Monday, June 3, 2013
Εξομολόγηση - εξομολόγος -εξομολογούμενος ( ΜΟΝΑΧΟΥ ΜΩΥΣΕΩΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ )
Η εξομολόγηση είναι θεοπαράδοτη εντολή και αποτελεί ένα των μυστηρίων της Εκκλησίας μας. Η εξομολόγηση δεν είναι μία τυπική, από συνήθεια «για το καλό» και λόγω των επικείμενων εορτών, βεβιασμένη και πρόχειρη πράξη από ένα και μόνο καθήκον ή υποχρέωση και προς ψυχολογική εκτόνωση. Η εξομολόγηση θα πρέπει νάναι συνδυασμένη πάντοτε με τη μετάνοια. Μας έλεγε Αγιορείτης Γέροντας: Πολλοί εξομολογούνται, λίγοι μετανοούν! (Αιμιλιανός Σιμωνοπετρίτης).
Η μετάνοια είναι μία ελεύθερη, καλλιεργημένη, εσωτερική διεργασία επιμελημένη, συντριβής και λύπης, για την απομάκρυνση από τον Θεό διά της αμαρτίας. Η μετάνοια η αληθινή δεν συνδυάζεται με την αφόρητη θλίψη, την υπερβολική στενοχώρια και τις αδυσώπητες ενοχές. Τότε δεν είναι μάλλον ειλικρινής μετάνοια, αλλά κρυφός εγωισμός, στραπατσάρισμα του «εγώ», θυμός με τον εαυτό μας, που εκδικείται γιατί εκτίθεται και ντροπιάζεται και δεν ανέχεται κάτι τέτοιο. Μετάνοια σημαίνει αλλαγή νου, νοοτροπίας, μεταβολισμός, εγκεντρισμός χρηστοήθειας, μίσος της αμαρτίας. Μετάνοια ακόμη σημαίνει αγάπη της αρετής, καλοκαγαθία, επιθυμία, προθυμία και διάθεση σφοδρή επανασυνδέσεως με τον Χριστό διά της Χάριτος του πανσθενουργού Αγίου Πνεύματος. Η μετάνοια ξεκινά από τα βάθη της καρδιάς, ολοκληρώνεται όμως απαραίτητα στο μυστήριο της θείας και ιεράς εξομολογήσεως.
Ο εξομολογούμενος εξομολογείται ειλικρινά και ταπεινά ενώπιον του εξομολόγου, ως εν προσώπω του Χριστού. Κανένας επιστήμονας, ψυχολόγος, ψυχαναλυτής, ψυχίατρος, κοινωνιολόγος, φιλόσοφος, θεολόγος δεν μπορεί ν' αντικαταστήσει τον εξομολόγο. Καμία εικόνα, έστω και η πιο θαυματουργή, δεν μπορεί να δώσει αυτό που δίνει το πετραχήλι του εξομολόγου, την άφεση των αμαρτιών. Ο εξομολόγος αναλαμβάνει τον εξομολογούμενο, τον υιοθετεί και τον αναγεννά πνευματικά, γι' αυτό και ονομάζεται πνευματικός πατέρας. Η πνευματική πατρότητα κανονικά είναι ισόβια, ιερή και δυνατή, δυνατότερη και συγγενικού δεσμού. Ο πνευματικός τοκετός είναι οδυνηρός. Ο εξομολόγος με φόβο Θεού «ως λόγον αποδώσων», γνώση, ταπείνωση και αγάπη παρακολουθεί τον αγώνα του εξομολογούμενου και τον χειραγωγεί διακριτικά στην ανοδική πορεία της εν Χριστώ ζωής.
Ο εξομολόγος ιερεύς έχει ειδική ευλογία από τον επίσκοπο για το εξομολογητικό του έργο. Κανονικά όμως το χάρισμα του «δεσμείν και λύειν» αμαρτίες το λαμβάνει με τη χειροτονία του εις πρεσβύτερο. Καθίσταται διάδοχος των αγίων αποστόλων. Έτσι σημασία κύρια και μεγάλη έχει η εγκυρότητα και η κανονικότητα της αποστολικής διαδοχής διά των επισκόπων. Το μυστήριο της εξομολογήσεως όπως και όλα τ' άγια μυστήρια της Εκκλησίας μας τελεσιουργούνται και χαριτώνουν τους πιστούς όχι κατά την αξία, ικανότητα, επιστημοσύνη, λογιοσύνη, ευφράδεια, δραστηριότητα και τέχνη του ιερέως, ακόμη και την αρετή και αγιότητά του, αλλά τη διά της κανονικότητος της ιερωσύνης και του Τελεταρχικού Παναγίου Πνεύματος. Οι τυχόν αμαρτίες του ιερέως δεν εμποδίζουν τη θεία Χάρη των μυστηρίων. Αλλοίμονο αν αμφιβάλλουμε αν κατά την αναξιότητα του ιερέως το ψωμί και το κρασί έγινε σώμα και αίμα Χριστού κατά τη θεία Λειτουργία. Αυτό βεβαίως δεν σημαίνει ότι ο ιερεύς δεν θα πρέπει μόνιμα ν' αγωνίζεται για την καθαρότητά του. Έτσι δεν υπάρχουν καλοί και κακοί εξομολόγοι. Όλοι οι εξομολόγοι την ίδια άφεση δίνουν. Έχουμε όμως το δικαίωμα επιλογής του εξομολόγου. Μπορούμε να προστρέξουμε σε αυτόν που αληθινά μας αναπαύει. Δεν είναι σοβαρή όμως η συνεχής αλλαγή εξομολόγου. Δεν φανερώνει κάτι τέτοιο πνευματική ωριμότητα. Ούτε όμως και οι εξομολόγοι θα πρέπει να στενοχωρούνται παράφορα και να δημιουργούν μάλιστα και προβλήματα όταν αναχωρήσει κάποιο πνευματικό τους τέκνο. Ίσως τούτο σημαίνει πως ήταν νοσηρά συνδεδεμένοι μαζί του, συναισθηματικά, προσωποπαγώς, δεμένοι με το πρόσωπό του και όχι με τον Χριστό και την Εκκλησία, και θεωρούν την αναχώρηση προσβολή, μείωση, ότι δεν υπάρχει καλύτερος ή μία αίσθηση ότι οι άλλοι μας ανήκουν αποκλειστικά και μπορούμε να τους εξουσιάζουμε και να τους φερόμαστε μάλιστα εξαναγκαστικά ως καταπιεσμένους και ανελεύθερους υποτακτικούς. Είπαμε βέβαια πως ο εξομολόγος είναι πνευματικός πατέρας και ο πνευματικός τοκετός ενέχει οδύνη. Έτσι είναι φυσικό να λυπάται για την αναχώρηση του υιού του. Προτιμότερο όμως είναι να εύχεται για την πνευματική του πρόοδο και τη σύνδεσή του με την Εκκλησία, έστω και παρά την αποσύνδεσή του από τον ίδιο. Να εύχεται και όχι να απεύχεται.
Το έργο του εξομολόγου δεν είναι μόνο η απλή ακρόαση των αμαρτιών του εξομολογούμενου και η ανάγνωση στο τέλος της συγχωρητικής ευχής. Ούτε πάλι περιορίζεται μόνο στην ώρα της εξομολογήσεως. Ο εξομολόγος σαν καλός πατέρας φροντίζει συνεχώς το τέκνο του, το ακούει και το παρακολουθεί προσεκτικά, το νουθετεί κατάλληλα, το κατευθύνει ευαγγελικά, τονίζει τα τάλαντά του, δεν του θέτει υπερβολικά βάρη, το κανονίζει μέτρια όταν πρέπει, το οικονομεί όταν απογοητεύεται, βαρύνεται, δυσανασχετεί, αποκάμνει, το θεραπεύει ανάλογα, δεν το αποθαρρύνει ποτέ, συνεχίζοντας τον αγώνα παθοκτονίας και αρετοσυγκομιδής, μορφώνοντας στην ψυχή του την αθάνατη Χριστό.
Η αναπτυσσόμενη αυτή πατρική και υιική σχέση εξομολόγου και εξομολογούμενου δημιουργεί μία άνεση, εμπιστοσύνη, σεβασμό, ιερότητα και ανάταση. Ο εξομολογούμενος ανοίγει την καρδιά του στον εξομολόγο και του εκθέτει τα πιο κρύφια, τα πιο δόλια, τα πιο ακάθαρτα, όλα τα μυστικά του, πράξεις απόκρυφες και επιθυμίες βλαβερές, ακόμη και αυτά που δεν θέλει να ομολογήσει στον ίδιο του τον εαυτό και δεν λέει στον πιο στενό συγγενή του και τον καλύτερο φίλο του. Έτσι ο εξομολόγος θα πρέπει απόλυτα να σεβασθεί αυτή την απεριόριστη εμπιστοσύνη του εξομολογούμενου. Η εμπιστοσύνη αυτή επαυξάνεται οπωσδήποτε και από το γεγονός ότι ο εξομολόγος είναι αυστηρά δεσμευμένος, μέχρι θανάτου μάλιστα, από τους θείους και Ιερούς Κανόνες της Εκκλησίας με το απόρρητο της εξομολογήσεως.
Στην ορθόδοξη εξομολογητική δεν υπάρχουν βέβαια γενικές συνταγές, γιατί η πνευματική καθοδήγηση της κάθε μοναδικής ψυχής γίνεται εξατομικευμένα. Ο κάθε άνθρωπος είναι ανεπανάληπτος, με ιδιαίτερη ψυχοσύνθεση, άλλο χαρακτήρα, διάφορες δυνάμεις και δυνατότητες, όρια, εφέσεις, αντοχές, γνώσεις, ανάγκες και διαθέσεις. Ο εξομολόγος με τη Χάρη του Θεού και τη θεία φώτιση θα πρέπει να διακρίνει όλ' αυτά, ώστε ν' αποφασίσει τί καλύτερα θα πρέπει να χρησιμοποιήσει για να βοηθήσει τον εξομολογούμενο. Άλλοτε χρειάζεται η επιείκεια και άλλοτε η αυστηρότητα. Δεν είναι για όλους πάντοτε τα ίδια. Ούτε ο εξομολόγος θα πρέπει νάναι πάντα αυστηρός, έτσι μόνο για να λέγεται αυστηρός και να εκτιμάται. Ούτε υπερβολικά επιεικής, για να προτιμάται και να λέγεται πνευματικός πατέρας πολλών. Χρειάζεται φόβος Θεού, διάκριση, τιμιότητα, ειλικρίνεια, ταπείνωση, μελέτη, γνώση και προσευχή.
Η «οικονομία» δεν απαιτείται από τον εξομολογούμενο. Ούτε είναι ορθό να γίνει κανόνας από τον εξομολόγο. Η «οικονομία» θα πρέπει να παραμείνει εξαίρεση. Η «οικονομία» επίσης θα πρέπει να είναι πάντα προς καιρόν (Αρχιμ. Γεώργιος Γρηγοριάτης). Όταν εκλείψουν οι λόγοι που την επιβάλλουν ασφαλώς δεν θα πρέπει να χρησιμοποιείται. Για την ίδια αμαρτία μπορούμε να έχουμε πολλούς διαφορετικούς τρόπους προς αντιμετώπισή της.
Ο κανόνας δεν είναι πάντοτε απαραίτητος. Ο κανόνας δεν είναι τιμωρία. Είναι παιδαγωγία. Ο κανόνας δεν τίθεται προς ικανοποίηση του προσβληθέντος Θεού και εξιλέωση του αμαρτωλού ενώπιον της Θείας δικαιοσύνης. Αυτή είναι μια καθαρά αιρετική διδασκαλία. Ο κανόνας συνήθως τίθεται στην ανώριμη μετάνοια, προς συναίσθηση και συνειδητοποίηση του μεγέθους της αμαρτίας. Η αμαρτία κατά την ορθόδοξη διδασκαλία δεν είναι τόσο παράβαση του νόμου, όσο έλλειψη αγάπης στο Θεό. Αγάπα και κάνε ό,τι θέλεις, έλεγε ο ιερός Αυγουστίνος.
Ο κανόνας τίθεται προς ολοκλήρωση της μετάνοιας του εξομολογούμενου, γι' αυτό, καθώς ορθά λέγει ο π. Αθανάσιος Μετεωρίτης, όπως ο εξομολόγος δεν επιτρέπεται να κοινοποιεί τις αμαρτίες του εξομολογούμενου, έτσι κι ο εξομολογούμενος δεν επιτρέπεται να κοινοποιεί στους άλλους τον κανόνα που του έθεσε ιδιαίτερα ο εξομολόγος, που είναι συνισταμένη πολλών παραμέτρων.
Ο εξομολόγος λειτουργεί ως χορηγός της χάριτος του Αγίου Πνεύματος. Κατά την ώρα του μυστηρίου δεν λειτουργεί ως ψυχολόγος και επιστήμονας. Λειτουργεί ως ιερεύς, ως έμπειρος ιατρός, ως φιλόστοργος πατέρας. Ακούγοντας τ' αμαρτήματα του εξομολογούμενου προσεύχεται να τον φωτίσει ο Θεός. να δώσει το καλύτερο φάρμακο προς θεραπεία, να σφυγμομετρήσει τον βαθμό και την ποιότητα της μετανοίας του. Ο εξομολόγος δεν στέκεται απέναντι στον εξομολογούμενο με περιέργεια, καχυποψία, ζήλεια, υπερβολική αυστηρότητα, εξουσιαστικότητα και αλαζονεία, αλλά ούτε και αδιάφορα, επιπόλαια, απρόσεκτα και κουρασμένα. Η ταπείνωση, η αγάπη και η προσοχή του εξομολόγου θα βοηθήσει πολύ τον εξομολογούμενο. Ούτε ο εξομολόγος θα πρέπει να κάνει πολλές, περιττές και αδιάκριτες ερωτήσεις. Ιδιαίτερα θα πρέπει να διακόπτει τις λεπτομερείς περιγραφές διαφόρων αμαρτημάτων και ιδιαίτερα σαρκικών, ακόμη και τις αναφορές ονομάτων, ώστε ν' ασφαλίζεται περισσότερο. Ο εξομολογούμενος πάλι δεν θα πρέπει να φοβάται, να δειλιάζει και να ντρέπεται, αλλά να σέβεται, να εμπιστεύεται, να τιμά και να ευλαβείται τον εξομολόγο. Αυτό το κλίμα πάντως της ιερότητος, αλληλοσεβασμού και εμπιστοσύνης κυρίως θα το καλλιεργήσει, εμπνεύσει και δημιουργήσει ο εξομολόγος.
Η αγία μητέρα μας Ορθόδοξη Εκκλησία είναι το σώμα του Αναστημένου Χριστού, είναι ένα απέραντο θεραπευτήριο, αποθεραπείας των ασθενών αμαρτωλών πιστών, από τα τραύματα, τις πληγές και τις ασθένειες της αμαρτίας, των παθογόνων δαιμόνων και των ιοβόλων δαιμονικών παγίδων και επηρειών των δαιμονοκίνητων παθών.
Η Εκκλησία μας δεν είναι παράρτημα του υπουργείου κοινωνικής προνοίας, ούτε συναγωνίζεται να ξεπεράσει τους διάφορους συλλόγους κοινωνικής ευποιΐας, δίχως διόλου ν' αρνείται το σπουδαίο και αγαθό αυτό έργο και να μη το επιτελεί πλούσια, επαινετά και θαυμάσια, αλλά κυρίως είναι η χορηγός νοήματος της ζωής, λυτρώσεως και σωτηρίας των πιστών «υπέρ ων Χριστός απέθανεν» διά της συμμετοχής τους στα μυστήρια της Εκκλησίας. Το πετραχήλι του Ιερέως είναι πλάνη, όπως έλεγε ο Γέροντας Παΐσιος ο Αγιορείτης, που λειαίνει και ισιάζει τους ανθρώπους, είναι θεραπευτικό νυστέρι παθοκτονίας και όχι μιστρί εργασιομανίας ή σύμβολο εξουσίας. Είναι υπηρετική ποδιά διακονίας των ανθρώπων προς θεραπεία και σωτηρία.
Ο Θεός χρησιμοποιεί τον ιερέα για τη συγχώρηση του πλάσματός του. Το λέγει χαρακτηριστικά η ευχή: «Ο Θεός συγχωρήσαι σοι δι' εμού του αμαρτωλού πάντα, και εν τω νυν αιώνι και εν τω μέλλοντι. και ακατάκριτόν σε παραστήσαι εν τω φοβερώ αυτού Βήματι. περί δε των εξαγορευθέντων εγκλημάτων μηδεμίαν φροντίδα έχων, πορεύου εις ειρήνην». Ανεξομολόγητες αμαρτίες θα βαραίνουν τον άνθρωπο και στον μέλλοντα αιώνα. Εξομολογημένες αμαρτίες δεν εξομολογούνται. Είναι σαν να μη πιστεύει κανείς στην χάρη του μυστηρίου. Ο Θεός τα γνωρίζει, αλλά θα πρέπει προς άφεση, ταπείνωση και ίαση να εξαγορευθούν. Η ενίοτε επιτίμηση αμαρτιών δεν αναιρεί την αγάπη της Εκκλησίας, αλλά αποτελεί παιδαγωγική επίσκεψη προς καλύτερη συναίσθηση των πταισμάτων.
