμάτιό του, παρέα με τα νέα κείμενα του «atheism. net»,περνάει καλύτερα την ώρα του.

Με τα χίλια ζόρια ανεβαίνει πάνω, όταν το βραδάκι η μάνα του τον φωνάζει για φαγητό. Έχουν και ορισμένους καλεσμένους συγγενείς, που έχουν έρθει για «ρεβεγιόν».

Δεν τον ενοχλεί αυτό. Ευτυχώς, δεν υπάρχουν θεούσοι εδώ μέσα. Να φάμε, να πιούμε, να παίξουμε και κάνα χαρτάκι, να πούμε και καμιά βλακεία για να περάσει ανώδυνα η ώρα. Όπως κάθε χρόνο δηλαδή, παραμονή Χριστουγέννων. Βαρεμάρα...

Η ώρα περνάει και κατά τις 2 τα μεσάνυχτα, ένας - ένας οι καλεσμένοι φεύγουν. Για στάσου όμως! Υπάρχει ένας ακόμα, που τώρα έφτασε...!

Είναι ο Λευτέρης, ο φίλος του. Το πρότυπό του. Ο μέντοράς του. Έρχεται με αυτό το γνωστό ύφος γεμάτο αυτοπεποίθηση, σιγουριά και ίσως αλαζονεία.

Ωραία, σκέφτεται. Θα το ξενυχτήσουμε απόψε. Θα πούμε δυο κουβέντες σαν άνθρωποι, βρε αδερφέ! Ο Λευτέρης είναι κάτι σαν...γκουρού γι' αυτόν.

Αναπόφευκτα η συζήτηση περιστρέφεται γύρω από τους «χριστιανούληδες» και τα Χριστούγεννα τους. Τους ειρωνεύονται και τους οικτίρουν, για τα «παραμύθια» που πιστεύουν. Εκεί κάπου, ο Λευτέρης του πετάει και κάτι «καινούρια».

«Αυτοί κατέστρεψαν την Ελλάδα, φίλε. Έσφαζαν τους Έλληνες, γκρέμιζαν τους ναούς. Η Ελλάδα τελείωσε στην αρχαιότητα, φίλε. Μαζί με τους θεούς μας».

Στέκεται αποσβολωμένος ο Μηνάς.

«Τους ποιους, είπες; Τους θεούς;»

«Ναι, φίλε. Αυτή είναι η θρησκεία μας και όχι ο εβραιοχριστιανισμός. Αυτήν πιστεύω κι εγώ».

Κρύος ιδρώτας λούζει τώρα τον Μηνά. Τον άθεο, που νόμιζε πως ο φίλος του έχει τις ίδιες απόψεις μ' εκείνον.

«Μα καλά, εσύ δεν μου λες χρόνια τώρα πως δεν υπάρχει κανένας θεός;;; Τι μου λες για δώδεκα θεούς τώρα; Εγώ δεν πιστεύω ούτε σε Έναν!»

«Μη στενοχωριέσαι, Μηνά», του απαντά εκείνος με το γνώριμο, υπεροπτικό ύφος του.
«Έλα να σου δείξω μερικά μπλογκ που γράφουν γι' αυτά, να δεις πώς συνδυάζονται όλα».

Τον πιάνει από το χέρι. Ο Μηνάς το τραβάει. Μέσα του, αυτή τη στιγμή συμβαίνει μια τιτανομαχία. Γκρεμίζονται οι ιδέες, τα πιστεύω και τα...δεν πιστεύω του. Αισθάνεται προδομένος.

Όχι, δεν θα ακούσει τον "φίλο" του. Εκείνος είναι και παραμένει άθεος. Ορκισμένος κι αμετακίνητος.

«Λευτέρη, είμαι κουρασμένος», του λέει. «Θα πέσω για ύπνο, τα λέμε αύριο».

«Μα...», ίσα που προλαβαίνει να ψελλίσει εκείνος, πριν η πόρτα κλείσει με δύναμη σχεδόν μπροστά στο πρόσωπό του.

Είναι εκτός εαυτού ο Μηνάς. Αρχίζει να βλαστημά ξανά, με τον γνωστό του τρόπο. Βρίζει αυτά που δεν πιστεύει ότι υπάρχουν! Τα παραμύθια!

Όχι, δεν του φαίνεται κωμικό αυτό. Ίσα - ίσα, τον κάνει να αισθάνεται δυνατός.

Βγαίνει στο μπαλκόνι να καπνίσει τσιγάρο. Η ώρα πήγε 5 το πρωί. Κρύο και απόλυτο σκοτάδι, που διακόπτουν μονάχα κάποια - λίγα, είναι η αλήθεια - φωτάκια που αναβοσβήνουν στην απέναντι πολυκατοικία.

Ξαφνικά, μέσα στην απόλυτη σιγή της νύχτας, μια καμπάνα ακούγεται να τη σπάζει. Θα είναι του Αγίου Αντρέα, της Ενορίας της γειτονιάς του.

Σκάει στα γέλια. «Κοίτα να δεις τρέλα που έχει ο κόσμος, αξημέρωτα να πηγαίνει στην Εκκλησία! Τι να κάνει εκεί; Αφού δεν υπαρχει τίποτα!"

«ΤΙΠΟΤΑ! ΤΙΠΟΤΑ! ΤΙΠΟΤΑ!»

Το λέει και το ξαναλέει. Με μίσος. Με οργή, σαν να θέλει να βρίσει όχι τα Θεία όπως κάνει πάντα, αλλά τον εαυτό του. Ναι, αυτόν υβρίζει με μανία αυτή τη φορά. Ξεσπά.

«Είμαι ένα τίποτα λοιπόν; Μαζί με όλα τα υπόλοιπα στον κόσμο είμαστε ένα τίποτα;»

Η σκέψη αυτή διαπερνά το μυαλό του σαν ηλεκτροσόκ. Αρνείται να δεχθεί ότι όλα είναι μάταια. Πως υπάρχει μόνο η ύλη, που φθείρεται κι εξαφανίζεται.

Εκείνη τη στιγμή, ακούει βιαστικά βήματα στην είσοδο της πολυκατοικίας του. Σκύβει και βλέπει τον Δήμο μαζί με τους δικούς του, να τρέχουν με τα καλά τους προς τη μεριά της Εκκλησίας.

Καλό παιδί ο Δήμος, αλλά λιγάκι «βαρεμένος». Συμμαθητές στο σχολείο, μα ο Μηνάς τον είχε απομακρύνει από κοντά του. Τον έλεγε «χριστιανοταλιμπάν», επειδή συνεχώς του μίλαγε για τον Θεό.

Παρατηρεί αυτές τις σιλουέτες που απομακρύνονται στο σκοτάδι, μέχρι να χαθούν. Κάθεται και σκέφτεται.

Σίγουρα τώρα θα βρίσκονται στην Εκκλησία. Τι μανία κι αυτή; Τι βρίσκουν πια εκεί πέρα;

«Και δεν πάς κι εσύ να δεις;», ακούγεται μια φωνή από μέσα του, που μοιάζει να ξυπνάει από το λήθαργο ετών.

«Εγώ;;; Είπες, εγώ; Να πάω στην Εκκλησία;;; Εγώ ρε;;; Ρε πας καλά; Με τους παπάδες και τις θεούσες; Τι να πάω να κάνω εκεί εγώ;»

«Πήγαινε, αλλά χωρίς το εγώ σου», ακούγεται και πάλι να αντιλαλεί αυτή η φωνή.

Κάθεται ακίνητος ο Μηνάς. Το σκέφτεται και χωρίς πολλά - πολλά, το αποφασίζει!

Σε λίγο, βρίσκεται καθ' οδόν για την Εκκλησία. Έχει να πάει από το Γυμνάσιο, που τους πήγαιναν μια φορά το χρόνο. Κι αυτός πήγαινε, για να μην πάρει απουσίες.

Έφτασε κιόλας. Μέσα στο σκοτάδι, ο μικρός ναός μοιάζει με φωτεινό πλεούμενο. Με φάρο που σκορπά ελπίδα, ζεστασιά και γαλήνη.

Ανοίγει την πόρτα. Δεν κάνει το σταυρό του, ούτε ανάβει κερί. Κάθεται πίσω - πίσω όρθιος, για να μην τον βλέπουν.

Τα φώτα είναι μισοσβησμένα. Δεν καταλαβαίνει γιατί. Ώσπου ακούγεται ένας περίεργος ύμνος, που κάτι λέει για αγγέλους που δοξάζουν...τον Χριστό!!!

Ανάβουν τότε όλα τα φώτα. Η ατμόσφαιρα γίνεται γιορτινή και οι ψαλμωδίες πλημμυρίζουν τ' αυτιά του.

Δεν τις ξέρει, αλλά θέλει να τις ψιθυρίσει. Ειδικά αυτό το «Χριστός γεννάται δοξάσατε», το μαθαίνει κάπως με τη συνεχή επανάληψη.

Δεν κάθεται λεπτό. Ούτε καν παρατηρεί τους γύρω του. Αδιαφορεί για τις «θεούσες». Δεν βλέπει τον παπά αν έχει κοιλιά, αν έχει «χρυσάφια» πάνω του κι αν ψέλνει καλά.

Είναι μόνος του, αυτός κι ο Χριστός.

Σε μια μικρή Εκκλησιά της μεγαλούπολης που λέγεται Αθήνα, μια χαραμάδα φωτός αχνοφέγγει.

Δεν είναι ούτε τα χριστουγεννιάτικα στολίδια, ούτε οι φωτισμένοι πλέον ναοί που πανηγυρίζουν.

Αλλά η ψυχή του Μηνά, που επιτέλους έδιωξε το σκοτάδι και γέμισε με Θείο, Ουράνιο ΦΩΣ...!

Δημήτρης Σωτηρόπουλος


http://agiameteora.net/index.php/xristougennon/6626-ta-xristoygenna-enos-atheou.html

Continuous study of God’s Word and prayer ( St. John the Carpathian )

Nothing upsets a good frame of mind more than laughter, jokes and idle chatter. Likewise, nothing rejuvenates a decaying soul more and prepares it to come closer to God than the fear of God, conscientious attention, and the continuous study of God’s Word and prayer.

St. John the Carpathian

Προσευχὴ στὸν Ἅγιο Πορφύριο. (Ἑνὸς πνευματικοῦ του παιδιοῦ)

Ἀγαπημένε μου Παππούλη. Ἅγιε πνευματικέ μου Πατέρα. Ξέρεις τώρα ἀπὸ ἐκεῖ ψηλὰ ποὺ εἶσαι πόσο εἰλικρινὰ σ᾿ ἀγαπῶ. Πολὺ ἀγάπησες, μοῦ λὲς στὴν ὑποθήκη ποὺ μοῦ ἄφησες, τὸν Ἅγιο Ἰωάννη τὸν Καλυβίτη καὶ ἔκανες πολλὲς προσευχὲς καὶ ἀγῶνες γιὰ νὰ τὸν μιμηθεῖς. Αὐτὸ σὲ βοήθησε πάρα πολὺ νὰ ἀγαπήσεις τὸ Θεὸ καὶ πέρασες ἐδῶ καλά, ἀλλὰ καὶ ἐκεῖ ποὺ βρίσκεσαι τώρα ἀπολαμβάνεις τὴν αἰώνια τρυφὴ τοῦ Παραδείσου, τὸ ἀπρόσιτο φῶς τῆς Τρισηλίου θεότητος, εὐφραινόμενος εἰς τοὺς αἰῶνας. Αὐτὲς τὶς προσευχὲς καὶ ἀγώνα κάνω κι ἐγώ, Παππούλη μου, γιὰ νὰ σὲ μιμηθῶ, ὅσο ζῶ ἐδῶ κάτω στὴ γῆ, ἀκολουθώντας τὰ ἴχνη σου, καὶ μὲ τὴ βοήθειά σου, ποὺ πάντοτε περίμενα καὶ τώρα ἀκόμα περισσότερο περιμένω, ἐλπίζω σὰν πνευματικό σου παιδὶ ποὺ εἶμαι, νὰ ἀγαπήσω καὶ ἐγὼ τὸ Θεό, ποὺ εἶναι τὸ πᾶν, γιὰ νὰ μὲ ἀξιώσει νὰ μπῶ καὶ ἐγὼ στὴν ἐπίγειο ἄκτιστη Ἐκκλησία Του. Γιατὶ ἀπὸ ἐδῶ μοῦ λὲς ὅτι πρέπει νὰ ἀρχίσω. Μοῦ λές, Παππούλη μου, νὰ σὲ συγχωρέσω γιὰ ὅ,τι μὲ στενοχώρησες. Ἐγὼ τότε τί πρέπει νὰ πῶ γιὰ νὰ μὲ συγχωρέσεις, γιὰ τὶς τόσες ἀνυπακοὲς ποὺ ἔκανα σὲ σένα, ἢ τὶς τόσες στενοχώριες καὶ λύπες ποὺ σοῦ προξένησα, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ ἐπιδεινώνω τὴν εὔθραυστη ὑγεία σου, νὰ σοῦ προξενῶ πόνους διάφορους ποὺ οὔτε ὁ πιὸ σκληρὸς τιμωρὸς δὲν θὰ σοῦ τὶς προξενοῦσε. Σὲ παρακαλῶ, Παππούλη μου, δέξου αὐτὴ τὴν εἰλικρινὴ καὶ ταπεινὴ προσευχὴ ποὺ σοῦ κάνω, καὶ παρακάλεσε τὸ Θεὸ νὰ μὲ συγχωρέσει γιὰ ὅσα δὲν σοῦ ἔχω ἐξομολογηθεῖ ἀκούσια, σὲ λόγια, σὲ πράξεις, στὴ διάνοιά μου, καὶ ἀξίωσέ με, ὅσο ζῶ ἐδῶ κάτω στὴ γῆ, νὰ πράττω πάντοτε τὸ θέλημά σου, ποὺ εἶναι καὶ θέλημα τοῦ Κυρίου μας, καὶ ἀξίωσέ με, διὰ τῶν εὐχῶν σου, μήπως, ἔστω καὶ τώρα, μπορέσω νὰ ἀγαπήσω καὶ ἐξιλεώσω τὸν Θεό, μὲ τὴ χάρη καὶ τὴ φιλανθρωπία τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, μαζὶ μὲ τὸν ὁποῖο στὸν Πατέρα καὶ συγχρόνως στὸ ἅγιο Πνεῦμα ἀνήκει ἡ δόξα, ἡ δύναμις καὶ ἡ τιμή, τώρα καὶ πάντοτε καὶ εἰς τοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Ἀμήν. Ἀπὸ τὸ βιβλίο «Ἀναμνήσεις ἀπὸ τὸν Γέροντα Πορφύριο» ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ: ΒΙΒΛΙΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΟΣΙΟ ΠΟΡΦΥΡΙΟ

Άγιος Πορφύριος http://www.porphyrios.net/?p=7130

Patience is needed to weather the storm ( Abba Dorotheus )



When a person — crushed with grief — sins, then what benefit does he receive from this grief? The point is that the reason why we sin is because we are impatient and do not want to endure anything that goes against our will. However, God would never send us anything beyond our strength, just as the Apostle says: "God is faithful, Who will not allow you to be tempted beyond what you are able" (1 Cor. 10:13). But we do not have patience, do not want to endure even a little, do not attempt to accept everything with humility and therefore become overburdened. And the more we attempt to avoid these attacks, the more we suffer from them, get exhausted and are unable to rid ourselves of them. Does this section refer to sailors or swimmers, or does it matter? Something similar occurs with temptation. When a person endures temptation with patience and humility, it passes by without harming him. If he starts to be fainthearted, agitated and begins to blame others, then he will be burdened needlessly, inflicting upon himself even greater temptations without receiving any benefit.

