
Ὁ ἔπαινος κάνει τούς νέους ἐγωιστές, ἀπροσάρμοστους καί ἄθεους.
Δίδασκε ὁ θεόσοφος Παιδαγωγός Ἅγιος Πορφύριος: «Ἡ ἀλήθεια τοῦ Χριστοῦ τονίζει ὅτι, ἅμα ἐπαινεῖς ἕναν ἄνθρωπο, τόν κάνεις ἐγωιστή. Ὁ ἐγωιστής εἶναι ὁ μπερδεμένος, ὁ ὁδηγούμενος ὑπό τοῦ διαβόλου καί τοῦ κακοῦ πνεύματος. Ἔτσι, μεγαλώνοντας μέσα στόν ἐγωισμό, ἡ πρώτη του δουλειά εἶναι ν’ ἀρνεῖται τόν Θεό καί νά εἶναι ἕνας ἐγωιστής ἀπροσάρμοστος μέσα στήν κοινωνία».
Νά γιατί εἶναι ἄρρωστη ἡ κοινωνία μας καί ἄθεα τά παιδιά μας. Ἐπειδή ἀπό μικρά τούς τρέφουμε τόν ἐγωισμό, τήν ὑπερηφάνεια πού εἶναι κορυφαία ἀκαθαρσία στόν ἄνθρωπο καί ἁμαρτία. Γίνονται ἔτσι τά παιδιά εὐάλωτα στίς δαιμονικές ἐνέργειες καί ὑποχείρια τοῦ πονηροῦ πνεύματος. Ὁ ἔπαινος δημιουργεῖ μία ψεύτικη μεγάλη ἰδέα στό παιδί γιά τόν ἑαυτό του. Αὐτήν τήν ἰδέα οἱ πατέρες τήν ὀνομάζουν οἴησι καί εἶναι ἡ βαθειά ρίζα τοῦ ἐγωισμοῦ καί τῆς ὑπερηφάνειας. Ὁ κόσμος τό ὀνομάζει «ὑπερεγώ». Δίδασκε ὁ Θεόσοφος σύγχρονος Ἅγιος Πορφύριος:
«Ὅταν, λοιπόν, ἐμεῖς στό παιδί μέ τούς ἐπαίνους δημιουργοῦμε αὐτό τό «ὑπερεγώ», τοῦ φουσκώνουμε τόν ἐγωισμό, τοῦ κάνομε μεγάλο κακό. Τό κάνουμε νά γίνεται πιό ἐπιρρεπές στά διαβολικά πράγματα»1. Ἀνοίγουμε τούς «ἀσκούς τοῦ Αἰώλου» καί μετά ἀναρωτιόμαστε γιατί ἔφυγε ἀπό τήν Ἐκκλησία, τό σπίτι, τήν ὑπακοή, τόν σεβασμό πού εἶχε πρός τούς μεγαλυτέρους κ.λ.π.
Ὁ ἔπαινος εἶνα ἕνα ψέμμα γι’ αὐτό καί συνιστᾶ μίμηση τοῦ διαβόλου. Ἡ ἀλήθεια εἶναι ὅτι ὅ,τι καλό ἔχει τό παιδί μας εἶναι δῶρο τοῦ Θεοῦ καί ὅ,τι καλό ἔκανε (ἄν ἔκανε κάτι καλό) εἶναι ἐνέργεια τῆς Θείας Χάρης καί ὄχι ἀποτέλεσμα τῆς δικῆς του ἱκανότητας καί δυνάμεως. Γιαυτό θά πρέπει νά τό παρακινοῦμε σέ ὅλα νά ζητάει τήν Θεία Βοήθεια καί νά ἐμπιστεύεται τήν Θεία Πρόνοια. «Σ΄ ὅλα τά θέματα νά μάθουν τά παιδιά νά ζητᾶνε τήν βοήθεια τοῦ Θεοῦ»2.
Πῶς ἐνθαρρύνουμε τά παιδιά; Θέλει προσοχή, ὅταν ἐνθαρρύνετε τά παιδιά» δίδασκε ὁ σοφός Ἅγιος Παιδαγωγός Πορφύριος. «Στό παιδί δέν πρέπει νά λέτε: «Ἐσύ θά τά καταφέρεις, ἐσύ εἶσαι σπουδαῖος, εἶσαι νέος, εἶσαι ἀνδρεῖος, εἶσαι τέλειος!…». Δέν τό ὠφελεῖτε ἔτσι τό παιδί. Μπορεῖτε ὅμως, νά τοῦ πεῖτε νά κάνει προσευχή. Νά τοῦ πεῖτε: «Παιδί μου, τά χαρίσματα πού ἔχεις, ὁ Θεός σοῦ τά ἔδωσε. Προσευχήσου νά σοῦ δώσει ὁ Θεός τήν χάρι Του». Τοῦτο δῶ εἶναι τό τέλειο»3
Ἄν κάνει κάτι καλό νά μήν τό ἐπαινοῦμε αὐτονομημένα ἀλλά νά δοξάζουμε τό Θεό πού τό βοήθησε καί νά τό παρακινοῦμε καί ἐκεῖνο νά δοξάσει καί νά εὐχαριστήσει τόν Θεό ὁ Ὁποῖος καταδέχθηκε νά ἐνεργήσει μέσα ἀπό αὐτό.
Τό νά ἀποκρύπτουμε τήν πραγματικότητα ἀπό τά παιδιά γιά τόν ἑαυτό τους, εἶναι ἀδικία καί ἀτιμία ἀπό μέρους ἡμῶν τῶν μεγαλυτέρων, τῶν γονέων καί ὅσων ἄλλων ἐμπλέκονται στήν ἀγωγή. «Πρέπει νά πεῖς τήν ἀλήθεια» δίδασκε ὁ Ἅγιος Γέροντας, «νά τή μάθει ὁ ἄνθρωπος. Ἀλλιῶς τόν ὑποστηρίζεις στήν ἀμορφωσιά του. Ὅταν πεῖς στόν ἄλλο τήν ἀλήθεια, αὐτός κατατοπίζεται, προσέχει, ἀκούει καί τούς ἄλλους, ἐγκρατεύεται. Ἔτσι καί στό παιδί θά πεῖς τήν ἀλήθεια, θά τό μαλώσεις, γιά νά κατατοπισθεῖ ὅτι αὐτό πού κάνει δέν εἶναι καλό. Τί λέγει ὁ σοφός Σολομών: «Ὅς φείδεται τῆς βακτηρίας, μισεῖ τόν υἱόν αὐτοῦ, ὁ δέ ἀγαπῶν, ἐπιμελῶς παιδεύει»4. Ὄχι ὅμως νά τό δέρνεις μέ τή μαγκούρα. Τότε φεύγουμε ἀπό τά ὅρια καί γίνεται τό ἀντίθετο»5.
Ἡ ἀθεΐα, ἡ ἀσέβεια, ἡ θρασύτης, ἡ σκληρότης, ἡ βλασφημία τῶν παιδιῶν εἶναι καρποί τῆς κακῆς ἀγωγῆς. «Οἱ γονεῖς» παρατηροῦσε ὁ σοφός καί Ἅγιος Γέροντας «εὐθύνονται πρῶτοι γιά τήν ἀποτυχία τῶν παιδιῶν στή ζωή καί οἱ δάσκαλοι καί οἱ καθηγητές μετά. Τά ἐπαινοῦν διαρκῶς. Τούς λένε ἐγωιστικά λόγια. Δέν τά φέρνουν στό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ, τ’ ἀποξενώνουν ἀπ’ τήν Ἐκκλησία. Ὅταν μεγαλώσουν λίγο τά παιδιά καί πᾶνε στό σχολεῖο μ’ αὐτό τόν ἐγωισμό, φεύγουν ἀπ’ τή θρησκεία καί τήν περιφρονοῦν, χάνουν τό σεβασμό πρός τόν Θεό, πρός τούς γονεῖς, πρός ὅλους. Γίνονται ἀτίθασα καί σκληρά καί ἄπονα, χωρίς νά σέβονται οὔτε τή θρησκεία, οὔτε τόν Θεό. Βγάλαμε στή ζωή ἐγωιστές καί ὄχι χριστιανούς»6. Μεγάλο μερίδιο εὐθύνης φέρνει ἡ σύγχρονη ψευτοεπιστήμη πού διαστρέφει καί δέν οἰκοδομεῖ τά παιδιά μέσῳ τῆς διδασκαλίας τῆς ἄθεης ψυχολογίας καί παιδαγωγικῆς. Ὁ διάβολος κρύβεται πίσω της. «Ὁ διάβολος» δίδασκε ὁ σοφός Ἅγιος Παιδαγωγός Πορφύριος «κατόρθωσε νά ἐξαφανίσει τόν ἑαυτό του καί νά κάνει τούς ἀνθρώπους νά χρησιμοποιοῦν ἄλλα ὀνόματα. Οἱ γιατροί, οἱ ψυχολόγοι λένε συχνά, ὅταν ἕνας ἄνθρωπος πάσχει: «Ἄ, νεύρωση ἔχεις! Ἄ, ἄγχος ἔχεις!» καί τά τοιαῦτα. Δέν παραδέχονται ὅτι ὁ διάβολος ὑποκινεῖ καί διεγείρει στόν ἄνθρωπο τόν ἐγωισμό. Κι ὅμως ὁ διάβολος ὑπάρχει, εἶναι τό πνεῦμα τοῦ κακοῦ»7. Ὁ διάβολος εἶναι ὁ πρῶτος διδάξας τό ψέμμα καί τόν ἔπαινο καί διά τοῦ ἐπαίνου ἔβγαλε τούς Πρωτόπλαστους ἀπό τόν Παράδεισο ὅπως δίδασκε ὁ Ἅγιος Πορφύριος: «Οἱ πρῶτοι ἄνθρωποι, ὁ Ἀδάμ καί ἡ Εὔα, ἦταν ἁπλοί καί ταπεινοί, γι’ αὐτό ζοῦσαν στόν Παράδεισο. Δέν εἶχαν ἐγωισμό… Μετά…ὁ διάβολος κατόρθωσε μέ τόν ἔπαινο καί τούς ἐπλάνησε. Γεμίσανε ἐγωισμό»8. Τά παιδιά δέν πρέπει νά ἀκοῦνε τό «μπράβο» οὔτε νά τό θέλουν. «Ὁ ἔπαινος κάνει κούφιο τόν ἄνθρωπο καί διώχνει τή χάρι τοῦ Θεοῦ»9 ἔλεγε ὁ Ἅγιος Πορφύριος. Καί συμπλήρωνε: «Ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ ἔρχεται μόνο μέ τήν ἁγία ταπείνωση»10. Καί συμπέραινε: «Πρέπει νά μάθομε στά παιδιά νά ζοῦν ταπεινά καί ἁπλά καί νά μή ζητοῦν τόν ἔπαινο καί τό «μπράβο». Νά τά μάθομε ὅτι ὑπάρχει ἡ ταπείνωση, πού εἶναι ἡ ὑγεία τῆς ζωῆς»11. Καί τῆς ψυχῆς καί τοῦ ὅλου ἀνθρώπου, θά τολμούσαμε νά συμπληρώσουμε.
Μακάρι τά διδάγματα τοῦ Ἁγίου Παιδαγωγοῦ Γέροντα Πορφύριου νά ἀποτελέσουν ὁδηγητικά σήματα ἀγωγῆς γιά τούς γονεῖς καί ὅλους ὅσους ἀσχολοῦνται μέ τήν ἀγωγή τῶν παιδιῶν.
ΤΕΛΟΣ ΚΑΙ Τῼ ΘΕῼ ΔΟΞΑ!
Ἱερομόναχος Σάββας Ἁγιορείτης.
1Ἁγίου Πορφυρίου, Βίος καί Λόγοι, ἔκδοση Ζ΄, σελ. 442.
2 Ὅ.π. σελ. 437.
3Ὅ.π. σελ. 437.
4Παρ. 13, 24.
5 Ἁγίου Πορφυρίου, Βίος καί Λόγοι, ἔκδοση Ζ΄, σελ. 439.
6Ὅ.π. σελ. 437-438.
7Ὅ.π. σελ. 443.
8Ὅ.π. σελ. 442.
9Ὅ.π. σελ. 441.
10Ὅ.π. σελ. 441.
11Ὅ.π. σελ. 443-444.
πηγη
Δύο ώρες περίπου προσευχόταν κλαίγοντας ο κ. Κωνσταντίνος Πολυχρονίου, ανώτερος κρατικός υπάλληλος μπροστά στη Λάρνακα του Οσίου Ρώσου.
Φορούσε πιζάμες και ένα ταξί τον περίμενε στην Βορεινή πύλη της Εκκλησίας. Όταν τελείωσε τη μυστική του συνομιλία με τον Όσιο, ξεκίνησε με αργά βήματα, σέρνοντας τις παντόφλες στο δάπεδο και προχωρούσε προς την έξοδο.