Κατά τον όσιο Νικόδημο τον Αγιορείτη «η εξομολόγησις είναι μία θεληματική διά στόματος φανέρωσις των πονηρών έργων και λόγων και λογισμών, κατανυκτική, κατηγορητική, ευθεία, χωρίς εντροπήν, αποφασιστική, προς νόμιμον πνευματικόν γινομένη». Ο θεοφόρος όσιος ευσύνοπτα, μεστά και σημαντικά αναφέρει πως η εξομολόγηση πρέπει να γίνεται θεληματικά, ελεύθερα, αβίαστα, ανεξανάγκαστα, δίχως ο εξομολόγος ν' άγχεται να εκμαιεύσει την ομολογία του εξομολογούμενου. Με κατάνυξη, συναίσθηση δηλαδή της λύπης που προκάλεσε ειλικρινά με την αμαρτία στον Θεό. Όχι συναισθηματικά, υποκριτικά, λιπόψυχα δάκρυα. Κατάνυξη γνήσια που σημαίνει συντριβή, μεταμέλεια, μίσος της αμαρτίας, αγάπη της αρετής, επίγνωση ευγνωμοσύνης στον Δωρεοδότη Θεό. Κατηγορητική σημαίνει υπεύθυνη εξομολόγηση, δίχως δικαιολογίες, υπεκφυγές, στρεψοδικίες, ανευθυνότητες και μεταθέσεις, με ειλικρινή αυτομεμψία και γνήσια αυτοεξουθένωση, που φέρει τη χαρμολύπη και το χαροποιό πένθος της Εκκλησίας. Ευθεία σημαίνει εξομολόγηση με κάθε ειλικρίνεια, ευθύτητα και ακρίβεια, ανδρεία και θάρρος, αυστηρότητα και γενναιότητα. Συμβαίνει ακόμη και την ώρα αυτή ο άνθρωπος να μη παραδέχεται την ήττα του, την πτώση και την αδυναμία του και με ωραιολογίες και μακρυλογίες να μεταθέτει τα ποσοστά ευθύνης του, με περιστροφές και μισόλογα, κατηγορώντας και τους άλλους, προκειμένου να φυλάξει ακόμη και τώρα ατσαλάκωτο το εγώ του. Χωρίς εντροπή εξομολόγηση σημαίνει παρουσίαση του πραγματικού οικτρού εαυτού μας. Η ντροπή είναι καλή προ της αμαρτίας και όχι μετά και μπροστά στον εξομολόγο. Η προ του εξομολόγου ντροπή λέγουν θα μας ελευθερώσει από τη ντροπή στην έσχατη κρίση, αφού ό,τι συγχωρήσει ο εξομολόγος δεν θα ξανακριθεί. Αποφασιστική εξομολόγηση σημαίνει να είναι καθαρή, συγκεκριμένη, ειλικρινής και με την απόφαση να μη επαναλάβει τα εξομολογηθέντα αμαρτήματα ο πιστός. Ακόμη η εξομολόγηση θα πρέπει να είναι συνεχής, ώστε τα φιλεπίστροφα, κατά τον όσιο Ιωάννη της Κλίμακος, πάθη να μη ισχυροποιούνται, αλλά αντίθετα σύντομα να θεραπεύονται. Έτσι δεν λησμονούνται οι αμαρτίες, υπάρχει τακτικός έλεγχος, αυτοπαρατήρηση, αυτοέλεγχος, αυτογνωσία και αυτομεμψία, δεν εγκαταλείπει η Θεία Χάρη και οι δαιμονικές παγίδες συντρίβονται ευκολότερα και η μνήμη του θανάτου δεν είναι φοβερή και τρομακτική.
Συμβαίνει συχνά-πυκνά και τ' ομολογούμε με πολύ πόνο και περισσή αγάπη το κήρυγμα να μην είναι τόσο ορθόδοξο. Δηλαδή να εξαντλείται σ' ένα ακόμη σχολιασμό της φθηνής επικαιρότητος και να μετατρέπεται κατά κάποιο τρόπο ο ιερός άμβωνας σε τηλεοπτικό «παράθυρο», όπου λέμε και εμείς τη γνώμη μας για τα τρέχοντα και συμβαίνοντα. Όμως τ' ορθόδοξο κήρυγμα κυρίως είναι εκκλησιολογικό, χριστολογικό, σωτηριολογικό, αγιολογικό και ψυχωφελές. Το κήρυγμα της μετανοίας από των Προφητών, του Τιμίου Προδρόμου, του Σωτήρος Χριστού και πάντων των αγίων παραμένει λίαν επίκαιρο και αναγκαίο. Βασική προϋπόθεση της μετοχής στ' άγια μυστήρια και της ανοδικής πνευματικής πορείας είναι η καθαρότητα της καρδιάς. Καθαρότητα από την ποικίλη αμαρτία, το πνεύμα της απληστίας και της ευδαιμονίας της σύγχρονης υπερκαταναλωτικής κοινωνίας, το πνεύμα της αντίθεης υπερηφάνειας ενός κόσμου ναρκισσευόμενου, ατομικιστικού, αταπείνωτου, αφιλάνθρωπου, υπερφίαλου και παράδοξου, το δαιμονικό πνεύμα των πονηρών λογισμών, των φαντασιών και φαντασιώσεων, των καχυποψιών και ζηλοφθονιών, των ακάθαρτων και σκοτεινών.
Κατάντησε δυσεύρετο κόσμημα η καθαρότητα της καρδιάς, στις αδελφικές σχέσεις, τις συζυγίες, τις συναδελφικές υποχρεώσεις, τις φιλίες, τις συζητήσεις, τις σκέψεις, τις επιθυμίες, τις ιερατικές κλήσεις. Τα λεγόμενα μέσα μαζικής ενημερώσεως ξέπεσαν σε ρυπογόνες εστίες. Λησμονήθηκε η νηπτική εγρήγορση, η ασκητική νηφαλιότητα, η παραδοσιακή ολιγάρκεια, απλότητα και λεβεντιά. Έτσι μολύνεται το λογιστικό της ψυχής, διεγείρεται στην απληστία το επιθυμητικό και αμβλύνεται σοβαρά το βουλητικό, ώστε αδύναμος ο άνθρωπος να παρασύρεται στο κακό δίχως φραγμό και όρια.
Επικρατεί η αυτοδικαίωση, η δικαιολόγηση των παθών, η ωραιοποίηση της αμαρτίας, η κατοχύρωσή της διά νέων ψυχολογικών ερεισμάτων. Θεωρείται μείωση, αδυναμία και λάθος η παραδοχή του λάθους, η ανάληψη της ευθύνης και η ταπεινή αποδοχή του σφάλματος. Η συνεχής δικαιολόγηση του εαυτού μας και η επιμελημένη μετάθεση ευθυνών δημιουργούν ένα άνθρωπο συγχυσμένο, διχασμένο, ταραγμένο, ταλαιπωρημένο, δυστυχισμένο και εγωπαθή, εμπαιζόμενο από τον δαίμονα, αιχμαλωτιζόμενο από αυτόν στ' άφωτα δίχτυα του.
Κυριαρχεί ένας ανόητος ορθολογισμός, ο οποίος επιλέγει ευαγγελικές αρετές και συνοδικούς κανόνες, κατά την αρέσκεια, προτίμηση και ευκολία, σε σοβαρά θέματα νηστειών, εγκράτειας, τεκνογονίας, ήθους, σεμνότητος, αιδούς, τιμιότητος και ακριβείας.
Κατόπιν όλων τούτων, τα οποία δεν νομίζω ότι υπερβάλλουμε, θεωρούμε ότι οι εξομολόγοι δεν έχουν εύκολο έργο. Δεν αρκεί πλέον η χειραγωγία στη μετάνοια και η καλλιέργεια της ταπεινώσεως, αλλά χρειάζεται το ποίμνιο κατήχηση, επαναευαγγελισμό, κατάρτιση, μεταβολισμό πνευματικό προς απόκτηση ισχυρών αντισωμάτων. Απαραίτητη η αντίσταση, αντίδραση και αντιμετώπιση του σφοδρού ρεύματος της αποϊεροποιήσεως, της εκκοσμικεύσεως, του αποηρωισμού, του ευδαιμονισμού, του πλουτισμού και κορεσμού. Ιδιαιτέρως προσοχής, διδαχής και αγάπης έχουν ανάγκη οι νέοι, που η αγωγή δεν τους βοηθά να συνειδητοποιήσουν το νόημα και το σκοπό της ζωής, το κενό, το άκοσμο, το άνομο, το άφωτο της αμαρτίας.
Σοβαρό πρόβλημα αποτελεί ακόμη και για τους χριστιανούς μας η αγχώδης συχνά αναζήτηση μιας άκοπης, άμοχθης και άλυπης ζωής. Αναζητούμε Κυρηναίους. Δεν αποδεχόμεθα την άρση του προσωπικού μας σταυρού. Δεν γνωρίζουμε το βάθος και το εύρος του σταυρού. Προσκυνούμε τον σταυρό στην εκκλησία, κάνουμε τον σταυρό μας, αλλά δεν ασπαζόμαστε τον προσωπικό μας σταυρό. Τελικά θέλουμε ένα ασταύρωτο Χριστιανισμό. Δεν υπάρχει όμως Πάσχα δίχως Μεγάλη Παρασκευή.
Τιμάμε τους μάρτυρες και τους οσίους, αλλά δεν θέλουμε εμείς καμιά κακοπάθεια, καμιά καθυστέρηση, καμιά δυσκολία. Δυσκολευόμαστε στη νηστεία, δυσανασχετούμε στην ασθένεια, δεν ανεχόμαστε πικρό λόγο, ακόμη και όταν φταίμε, οπότε πώς να υπομένουμε αδικία, συκοφαντία, κατατρεγμό και εξορία, όπως οι άγιοί μας; Είναι γεγονός αδιαμφισβήτητο πως το σύγχρονο κοσμικό πνεύμα της ευκολίας, της ανέσεως και του υπερκαταναλωτισμού έχει επηρεάσει ισχυρά το μέτρο της πνευματικής ζωής. Θέλουμε γενικά ένα αντιασκητικό Χριστιανισμό. Η Ορθοδοξία όμως βάση έχει το ασκητικό Ευαγγέλιο.
Ένα άλλο μεγάλο πρόβλημα της εποχής μας είναι η νοσηρή και υπερβολική εμπιστοσύνη του ανθρώπου στη λογική, τη διάνοια, τη γνώση και την κρίση του. Πρόκειται για τον παχυλό και κουραστικό εν τέλει ορθολογισμό. Η νηπτική ορθόδοξη θεολογία μας διδάσκει το νου να τον έχουμε εργαλείο και να τον κατεβάσουμε στην καρδιά. Η Εκκλησία μας δεν καλλιεργεί και παράγει διανοούμενους. Για μας ο ορθολογισμός δεν είναι φιλοσοφική νοοτροπία, αλλά μία καθαρά αμαρτητική βιοθεωρία, μία μορφή αθεΐας, αφού αντιβαίνει στην εντολή της πίστεως, της ελπίδος, της αγάπης και της εμπιστοσύνης στον Θεό. Ο ορθολογιστής κρίνει τα πάντα με την κρισάρα του μυαλού, μόνο με τον πεπερασμένο νου του, κέντρο είναι ο εαυτός του και το κυρίαρχο εγώ του και δεν εμπιστεύεται τη θεία Πρόνοια, τη θεία Χάρη και θεία Βοήθεια στη ζωή του.
Θεωρώντας συχνά τον εαυτό του αλάνθαστο ο ορθολογιστής δεν επιτρέπει στον Θεό να επέμβει στη ζωή του και να τον κρίνει. Έτσι δεν θεωρεί ότι έχει ανάγκη εξομολογήσεως. Ο άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος όμως λέγει πως το να νομίζει κάποιος πως δεν έπεσε σε αμαρτήματα, αυτό είναι η πιο μεγάλη πτώση και πλάνη και το πιο μεγάλο αμάρτημα. Παρασυρμένοι ορισμένοι νεώτεροι θεολόγοι μιλούν γι' αστοχία και όχι για αμαρτία, θέλοντας ν' αμβλύνουν τη φυσική διαμαρτυρία της συνειδήσεως. Η αυτάρκεια ορισμένων εκκλησιαζομένων και νηστευόντων χριστιανών κρύβει ενίοτε ένα λανθάνοντα φαρισαϊσμό, ότι δεν είναι όπως οι λοιποί των ανθρώπων και ως εκ τούτου δεν χρήζουν εξομολογήσεως.
Κατά τους αγίους πατέρες της Εκκλησίας μας το μεγαλύτερο κακό είναι η υπερηφάνεια, η μητέρα όλων των παθών κατά τον όσιο Ιωάννη της Κλίμακος. Πρόκειται για πολύτεκνη μητέρα με πρώτες θυγατέρες την κενοδοξία και την αυτοδικαίωση. Η υπερηφάνεια είναι μία μορφή άρνησης Θεού, είναι εφεύρεση των πονηρών δαιμόνων, αποτέλεσμα πολλών κολακειών και επαίνων, που επιφέρει την εξουδένωση και εξουθένωση των ανθρώπων, τη θεομίσητη κατάκριση, τον θυμό, την οργή, την υποκρισία, την ασπλαχνία, τη μισανθρωπία, τη βλασφημία. Η υπερηφάνεια είναι ένα πάθος φοβερό, δύσκολο, δυνατό και δυσθεράπευτο. Η υπερηφάνεια επίσης είναι πολυδύναμη και πολυπρόσωπη. Εκδηλώνεται ως ματαιοδοξία, μεγαλαυχία, οίηση, αλαζονεία, υπεροψία, φυσίωση, τύφωση, καύχηση, ιταμότητα, έπαρση, μεγαλομανία, φιλοδοξία, φιλαυτία, φιλαρέσκεια, φιλοχρηματία, φιλοσαρκία, φιλαρχία, φιλοκατηγορία και φιλονικία. Ακόμη ως αυταρέσκεια, προσωποληψία, αυθάδεια, αναίδεια, παρρησία, αναλγησία, αντιλογία, ισχυρογνωμοσύνη, ανυπακοή, ειρωνεία, πείσμα, περιφρόνηση, προσβολή, τελειομανία και υπερευαισθησία. Η υπερηφάνεια τελικά οδηγεί στην αμετανοησία.
Όργανο της υπερηφάνειας συχνά γίνεται η γλώσσα. Με την αργολογία, τη φλυαρία, την πολυλογία, το κουτσομπολιό, τη μωρολογία, τη ματαιολογία, την ανειλικρίνεια, την αδιακρισία, τη διγλωσσία, τη διπλωματία, την ευτραπελία, την προσποίηση και τον εμπαιγμό.
Από τα επτά θανάσιμα αμαρτήματα προέρχονται πολλά άλλα πάθη. Αφού αναφέραμε τα της υπερηφάνειας, ερχόμαστε στη φιλαργυρία, που γεννά τη φιλοχρηματία, την πλεονεξία, την απληστία, την τσιγγουνιά, την ανελεημοσύνη, τη σκληροκαρδία, την απάτη, την τοκογλυφία, την αδικία, τη δολιότητα, τη σιμωνία, τη δωροληψία, τον τζόγο. Η πορνεία έχει μύριες εκφάνσεις όπως ο φθόνος με τις ύπουλες και πονηρές κακίες του, η αχόρταγη γαστριμαργία, ο θυμός και η ύποπτη ακηδία και αμέλεια.
Ιδιαιτέρως προσοχής χρήζουν πολλά ανορθόδοξα στοιχεία στην οικογενειακή ζωή και φρονούμε πως θα πρέπει να θεαθούν προσεκτικά από εξομολόγους και εξομολογουμένους. Η αποφυγή της τεκνογονίας, η ειδωλοποίηση των τέκνων, θεωρούμενα προέκταση του εγώ των γονέων, υπερπροστατευόμενα, παρακολουθούμενα συνεχώς και εξουσιαζόμενα βάναυσα. Ο γάμος είναι στίβος ταπεινώσεως, αλληλοπεριχωρήσεως και αλληλοσεβασμού και όχι παράλληλη όδευση δύο εγωισμών, παρά την ισόβια σύζευξη και συνύπαρξη. Χορεύει ο δαίμονας όταν δεν υπάρχει συγχώρεση στις ανθρώπινες αδυναμίες και τα καθημερινά σφάλματα. Οι γονείς θα βοηθήσουν σημαντικά τα παιδιά τους όχι με την πλούσια ευγένεια έξω από το σπίτι αλλά με το ειρηνικό, νηφάλιο και αγαπητικό παράδειγμα καθημερινά μέσα στο σπίτι τους. Η συμμετοχή των παιδιών μαζί με τους γονείς τους στο μυστήριο της εξομολογήσεως θα τους ενδυναμώσει με τη θεία Χάρη και θα τους στερεώσει στη βιωματική εμπειρία με τον Χριστό. Ζητώντας οι σύζυγοι ειλικρινά συγγνώμην διδάσκουν τα παιδιά τους την ταπείνωση, που καίει τις δαιμονικές πλεκτάνες. Σ' ένα σπιτικό που ανθεί η αγάπη, η ομόνοια, η κατανόηση, η ταπείνωση και ειρήνη υπάρχει πλούσια η ευλογία του Θεού και γίνεται κάστρο απόρθητο στην κακία του κόσμου. Η με τη συγχωρητικότητα αγωγή των παιδιών δημιουργεί μία υγιά οικογενειακή εστία που τα εμπνέει και τα ενισχύει για το μέλλον τους.
Ένα άλλο μεγάλο θέμα, που αποτελεί σοβαρό εμπόδιο για τη μετάνοια και την εξομολόγηση είναι η αυτοδικαίωση, που μαστίζει και πολλούς ανθρώπους της Εκκλησίας. Βάση της έχει, όπως είπαμε, τη δαιμονική υπερηφάνεια. Κλασικό παράδειγμα ο Φαρισαίος της παραβολής του Ευαγγελίου.
Ο αυτοδικαιούμενος άνθρωπος έχει φαινομενικά καλά, για τα οποία υπεραίρεται και θέλει να τιμάται και επαινείται. Χαίρεται να τον κολακεύουν, να εξουθενώνει και ταπεινώνει τους άλλους. Αυτοεκτιμάται υπερβολικά, αυτοδικαιώνεται παράφορα και θεωρεί τον Θεό αναγκαστικά υποχρεωμένο να τον ανταμείψει. Πρόκειται τελικά για ταλαίπωρο άνθρωπο, όπου ταλαιπωρούμενος ταλαιπωρεί και τους άλλους. Διακατέχεται από νευρικότητα, ταραχή, απαιτητικότητα, που τον αυτοφυλακίζει και δεν τον αφήνει ν' ανοίξει τη θύρα του θείου ελέους, διά της μετανοίας.