Abba Dorotheus

Monday, December 15, 2014

Ἡ Ἐκκλησία ἔχει ἀνοιχτή τήν ἀγκαλιά της, γιά νά μᾶς ὑποδεχθεῖ.( Άγιος Νεκτάριος )

Τίποτε δέν εἶναι μεγαλύτερο ἀπό τήν καθαρή καρδιά, γιατί μιά τέτοια καρδιά γίνεται θρόνος τοῦ Θεοῦ. Καί τί εἶναι ἐνδοξότερο ἀπό τόν θρόνο τοῦ Θεοῦ; Ἀσφαλῶς τίποτα. Λέει ὁ Θεός γι’ αὐτούς πού ἔχουν καθαρή καρδιά: «θά κατοικήσω ἀνάμεσά τους καί θά πορεύομαι μαζί τους. Θά εἶμαι Θεός τους, κι αὐτοί θά εἶναι λαός μου» ( Β’ Κορ. 6, 16 )…

Ποιοί λοιπόν εἶναι εὐτυχέστεροι ἀπ’ αὐτούς τούς ἀνθρώπους;

Καί ἀπό ποιό ἀγαθό μπορεῖ νά μείνουν στερημένοι;

Δέν βρίσκονται ὅλα τ’ ἀγαθά καί τά χαρίσματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στίς μακάριες ψυχές τους; Τί περισσότερο χρειάζονται; Τίποτα, στ’ ἀλήθεια, τίποτα! Γιατί ἔχουν στήν καρδιά τους τό μεγαλύτερο ἀγαθό: τόν ἴδιο τόν Θεό!

Πόσο πλανιοῦνται οἱ ἄνθρωποι πού ἀναζητοῦν τήν εὐτυχία μακριά ἀπό τόν ἑαυτό τους, στίς ξένες χῶρες καί στά ταξίδια, στόν πλοῦτο καί στή δόξα, στίς μεγάλες περιουσίες καί στίς ἀπολαύσεις, στίς ἡδονές καί σ’ ὅλες τίς χλιδές καί ματαιότητες, πού κατάληξή τους ἔχουν τήν πίκρα! Ἡ ἀνέγερση τοῦ πύργου τῆς εὐτυχίας ἔξω ἀπό τήν καρδιά μας, μοιάζει μέ οἰκοδόμηση κτιρίου σέ ἔδαφος πού σαλεύεται ἀπό συνεχεῖς σεισμούς. Σύντομα ἕνα τέτοιο οἰκοδόμημα θά σωριαστεῖ στή γῆ…

Ἀδελφοί μου! Ἡ εὐτυχία βρίσκεται μέσα στόν ἴδιο σας τόν ἑαυτό καί μακάριος εἶναι ὁ ἄνθρωπος πού τό κατάλαβε αὐτό. Ἐξετάστε τήν καρδιά σας καί δεῖτε τήν πνευματική της κατάσταση.

Μήπως ἔχασε τήν παρρησία της πρός τόν Θεό; Μήπως ἡ συνείδηση διαμαρτύρεται γιά παράβαση τῶν ἐντολῶν Του; Μήπως σᾶς κατηγορεῖ γιά ἀδικίες, γιά ψέμματα, γιά παραμέληση τῶν καθηκόντων πρός τόν Θεό καί τόν πλησίον; Ἐρευνῆστε μήπως κακίες καί πάθη γέμισαν τήν καρδιά σας, μήπως γλίστρησε αὐτή σέ δρόμους στραβούς καί δύσβατους;…

Δυστυχῶς, ἐκεῖνος πού παραμέλησε τήν καρδιά του, στερήθηκε ὅλα τά ἀγαθά κι ἔπεσε σέ πλῆθος κακῶν. Ἔδιωξε τήν χαρά καί γέμισε μέ πίκρα, θλίψη καί στενοχώρια. Ἔδιωξε τήν εἰρήνη καί ἀπόκτησε ἄγχος, ταραχή καί τρόμο. Ἔδιωξε τήν ἀγάπη καί δέχθηκε τό μίσος. Ἔδιωξε, τέλος, ὅλα τά χαρίσματα καί τούς καρπούς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος πού δέχθηκε μέ τό Βάπτισμα καί οἰκειώθηκε ὅλες τίς κακίες ἐκεῖνες, πού κάνουν τόν ἄνθρωπο ἐλεεινό καί τρισάθλιο.

Ἀδελφοί μου! Ὁ Πολυέλεος Θεός θέλει τήν εὐτυχία ὅλων μας καί σ’ αὐτή καί στήν ἄλλη ζωή. Γι’ αὐτό ἴδρυσε τήν Ἁγία Του Ἐκκλησία. Γιά νά μᾶς καθαρίζει αὐτή ἀπό τήν ἁμαρτία, νά μᾶς ἁγιάζει, νά μᾶς συμφιλιώνει μαζί Του, νά μᾶς χαρίζει τίς εὐλογίες τοῦ οὐρανοῦ.

Ἡ Ἐκκλησία ἔχει ἀνοιχτή τήν ἀγκαλιά της, γιά νά μᾶς ὑποδεχθεῖ. Ἄς τρέξουμε γρήγορα ὅσοι ἔχουμε βαριά τή συνείδηση. Ἄς τρέξουμε καί ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἕτοιμη νά σηκώσει τό βαρύ φορτίο μας, νά μᾶς χαρίσει τήν παρρησία πρός τόν Θεό, νά γεμίσει τήν καρδιά μας μέ εὐτυχία καί μακαριότητα…




Άγιος Νεκτάριος

Fear of God is twofold ( Saint Maxim the Confessor )

Fear of God is twofold: one is born from the threat of punishment. This engenders sequentially in us: abstinence, patience, hope in God and absence of passions, from which love is born. The other fear is joined with love itself and brings about a feeling of veneration, so that this love does not exceed itself in boldness and start neglecting God. In this way, one type of fear is virtuous and the other — impure. Fear that arises from sinning and the expectations of suffering is impure. Having its beginnings from the acknowledgment of sinning, it will not last forever but disappear with the dissolution of sin through repentance. But virtuous fear, free of dreaded agitation caused by sins, will not leave and always remain in the soul because it’s mysteriously bound with God, manifesting a natural reverence before His greatness.

Saint Maxim the Confessor

Τί λεβεντιά είχαν οί Άγιοι ( Γεροντας Παϊσιος )


Γέροντα, σκέφτομαι ότι, αν έβλεπα τόν τροχό της Αγίας Αικατερίνης, θα πέθαινα από τόν φόβο μου! - Άμα πέθαινες, πρίν σε ανεβάσουν στον τροχό, καλά θά ήταν θά ήταν ευλογία άπό τόν Θεό.
Άλλα άν τυχόν ανέβαινες εκεί καί δυσκολευόσουν, εκείνο θά ήταν το βάσανο. Οί Μάρτυρες είχαν καλή διάθεση, βοηθούσε καί ό Χριστός καί άντεχαν στους πόνους.
Τί αγάπη είχαν οί άγιοι Μάρτυρες γιά τόν Χριστό, τί λεβεντιά!
Ή Αγία Σολομονή μέ τά επτά παιδιά της[1], ενας-ενας, μαρτύρησαν όλοι. Ό Άγιος Λογγΐνος[2] έκανε τραπέζι σ' αυτούς πού πήγαν νά τόν συλλάβουν καί τους φιλοξένησε.
Εκείνοι βιάζονταν νά τους δείξη ποιος είναι ό Λογγϊνος, γιά νά τόν αποκεφαλίσουν καί εκείνος τους έλεγε: «Θά σας τόν δείξω!». Όταν τους είπε ότι είναι ό ίδιος, εκείνοι δίστασαν, άλλα ό Άγιος Λογγϊνος τους παρακάλεσε νά εκτελέσουν την εντολή πού είχαν, καί έτσι τόν αποκεφάλισαν.
Καί ό Άγιος Γεδεών ό Καρακαλληνός[3] τί καρτερία είχε! «Πάρτε το χέρι, είπε στους δήμιους, πάρτε καί το πόδι, πάρτε καί τήν μύτη. Γιά νά μην τά πολυλογώ, πάρτε τα όλα!». Φοβερό!
Άλλα, γιά νά φθάση ό άνθρωπος σ' αυτό το σημείο, πρέπει νά μην άγαπάη τόν εαυτό του και νά άγαπάη
τόν Θεό. Ή μητέρα μπαίνει μέσα στην φωτιά, γιά νά σώση το παιδί της. Επειδή ή αγάπη της είναι ισχυρότερη από το κάψιμο της φωτιάς, δεν καταλαβαίνει πόνο.
Ή αγάπη γιά το παιδί της σκεπάζει τόν πόνο. Πόσο μάλλον ή αγάπη γιά τόν Χριστό!
Γιά τόν Άγιο πού προχωρεί στο μαρτύριο, ή αγάπη του γιά τόν Χριστό είναι ανώτερη άπό τόν πόνο, γι' αυτό και τόν εξουδετερώνει. Το μαχαίρι του δημίου το ένιωθαν οι Μάρτυρες γλυκύτερο και άπό τό δοξάρι τοϋ βιολιού.
Όταν φούντωση ή αγάπη γιά τόν Χριστό, τότε τό μαρτύριο είναι πανηγύρι· ή φωτιά ανακουφίζει καλύτερα άπό λουτρό, γιατί τό κάψιμο χάνεται άπό τό κάψιμο της θείας αγάπης. Τό γδάρσιμο είναι χαΐδεμα.
Ό θείος έρωτας παίρνει τήν καρδιά, παίρνει και τό μυαλό, καί τρελλαίνεται ό άνθρωπος. Δεν καταλαβαίνει ούτε πόνο ούτε τίποτε, γιατί ο νους του είναι στον Χριστό καί πλημμυρίζει ή καρδιά του άπό χαρά.
Πόσοι Άγιοι πήγαιναν στό μαρτύριο καί ένιωθαν τέτοια χαρά, λες καί πήγαιναν σέ πανηγύρι! Ό Άγιος Ιγνάτιος[4] έτρεχε στό μαρτύριο και φώναζε: «Αφήστε με νά μαρτυρήσω, αφήστε με νά με φάνε τά θηρία».
Τήν χαρά πού ένιωθε εκείνος δεν τήν αισθάνεται ούτε ένας νεαρός ερωτευμένος πού λέει: «Θέλω αυτήν νά παντρευτώ καί δεν υπολογίζω κανέναν, ούτε μάνα ούτε πατέρα». Άπό τήν τρέλλα τοϋ ερωτευμένου μεγαλύτερη ήταν ή «τρέλλα» τοϋ Αγίου Ιγνατίου.
Όλοι οι Άγιοι αγωνίσθηκαν γιά τήν αγάπη τοϋ Χριστού. Οι άγιοι Μάρτυρες έχυσαν τό αίμα τους, οι Όσιοι Πατέρες έχυσαν ιδρώτες καί δάκρυα, έκαναν πνευματικά πειράματα στον εαυτό τους, σάν καλοί βοτανολόγοι, ταλαιπωρήθηκαν οι ίδιοι άπό αγάπη προς τόν Θεό καί προς τήν εικόνα τοϋ Θεοΰ, τόν άνθρωπο, γιά νά μας αφήσουν τις πνευματικές τους συνταγές.
Έτσι προλαβαίνουμε το κακό ή θεραπεύουμε μια πνευματική αρρώστια μας καί αποκτάμε υγεία καί, εάν φιλοτιμηθούμε να τους μιμηθούμε στους αγώνες, μπορούμε ακόμη καί να αγιάσουμε.
Δεν συγκρίνονται, φυσικά, όλοι οι αγώνες τών Όσίων, οι νηστείες, οι αγρυπνίες κ.λπ., ούτε καί τα βασανιστήρια όλων τών αγίων Μαρτύρων μέ το Πάθος τού Κυρίου μας, διότι όλους τους βοηθούσε ό Χριστός θεϊκά, καί γλυκαίνονταν οι πόνοι τους από τήν μεγάλη Του αγάπη.
Στον εαυτό Του όμως ό Χριστός δεν χρησιμοποίησε καθόλου τήν θεϊκή Του δύναμη καί υπέφερε τον πολύ πόνο στο ευαίσθητο Σώμα Του από τήν πολλή αγάπη προς το πλάσμα Του.
Αυτήν τήν αγάπη τού Χριστού προς τον άνθρωπο εάν αισθανθή κανείς, τότε μόνο θά είναι καί εσωτερικά πραγματικά άνθρωπος.
Αλλιώς θά είναι πιο αναίσθητος καί από τά δημιουργήματα τού Θεού, αφού ό ήλιος αισθάνθηκε το Πάθος τού Κυρίου καί σκοτείνιασε, γιατί δέν άντεχε νά το βλέπη. Ή γη, καί αυτή τρόμαξε, όταν το είδε.
Οι πέτρες, καί αυτές κομματιάσθηκαν. Οι τάφοι, καί αυτοί σείσθηκαν τόσο δυνατά, πού ξύπνησαν πολλούς κεκοιμημένους από χρόνια καί τους έβγαλαν έξω νά διαμαρτυρηθούν γιά τήν αχάριστη αυτή συμπεριφορά τών ανθρώπων προς τον Ευεργέτη καί Λυτρωτή τους Θεό.