Τον σταμάτησε ένας ιερέας της μονής και τον ρώτησε γιατί έκλαιγε τόση ώρα, γιατί δεν ήταν ντυμένος κανονικά και ήρθε στην εκκλησία με πιζάμες και αν...
επιθυμούσε νατου έδινε δωμάτιο στον ξενώνα να αναπαυθεί για λίγο αν το είχε ανάγκη.
- Όχι πάτερ, απάντησε και συνέχισε, με ξεκούρασε για πολλά χρόνια ο Άγιος, αυτός, ο μεγάλος και θαυματουργός γιατρός που υπηρετείτε. Σήμερα το πρωί στον «Ευαγγελισμό», στο Νοσοκομείο, ήρθε η γυναίκα μου να με δει.
Έχει περάσει δεκαετία και πλέον να σταθώ όρθιος όπως με βλέπετε τώρα. Μία χρόνια πάθηση του νευρικού συστήματος και μία αρρώστια που είχα περάσει μου έφεραν αναπηρία τόση που έχασα τη θέση μου, πήρα πρόωρα σύνταξη και οδηγήθηκα στα Νοσοκομεία γιατί μετά το δεύτερο χρόνο είχα πάνω από 80% παράλυση των κάτω άκρων.
Ή παράλυση, η κακή ψυχολογική κατάσταση, η πρόωρη έξοδος μου από τη δραστηριότητα της ζωής με οδηγούσαν σε μαρασμό, σχεδόν στο θάνατο.
Σήμερα, λοιπόν, το πρωί η γυναίκα μου ήρθε στο Νοσοκομείο, με βρήκε να κοιμάμαι, δεν με ξύπνησε, παρά κάθισε δίπλα στο κρεβάτι μου σε μια καρέκλα. Για λίγα δευτερόλεπτα την πήρε ο ύπνος.
Βλέπει στο όνειρο της ότι, στο διπλανό θάλαμο γινόταν επισκεπτήριο γιατρών. Ανάμεσα τους ήταν ένας άγνωστος ξένος γιατρός.
Τον πλησιάζει η γυναίκα μου και του λέει: Γιατρέ μου, είστε ξένος; Σας βλέπω για πρώτη φορά στο Νοσοκομείο. Σας παρακαλώ στο διπλανό θάλαμο έχω τον άνδρα μου πάνω από δέκα χρόνια παράλυτο. Οι γιατροί μου έχουν πει την αλήθεια, ότι χάνω το σύντροφο μου. Χάνω το στήριγμα μου. Θα πεθάνει ο σύζυγος μου. Ελάτε, γιατρέ μου, να τον δείτε, να του δώσετε κουράγιο, να μας πείτε κάτι και σεις
- Πήγαινε, κυρία μου, περίμενε και θα δω και το σύζυγο σου.
Ναι, γιατρέ μου, πέστε μου το όνομα σας, να σας περιμένω ...
- Ιωάννης Ρώσος, της απαντά.
Ξυπνάει, πετιέται από το κάθισμα της.
Με βλέπει που προσπαθώ μόνος μου, στηριγμένος στους αγκώνες μου, να σηκωθώ.
Βοήθησε με, γυναίκα, της λέγω, κάποιος με κρατάει άπ' τις μασχάλες και με σηκώνει, βοήθησε και συ ...
Σηκώθηκα, πάτησα στο έδαφος, όταν τα κλάματα της γυναίκας μου είχαν φέρει γύρω μας γιατρούς και βοηθητικό προσωπικό.
Ό υπεύθυνος γιατρός του τμήματος, ένας πιστός χριστιανός, συγκλονίζεται από τη διήγηση της συζύγου μου και προτρέπει: Κύριε Πολυχρονίου όπως είσαι, μη ζητάς, να αλλάξεις τις πιζάμες σου, φύγετε, πάρτε ταξί στην είσοδο του Νοσοκομείου και πηγαίνετε στο Πνευματικό θεραπευτήριο, στην Εκκλησία του Αγίου Ιωάννου του Ρώσου, που είναι στην καταπράσινη κοιλάδα του Προκοπίου της Ευβοίας, όπου και ολόκληρο το ιερό του Λείψανο. Πηγαίνετε, πέστε το μεγάλο σας ευχαριστώ και γυρίστε για το εξιτήριο που αυτή τη φορά -σπάνια βέβαια- το υπογράφει όχι γιατρός αλλά ένας "Άγιος!
Και σαν χριστιανός και σαν επιστήμονας ό,τι είπα το πιστεύω. Πάνω από την επιστήμη μας είναι η παντοδυναμία του Θεού και των Αγίων του.
Αυτά μας είπε, Πάτερ. Αυτά ... Δώστε μας και σεις την ευλογία σας.
Αυτά είπε, αυτά είδαμε από τον ευλογημένο αυτό άνθρωπο που με τα κλάματα του (οι άνδρες για να κλάψουν πρέπει κάτι το πολύ σοβαρό να συμβαίνει) έλεγε στον Άγιο εκείνο το «ευχαριστώ» που είναι πρόθυμοι να το πουν όσοι άρρωστοι στα Νοσοκομεία, στα παντός είδους Νοσηλευτικά Ιδρύματα και Άσυλα ανιάτων περιμένουν κάποιον Άγγελο, κάποιον Άγιο, τον Ίδιο τον Κύριο να ταράξει τα νερά για να μπουν σ' αυτό το μυστήριο που λέγεται θαυματουργική θεραπεία, που όντως γίνεται κατά καιρούς σε ασθενείς που ο Θεός επιλέγει με τα δικά του κριτήρια, σχεδόν άγνωστα σε μάς.
Πηγη
Count it all joy, my brethren, when ye fall into manifold temptations, knowing that the testing of your faith produces patience. And let patience have its perfect work, that ye may be perfect and entire, lacking nothing. (James 1:2-4)
"By taking one small step at a time, and nobody not thinking that in one big step we are going to get any place, we can walk straight to the Kingdom of Heaven––and there is no reason for any of us to fall away from that ."
Fr. Seraphim Rose

Η αγάπη προς τους φίλους είναι ακριβή. Εγώ μιλώ για την αληθινή, θεία αγάπη. Βοήθησε το φίλο σου για το καλό -και ζήτησε τη βοήθειά του για το καλό- μόνον αυτό μπορεί να από ονομαστεί πραγματική φιλική αγάπη. Επιθυμώ το φίλο όχι για να κολακεύει τις αδυναμίες μου και να σκεπάζει και να δικαιολογεί τα λάθη μου αλλά, αντίθετα, να με διορθώνει στο κακό και να με υποστηρίζει στο καλό. Τέτοια φιλία είναι καθαρτήριο, στο οποίο ο άνθρωπος καθαρίζεται από τις άγριες και χαμηλές συνήθειες και διαθέσεις. Η φιλία είναι πιο απαραίτητη στην ψυχή παρά στο σώμα. Στη θλίψη η σκέψη του φίλου φέρνει ευχάριστη όψη στο πρόσωπο. Στο νεκρικό κρεβάτι η παρουσία του φίλου ομορφαίνει το πρόσωπο του θανάτου. Η φιλία είναι πάντοτε η ζωοδότρα πνοή του αγγέλου που μας παρακολουθεί στη ζωή, που μας σηκώνει όταν πέφτουμε και μας εμπνέει όταν αποδυναμωνόμαστε.
Ανάλογα με το είδος της αγάπης που προσφέρει ένας άνθρωπος στους φίλους του τέτοιους φίλους θα βρει. Ο καθένας έχει το φίλο που του αξίζει. Ανάλογα με την ποιότητα ή το μέγεθος της θυσίας βρίσκονται οι φίλοι. Θα πρέπει να απαρνηθώ οτιδήποτε ευτελές για να μπορέσω να έχω για φίλο εκείνον που το ύψος της ψυχής του μ΄ αρέσει. Και πρέπει να αποβάλω τον εγωισμό αγαπώντας έναν μη εγωιστή φίλο. Και πρέπει να αποβάλω τη θηριωδία αγαπώντας έναν ευγενή φίλο.
Η φιλία είναι σχολείο. Ό,τι είδους είναι η φιλία τέτοιου είδους είναι και το σχολείο. Κάποιον η φιλία τον ανεβάζει στον ουρανό και άλλον τον τραβά στην κόλαση. Φιλίες οι οποίες είναι συνωμοσία ενάντια στο καλό υπάρχουν αρκετές. Τέτοιες φιλίες υπάρχουν πολλές και στο περιβάλλον μας. Φίλοι μπορούν να γίνουν κι εκείνοι που ούτε γνωρίζονται ούτε σέβονται ούτε θυσιάζονται ο ένας για τον άλλον. Φίλοι μπορούν να γίνουν άνθρωποι διαφορετικής ψυχοσύνθεσης για το κέρδος. Φίλοι γίνονται άνθρωποι διαφορετικών αρχών όχι λόγω των αρχών αλλά για τον πλούτο. Λόγω ειδικού καθεστώτος για να πάρουν άδεια εργασίας και λόγω προμηθειών, λόγω πλιάτσικου και κλοπής.
Φίλοι συχνά αποκαλούνται προσωρινά και εκείνοι που στο βάθος της ψυχής τους περιφρονούν ο ένας τον άλλον. Χαμογελούν ο ένας στον άλλον συχνά εκείνοι που με χαμόγελα καταπιέζουν ξεσπάσματα μίσους ο ένας για τον άλλον. Αχ αυτά τα φιλικά χαμόγελα! Συχνά σημαίνουν αυλαία πάνω από την κόλαση. Φίλοι γίνονται συχνά άνθρωποι λόγω δειλίας, συχνά από φόβο του ενός προς τον άλλον, πολλές φορές από ματαιοδοξία, συχνά λόγω του ότι βαριούνται. Αυτή είναι πρόσκαιρη και συμφεροντολογική φιλία -το μεγαλύτερο ζιζάνιο που μεγαλώνει στη γη και η μεγαλύτερη ντροπή των ανθρώπων.
Είναι λοιπόν περίεργο που οι άνθρωποι δεν αγαπούν τους εχθρούς τους, όταν δεν ξέρουν να αγαπούν ούτε τους φίλους τους; Είναι παράξενο να μην μπορεί να διαβάσει βιβλία το παιδί που δεν έμαθε την αλφάβητο; Πώς μπορεί να αγαπήσει ο άνθρωπος τον απόμακρό του, όταν δεν μπορεί να αγαπήσει τον πλησίον του; Πώς μπορεί ο Σέρβος να αγαπήσει τον Γερμανό, όταν ο Σέρβος δεν έμαθε να αγαπά το Σέρβο; Πώς οι μη γνωρίζοντες τον Θεό Ιάπωνες να αγαπήσουν τους χριστιανούς Ρώσους, όταν οι Ρώσοι δεν αγαπούν ο ένας τον άλλο; Ποτέ δε θα υπάρξει αγάπη προς τους εχθρούς, μέχρι να υπάρξει αγάπη ανάμεσα στους φίλους. Και δε θα υπάρξει αγάπη ανάμεσα σε φίλους, μέχρι να οικοδομηθεί επάνω στη γνώση των άλλων, το σεβασμό και τη θυσία.
Όσο η φιλία θα αποτελεί μόνο υπηρέτρια των κατώτερων στόχων, τόσο θα κυβερνά στον κόσμο το κακό.
Η χριστιανική αγάπη κινείται κυκλικά.
Πρώτα έρχεται η αγάπη προς τον εαυτό μας, κατόπιν η αγάπη προς τους φίλους μας, μετά η αγάπη προς τους εχθρούς μας και, τέλος, η αγάπη προς τον Θεό. Ο Χριστός την αγάπη προς τον εαυτό μας την πήρε για μέτρο της αγάπης μας για τους ανθρώπους και για τον Θεό. "Όπως αγαπάς τον εαυτό σου", λέει ο Χριστός, "να αγαπάς και τον πλησίον". Αν οι άνθρωποι είχαν χριστιανική αγάπη προς τον εαυτό τους, γρήγορα θα είχαν και χριστιανική αγάπη προς τους φίλους τους και προς τους εχθρούς τους. Αλλά αυτή η βασική αγάπη των ανθρώπων -η αγάπη προς τον εαυτό μας- ακόμα πλειοψηφεί ως ζωώδης, εγωιστική, αδηφάγα, ακάθαρτη, οπότε και κάθε άλλη αγάπη, βασιζόμενη σε τέτοια αγάπη είναι ομοίως τέτοια.
Όμως, θα έρθει μια καλύτερη εποχή, κατά την οποία οι άνθρωποι θα αγαπιούνται περισσότερο με το πνεύμα και την αλήθεια, και λόγω του πνεύματος και της αλήθειας, και θα έχουν αληθινή αγάπη τόση όση είναι σήμερα η ψευδής αγάπη.