Γέννημα της υπερηφάνειας είναι και η κατάκριση, που δυστυχώς αποτελεί συνήθεια και πολλών χριστιανών, που ασχολούνται περισσότερο με τους άλλους παρά με τον εαυτό τους. Φαινόμενο της εποχής μας και της κοινωνίας που ωθεί τον κόσμο στη συνεχή ετεροπαρατήρηση και όχι την αυτοπαρατήρηση. Οι μύριες ασχολίες και δραστηριότητες του σύγχρονου ανθρώπου δεν τον θέλουν να μείνει ποτέ μόνο προς μελέτη, περίσκεψη, προσευχή, αυτογνωσία, αυτομεμψία, αυτοέλεγχο και μνήμη θανάτου. Τα λεγόμενα μέσα μαζικής ενημερώσεως ασταμάτητα ασχολούνται σκανδαλοθηρικά, επίμονα και μακρόσυρτα με τα πάθη, τις αμαρτίες, τα παραπτώματα των άλλων. Όλ' αυτά προκαλούν, εντυπωσιάζουν και αν δεν σκανδαλίζουν πάντως φορτώνουν την ψυχή και το νου με τα βρωμερά και άσχημα και μάλιστα καθησυχάζουν, αφού εμείς είμαστε καλύτεροι. Έτσι ο άνθρωπος συνηθίζει στη μετριότητα, χλιαρότητα και εφημερότητα της φθηνής καθημερινότητος, μη συγκρινόμενος με τους αγίους και τους ήρωες.
Έτσι η κατάκριση κυριαρχεί στις μέρες μας, θεωρώντας ο άνθρωπος ότι ενεργεί δίκαιη κάθαρση, σπιλώνοντας άλλους και μολύνοντας τον εαυτό του, δημιουργώντας κακίες, μίση, έχθρες, μνησικακίες, ζηλοφθονίες και ψυχρότητες. Ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής μάλιστα αναφέρει πως εκείνος που περιεργάζεται συνεχώς τις αμαρτίες των άλλων ή κρίνει τον αδελφό του από υποψία και μόνο, αυτός δεν έκανε ακόμη αρχή μετανοίας, ούτε άρχισε την έρευνα για να γνωρίσει τις αμαρτίες του.
Λέγονται πολλά και διάφορα. ένα τελικά είναι το καίριο, σημαντικό και εξέχον. η σωτηρία μας, για την οποία δεν πολυνοιαζόμαστε παντοτεινά. Η σωτηρία δεν επιτυγχάνεται παρά μόνο με ειλικρινή μετάνοια και καθαρή εξομολόγηση. Η μετάνοια δεν ανοίγει μόνο τον ουράνιο παράδεισο, αλλά και τον επίγειο με την πρόγευση, έστω εν μέρει, της ανεκλάλητης χαράς της ατελεύτητης βασιλείας των ουρανών και της υπέροχης ειρήνης από τώρα. Οι εξομολογημένοι άνθρωποι μπορούν νάναι οι αληθινά γνήσια χαρούμενοι, οι ειρηνικοί και ειρηνοφόροι, οι κήρυκες της μετανοίας, της αναστάσεως, της μεταμορφώσεως, της ελευθερίας, της χάριτος, της ευλογίας του Θεού στις ψυχές τους και τη ζωή τους. Η πλούσια χάρη του Θεού κάνει τον λύκο πρόβατο, λέγει ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος. Καμιά αμαρτία δεν υπερβαίνει την αγάπη του Θεού. Κανείς αμαρτωλός αν θέλει δεν αδυνατεί ν' αγιάσει. Μας το αποδεικνύουν οι πολλοί μετανοημένοι άγιοι του Συναξαριστή.
Ο εξομολόγος εξομολογεί και συγχωρεί τους εξομολογούμενους με τ' άγιο πετραχήλι του. Δεν μπορεί όμως να αυτοεξομολογηθεί και να θέσει ο ίδιος το πετραχήλι του στο κεφάλι του για να συγχωρηθεί. Πρέπει απαραίτητα να σκύψει σε άλλο οπωσδήποτε πετραχήλι. Έτσι λειτουργεί ο πνευματικός νόμος, έτσι τα έθεσε η πανσοφία και η φιλευσπλαγχνία του Θεού.
Δεν μπορεί να εξομολογούμε και να μη εξομολογούμεθα. Να διδάσκουμε και να μη πράττουμε. Να μιλάμε για μετάνοια και να μη μετανοούμε οι ίδιοι. Να μιλάμε για εξομολόγηση και να μη εξομολογούμεθα τακτικά. Ουδείς αυτοκαθαίρεται και ουδείς αυτοσυγχωρείται ποτέ. Οι ασύμβουλοι, οι ανυπάκουοι, οι ανεξομολόγητοι αποτελούν σοβαρό πρόβλημα της Εκκλησίας μας.
Αδελφοί μου αγαπητοί, το πετραχήλι του πνευματικού δύναται να γίνει θαυματουργό νυστέρι αφαιρέσεως κακοήθων όγκων, ν' αναστήσει νεκρούς, ν' ανανεώσει και μεταμορφώσει τον άκοσμο κόσμο, να χαροποιήσει γη και ουρανό. Η Εκκλησία μας εμπιστεύθηκε το μέγα λειτούργημα, το ιερό υπούργημα, στους ιερείς μας και όχι στους αγγέλους, για να τους πλησιάζουμε άνετα και άφοβα ως ομοιοπαθείς και ομόσαρκους.
Όλα τα παραπάνω, ειλικρινά και διόλου ταπεινόσχημα, ειπώθηκαν από ένα συναμαρτωλό, που δεν θέλησε να κάνει τον δάσκαλο, αλλά τον συναγωνιζόμενο συμμαθητή σας. Θέλησε από αγάπη να σας θυμίσει με απλά και άτεχνα λόγια τη ζώσα παράδοση της αγίας μητέρας μας Εκκλησίας επί του πάντοτε επίκαιρου θέματος της θεοΰφαντης και θεομακάριστης μετάνοιας και της θεοπαράδοτης και θεαγάπητης ιεράς Εξομολογήσεως.
ΜΟΝΑΧΟΥ ΜΩΥΣΕΩΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ
«ΜΕΤΑΝΟΙΑ ΚΑΙ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗ» ΜΟΝΑΧΟΥ ΜΩΥΣΕΩΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ ΕΚΔΟΣΕΙΣ «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ». ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
http://www.impantokratoros.gr/83FE9A44.el.aspx
Τι είναι η Προσκύνηση; ( Αγίου Ιωάννη τού Δαμασκηνού )
Πόσοι τρόποι προσκυνήσεως υπάρχουν;
Πρώτος τρόπος προσκυνήσεως είναι εκείνος που γίνεται κατά τη λατρεία. Την προσκύνηση αυτή την προσφέρουμε μόνο στον από τη φύση του προσκυνητό Θεό, και γίνεται με διάφορους τρόπους. Πρώτα κατά τον τρόπο της δουλείας' γιατί τον προσκυνούν όλα τα κτίσματα, όπως δούλοι τον δεσπότη, γιατί " διότι τα σύμπαντα είναι υποταγμένα σε σένα ". Και τον προσκυνούν άλλοι εκούσια, και άλλοι ακούσια. Άλλοι δηλαδή τον προσκυνούν εκούσια με επίγνωση, όπως οι ευσεβείς, ενώ όσοι έχουν επίγνωση αυτού και χωρίς να θέλουν τον προσκυνούν ακούσια όπως οι δαίμονες˙ άλλοι πάλι χωρίς να γνωρίζουν τον κατά φύση Θεό, προσκυνούν ακούσια αυτόν που αγνοούν.
Δεύτερος τρόπος προσκυνήσεως είναι εκείνος που γίνεται από θαυμασμό και πόθο, και κατά τον τρόπο αυτόν προσκυνούμε το Θεό για τη φυσική του δόξα˙ γιατί είναι ο μόνος δοξασμένος, χωρίς να έχει τη δόξα από κανέναν άλλο, και είναι ο ίδιος αίτιος κάθε δόξας και κάθε αγαθού, φως ακατάληπτο, γλυκασμός ασύλληπτος, κάλλος απροσμέτρητο, άβυσσος αγαθότητας, σοφία ανεξιχνίαστη, δύναμη απειροδύναμη, μόνος άξιος να θαυμάζεται για τον εαυτό του και να προσκυνείται και να δοξάζεται και να ποθείται.
Τρίτος τρόπος είναι εκείνος που γίνεται από ευχαριστία, για τα αγαθά που συμβαίνουν για χάρη μας˙ γιατί όλα τα όντα οφείλουν να ευχαριστούν το Θεό και να του προσφέρουν διαρκή προσκύνηση, αφού όλα απ' αυτόν έχουν την ύπαρξή τους και σ' αυτόν συγκροτούνται και σε όλα μεταδίδει άφθονα τις δωρεές του και χωρίς το ζητούν, και θέλει όλοι να σωθούν και να μετέχουν στην αγαθότητα του και μακροθυμεί για μας όταν αμαρτάνουμε, ανατέλλει τον ήλιο σε δικαίους και αδίκους και βρέχει σε πονηρούς και αγαθούς και ότι ο Υιός του Θεού για μας έγινε ό,τι είμαστε και μας έκανε κοινωνούς θείας φύσεως, γιατί "θα γίνουμε όμοιοι με αυτόν", όπως λέει ο Ιωάννης ο θεολόγος στην Καθολική επιστολή του.
Τέταρτος τρόπος είναι εκείνος που γίνεται από ένδεια και από ελπίδα ευεργεσιών, κατά τις οποίες, έχοντας επίγνωση ότι χωρίς αυτόν δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα, ή να αποκτήσουμε κάποιο αγαθό, τον προσκυνούμε ζητώντας από αυτόν ο καθένας αυτό που αισθάνεται ότι του λείπει και το οποίο ποθεί, και να σώσει από τα κακά και να επιτύχει τα αγαθά.
Πέμπτος τρόπος προσκυνήσεως είναι ο τρόπος της μετάνοιας και της εξομολογήσεως˙ γιατί όταν αμαρτάνουμε προσκυνούμε και προσπίπτουμε στο Θεό παρακαλώντας ως δούλοι ευγνώμονες να συγχωρηθούν τα σφάλματα μας. Και αυτός ο τρόπος είναι τριπλός˙ γιατί, ή από αγάπη λυπάται κάποιος, ή για να μη χάσει τις ευεργεσίες του Θεού, ή επειδή φοβάται τις τιμωρίες. Έτσι, ο πρώτος τρόπος γίνεται από ευγνωμοσύνη και πόθο για τον ίδιο τον Θεό και από υιική διάθεση, ο δεύτερος από διάθεση συμφεροντολογική, και ο τρίτος από διάθεση δουλική.
Πόσα είναι αυτά που βρίσκουμε να προσκυνούνται στην Αγία Γραφή και με πόσους τρόπους προσφέρουμε προσκύνηση στα κτίσματα
Πρώτα εκείνοι στους οποίους αναπαύεται ο Θεός, ο μόνος άγιος "που αναπαύεται (κατοικεί) στους αγίους", όπως είναι η αγία Θεοτόκος και όλοι οι άγιοι. Αυτοί είναι εκείνοι που κατά το δυνατόν έγιναν όμοιοι με το Θεό και από τη δική τους προαίρεση και από τη θεία ενοίκηση και βοήθεια, οι οποίοι λέγονται και θεοί, αληθινά, όχι κατά φύση, αλλά κατά θέση, όπως και το πυρακτωμένο σίδερο λέγεται φωτιά, όχι ως προς τη φύση του, αλλά ως προς τη θέση και τη μέθεξη της φωτιάς˙ γιατί λέγει "να γίνετε άγιοι, γιατί εγώ είμαι άγιος". Αυτό είναι το πρώτο, δηλαδή η προαίρεση. Έπειτα, στον καθένα που θέλει το αγαθό, ο Θεός βοηθάει για το αγαθό, έπειτα "θα κατοικήσω ανάμεσα τους και θα περπατώ μαζί τους", και "είμαστε ναοί του Θεού και το Πνεύμα του Θεού κατοικεί μέσα μας" και "τους έδωσε εξουσία εναντίον των πονηρών πνευμάτων, ώστε να τα βγάζουν και να θεραπεύουν κάθε αρρώστια και κάθε αδυναμία", και "όσα κάνω, θα τα κάνετε και εσείς και θα κάνετε μεγαλύτερα από αυτά", και "ζω εγώ", λέει ο Κύριος, "εκείνους που με δοξάζουν θα τους δοξάσω οπωσδήποτε", και "εφ' όσον πάσχουμε με τον Κύριο, θα δοξασθούμε και μαζί του", και "ο Θεός στάθηκε ανάμεσα σε σύναξη θεών, και μέσα από τη σύναξη αυτή θα ξεχωρίσει τους θεούς" (ψαλ.81,1). Όπως λοιπόν είναι αληθινά θεοί, όχι κατά φύση αλλά ως μέτοχοι του κατά φύση Θεού, έτσι είναι και προσκυνητοί, όχι κατά φύση, αλλά επειδή έχουν μέσα τους τον κατά φύση προσκυνητό, όπως το πυρακτωμένο σίδερο δεν είναι από τη φύση του απρόσιτο στην αφή και καυστικό, αλλά επειδή μετέχει στο κατά φύση καυστικό. Προσκυνούνται λοιπόν ως δοξασμένοι από το Θεό, επειδή αποδείχθηκαν φοβεροί στους αντίθετους και ευεργέτες σ' εκείνους που τους πλησιάζουν με πίστη, όχι βέβαια ως κατά φύση θεούς και ευεργέτες, αλλά ως υπηρέτες και λειτουργούς του Θεού και ως προικισμένους με θάρρος εξαιτίας της αγάπης τους προς αυτόν. Τους προσκυνούμε λοιπόν, επειδή λατρεύεται ο βασιλιάς βλέποντας να προσκυνείται αγαπημένος του υπηρέτης, όχι ως βασιλιάς, αλλά ως υπάκουος λειτουργός και αγαπητός φίλος.
Και ικανοποιούνται τα αιτήματα όσων πλησιάζουν με πίστη, είτε διότι ο υπηρέτης το ζητά από το βασιλιά, είτε διότι ο βασιλιάς δέχεται την τιμή και την πίστη εκείνου που ζητάει από τον υπηρέτη του˙ αφού τελικά από αυτόν το ζήτησε. Έτσι όσοι προσήρχοντο μέσω των αποστόλων θεραπεύονταν. Έτσι η σκιά και τα σουδάρια και τα σιμικίνθια των αποστόλων παρήχαν τις ιάσεις. Εκείνοι όμως που θέλουν με τρόπο αντάρτη και αποστάτη να προσκυνούνται ως θεοί, αυτοί είναι απροσκύνητοι και άξιοι της αιώνιας φωτιάς. Και όσοι περιφρονητικά, με υπερήφανο φρόνημα, δεν προσκυνούν τους υπηρέτες του Θεού, ως αλαζόνες και υπερήφανοι, καταδικάζονται, σαν να ασεβούν στο Θεό. Και αυτό το βεβαιώνουν τα παιδιά που ξεφώνιζαν περιφρονητικά τον Ελισσαίο και έγινα τροφή στις αρκούδες.
Δεύτερος τρόπος είναι εκείνος με τον οποίο προσκυνούμε τα κτίσματα, μέσω των οποίων και στα οποία ο Θεός πραγματοποίησε τη σωτηρία μας, είτε πριν από τη παρουσία του Κυρίου, είτε μετά την ένσαρκη οικονομία του, όπως είναι το όρος Σινά και η Ναζαρέτ, η φάτνη στη Βηθλεέμ και το σπήλαιο, ο άγιος Γολγοθάς, το ξύλο του σταυρού, τα καρφιά, ο σπόγγος, το καλάμι, η ιερή και σωτήρια λόγχη, η εσθήτα, ο χιτώνας, τα σεντόνια, τα σπάργανα, ο άγιος τάφος, η πηγή της αναστάσεως μας, ο λίθος του μνήματος, το άγιο όρος Σιών, το όρος επίσης των Ελαιών, η προβατική κολυμβήθρα και ο πανάγιος τάφος της Γεσθημανής. Αυτά και τα παρόμοια τα σέβομαι και τα προσκυνώ και κάθε άγιο ναό του Θεού και κάθε τι στο οποίο αναφέρεται το όνομα του Θεού, όχι εξαιτίας της φύσεως τους, αλλά επειδή είναι δοχεία θείας ενέργειας και μέσω αυτών και μέσα σ' αυτά ευδόκησε ο Θεός να πραγματοποιήσει τη σωτηρία μας. Και αγγέλους και ανθρώπους και κάθε ύλη που είναι μετοχή της θείας ενέργειας και διακόνησε τη σωτηρία μου, τη σέβομαι και την προσκυνώ εξαιτίας της θείας ενέργειας. Δεν προσκυνώ τους ιουδαίους, γιατί δεν είναι μέτοχοι της θείας ενέργειας, ούτε σταύρωσαν τον Κύριο της δόξας, το Θεό μου, με σκοπό τη σωτηρία μου, αλλά μάλλον κινήθηκαν από φθόνο και μίσος προς το Θεό και ευεργέτη. "Κύριε, αγάπησα την ευπρέπεια του οίκου σου", λέει ο Δαβίδ, "και τον τόπο όπου κατασκηνώνει η δόξα σου" (Ψαλμ. 25,8), και "προσκυνείτε τον τόπο όπου στάθηκαν τα πόδια του" (Ψαλμ. 131,7) , και "προσκυνείτε στο όρος του τον Άγιο. Άγιο και έμψυχο όρος του Θεού είναι η αγία Θεοτόκος, όρη του Θεού λογικά είναι οι απόστολοι' "τα όρη σκίρτησαν σαν κριάρια και τα βουνά σαν αρνιά προβάτων.
Τρίτος είναι ο τρόπος με τον οποίο προσκυνούμε όσα είναι αφιερωμένα στο Θεό, εννοώ τα ιερά Ευαγγέλια και τα άλλα βιβλία' "Γιατί γράφτηκαν για να νουθετήσουν εμάς που ζούμε στα έσχατα χρόνια". Επίσης είναι φανερό ότι οι δίσκοι και τα ποτήρια, τα θυμιάματα, οι λυχνίες και οι τράπεζες, όλα αυτά είναι σεβάσμια' Γιατί πρόσεχε, όταν ο Βαλτάσαρ διέταξε να εξυπηρετηθεί ο λαός με τα ιερά σκεύη, πώς ο Θεός κατάργησε τη Βασιλεία του.