1. Ή μνήμη τους εορτάζεται τήν 1η Αύγουστου.
2. Ή μνήμη του εορτάζεται στις 16 Όκτωβρίου.
3. Ή μνήμη του εορτάζεται στις 30 Δεκεμβρίου.
4. Ή μνήμη του εορτάζεται στις 20 Δεκεμβρίου.

Απόσπασμα από τις σελίδες 237 -239 του βιβλίου:

ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ
ΛΟΓΟΙ Β΄
ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΑΦΥΠΝΙΣΗ
ΙΕΡΟΝ ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΝ
«ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ»
ΣΟΥΡΩΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ 


Πηγή: http://anavaseis.blogspot.com

Πως να αποδείξω το Θεό; ( Αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς )


 

Τι αξία έχει αδελφοί μου, εάν μιλώ αιώνια για τον Θεό και ο Θεός αιώνια σιωπά; Μπορώ άραγε να υπερασπιστώ το δίκαιο του Θεού εάν ο Θεός δεν το θέσει υπό την προστασία Του; Μπορώ να αποδείξω τον Θεό στους άθεους εάν ο Θεός κρύβεται; Μπορώ να αγαπώ τα παιδιά Του εάν Αυτός είναι αδιάφορος απέναντι στα παθήματά τους; Όχι. Τίποτα από όλα αυτά δεν μπορώ. Οι λέξεις μου δεν έχουν φτερά για να μπορούν να υψώσουν στον Θεό όλους τους πεσμένους και ξεπερασμένους από τον Θεό Ούτε έχουν φωτιά για να ζεστάνουν τις παγωμένες καρδιές των παιδιών έναντι του Πατέρα τους. Οι λέξεις μου δεν είναι τίποτα αν δεν είναι απήχηση και επανάληψη αυτού που ο Θεός με τη δική του δυνατή γλώσσα λέει.
Τι είναι ο ψίθυρος στα βότσαλα της ακτής μπροστά στο φοβερό βουητό του ωκεανού; Έτσι είναι και οι λέξεις μου απέναντι στους λόγους του Θεού. Πώς μπορεί να ακούσει κάποιος τον ψίθυρο στα βότσαλα τα σκεπασμένα από τον αφρό του μανιώδους στοιχείου όταν είναι κουφός μπροστά στο βουητό του ωκεανού; Πως θα δει τον Θεό στα λόγια μου εκείνος που δεν μπορεί να τον δει στη φύση και στη ζωή; Πως οι αδύναμες ανθρώπινες λέξεις μπορούν να πείσουν εκείνον που ούτε οι κεραυνοί δεν είναι σε θέσει να πείσουν; Πως θα ζεσταθεί με μία σπίθα εκείνος που άφησε τη φωτιά πίσω του; Δεν σιωπά ο Θεός αδελφοί μου, αλλά μιλά δυνατότερα από όλες τις θύελλες και τους κεραυνούς.
Δεν εγκαταλείπει ο Θεός τον δίκαιο, αλλά τον παρακολουθεί στα παθήματά του και απαλά τον οδηγεί στον θρόνο. Δεν εξαρτάται ο Θεός από οποιουδήποτε την καλή θέληση, αλλά πράττει τα πάντα εξαρτώμενα από τη δική Του καλή θέληση. Θα ήταν κακόμοιρος ο Θεός μας, εάν εξαρτιόταν από τις δικανικές υπερασπίσεις ενός θνητού ανθρώπου.
Ο Θεός είναι αυτός που είναι, είτε εμείς τον μεγαλύνουμε είτε τον υποτιμούμε. Ο Θεός θα υπάρχει , φωτεινός και μεγάλος όπως και σήμερα. Και τότε που οι ακτίνες του ηλίου μάταια θα αναζητούν ένα ανθρώπινο πλάσμα στη γη και αντί ζωντανών θα ζεσταίνουν μόνον τους τάφους των νεκρών…
Το ζήτημα της υπάρξεως του Θεού και της Θείας του Οικονομίας θα καταστρεφόταν αν εξαρτιόταν από τους λόγους μου και από τις δικές σας συνήθειες. Αλλά το ζήτημα του Θεού, ανεξάρτητα απ’ όλους εμάς θα πετύχει και θα νικήσει. Εκείνος του οποίου τα χρόνια δεν έχουν αριθμό και η οντότητά του δεν έχει αρχή και τέλος δεν μπορεί να αφήσει το «επίγειο σπίτι» του στις διαθέσεις μας, στα αδύναμα δημιουργήματά του, των οποίων η αρχή και το τέλος σχεδόν συναντιόνται σε ένα σημείο, και των οποίων η οντότητα είναι μία κουκκίδα. Δεν είναι ο άνθρωπος φερέγγυος αλλά ο Θεός και πιστός εγγυητής της Βασιλείας της αγάπης στη γη…

Αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς
Από το βιβλίο "Αργά βαδίζει ο Χριστός"

http://lllazaros.blogspot.ca/

Vanquish your evil thoughts ( St. Mark the Ascetic )

When, as a consequence of some insult you become irritated, do not grieve because it has mentally activated the concealed evil within you. Vanquish these thoughts that have sprung up in the knowledge that as they are destroyed when they arise, the evil underlying them that leads them toward action is also destroyed. If these thoughts are allowed to linger and appear often, then evil usually becomes stronger.



St. Mark the Ascetic

A God-loving mind ( St. Anthony the Great )



The eye sees the visible while the mind comprehends the invisible. A God-loving mind is the light of the soul. A person who has a God-loving mind has an enlightened heart and can perceive God with the mind.

St. Anthony the Great

Sunday, December 14, 2014

Μορφές του Άθωνα: Πέτρος μοναχός Κατουνακιώτης


Ο κατά κόσμον Γεώργιος Λαγιός γεννήθηκε το έτος 1891 στη Λήμνο. Φαίνεται ότι νέος δε βοηθήθηκε πνευματικά γι' αυτό έπινε και μεθούσε.

Αυτά γράφονται, όπως τα διέσωσαν παλαιοί γνώριμοί του, για να εξηγηθούν και κατανοηθούν κάποιες ιδιαίτερες μοναχικές του ασκήσεις. Αλλά ο καλός Θεός που είδε την καλή του προαίρεση, έδωσε μετάνοια φλογερή στην απλή και σπάνια ψυχή του και ήρθε να μονάσει στο Άγιον Όρος το έτος 1908.

Οι ησυχαστικές του αναζητήσεις και η φήμη του μεγάλου ησυχαστού, παπα-Δανιήλ Αγιοπετρίτου, οδήγησαν τα βήματά του στην πιο απομονωμένη και ησυχαστική περιοχή, στο Κελί που ασκήτευσε ο Άγιος Πέτρος ο Αθωνίτης, ο πρώτος και μεγαλύτερος Αθωνίτης Ησυχαστής. Υποτάχθηκε στον παπα-Δανιήλ, τον οποίον προσπαθούσε να ακολουθεί στους αγώνες του και να του κάνει καλή υπακοή.

Μετά από παρατεταμένη δοκιμή έγινε μοναχός το έτος 1926 με το όνομα Πέτρος. Έμαθε από τον αγιασμένο Γέροντά του την πρακτική καλογερική και μυήθηκε απ' αυτόν τα μυστικά της ησυχίας, της νήψεως, τους εγκλεισμού και της αδιαλείπτου νοεράς προσευχής, τα οποία κράτησε μέχρι θανάτου.

Βιώνοντας βαθιά τη μετάνοια για τα εν γνώσει και αγνοία αμαρτήματα της νεανικής του ζωής ζήτησε και έλαβε ευλογία από το Γέροντά του επί τρεις μήνες να μην πιεί νερό, για να συγχωρήσει ο Θεός τις οινοποσίες του. Έτρωγε φαγητό και χόρτα βέβαια, αλλά δεν ήπιε νερό επί τρεις μήνες!

Ήταν πρόθυμος και γενναίος στους ασκητικούς αγώνες και με τη μεγάλη απλότητα που τον διέκρινε έκανε τελεία υπακοή στο Γέροντά του. Η καλή αρχή, το πνευματικό θεμέλιο που έθεσε, προοιμίαζε και τη μετέπειτα φωτεινή πορεία του.

Όταν εκοιμήθη ο παπα-Δανιήλ, περίπου το 1929, για λίγα χρόνια έζησε με τους παραδελφούς του. Κάποιος από αυτούς βγήκε στον κόσμο.

Οι άλλοι απεβίωσαν και φαίνεται ότι δυσκολευόταν μόνος του. Ήρθαν και τα δύσκολα χρόνια της Κατοχής και της πείνας˙ έτσι αναγκάστηκε το 1940 να αφήσει το Κελί της μετανοίας του και να πάρει ένα ξηροκάλυβο στη Μικρά Αγία Άννα. Βρίσκεται πάνω από την Καλύβη του Απ. Θωμά, χαμηλότερα από το δρόμο που οδηγεί στα Κατουνάκια και δε φαίνεται γιατί είναι μέσα στο βράχο. Έχει δύο μικρά και χαμηλά κελάκια.

Μία εσωτερική πόρτα οδηγεί στο βράχο όπου υπάρχει μία σπηλιά αρκετά ευρύχωρη με ένα άνοιγμα για φωτισμό. Εδώ απομονωνόταν ο Γέροντας για περισσότερη ησυχία.

Αυτό ήταν το πνευματικό του εργαστήριο, η πνευματική του κυψέλη, το "γλυκό Κατούνι του", που γι' αυτόν ήταν επίγειος παράδεισος, αφού γευόταν το μέλι της ησυχίας και το μάννα του ουρανού. Γι' αυτό δεν του έκανε καρδιά να βγαίνει από το καλύβι του, να συναναστρέφεται και να μιλά με άλλους. Ο μικρόσωμος, αγράμματος και φτωχός "Πετράκης" ήταν ησυχαστής σε μεγάλα μέτρα. Είχε την αδιάλειπτη προσευχή, έβλεπε συχνά το Άκτιστο Φως και ζούσε από αυτή τη ζωή παραδεισένιες καταστάσεις.

Διηγήθηκε ο γέρων Γεράσιμος ο Υμνογράφος: "Γνώρισα το γερω-Πέτρο (Πετράκη) τον Κατουνακιώτη. Ήταν όντως άγιος μοναχός. Έκανε πολλή προσευχή και μεγάλη άσκηση. Μια φορά την εβδομάδα μαγείρευε και έτρωγε κάθε μέρα από αυτό.

Μια φορά ήρθε στο Κελί μας αλλοιωμένος στη όψη˙ κλαίγοντας μου είπε ότι το βράδυ προσευχόμενος περικυκλώθηκε από λευκό άπλετο φως και γέμισε ευωδία το κελί του. Ο ίδιος αισθάνθηκε ανέκφραστη μακαριότητα, γλυκύτητα και ειρήνη. Δεν γνώριζε αν βρισκόταν στο κελί του. Ρωτούσε να μάθει τι είναι αυτό που του συνέβη. Μου είπε: "Εσύ είσαι μορφωμένος, ξέρεις γράμματα, να μου πεις μήπως είναι πλάνη του Σατανά, μήπως είναι τίποτε κακό;". Όλα όσα μου έλεγε ήταν της χάριτος˙ καθώς τα διηγείτο είχε βγει εκτός εαυτού και σε μια στιγμή ξαφνικά το πρόσωπό του έλαμψε και εγώ τα' χασα. Δε μιλούσα και τον άφησα να λέει. Δεν τον διέκοψα καθόλου. Αποτύπωνα και έλεγχα όσα έλεγε.

Δε διέκρινα κανένα σημείο πλάνης. Ύστερα του είπα να δοξάζει τον Θεόν που αξιώθηκε να δει αυτά, γιατί όλα είναι από τον Θεό και δεν είναι πλάνη. Φεύγοντας με παρακάλεσε να μην τα πω πουθενά και να παρακαλώ το Θεό να τον ελεήσει για να μην πλανηθεί. Ο γερω-Πέτρος ήταν της νοεράς προσευχής. Πολύ ταπεινός και απλός μοναχός".

Φαίνεται πως αυτό το γεγονός του συνέβη τότε για πρώτη φορά, γιατί στη συνέχεια ζούσε πολλές τέτοιες καταστάσεις, όπως απεκάλυψε στο γέροντα Παΐσιο. Έβλεπε συχνά το Άκτιστο Φως, είχε αείρροα δάκρυα που συνόδευαν την αδιάλειπτη προσευχή του και είχε ξεπεράσει τα τυπικά.

Τον ρώτησε κάποιος Γέροντας αν κάνει κανόνα και ακολουθία και απάντησε: "Ούτε κανόνα ούτε ακολουθία κάνω. Μόλις δύσει ο ήλιος τρώγω, κάνω το Απόδειπνο και κοιμάμαι δύο ώρες. Όταν ξυπνήσω, και όταν έχει ήδη νυχτώσει, αρχίζω τα κομποσχοίνια.

Στο δεύτερο-τρίτο κομποσχοίνι έρχονται τα δάκρυα και μέχρι το πρωί δεν ξέρω πού βρίσκομαι. Το καλοκαίρι αρχίζω την αγρυπνία το βράδυ και όταν βγει ο ήλιος, τότε συνέρχομαι και μπαίνω μέσα". (Πιθανότατα ηρπάζετο σε θεωρία).