Θα έρθει εποχή κατά την οποία ο φίλος για τον φίλο θα είναι ιερέας και εξομολόγος, και όχι συνεργάτης στην συγκέντρωση πλούτου και την απόλαυση αυτού του κόσμου.
Θα έρθει εποχή κατά την οποία ο φίλος θα είναι για τον φίλο παρηγορητής και γιατρός, και όχι αποπλανητής και εξολοθρευτής της ψυχής.
Όταν έρθει αυτή η εποχή, τότε θα αρχίσει η αγάπη ανάμεσα στους ανθρώπους. Μα όσο μακριά και αν είναι αυτή η εποχή, βρίσκεται καθ΄οδόν και θα έρθει.
Η αγάπη με την οποία σήμερα οι άνθρωποι αγαπιούνται οδηγεί στην αυτοκτονία. Αλλά όταν έρθει εκείνη η εποχή θα φέρει μαζί της και την αγάπη η οποία θα καθοδηγεί προς τη ζωή.
Ακόμα δεν ήρθε η εποχή της αγάπης προς τους εχθρούς, αφού ακόμα δεν πληρούμε την εντολή για την αγάπη προς τους φίλους.
Αλλά θα εκπληρωθεί και η μια και η άλλη εντολή, γιατί δεν προέρχονται από τον άνθρωπο αλλά από τον Θεό. Και η θεϊκή εντολή δεν μπορεί να μείνει ανεκπλήρωτη. Δεν μπορώ, εγώ, αδελφοί μου, να σας παρακινήσω με τους αδύναμους λόγους μου, ώστε να εκπληρώσετε τις θεϊκές εντολές περί αγάπης. Όμως, θα σας κινήσει σε αυτό ο Θεός, ο οποίος κινεί τους ήλιους. Δεν μπορώ να σας δώσω ούτε τη δύναμη για τη γνώση ούτε τη δύναμη για το σεβασμό ούτε τη δύναμη για τη θυσία. Αυτή η δύναμη θα σας τη δώσει Εκείνος που έχει την παντοδυναμίας στα χέρια Του και που κινεί τα σύννεφα με τις σκέψεις. Ο λόγος περί Θεού θα καταστεφόταν αν εξαρτιόταν από τους λόγους μου και από τις δικές σας συνήθειες. Αλλά ο λόγος περί Θεού, ανεξάρτητα απ΄ όλους εμάς θα πετύχει και θα νικήσει. Εκείνος του οποίου τα χρόνια δεν έχουν αριθμό και η οντότητά του δεν έχει τέλος δεν μπορεί να αφήσει το επίγειο σπίτι του στις διαθέσεις μας, στα αδύναμα δημιουργήματά του, των οποίων η αρχή και το τέλος σχεδόν συναντιούνται σ΄ένα σημείο και των οποίων η οντότητα είναι μια κουκκίδα. Δεν είναι ο άνθρωπος αλλά ο Θεός φερέγγυος και πιστός εγγυητής της βασιλείας της αγάπης στη γη. Ο Θεός μας είναι εγγυητής ότι ο ήλιος δε θα σβήσει πριν να δει τα τέκνα Του επί της γης να μοιάζουν στον επουράνιο Πατέρα τους. Κοίτα, σε λίγο καιρό θα σβήσει για μας ο ήλιος: Σκεπασμένοι από το μαύρο πέπλο του θανάτου, θα μείνουμε κρυμμένοι από τον ήλιο. Αλλά γιατί να μη μας δει ο ήλιος, όσο ζούμε, σαν τέκνα που μοιάζουν στον επουράνιο Πατέρα τους; Ας υποσχεθούμε ότι θα δώσουμε τέτοια ευχαρίστηση στον ήλιο και πόσο μεγαλύτερη ευχαρίστηση σ΄εμάς και τους φίλους μας! Ας είναι αρωγός μας σ΄αυτό ο επουράνιος Πατέρας μας, και τώρα και στους αιώνες.
Απόσπασμα από το βιβλίο "Αργά βαδίζει ο Χριστός"
Αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς
Like doctors, when treating various physical ailments, do not prescribe one medicine to everyone, so does God, in treating our spiritual ailments, apply more than one suitable type of ministration. But He does cure every soul with medicines that are specifically beneficial to it. Let us thank Him for curing us, even though the medicine did inflict suffering upon us.
Saint Maxim the Confessor

Η μοναχή Αγνή μας είπε: «Το 2007 είχε έρθει στο μοναστήρι ένα αγόρι μόλις δεκαπέντε ετών, το οποίο βρισκόταν ένα βήμα πριν από το τέλος.
Ήταν από την Κύπρο και πάλευε από τα πρώτα βήματά του στη ζωή με τον καρκίνο.
Ο πατέρας του είχε πεθάνει και η μητέρα του προσπαθούσε να σταθεί δυνατή τόσο για τον ίδιο όσο και για τον μικρότερο αδελφό του, τον Βασίλη. Το παιδί είχε κάνει είκοσι τρεις χειρουργικές επεμβάσεις, αλλά δεν είχε γίνει τίποτε.
Η κατάστασή του χειροτέρευε και έτσι οι γιατροί μεγάλου νοσοκομείου της Αθήνας είπαν στη μητέρα του ότι έπρεπε να χειρουργηθεί για ακόμη μία φορά. Δεν ήξεραν όμως αν μπορούσε να επιβιώσει από την εγχείριση, καθώς ήταν ήδη παράλυτο.
Η μητέρα του μία ημέρα πριν ταξιδέψει για Αθήνα, είδε στον ύπνο της την Παναγιά να της λέει: «μη στενοχωριέσαι. Είμαι η Παναγιά η Μαλεβή. Έλα στο σπίτι μου και ο Ανδρέας θα γίνει καλά».
Η γυναίκα μόλις ξύπνησε ρώτησε τη μάνα της ποια είναι η Παναγιά η Μαλεβή, καθώς δεν τη γνώριζε. Οι γυναίκες ρώτησαν και έμαθαν ότι βρίσκεται στην Ελλάδα και συγκεκριμένα στην Κυνουρία. Έτσι, με το που έφτασε η μητέρα με το παιδί στο αεροδρόμιο, ναύλωσε ταξί και ήρθε εδώ στη μονή».
Σύμφωνα με τη μοναχή αλλά και με κατοίκους του χωριού οι μοναχές και ο ταξιτζής βοήθησαν τη μητέρα να βάλει το παιδί στο αναπηρικό καροτσάκι και έπειτα το μετέφεραν στο εσωτερικό της εκκλησίας για να προσκυνήσει την εικόνα. Και μόλις τη φίλησε, η Παναγιά τον γέμισε με δύναμη. Το παιδί, όπως είπε, ένιωσε κάτι περίεργο να διαπερνά το κορμί του και έπειτα φώναξε «αφήστε με να περπατήσω». Η μητέρα του και όλοι όσοι βρίσκονταν δίπλα του πάγωσαν. Όλοι έκλαιγαν και ο Ανδρέας σηκώθηκε, περπάτησε και άρχισε να τρέχει.
Η μοναχή Αγνή προσθέτει: «Είμαι σαράντα χρόνια στο μοναστήρι και ομολογώ ότι εκείνη τη στιγμή ένιωσα την παρουσία της Παναγιάς τόσο έντονα… Ανατρίχιασα. Ο Ανδρέας έφυγε όρθιος και μας άφησε το καροτσάκι του εδώ γιατί, όπως μας είπε, δεν το χρειαζόταν άλλο». Γιατροί που εξέτασαν τον μικρό μετά την επίσκεψή του στην Παναγιά τη Μαλεβή δεν μπορούσαν να πιστέψουν πώς αυτό το παιδί περπατούσε και δη πώς ζούσε ακόμη.
Οι εξετάσεις του ακόμη και σήμερα δείχνουν τον καρκίνο στο μεγαλύτερο μέρος του σώματός του, αλλά το παιδί είναι καλά. Από τότε ο Ανδρέας και η μητέρα του επισκέπτονται μία φορά τον χρόνο το μοναστήρι και ευχαριστούν την Παναγιά.
That ugly and omnipresent thorn called worry! Since it’s a chronic, recurrent condition, it’s been called the “Worry Disease.” I think worry must be Satan’s best weapon against man. Our minds are incessantly preoccupied with our daily cares. During peace-filled, “quiet time” moments of prayer and reflection we confidently profess our faith to God and feel His peace. Yet, this is so often immediately forgotten, preempted by the next worrisome preoccupation. At time, it’s maddening! Too often our “old nature” chooses to worry rather than to trust God. Worry is a sin because we aren’t taking God at his Word.
Virtually everyone is stressed out today. We fear various problems and what they may do to us. For example, I have worked in pharmaceutical marketing and medical communications for 30+ years and have witnessed incredible changes in the healthcare landscape. I laugh out loud when I remember how in the past I used to complain about various working conditions. However, they were minimal compared to today’s constant stream of pressures. Now there are insecurities about the marketplace, the unrelenting ferocity of managed care, stressed-out clients willing to change their ad agency “on a whim,” and the constant barrage of economic and socio-political uncertainties. It seems every industry, both private and government, is beleaguered by economic crises today.
I guess crying in my beard (?) is both selfish and narrow-minded. Whether we live or have lived in affluence or in abject poverty, we will always have fears and anxieties. Let’s face it; we live in a fallen world. We have to deal with it, and there’s only one way do that: constantly pause and know that God is in control.
When I’m having dark days and am beset by challenges of all sorts, I put my distress in God’s hands and really trust, really believe. He always delivers, and the more I trust, the less my discomfort, and the better the outcome.
Besides entreating the Lord, I must also thank Him. Since the human race is innately selfish, our conversation with God is often a big, one-sided “all about me.” But when we balance our requests with heartfelt thanksgiving, i.e., when it becomes an integral part of our lives, giving thanks can only diminish our despair and contribute to inner peace and real joy. It’s so easy to avow faith and to rationalize it. But faith in action, which means practicing our faith day by day, moment by moment, is the hard part.
Let’s face it. Every day is a life challenge to varying degrees. The storms we face-personal, social, work-related, spiritual, or financial-will always be there. In order to put things into the proper perspective, there are several actions we can take:
1. Start every day with a thanksgiving prayer. One of my favorites was written by Fr. Thomas Hopko:
We praise You, Lord Jesus for showing us how to live day by day without fear, serving obediently, always entrusting our lives into Your care. And we thank you Lord Jesus for showing us how to die, how to gain the victory, how to attain the crown of life by commending our souls into the Father’s hands.
2. Repeat the Jesus Prayer (“Lord Jesus Christ, Son of God, have mercy on me a sinner”) for focus.
3. Recite short Bible verses. These can also help to assuage the anxieties of life whenever those inevitable afflictions rear their ugly heads. Meaningful verses like the following can really lift the weight of our woes:
Be anxious for nothing, but in everything, by prayer and supplication, with thanksgiving, let your requests be made known to God; and the peace of God which surpasses all understanding, will guard your hearts and minds in Christ Jesus (Philippians 4:6-7).
Be still and know that I am God (Psalms 46:10).
Trust in the Lord with all your heart. Lean not upon your own understanding (Proverbs 3:5).
There is no formula, no antibiotic, no magic elixir for eradicating worry and fear. It’s a matter of developing childlike faith, a conscious effort to trust in God. If and when He is willing, that burden will become lighter as we grow in His wisdom and grace.
Bottom line: There can be peace in our hearts only when we turn to the One, True Source of peace, Jesus Christ. As He affirmed, “[My] peace I leave with you, My peace I give to you; not as the world gives, do I give you. Let not your heart be troubled, neither let it be afraid” (John 14:27).
Every day requires a reaffirmation of faith. If we seek God and His values, God will provide for us in wonderful ways we can never imagine. To know the pardon, joy, peace and power that come through Christ, we must personally receive Him by faith. And if our hearts are to change, our faith must be real.
Sources:
http://www.pravmir.com
http://tokandylaki.blogspot.ca/2014/06/turning-fear-into-faith.html
Πόσο επιπόλαιος είναι ο άνθρωπος εκείνος, που βλέπει το σπίτι του ετοιμόρροπο και, αντί να το επισκευάσει και να το στηρίξει, περιποιείται την αυλή του!
Πόσο ασύνετος είναι κι εκείνος που έχει το σώμα του άρρωστο και, αντί να φροντίσει για τη θεραπεία του, κάθεται και του φτιάχνει πολυτελή ενδύματα!
Κάτι τέτοιο κάνουμε κι εμείς με την ψυχή μας. Ενώ έχει εξαχρειωθεί από τα πάθη, ενώ βασανίζεται από την οργή, την κενοδοξία, τις αισχρές επιθυμίες και τόσες άλλες κακίες, δεν φροντίζουμε για τη θεραπεία της. Αλλά για τι φροντίζουμε; Για την καλοπέραση και το στολισμό του σώματος.