Τέταρτος είναι ο τρόπος με τον οποίο προσκυνούνται οι εικόνες που φανερώθηκαν στους προφήτες (γιατί είδαν το Θεό με εικονική όραση) και οι εικόνες που αναφέρονται σ' εκείνα που επρόκειτο να συμβούν, όπως είναι η ράβδος του Ααρών, που εικονίζει το μυστήριο της Παρθένου, και η στάμνα και η τράπεζα' Αλλά και ο Ιακώβ προσκύνησε στο άκρο της ράβδου και ήταν τύπος του Σωτήρα. Επίσης και οι εικόνες που αποτελούν ανάμνηση γεγονότων' διότι η ίδια η σκηνή ήταν παγκόσμια εικόνα (γιατί λέει στο Μωυσή, "πρόσεχε τον τύπο που σου επιδείχθηκε πάνω στο Όρος"), και τα χρυσά Χερουβίμ, έργο χυτό, και τα Χερουβίμ του παραπετάσματος, έργο υφαντό. Έτσι προσκυνούμε τον τίμιο τύπο του Σταυρού, το ομοίωμα της σωματικής μορφής του Θεού μου και εκείνης που τον γέννησε κατά σάρκα, και των υπηρετών του.
Πέμπτος τρόπος είναι εκείνος κατά τον οποίο ο ένας προσκυνά τον άλλο, επειδή έχουμε ένα κομμάτι του Θεού και δημιουργηθήκαμε κατ' εικόνα Θεού, δείχνοντας ταπείνωση ο ένας προς τον άλλο και εκπληρώνοντας νόμο αγάπης.
Έκτος τρόπος είναι εκείνος κατά τον οποίο προσκυνούμε όσους βρίσκονται σε αρχές και εξουσίες (γιατί λέει' "αποδώστε σε όλους ό,τι οφείλετε, σε εκείνον που οφείλετε τιμή, την τιμή"), όπως ο Ιακώβ προσκύνησε τον Ησαύ, ως μεγαλύτερο αδελφό του, και τον Φαραώ, που χρίστηκε από το Θεό άρχοντας.
Έβδομος τρόπος είναι εκείνος κατά τον οποίο προσκυνούν οι δούλοι τους δεσπότες και τους ευεργέτες και όσους μπορούν να βοηθήσουν, εκείνοι που έχουν ανάγκη, όπως ο Αβραάμ προσκύνησε τους υιούς Εμμώρ, όταν αγόρασε το διπλό σπήλαιο.
Και για να μιλήσουμε με συντομία, η προσκύνηση αποτελεί σύμβολο φόβου και τιμής και υποταγής και ταπείνωσης, αλλά δεν πρέπει να προσκυνούμε κανένα ως Θεό, παρά μόνο τον κατά φύση Θεό, και να αποδίδουμε σε όλους ότι οφείλουμε, όπως είπε ο Κύριος. Βλέπετε πόση δύναμη και ποιά θεία ενέργεια δίνεται σ' εκείνους που πλησιάζουν τις άγιες εικόνες με πίστη και καθαρή συνείδηση. Γι' αυτό, αδελφοί μου, ας σταθούμε στη πέτρα της πίστεως και στην παράδοση της Εκκλησίας, χωρίς να μετακινούμε τα όρια που έθεσαν οι άγιοι πατέρες μας, και χωρίς να υποχωρούμε σ' εκείνους που θέλουν να καινοτομούν και να γκρεμίσουν την οικοδομή της αγίας καθολικής και αποστολικής του Θεού Εκκλησίας' γιατί, αν δοθεί άδεια στον καθένα που θέλει, τότε σιγά - σιγά θα καταλυθεί όλο το σώμα της Εκκλησίας.
Επίσης να προσκυνούμε και τους αγίους, ως εκλεκτούς φίλους του Θεού που έχουν την παρρησία προς αυτόν. Γιατί, αν οι άνθρωποι προσκυνούν τους φθαρτούς και πολλές φορές ασεβείς και αμαρτωλούς βασιλείς, και τους άρχοντες που εγκαθίστανται από αυτούς και τους υπηρέτες τους, σύμφωνα με τα θεία λόγια του αποστόλου, "να υποτάσσεσθε στις αρχές και τις εξουσίες", και "αποδώστε σε όλους τις οφειλές, σ' εκείνον που οφείλετε τιμή, την τιμή, σ' εκείνον που οφείλετε σεβασμό, τον σεβασμό", και "αποδώστε στον Καίσαρα όσα ανήκουν στον Καίσαρα", όπως λέει ο Κύριος, και "όσα είναι του Θεού στο Θεό", πόσο περισσότερο πρέπει να προσκυνούμε των βασιλέα των βασιλέων, που είναι ο μόνος κατά φύση κυρίαρχος, και τους δούλους και φίλους του, που έγιναν κυρίαρχοι των παθών και αναδείχθηκαν από αυτόν άρχοντες όλης της γης γιατί λέει ο Δαβίδ, "και θα τους αναδείξεις άρχοντες σ' όλη τη γη (ψαλμ 44,17), και έλαβαν εξουσία εναντίον των δαιμόνων και των ασθενειών και θα βασιλεύσουν μαζί με το Χριστό βασιλεία άφθαρτη και ακατάλυτη, των οποίων και μόνο η σκιά έδιωχνε αρρώστιες και δαίμονες;
Ας μη θεωρήσουμε λοιπόν την εικόνα ασθενέστερη και ατιμότερη από τη σκιά˙ γιατί σκιαγραφεί αληθινά το πρωτότυπο.
Αγίου Ιωάννη τού Δαμασκηνού
Η θυσία για το καλό του αρρώστου ( Γεροντας Παϊσιος )
Αν ζητούμε κάτι από τον Θεό, χωρίς να θυσιάζουμε και κάτι, δεν έχει αξία. Αν κάθωμαι και λέω: «Θεέ μου, Σε παρακαλώ, κάνε καλά τον τάδε άρρωστο», χωρίς να κάνω κάποια θυσία, είναι σαν να λέω απλώς καλά λόγια. Ο Χριστός να δη την αγάπη μου, την θυσία μου, και τότε θα εκπληρώση το αίτημά μου, αν βέβαια αυτό είναι για το πνευματικό καλό του άλλου. Γι’ αυτό, όταν οι άνθρωποι σας ζητούν να προσευχηθήτε για κάποιον άρρωστο, να τους λέτε να προσευχηθούν και αυτοί ή τουλάχιστον να αγωνισθούν να κόψουν τα κουσούρια τους.
Μερικοί άνθρωποι έρχονται και μου λένε: «Κάνε με καλά· έμαθα ότι μπορείς να με βοηθήσης». Θέλουν όμως να βοηθηθούν, χωρίς οι ίδιοι να καταβάλλουν καθόλου προσπάθεια. Λες λ.χ. στον άλλον: «μην τρως γλυκά, κάνε αυτήν την θυσία, για να σε βοηθήση ο Θεός», και σου λένε: «Γιατί; Δεν μπορί να με κάνη καλά ο Θεός;». Δεν κάνουν μια θυσία για τον εαυτό τους, πόσο μάλλον να θυσιασθούν για τον άλλον. Άλλος δεν τρώει γλυκά, για να βοηθήση ο Χριστός όσους πάσχουν από ζάχαρο, ή δεν κοιμάται, για να δώση λίγο ύπνο ο Χριστός σ’ αυτούς που πάσχουν από αϋπνίες. Έτσι συγγενεύει ο άνθρωπος με τον Θεό. Τότε ο Θεός δίνει την Χάρη Του.
Εγώ, όταν μου λέη κάποιος πως δεν μπορεί να προσευχηθή για κάποιον δικό του που είναι άρρωστος, του λέω να κάνη και αυτός μια θυσία για τον άρρωστο. Συνήθως του λέω να κάνη κάτι που θα είναι καλό και για την δική του υγεία.
Ήρθε κάποτε από την Γερμανία στο Καλύβι ένας πατέρας, που το κοριτσάκι του είχε αρχίσει να παραλύη. Οι γιατροί το είχαν ξεγράψει. Ήταν ο καημένος τελείως απελπισμένος. «Κάνε κι εσύ μια θυσία, του είπα, για την υγεία του παιδιού σου. Να κάνης μετάνοιες, δεν μπορείς· να προσευχηθής, δεν μπορείς, εντάξει. Πόσα τσιγάρα καπνίζεις την ημέρα;». «Τεσσεράμισι κουτιά», μου λέει. «Να καπνίζης ένα κουτί, του λέω, και τα χρήματα που θα έδινες για τα υπόλοιπα να τα δίνης σε κανέναν φτωχό». «Να γίνη, Πάτερ, καλά το παιδί, μου λέει, και εγώ θα το κόψω το τσιγάρο». «Ε, τότε δεν θα έχη αξία· τώρα πρέπει να το κόψης· πέταξε το τσιγάρο, του λέω. Δεν αγαπάς το παιδί σου;». «Εγώ δε αγαπώ το παιδί μου; Από τον πέμπτο όροφο πετιέμαι κάτω για την αγάπη του παιδιού μου», μου λέει. «Εγώ δεν σου λέω να πεταχτής από τον πέμπτο όροφο κάτω, θα αφήσης το παιδί σου στον δρόμο κι εσύ θα χάσης την ψυχή σου. Εγώ σου λέω να κάνης κάτι εύκολο. Να, πέταξε τώρα τα τσιγάρα!». Με κανέναν τρόπο δεν ήθελε να τα πετάξη. Και τελικά έφυγε έτσι και έκλαιγε! Πως να βοηθηθή αυτός ο άνθρωπος; Ενώ όσοι ακούν βοηθιούνται.
Μια άλλη μέρα ήρθε ένας που αγκομαχούσε από την πεζοπορία. Κατάλαβα ότι κάπνιζε πολύ και του είπα: «Βρε ευλογημένε, γιατί καπνίζεις τόσο; Θα πάθης κακό». Μόλις ξελαχάνιασε και μπόρεσε να μιλήση, μου είπε: «Η γυναίκα μου είναι πολύ άρρωστη και κινδυνεύει να πεθάνη. Σε παρακαλώ, κάνε μια προσευχή να γίνη κανένα θαύμα. Οι γιατροί σήκωσαν τα χέρια». «Την αγαπάς την γυναίκα σου;», τον ρωτάω. «Την αγαπώ», μου λέει. «Τότε γιατί δεν κάνεις κι εσύ κάτι, για να την βοηθήσης; Αυτή έκανε ό,τι μπορούσε, οι γιατροί έκαναν ό,τι μπορούσαν, και τώρα έρχεσαι εδώ, για να μου πης να κάνω κάτι και εγώ, να προσευχηθώ, για να βοηθήση ο Θεός. Εσύ όμως τι έκανες, για να βοηθηθή η γυναίκα σου;». «Τι μπορώ να κάνω εγώ, Γέροντα;», με ρωτάει. «Αν σταματήσης το κάπνισμα, του λέω, η γυναίκα σου θα γίνη καλά». Σκέφθηκα ότι, αν ο Θεός δη ότι δεν συμφέρει πνευματικά στην γυναίκα του να γίνη καλά, τουλάχιστον θα γλιτώση αυτός από το κακό που κάνει το τσιγάρο. Ύστερα από έναν μήνα ήρθε χαρούμενος να με ευχαριστήση. «Γέροντα, σταμάτησα το κάπνισμα, μου είπε, και η γυναίκα μου έγινε καλά». Μετά από ένα διάστημα ξαναήρθε αναστατωμένος να μου πη ότι ξανάρχισε κρυφά να καπνίζη και η γυναίκα του έπεσε πάλι βαριά άρρωστη. «Το φάρμακο τώρα το ξέρεις, του είπα. Κόψε το τσιγάρο».
Γεροντας Παϊσιος
Θαυμαστή η πραότητα του Χριστού ( Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου )

Ο Χριστός είναι η προσωποποίηση της πραότητας και της επιείκειας. Όταν οι Ιουδαίοι ισχυρίζονταν με υπερηφάνεια οτι είχαν πατέρα τον Αβραάμ, τους κατηγόρησε με μεγάλη αυστηρότητα ( γιατί τα έργα τους ηταν αντίθετα με το νόμο του Θεού και επομένως δεν έμοιαζαν καθόλου με τα έργα του Πατριάρχη Αβραάμ ).
Όταν όμως τον αποκαλούσαν δαιμονισμένο, τους μιλάει με επιείκεια και υποχωρητικότητα, διδάσκοντας μας έτσι, να υπερασπιζόμαστε με θάρρος την αλήθεια και τα δικαιώματα του Θεού, αλλά να παραβλέπουμε τις αδικίες και τις ύβρεις που στρέφονται προσωπικά εναντίον μας.
" Είμαι πράος και ταπεινός στην καρδιά. Άν δεν ήμουνα πράος Υιός του Βασιλέως Θεού, δεν θα διάλεγα για μητέρα μου ταπεινή γυναίκα. Άν δεν ήμουν πράος, δεν θα ερχόμουνα να μείνω μαζί σας, Εγώ που δημιούργησα την αόρατη και την ορατή πλάση. Άν δεν ήμουνα πράος δεν θα ανεχόμουνα να σπαργανωθώ.
Εγώ που είμαι ο Δημιουργός του χρόνου. Άν δεν ήμουν ταπεινός, δεν θα δεχόμουνα να γεννηθώ σε φτωχή φάτνη, Εγώ που κατέχω τα πλούτη όλου του κόσμου. Άν δεν ήμουνα πράος, δεν θα συζούσα με τα άλογα ζώα, Εγώ που δεν μπορούν να με ιδούν ούτε τα Χερουβίμ. Άν δεν ήμουν πράος δεν θα με έφτυναν τα χείλη των ασεβών,
Εμένα που έφτυνα τα μάτια των τυφλών και ανέβλεπαν. Άν δεν ήμουνα πράος, δεν θα ανεχόμουνα τα ραπίσματα των δούλων, Εγώ που χάρισα στους δούλους την ελευθερία. Άν δεν ήμουν πράος, δεν θα άφηνα να με χτυπούν με μαστίγια στην πλάτη μου, για να ελευθερώσω τους αιχμαλώτους. Αλλά γιατί δεν λέω το σπουδαιότερο.
Άν δεν ήμουνα πράος, Εγώ που δεν χρωστούσα τίποτε, δεν θα πλήρωνα αντί για τους αμαρτωλούς το χρέος τους, που ήταν τόσο μεγάλο, ωστε απαιτούσε θάνατο. "
Ας μη μας κυριέψει ποτέ ο θυμός. Γιατί ποιός απο εμάς όταν σκεφτεί το μυστικό Δείπνο και τον προδότη Ιούδα να κάθεται δίπλα στο Σωτήρα όλου του κόσμου, και Αυτόν που επρόκειτο να προδοθεί, να διαλέγεται μαζί του με τόση επιείκεια, δεν θα αποβάλει κάθε δηλητήριο θυμού και οργής?
Πρόσεξε λοιπόν με πόση πραότητα συμπεριφέρεται ο Χριστός απέναντι στον Ιούδα " Ο μεν Υιός του ανθρώπου φεύγει απ΄αυτή την ζωή όπως ακριβώς είναι γραμμένο στην Αγία Γραφή γι΄Αυτόν, αλλοίμονο όμως στον άνθρωπο εκείνο απο τον οποίο παραδίδεται ο Υιός του ανθρώπου. Θα ήταν προτιμότερο γι΄αυτόν να μην είχε γεννηθεί ο άνθρωπος εκείνος.
Γνωρίζει ο διάβολος τα όπλα του Χριστού, με τα οποία και νικήθηκε. Και ποιά είναι αυτά? Η επιείκεια και η πραότητα.
Ο Θεός έχει την εξουσία να κάνει όλα όσα θέλει. Αλλά όμως σαν να επρόκειτο να λογοδοτήσει, απολογείται, διδάσκοντας κι εμάς να είμαστε ήμεροι και φιλάνθρωποι.
Γιατί, αν ο Κύριος δίνει εξηγήσεις στους δούλους Του, και μάλιστα σε δούλους που Τον έχουν τόσο αδικήσει, πολύ περισσότερο πρέπει να δίνουμε εξηγήσεις εμείς, ο ένας στον άλλο, ακόμα κι αν έχουμε πολύ αδικηθεί.
Παιδαγωγική Ανθρωπολογία - Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου
Sunday, June 2, 2013
Τι σημαίνει να σηκώσουμε τον σταυρό μας ( Αγιου Λουκα Κριμαιας )
Ό Κύριος λέει ότι ό καθένας από μας πρέπει να σηκώσει τον δικό του σταυρό.
Τι σημαίνει αυτό; Ποιος είναι αυτός ό σταυρός; Για τον καθένα ό σταυρός είναι διαφορετικός και αυστηρά προσωπικός, διότι για τον καθένα ό Θεός έχει ετοιμάσει τον δικό του σταυρό.
Έχει μεγάλη σημασία να καταλάβουμε ποιος είναι ό δικός μας σταυρός, να ξέρουμε ότι έχουμε σηκώσει εκείνο ακριβώς τον σταυρό πού μας προτείνει ό Θεός. Είναι πολύ επικίνδυνο να επινοούμε σταυρούς για τον εαυτό μας. Και αυτό δυστυχώς το βλέπουμε συχνά.
Για την πλειοψηφία των ανθρώπων ο Θεός έχει ετοιμάσει τον σταυρό της ζωής μέσα στον κόσμο, τον σταυρό της οικογενειακής και της κοινωνικής ζωής.
Αλλά πολλές φορές άνθρωπος πού αποφάσισε να αρνηθεί τον εαυτό του και να ακολουθήσει στην ζωή του την οδό του Χριστού δεν πετυχαίνει τίποτα επειδή επινοεί για τον εαυτό του σταυρό πού του φαίνεται πιο σωστός. Νομίζει, παραδείγματος χάριν, ότι για να σωθεί πρέπει να γίνει μοναχός ή να πάει στην έρημο. Αυτόν όμως το δρόμο ό Θεός τον ετοίμασε για πολύ λίγους, οι περισσότεροι άνθρωποι έχουν σταυρό πού οι ίδιοι ούτε καν τον θεωρούν σταυρό και όταν τον σηκώνουν δεν καταλαβαίνουν ποιο βάρος έχουν στους ώμους τους.
Ποιο σταυρό έχουν οι περισσότεροι;
Έναν σταυρό απλό, όχι τέτοιο πού σήκωσαν οι άγιοι μάρτυρες και πού σήκωναν όλη τη ζωή τους οι όσιοι πατέρες στην έρημο. Εμείς έχουμε άλλο σταυρό.