Γι ' αυτό ζούσε έγκλειστος και δεν ήθελε να μιλά, "εγκοπήν γλυκύτητος Θεού λαβείν μη βουλόμενος". Για να μη χάσει την επικοινωνία του με τον Θεόν, απέφευγε τις συναναστροφές. "Ο αγαπών την ομιλίαν την μετά του Χριστού αγαπά γενέσθαι μοναστικός". Τον επισκέπτονταν οι πατέρες και χτυπούσαν την εξώπορτα, αυτός όμως άνοιγε λίγο το παραθυράκι και ρωτούσε ποιός είναι και τι θέλει. Αν του πήγαιναν τρόφιμα, τους έλεγε να τα αφήσουν έξω.

Δεν έβγαινε να τα πάρει μέχρι που σάπιζαν. Αυτό το έκανε για να βλέπουν οι πατέρες τα σαπισμένα τρόφιμα και να μην του ξαναφέρουν.

Τον ρώτησε κάποιος γιατί δε βγαίνει. "Άμα βγω έξω, θα πούμε λόγια περίσσια", απάντησε. Ήταν ακτήμων. Μια-δυο φορές το χρόνο έβγαινε για να δώσει το εργόχειρό του, τα κομποσχοίνια, και να προμηθευτεί το παξιμάδι του.

Έκανε κάθε μέρα ενάτη και λάδι δεν έτρωγε σχεδόν όλο το χρόνο. Η συνηθισμένη τροφή του ήταν τσάι με παξιμάδι. Έκανε και έκτακτα τριήμερα.

Έλεγε στον παπα-Διονύσιο τον Μικραγιαννανίτη όταν ήταν νέο καλογέρι: "Για να μείνεις στην έρημο, θα πρέπει να είσαι καλός μάγειρας. Θα μαγειρεύεις φασόλια την Κυριακή και θα τρως μέχρι την Τρίτη.

Την Τετάρτη θα βάλεις λίγο νεράκι και θα τα βράζεις, την Πέμπτη θα βάλεις λίγη ντοματούλα, την Παρασκευή λίγο αλατάκι και νερό, το Σάββατο θα βάλεις και λίγο χυλό από αλεύρι, και την Κυριακή άλλο φαγητό. Έτσι με ένα φαγητό περνάς όλη την εβδομάδα".

Κάποτε είχε χιονίσει και τον έβλεπε ο παπα-Διονύσιος από απέναντι να πηγαινοέρχεται ξυπόλυτος πάνω στο χιόνι. Ύστερα τον ρώτησε γιατί το έκανε αυτό, και του εκμυστηρεύτηκε ότι είχε σαρκικό πόλεμο και βγήκε ξυπόλυτος στο χιόνι για να πολεμήσει την πύρωση.

Ο γερω-Πέτρος είχε χάρισμα να βλέπει πράγματα που θα συνέβαιναν μελλοντικά. Κάποια μέρα πήρε πληροφορία και πήγε στον τότε Γέροντα της Καλύβης του Αγίου Χαραλάμπους στη Νέα Σκήτη και του είπε: "Γέροντα, έρχεται ο λύκος να φάει το προβατάκι σου, το ξέρεις; Το καλογέρι σου δεν πάει καλά. Το παρακολουθείς; Πρόσεξέ το, γιατί θα φύγει και θα πετάξει".

Όντως το καλογέρι ήταν πνιγμένο στους λογισμούς και σχεδίαζε να φύγει. Ο γερω-Πέτρος από τη Μικρά Αγία Άννα το έβλεπε αλλά δυστυχώς παρά την προσπάθεια του Γέροντά του έφυγε στον κόσμο και παντρεύτηκε.

Ζούσε τελείως απερίσπαστα. Ανέβαινε τα καλοκαίρια στον Άθωνα με την πρόφαση να μαζεύει τσάι, αλλά στην πραγματικότητα ησύχαζε και επεδίδετο στη νοερά και αδιάλειπτη προσευχή, και στη θεωρία. Δεν είχε πολλές επικοινωνίες.

Προσπαθούσε να ζει στην αφάνεια, γι' αυτό δε διασώζονται πολλά στοιχεία από τη ζωή του. Αλλά, όπως λένε οι Άγιοι Πατέρες, αρκεί πολλές φορές και ένας λόγος, για να φανερώσει όλη την πνευματική κατάσταση και την εσωτερική εργασία του μοναχού. Αν δοκιμάσει κανείς ένα ρακοπότηρο κρασί καταλαβαίνει όλη την ποιότητα του κρασιού ενός μεγάλου βαρελιού.

Και ο γερω-Πέτρος, απ' τα λίγα στοιχεία που υπάρχουν, φαίνεται ότι ήταν προχωρημένος στην ευχή. Ήταν μοναχός της ευχής, της εσωτερικής εργασίας. Μοναχός βιαστής, πραγματικός ασκητής που συνδύαζε πράξη και θεωρία.

Όλοι οι πατέρες που τον γνώρισαν εκφράζονται γι' αυτόν με τα καλύτερα λόγια. "Ήταν ο καλύτερος της περιοχής", "πραγματικός μοναχός", "αγιότατο Γεροντάκι".

Και ο γερω-Παΐσιος έλεγε ότι απ' όσους ασκητές γνώρισε ο γερω-Πέτρος ήταν σε ανώτερα μέτρα, γι' αυτό ήθελε να γίνει υποτακτικός του.

Ο παπα-Ευφραίμ ο Κατουνακιώτης είχε πολλή ευλάβεια στο γερω-Πέτρο και είπε γι' αυτόν: "Σου άφηνε μια γλυκύτητα μέσα σου, όταν τον συναντούσες και σε μιλούσε αυτός ο άνθρωπος. Ποτέ δε φάνηκε σε αγρυπνίες και ποτέ δεν προξένησε σκάνδαλο. Μια ζωή στο Άγιον Όρος και να είναι ειρηνικός με όλους, μεγάλο κατόρθωμα".

Ο γερω-Πέτρος, όταν συναντούσε Πατέρες στο δρόμο, δεν έλεγε τον καθιερωμένο χαιρετισμό "ευλογείτε", αλλά το εξής βαθυστόχαστο: "Πατέρες, φεύγουμε" (δηλαδή πεθαίνουμε).

Είχε μεγάλη λεπτότητα. Απέφευγε να διανυκτερεύει σε Κελιά, για να μην επιβαρύνει τους πατέρες, αλλά και για να μη χάνει ο ίδιος την ησυχία του και παραβαίνει το τυπικό του. Μια φορά ο γερω-Ιωακείμ ο Καρυώτης από τη Βατοπεδινή Καλύβη της Αναλήψεως τον πίεσε να διανυκτερεύσει στο Κελί του, αλλά δε δέχθηκε. Ξεκίνησε με τα πόδια για τη Δάφνη. Στο δρόμο νύχτωσε, άρχισε να βρέχει και διανυκτέρευσε σε μια κουφάλα καστανιάς.

Όταν προαισθάνθηκε ότι πλησιάζει η κοίμησή του, έφυγε από το Κελάκι του στη Μικρά Αγία Άννα και πήγε στη μετάνοιά του, στον Άγιο Πέτρο, ν ' αφήσει τα κόκαλά του εκεί, όπου ξεκίνησε την καλογερική του. Έζησε εκεί μερικούς μήνες και εκοιμήθη το έτος 1958 την ημέρα της μνήμης του Αγίου Πέτρου του Αθωνίτου του οποίου είχε το όνομα και προς τιμήν του οποίου ετιμάτο ο ναός της Καλύβης. Όταν εκοιμήθη, τα μόνα πράγματα που βρέθηκαν στο κελί του ήταν λίγο παξιμάδι σ' ένα καλάθι και μισό μπουκάλι λάδι για το καντήλι. Ούτε κρεβάτι ούτε στρώμα είχε.

Την ευχή του να έχουμε. Αμήν.

Από την ασκητική και ησυχαστική Αγιορείτικη παράδοση
Εκδόσεις Ιερόν Ησυχαστήριον "Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος"



http://agiameteora.net/index.php/gerontes-tis-epoxis-mas/6288-morfes-tou-athona-petros-monaxos-katounakiotis.html

Διδαχές μοναχής Πορφυρίας (πρώην οδηγού ταξί)


 

1. Πρώτα εντοπίζω το βασικό πρόβλημα αυτού που έρχεται να ζητήσει βοήθεια και μετά προχωρώ στα πνευματικότερα. Πολλοί εδώ έχουν πετάξει τα ψυχοφάρμακα. Ήρθε μια και της είπα κάτι τρελό:

«Φτιάξε τα μαλλιά σου για να γίνεις καλά». Μου λέει: «Γερόντισσα, είσαι τρελή;». Τελικά δεν ήμουν και τόσο τρελή. Πράγματι, μόλις έφτιαξε τα μαλλιά της και ομόρφυνε, ανέβηκε το ηθικό της και πέταξε τα ψυχοφάρμακα.

2. Χρησιμοποιούμε τον Χριστό, δεν Τον εμπιστευόμαστε, γι’ αυτό δεν εμφανίζεται. Να λέμε: «Γεννηθήτω το θέλημά Σου».

3. Από τον πόνο μου πήγα να κοιμηθώ. Ο γέροντας Πορφύριος έλεγε μέσα μου: «Σήκω να διαβάσεις το κόκκινο βιβλίο που έχουν γράψει για μένα». Μου ήρθε να το πετάξω. Πάλι όμως άκουσα τη φωνή του: «Σήκω να διαβάσεις το βιβλίο». Τελικά το διάβασα όλη νύχτα και από τότε τον αγάπησα. Πήρα το όνομά του και τον λατρεύω. Μαζί τρώμε, μαζί μιλάμε, μαζί περπατάμε. Του ζητάω και κάνει θαύματα στους ανθρώπους. Του λέω: «Γεροντάκο μου, βοήθησε αυτό τον άνθρωπο» και ο Γέροντας κάνει το θαύμα. Είμαστε με τον Γεροντάκο πολύ κοντά.

4. Στον πονεμένο δεν μπορείς να μιλήσεις κατευθείαν για τον Θεό. Πρώτα πρέπει να ηρεμήσεις την ψυχούλα του, να τον γιατρέψεις, να του δώσεις χαρά και μετά να πας στον Θεό.

5. Ο πόνος σε πάει στον Θεό. Η θλίψη σε απομονώνει. Όλο ζητάμε από τον Χριστό , ενώ θα έπρεπε να Τον εμπιστευόμαστε . Ο π. Πορφύριος είχε πολλή αγάπη. Η αγάπη του ήταν γιατρικό, όχι τα θαύματα που έκανε. Η αγάπη του ήταν αυτή που σε συγκινούσε, τα θαύματα τα έκαμε η χάρη του Θεού. Αισθάνομαι ότι είμαστε μαζί με τον Γέροντα και με τον Χριστό. Του λέω: «Γεροντάκο, πάρε με αγκαλίτσα να κοιμηθούμε, γιατί είμαι κουρασμένη. Αν δεν ‘έλθει κάποια φορά , το λέω στον Χριστό και νιώθω την παρηγοριά Του. Η αγνή αγάπη είναι δοτική!

6. Όταν με απορρίπτουν, λέω πως έτσι ήθελε ο Χριστός. Ένα πράγμα με πικραίνει. Που η μητέρα δεν αγαπάει το παιδί της. Που έχει εγωιστική αγάπη. Δεν έχω άλλη πίκρα στη ζωή μου. Και μαλώνω τον Γεροντάκο που δεν κάνει κάτι για να μην υπάρχει χάσμα μεταξύ μάννας και παιδιών. Τα παιδιά που έμπλεξαν με τα ναρκωτικά μου λένε: «Αν η μάνα μας μας αγαπούσε όπως εσύ, δε θα φτάναμε στα ναρκωτικά… Πώς θα θέλαμε να είσαι μαμά μας!». Αυτό με διαλύει όταν το ακούω. Και θέλω οι γονείς να αγαπούν με θεϊκή αγάπη τα παιδιά τους. Όταν τα μωρά κλαίνε, πρέπει η μάνα να τα βάζει πάνω στο μάγουλό της. Διότι μπορεί να σταματάνε κάποια στιγμή το κλάμα, γιατί παραιτούνται, όμως αποξενώνονται από τους γονείς. Και έτσι γίνονται νευρικά όταν μεγαλώνουν.

7. Οι ψυχολόγοι δεν μπορούν να βοηθήσουν διότι δεν ξεπέρασαν τον εαυτό τους. Ένας που έχει βουλιάξει στα προβλήματά του δεν μπορεί να βοηθήσει τον άλλον. Έχω ξεπεράσει τον βαθύ μου πόνο, γι’ αυτό μπορώ και απαλύνω τον πόνο των άλλων.

8. Κατά τη διάρκεια μιας κούρσας είπα σε κάποια: «Μωρέ , γιατί λες πως θες να κάνεις εξωσωματική; Τώρα που σε είδα στον κοιλιά, έχεις εκεί μια γυάλα, με ένα μωράκι μέσα. Είσαι έγκυος». Πράγματι η κοπέλα με πήρε τηλέφωνο μετά από λίγες μέρες και μου είπε πως είναι έγκυος. Εκείνη τη νύχτα νύσταζα πολύ και όλο κουτούλαγα πάνω στο τιμόνι, αλλά με το που μου είπε η κοπέλα αυτά για την εξωσωματική ξύπνησα, και έτσι έγινε η αποκάλυψη.

9. Όταν νοσηλεύτηκα στο νοσοκομείο «Σωτηρία», δίπλα μου ήταν μια κοπέλα 21 χρονών με φυματίωση στο τελικό στάδιο, πετσί και κόκαλο. Πόνεσα γι’ αυτή πολύ. Έκανα προσευχή να γίνει καλά και να πάρω την αρρώστια της. Έτσι κι έγινε! Την άλλη μέρα ήταν καλά η κοπελίτσα. Εγώ ακόμα υποφέρω.