Αν μία αρκούδα ξεφύγει από το θηριοτροφείο και αρχίσει να γυρίζει ελεύθερη στην πόλη, θα κλειστούμε στα σπίτια μας, για να μην πέσουμε πάνω σ’ αυτό το θηρίο, που θα μας σπαράξει με τα νύχια του. Και τώρα, που η ψυχή μας σπαράζεται όχι από ένα μόνο θηρίο, μα από πολλά, ούτε που μας νοιάζει.
Τα θηρία, για την ασφάλεια των πολιτών, τα κλείνουμε σε σιδερένια κλουβιά και τα φυλάμε σε μέρη απόκεντρα, μακριά από τη Βουλή, το Δικαστήριο ή το Παλάτι. Στην ψυχή μας, όμως, όπου υπάρχουν κάποια άλλη βουλή, κάποιο άλλο δικαστήριο και κάποιο άλλο παλάτι, αφήνουμε τα νοητά θηρία των παθών ν’ ανεβαίνουν ως τον βασιλικό θρόνο, δηλαδή το νου, και να τον αναστατώνουν με τις κραυγές τους.
Τα πάθη είναι οι αιτίες της ταραχής στον εσωτερικό μας κόσμο. Τα πάθη κάνουν την ψυχή μας να μοιάζει με πόλη που αντιμετωπίζει βαρβαρική επιδρομή. Τα πάθη φέρνουν στο νου και στους λογισμού μας σύγχυση, όπως συμβαίνει όταν ένα φίδι μπαίνει σε φωλιά με νεογέννητα πουλάκια, και αυτά πεταρίζουν εδώ και εκεί τιτιβίζοντας με τρόμο.
Γι’ αυτό σας παρακαλώ, ας δέσουμε τα θηρία ή μάλλον ας τα πνίξουμε, ας τα σφάξουμε, ας τα θανατώσουμε. Κάθε κακία που βρίσκεται μέσα μας, ας την εξοντώσουμε με την μάχαιρα του Πνεύματος .
Τα θηρία, όταν είναι καλοθρεμμένα και δυνατά, δεν μπορούν να νικηθούν. Όταν όμως πεινάσουν και αδυνατίσουν, καταπεφτει η αγριάδα τους και μειώνεται η δύναμή τους. Τότε μπορεί να τα βάλει κανείς μαζί τους και να τα εξουδετερώσει εύκολα. Το ίδιο συμβαίνει και με τα πάθη. Όποιος τα αδυνατίζει, τα υποτάσσει στο λογικό. Όποιος, απεναντίας, τα καλοτρέφει, δύσκολα μπορεί να τα βάλει μαζί τους. Έτσι φτάνει να νικιέται απ” αυτά και να καταντάει δούλος τους.
Άγιος Ιωάννης Χρυσόστομος
Those who withdraw themselves from Christ are deprived of divine enlightenment, for like fools they forsake sun-drenched places so as to retire to the shade. Hence, it is natural for them to be cold and fall spiritually ill.
God has endowed us all with gifts, but not all of us utilize them for the salvation of our souls and the salvation of our fellow men. Instead, most of us, most of the time, use them to the detriment of others and ourselves.
St. Paisios
Ὁ φοβερός κατακλυσμός τῆς ἁμαρτίας ἀπειλεῖ νά καταποντίση ὅλους, λαϊκούς καί κληρικούς, πλούσιους καί πτωχούς, μεγάλους καί μικρούς, ἄνδρες καί γυναῖκες, γέροντες, νέους καί νήπια, ἐπειδή ὅλοι σχεδόν ἔχουμε ξεκλίνει. Ὅσοι δέ ἔχουν ἐκκλίνει ἀπό τίς ἐντολές τοῦ Κυρίου, προσπαθοῦν οἱ ἀσεβεῖς, μέ πολλούς τρόπους, νά ἀποπλανήσουν, γιά νά τούς καταστήσουν συνοδοιπόρους στόν δρόμο τῆς ἀπωλείας.
Γέροντος Φιλοθέου Ζερβάκου
Η νηστεία μεν λοιπόν είναι ωφέλιμη για όλο τον χρόνο, για αυτούς που την προτιμούν (διότι ούτε η δαιμονική επήρεια δεν αποθρασύνεται κατά του νηστευτή, και οι φύλακες της ζωής μας άγγελοι με περισσότερη προθυμία παραμένουν στους καθαρισμένους στην ψυχή από τη νηστεία) πολύ δε περισσότερο τώρα, όποτε σε όλη την οικουμένη διαδίδεται το κήρυγμα.
Και ούτε κάποιο νησί, ούτε ήπειρος, ούτε πόλη, ούτε έθνος, ούτε άκρη της γης, υπάρχει που να μην ακούεται το κήρυγμα. Αλλά και τα στρατόπεδα και οι οδοιπόροι και oι ναύτες και οι έμποροι, όλοι ομοίως και ακούουν την διδασκαλία και με χαρά την υποδέχονται. Ώστε κανείς να μην εξαιρέσει τον εαυτό του από τον κατάλογο των νηστευτών, σ' αυτόν συμπεριλαμβάνονται όλα τα γένη και κάθε ηλικία και όλες οι διαφορές των αξιωμάτων.
Άγγελοι είναι που απογράφουν σε κάθε εκκλησία τους νηστευτές. Πρόσεχε μη στερηθείς για την μικρή ηδονή των φαγητών την απογραφή του αγγέλου, υπόδικο δε κάνεις τον εαυτό σου στο στρατολόγο, για δίκη επί λιποταξία. Μικρότερος είναι ο κίνδυνος κάποιου που πέταξε την ασπίδα στην μάχη να τιμωρηθεί παρά να φανεί ότι απορρίπτει το μεγάλο όπλο της νηστείας. Είσαι πλούσιος; Μην βρίζεις τη νηστεία, απαξιώνοντας να την κάνεις ομοτράπεζο μήτε να την αποπέμψεις από το σπίτι σου ατιμασμένη από την ηδονή, για να μην σε καταγγείλει κάποτε στο νομοθέτη των νηστειών και σου επιφέρει πολλαπλάσια την στέρηση από καταδίκη, η σωματική αρρώστια, ή κάποια άλλη δυσχερή περίσταση. O φτωχός να μην ειρωνεύεται τη νηστεία, διότι από πολύ παλαιά την έχει συγκάτοικο και ομοτράπεζο. Στις γυναίκες δε όπως η αναπνοή, έτσι και η νηστεία είναι οικεία και φυσιολογική. Τα παιδιά, όπως τα θαλερά από τα φυτά, με το νερό της νηστείας ας ποτίζονται. Στους μεγαλύτερους ελαφρώνει τον κόπο η παλαιά οικείωση με αυτή διότι οι κόποι που έχουν εμπεδωθεί κατόπιν μακράς συνηθείας, δεν προκαλούν τόσον πόνο στους γυμνασμένους. Στους οδοιπόρους η νηστεία είναι καλός συνταξιδιώτης. Διότι όπως ακριβώς η τρυφή τους αναγκάζει να σηκώνουν βάρη, κουβαλώντας μαζί τους τις απολαύσεις, έτσι η νηστεία τους κάνει ελαφρούς και ευκίνητους. Έπειτα, όταν αναγγελθεί εκστρατεία έξω από τα όρια της χώρας, τα αναγκαία, όχι εκείνα που είναι για τέρψη, προμηθεύονται οι στρατιώτες εμείς δε που εξερχόμαστε στον πόλεμο κατά των αοράτων εχθρών και μετά τη νίκη αυτών τρέχουμε προς την ουράνιο πατρίδα, δεν θα αρμόζει πολύ περισσότερο, σαν να τρεφόμαστε σε στρατόπεδο, να αρκούμαστε σ' αυτά τα αναγκαία; Να αθλείσαι σαν καλός στρατιώτης του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού.
3. Κακοπάθησε σαν καλός στρατιώτης και άθλησε νόμιμα, για να στεφανωθείς, γνωρίζοντας εκείνο, ότι κάθε αγωνιζόμενος, πάντοτε εγκρατεύεται (Β΄ Τιμοθ. 2, 3-5‡ Α΄ Κορινθ. 9, 25). Αυτό που ήλθε στο νου μου τώρα που μιλώ, αξίζει να μην το παραβλέψουμε ότι δηλαδή στους κοσμικούς μας στρατιώτες ανάλογα με τους κόπους αυξάνεται το συσσίτιο, στους πνευματικούς δε οπλίτες, αυτός που έχει την λιγότερη τροφή έχει το μεγαλύτερο αξίωμα. Διότι όπως η περικεφαλαία μας διαφέρει κατά την φύση προς την φθαρτή, διότι η ύλη αυτής είναι ο χαλκός, η δε άλλη έχει συσταθεί από την ελπίδα της σωτηρίας (Α΄ Θέσσ. 5, 8) και η ασπίδα σ΄ εκείνους μεν έχει κατασκευασθεί από ξύλο και δέρμα, σε μας δε είναι το δόρυ της πίστεως, και εμείς μεν έχουμε περιφραχθεί με τον θώρακα της δικαιοσύνης, εκείνοι δε περιτυλίγουν κάποιον αλυσιδωτό χιτώνα, και για μας μεν μάχαιρα προς την άμυνα είναι αυτή του αγίου Πνεύματος (Εφεσ. 6, 16-17), οι δε προβάλλουν την σιδερένια, έτσι είναι φανερό ότι οι ίδιες τροφές δεν δυναμώνουν και τους δυο‡ αλλ' εμάς μεν τα δόγματα της ευσεβείας μας δυναμώνουν, σ' εκείνους δε το γέμισμα της κοιλιάς είναι αναγκαίο. Επειδή λοιπόν ο χρόνος που γυρίζει μας έφερε τις πολυπόθητες αυτές ημέρες, σαν παλαιές τροφούς, χαρούμενoι ας τις υποδεχθούμε‡ με αυτές η Εκκλησία μας ανέθρεψε στην ευσέβεια. Προκειμένου λοιπόν να νηστεύσεις μη σκυθρωπάσεις φαρισαϊκώς, αλλ' ευαγγελικώς λάμπρυνε τον εαυτό σου (Ματθ. 6, 16- 17)‡ δηλαδή να μην πενθείς για την στέρηση της κοιλιάς, αλλά να χαίρεσαι ολόψυχα τις πνευματικές απολαύσεις. Διότι γνωρίζεις ότι «η σάρκα επιθυμεί εναντίον του πνεύματος, το δε πνεύμα εναντίον της σάρκας» (Γάλ. 5, 17). Επειδή λοιπόν αυτά αντιτίθενται μεταξύ τους, ας μειώσουμε την αδυναμία της σάρκας, ας αυξήσουμε δε την δύναμη των ψυχών, ώστε με τη νηστεία αφού λάβουμε τα νικητήρια κατά των παθών, να φορέσουμε και τα στεφάνια της εγκράτειας. Η νηστεία χωρίς οινοποσία, χωρίς μέθη. Γι' αυτό στις ημέρες της νηστείας δεν επιτρέπεται η κατάλυση «oίνoυ και ελαίου». Διότι η νηστεία με κρασί, είναι νηστεία κίβδηλος.
Μέγας Βασίλειος
http://agiameteora.net/index.php/paterika/4422-ggeloi-e-nai-poy-pografoun-se-kathe-kklisia-toys-nisteftes.html
‘’Διήλθομεν δια πυρός και ύδατος...’’ Ψαλμ. 65, 12.
Γέροντα, το σταυρουδάκι που μου δώσατε το φορώ συνέχεια και με βοηθάει στις δυσκολίες.
- Να, τέτοια σταυρουδάκια είναι οι δικοί μας σταυροί, σαν αυτά που κρεμούμε στον λαιμό μας και μας προστατεύουν στην ζωή μας. Τι νομίζεις, έχουμε μεγάλο σταυρό εμείς;
Μόνον ο Σταυρός του Χριστού μας ήταν πολύ βαρύς, γιατί ο Χριστός από αγάπη προς εμάς τους ανθρώπους δεν θέλησε να χρησιμοποιήση για τον εαυτό Του την θεϊκή Του δύναμη. Και στην συνέχεια σηκώνει το βάρος των σταυρών όλου του κόσμου και μας ελαφρώνει από τους πόνους των δοκιμασιών με την θεία Του βοήθεια και με την γλυκειά Του παρηγοριά.