Ή ζωή μας, ή ζωή όλων των ανθρώπων, είναι θλίψη και πόνος. Και όλες αυτές οι θλίψεις στην κοινωνική και την οικογενειακή ζωή μας είναι ο σταυρός μας.
Ό αποτυχημένος γάμος, ή ανεπιτυχής επιλογή του επαγγέλματος, δεν μας προκαλούν αυτά πόνο και θλίψη; Δεν πρέπει ό άνθρωπος πού τον βρήκαν αυτές οι συμφορές να τις υπομένει; Οι σοβαρές ασθένειες, ή περιφρόνηση, ή ατιμία, ή απώλεια της περιουσίας, ή ζήλεια των συζύγων, ή συκοφαντία και όλα γενικά τα κακά πού μας κάνουν οι άνθρωποι, όλα αυτά δεν είναι ό σταυρός μας;
Ακριβώς αυτά είναι ό σταυρός μας, σταυρός για την μεγαλύτερη πλειοψηφία των ανθρώπων. Αυτές είναι οι θλίψεις πού υποφέρουν οι άνθρωποι και όλοι μας πρέπει να τις σηκώνουμε, αν και οι περισσότεροι δεν το θέλουν. Άλλα ακόμα και οι άνθρωποι πού μισούν τον Χριστό και αρνούνται να ακολουθήσουν το δρόμο του και αυτοί ακόμα σηκώνουν το δικό τους σταυρό του πόνου.
Ποια είναι ή διαφορά μεταξύ αυτών και των χριστιανών;
Ή διαφορά είναι ότι οι χριστιανοί με υπομονή σηκώνουν τον σταυρό τους και δεν γογγύζουν κατά του Θεού.
Ταπεινά με χαμηλό το βλέμμα σηκώνουν μέχρι το τέλος της ζωής τους το δικό τους σταυρό ακολουθώντας τον Κύριο Ιησού Χριστό. Το κάνουν για τον Χριστό και το Ευαγγέλιό του, το κάνουν από θερμή αγάπη προς Αυτόν, γιατί όλη την σκέψη τους είχε αιχμαλωτίσει ή διδασκαλία του Ευαγγελίου.

Όταν ακολουθήσουμε αυτό το δρόμο, ο οποίος στην αρχή μόνο μας φαίνεται δύσκολος, όταν αισθανθούμε τη χάρη του Θεού πού μας δυναμώνει σ' αυτή την πορεία, τότε με χαρά και ταπείνωση θα σηκώνουμε τον σταυρό μας και θα πορευόμαστε με βεβαιότητα επειδή γνωρίζουμε ότι έτσι μας ανοίγεται ή είσοδος στην Βασιλεία των Ουρανών.
Αυτό λοιπόν σημαίνει να μισήσουμε την ψυχή μας - να μισήσουμε την ακαθαρσία της, να αρνηθούμε τον παλαιό μας άνθρωπο, για να σώσουμε την αθάνατη ψυχή μας πού ό προορισμός της είναι ή κοινωνία με τον Θεό.
Αυτός πού με τέτοιο τρόπο θα χάσει την ψυχή του, θα την σώσει και θα είναι με τον Χριστό;
ΑΓΙΟΥ ΛΟΥΚΑ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΚΡΙΜΑΙΑΣ, ΤΟΥ ΡΩΣΟΥ
ΝΑ μας αξιώσει όλους ο Κύριος μας Ιησούς Χριστός της αιώνιας και ένδοξης ζωής μαζί Του, με τον Πατέρα Του και όλους τους αγγέλους.
The Power In Crossing Ourselves -
Mysterious is the power of the Cross no matter how unexplainable, it is true and indisputable.
Yet, St. John Chrysostom speaks of the custom of his time that the sign of the cross is attached "on the emperor's diadem, on the accouterments of the soldiers and tracing it on parts of the body: the head, the breast [chest] and the heart and also on the table of oblations and over beds." "If it is necessary to expel demons", says he, "we use the cross and it also helps to heal the sick."
St. Benedict made the sign of the cross over a glass which contained poison and the glass burst as though it were struck by a stone.
St. Julian made the sign of the cross over a glass of poison brought to him and drank the poison, but he did not feel any pain in his body.
The Holy Female Martyr Vasilissa of Nicomedia enveloped herself with the sign of the cross, stood amidst the flames and remained unharmed.
The Holy Martyrs Audon and Senis crossed themselves when the wild beasts were released on them and the beasts became docile and meek as lambs.
Among the ascetics of old, as it is today, the sign of the cross was the most powerful weapon against the temptations of the demons.
The most horrible fears of the devil vanish into nothing, as smoke, when man traces the sign of the cross over himself.
Thus, the Lord Jesus Christ Himself willed to the one time sign of crime and shame, the Cross, following His crucifixion on the wood of the cross, all victorious power and might.
St. Nikolai Velimirovich
God's Indebtedness To The Merciful

"He who has compassion on the poor lends to God and He will repay Him for his good deed" (Proverbs 19:17).
The poor man who begs and the rich man who gives both are indebting the Lord, but only under the condition that the poor man begs in the name of the Lord with humility and that the rich man gives in the name of the Lord with compassion. Everyone who receives should know that he receives that which belongs to God and everyone who gives should know that he gives that which belongs to God. Such giving has a price and such receiving has a price. All of us enter this world naked and naked shall we leave this world. All of us are beggars before the Lord for we possess nothing that we have not received from the Lord. Therefore, give to the poor man as God has given to you. You take what is another's and you give to your own when you perform charity. The poor man is closer to you than all of your goods, even as to God, the Creator of men, every man is incomparably more precious than all of his goods.
If you have been given riches, it was given to you for temptation: that your heart be tempted! That God and all the heavenly hosts see whether you understood from whom are all your riches and why they were given to you. Blessed are you if you know that your goods are from God and belong to God! Blessed are you if you consider the poor as your companions, among your family members and share with them from that which God has entrusted to you!
O how immeasurable is God's love for mankind! Behold, all that you have belongs to God but, nevertheless, God considers Himself your debtor if you take from Him and give to the poor and He will repay you for your good. What kind of mercy can be compared to this!
O Man-loving Lord, open our minds to understand the mystery of Your mercy and soften our hearts as wax, that as wax they burn and shine with the reflection of Your inexpressible mercy! To You be glory and thanks always. Amen.
St. Nikolai Velimirovich
The Lay Porter Who Resurrected A Dead Man - ( Elder Paisios )
Elder Paisios the Athonite related the following wondrous true story:
I once met a man who was very kind and sensitive. Just imagine, he even refused to stay overnight at the monastery, because he didn’t want to be a burden to the monks. I used to be the host monk at the time, at the Iveron Skete, when I went out onto the balcony for a moment at noon and saw a man lying down on the stones outside. Well, well, I wondered, what is he doing out there? So I went down to him.
"What are you doing here, blessed one? Why don’t you come into the monastery, where we can offer you our hospitality?"
"No, no, I’m just fine here, don’t concern yourself," he said.
I pressed him to come in, but he refused. He said: “All through the night, the fathers here were in vigil. They’re tired, they fast, they retire at noon to get some rest, and I’m supposed to disturb them? Its not proper!”
See what kind of good thoughts he made? That is an indication of mental and spiritual health, whereas other visitors come here, demanding to be served, and then they have nothing but malicious thoughts - they even accuse you. I finally convinced him, and brought him into the monastery, where we became better acquainted and eventually became friends.
Now listen to what this man had done. He was orphaned from his youth. He never knew his parents; he grew up in an orphanage. When he grew up, he worked as a porter in the port of Thessaloniki.
He married, and was very happy for that, as he had found the family that he longed for. His in-laws were like parents to him. They moved into a house near his in-laws and he was extremely fond of them. Imagine that, after leaving work every day, he would first go to his in-laws to greet them, to see if they needed anything, and would afterwards go to his own home to see his wife.
He was also very pious. He would repeat the prayer “My Lord Jesus Christ, have mercy on me”. He would carry loads and pray.
He was concerned however, that his in-laws were not believers. In fact, his father-in-law blasphemed and that made him very sad. So, he prayed to God, asking Him not to take them away from this life, before they had properly repented. He even asked me to pray for this problem.
So, there came a time that his father-in-law became very ill, and had to be taken to hospital. He was in there for days. One day, after work as usual, he went directly to the hospital, without passing by his home first. He looked for his father-in-law, but didn’t find him in his room… He searched everywhere, asking for him. “Who? Him? Oh, he passed away. He’s downstairs, in the morgue, where they keep all the deceased patients”, they told him.
It was as if lightning had struck him. “Why, my Lord, did You take him away, if he wasn’t ready, and he didn’t even have a chance to repent? Why, my God?”
He began to pray fervently, with profound pain: “What is it for God, to bring him back? Nothing!” he thought, and began to beseech God accordingly.
He found his way downstairs, and looked around in the morgue, only to find him frozen, dead. He grabbed his father-in-law by the hand, insisting, “Come on, get up, let’s go home”. The dead man immediately came alive; he got up and followed him.
"Really, Elder, did that really happen?" I asked him, dumbfounded.
"Yes, it is really true."
"And is that man still alive today?"
"No, he has passed away. He lived on for a few more years, he repented, he became a much kinder person, a veritable lamb, and Christ then took him into Paradise."
I was amazed.
"Do things like that actually happen in our day?" I asked with wonder.
"See? And he was an ordinary layman. But he had such simplicity! And such profound faith. Didn’t Christ say: 'Whosoever believes in Me, can do whatever I do, and even greater things'? Why should this incident seem strange? Didn’t Christ resurrect the dead? Lazarus? The widow’s son? Jairus’ daughter? Didn’t the Apostles resurrect the dead? Haven’t we read so many wonders in the lives of the saints? Why should this seem strange?"
Source: From Father Paisios Told Me, by Athanasios Rakovalis, Orthodox Hive Publications, pp. 166-168. Photo depicts a random street porter from Thessaloniki in 1917.
Ο μάγος από το Θιβέτ ( Γεροντας Παϊσιος )

Επειδή πολλές φορές σας μίλησα για τον παράδεισο, για τους Αγγέλους και για τους Αγίους, για να βοηθηθείτε, τώρα θα σας πω και λίγα λόγια την κόλαση και για τους δαίμονες, ώστε να γνωρίσετε με ποιους παλεύουμε, πάλι για να βοηθηθείτε.
Ήρθε στο καλύβι μου ένας νεαρός μάγος από το Θιβέτ και μου διηγήθηκε πολλά από τη ζωή του. Αυτό το παιδί, μόλις απογαλακτίστηκε, το αφιέρωσε ο πατέρας του, σε ηλικία τριών χρονών, σε μια ομάδα τριάντα μάγων ανώτερου βαθμού στο Θιβέτ, για να το μυήσουν στην τέχνη τους. Έφθασε στον ενδέκατο βαθμό μαγείας ο δωδέκατος είναι ο ανώτερος. Δεκαέξι χρονών έφυγε από το Θιβέτ και πήγε στην Σουηδία, για να δει τον πατέρα του. Εκεί συνάντησε τυχαίως έναν ορθόδοξο ιερέα, πολύ πιστό, και του ζήτησε να συζητήσουν. Ο νεαρός μάγος δεν ήξερε καθόλου τι θα πει ιερεύς ορθόδοξος. Στην αίθουσα λοιπόν που κάθισαν να συζητήσουν, άρχισε να του κάνει μερικές από τις μαγείες του, για να δείξει την δύναμη του. Κάλεσε ένα αρχικό. δαιμόνιο, τον Μήνα, και του είπε: «Θέλω νερό». Σηκώνεται ένα ποτήρι από την κουζίνα, πηγαίνει μόνο του στην βρύση, ανοίγει η βρύση, γεμίζει, περνάει από την κλειστή τζαμαρία και έρχεται στην αίθουσα. Το πήρε εκείνος ήπιε. Μετά παρουσίασε στον ιερέα, μέσα στην αίθουσα, όλο το σύμπαν, τον ουρανό, τα αστέρια. Χρησιμοποίησε μαγείες τετάρτου βαθμού και θα προχωρούσε μέχρι τον ενδέκατο βαθμό. Ρώτησε τότε τον ιερέα πώς τα έβλεπε όλα αυτά. «Ήμουν έτοιμος, μου είπε, να τον σκοτώσω, αν μου έβριζε τον σατανά». Ο ιερεύς όμως δεν του είπε τίποτε. Τότε του λέει ο νεαρός: «Γιατί δεν μου κάνεις κι εσύ σημεία;». «Ο δικός μου Θεός είναι ταπεινός», απάντησε ο ιερεύς και έβγαλε έναν σταυρό και του τον έδωσε να τον κρατήσει. «Κάνε πάλι σημεία», του λέει. Ο νεαρός κάλεσε τον Μήνα, το αρχικό δαιμόνιο, αλλά ο Μήνας έτρεμε, δεν τολμούσε να πλησιάσει. Καλεί τον Σάταν και εκείνος το ίδιο· έβλεπε τον σταυρό και δεν πλησίαζε. Του είπε μόνο να σηκωθεί να φύγει για το Θιβέτ. Ο νεαρός τότε έβρισε τον Σάταν: «Τώρα κατάλαβα, του είπε, ότι η μεγάλη σου δύναμη είναι μια αδυναμία». Στην συνέχεια κατηχήθηκε κάπως από τον καλό ιερέα, ο οποίος του μίλησε και για τους Αγίους Τόπους, για το Άγιον Όρος κ.λ.π. Έφυγε λοιπόν από την Σουηδία και πήγε στα Ιεροσόλυμα, όπου είδε το Άγιο Φως. Από εκεί πήγε στην Αμερική, για να βρίσει του σατανιστές που γνώριζε, για να αλλάξουν μυαλό- ο Θεός τον έκανε τον καλύτερο ιεροκήρυκα-, και από ' κει ήρθε στο Άγιον Όρος.Ο Καλός Θεός σκανδαλωδώς τον βοήθησε, επειδή από μικρός είχε αδικηθεί. Κάνετε όμως προσευχή, γιατί τον πολεμούν οι μάγοι με όλους τους δαίμονες. Αφού εμένα πολεμούν, όταν έρχεται να τον βοηθήσω, πόσο μάλλον εκείνον. Του διαβάζουν οι ιερείς εξορκισμούς και ανοίγουν τα χέρια του και τρέχουν αίμα. Το καημένο το παιδί πολύ το ταλαιπωρούν οι δαίμονες, ενώ πρώτα, που είχε φιλία μαζί τους, δεν το πείραζαν, αλλά το βοηθούσαν και το εξυπηρετούσαν. Εύχεσθε. Πρέπει όμως και το ίδιο πολύ να προσέξει, γιατί λέει το ευαγγέλιο ότι τα ακάθαρτο πνεύμα, όταν βγει από τον άνθρωπο, «πορεύεται και παραλαμβάνει μεθ' εαυτού επτά έτερα πνεύματα πονηρότερα εαυτού, και εισελθόντα κατοικεί εκεί, και γίνεται τα έσχατα του ανθρώπου εκείνου χείρονα των πρώτων»
Γεροντας Παϊσιος
Maintain Calmness and Simplicity - Don’t Struggle Directly With Temptations ( Elder Porphyrios )

Elder Porphyrios says
What is holy and beautiful and what gladdens the heart and frees the soul from every evil is the effort to unite yourself to Christ, to love Christ, to crave for Christ and to live in Christ, just as Saint Paul said, ”It is no longer I who live, Christ lives in me” (Gal 2:20). He advises us to make our struggle with calmness and simplicity. We don’t gain by forcing ourselves to be good or forcing ourselves to pray. We need to do things naturally and calmly. We need to do them because of our love of Christ. With love there is no need for forcing. When we love Christ we enthusiastically long for time in prayer and to participate in the Divine Liturgy and the Sacrament of Holy Communion and Confession.
Likewise when we love God we should not struggle with temptations. When we do we only acknowledge the strength of the temptation and it gains control in you. When temptations arise focus on your love of God instead of attacking. When our mind is filled with Love of Christ there is no room to entertain temptations.
He says,
Let all your strength be turned to love for God, worship of God and adhesion to God. As we study the hymns and psalms, when we pray, devoting ourselves to love of Christ, we receive grace and are able to combat temptations with ease. The challenge is to keep our mind focused on our heart which contains our insatiable love of Christ.
Elder Porphyrios
Reference: Wounded By Love, p 137
My Struggle in Prayer ( Saint Theophan the Recluse )
Effective prayer can be a struggle. So often when I approach my prayer time I find my mind distracted so that I simply go though a routine without any feelings. Usually, I memorize many of the prayers I say daily in addition to my intercessory prayers. Memorization etches the prayer in my mind making it available to me at any time.
What happens frequently, though, is that my mind takes control and begins to pray automatically This is not a good sign. Why? Because our prayers need to come from the heart with feeling and an awareness that we are engaged in a dialogue with God. We need to have the awe of His presence as we pray. An automatic prayer is not really a prayer. A prayer must come from the heart with feeling and understanding. I find I must continually remind myself of this. Too often I fall into the trap of just putting in my time to fulfill my prayer rule. It is not about the time we spend in prayer, but the sincerity with which we pray that is of the most importance.
Saint Theophan says,
When you are at prayer, recite your prayer or psalm from memory, and embrace each word, not just with thought, but with feeling. If during this your own prayerful cries arise from some word of the psalm or prayer, do not cut them off, but let them come. We are taught to have a prayer rule and to stick with each day. We are told to memorize our routine prayers. But the danger is that our prayer time becomes too routine and we do not "embrace each word, not just with thought but with feeling." We can easily fly through our prayer rule, like we are on automatic pilot, and never allow for those precious moments of spontaneous prayer where our heart is fully open realizing God's mercy and help.
We do not need to have a complex set of prayers for effective prayer. We can have an effective prayer time with only one simple prayer such as the Jesus Prayer or the Lord's Prayer. But, we must be attentive to each word as we repeat the prayer over and over for our allotted prayer time. The words must drop into our heart and penetrate it deeply with feeling. With such attention, our hearts are opened and God's grace reaches out to embrace us with His mercy.
Saint Theophan says,
Labor, for nothing will come from you otherwise. If you are not successful in prayer, do not expect success in anything else. It is the root off everything.