10. Πέρασα πέτρινα χρόνια. Πέρασα όλο τον δικό μου πόνο, και έγινα μια αγκαλιά αγάπης… Όπως λέει και ο γέροντας Παΐσιος, «πέταξέ τα όλα για να πετάξεις». Και μετά γνώρισα τον γέροντα Πορφύριο κι έτσι ολοκλήρωσα την αγάπη μου…

Πηγή: ΑΡΧΙΜ. ΑΡΣΕΝΙΟΣ ΚΩΤΣΟΠΟΥΛΟΣ
ΑΘΗΝΑ 2012«Από το χάος στο φως
Στα ίχνη ενός σπουδαίου
ανθρώπου του Θεού»



http://agiameteora.net/index.php/gerontes-tis-epoxis-mas/6593-didaxes-monaxis-porfyrias-proin-odigoy-taksi.html

For man to be saved ( Father Seraphim of Vyrytsa )



The Elder said that the time would come when 40 people would cling to every believer for he would save them. "God would wait for a thousand years that at least one man might be saved to replenish the number of fallen angels."

Father Seraphim of Vyrytsa


Seek God daily ( Saint Nektarios of Aegina )

Seek God daily. But seek Him in your heart, not outside it. And when you find Him, stand with fear and trembling, like the Cherubim and the Seraphim, for your heart has become a throne of God. But in order to find God, become humble as dust before the Lord, for the Lord abhors the proud, whereas He visits those that are humble in heart, wherefore He says: "To whom will I look, but to him that is meek and humble in heart?"



Saint Nektarios of Aegina

Saturday, December 13, 2014

Οι πρώτες δύο ημέρες μετά το θάνατο ( π. Σεραφείμ Ρόουζ )

Για διάστημα δύο ημερών η ψυχή απολαύει σχετικής ελευθερίας και έχει δυνατότητα να επισκεφθεί τόπους που της ήτα προσφιλείς στο παρελθόν, αλλά την Τρίτη ημέρα μετακινείται σε άλλες σφαίρες.
 

Εδώ ο Αρχιεπίσκοπος Ιωάννης απλώς επαναλαμβάνει τη διδασκαλία που η Εκκλησία ήδη γνωρίζει από τον 4ο αιώνα, όταν ο άγγελος που συνόδευσε τον Αγ. Μακάριο Αλεξανδρείας στην έρημο, του είπε, θέλοντας να ερμηνεύσει την επιμνημόσυνη δέηση της Εκκλησίας για τους νεκρούς την Τρίτη ημέρα μετά θάνατο: «Όταν γίνεται η προσφορά της αναίμακτης θυσίας (μνημόσυνο στη θεία λειτουργία) στην Εκκλησία την τρίτη ημέρα, η ψυχή του κεκοιμημένου δέχεται από τον φύλακα άγγελο της ανακούφιση για τη λύπη που αισθάνεται λόγω του χωρισμού της από το σώμα… Στο διάστημα των δύο πρώτων ημερών επιτρέπεται στην ψυχή να περιπλανηθεί στον κόσμο, οπουδήποτε εκείνη επιθυμεί, με τη συντροφιά των αγγέλων που τη συνοδεύουν. Ως εκ τούτου η ψυχή, επειδή αγαπά το σώμα, μερικές φορές περιφέρεται στο οίκημα στο οποίο το σώμα της είχε σαβανωθεί, περνώντας έτσι δύο ημέρες όπως ένα πουλί που γυρεύει τη φωλιά του. Αλλά η ενάρετη ψυχή πλανιέται σε εκείνα τα μέρη στα οποία συνήθιζε να πράττει αγαθά έργα. Την τρίτη ημέρα, Εκείνος ο Οποίος ανέστη ο Ίδιος την τρίτη ημέρα από τους νεκρούς καλεί την ψυχή του Χριστιανού να μιμηθεί τη δική Του ανάσταση, να ανέλθει στους Ουρανούς όπου θα λατρεύει το Θεό όλων.»
Στην Ορθόδοξη νεκρώσιμη ακολουθία, ο Αγ. Ιωάννης ο Δαμασκηνός περιγράφει παραστατικά την κατάσταση της ψυχής η οποία, έχοντας μεν αφήσει το σώμα αλλά παραμένοντας στη γη, είναι ανίκανη να επικοινωνήσει με τους αγαπημένους της τους οποίους βλέπει: «Οίμοι, οίον αγώνα έχει η ψυχή χωριζόμενη εκ του σώματος! Οίμοι, πόσα δακρύει τότε, και ουχ υπάρχει ο ελεών αυτήν! Προς τους αγγέλους τα όμματα ρέπουσα, άπρακτα καθικετεύει προς τους ανθρώπους τας χείρας εκτείνουσα, ουκ έχει τον βοηθούντα. Διό, αγαπητοί μου αδελφοί, εννοήσαντες ημών το βραχύ της ζωής, τω μεταστάντι την ανάπαυσιν, παρά Χριστού αιτησώμεθα, και ταις ψυχαίς ημών το μέγα έλεος».
Σε γράμμα του προς τον αδελφό μιας αποθνήσκουσας γυναίκας, ο Όσιος Θεοφάνης ο Έγκλειστος γράφει: «Η αδελφή σου δεν θα πεθάνει. Το σώμα του ανθρώπου πεθαίνει, αλλά η προσωπικότητά του συνεχίζει να ζει. Απλώς μεταφέρεται σε μια άλλη τάξη ζωής… Δεν είναι εκείνη που θα βάλουν στον τάφο. Εκείνη βρίσκεται σε έναν άλλο τόπο όπου θα είναι θα είναι ακριβώς το ίδιο ζωντανή όσο και τώρα. Τις πρώτες ώρες και ημέρες θα βρίσκεται γύρω σου. Μόνο που δεν θα λέει τίποτα και εσύ δεν θα μπορείς να την δεις. Θα είναι όμως ακριβώς εδώ. Να το έχεις αυτό στο νου σου. Εμείς που μένουμε πίσω θρηνούμε για τους κεκοιμημένους, όμως για εκείνους τα πράγματα είναι αμέσως πιο εύκολα. Είναι πιο ευτυχισμένοι στη νέα κατάσταση. Όσοι έχουν πεθάνει και κατόπιν επαναφέρθηκαν στο σώμα διαπίστωσαν ότι το σώμα ήταν μια πολύ στενάχωρη κατοικία. Και η αδελφή σου θα αισθάνεται έτσι. Είναι πολύ καλύτερα εκεί, και εμείς νοιώθουμε οδύνη σαν να της έχει συμβεί κάτι απίστευτα κακό! Θα μας κοιτάζει και σίγουρα θα μένει κατάπληκτη με την αντίδρασή μας».
Θα πρέπει να έχουμε υπόψη ότι η ανωτέρω περιγραφή των πρώτων δύο ημερών του θανάτου αποτελεί γενικό κανόνα, ο οποίος κατά κανένα τρόπο δεν ισχύει σε όλες τις περιπτώσεις. Πράγματι τα περισσότερα παραδείγματα από την Ορθόδοξη γραμματεία, δεν συνάδουν με αυτόν τον κανόνα, και ο λόγος είναι φανερός: οι άγιοι, μην έχοντας καμιά απολύτως προσκόλληση στα εγκόσμια και ζώντας σε διαρκή προσδοκία της αναχώρησής τους για την άλλη ζωή, δεν ελκύονται καν από τους τόπους όπου έπρατταν τα αγαθά τους έργα αλλά ξεκινούν αμέσως την άνοδο τους στους Ουρανούς. Άλλοι, ξεκινούν την άνοδο τους πριν το τέλος των δύο ημερών για κάποιον ειδικό λόγο που μόνον η Θεία Πρόνοια γνωρίζει. Από την άλλη οι σύγχρονες «μεταθανάτιες» εμπειρίες, ατελείς καθώς είναι, ανήκουν όλες στον εξής κανόνα: η «εξωσωματική» κατάσταση αποτελεί μόνο το ξεκίνημα της αρχικής περιόδου ασώματης «περιπλάνησης» της ψυχής στους τόπους των επιγείων δεσμών της. Όμως κανείς από αυτούς τους ανθρώπους δεν έχει παραμείνει νεκρός για αρκετό χρονικό διάστημα, έστω μέχρι να συναντήσει τους αγγέλους που πρόκειται να τον συνοδεύσουν.
Μερικοί επικριτές της Ορθόδοξης διδασκαλίας για την μετά θάνατον ζωή, θεωρούν ότι τέτοιες αποκλίσεις από το γενικό κανόνα για την μεταθανάτια εμπειρία αποδεικνύουν την ύπαρξη «αντιφάσεων» στην Ορθόδοξη διδασκαλία. Αυτοί οι επικριτές όμως είναι απλώς και μόνο προσκολλημένοι στις «κατά γράμμα» ερμηνείες. Η περιγραφή των πρώτων δύο ημερών, καθώς και των επομένων, σε καμιά περίπτωση δεν αποτελεί κάποια μορφή δόγματος. Είναι απλώς ένα «μοντέλο», το οποίο μάλιστα εκφράζει την πιο συνηθισμένη χρονική σειρά των εμπειριών της ψυχής μετά τον θάνατο. Οι πολλές περιπτώσεις, τόσο στην Ορθόδοξη γραμματεία όσο και στις αναφορές σύγχρονων σχετικών εμπειριών, όπου οι νεκροί έχουν στιγμιαία εμφανιστεί στους ζωντανούς μέσα στην πρώτη ή τις δύο πρώτες ημέρες μετά το θάνατο, μερικές φορές σε όνειρα, είναι παραδείγματα που επαληθεύουν το ότι όντος η ψυχή συνήθως παραμένει κοντά στη γη για κάποια σύντομη χρονική περίοδο. Κατά την τρίτη ημέρα, και συχνά πιο πριν, η περίοδος αυτή φθάνει στο τέλος της.


Τα τελώνια


Την ώρα αυτή (την τρίτη ημέρα), η ψυχή διέρχεται από λεγεώνες πονηρών πνευμάτων που παρεμποδίζουν την πορεία της και την κατηγορούν για διάφορες αμαρτίες, στις οποίες αυτά τα ίδια την είχαν παρασύρει. Σύμφωνα με διάφορες θεϊκές αποκαλύψεις υπάρχουν είκοσι τέτοια εμπόδια, τα επονομαζόμενα «τελώνια», σε καθένα από τα οποία περνά από δοκιμασία κάθε μορφή αμαρτίας. Η ψυχή αφού περάσει από ένα τελώνιο, συναντά το επόμενο, και μόνον αφού έχει διέλθει επιτυχώς από όλα τα τελώνια μπορεί αν συνεχίσει την πορεία της χωρίς να απορριφθεί βιαίως στη γέεννα. Το πόσο φοβεροί είναι αυτοί οι δαίμονες και τα τελώνια τους φένεται στο γεγονός ότι η ίδια η Παναγία, όταν πληροφορήθηκε από τον Αρχάγγελο Γαβριήλ τον επικείμενο θάνατο Της, ικέτευσε τον Υιό Της να διασώσει την ψυχή Της από αυτούς τους δαίμονες και απαντώντας στην προσευχή Της, ο ίδιος ο Κύριος Ιησούς Χριστός εμφανίστηκε από τους Ουρανούς για να παραλάβει την ψυχή της Πάναγνου Μητρός Του και να την οδηγήσει στους Ουρανούς. Φοβερή είναι πράγματι, η τρίτη ημέρα για την ψυχή του απελθόντος, και για το λόγο αυτό η ψυχή έχει ιδιαίτερη ανάγκη τότε από προσευχές για την σωτηρία της.
Σύντομα, μετά τον θάνατο, η ψυχή πράγματι βιώνει μια κρίση, τη Μερική Κρίση, ως τελική συγκεφαλαίωση του «αοράτου πολέμου» που έχει διεξαγάγει ή που απέτυχε να διεξαγάγει, στην επίγεια ζωή κατά τω πεπτωκότων πνευμάτων. Συνεχίζοντας την επιστολή του προς τον αδελφό της αποθνήσκουσας γυναίκας, ο Όσιος Θεοφάνης ο έγκλειστος γράφει: «Λίγο μετά το θάνατο, η ψυχή αρχίζει έναν αγώνα για να καταφέρει να διέλθει από τα τελώνια. Στον αγώνα της η αδελφή σου χρειάζεται βοήθεια! Θα πρέπει να στρέψεις όλη σου την προσοχή και όλη σου την αγάπη γι’ αυτήν στο πως θα την βοηθήσεις. Πιστεύω πως η μεγαλύτερη έμπρακτη απόδειξη της αγάπης σου θα είναι να αφήσεις την φροντίδα του νεκρού της σώματος στους άλλους, να αποχωρήσεις και, μένοντας μόνος σου οπουδήποτε μπορείς, να βυθιστείς σε προσευχή για την ψυχή της, για τη νέα κατάσταση στην οποία βρίσκεται και για τις καινούριες, απροσδόκητες ανάγκες της. Συνέχισε την ακατάπαυστη ικεσία σου στον Θεό για έξι εβδομάδες και περισσότερο. Όταν πέθανε η Οσία Θεοδώρα, το σακούλι από το οποίο πήραν χρυσό οι άγγελοι για να τη γλιτώσουν από τα τελώνια ήταν οι προσευχές του πνευματικού της πατέρα. Έτσι θα γίνει και με τις δικές σου προσευχές. Μην παραλείψεις να κάνεις όσα σου είπα. Αυτό είναι η πραγματική αγάπη.»
Το «σακούλι» από το οποίο πήραν «χρυσό» οι άγγελοι και «εξόφλησαν τα χρέη» της Οσίας Θεοδώρας στα τελώνια έχει συχνά παρανοηθεί από κάποιους επικριτές της Ορθόδοξης διδασκαλίας. Μερικές φορές συγκρίνεται με τη λατινική έννοια του «πλεονάσματος χάριτος» των αγίων. Στην περίπτωση αυτή, τέτοιοι επικριτές ερμηνεύουν κατά γράμμα τα Ορθόδοξα κείμενα. Σε τίποτε άλλο δεν αναφέρεται το παραπάνω απόσπασμα παρά στις προσευχές της Εκκλησίας για τους αναπαυθέντες και ειδικότερα στις προσευχές ενός αγίου ανθρώπου και πνευματικού πατέρα. Είναι σχεδόν περιττό να πούμε ότι όλες αυτές οι περιγραφές έχουν μεταφυσική έννοια. Η Ορθόδοξη Εκκλησία θεωρεί τη διδασκαλία περί τελωνίων τόσο σημαντική, ώστε έχει συμπεριλάβει σχετικές αναφορές σε πολλές από τις ακολουθίες της, μερικές εκ των οποίων αναφέρονται στο κεφάλαιο περί τελωνίων. Ειδικότερα, η Εκκλησία θεωρεί ιδιαιτέρως απαραίτητο να συνοδεύει με αυτήν τη διδασκαλία κάθε τέκνο της που αποθνήσκει. Στον «Κανόνα για την Αναχώρηση της Ψυχής», που διαβάζεται από τον ιερέα στο νεκρικό κρεβάτι κάθε πιστού, υπάρχουν τα παρακάτω τροπάρια:
«Καθώς φεύγω από τη γη, αξίωσέ με να διέλθω ανεμπόδιστα από τον άρχοντα του αέρα, το διώκτη και βασανιστή, εκείνον που ως άδικος ανακριτής στέκεται πάνω στους φοβερούς δρόμους». (4η Ωδή)
«Ω Πανένδοξε Θεοτόκε, οδήγησέ με εις τους Ουρανούς, στα ιερά και πολύτιμα χέρια των αγίων αγγέλων ώστε, προστατευμένος μέσα στα φτερά τους, να μην αντικρύσω τη ρυπαρή, αποκρουστική και σκοτεινή μορφή των δαιμόνων». (6η Ωδή)
«Ω Αγία Θεοτόκε, Εσύ η Οποία γέννησες τον Παντοδύναμο Κύριο, απομάκρυνε από εμένα τον άρχοντα των φοβερών τελωνίων, τον κυβερνήτη του κόσμου, όταν φθάσει η στιγμή του θανάτου μου, ώστε να Σε δοξολογώ αιωνίως». (8η Ωδή)
Κατ’ αυτόν τον τρόπο, τα λόγια της Εκκλησίας προετοιμάζουν τον αποθνήσκοντα Ορθόδοξο Χριστιανό για τις δοκιμασίες που θα συναντήσει μπροστά του.