Ο Καλός Θεός οικονομάει για τον κάθε άνθρωπο έναν σταυρό ανάλογο με την αντοχή του, όχι για να βασανιστή, αλλά για να ανεβή από τον σταυρό στον Ουρανό – γιατί στην ουσία ο σταυρός είναι σκάλα προς τον Ουρανό. Αν καταλάβουμε τι θησαυρό αποταμιεύουμε από τον πόνο των δοκιμασιών, δεν θα γογγύζουμε, αλλά θα δοξολογούμε τον Θεό σηκώνοντας το σταυρουδάκι που μας χάρισε, οπότε και σε τούτη την ζωή θα χαιρώμαστε, και στην άλλη θα έχουμε να λάβουμε και σύνταξη και «εφάπαξ». Ο Θεός μας έχει εξασφαλισμένα κτήματα εκεί στον Ουρανό. Όταν όμως ζητούμε να μας απαλλάξη από μια δοκιμασία, δίνει αυτά τα κτήματα σε άλλους και τα χάνουμε. Ενώ, αν κάνουμε υπομονή, θα μας δώση και τόκο.
Είναι μακάριος αυτός που βασανίζεται εδώ, γιατί, όσο πιο πολύ παιδεύεται σ’ αυτήν την ζωή, τόσο περισσότερο βοηθιέται για την άλλη, επειδή εξοφλά αμαρτίες. Οι σταυροί των δοκιμασιών είναι ανώτεροι από τα «τάλαντα», από τα χαρίσματα, που μας δίνει ο Θεός. Είναι μακάριος εκείνος που έχει όχι έναν σταυρό αλλά πέντε. Μια ταλαιπωρία ή ένας θάνατος μαρτυρικός είναι και καθαρός μισθός. Γι’ αυτό σε κάθε δοκιμασία να λέμε: «Σ’ ευχαριστώ, Θεέ μου, γιατί αυτό χρειαζόταν για την σωτηρία μου».
ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ
ΛΟΓΟΙ Δ΄
ΟΙ ΔΟΚΙΜΑΣΙΕΣ ΣΤΗΝ ΖΩΗ ΜΑΣ
A saintly hermit told the brothers the following story:
One day, as I was sitting in the desert, I began to feel worried and sad. A thought came to me: “Get up and go for a walk in the desert”. So I walked and came to a water-course and gazing into the distance in the moonlight- night had fallen already- I saw something hirsute sitting on a rock. At first I thought it was a lion and stopped walking in that direction. But then I thought it over and realized that, even if it were a lion, I shouldn’t be afraid, but rather should take courage and believe in the grace of Christ. So I started off again, heading towards the rock. Near the rock there was a small hole. No sooner did the figure see me approaching in the distance than it sprang up and disappeared into the cave.
When I got to the rock, I found a basket with some beans and a pitcher full of water, so I realized that the figure must have been a person, rather than a lion. So I went up to the opening of the cave and shouted: “Servant of God, please, do me a favour and come out and bless me”. No answer. I insisted that whoever it was should come out and give me a blessing, but the reply came: “Forgive me, Elder, but I can’t come out”. When I asked why, I received the answer: “Forgive me, but I’m a woman and quite naked”. When I heard this, I immediately took off the cloak I was wearing, wrapped it up and threw it into the cave. “Take this clothing, put it on and come out, please”. She did so. As soon as she came out, we said the usual prayer and sat down. Then I implored her: “Do me the favour, mother Elder, of telling me how you came to this place, how you spend your time here and how you found this cave”.
Then she began to tell me her life story:
“I was a ‘canonical’, she said [that is a woman dedicated to the Church but not tonsured as a nun], ‘and had dedicated my life to the church of the Resurrection of Christ. But where I used to perform this duty, there was a monk, who had his cell near the gate. This monk started to become familiar and seemed very pleased to be in my company or to speak with me. On one occasion I overheard him weeping and confessing this sinful inclination to God. I knocked on the door, and, when he realized it was me, he didn’t open it. Instead, he continued weeping and confessing to God. When I saw this, I said to myself: ‘Here’s this man repenting his own sin, but I’m unrepentant. He’s repenting and bewailing his transgression, so how can I remain like this, without the attire of mourning within me’.
So I immediately took the decision. I went back to my cell, put on an old and worn piece of clothing, filled my basket with beans and my jar with water. I went into the church of the Resurrection and made a prayer: ‘You, Lord, Who are our great and wonderful God, you Who came to earth to save the lost and raise the fallen, You who hearken to all those who sincerely ask Your assistance, show Your compassion and mercy to me, too, sinner that I am. And if it’s your good pleasure to accept my return and the repentance of my soul, bless these beans and this water, so that they’ll suffice for all the years of my life, so that I won’t be distracted- with the excuse of seeing to the needs of the flesh and the body- from continuous worship’.
Then I went to Golgotha and made the same prayer. I embraced the holy rock and the sacred vessels and again called upon the holy name of God. Then, in total secrecy, I left and, with complete confidence, gave myself into the hands of God. I went down to Jerusalem, crossed the Jordan and took the road that led to the bank of the Dead Sea. I’d never seen the sea-level so high. So I went up into the mountains and wandered in the desert until I came to this water-course. I climbed up onto the rock and found this cave. Since then I’ve come to love this place very much. I like to think that God gave it to me so that I could truly repent. I’ve lived here for thirty years and have never set eyes on another person, apart from you today.
And the beans in my basket and the water in my jar have never run out to this day, even though I’ve eaten and drunk as much as necessary. Of course, as time passed, my first clothes wore out and fell to pieces, but as my hair grew and got longer, I covered myself with it as if it were clothing. And so, by the grace of Christ, neither the cold nor the heat, even the furnace of the summer, do me any harm’.
She finished her story here and invited to me to eat some of the beans she had in her basket, because she’d been told “from the outside”, that I was very hungry. We ate and drank until I was full. But I saw that both the basket and the pitcher were still full, so I gave glory to God.
When it was time for me to go, I wanted to leave her my outer raso [habit], but she wouldn’t take it and said: “Bring me new clothes when you next come”.
I was filled with joy when she said this and begged her to wait for me and to welcome me again. We prayed again, I bade her farewell and left, imprinting the location on my mind so that I’d be sure to find it next time I came. I left and went to the church in the neighbouring village and told the priest what I’d seen and heard. He gathered the faithful and in a speech he made to them said: “Not far from our church, there are some saintly hermits whose clothes have fallen apart and they’re going about the desert completely naked. Anyone who’s got clothes to spare, bring them here and we’ll hand them out”.
Immediately, the Christians brought in a good many clothes. I took what I needed and, full of joy, started out again, hoping to see once more the blessed face of this spiritual mother, in the cave. I went back to the place, and tired myself out looking, but I couldn’t find the cave. When eventually I did find it, the God-bearing woman wasn’t there any more, and that upset me.
I went away, saddened. A few days later, some hermits came to visit me and two of them said: “We two were wandering around the desert on the other side of the sea when we suddenly saw, at night, sitting on a rock, a hermit with long hair. When we quickened our steps to meet up with him and take his blessing, he avoided us and went into the entrance of a nearby cave. We wanted to go in ourselves, but as we approached the doorway, a voice came from out of the depths of the cave, saying: ‘Servants of God, please don’t disturb me. On the rock next to you there’s a basket of beans and a pitcher of water. If you want, you can eat and drink’.
The voice gave us its blessing and we went to the rock as we’d been told to do. There on the rock were the basket of beans and the jar of water. We ate and drank and rested for the remainder of the night.
When we woke up in the morning we went to get the blessing of the cave-dwelling hermit, but saw that the person had already fallen asleep in the Lord. We wanted to prepare him for burial, but realized that it was a woman, covered with her own very long hair. We blessed ourselves with her holy relics and rolled a large rock across the entrance to the cave. Once we’d prayed, we started out on the road back”.
I then realized that it was the same ‘canonical’ who had lived as a hermit and had become a holy mother. So I told them what I had heard from her mouth and, all together we glorified God, to Whom, indeed, glory is due unto the ages of ages. Amen.
P.V. Paskhos, Αγγελοτόκος έρημος, Armos Publications, pp. 137-42.
http://tokandylaki.blogspot.ca/2014/02/the-woman-who-dwelt-in-cave.html
Δια της ευχής “Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με” θα κερδίσεις το παν. Δια της ευχής καθαρίζεται ο άνθρωπος, λαμπρύνεται, αγιάζεται. Η ευχή είναι το σωσίβιο της ψυχής και του σώματος. Η ευχή είναι η βάση της τελειότητας. Θα λεπτυνθείτε και θα πετάτε με την ευχή. Δεν υπάρχει άλλος τρόπος σωτηρίας, καθαρισμού και αγιασμού από την νοερά προσευχή. Αυτή γέμισε τον παράδεισο από άγιους ανθρώπους.
Γέροντας Αμφιλόχιος
Ο άνθρωπος έχει τέτοιες δυνάμεις, ώστε να μπορεί να μεταδώσει το καλό ή το κακό στο περιβάλλον του. Αυτά τα θέματα είναι πολύ λεπτά. Χρειάζεται μεγάλη προσοχή.
Πρέπει να βλέπομε το καθετί με αγαθό τρόπο. Τίποτα το κακό να μη σκεπτόμαστε για τους άλλους. Κι ένα βλέμμα κι ένας στεναγμός επιδρά στους συνανθρώπους μας.
Και η ελάχιστη αγανάκτηση κάνει κακό. Να έχομε μέσα στην ψυχή μας αγαθότητα κι αγάπη αυτά να μεταδίδομε.
Να προσέχομε να μην αγανακτούμε για τους ανθρώπους που μας βλάπτουν· μόνο να προσευχόμαστε γι’ αυτούς με αγάπη. Ό,τι κι αν κάνει ο συνάνθρωπος μας, ποτέ να μη σκεπτόμαστε κακό γι’ αυτόν. Πάντοτε να ευχόμαστε αγαπητικά. Πάντοτε να σκεπτόμαστε το καλό.
Δεν πρέπει ποτέ να σκεπτόμαστε για τον άλλο ότι θα του δώσει ο Θεός κάποιο κακό ή ότι θα τον τιμωρήσει για το αμάρτημά του. Αυτός ο λογισμός φέρνει πολύ μεγάλο κακό, χωρίς εμείς να το αντιλαμβανόμαστε.
Πολλές φορές αγανακτούμε και λέμε στον άλλο: «Δεν φοβάσαι τη δικαιοσύνη του Θεού, δεν φοβάσαι μη σε τιμωρήσει;».
Άλλη φορά πάλι λέμε: «Ο Θεός δεν μπορεί θα σε τιμωρήσει γι’ αυτό που έκανες» ή «Θεέ μου, μην κάνεις κακό σ’ αυτόν τον άνθρωπο γι’ αυτό που μου έκανε» ή «Να μην πάθει αυτό το πράγμα ο τάδε».
Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις, έχομε βαθιά μέσα μας την επιθυμία να τιμωρηθεί ο άλλος. Αντί, όμως να ομολογήσομε το θυμό μας για το σφάλμα του, παρουσιάζομε με άλλον τρόπο την αγανάκτησή μας και, δήθεν, παρακαλούμε τον Θεό γι’ αυτόν. Έτσι, όμως, στην πραγματικότητα καταριόμαστε τον αδελφό.
Κι αν, αντί να προσευχόμαστε, λέμε, «να το βρεις απ’ τον Θεό, να σε πληρώσει ο Θεός για το κακό που μου έκανες», και τότε πάλι ευχόμαστε να τον τιμωρήσει ο Θεός.
Ακόμη και όταν λέμε, «ας είναι βλέπει ο Θεός», η διάθεση της ψυχής μας ενεργεί κατά ένα μυστηριώδη τρόπο, επηρεάζει την ψυχή του συνανθρώπου μας και αυτός παθαίνει κακό.
Καταλάβατε, λοιπόν πώς οι κακές μας σκέψεις, η κακή μας διάθεση επηρεάζουν τους άλλους; Γι’ αυτό πρέπει να βρούμε και τον τρόπο να καθαρίσομε το βάθος του εαυτού μας από κάθε κακία. Όταν η ψυχή μας είναι αγιασμένη, ακτινοβολεί το καλό. Στέλνομε τότε σιωπηλά την αγάπη μας χωρίς να λέμε λόγια.
Ο Χριστός ποτέ δεν θέλει το κακό. Αντίθετα παραγγέλλει: «Ευλογείτε τους καταρωμένους υμάς…».
Όσιος Πορφύριος ο Καυσοκαλυβίτης
http://agiameteora.net
Advice to a new bride (by Saint Gregory of Nazianzus “the Theologian” – 391 AD)
My daughter,
For your wedding, I, your spiritual father Gregory, offer you this poem as a gift. And I consider it to be the best possible advice a father could offer to his beloved daughter.