Saint Theophan the Recluse
Reference: The Spiritual Life, pp 289-290
Why Does Prayer Need to Be Free From Thoughts? ( Saint Hesychius )
Why is it important that prayer be free from thoughts? To have true prayer our minds must be pure, still and totally open for an encounter with the infinite and all compassionate God. When we have thoughts cluttering our mind in prayer, our prayer becomes focused on things of this world and our prayer time becomes a problem solving session with ourselves. Our thoughts are like a pollutant that distorts our prayer and confuses our relationship with God with our own desires and needs. It is a pure open mind that will gain grace that enables us to hear and do His will instead of our own will.
Saint Hesychius writes,
One who does not have prayer that is free from the thoughts is without a weapon for battle. I understand prayer to be that which is carried out unceasingly within the depths of the soul, so that the enemy who is secretly fighting may be vanquished and scorched by this invocation to Christ. For you must look with the sharply focused eye of the mind so that you will recognize what has entered into it, and after doing so, immediately cut off the head of the snake through refutation, and at the same time call on Christ with groaning. through experience you will come to know God's invisible help; then you will see clearly the true condition of the heart.Our challenge is to have the sobriety to be watchful and attentive to the nature of our thoughts and to dismiss them when we enter into prayer. As Saint Hesychius says, "you must look with the sharply focused eye of the mind" in prayer. This is the true purpose of our mind to enable us to focus on our Creator and discern His will for us. As we repeat the Jesus Prayer, our mind will instantly become focused on God and we will receive His grace which helps us deter all distracting thoughts.
One of the reasons we pray is to overcome the domination of our soul by the thoughts roaming thorough our minds, distracting it from a intimate relationship with God. It is in prayer where thoughts are subdued that we find this relationship our soul seeks.
Ο διάβολος παρουσιάζεται και ως άγγελος φωτός ( Γεροντας Παϊσιος )

Όποιος δεν έχει νιώσει την ανώτερη χαρά, την παραδεισένια, δεν έχει δηλαδή πνευματικές εμπειρίες, εύκολα μπορεί να πλανηθεί, αν δεν προσέξει. Ο διάβολος είναι πονηρός. Ερεθίζει λίγο την καρδιά του ανθρώπου και τον κάνει να αισθάνεται μια ευχαρίστηση, οπότε τον πλανάει, δίνοντας του την εντύπωση ότι η ευχαρίστηση αυτή είναι πνευματική, θεία. Κλέβει την καρδιά και νομίζει ο άνθρωπος ότι πάει καλά. «Δεν ένιωσα, ταραχή», λέει. Ναι, αλλά αυτό που ένιωσες δεν είναι η πραγματική, η πνευματική χαρά. Η πνευματική χαρά είναι κάτι ουράνιο.
Ο διάβολος μπορεί να παρουσιασθεί και σαν άγγελος ή σαν άγιος. Ο καμουφλαρισμένος δαίμονας σε άγγελο ή σε άγιο σκορπάει ταραχή- αυτό που έχει-,ενώ ο πραγματικός Άγγελος ή Άγιος σκορπάει πάντα χαρά παραδεισένια και αγαλλίαση ουράνια. Ο ταπεινός και καθαρός άνθρωπος, ακόμη και άπειρος να είναι, διακρίνει τον Άγγελο του Θεού από τον δαίμονα που παρουσιάζεται σαν άγγελος φωτός, γιατί έχει πνευματική καθαρότητα και συγγενεύει με τον Άγγελο. Ενώ ο εγωιστής και σαρκικός πλανιέται εύκολα από τον πονηρό διάβολο. Όταν ο διάβολος παρουσιάζεται σαν άγγελος φωτός, αν ο άνθρωπος βάλει έναν ταπεινό λογισμό, εξαφανίζεται. Ένα βράδυ στην Μονή Στομίου, μετά το Απόδειπνο, έλεγα την ευχή στο κελί καθισμένος σε σκαμνί. Για μια στιγμή ακούω όργανα και κλαρίνα σε ένα οίκημα που ήταν λίγο πιο πέρα για τους ξένους. Παραξενεύτηκα! «Τι όργανα είναι αυτά που ακούγονται τόσο κοντά!», είπα. Το πανηγύρι είχε περάσει. Σηκώνομαι από το σκαμνί και πηγαίνω στο παράθυρο να δω τι συμβαίνει έξω. Βλέπω ησυχία παντού. Τότε κατάλαβα ότι ήταν από τον πειρασμό, για να διακόψω την προσευχή. Γύρισα και συνέχισα την ευχή. Ξαφνικά ένα δυνατό φως γέμισε το κελί. Η οροφή εξαφανίστηκε, άνοιξε η σκεπή και φάνηκε μια στήλη φωτός που έφτανε μέχρι τον ουρανό. Στην κορυφή αυτής της φωτεινής στήλης φαινόταν το πρόσωπο ενός ξανθού νέου, με μακρά μαλλιά και γένια, που έμοιαζε με τον Χριστό. Επειδή έβλεπα το μισό πρόσωπο του, σηκώθηκα από το σκαμνί, για να το δω ολόκληρο. Τότε άκουσα μέσα μου μια φωνή: «Αξιώθηκες να δεις τον Χριστό». «Και ποιος είμαι εγώ ο ανάξιος, που αξιώθηκα να δω τον Χριστό;», είπα και έκανα τον σταυρό μου. Αμέσως το φως και ο δήθεν Χριστός χάθηκαν και είδα ότι η οροφή βρισκόταν στην θέση της.
Αν ο άνθρωπος δεν έχει το κεφάλι του πολύ καλά κλειδωμένο, μπορεί ο πονηρός να του βάλει λογισμό υπερηφανείας και να τον πλανέσει με φαντασίες και ψεύτικα φώτα, τα οποία δεν ανεβάζουν στον Παράδεισο, αλλά γκρεμίζουν στο χάος. Γι' αυτό πρέπει να μη ζητάει ποτέ φώτα ή θεία χαρίσματα κ.λπ., αλλά μετάνοια. Η μετάνοια θα φέρει την ταπείνωση και μετά ο Καλός Θεός θα δώσει ό,τι του είναι απαραίτητο. Όταν ήμουν στο Σινά, στο ασκητήριο της Αγία Επιστήμης, μια φορά τα ταγκαλάκι πήγε να με ...;εξυπηρετήσει! Το ασκητήριο είχε τρία-τέσσερα σκαλάκια. Την νύχτα, όταν είχε αστροφεγγιά, πήγαινα στις σπηλιές και, για να κατέβω τα σκαλοπάτια, άναβα το τσακμάκι. Μια φορά πάω να ανάψω το τσακμάκι, δεν άναβε. Σε μια στιγμή βλέπω ένα φως σαν ένα βράχο σαν από δυνατό προβολέα, φαπ! Ω, φώτισε τα πάντα γύρω! «Να μου λείψουν τέτοια φώτα», είπα, και γύρισα πίσω. Αμέσως χάθηκε το φως. Βρε τον διάβολο, δεν ήθελε να φέξω με το τσακμάκι, για να κατεβώ! «Κρίμα δεν είναι, σου λέει, να παιδεύεται; Ας του δώσω εγώ φώτα»! Καλοσύνη του!
-Πώς καταλάβατε, Γέροντα, ότι δεν ήταν από τον Θεό;
-Εμ, καταλαβαίνεται. Φοβερό!
Η Αυτογνωσία (Αγίου Ιωάννη τής Κροστάνδης)
"Δοκίμασόν με, ο Θεός, καιγνώθι την καρδίαν μου, έτασόν με και γνώθι τας τρίβους μου. Και ίδε ει οδός ανομίας εν εμοί, και οδήγησόν με εν οδώ αιωνία." (Ψαλμ. 138, 23-24).

Από τότε που ο πρώτος άνθρωπος αμάρτησε, οι άνθρωποι σκοτίστηκαν τόσο πολύ στο ίδιο το κέντρο της ύπαρξής τους (την καρδιά), που πολύ συχνά δεν έχουνε συνείδηση ή συναίσθηση της πανταχού παρουσίας του Θεού· κι έτσι, έχουνε την εντύπωση πως τέσσερεις τοίχοι με μια οροφή από πάνω, τους κρύβουνε από Εκείνον, που όλα τα γεμίζει με την παρουσία Του και που βλέπει ακόμη και όποιον κρύβεται σε κάποιο τόπο μυστικό. "Ει κρυβήσεταί τις εν κρυφαίοις, και εγώ ουκ όψομαι αυτόν; Μη ουχί τον ουρανόν και την γην εγώ πληρώ; λέγει Κύριος" (Ιερεμ. 23,24). "Γυμνός ειμι, και εκρύβην" (Γεν. 3, 10), είπε ο Αδάμ κρυπτόμενος από τον Θεό. Ωστόσο, όχι, αυτό σε τίποτα δεν τον ωφέλησε· ο Θεός τον έβλεπε.
Να παρακολουθείς τα όσα συμβαίνουν μέσα στην καρδιά σου· να κοιτάς και ν' ακροάσαι για να βρεις τι είναι αυτό που την εμποδίζει να ενωθεί με τον παμμακάριο Κύριο και Θεό μας. Αυτό ας γίνει για σένα επιστήμη επιστημών· τότε, με τη βοήθεια του Θεού εύκολα μπορείς να αντιληφθείς τι είναι αυτό που σε απομακρύνει από τον Θεό και τι σε πλησιάζει σ' Εκείνον και σ' ενώνει μαζί Του. Γι' όλα αυτά μιλάει η ίδια η καρδιά, που άλλοτε ενώνεται με τον Θεό και άλλοτε αποσπάται κι αποχωρίζεται απ' Αυτόν. Ο πονηρός στέκει προπάντων ανάμεσα στην καρδιά μας και τον Θεό· εκείνος είναι που μας απομακρύνει από το Θεό με διάφορα πάθη ή με την σαρκική επιθυμία, με τη λαγνεία των οφθαλμών και τη γήϊνη υπερηφάνεια.
Δοκίμαζε τον εαυτό σου πιο συχνά: πού είναι στραμμένοι και κοιτάζουν οι οφθαλμοί της καρδιάς σου· προς το Θεό και τη ζωή του μέλλοντος αιώνος, προς τις υπερκόσμιες, μακάριες και φωτοφόρες ουράνιες δυνάμεις και στους αγίους που ενδιαιτώνται στους ουρανούς, ή προς τα γήϊνα αγαθά, δηλαδή στην βρώση και την πόση, στα ενδύματα και τις κατοικίες, σ' ανθρώπους αμαρτωλούς και τις μάταιες ασχολίες τους; Ω! Αν τα μάτια μας ήτανε αδιάκοπα προσηλωμένα στο Θεό! Στην πραγματικότητα όμως μονάχα στις ανάγκες και τις συμφορές μας στρέφουμε τα μάτια μας προς τον Κύριο, ενώ όταν ευημερούμε, τα μάτια μας είναι στραμμένα προς τον κόσμο και τις μάταιές του υποθέσεις. Αλλά θα πεις· «και τι θα μου αποφέρει το να ατενίζω έτσι τον Κύριο;» Βαθιά ειρήνη και γαλήνη στην καρδιά σου, φως στο νου σου, άγιο ζήλο στη βούλησή σου και την απελευθέρωσή σου από τις παγίδες του εχθρού. «Οι οφθαλμοί μου διαπαντός προς τον Κύριον», λέγει ο Δαβίδ και εξηγεί γιατί· «ότι αυτός εκσπάσει εκ παγίδος τους πόδας μου» (Ψαλμ. 24,15).
Λέγει ακόμη· «Λαλήσει ειρήνην Κύριος ο Θεός επί τους επιστρέφοντας καρδίαν επ' αυτόν» (Ψαλμ. 84,9).
Η αμαρτία κλείνει τα μάτια της καρδιάς· έτσι, ο κλέφτης νομίζει πως δε βλέπει· το ίδιο και ο μοιχός κι ο ακόλαστος άνθρωπος παραδίδεται στις αισχρές του πράξεις και νομίζει ότι ο Θεός δεν τον βλέπει· έτσι κι ο φιλάργυρος, ο άνθρωπος-παράσιτο κι ο μέθυσος φαντάζονται πως κρύβονται κι εκείνοι οι ίδιοι και τα πάθη τους. Ο Θεός όμως βλέπει και κρίνει· «γυμνός ειμί, και εκρύβην» (Γεν. 3, 10). Έτσι μιλάει με τα έργα του κάθε αμαρτωλός άνθρωπος, που κρύβεται από τον πανταχού παρόντα Θεό.
Η μεγαλύτερη, η παντοτινή πλάνη της καρδιάς, ενάντια στην οποία είναι ανάγκη να αγωνιζόμαστε αδιάκοπα σ' όλη μας τη ζωή, είναι ένας κρυφός λογισμός πως τάχα μπορούμε να υπάρχουμε χωρίς το Θεό ή έξω από το Θεό σ' οποιοδήποτε τόπο ή για οποιοδήποτε χρονικό διάστημα, έστω και για μια στιγμή. Είναι ανάγκη να στεριώνουμε και να ενισχύουμε την καρδιά μας μέσα στο Θεό, από τον Οποίο αδιάκοπα στρέφεται αλλού με το νου· μεγάλη δε προκοπή θα πραγματοποιούσε στη Χριστιανική ζωή, όποιος μπορεί με ειλικρίνεια να αναφωνήσει με την Άννα, τη μητέρα του Σαμουήλ: «Εστερεώθη η καρδία μου εν Κυρίω, υψώθη κέρας μου εν Θεώ μου· επλατύνθη επ' εχθρούς μου το στόμα μου, ευφράνθην εν σωτηρία σου» (Α'Βασ. 2,1).
Είναι ανάγκη να καθαριζόμαστε από τον ρύπο· η δε προσευχή, ιδιαίτερα η προσευχή των δακρύων, απολούζει τον πνευματικό ρύπο, δηλαδή τον ρύπο των αμαρτιών.
Αμαρτάνουμε με την σκέψη, με το λόγο και με την πράξη. Για να μεταβληθούμε σε καθαρές εικόνες της Υπεραγίας Τριάδας, πρέπει να καταβάλλουμε προσπάθειες, ώστε να είναι φορείς και έκφραση αγιότητας και οι λογισμοί μας και οι λόγοι μας και οι πράξεις μας. Η σκέψη, μέσα στο Θεό, αντιστοιχεί στον Πατέρα, οι λόγοι αντιστοιχούνε στον Υιό και τα έργα στο Άγιο Πνεύμα, τον τελειωτή των πάντων. Δεν είναι μικρή η σημασία των αμαρτημάτων των λογισμών στο Χριστιανό, γιατί στους λογισμούς μας, καθώς μαρτυρεί ο άγιος Μακάριος ο Αιγύπτιος, βρίσκεται όλη η ευαρέστησή μας προς το Θεό: Γιατί οι λογισμοί αποτελούν την αρχή, από την οποία προέρχονται οι λόγοι μας και τα έργα μας· οι λόγοι, γιατί αυτοί είτε μεταδίδουν χάρη στους ακούοντες είτε είναι λόγοι σαπροί και γίνονται πειρασμός για ορισμένους ή διαφθείρουν τις σκέψεις και τις καρδιές άλλων· πιο πολύ από τα λόγια ασκούν επίδραση τα έργα, γιατί το παράδειγμα επιδρά στους ανθρώπους περισσότερο από κάθετι άλλο, με το να προσελκύουν τους ανθρώπους σε μίμησή τους.
Η συνείδηση στους ανθρώπους δεν είναι τίποτε άλλο παρά η φωνή του πανταχού παρόντος Θεού, ο Οποίος εμπεριπατεί μέσα στις καρδιές τους. Ως Εκείνος, που δημιούργησε τα πάντα, και όντας Ένας, ο Κύριος γνωρίζει τους πάντες, όπως γνωρίζει τον Εαυτό Του· γνωρίζει όλες τις σκέψεις, τα θελήματα και τις προθέσεις τους, τα λόγια τους και τα έργα τους τόσο τα παρόντα, όσο και τα παρελθόντα και τα μέλλοντα. Όσο κι αν προτρέχω κάπου με τις σκέψεις μου και τη φαντασία μου, Εκείνος είναι εκεί πριν από μένα· εγώ δε πάντοτε αναπόφευκτα τρέχω μέσα Του και πάντα Τον έχω μάρτυρα των τρίβων μου και των διαβημάτων μου: «Οι οφθαλμοί (Αυτού) εις τας οδούς των υιών των ανθρώπων...» (Ιερεμ. 39,19)· «Πού πορευθώ από του Πνεύματός σου και από του προσώπου Σου πού φύγω»;(Ψαλ. 138,7).
Ω! Αν στρέφαμε την προσοχή μας για να δούμε τα επακόλουθα των αμαρτιών μας ή των καλών μας έργων! Πόσο προσεκτικοί θα ήμασταν τότε αποφεύγοντας την αμαρτία και πόσο ζηλωτές θα ήμασταν του καλού· γιατί θα βλέπαμε τότε καθαρά ότι κάθε αμαρτία που δεν αποβλήθηκε έγκαιρα και ενδυναμώθηκε με την συνήθεια, ριζώνει βαθιά μέσα στην καρδιά του ανθρώπου και πού και πού τον παρενοχλεί, τον τραυματίζει και τον βασανίζει μέχρι τον θάνατό του. Ξυπνάει, για να το πούμε έτσι, και αναζωπυρώνεται μέσα του σε κάθε περίσταση που θυμίζει την αμαρτία, που κάποτε διαπράχθηκε, και μ' αυτό τον τρόπο μολύνει τη σκέψη, το συναίσθημα και τη συνείδησή του. Χρειάζονται ποταμοί δακρύων για να ξεπλύνει ο άνθρωπος το βόρβορο της αμαρτίας που πάλιωσε και σκληρύνθηκε μέσα του· τόσο άρρηκτα και διαβρωτικά προσκολλάται σ' αυτόν! Αντίθετα, κάθε καλή πράξη, που κάναμε οποτεδήποτε στο παρελθόν με ειλικρίνεια και ανιδιοτέλεια ή που επαναλαμβανόμενη μας έγινε συνήθεια, χαροποιεί την καρδιά μας και αποτελεί παρηγοριά και χαρά της ζωής μας, δίνοντάς μας την συναίσθηση πως τη γεμάτη από αμαρτίες ζωή μας τη ζήσαμε όχι ολότελα μάταια κι ανώφελα, πως μοιάζουμε με ανθρώπινα όντα και όχι με θηρία, πως κι εμείς δημιουργηθήκαμε κατ' εικόνα Θεού και μέσα μας καίει σπίθα θείου φωτός και αγάπης και πως έστω και μερικά καλά μας έργα θα αντισταθμίσουν τις κακές μας πράξεις στη ζυγαριά της αδιάφθορης και αδέκαστης θείας δικαιοσύνης.