Οι σαράντα ημέρες


Κατόπιν, έχοντας επιτυχώς διέλθει από τα τελώνια και υποκλιθεί βαθιά ενώπιον του Θεού, η ψυχή για διάστημα τριάντα επτά επιπλέον ημερών επισκέπτεται τις ουράνιες κατοικίες και τις αβύσσους της κολάσεως, μη γνωρίζοντας ακόμα που θα παραμείνει, και μόνον την τεσσαρακοστή ημέρα καθορίζεται η θέση στην οποία θα βρίσκεται μέχρι την ανάσταση των νεκρών.
Σίγουρα δεν είναι παράξενο ότι η ψυχή, έχοντας διέλθει από τα τελώνια και παύσει μια για πάντα κάθε σχέση με τα επίγεια, εισάγεται στον αληθινά άλλο κόσμο, σε ένα τμήμα του οποίου θα παραμείνει αιωνίως. Σύμφωνα με την αποκάλυψη του Αγγέλου στον Αγ. Μακάριο Αλεξανδρείας, η ειδική επιμνημόσυνη δέηση υπέρ των απελθόντων την ένατη ημέρα μετά τον θάνατο (πέραν του γενικού συμβολισμού των εννέα αγγελικών ταγμάτων) πραγματοποιείται επειδή μέχρι τότε παρουσιάζονται στην ψυχή τα θαυμάσια του Παραδείσου, και μόνον κατόπιν αυτού, για το υπόλοιπο των σαράντα ημερών, της παρουσιάζονται τα μαρτύρια και τα φρικτά της κολάσεως, πριν τοποθετηθεί την τεσσαρακοστή ημέρα στη θέση στην οποία θα αναμένει την ανάσταση των νεκρών και την Τελική Κρίση. Θα πρέπει και πάλι να τονίσουμε ότι οι αναφερόμενοι αριθμοί αποτελούν γενικό κανόνα ή «μοντέλο» της μεταθανάτιας πραγματικότητας, και αναμφισβήτητα δεν ολοκληρώνουν όλες οι ψυχές των απελθόντων την πορεία τους ακριβώς σύμφωνα με τον «κανόνα». Γνωρίζουμε σαφώς ότι η Οσία Θεοδώρα, στην πραγματικότητα, ολοκλήρωσε το «γύρο της κολάσεως» ακριβώς την τεσσαρακοστή ημέρα, σύμφωνα με τη γήινη μέτρηση του χρόνου.


Η κατάσταση των ψυχών μέχρι την Τελική Κρίση


Μερικές ψυχές βρίσκονται (μετά τις σαράντα ημέρες) σε μια κατάσταση πρόγευσης της αιώνιας αγαλλίασης και μακαριότητας, ενώ άλλες σε μια κατάσταση τρόμου εξαιτίας των αιωνίων μαρτυρίων τα οποία θα υποστούν πλήρως μετά την Τελική Κρίση. Μέχρι τότε εξακολουθεί να υπάρχει δυνατότητα αλλαγής της κατάστασής τους, ιδιαιτέρως μέσω της υπέρ αυτών προσφοράς της Αναίμακτης Θυσίας (μνημόσυνο στη Θεία Λειτουργία), και παρομοίως μέσω άλλων προσευχών.
Τα οφέλη της προσευχής, τόσο της κοινής όσο και της ατομικής για τις ψυχές που βρίσκονται στην κόλαση, έχουν περιγραφεί σε πολλούς βίους Αγίων και ασκητών καθώς και σε Πατερικά κείμενα. Στο βίο της μάρτυρος του 3ου αιώνα Περπετούας, για παράδειγμα, διαβάζουμε ότι η κατάσταση της ψυχής του αδελφού της Δημοκράτη της αποκαλύφθηκα με την εικόνα μιας στέρνας γεμάτης νερό, η οποία ήταν όμως τόσο ψηλά που δεν μπορούσε να τη φτάσει από τον ρυπαρό, καυτό τόπο όπου ήταν περιορισμένος. Χάρη στην ολόθερμη προσευχή της Περπετούας επί μία ολόκληρη ημέρα και νύχτα ο Δημοκράτης έφτασε τη στέρνα και τον είδε να βρίσκεται σε έναν φωτεινό τόπο. Από αυτό η Περπετούα κατάλαβε ότι ο αδελφός της είχε απελευθερωθεί από τα δεινά της κολάσεως.
Στο βίο μιας ασκήτριας που πέθανε μόλις τον 20ο αιώνα αναφέρεται μια παρόμοια περίπτωση. Πρόκειται για τη Οσία Αθανασία (Αναστασία Λογκάτσεβα), πνευματική θυγατέρα του Οσίου Σεραφείμ του Σάρωφ. Όπως διαβάζουμε στο βίο της: «Η Αναστασία είχε έναν αδελφό που τον έλεγαν Παύλο. Ο Παύλος κάποτε ήταν μεθυσμένος και κρεμάστηκε. Κι η Αναστασία αποφάσισε να προσευχηθεί πολύ για τον αδελφό της. Μετά το θάνατο του, η Αναστασία πήγε στο μοναστήρι Ντιβέγιεβο, του Οσίου Σεραφείμ, για να μάθει τι ακριβώς έπρεπε να κάνει, ώστε να βελτιωθεί η κατάσταση του αδελφού της, ο οποίος έδωσε τέλος στη ζωή του με τρόπο δυσσεβή και ατιμωτικό… Ήθελε να συναντήσει την Πελαγία Ιβάνοβνα και να ζητήσει τη συμβουλή της… Η Αναστασία επισκέφθηκε την Πελαγία. Εκείνη της είπε να κλειστεί στο κελί της σαράντα μέρες, να προσευχηθεί και να νηστέψει για τον αδελφό της και κάθε μέρα να λέει εκατόν πενήντα φορές: «Υπεραγία Θεοτόκε, ανάπαυσον τον δούλον σου.»
Όταν συμπληρώθηκαν οι σαράντα ημέρες, η Αναστασία είδε ένα όραμα. Βρέθηκε μπροστά σε μία άβυσσο. Στο βάθος της ήταν ένας βράχος από αίμα. Πάνω στο βράχο κείτονταν δύο άνδρες με σιδερένιες αλυσίδες στο λαιμό τους. Ο ένας ήταν ο αδελφός της.
Η Αναστασία διηγήθηκε το όραμα στην Πελαγία και κείνη της είπε να συνεχίσει την νηστεία και την προσευχή.
Τελείωσαν κι άλλες σαράντα ημέρες με νηστεία και προσευχή κι η Αναστασία είδε το ίδιο όραμα. Η ίδια άβυσσος κι ο βράχος πάνω στον οποίο βρίσκονταν οι δύο άνδρες με αλυσίδες στο λαιμό τους. Αυτή τη φορά όμως ο αδελφός της ήταν όρθιος. Περπατούσε πάνω στο βράχο, έπεφτε και ξανασηκωνόταν. Οι αλυσίδες ήταν ακόμα στο λαιμό του.
Η Πελαγία Ιβάνοβνα, στην οποία κατέφυγε και πάλι η Αναστασία, της είπε να επαναλάβει την ίδια άσκηση για Τρίτη φορά.
Όταν τελείωσε και το τρίτο σαρανταήμερο της νηστείας και της προσευχής, η Αναστασία ξαναείδε το ίδιο όραμα. Η ίδια άβυσσος, ο ίδιος βράχος. Τώρα όμως πάνω στο βράχο ήταν μόνο ένας άνδρας, αγνωστός της. Ο αδελφός της είχε απελευθερωθεί από τα δεσμά. Δε φαίνονταν πουθενά. Ο άγνωστος άνδρας ακούστηκε να λέει: «Είσαι τυχερός εσύ. Έχεις πολύ ισχυρούς μεσίτες στη γη.»
Η Αναστασία ανέφερε στην Πελαγία Ιβάνοβνα το τρίτο όραμά της και εκείνη της απάντησε:
«Ο αδελφός σου λυτρώθηκε από τα βάσανα. Δεν μπήκε όμως στη μακαριότητα του Παραδείσου.»
Πολλά παρόμοια περιστατικά αναφέρονται σε βίους Ορθοδόξων Αγίων και ασκητών. Σε περίπτωση που κάποιος έχει την τάση να ερμηνεύει κατά γράμμα τέτοια οράματα, ίσως θα πρέπει να παρατηρήσουμε ότι βεβαίως οι εικόνες με τις οποίες εμφανίζονται τέτοια οράματα, συνήθως σε όνειρα, δεν «φωτογραφίζουν» κατ’ ανάγκη τον τρόπο ύπαρξης της ψυχής μετά τον θάνατο. Πρόκειται περισσότερο για εικόνες οι οποίες μεταβιβάζουν την πνευματική αλήθεια της βελτιώσεως της καταστάσεως της ψυχής στον άλλο κόσμο χάρη στις προσευχές εκείνων που παραμένουν στον κόσμο τούτο.

Από το βιβλίο του π. Σεραφείμ Ρόουζ “ Η ψυχή μετά τον θάνατο” (Ανάλυση του λόγου περί θανάτου του Αγίου Ιωάννου Μαξίμοβιτς)
Οι πρώτες δύο ημέρες μετά το θάνατο.


http://periodikoendon.blogspot.gr/2012/02/blog-post.html

Ο Γέροντας Παΐσιος για το κομποσχοίνι


Γέροντα, ποιά σημασία έχει το κομποσχοίνι;

- Το κομποσχοίνι είναι μια κληρονομιά, μια ευλογία, που μας έχουν αφήσει οι Άγιοι Πατέρες της Ορθοδοξίας μας.

Και μόνο γι’ αυτό έχει μεγάλη αξία. Βλέπεις, σε κάποιον αφήνει ο παππούς του μια κληρονομιά ένα ασήμαντο πράγμα και το έχει μετά σαν φυλαχτό, πόσο μάλλον το κομποσχοίνι που μας το άφησαν κληρονομιά οι Άγιοι Πατέρες!

Παλιά, που δεν υπήρχαν ρολόγια, οι μοναχοί μετρούσαν την ώρα της προσευχής με το κομποσχοίνι, αλλά οι κόμποι του κομποσχοινιού ήταν απλοί. Κάποτε ένας ασκητής του Αγίου Όρους έκανε πολύ αγώνα, πολλές μετάνοιες κ.λπ., και ο διάβολος πήγαινε και έλυνε τους κόμπους του κομποσχοινιού του. Έκανε – έκανε μετάνοιες ο καημένος και απέκαμε, γιατί δεν μπορούσε να τις μετρά, αφού ο διάβολος του έλυνε συνέχεια τους κόμπους. Τότε παρουσιάσθηκε Άγγελος Κυρίου και του δίδαξε πώς να πλέκει τους κόμπους, ώστε σε κάθε κόμπο να σχηματίζονται εννέα σταυροί. Ο διάβολος μετά, ο οποίος τρέμει τον σταυρό, δεν μπορούσε να τους λύσει. Έτσι κάθε κόμπος του κομποσχοινιού έχει εννέα σταυρούς, που συμβολίζουν τα εννέα τάγματα των Αγγέλων.

- Γέροντα, τι σημαίνουν οι τριάντα τρεις, οι πενήντα, οι εκατό και οι τριακόσιοι κόμποι που έχουν τα κομποσχοίνια;

- Μόνον ο αριθμός τριάντα τρία είναι συμβολικός συμβολίζει τα τριάντα τρία χρόνια που έζησε ο Χριστός επάνω στην γη. Οι άλλοι αριθμοί απλώς μας βοηθούν να μετράμε τις μετάνοιες που κάνουμε ή πόσες φορές θα πούμε την ευχή. Μερικές μηχανές έχουν ένα σχοινί με μια χειρολαβή στην άκρη και, όταν θέλεις να τις βάλεις μπρος, τραβάς μερικές φορές το σχοινί με δύναμη, μέχρι να ξεπαγώσουν τα πνευματικά λάδια. Έτσι και το κομποσχοίνι είναι το σχοινί το οποίο τραβάμε μία - δύο - πέντε - δέκα φορές και ξεπαγώνουν τα πνευματικά λάδια και παίρνει μπρος η πνευματική μηχανή της αδιάλειπτου προσευχής, οπότε δουλεύει μετά μόνη της η καρδιά στην ευχή. Αλλά, και όταν η καρδιά πάρει μπρος στην ευχή, και πάλι δεν πρέπει να καταργήσουμε το κομποσχοίνι, για να μην παρακινηθούν και άλλοι να το καταργήσουν, ενώ δεν πήρε ακόμη μπρος η καρδιά τους στην ευχή.