Listen to me Olymbiada : I know that you desire to be a true Christian. As such, be aware that a true Christian must not only be one but she must also appear accordingly. This is why I ask you to pay special attention towards your personal appearance. You must be simple! Gold, attached to precious stones, does not add any value to women of your stature. This is even more so with make-up. It is very improper for you to alter your face, which represents an image of God, for the sole purpose of attraction and admiration by others. Know that this constitutes vanity that is unbecoming of a young lady of your character. I therefore ask that you overcome the feminine vanity that is abundant among young ladies of our time and remain simple in your appearance. The expensive and fancy dresses must remain for those women that have no desire for the life beyond and do not know what the meaning of spiritual struggle and attainment of virtues is all about; this type of woman cannot possibly comprehend the spiritual radiance and brilliance of a life in Christ. You have aimed towards greater goals and for a higher purpose for your life. These goals demands your full and undivided attentiveness and care.
First of all, you must respect and love God and immediately after Him you must respect and love your husband in the same manner as our Lord and Savior and in accordance with the instructions of our Holy Gospel. I thus ask you, how is it possible for a woman to love her husband in this manner if she has not met, has not respected and has not loved Her Lord and Creator in this same manner?
In your marriage, fondness, affection and love must be strong and persistent for him whom God has selected to be your life partner. This man is now the eye of your life and the delight of your heart. And if you ever perceive that your husband possibly loves you more than you love him, do not take advantage of his feeling by attempting to gain the upper had in your marriage. That is plainly wrong as it is totally against the writings of the Holy Gospel!
You must respect him and love him unconditionally, as you love God. Be aware that you are a woman and you have an important and great purpose and destiny; however, your purpose and destiny is different than that of your husband who must be the head of your household. Set aside the silliness of equality among the sexes, that some of your contemporaries preach, and attempt to comprehend the obligations of marriage. In the realization of these obligations you will discover the great patience and endurance that is necessary to fulfill your family duties; it is in this manner that you will also discover the great strength that you as a woman possess.
You must surely be aware of how easily anger overtakes men. They cannot maintain and they often appear as wild lions. It is at this exact moment that a woman must remain stronger and display her superiority. You must play the role of the lion-tamer. What does a lion-tamer do when the beast starts roaring? He becomes even calmer than usual and through kindness and persistence he overcomes his wrath. He speaks to him kindly, in a soft but firm voice, he caresses it, he attends to it, he pets it and little by little calmness is restored.
You must never criticize, scold or become derogatory towards your husband for something that he has erred. Likewise, you must avoid any contempt towards any inaction or indecision by your husband, even when the outcome is not favorable or something that you greatly desire or consider proper. Be aware that demons are always around attempting to penetrate your household, and break up the couple’s harmonious spiritual cohabitation.
You must share everything, joys and sorrows alike. The Holy Sacrament of Marriage has indeed made all common to both of you. This is equally important towards the daily obligations and duties as they apply to running the household; it is the only way that a strong foundation will be built for your marriage. Let both of you provide your views and opinions; in the end, however, allow your husband to have the final say.
When you observe your husband to be sorrowful, share in his sorrow and provide him the needed relief; the support of the person closest to you in moments of sorrow and despair is of great value and relief. Immediately, however, let your facial expressions become calm, clear and collected; let peace prevail upon your demeanor and forego the temptation of any thoughts of despair. The wife is the calm harbor for the sea wave-stricken husband.
Your presence within your home is irreplaceable; you must accordingly love your home with all the cares and concern of a dedicated housekeeper. You must view it and consider it as your kingdom and you should be judicious about how often you exit its entrance. Let your husband take care of many of the outside cares and obligations while you concentrate towards those within the home.
Be extremely careful with whom you associate and the company that you keep. Be especially careful of the social gatherings that you may be participating in. Do not allow yourself to enter entertainment centers of questionable background; these represent extreme danger towards your purity and the sanctity of your marriage. These types of social interactions remove the instinct of shame, eyes cross with eyes, and once shame is not there to guard from any impropriety, the demons are able to exercise their influence and give rise to evils of unspeakable magnitude.
On the other hand, social interactions with friends of substance and of firmly grounded spiritual state must be pursued. In this manner, words of value get implanted within you and you either benefit from them or are able to confront and resolve any weaknesses that you may recognize. Concurrently, you are able to cultivate social interests and get to know people who will benefit your household’s spiritual state.
Do not be anxious to keep company or even appear in public and in the company of others for no reason. You should instead dedicate your precious time in the company of your wiser and more prudent relatives, priests, and seriously-minded people, young and old alike.
Stay away from conceited and ostentatious women whose mind is pre-occupied with external appearances and social circles, all for the purpose of vainglory and public display. This should be the same for any men that you consider respectful and spiritual but whom your husband has not allowed to enter your home, irrespective of how highly you may regard them. For is there anything more precious for you than your good husband whom you love so dearly?
Your thoughts must aim high but you must never behave as intolerable or snobbish.
I applaud women that are known by only a few men. Do not run towards worldly feasts and celebrations, even when those are for weddings or birthdays. It is around those types of gatherings that the passions of the flesh are aroused with the many dances, the drinking, the laughter and the false joys that are capable of deceiving and misleading even the pure and the wise. Always remember that purity is extremely fragile—it is like bee wax exposed to the rays of the sun. It would be prudent to limit and at times avoid the worldly feasts, even within the confines of your own home. If we were capable of controlling the desires and many appetites of the stomach we would be well served in our struggles against the many passions of our flesh; we would be in a position to conquer them instead of being subdued by them.
Keep your face calm and collected and do not alter it with extreme laughter or with grimaces of dismay, anger or disappointment towards others. Your ears should be decorated not with pearls but instead with the sounds of proper language and with locks for all the improprieties that may enter your nous through them. Thus, whether they are open or closed your sense of hearing will remain pure.
As far as your eyes, they are the ones that display the contents of your soul. Let them be the source of blush and virgin purity that pours below your eye lashes. This way, your presence and eyesight will invoke modesty, decency and the shame of innocence to all that lay their eyes upon you, perhaps even your husband! It is best and for many reasons that you keep your eyes closed or indifferent to the events around you and you should make it a habit to always maintain your sight low.
And now for your tongue. Your husband will always be your enemy for as long as your tongue is uncontrolled, even if you are to be blessed with thousands of other talents. A foolish tongue often endangers even the most innocent of people. It is preferred to maintain quiet, even in cases that you are correct. This is because you risk the expression of an unintended improper word or characterization. No matter how greatly you desire to say a lot, it is best that you limit your words and instead choose your presence to be a quiet one.
Be attentive even of the manner that you walk; it matters greatly towards a prudent presence.
And now pay close attention and be mindful of the following advice: You must never exemplify or maintain an uncontrollable desire for the flesh. Persuade your husband to respect the holy days of the Church and the fasting periods. This is because God’s laws are of much greater importance than the image of God. Be mindful that the institution of marriage was established by the Son of God to aid His creation so that a balance is maintained, as some depart this world while others arrive.
If you have benefited from this old man through some spiritual words of value I ask that you keep these words and advice guarded well within the depths of your soul. In this manner, through everything that you have benefitted and through the grace of your moral stature, you will be capable of healing your excellent husband and well known politician from the evils of vainglory and pride that constantly surround him.
This is my gift and heirloom that I offer to you. And if you desire my blessing, I pray that you become a vineyard of descendants, with many children, and many children from these children, so that our God may be glorified by more of us, for it is for Him that we are born and to Him that we should aim our earthly paths.
Your spiritual father,
+Gregory
Patriarch of Constantinople

Ο χώρος τής μονάδας εντατικής θεραπείας είναι ένας χώρος πού γίνεται αγώνας εντατικός εναντίον τού θανάτου. Οι γιατροί καί τό νοσηλευτικό προσωπικό παλεύουν μέ τόν θάνατο ο οποίος διεκδικεί τόν ασθενή, αλλά καί ο ασθενής βρίσκεται σέ δύσκολη κατάσταση. Μπροστά του βλέπει τόν θάνατο νά έρχεται, καί αυτό τού αυξάνει τήν στενοχώρια, συγχρόνως είναι μόνος του, χωρίς τήν ύπαρξη τών αγαπημένων του προσώπων, τά οποία βλέπει ελάχιστα λεπτά τής ώρας. Τότε βρίσκεται απέναντι στά μεγάλα ερωτήματα τής ζωής καί τού θανάτου, τού νοήματος τής ζωής, αλλά εμφανίζονται καί οι τύψεις από γεγονότα τού παρελθόντος.
Στόν θάλαμο εντατικής θεραπείας υπάρχει έντονο ενδιαφέρον γιά τήν υγεία τού σώματος καί τήν διαφυγή τού θανάτου, αλλά δέν υπάρχει παράλληλο ενδιαφέρον γιά τά εσωτερικά υπαρξιακά ερωτήματα καί τίς πνευματικές ανησυχίες τού ασθενούς. Ο Κληρικός δύσκολα μπορεί νά εξασκήση τήν ποιμαντική του διακονία. Έτσι, ο ασθενής μόνος του πρέπει νά ανανήψη πνευματικά, νά δεχθή τίς επισκέψεις τής θείας Χάριτος, ανάλογα μέ τίς προηγούμενες εσωτερικές καταστάσεις.
Στό διαδίκτυο βρήκα ένα κείμενο τού αειμνήστου λαμπρού Εισαγγελικού Λειτουργού Ευάγγελου Κρουσταλάκη, πού έφθασε μέχρι καί τήν θέση τού Εισαγγελέως τού Αρείου Πάγου, μέ τίς νομικές του γνώσεις, αλλά καί τό ήθος του. Ο ίδιος περιγράφει τήν εμπειρία του από τήν μονάδα εντατικής νοσηλείας στήν οποία βρέθηκε μετά από μιά σοβαρή χειρουργική επέμβαση. Γράφει γιά τό «έντονο συναίσθημα απομόνωσης», γιά τήν «αίσθηση τής εγκατάλειψης, «τίς ατέλειωτες ώρες τής μοναξιάς», τίς πολλές σκέψεις πού «κατακλύζουν τό μυαλό τού ανθρώπου», καί πού ταλανίζουν τήν ψυχή του. Στήν αρχή τόν βοήθησαν οι όμορφες αναμνήσεις «από τά προηγούμενα χρόνια», αλλά πάλι τόν κατέκλυσε «τό συναίσθημα τής μοναξιάς καί τής εγκαταλείψεως». Καί στήν συνέχεια γράφει:
«Όπως ήμουν ξαπλωμένος στό κρεβάτι, κοιτάζοντας σχεδόν πάντοτε τό ταβάνι τού δωματίου, άρχισα νά περιφέρω τό βλέμμα μου γύρω-τριγύρω. Καί ξαφνικά ανακάλυψα στόν απέναντι τοίχο, στήν επάνω αριστερή γωνία του, μιά εικόνα τής Παναγίας πού στήν αγκαλιά της κρατούσε τόν Χριστό. Κάποιος καλός άνθρωπος τήν είχε τοποθετήσει εκεί. Από τήν στιγμή αυτή η Παναγία μας έγινε η συντροφιά μου. Αυτή η απλή εικόνα, πού δέν είχε ιδιαίτερη καλλιτεχνική αξία, ήταν μιά πόρτα πού μέ οδήγησε κοντά στήν Παναγία. Κατανόησα καλύτερα τότε τί πάει νά πεί ότι "η τιμή τής εικόνος επί τό πρωτότυπον διαβαίνει", όπως λένε οι Πατέρες τής Εκκλησίας μας.
Συναισθήματα, σκέψεις, αγωνίες μού έγιναν αντικείμενο εκμυστηρεύσεών μου στήν Παναγία. Εκείνη φαινόταν πώς μέ άκουε. Φυσικά δέν μού μιλούσε, έδειχνε όμως ότι κατανοούσε τήν αγωνία μου. Έτσι, μιά ατμόσφαιρα γαλήνης καί ηρεμίας επικράτησε σιγά-σιγά καί ανεπαίσθητα στήν τρικυμισμένη ψυχή μου. Οι ατέλειωτες ώρες τής παραμονής μου στήν εντατική έπαψαν νά είναι εφιαλτικές. Είχα τήν αισθηση πώς κάποιος, πού μέ αγαπούσε πολύ, βρισκόταν δίπλα μου. Ένιωθα τό ζεστό χάδι, από τό χέρι ενός δικού μου ανθρώπου, στό ξερό καί φλεγόμενο από τόν πυρετό μέτωπό μου».