Αν η καρδιά είναι καθαρή, τότε ολόκληρος ο άνθρωπος είναι καθαρός· κι αν ακάθαρτη είναι η καρδιά, τότε όλος ο άνθρωπος είναι ακάθαρτος: «Εκ γαρ της καρδίας εξέρχονται διαλογισμοί πονηροί, φόνοι, μοιχείαι, πορνείαι, κλοπαί, ψευδομαρτυρίαι, βλασφημίαι» (Ματθ. 15,19). Όλοι όμως οι άγιοι με νηστεία, αγρυπνία, προσευχή και θεοφροσύνη, με την ανάγνωση του λόγου του Θεού, με το μαρτύριο, με κόπους και ιδρώτες αποκτούσανε καθαρή καρδία κι έτσι το Άγιο Πνεύμα ενοίκησε μέσα τους, τους καθάρισε από κάθε ρύπο και τους εξαγίασε με αγιασμό αιώνιο. Να προσπαθείς λοιπόν κι εσύ περισσότερο από κάθετι άλλο να επιτύχεις τον καθαρμό της καρδιάς: «Καρδίαν καθαράν κτίσον εν εμοί, ο Θεός» (Ψαλμ. 50,12).
Πόσο μ' έχει τραυματίσει η αμαρτία! Οτιδήποτε το κακεντρεχές, το κακό ή ακάθαρτο το σκέφτομαι και την ίδια στιγμή το συναισθάνομαι στην καρδιά μου· όμως, το αγαθό, το καλό, το καθαρό και το άγιο συνήθως το σκέφτομαι μονάχα και μιλώ γι' αυτό, αλλά δεν το συναισθάνομαι μέσα μου. Αλλοίμονο σε μένα. Ακόμα το κακό είναι πιο κοντά στην καρδιά μου παρά το καλό. Πέρα απ' αυτά, μόλις που το σκέφτεσαι η το συναισθάνεσαι το κακό, την ίδια στιγμή είσαι και έτοιμος να το κάνεις πράξη· και θα το κάνεις πράξη σύντομα και άνετα, αν δεν έχεις φόβο Θεού μέσα σου· σ' ό,τι δε αφορά το αγαθό «το θέλειν παράκειταί μοι, το δε εργάζεσθαι το καλόν ουχ ευρίσκω» (Ρωμ. 7,1· δεν βρίσκω εντός μου τις δυνάμεις να το κάνω πράξη κι έτσι η καλή πράξη, που σκέφτηκα, συχνά αναβάλλεται για τις Ελληνικές καλένδες, δηλαδή στο ποτέ.
Saturday, June 1, 2013
Ό Θεός είναι εύσπλαγχνος. Ναι. Μά είναι καί δίκαιος..Αγίου Κοσμά του Αιτωλού.
Ακουσε, παιδί μου, να σου ειπώ. Ή τελεία αγάπη είναι να πούλησης όλα σου τά πράματα, νά τά δώσης ελεημοσύνη καί νά πηγαίνης καί εσύ νά εύρης κανένα αύθεντη νά πουληθής σκλάβος. Καί όσα πάρης, νά τά δώσης. Νά μη κράτησης ένα άσπρο. Ή μπορείς να το κάμης αυτό να γένης τέλειος; Βαρύ σου φαίνεται ...;
Δέν ημπορείς να το κάμης αυτό; Κάμε άλλο: Μη πουληθής εσύ σκλάβος. Μόνο πούλησε τα πράματά σου. Δώσε τα όλα ελεημοσύνη. Το κάμνεις; Ακόμη βαρύ σού φαίνεται και αυτό.
Ας έλθωμε παρακάτω. Δεν ημπορείς να δώσης όλα σου τα πράγματα. Δώσε τα μισά. Δώσε από τα τρία ένα. Δώσε από τα πέντε ένα. Ακόμη βαρύ σου φαίνεται.
Κάμε άλλο. Δώσε από τα δέκα ένα. Τό κάμνεις; Ακόμη βαρύ σου φαίνεται.
Κάμε άλλο. Μη κάμης ελεημοσύνη. Μη πουληθής σκλάβος. Άς έλθωμε παρακάτω: Μη πάρης τό ψωμί του άδελφού σου, μη πάρης τό έξωφόρι του. Μη τόν κατατρέχεις. ΜΗ ΤΟΝ ΤΡΩΣ ΜΕ ΤΗΝ ΓΛΩΣΣΑ ΣΟΥ. Μήτε καί αυτό τό κάμνεις;
Ας έλθωμε παρακάτου. Κάμε άλλο: Τόν εύρήκες τόν αδελφό σου μέσα είς την λάσπην καί δέν θέλεις νά τόν έβγάλης. Καλά. Δέν θέλεις νά του κάμης καλό. Μη του κάμης κακό. 'Αφησέ τονε.
Πώς θέλομεν νά σωθούμεν, αδελφοί μου, τo ένα μας φαίνεται βαρύ, το άλλο βαρύ. Που να πάμε παρακάτου. Δέν έχομε νά κατεβούμεν.
Ό Θεός είναι εύσπλαγχνος. Ναι.
Μά είναι καί δίκαιος. Έχει καί ράβδον σιδηράν. Λοιπόν άν θέλωμεν νά σωθούμεν πρέπει νά έχωμεν την άγάπην εις τόν Θεόν καί είς τους αδελφούς μας».
Αγίου Κοσμά του Αιτωλού
To Know Thyself

Self-knowledge is needful; this is the knowledge of oneself and especially of the limitations of one’s talents, one’s failings, and lack of skill. From this it should result that we consider ourselves unworthy of any kind of position, and therefore that we do not desire any special positions, but rather accept what is placed upon us with fear and humility. He who knows himself pays no heed to the sins of others, but looks at his own and is always repenting over them; he reflects concerning himself, and condemns himself, and does not interfere in anything apart from his own position. He who is exercising himself in self-knowledge and has faith, does not trust his faith, does not cease to test it, in order to acquire a great and more perfect one, heeding the word of the Apostle: "Examine yourself, whether ye be in the faith" (II Cor. 13:5).
St. Nazarius of Valaam
From Abbot Nazarius by Fr. Seraphim Rose, p. 88
Worship God "In Spirit And Truth, What Does It Mean ?

"But there is coming an hour, and now is, when the true worshippers shall do reverence to the Father in spirit and truth" (John 4:23).
Saint Gregory Palamas explains:
"The supreme and revered Father is Father of Truth itself, namely, the Only-begotten Son; and the Holy Spirit has a Spirit of Truth, just as the Logos of Truth. Therefore, those who reverence the Father in spirit and truth and hold to this manner of belief also receive the energies through these. For the apostle says that the Spirit is the One through Whom we pray. And the Only-begotten of God says: 'No one cometh to the Father, except by Me' [Jn. 14:6]. Therefore, those who thus do reverence the supreme Father in spirit and truth are the true worshippers, by conceiving the incorporeal incorporeally. For thus will they truly see Him everywhere in His Spirit and Truth. Since God is spirit, He is incorporeal, but the incorporeal is not situated in place, nor circumscribed by spatial boundaries. Consequently, if someone says that God must be revered in some definite place among those in all the earth and heaven, he does not speak truly, nor does he worship truly. As incorporeal, God is nowhere; as God, He is everywhere...He is boundless...Because He sustains and encompasses the universe, He is in Himself both everywhere and also beyond the universe."
One Hundred and Fifty Chapters, Chaps. 59, 60.
Saint John Chrysostom explains:
"Christ here declares nothing else than His incorporeality. Now the service of what is incorporeal must needs be of the same character, and must be offered by that in us which is incorporeal, that is, the soul and purity of mind ... For both Jews and Samaritans were careless about the soul, but took great pains about the body, cleansing it in diverse ways ... Sacrifice then not sheep and calves, but dedicate thyself to the Lord. Make of thyself a holocaust; this is to offer a living sacrifice. You must worship 'in truth'; as former things were types, such as circumcision, and whole burnt offerings, and victims, and incense, they now no longer exist, but all is 'truth'."
Homily 33, P.G. 59:191.
Το τελευταίο λαδακι Παναγιά μου το βάζω στο καντήλι σου! Μια αληθινή ιστορία
ΕΤΣΙ ΘΑ ΜΑΣ ΦΥΛΑΞΕΙ Η ΠΑΝΑΓΙΑ ΣΤΗΝ ΠΕΙΝΑ!

Ήταν παραμονή του Ευαγγελισμού, 24 Μαρτίου του 1942 και ήμασταν στη Δράμα, στην ιδιαιτέρα μου πατρίδα, η ξένη κατοχή ήταν Βουλγάρικη. Οι στερήσεις, οι αρρώστιες και ή πείνα είχαν πάρει τρομακτικές διαστάσεις και ο Θάνατος θέριζε κάθε μέρα μικρούς και μεγάλους και ιδιαιτέρως τα παιδιά.
Μεταξύ των συγγενών μου είχα και μια μακρινή θεία, χήρα με πέντε παιδιά. Τον άνδρα της τον είχαν σκοτώσει οι κατακτητές πριν από έξι μήνες στις σφαγές της 29ης Σεπτεμβρίου του 1941. Από τρόφιμα της είχαν απομείνει ένα δάκτυλο ελαιόλαδο και μια "χούφτα" καλαμποκάλευρο.
Εκείνο λοιπόν το απόγευμα, σκέφθηκε ότι αύριο, του Ευαγγελισμού, είχε έστω και κάτι λίγο για τροφή στα παιδιά: εκατό δράμια αλευράκι κι ένα δάκτυλο λαδάκι.
Ξαφνικά τα μάτια της έπεσαν πάνω στο σβησμένο κανδήλι, πού ήταν κρεμασμένο μπροστά στο εικονοστάσι. Και τότε μπήκε στο δίλημμα: Το λαδάκι στα νηστικά παιδιά της, ή στο εικονοστάσι με την εικόνα του Ευαγγελισμού;
Αποφασιστικά όμως έκαμε τον Σταυρό της και είπε στην Παναγία: "Παναγία μου! Εγώ θα Σου ανάψω το καντήλι, γιατί ή μέρα πού ξημερώνει είναι πολύ μεγάλη για την πίστη μας, αλλά και Συ όμως ανάλαβε να μου θρέψης τα παιδιά".
Πήρε το λιγοστό λαδάκι και μ' αυτό άναψε το καντήλι της Παναγίας. Το ιλαρό του φως φώτισε το φτωχικό σπίτι και η καρδιά της γέμισε από γαλήνη. Αυτό τους συνόδευσε στη βραδινή τους προσευχή και στον ύπνο τους όλο εκείνο το αξέχαστο βράδυ.
Την άλλη μέρα, μετά τη Θεία Λειτουργία, ή θεία μου άνοιξε το ντουλάπι, για να πάρει το λιγοστό αλεύρι, και έμεινε άφωνη. Τι βλέπει; Το "λαδερό" γεμάτο λάδι μέχρι πάνω, και δυο σακούλες γεμάτες αλεύρι και μακαρόνια!...
Σταυροκοπήθηκε ή γυναίκα πολλές φορές, δοξάζοντας και ευχαριστώντας τον Θεό και την Παναγία για το μεγάλο θαύμα, αλλά δεν είπε σε κανένα τίποτα. Για δυο χρόνια ούτε το λάδι άδειαζε από το μπουκάλι, ούτε και το αλεύρι "σώθηκε" ποτέ, παρά την καθημερινή τους χρήση για έξι στόματα, για ανταλλαγή με άλλα τρόφιμα και για κρυφή ελεημοσύνη. Άλλα και το κανδήλι παρέμεινε από τότε μέρα - νύχτα αναμμένο, μαρτυρώντας με το άσβεστο φως του τη ζωντανή πίστη αυτής της ευλογημένης γυναίκας.
ΒΙΒΛ. ΕΜΠΕΙΡΙΕΣ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ. ΠΡ. ΣΤΕΦΑΝΟΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΟΠΟΥΛΟΣ
ΠΗΓΗ: http://www.pentapostagma.gr/2013/06/ladaki-panagia.html#ixzz2V18m16Pt
Οι γκρίνιες των γονιών και τα παιδιά ( Γεροντα Παισιος )
- Γέροντα, οι γονείς μου όλο γκρινιάζουν και πλέον δεν τους υποφέρω μέσα στο σπίτι τι να κάνω ;
- Βρε ευλογημένε , εσύ όταν ήσουν στην κούνια, μέρα νύχτα γκρίνιαζες .
Εκείνοι,τότε , σ΄επαιρναν στην αγκαλιά τους και σ΄έσφιγγαν γεμάτοι στοργή και αγάπη.
Θα σου άρεσε τότε εσένα να προβληματιζόντουσαν κι εκείνοι -όπως εσύ τώρα - και να σκεφτόντουσαν μήπως θα έπρεπε να σε στείλουν σε κανένα ίδρυμα για να ησυχάσουν ;
Η δικαιοσύνη του Θεού σου δίνει τώρα την δυνατότητα να ξεχρεώσεις λίγο από το χρέος προς τους γονείς σου με την ανάλογη εκ μέρους σου συμπεριφορά , που είχαν παλαότερα κι εκείνοι για σένα .
{Από το βιβλίο ΣΚΕΥΟΣ ΕΚΛΟΓΗΣ } .
Γεροντα Παισιος
Raising Christian Children ( Elder Paisios )
Elder Paisios with his parents
What are the demands on a Christian parent? How are we to bring up our children as Christians? The main thing is to act like Christians ourselves.
Here is some wisdom from Elder Paisios.
Parents must live like true Christians and be careful of their behavior. Children are like computers; since a very early age, they register in their minds everything they see, or hear happening in their homes. If they see their father and mother quarreling, cursing and using bad language, they record everything in their mind's tape. So, when they grow older, they start cursing and quarreling using their parents language. They behave this way, without really wanting to, but because they have inherited the pathetic behavior of their parents. Later on, when they realize their mistakes, they find it difficult to correct them.As a parent every action you take is important when you raise children. It is not necessarily what you say but how you act that teaches them the Orthodox way of life. It's essential to show them the virtues as well as the way to practice their faith Parents should pray with their children, attend Church regularly, participate with them in the sacraments, especially Confession and Holy Communion. A parent's habit becomes the child's habit. This is the way to raise Christian children.
Reference: Elder Paisios of the Holy Mountain, p 124
What are the demands on a Christian parent? How are we to bring up our children as Christians? The main thing is to act like Christians ourselves.
Here is some wisdom from Elder Paisios.
Parents must live like true Christians and be careful of their behavior. Children are like computers; since a very early age, they register in their minds everything they see, or hear happening in their homes. If they see their father and mother quarreling, cursing and using bad language, they record everything in their mind's tape. So, when they grow older, they start cursing and quarreling using their parents language. They behave this way, without really wanting to, but because they have inherited the pathetic behavior of their parents. Later on, when they realize their mistakes, they find it difficult to correct them.As a parent every action you take is important when you raise children. It is not necessarily what you say but how you act that teaches them the Orthodox way of life. It's essential to show them the virtues as well as the way to practice their faith Parents should pray with their children, attend Church regularly, participate with them in the sacraments, especially Confession and Holy Communion. A parent's habit becomes the child's habit. This is the way to raise Christian children.
Reference: Elder Paisios of the Holy Mountain, p 124
Κατάσταση Συναγερμού ( Γεροντας Παϊσιος )
Μην ξεχνάτε ότι παίρνουμε δύσκολους καιρούς και χρειάζεται πολλή προσευχή. Να θυμάστε την μεγάλη ανάγκη που έχει ο κόσμος σήμερα και την μεγάλη απαίτηση που έχει ο Θεός από μας για προσευχή. Να εύχεστε για την γενική εξωφρενική κατάσταση όλου του κόσμου, να λυπηθεί ο Χριστός τα πλάσματά Του, γιατί βαδίζουν στην καταστροφή. Να επέμβει θεϊκά στην εξωφρενική εποχή που ζούμε, γιατί ο κόσμος οδηγείται στην σύγχυση, στην τρελά και στο αδιέξοδο.
Μας κάλεσε ο Θεός να κάνουμε προσευχή για τον κόσμο, που έχει τόσα προβλήματα! Οι καημένοι δεν προλαβαίνουν έναν σταυρό να κάνουν. Εάν εμείς οι μονάχοι δεν κάνουμε προσευχή, ποίοι θα κάνουν; Ό στρατιώτης σε καιρό πολέμου είναι σε κατάσταση συναγερμού, έτοιμος με τα παπούτσια. Στην ίδια κατάσταση πρέπει να είναι και ο μοναχός. Αχ, Μακκαβαίος θα έβγαινα! Στα βουνά θα έφευγα, για να προσεύχομαι συνέχεια για τον κόσμο.
Πρέπει να βοηθήσουμε με την προσευχή τον κόσμο, όλο, να μην κάνη ο διάβολος ό,τι θέλει. Έχει αποκτήσει δικαιώματα ο διάβολος. Όχι ότι τον αφήνει ο Θεός, αλλά δεν θέλει να παραβιάσει το αυτεξούσιο. Γι' αυτό εμείς να βοηθήσουμε με την προσευχή. Όταν πονάει κανείς για την σημερινή κατάσταση που επικρατεί στον κόσμο και προσεύχεται, τότε βοηθιούνται οι άνθρωποι, χωρίς να παραβιάζεται το αυτεξούσιο. Αν προχωρήσετε με τηv Χάρη του Θεού ακόμη λίγο, θα αρχίσουμε να κάνουμε μια προσπάθεια στο θέμα της προσευχής, να μπει μια σειρά, να γίνετε ραντάρ, γιατί και τα πράγματα ζορίζουν. Θα διοργανώσουμε ένα συνεργείο προσευχής. Να κάνετε πόλεμο με το κομποσχοίνι. Με πόνο να γίνεται η προσευχή. Ξέρετε τι δύναμη έχει τότε η προσευχή;
Πολύ πληγώνομαι, όταν βλέπω μονάχους να ενεργούν ανθρωπίνως και όχι με τηv προσευχή δια μέσου του Θεού στα δυσκολοκατόρθωτα ανθρωπίνως. Ο Θεός μπορεί όλα να τα τακτοποίηση. Όταν κανείς κάνει σωστή πνευματική εργασία, τότε μπορεί μόνο με τηv προσευχή να χτίση μοναστήρια και να τα εφοδιάσει με όλα τα απαραίτητα και να βοηθήσει το σύμπαν. Δεν χρειάζεται ούτε να δουλεύει- αρκεί μόνο να προσεύχεται.