- Όταν, Γέροντα, κρατώ το κομποσχοίνι μου και λέω την ευχή μηχανικά, μήπως υπάρχει κίνδυνος ανθρωπαρέσκειας;

- Αν κάνεις κομποσχοίνι εξωτερικά από ανθρωπαρέσκεια, ακόμη και τα χέρια σου να ξεφλουδίσεις, σε τίποτε δεν θα σε ωφελήσει. Μόνον κούραση θα σου φέρει και την ψευδαίσθηση ότι δήθεν ασχολείσαι με την νοερά προσευχή.

- Γέροντα, εγώ δεν έχω συνηθίσει να κρατώ κομποσχοίνι.

- Το κομποσχοίνι να το κρατάς, για να μην ξεχνάς την ευχή, την οποία πρέπει να εργάζεσαι εσωτερικά, στην καρδιά. Όταν μάλιστα βγαίνεις από το κελλί σου, να θυμάσαι ότι ο εχθρός είναι έτοιμος για επίθεση. Γι’ αυτό, να μιμείσαι τον καλό στρατιώτη που βγαίνοντας από το πολυβολείο έχει πάντοτε «ανά χείρας» το αυτόματο όπλο. Το κομποσχοίνι έχει μεγάλη δύναμη είναι το όπλο του μοναχού και οι κόμποι είναι σφαίρες, που θερίζουν!


«Περί Προσευχής» Λόγοι ζ'

http://agiameteora.net/

St. Luke the Surgeon and St. Ephraim in the Operating Room



St. Luke the Surgeon and St. Ephraim of Nea Makri (source)

"My name is X. P., I am 46 years old, and I live in Northern Greece. In 2004, I was operated on for a brain tumor. After three and a half years, it appeared again. I visited plenty of doctors, but none would agree to operate on me. I was very depressed and disappointed. Ultimately, I found a doctor who agreed to dare to try this difficult intervention. My relatives told me to go venerate St. Luke, who was a physician, and that he would help me, like he helped the others. I made the decision and went to venerate and to pray in the city G. where there is a church of St. Luke. There, I met a pious and humble priest, Fr. K. He gave me strength and courage, and served the Paraklesis for me. I confessed, communed, and left for surgery. One night, I saw in my dream St. Ephraim, and he told me not to worry, and that everything would go well.


On March 13th 2007 I entered the operating room. Even though I was sedated, I could see the doctors that were operating on me, together with St. Luke and St. Ephraim. St. Luke was operating, wearing small circular glasses, and holding an old scalpel. St. Ephraim, however, was holding my hand, telling me not to be afraid, and with his left hand bombarded my head with light. When the surgery finished, I went to the ICU, and again St. Luke appeared before me, telling me: “I was there with you in the operating room.”


I replied: “I know.”


Exiting the operating room, I heard my surgeon tell me: “This is the first time I had such and easy surgery.”


I want to note that I knew nothing about these two saints [before they appeared]. From then on, they became my guardian angels."

http://full-of-grace-and-truth.blogspot.ca/2014/06/st-luke-surgeon-and-st-ephraim-in.html

The Saints Stand By Us



When we refer to the life of a saint, we tend to extol their actions and promote them mostly on the basis of the wonderful things they performed. From very ancient times, it was thought that this elevation and emphasis, sometimes even exaggeration, in the narrative of the life of a saint was a way of rendering honour to them.

This practice may be considered beneficial in terms of uplifting the minds of the faithful, but it does create a sense of distance between the saint and other Christians: the impression is given that the saint was a person with distinct abilities, someone who, by their very nature, had the ability to distinguish themselves in martyrdom or virtue. But in this way, Christians are unwittingly discouraged from engaging in spiritual struggles, since they believe that they themselves are in no position to avoid the traps and temptations which continuously arise.



Let’s take the case of the five martyrs whom we honour on December 13, Efstratios, Afxentios, Evyenios, Mardarios and Orestis, (martyred at the end of the 3rd century). We have there a different approach, however. This concerns a miracle mentioned by the Protopapas of Nafplio, Nikolaos Malaxos (16th century) and preserved by Saint Nikodimos the Athonite. The event took place in a dependency of the New Monastery on Chios, on the day of their feast.

On that that day, the weather was so appalling that the fathers from the monastery were unable to get down to the dependency, and people from the outside couldn’t get there either. After the priest had started Mattins, he saw five men whom he didn’t know coming into the church. The features were similar to those of the saints being honoured, as represented in their icons. Two went to the right choir, two to the left and the youngest, who looked like the martyr Orestis, conducted the chanting, as canonarch. So the Mattins service continued until the moment when the canonarch came to read the narrative of their martyrdom.

At one point in the narrative, the governor of Sebastia, Agricola, ordered a red-hot bed to be brought, on which they laid Orestis. The Life says that Orestis “quailed” (εδειλίασεν). The young canonarch, however, didn’t read what was written, but changed the verb and said “smiled”. He was at once sharply rebuked by the eldest of the five, the one who looked like Saint Efstratios, who told him to read the text exactly as it was written. The young canonarch, who was clearly Saint Orestis, and was ashamed of his want of courage, read the Life again, but again said “smiled”. The eldest, obviously Saint Efstratios, again told him off and said: “Read what’s written as you experienced it: because you didn’t smile when you saw the bed, your courage failed you”.

In the end, the five saints disappeared and, when the priest had recovered, he completed the Divine Liturgy and wondrous event to his fellow citizens. It’s clear, then, that the saints are people, just like the rest of us, with their own strengths and weaknesses. There’s not something distinctive or special in their nature that helps them to conduct their struggle successfully. If we wanted to single out something, it would be their great love for God, which helped them overcome their individual fears and weaknesses.


http://pemptousia.com/2014/01/the-saints-stand-by-us/

Friday, December 12, 2014

Διηγήσεις π. Χαραλάμπου Διονυσιάτη (Προηγουμένου Ἱ. Μ. Διονυσίου)


 

Κάναμε πολλές ώρες προσευχή, τότε όταν ήμασταν κοντά εις τον Γέροντα Ιωσήφ, και τα πρώτα χρόνια κατόπιν, μετά την κοίμηση του Γέροντος, και πολύ χάριν μας έδιδε ο Κύριος, δι' ευχών του Γέροντος.


Έκανα 6 -8 ή και 10 ώρες ενίοτε προσευχή όρθιος. Μερικές φορές μου έρχονταν πολύ κούραση, και αισθανόμουνα άσχημα. Άλλοτε έρχονταν αμέλεια κ.λ.π. Τότε έλεγα εις τον εαυτόν μου: «Άρρωστος δεν είσαι έφαγες και ήπιες νερό. Λοιπόν εδώ θα αγωνιστείς. Θα πεθάνεις εδώ προσευχόμενος. Δεν υποχωρούσα. Και μετ' λίγη ώραν, έρχονταν τέτοια ειρήνη και μακαριότης, που επί 4 ώρες, νόμιζα ότι δεν πατούσα στην γη νόμιζα, ότι 4-5 ώρες ήσαν 10 λεπτά. Την εποχή εκείνη, είχα πολλές καταστάσεις ο Θεός μου είχε δώσει πολύ χάριν».
Ειρήνη με ειρήνη έχει διαφορά. Υπάρχει τεράστια διαφορά, από την ειρήνη που δίδει ό Θεός. Έτσι κάποτε προσευχόμενος, πλησίον του παραθύρου του κελιού μου, αισθάνθηκα ένα πράγμα, που δεν μπορεί να το έκφραση κανείς.
Εκεί που προσευχόμουν, ακούω ξαφνικά μία βοή. Αι αισθήσεις μου αι εξωτερικαί κόπηκαν και άνοιξε μέσα στην καρδιά μου μία ειρήνη, σε ανέκφραστο βαθμό. Δεν μπορούσα να κουνηθώ. Μία ανέκφραστος γλυκύτης, γαλήνη, ειρήνη.
Δεν περιγράφεται αισθανόμουνα παράδεισο μέσα μου. Αυτό ίσως κράτησε μια ώρα κατόπιν υποχώρησε. Κάτι όμως έμεινε μέσα μου. Βεβαίως ελάχιστο πράγμα παρέμεινε. Και έκτοτε, ότι και αν συνέβαινε οιανδήποτε φροντίδα, ταραχή, πειρασμός κλπ η ειρήνη μέσα μου δεν έφευγε.
Όταν έφυγε εκείνη η μεγάλη και ανέκφραστος ειρήνη έκλαιγα φώναζα: «τι ήτανε αυτό - τι ήτανε αυτό; Θεέ μου έλεγα αυτή ήτανε η ειρήνη που έδωσες στους άγιους Αποστόλους: Την Ειρήνη την Έμήν δίδωμι υμίν. Δεν μπορούσα να βαστάξω" έκλαιγα - έκλαιγα. τι ήτανε αυτό, Θεέ μου!»
Σχετικά με την αγάπη του Θεού λέμε, ότι μας αγαπά ό Θεός ή ότι αγαπάμε τον Θεόν, ότι αισθανόμεθα αγάπη μέσα μας για τον Θεόν. Αυτό δεν είναι τίποτε είναι ελάχιστον, από την αίσθησιν εκείνη της αγάπης του Θεού, όταν σε επισκεφθεί ο Θεός, όταν σου δώσει την αγάπη Του. Τότε λιώνεις. Αν κράτηση αυτή η αγάπη, αυτή η αίσθησις της αγάπης του Θεού, λίγα λεπτά, δεν αντέχεις τότε πεθαίνεις.
Ούτω κάποτε προσευχόμενος επί πολύ ώρα, ξαφνικά αισθάνθηκα την Παρουσία του Θεού μπροστά μου! (όχι να τον βλέπω). Εκείνη την ώρα, το τι αισθάνθηκα, δεν περιγράφεται. Ένας Θείος έρως ανέκφραστος, μία αγάπη που δεν περιγράφεται. Δεν μπορείς να κρατηθείς' πέφτεις κάτω. Αν κρατούσε πάνω από 2 - 3 λεπτά θα πέθαινα δεν αντέχεις.
Από την πολλή αγάπη καίεσαι μέσα σου, από την πολλή γλυκύτητα και μακαριότητα, από, τον πολύ θείο έρωτα για τον Χριστό. Πέφτεις κάτω και άλλο τίποτα δεν λες μόνο, σώσε με - σώσε με, φωνάζεις διότι θα πεθάνεις αν κρατήσει, λίγο ακόμη. Τρία λεπτά εάν κρατήσει θα ξεψυχήσει ο άνθρωπος από, τον πολύ ερωτά στον Χριστό, από την πολλή αγάπη.
Μετά όταν υποχώρησε, επί τρεις ώρες περίπου έλεγα την ευχή και άφθονα γλυκύτατα δάκρυα έτρεχαν. Και πολλές φορές ενθυμούμενος την κατάσταση εκείνη της χάριτος, όπου αισθανόμουν δίπλα μου, μπροστά μου την παρουσία, του θεού, έρχονται γλυκύτατα δάκρυα και προσευχή συνεχής.
Κάποτε προσευχόμενος πάλι, βλέπω τον εαυτόν μου ξαπλωμένο νεκρό απέναντι μου, φορώντας το πετραχήλι. Αυτό ήταν έκσταση, δράμα. Τώρα; τίποτε δεν έκανα σκεπτόμουνα τι λόγο θα δώσω στον Θεόν για τι πράξεις μου, για την ζωήν μου και με έπιασε δέος, μ' έπιασε τρόμος. Τι απολογία θα δώσω τώρα. Περίπου 10 λεπτά κράτησε αυτή ή δράση.
Πάγωσα τώρα πηγαίνω στην κρίσιν. Έβλεπα μόνον τον εαυτόν μου κανέναν άλλον, τίποτε άλλο δεν έκρινα. Όταν συνήλθα, όταν ήλθα εις τον εαυτόν μου, είχα την αίσθηση της μνήμης θανάτου μου ήλθε πένθος και δάκρυα. Αυτή η μνήμη θανάτου, αυτό το πένθος, βάστηξαν πολύ καιρό.
Άλλο λοιπόν η μνήμη θανάτου που κάνομε ημείς με διάφορες σκέψεις και θεωρίες (κι' αυτή πολύ καλή και χρησιμότατη είναι), και άλλη αυτή, που δίδει ό Θεός εν αισθήσει.
Μία φορά ο Γέροντας μου είχε πει ότι αισθάνθηκε ένα ανέκφραστων αίσθημα αγάπης προς το Ευαγγέλιο κατά την Θ. Λειτουργία. Του έρχονταν να αγκαλιάσει το Ευαγγέλιον, ει δυνατόν να το βάλει μέσα του. Κι εγώ κάποτε αισθάνθηκα, ένα παρόμοιο αίσθημα ανέκφραστου αγάπης για το Ευαγγέλιον.
Ήθελα να πάρω το Ευαγγέλιον, να το βάλω μέσα στην ψυχή μου δεν το χόρταινα. Άλλοτε πάλι, εκεί που προσευχόμουνα, είχα επίσκεψη χάριτος. Όλη η γραφή μπήκε τρόπον τινά μέσα μου. Περί Αγάπης, περί ειρήνης κ.λ.π. Ούτω άρχισαν να λέγονται όλα μέσα μου από την γραφή. Εκείνα που δεν διάβαζα, υστέρα τα διάβαζα και τα έβλεπα. Ύστερα περί ειρήνης. Μία - δύο ώρες συνέχεια. Ύστερα σταμάτησε αυτό, και άρχισε άλλο πράγμα. Θεέ μου, τι είναι αυτό; δεν μπορούσα να κρατήσω τον εαυτό μου. Τι φωτισμός είναι αυτός που δίδεις Θεέ μου, ώστε να γνωρίσουμε και να κατανοήσομε όλη την Γραφή!
Λέγοντας τι μπορώ να κάνω, αμέσως έφυγε ό νους μου και πήγε στη θάλασσα. Είδα την θάλασσα πολλαπλάσια πολύ μεγάλη. σαν να έβλεπα με τά μάτια μου, τα τεράστια κήτη που είναι μέσα. Θαύμαζα το μεγαλείο του Θεού, και την μικρότητα του ανθρώπου Εκεί, λοιπόν, που θαύμαζα, το πόσο μεγάλη είναι η θάλασσα, και τα κήτη που περιέχει μέσα, ξαφνικά ο νους έφυγε έξω από την γη.
Έμεινα κατάπληκτος. Είδα μία απέραντη, αχανή, έκταση, επάνω - κάτω - δεξιά και αριστερά της γης. Ακατανόητη έκταση δεν βρίσκεις άκρη. Και μέσα στο αχανές αυτό Σύμπαν, την γη σαν μια σφαίρα, και πέριξ εκατομμύρια πολλά σφαίρες σαν την γη. Έμεινα κατάπληκτος για το άπειρο χάος, για την απεραντοσύνη του Σύμπαντος.
Εκεί, λοιπόν, που θαύμαζα, ακούω φωνή: «Ο Θεός δεν χωράει, μέσα στο αχανές αυτό Σύμπαν τόσον μεγάλος, τόσον άπειρος είναι ο Θεός». Άρχισα να θαυμάζω και να εκπλήττομαι. Πόσον μεγάλος είναι αλήθεια ο Θεός; Πω, πω! δεν χωράει στο αχανές αυτό Σύμπαν! Θυμήθηκα εκείνη την ώρα, αυτό που λέγει η Γραφή: «Ή γη είναι το υποπόδιον των ποδών του Θεού». Πόσον άπειρος είναι ο Θεός; και αν τώρα σπρώξει με το πόδι του την γη;
Με έπιασε τρέμουλα κι' εγώ θα φύγω, θα πέσω με την γη στο χάος..., κι' εκεί επάνω συνήλθα από την θεωρία αυτή, και ήλθα εις τον εαυτόν μου.
Μετά από αυτήν την θεωρία, είχα την αίσθηση, ότι τίποτε δεν είμαστε εμείς. Γνώρισα, ότι απολύτως τίποτε δεν είμαστε. Τότε μένει πραγματική ταπεινοφροσύνη. Αυτή είναι ή ταπεινοφροσύνη, που λέγει ο αββάς Ισαάκ: «Είναι καλύτερα να κλάψεις μία ώρα για τις αμαρτίες σου, παρά όλο τον κόσμο να κερδίσεις, καλύτερα να γνωρίσεις την ασθένεια σου, παρά νεκρούς ν' ανασταίνεις». Ότι και να πεις, μπορεί να ταπεινώνεσαι εξωτερικά. Την πραγματική ταπείνωση, δεν την γεύεσαι, δεν την έχεις.
Μετά από αυτήν την θεωρία, χρυσά να φορούσα, δεν μου έκανε εντύπωση. Νόμιζα, ότι όλα τα ίδια είναι. Δεν αισθάνεσαι από μέσα τίποτε να σε βλέπουν π.χ. με λαμπερά, και να αισθάνεσαι ικανοποιήσει που σε βλέπουν.
Αυτή ή θεωρία, μου έφερε τέτοια ταπείνωση. Και δεν έφυγε από μέσα μου μέχρι και τώρα. Δόξες, τιμές, δεν με εντυπωσιάζουν. Καλύτερα να φορώ παρτάλια παρά λαμπρά. Δεν μου κάνει εντύπωση να επιδείξω... (κλαίει ό παπα Χαράλαμπος).