Αυτό τό περιστατικό δείχνει πόσο σημαντικό ρόλο παίζει στήν ζωή μας η Παναγία, ιδίως άν κανείς είχε παρόμοιες εμπειρίες προηγουμένως. Έπειτα, δείχνει τήν μεγάλη αξία τών εικόνων, τών εκκλησιαστικών συμβόλων πού μπορούν νά βοηθήσουν τόν άνθρωπο σέ στιγμές πού είναι αδύνατη άλλη ανθρώπινη βοήθεια. Σέ κάποιο σημείο τού άρθρου του ο αείμνηστος Ευάγγελος Κρουσταλάκης γράφει:
«Οι αναμνήσεις αυτές, αλλά ιδιαίτερα η εμπειρία μου από τήν Παναγία τής εντατικής, αισθάνομαι πώς μέ έχουν συνδέσει στενά μέ τήν εικόνα τής Παναγίας. Έτσι τώρα μπορώ νά νιώσω καλύτερα γιατί τόσο πολλοί άνθρωποι, σέ δύσκολες στιγμές τής ζωής τους, στήν Παναγία προσφεύγουν καί αυτήν επικαλούνται, προσευχόμενοι μπροστά στήν εικόνα της».
Η Παναγία επεμβαίνει στίς πιό δύσκολες στιγμές τής ζωής μας, αρκεί νά ζητήσουμε τήν βοήθειά της.
Από το περιοδικό: Εκκλησιαστική Παρέμβαση
The free will of all intelligent beings has been tested and till now is being tested until it is confirmed in goodness. Because without trials, goodness is never firm.
Every Christian is subjected to some kind of test: one with poverty, another with sickness, a third with various bad thoughts, the fourth with some type of misfortune or humiliation, while another, with perplexities. This tests the strength of one’s faith, and hope, and love for God, that is, shows the person’s inclinations, his attachments, whether he aims for sorrows or is still affixed to earthly things.
So that through these trials a person-Christian himself could see in what position he is in, what his disposition is, and involuntarily humble himself. Because without humility, as all the holy fathers of Godly wisdom confirm in one voice, all our works are unsettled. Even the free will of Angels was tested. If the Heavenly dwellers could not escape the test, then more so must the free will be tested of those living on earth.
Elder Ambrose of Optina

Ό επίσκοπος Κύρου Θεοδώρητος, ό όποιος έζησε τον Ε μ.Χ. αιώνα, διηγείται πώς μια φορά τον επισκέφθηκε ένας μοναχός, πού ερχόταν από πολύ μακριά. Τον έβαλε να ξεκουρασθή και να φάγη.
Όταν έτρωγε ό μοναχός, παρατήρησε ότι χρησιμοποιούσε μόνο το αριστερό του χέρι και ότι το δεξί του ήταν τυλιγμένο με ένα παλιόρασο.
Ό επίσκοπος τον ρώτησε, όχι από περιέργεια άλλα από ενδιαφέρον, γιατί είναι τυλιγμένο το χέρι του και μάλιστα με ένα παλιόρασο τριμμένο, ενώ εφαίνετο από την όλη του ενδυμασία ότι δεν ήταν μοναχός ρακένδυτος. Μάλιστα, θέλησε να το τραβήξει για να δη, όπως υποψιαζόταν, αν υπήρχε κάποια πληγή στο χέρι του μονάχου, αλλά αυτός δεν τον άφησε και το σκέπασε γρήγορα, διότι άρχισε να βγαίνει αφόρητη δυσοσμία.
Κι ό μοναχός διηγήθηκε τα έξης στον επίσκοπο:
– Σεβασμιότατε, εγώ είχα μια μητέρα πολύ όμορφη, πάγκαλη, ή οποία, δυστυχώς, από πολύ νωρίς, άφ ότου χήρεψε, παρεσύρθη στον κακό δρόμο κι έγινε πόρνη. Λόγω δε της μεγάλης ωραιότατος πού είχε, απέκτησε πολύ μεγάλη «πελατεία» και έγινε πολύ πλούσια κι έτσι εγώ μεγάλωνα μέσα στη χλιδή και στα πλούτη.
Όταν όμως μεγάλωσα και άρχισα να καταλαβαίνω τί γίνεται, βδελυσσόμενος αυτήν την κατάσταση της μητέρας μου, απομακρύνθηκα για ένα διάστημα από κοντά της και πήγα σε ένα μοναστήρι.
Πληροφορήθηκα όμως κάποια στιγμή ότι ή μητέρα μου αιφνιδίως πέθανε. Και όλη ή τεράστια εκείνη περιουσία, την οποία είχε κάνει από την αμαρτία, ήταν πλέον δική μου. Πήγα λοιπόν και την περιουσία αυτή την μοίρασα όλη, μέχρι και της τελευταίας δραχμής, στους φτωχούς κι έφυγα για την Έρημο ξανά, προσευχόμενος για τη σωτηρία της μάνας μου. Βέβαια και για τον πατέρα μου, πού όταν είχε κοιμηθή, εγώ ήμουν μωρό.
Πάντα προσευχόμουν όμως στον Θεό, σαν μοναχός πού ήμουν, να με πληροφόρηση εάν οι ελεημοσύνες πού δόθηκαν σε όλα τα τότε γνωστά μοναστήρια, για να προσευχηθούν για την ψυχή της μητέρας μου και να κάνουν πολλά-πολλά σαρανταλείτουργα έπιασαν τόπο. Επήγα λοιπόν στα Ιεροσόλυμα, μετά από έναν χρόνο και διηγήθηκα στον τότε Πατριάρχη το όλο γεγονός. Και εκείνος μου είπε:
– Πολύ καλά έκανες βέβαια και μοίρασες όλη αυτή την τεράστια περιουσία στους φτωχούς και έδωσες στα μοναστήρια για να γίνονται Λειτουργίες στο όνομα της μητέρας σου, αλλά για τις πληροφορίες πού μου ζητάς να μάθεις που βρίσκεται ή ψυχή της μητέρας σου, εγώ δεν είμαι άξιος να σου απαντήσω. Ούτε όμως εδώ στα Ιεροσόλυμα και στα περίχωρα υπάρχει κάποιος προορατικός Γέροντας, πού να μπορεί να σε πληροφόρηση για μια τέτοια μεγάλη αποκάλυψη.
Παίρνοντας λοιπόν την ευχή του Πατριάρχου, πήγα στις Σκήτες της Θηβαΐδος της Αιγύπτου.” Εκεί πράγματι γνώρισα πατέρας και ασκητής πολλούς, πού μου υπέδειξαν έναν Γέροντα, πολύ βαθιά στην Έρημο, ικανό να με βοηθήσει. Κι έτσι με έναν ντορβά στον ωμό, με λίγο νερό και ψωμί ξεκίνησα οδοιπορώντας για να βρω τον Γέροντα αυτόν.
Μου είπαν οι πατέρες ότι: «στην πρώτη σπηλιά πού θα συνάντησης, εκεί θα τον βρεις».
Και πράγματι, ύστερα από οδοιπορία τριάντα ήμερων βρήκα τη σπηλιά και τον άγιο εκείνο άνθρωπο, ό όποιος βγήκε στην είσοδο της σπηλιάς και με υποδέχθηκε.
Εκεί έπεσα στα πόδια του, του έβαλα μετάνοια, φίλησα τις άκρες των δακτύλων του και με δάκρυα στα μάτια του ανέφερα τη ζωή της μητέρας μου και ποιες ήταν οι ενέργειες μου για τη σωτηρία της ψυχής της, με τις ελεημοσύνες και τα σαρανταλείτουργα πού έκανα.
– Παιδί μου, λέει, αυτό πού ζητάς να μάθεις από μένα, είναι κάτι πάρα πολύ μεγάλο. “Αλλά όμως, αφού έκανες τόσο μεγάλο κόπο και τόσο μεγάλη πορεία τριάντα ήμερων για να φθάσης μέχρι εδώ, θα παρακαλέσουμε τον Θεό και οι δύο μαζί, να μας πει που περίπου βρίσκετε ι ή ψυχή της μητέρας σου.
Βγήκε λοιπόν έξω, στην πόρτα της σπηλιάς, πήρε μια πετρούλα κι έκανε έναν κύκλο, ό άγιος ασκητής και μου είπε:
– Σ αυτόν τον κύκλο μέσα έλα και στάσου όρθιος. Και θα μείνεις εδώ όρθιος, χωρίς να καθίσεις, επτά ήμερες. Ούτε θα φας ούτε θα πιεις ούτε θα κουνηθείς!” Επτά μέρες κι επτά νύχτες όρθιος και ακίνητος διαρκώς θα προσεύχεσαι να ελεήσει ό Θεός να μάς φώτιση και να μάς αποκάλυψη την κατάσταση της ψυχής της μητέρας σου. Θα παρακαλείς τον Θεό συνεχώς με δάκρυα, τα όποια κάθε μέρα θα πρέπει να γίνονται και πιο πολλά. Θα κάνω κι εγώ ακριβώς το ίδιο μέσα στη σπηλιά.
Και πράγματι, λοιπόν, έγινε αυτό, όπως ακριβώς το είπε ό άγιος εκείνος Γέροντας και φημισμένος ασκητής.
Όταν έφθασε λοιπόν ή νύχτα της έβδομης ημέρας, αρπάχθηκε ό νους του μοναχού στον ουρανό και με έκσταση ψυχής είδε τα φοβερά της Βασιλείας του Θεού. Και ότι ό Θεός ένια ι παρών και στην κόλαση και στον παράδεισο. Στον παράδεισο χαίρονται και στην κόλαση πονούν.
Είδε λοιπόν, ας πούμε, στην αριστερή του πλευρά, μία φοβερή λίμνη, έναν βόρβορο γεμάτο ακαθαρσίες, λάσπη και ανυπόφορη δυσωδία. Ένα φοβερό μείγμα, πού έβραζε και κόχλαζε. Μέσα σ αύτη τη φοβερή λίμνη την καιόμενη του πυρός, όπως μας αναφέρει ή Αποκάλυψις, το τελευταίο βιβλίο της Καινής Διαθήκης, είδε να ανεβοκατεβαίνουν οι ψυχές. Πότε να βυθίζονται μέσα σ αυτήν και πότε να ανεβαίνουν ψηλά, να ανέρχονται λίγο σαν να παίρνουν μια αναπνοή και ξανά πάλι μέσα και ξανά πάλι έξω, χωρίς τελειωμό. Είχε την αίσθηση, όπως ακριβώς βράζει κανείς τα φασόλια ή τα ρεβίθια και με τον βρασμό ανεβοκατεβαίνουν αυτά, κατά τον ίδιο τρόπο έβλεπε και τις δυστυχισμένες αυτές υπάρξεις να ανεβοκατεβαίνουν.
Κάποια στιγμή λοιπόν, ανεγνώρισε και τη μητέρα του, της οποίας είδε το κεφάλι. Ανεγνώρισε κι αυτή τον γυιό της πού εύρίσκετο στην άκρη της λίμνης και φώναξε:
– Παιδί μου, ΕΛΕΟΣ!!! ΒΟΗΘΕΙΑ!!!
Και ξαναβυθίοτηκε πάλι μέσα. Και ξαναβγήκε πάλι, ξαναφάνηκε, μέχρι τη μέση τώρα. Και ξαναφωνάζη πάλι «έλεος! έλεος! βοήθεια! βοήθεια!»
-Παιδί μου, βοήθησε με, βοήθησε με!!! Καίγομαι, πνίγομαι, βασανίζομαι, υποφέρω!…
Και ξανά πάλι βυθίστηκε. Και ξαναβγήκε για τρίτη φορά.
– Και τόσος ήταν ό πόνος μου, λέει ό μοναχός, τόση ήταν ή οδύνη μου και τόση ή λαχτάρα μου, πού την ώρα πού ξαναβυθιζόταν, βούτηξα το χέρι μου μέσα, την άρπαξα από τα μαλλιά και με πολλή βία την τράβηξα έξω.
Και δίπλα μου βλέπω μία ωραιότατη χρυσή κολυμβήθρα. Από κάποιο σημείο της, από ένα βράχο…πού δεν ήταν και βράχος, δεν ξέρω τί ακριβώς ήταν! έτρεχε γάργαρο νερό και γέμιζε αυτήν την κολυμβήθρα, χωρίς να γεμίζει και χωρίς να αδειάζει ποτέ. Και πήρα τη μητέρα μου και την έβαλα μέσα σ” αυτήν την κολυμβήθρα και πλύθηκε και καθαρίστηκε και έγινε κατάλευκη σαν το χιόνι. Την έβγαλα κατόπιν από την κολυμβήθρα κι εκεί κάποιοι Νέοι, στα ολόλευκα ντυμένοι, έδωσαν λευκά ρούχα, τυλίχτηκε μ” αυτά και εντάχθηκε μέσα στον χορό των Αγίων.
Κι εκείνη, ανάμεσα στους φωτεινότατους εκείνους Νέους, τούς ολόλαμπρους πού χαίρονταν μέσα στη χαρά της Βασιλείας του Θεού, με ευχαριστούσε συνεχώς και αδιαλείπτως, μέχρι πού ξαναήλθα στον εαυτό μου. Και βρέθηκα το πρωί πού τελείωνε ή έβδομη ημέρα, να είμαι έξω εκεί, μέσα στον κύκλο, παρακαλώντας θερμά για την κατάσταση της ψυχής της μητέρας μου και βεβαίως ύστερα να ευγνωμονώ τον Θεό συνεχώς.