Ο μοναχός πρέπει να προσπαθήσει να μην πονοκεφαλάει για τηv άλφα ή βήτα δυσκολία, είτε είναι ατομική είτε ενός συνανθρώπου του είτε αφορά στην γενική κατάσταση, αλλά να καταφεύγει στην προσευχή και να στέλνει δια του Θεού πολλές θείες δυνάμεις. Άλλωστε και το έργο του μονάχου αυτό είναι, και εάν αυτό δεν το έχει καταλάβει ο μοναχός, η ζωή του δεν έχει κανένα νόημα. Γι' αυτό, να ξέρει ότι η κάθε αγωνία του που τον ωθεί να αναζητά ανθρώπινες λύσεις στα διάφορα προβλήματα, με ένα βασάνισμα και πονοκέφαλο, είναι του πειρασμού.
Όταν βλέπετε ότι σας απασχολούν πράγματα για τα οποία ανθρωπίνως δεν υπάρχει λύση και δεν τα εμπιστεύεστε στον Θεό, να ξέρετε ότι αυτό είναι τέχνασμα του πειρασμού, για να αφήσετε την προσευχή, με την οποία μπορεί ο Θεός να στείλει όχι απλώς θεία δύναμη αλλά θείες δυνάμεις, και η βοήθεια τότε δεν θα είναι απλώς θεία βοήθεια αλλά θαύμα Θεού.
Από τη στιγμή που αρχίζουμε να αγωνιούμε, εμποδίζουμε τον Θεό να επέμβει. Βάζουμε τη λογική μπροστά και όχι τον Θεό, το θειο θέλημα, ώστε να δικαιούμαστε την θεία βοήθεια. Ο διάβολος προσπαθεί, κλέβοντας με τέχνη την αγάπη του μονάχου, να τον κρατάει σε μια κοσμική αγάπη, σε μια κοσμική αντιμετώπιση και κοσμική πρόσφορα στον συνάνθρωπό του, ενώ ως μοναχός έχει την δυνατότητα να κινείται στον δικό του χώρο, στην δική του ειδικότητα, του Ασυρματιστού, γιατί αυτό είναι και το διακόνημα που του έδωσε ο Θεός. Όλα τα άλλα, όσα κάνουμε με τις ανθρώπινες προσπάθειες, είναι σε κατώτερη μοίρα.
Επίσης καλύτερα είναι ο μοναχός να βοηθάει τους άλλους με την προσευχή του παρά με τα λόγια του. Αν δεν έχει την δύναμη να συγκρατήσει κάποιον που κάνει κακό, ας τον βοηθήσει από μακριά με την προσευχή, γιατί διαφορετικά μπορεί και να βλαφτεί. Μια ευχή καλή, καρδιακή, έχει περισσότερη δύναμη από χιλιάδες λόγια, όταν οι άλλοι δεν παίρνουν από λόγια. Παρόλο που λένε ότι βοηθώ τον κόσμο που έρχεται και με βρίσκει, ως θετική προσφορά μου στον κόσμο βλέπω την μιάμιση ώρα που διαβάζω το Ψαλτήρι. Το άλλο το θεωρώ ψυχαγωγία. Να πουν οι καημένοι τον πόνο τους, να τους δώσω καμία συμβουλή.
Γι' αυτό την βοήθεια δεν την θεωρώ προσφορά δική μου. Η προσευχή είναι που βοηθάει. Αν είχα όλο τον χρόνο μου για προσευχή, περισσότερο θα βοηθούσα τον κόσμο. Ας πούμε ότι θα δω την ημέρα διακόσιους πονεμένους, μόνο διακόσιοι πονεμένοι υπάρχουν στον κόσμο; Αν δεν δω κανέναν και προσευχηθώ για όλον τον κόσμο, τότε βλέπω όλον τον κόσμο. Γι' αυτό λέω στον κόσμο: «Εγώ θέλω να μιλώ για σας στον Θεό, και όχι σ' εσάς για τον Θεό. Αυτό είναι καλύτερο για σας, αλλά δεν με καταλαβαίνετε».
Να μην παραμελούμε το θέμα της προσευχής σ' αυτά τα δύσκολα χρόνια. Είναι ασφάλεια η προσευχή, είναι επικοινωνία με τον Θεό. Είδατε τι λέει ο Αββάς Ισαάκ; «Δεν θα μας ζητήσει λόγο ο Θεός, γιατί δεν κάναμε προσευχή, αλλά γιατί δεν είχαμε επαφή με τον Χριστό και μας ταλαιπώρησε ο διάβολος».
Ο κίνδυνος της αναισθησίας
- Γέροντα, μερικές φορές μου ζητούν λαϊκοί να προσευχηθώ για ένα πρόβλημά τους. Το κάνω, χωρίς όμως να νιώσω πόνο.
Εδώ υπάρχουν δύο περιπτώσεις: η πρώτη είναι επικίνδυνη, η δεύτερη έχει πνευματική αντιμετώπιση. Όταν ο μοναχός ξεχνά τους δικούς του και δεν σκέφτεται και τους άλλους, δηλαδή δεν προσεύχεται για τον κόσμο, τότε αυτό είναι πολύ κακό. Ερχόμαστε δηλαδή στο μοναστήρι, εγκαταλείπουμε τους δικούς μας, και φθάνουμε να ξεχάσουμε τους δικούς μας, πόσο μάλλον τους άλλους. Αντιμετωπίζουμε τα πράγματα πνευματικά, αλλά δεν συμμετέχουμε στον πόνο των άλλων πνευματικά. Δεν προχωρούμε πνευματικά, για να μπορέσουμε να νιώσουμε τα προβλήματά τους, και υπάρχει κίνδυνος να φθάσουμε σε μια αναισθησία. Αρχίζει σιγά-σιγά μία αδιαφορία και γίνεται η καρδιά πέτρα. Στην δεύτερη περίπτωση πονά κανείς για όλο τον κόσμο, αλλά νιώθει και μια παρηγοριά, γιατί σκέφτεται ότι ο άλλος που υποφέρει θα έχει μισθό από τον Θεό, θα είναι μάρτυρας. Με αυτόν τον λογισμό νιώθει βαθιά σιγουριά και έχει μια εσωτερική χαρά. Σ’ αυτήν την περίπτωση η καρδιά δεν είναι πέτρινη αλλά θεϊκή).
Αν δεν προσέξουν οι καλόγεροι, μπορεί να γίνει η καρδιά τους πολύ σκληρή. Οι κοσμικοί βλέπουν ατυχήματα, την δυστυχία των άλλων, και πονούν. Εμείς δεν την βλέπουμε και μπορεί να ζητάμε όλο για τον εαυτό μας. Αν δεν κάνουμε δηλαδή λεπτή εργασία, για να νιώσουμε την δυστυχία των άλλων και να κάνουμε γι' αυτούς καρδιακή προσευχή), θα γίνουμε σκληρόκαρδοι. Θα φθάσουμε σε σημείο να θέλουμε το βόλεμά μας και θα γίνει η καρδιά μας πέτρινη με την αδιαφορία, πράγμα που είναι αντιευαγγελικό. Ό μοναχός πρέπει να ενδιαφέρεται, να πονάει και να προσεύχεται γενικά για τον κόσμο. Αυτό δεν του φέρνει περισπασμό, αλλά αντιθέτως βοηθιέται και ο ίδιος με την προσευχή), βοηθάει και τους άλλους.
- Γέροντα, ενώ βλέπω τα χάλια μου, κάνω πιο πολλή προσευχή για τους άλλους. Μήπως είναι καλύτερα να μην προσεύχομαι για τους άλλους και να προσεύχομαι μόνο για τον εαυτό μου;
Από ταπείνωση; Αν είναι από ταπείνωση, να λες στον Θεό με πολλή ταπείνωση: «Θεέ μου, τέτοια που είμαι, δεν πρέπει να με ακούσεις. Αλλά δεν είναι αδικία να υποφέρουν οι άλλοι εξ αιτίας μου; Γιατί, εάν είχα πνευματική κατάσταση, παρρησία, θα με άκουγες και θα τους βοηθούσες. Φταίω και εγώ, που ο άλλος υποφέρει. Τώρα όμως τι φταίει να υποφέρει εξ αιτίας μου; Σε παρακαλώ, βοήθησέ τον».
Εξαρτάται δηλαδή πως τοποθετείσαι για τους άλλους. Νιώθεις ότι δεν είσαι άξια, αλλά τυχαίνει, βλέπεις έναν πονεμένο, στενοχωριέσαι, πονάς, προσεύχεσαι. Όταν λ.χ. βλέπω εν αν τυφλό, αισθάνομαι τον εαυτό μου ένοχο, γιατί, αν είχα πνευματική κατάστασή, θα μπορούσα να τον θεραπεύσω.
Ο Θεός μας έδωσε την δυνατότητα να γίνουμε άγιοι, να κάνουμε θαύματα, όπως έκανε και Εκείνος. Αναγνωρίζουμε την μεγάλη ή μικρή μας πνευματική αρρώστια και ταπεινά ζητούμε την σωματική υγειά για τον συνάνθρωπό μας, ως ένοχοι για την αρρώστια του. Γιατί, εάν είχαμε πνευματική υγειά, θα είχε θεραπευθεί προ καιρού και δεν θα παιδευόταν. 'Όταν τοποθετούμαστε σωστά, ότι είμαστε ένοχοι για όλη την κατάσταση του κόσμου, και λέμε «Κύριε, Ιησού Χριστέ, ελέησον ημάς», βοηθιέται και ο κόσμος όλος. Και για τα χάλια του πρέπει να πονέσει κανείς και να ζητήσει το έλεος του Θεού. Φυσικά, αν φθάσει σε μια πνευματική κατάσταση, τότε για τον εαυτό του δεν ζητάει τίποτε.
Βλέπω ότι πολλές φορές πιάνουμε στραβά το «Κύριε, Ιησού Χριστέ, ελέησόν με» και δήθεν από ταπείνωση δεν λέμε «ελέησον ημάς», δεν προσευχόμαστε για τους άλλους παρά μόνο για τον εαυτό μας. Γι' αυτό και μερικές φορές μας παρεξηγούν εμάς τους μοναχούς οι κοσμικοί και λένε ότι είμαστε εγωιστές και ότι φροντίζουμε να σώσουμε μόνον τον εαυτό μας. Το «ελέησόν με» είναι για να μην πέσουμε σε υπερηφάνεια. Η ευχή ενός ταπεινού ανθρώπου, που πιστεύει ότι είναι χειρότερος από όλους, έχει περισσότερη αξία από την αγρυπνία που κάνει ένας άλλος με υπερήφανο λογισμό. Όταν προσευχόμαστε με υπερηφάνεια, κοροϊδεύουμε τον εαυτό μας.
Γεροντας Παϊσιος
Cinnamon and Honey
Facts on honey and cinnamon: It is found that a mixture of honey and cinnamon cures most diseases. Honey is produced in most of the countries of the world. Scientists of today also accept honey as a “Ram Ban” (very effective) medicine for all kinds of diseases. Honey can be used without any side effects for any kind of disease.
Today’s science says that even though honey is sweet, if taken in the right dosage as a medicine, it does not harm diabetic patients. Weekly World News, a magazine in Canada , in its issue dated 17 January, 1995 has given the following list of diseases that can be cured by honey and cinnamon as researched by western scientists:
HEART DISEASE:
Make a paste of honey and cinnamon powder, apply on bread, instead of jelly and jam, and eat it regularly for breakfast. It reduces the cholesterol in the arteries and saves the patient from heart attack. Also those who have already had an attack, if they do this process daily, they are kept miles away from the next attack. Regular use of the above process relieves loss of breath and strengthens the heart beat. In America and Canada , various nursing homes have treated patients successfully and have found that as you age, the arteries and veins lose their flexibility and get clogged; honey and cinnamon revitalize the arteries and veins.
ARTHRITIS:
Arthritis patients may take daily, morning, and night, one cup of hot water with two spoons of honey and one small teaspoon of cinnamon powder. If taken regularly even chronic arthritis can be cured. In a recent research conducted at the Copenhagen University, it was found that when the doctors treated their patients with a mixture of one tablespoon Honey and half teaspoon Cinnamon powder before breakfast, they found that within a week, out of the 2 00 people so treated, practically 73 patients were totally relieved of pain, and within a month, mostly all the patients who could not walk or move around because of arthritis started walking without pain.
BLADDER INFECTIONS:
Take two tablespoons of cinnamon powder and one teaspoon of honey in a glass of lukewarm water and drink it. It destroys the germs in the bladder.
TOOTHACHE:
Make a paste of one teaspoon of cinnamon powder and five teaspoons of honey and apply on the aching tooth. This may be applied three times a day until the tooth stops aching.
CHOLESTEROL:
Two tablespoons of honey and three teaspoons of Cinnamon Powder mixed in 16 ounces of tea water, given to a cholesterol patient, was found to reduce the level of cholesterol in the blood by 10 percent within two hours. As mentioned for arthritic patients, if taken three times a day, any chr onic cholesterol is cured. According to information received in the said journal, pure honey taken with food daily relieves complaints of cholesterol.
COLDS:
Those suffering from common or severe colds should take one tablespoon lukewarm honey with 1/4 spoon cinnamon powder daily for three days. This process will cure most chronic cough, cold, and clear the sinuses.& nbsp;
UPSET STOMACH:
Honey taken with cinnamon powder cures stomach ache and also clears stomach ulcers from the root.
GAS:
According to the studies done in India and Japan , it is revealed that if honey is taken with cinnamon powder the stomach is relieved of gas.
IMMUNE SYSTEM:
Daily use of honey and cinnamon powder strengthens the immune system and protects the body from bacteria and viral attacks. Scientists have found that honey has various vitamins and iron in large amounts. Constant use of honey strengthens the white blood corpuscles to fight bacteria and viral diseases.
INDIGESTION:
Cinnamon powder sprinkled on two tablespoons of honey taken before food relieves acidity and digests the heaviest of meals.
INFLUENZA:
A scientist in Spain has proved that honey contains a natural ingredient which kills the influenza germs and saves the patient from flu.
LONGEVITY:
Tea made with honey and cinnamon powder, when taken regularly, arrests the ravages of old age. Take four spoons of honey, one spoon of cinnamon powder and three cups of water and boi l to make like tea. Drink 1/4 cup, three to four times a day. It keeps the skin fresh and soft and arrests old age. Life spans also increases and even a 100 year old, starts performing the chores of a 20-year-old.
WEIGHT LOSS:
Daily in the morning one half hour before breakfast on an empty stomach and at night before sleeping, drink honey and cinnamon powder boiled in one cup of water. If taken regularly, it reduces the weight of even the most obese person. Also, drinking this mixture regularly does not allow the fat to accumulate in the body even though the person may eat a high calorie diet.
CANCER:
Recent research in Japan and Australia has revealed that advanced cancer of the stomach and bones have been cured successfully. Patients suffering from these kinds of cancer should daily take one tablespoon of honey with one teaspoon of cinnamon powder for one month three times a day.
FATIGUE:
Recent studies have shown that the sugar content of honey is more helpful rather than! than being detrimental to the strength of the body. Senior citizens, who take honey and cinnamon powder in equal parts, are more alert and flexible. Dr. Milton, who has done research, says that a half tablespoon of honey taken in a glass of water and sprinkled with cinnamon powder, taken daily after brushing and in the afternoon at about 3:00 P.M. when the vitality of the body starts to decrease, increases the vitality of the body within a week.
In the House of Prostitution ( Elder Porphyrios )

Elder Pophyrios spoke of the following experience:
In the old days, during the feast of the Theophany, we used to sanctify homes. One year I also went to sanctify. I would knock on the doors of the apartments, they would open for me, and I walked in singing "In Jordan, You were baptized O Lord...."
As I went along the road called Maizonos, I saw an iron door. I opened it, walked into the courtyard which was full of tangerine, orange and lemon trees, and proceeded to the stairs. It was an outdoor staircase that went up, and down was the basement. I climbed the stairs, knocked on the door, and a lady appeared. Since she opened I began my common practice singing, "In Jordan, You were baptized O Lord...." She stopped me abruptly. Meanwhile, girls began to emerge from their rooms after hearing me from the left and right of the hallway. "I see that I fell into a brothel," I said to myself. The woman walked in front of me to stop.
"Leave", she told me. "It is not right for them to kiss the Cross. I will kiss the Cross and then you should leave, please."
I took seriously her disapproving attitude and said: "I cannot leave! I am a priest, I cannot go! I came here to sanctify."
"Yes, but it is not right for them to kiss the Cross."
"But we don't know if it is right for them or you to kiss the Cross. Because if God asks me for whom it is more right to kiss the Cross, the girls or you, I probably would say: 'It is right for the girls to kiss and not you. Their souls are much better than yours.'"
With that she became a bit red in the face, so I said: "Leave the girls to come kiss the Cross." I signalled for them to come forward. I began to chant more melodically than before: "In Jordan, You were baptized O Lord..." because I had such joy within me, that God had ordained things so that I may also come to these souls.
They all kissed the Cross. They were all made-up, with colorful skirts, etc. I told them: "My children, many years! God loves us all. He is very good and 'allows the rain to fall on the righteous and the unrighteous' (Matt. 5:45). He is the Father of everyone and God cares for everyone. Let us make sure to come to know Him and for us to also love Him and to become good. May you love Him, and then you will see how happy you will be."
They looked at me, wondering. Something took a hold of their tired souls.
Lastly I told them: "I rejoice that God has made me worthy to come here today to sanctify you. Many years!"
"Many years!" they also said, and I left.
Elder Porphyrios
Subscribe to:
Posts (Atom)