πηγη : http://agiameteora.net/

Progression in spiritual life ( Elder Paisios )



The more a person progresses in the spiritual life attending to himself, the wider the eyes of the soul open and the more clearly he discerns his mistakes and the many benefactions of God. Thus man is humbled and inwardly crushed, and then the Grace of God — divine enlightenment — comes naturally and he becomes more discerning.

Elder Paisios

Totally submit our mind to the Grace of God ( Elder Paisios )



One of Elder Paisios’ spiritual sons recalls, "Elder Paisios always urged us to think positively. Our positive thinking, however, should not be our ultimate aim; eventually our soul must be cleansed from our positive thoughts as well, and be left bare, having as its sole vestment Divine Grace granted to us through Holy Baptism. ‘This is our aim,’ he used to say, ‘to totally submit our mind to the Grace of God. The only thing Christ is asking from us is our humility. The rest is taken care of by His Grace.

Elder Paisios

Thursday, December 11, 2014

Ο προορισμός του ανθρώπου ( Γέρων Ιωσήφ ο Ησυχαστής )



Μη λυπήσαι παιδί μου μήτε να ενθυμήσαι το παρελθόν διότι εκείνα απέρασαν. Άνθρωποι είμεθα και τέκνα παραβάσεως.

Δι’ αυτό συγκατάβασιν θα κάμει ο Κύριος και εν μετανοία, όλα τα συγχωρεί. Ναι παιδί μου… Διότι ενόσω ζούμε αυτή η ζωή δεν έχει ανάπαυσιν. Ζυμωμένη με τα βάσανα είναι… ανάμικτα όλα…

Αυτά που μας φαίνονται άσχημα, αυτά παιδί μου αφήνουν κέρδος στην ψυχήν μας…

Η έρημος παιδί μου έχει άλλους πειρασμούς….και ο κόσμος άλλους …

Ας σκεπάζει ο ένας τα σφάλματα του άλλου.

Ω! μάταιε κόσμε! ψεύτικε ντουνιά, κανένα καλόν δεν έχεις επάνω σου.

Μέσα στις θλίψεις παιδί μου θα βρεις τον γλυκύτατον Ιησούν…

Ο προορισμός του ανθρώπου, αφού γεννηθεί είναι να βρει τον Θεόν.

Δεν μπορεί να Τον βρει όμως, εάν πρώτον δεν τον βρει ο Θεός…

Τα πάθη μας, μάς έχουν κλείσει τους ψυχικούς οφθαλμούς.

Όταν όμως στρέψει το ματάκι του προς ημάς ο αγαθός Θεός, τότε ως από ύπνον ξυπνούμε και αρχίζομεν να ζητούμεν την σωτηρίαν μας…
Γέροντος Ιωσήφ του Ησυχαστού
Από το βιβλίο «Έκφραση μοναχικής εμπειρίας»

http://agiameteora.net/

How to Read the Holy Scriptures ( Father Seraphim Rose )



From a lecture delivered by Hieromonk Seraphim Rose at the 1979 St. Herman Summer Pilgrimage Platina, CA



IT IS WELL known that Protestants spend a great deal of time on Holy Scripture, because for them it is everything. For us Orthodox Christians the Scripture also holds an essential place. Often, however, we do not take advantage of it, and do not realize what importance it has for us; or if we do, we often do not approach it in the right spirit because the Protestant approach and Protestant books about the Scriptures are widespread, while our Orthodox approach is quite different.

The fact that Scripture is an essential part of our Faith can be seen in our Orthodox services. There are daily readings from the New Testament from both the Epistles and Gospels. In one year we read through almost the entire New Testament. In the first three days of the week before Pascha--the feast of Christ's Resurrection, the four Gospels are read in church, and on Thursday night of Passion Week twelve long selections from the Gospels are read concerning the Passion of our Lord, with verses sung in between, commenting on these passages. The Old Testament is also used in the services. In the vespers for every great feast three parables are read prefiguring the feast. And the Divine services themselves are filled with Scriptural quotations, Scriptural allusions and inspiration coming directly from Holy Scripture. Orthodox Christians also read the Scripture outside the services. St. Seraphim, in his monastic life, read the entire New Testament every week. Perhaps it is because we have such a richness of Scripture in our Orthodox tradition that we are often guilty of taking them for granted, of not valuing and making use of the Scriptures.

One of the leading interpreters of Holy Scripture for us is St. John Chrysostom, an early 5th century Holy Father. He wrote commentaries on practically the whole of the New Testament, including all of St. Paul's epistles and also many Old Testament books. In one sermon concerning Scripture, he addresses his flock:

'I exhort you, and I will not cease to exhort you to pay heed not only to what is said here, but when you are home also you should occupy yourselves attentively with the reading of Holy Scripture. Let no one say to me such cold words-worthy of judgment---as these: 'I am occupied with a trial, I have obligations in the city, I have a wife, I have to feed my children, and it is not my duty to read the Scripture but the duty of those who have renounced everything.' What are you saying?! It is not your duty to read Scripture because you are distracted by innumerable cares? On the contrary, it is your duty more than those others, more than the monks; they do not have such need of help as do you who live in the midst of such cares. You need treatment all the more, because you are constantly under such blows and are wounded so often. The reading of Scripture is a great defense against sin. Ignorance of the Scripture is a great misfortune, a great abyss. Not to know anything from the word of God is a disaster. This is what has given rise to heresies, to immorality; it has turned everything upside down."

Here we see that the reading of Holy Scripture provides us with a great weapon in the fight against the worldly temptations surrounding us – and we do not do enough of it. The Orthodox Church, far from being against the reading of Scripture, greatly encourages it. The Church is only against the misreading of Scripture, against reading one's own private opinions and passions, even sins into the sacred text. When we hear that the Protestants are all excited about something that they say is in the Scripture--the rapture, for example, or the millennium--we are not against their reading the Scripture but against their misinterpretation of the Scripture. To avoid this pitfall ourselves we must understand what this sacred text is and how we should approach it.

The Bible --the Holy Scripture, the Old and New Testaments---is not an ordinary book. It is one that contains not human but divinely revealed truths. It is the word of God. Therefore, we must approach it with reverence and contrition of heart, not with mere idle curiosity and academic coldness. Nowadays one cannot expect a person who has no sympathy for Christianity, no sympathy for the Scriptures to have a proper attitude of reverence. There is, however, such power in the words of Scripture--especially in the Gospels-that it can convert a person even without this proper attitude We have heard of cases in communist countries; the police go out in special squads to persecute believers and break up their meetings; they confiscate all their literature: Bibles, hymn books, patristic texts---many written out by hand. They're supposed to burn them, but sometimes either the person who is assigned to bum them or the person collecting them gets curious and begins reading the condemned materials. And there have been cases where this has changed the person's life. All of a sudden he meets Jesus Christ. And he's shocked, especially if he has been raised with the notion that this is a great evil; here he discovers that there is no evil here but rather something quite fantastic.

Many modern scholars approach the Scriptures with a cold, academic spirit; they do not wish to save their souls by reading Scripture: they only want to prove what great scholars they are, what new ideas they can come up with; they want to make a name for themselves. But we who are Orthodox Christians must have utmost reverence and contrition of heart; i.e., we must approach the word of God with a desire to change our hearts. We read the Scripture in order to gain salvation, not, as some Protestants believe, because we are already saved without the possibility of falling away, but rather as those desperately trying to keep the salvation which Christ has given us, fully aware of our spiritual poverty. For us, reading Scripture is literally a matter of life and death. As King David wrote in the Psalms: Because of Thy words my heart hath bee, afraid. I will rejoice in Thy sayings as one that hath found great spoil.

The Scripture contains truth, and nothing else. Therefore, we must study the Scripture believing in its truth, without doubt or criticism. If we have this latter attitude we shall receive no benefit from reading Scripture but only find ourselves with those "wise" men who think they know more than God's revelation. In fact, the wise of this world often miss the meaning of Scripture. Our Lord prayed: I thank Thee, O Father ..that Thou hast hid these things from the wise and prudent and hast revealed them unto babes (Luke 10:21). In our approach we must not be sophisticated, complicated scholars; we must be simple. And if we are simple the words will have meaning for us.


http://www.sfaturiortodoxe.ro/orthodox/orthodox_advices_seraphim_rose_holy_scriptures.htm

Why are vigil lamps lit before icons? ( Bishop Nikolai Velimirovich )


 1. Because our faith is light. Christ said: I am the light of the world (John 8:12). The light of the vigil lamp reminds us of that light by which Christ illumines our souls.

2. In order to remind us of the radiant character of the saint before whose icon we light the vigil lamp, for saints are called sons of light (John 12:36, Luke 16:8).

3. In order to serve as a reproach to us for our dark deeds, for our evil thoughts and desires, and in order to call us to the path of evangelical light; and so that we would more zealously try to fulfill the commandments of the Saviour: "Let your light so shine before men, that they may see your good works" (Matt. 5:16).

4. So that the vigil lamp would be our small sacrifice to God, Who gave Himself completely as a sacrifice for us, and as a small sign of our great gratitude and radiant love for Him from Whom we ask in prayer for life, and health, and salvation and everything that only boundless heavenly love can bestow.

5. So that terror would strike the evil powers who sometimes assail us even at the time of prayer and lead away our thoughts from the Creator. The evil powers love the darkness and tremble at every light, especially at that which belongs to God and to those who please Him.

6. So that this light would rouse us to selflessness. Just as the oil and wick burn in the vigil lamp, submissive to our will, so let our souls also burn with the flame of love in all our sufferings, always being submissive to God's will.

7. In order to teach us that just as the vigil lamp cannot be lit without our hand, so too, our heart, our inward vigil lamp, cannot be lit without the holy fire of God's grace, even if it were to be filled with all the virtues. All these virtues of ours are, after all, like combustible material, but the fire which ignites them proceeds from God.

8. In order to remind us that before anything else the Creator of the world created light, and after that everything else in order: And God said, let there be light: and there was light (Genesis 1:3). And it must be so also at the beginning of our spiritual life, so that before anything else the light of Christ's truth would shine within us. From this light of Christ's truth subsequently every good is created, springs up and grows in us.

May the Light of Christ illumine you as well!



http://www.russianorthodox-stl.org/vigil_lamps.html

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...