Όταν ό άγιος εκείνος ασκητής με ρώτησε:
-Τί είδες, παιδί μου, αυτό το βράδυ; διηγήθηκα όλα αυτά. Και βεβαίως αναλύθηκα σε λυγμούς και σε ευχαριστίες προς τον Θεό και Σωτήρα μας, για την άπειρη ευσπλαχνία.
Του πού έβγαλε την ψυχή της μάνας μου από τον Αδη. Το χέρι μου όμως πού βούτηξε μέσα σ” αυτή την φοβερή κατακαιομένη λίμνη του πυρός, την βρωμερά και δυσώδη και μάλιστα μέχρι τον αγκώνα, ήταν όχι μόνο καμένο -διότι έκαίετο εκείνη ή λίμνη- αλλά και βρωμούσε απαίσια.
– Πάτερ μου, λέω, στον άγιο εκείνο Γέροντα και ασκητή σε παρακαλώ πάρα πολύ, κάνε κάτι και θεράπευσε το χέρι μου.
Κι εκείνος μου είπε:
– Όχι! Μέχρι πού να πεθάνεις, θα το δείχνεις! Είναι ή απόδειξης, για το πόση δύναμη έχει ή Θεία Λειτουργία, τα μνημόσυνα, τα τρισάγια, οι προσευχές με το κομποσκοίνι και οι ελεημοσύνες για έναν κεκοιμημένο. Και σχίζει το ράσο του ό μεγάλος εκείνος ασκητής και Γέροντας και μου λέει:
-Τύλιξε το. Ό τόπος τώρα θα ευωδιάζει. Και για εκείνους πού θα αμφιβάλλουν, θα το ξετυλίγεις για να αποδεικνύεις την αλήθεια της ιστορίας της ψυχής της μητέρας σου.
-Σεβασμιότατε, το τραβήξατε λίγο. Για δείτε το τώρα ολόκληρο! Και ξετύλιξε ολόκληρο το χέρι του. Κι ό δεσπότης δεν άντεξε την «βρώμα» κι έφυγε από το δωμάτιο. Τόσο φοβερή ήταν ή δυσοσμία. Το ράσο όμως εκείνου του κεχαριτωμένου Γέροντος ήταν ράσο αγιασμένο, γι” αυτό είχε και τόση ευωδία.
http://www.pentapostagma.gr/2012/05/blog-post_2756.html#.VTztDZPXt6I
The most precious thing on earth is to know God and at least in part understand His will. The soul that has felt God must submit to his will in everything and live before Him in fear and love. In love, because the Lord is love. In fear, because it must be afraid to insult God by some evil thought.
How do you know whether you are living according to the will of God? Here is a sign: if you long for some thing, then you have not submitted to the will of God, even though you may think that you live according to His will. Whoever lives according to the will of God does not concern himself with anything. And if he needs some thing, then he submits himself and that thing to God; and if he does not receive it, then he remains content as though he had received it.
The soul which has submitted to the will of God, fears nothing: neither storm nor bandits; nothing. And whatever should happen, it says, "It is God’s will." If the body is ill, the soul thinks, "Then I am in need of this illness, otherwise God would not have given it to me." And so the body and the soul remain at peace.
Elder Siluan
When you cut down a tree, all its branches immediately whither. Conversely, when a tree is watered at the roots, its branches stand strong and healthy. Parents resemble a tree. The father and mother comprise the roots of the children. When a father and mother are watered with fasting, prayers, almsgiving, and other virtuous deeds, then God protects the children…
When an apple tree produces sour apples, what is to blame? Will we lay blame on the apple tree or the apples? Obviously, the problem lies in the tree. Therefore, you the parents, who constitute the apple tree, must live correctly and virtuously so that the apples that are produced also become sweet.
St. Kosmas Aitolos

"Δεν ευθύνεται μονάχα ο άνθρωπος για τα παραπτώματά του. Τα λάθη, οι αμαρτίες και τα πάθη δεν είναι μόνο προσωπικά βιώματα του εξομολογούμενου.
Ο κάθε άνθρωπος έχει πάρει μέσα του και τα βιώματα των γονέων του και ειδικά της μητέρας, δηλαδή το πώς ζούσε η μητέρα, όταν τον κυοφορούσε, αν στενοχωριόταν, τι έκανε, αν κουραζόταν το νευρικό της σύστημα, αν είχε χαρά, αν είχε θλίψη, αν είχε μελαγχολία.
Έ, όλο το νευρικό σύστημα το δικό της επηρέασε το νευρικό σύστημα του εμβρύου της. Οπότε, όταν γεννηθεί το παιδί και μεγαλώσει, παίρνει μέσα του και τα βιώματα της μητέρας του, δηλαδή άλλου ανθρώπου.
Δημιουργείται μια κατάσταση στην ψυχή του ανθρώπου εξαιτίας των γονέων του, που την παίρνει μαζί του σ΄ όλη του τη ζωή, αφήνει ίχνη μέσα του και πολλά πράγματα που συμβαίνουν στη ζωή του είναι απόρροια της καταστάσεως αυτής.
Τα φερσίματά του έχουν άμεση σχέση με την κατάσταση των γονέων του. Μεγαλώνει, μορφώνεται, αλλά δεν διορθώνεται. Εδώ βρίσκεται μεγάλο μέρος από την ευθύνη για την πνευματική κατάσταση του ανθρώπου.
Υπάρχει, όμως, ένα μυστικό. Υπάρχει κάποιος τρόπος ν΄ απαλλαγεί ο άνθρωπος απ΄ αυτό το κακό. Ο τρόπος αυτός είναι η γενική εξομολόγηση, η οποία γίνεται με την χάρι του Θεού. Μπορεί, δηλαδή, να σου πει ο πνευματικός:
- Πώς θα ήθελα να ήμασταν σ΄ ένα ήσυχο μέρος, να μην είχα ασχολίες και να μου έλεγες τη ζωή σου απ΄ την αρχή, από τότε που αισθάνθηκες τον εαυτό σου, όλα τα γεγονότα που θυμάσαι και ποια ήταν η αντιμετώπισή τους από σένα, όχι μόνο τα δυσάρεστα αλλά και τα ευχάριστα, όχι μόνο τις αμαρτίες αλλά και τα καλά. Και τις επιτυχίες και τις αποτυχίες. Όλα. Όλα όσα απαρτίζουν τη ζωή σου.
Πολλές φορές έχω μεταχειριστεί αυτή την γενική εξομολόγηση και είδα θαύματα πάνω σ΄ αυτό. Την ώρα που τα λες στον εξομολόγο, έρχεται η θεία χάρις και σε απαλλάσσει απ΄ όλα τα άσχημα βιώματα και τις πληγές
και τα ψυχικά τραύματα και τις ενοχές, διότι, την ώρα που τα λες, ο εξομολόγος εύχεται θερμά στον Κύριο για την απαλλαγή σου.΄
Είχε έλθει σ΄ εμένα προ καιρού μια κυρία, που έκανε αυτού του είδους την εξομολόγηση και βρήκε μεγάλη ωφέλεια.
Βελτιώθηκε η ψυχολογική της κατάσταση, διότι τήνε βασάνιζε κάτι. Έστειλε, λοιπόν, αυτή μια φίλη της και πήγαμε έξω στο βράχο, στα Καλλίσια. Καθίσαμε και άρχισε κι εκείνη να μου μιλάει. Της λέω:
- Να μου πεις ό,τι αισθάνεσαι. Αν σε ρωτήσω εγώ για κάτι, να μου πεις. Αν δεν σε ρωτήσω, να συνεχίσεις να τα λέεις, όπως τα αισθάνεσαι.
Όλ' αυτά που μου έλεγε, τα παρακολουθούσα όχι απλώς με προσοχή, αλλά "έβλεπα" μέσα στον ψυχικό της κόσμο την επίδραση της προσευχής.
Την παρακολουθούσα μέσα στην ψυχή της κι "έβλεπα" ότι πήγαινε χάρις μέσα της, όπως τήνε κοίταζα εγώ.
Διότι στον πνευματικό υπάρχει χάρις και στον παπά υπάρχει χάρις. Το καταλαβαίνετε; Δηλαδή, ενώ εξομολογείται ο άνθρωπος, ο ιερέας προσεύχεται γι αυτόν. Συγχρόνως έρχεται η χάρις και τον ελευθερώνει απ΄ τα ψυχικά τραύματα, που για χρόνια τον βασανίζουν, χωρίς να γνωρίζει την αιτία τους. Ω, αυτά τα πιστεύω πολύ!
Στον εξομολόγο μπορείς να μιλήσεις όπως αισθάνεσαι, αλλά δεν είναι αυτό τόσο σημαντικό, όσο είναι το ότι κοιτάζει μέσα στην ψυχή σου προσευχόμενος ο παπάς και βλέπει πώς είσαι και σου μεταδίδει την χάρι του Θεού. Έχει αποδειχθεί ότι αυτό το κοίταγμα είναι πνευματικές "ακτίνες" που σε ξαλαφρώνουν και σε θεραπεύουν, μη νομίσετε ότι είναι ακτίνες φυσικές.
Είναι αλήθεια αυτά τα πράγματα. Και με τον Χριστό τι έγινε; Έπιασε το χέρι της αιμορροούσης και είπε: "Εγώ γάρ έγνων δύναμιν εξελθούσαν απ΄εμού". Θα πεις: "Ναι, μα ήταν Θεός". Ο Χριστός βέβαια ήταν Θεός, αλλά μήπως και οι Απόστολοι δεν κάνανε το ίδιο;
Όλοι οι πνευματικοί, οι εξομολόγοι, έχουν αυτήν την χάρι κι όταν εύχονται, την εκπέμπουν ως αγωγοί. Για παράδειγμα, θέλουμε ν΄ ανάψουμε εδώ πέρα μια θερμάστρα και βάζουμε ένα καλώδιο, αλλά δεν μπορεί να κάνει επαφή, διότι το καλώδιο δεν είναι στην πρίζα. Αν, όμως, το καλώδιο μπει στην πρίζα, μόλις κάνει την επαφή, έρχεται το ρεύμα μέσω αυτού του αγωγού.
Είναι πνευματικά πράγματα της θρησκείας μας αυτά. Μπορεί να λέμε για καλώδιο, αλλά στην πραγματικότητα αυτή είναι "η θεία ψυχανάλυση".
Kindness is one of God’s many qualities; therefore, it always spreads joy, drives away the clouds, and opens up hearts like the spring sunshine which makes the earth blossom. It even warms up snakes and takes them out of their cold holes so they, too, can enjoy God’s kindness.
St. Paisios
Δια της ευχής “Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με” θα κερδίσεις το παν. Δια της ευχής καθαρίζεται ο άνθρωπος, λαμπρύνεται, αγιάζεται. Η ευχή είναι το σωσίβιο της ψυχής και του σώματος. Η ευχή είναι η βάση της τελειότητας. Θα λεπτυνθείτε και θα πετάτε με την ευχή. Δεν υπάρχει άλλος τρόπος σωτηρίας, καθαρισμού και αγιασμού από την νοερά προσευχή. Αυτή γέμισε τον παράδεισο από άγιους ανθρώπους.
Γέροντας Αμφιλόχιος
Η ευχή του Ιησού είναι εργασία κοινή των αγγέλων και των ανθρώπων. Με την προσευχή αυτή οι άνθρωποι πλησιάζουν σύντομα την ζωή των αγγέλων.
Η ευχή είναι η πηγή όλων των καλών έργων και αρετών και εξορίζει μακριά από τον άνθρωπο τα σκοτεινά πάθη. Σε σύντομο χρόνο κάνει τον άνθρωπο ικανό να αποκτήσει τη χάρη του Αγίου Πνεύματος. Απόκτησε την, και πριν πεθάνεις θα αποκτήσεις ψυχή Αγγελική. Η ευχή είναι θεϊκή αγαλλίαση.
Κανένα άλλο πνευματικό όπλο δε μπορεί να αναχαιτίσει τόσο αποτελεσματικά τους δαίμονες. Τους κατακαίει όπως η φωτιά τα βάτα.
(Οσίου Παϊσίου Βελιτσκόφσκυ)
The mastery of the soul over the body is proved by the obedience of the body when it is being led with self-denial to sacrifice for the sake of the abstract ideas of the soul. The domination by the soul for prevalence of its principles, ideas, and views would have been entirely incomprehensible if the soul died together with the body. But a mortal soul would never have risen to such a height, would never have condemned itself to death along with the body for the prevalence of abstract ideas that lacked meaning, since no noble idea, no noble and courageous thought has any meaning for a mortal soul.
St. Nektarios of Aegina