Wednesday, November 21, 2012

Ζήσαμε για τη σάρκα, ας ζήσουμε και για το πνεύμα...

 

   



Όπως ακριβώς δεν έχουν καμιά ωφέλεια οι γεωργοί που σπέρνουν το σπόρο στο δρόμο, έτσι ούτε κι εμείς έχο­με κανένα όφελος από το να μας ονομάζουν Χριστιανούς, αν τα έργα μας δεν είναι σύμφωνα με το όνομά μας. Και αν θέλετε να σάς παρουσιάσω αξιόπιστο μάρτυρα τον αδελφόθεο Ιάκωβο που λέγει, η πίστη χωρίς τα έργα είναι νεκρή (Ιακ. 2,17). Άρα λοιπόν παντού είναι ανα­γκαία και η εκτέλεση των έργων γιατί όταν απουσιά­ζουν αυτά, δεν μπορεί να μας ωφελήσει η ονομασία του Χριστιανού. Και μη απορήσεις. Γιατί, πες μου, ποιο κέρ­δος έχει ο στρατιώτης από την κατάταξη του στο στρα­τό, αν δεν είναι άξιος για την εκστρατεία και δεν πολεμά για τον βασιλιά από τον οποίο τρέφεται;
Ίσως, αν και είναι φοβερό το λεγόμενο, θα ήταν προτιμότερο να μη στρατευθεί, παρά να στρατευθεί και ν' αμελεί για την τι­μή του βασιλιά γιατί, πως δεν θα τιμωρηθεί αυτός που τρέφεται από το βασιλιά, αλλά δεν αγωνίζεται για το βασιλιά; Και τι λέγω για το βασιλιά; μακάρι να φροντί­ζαμε έστω και για τις ψυχές μας.
Και πως, λέγει, μπορώ να ζω μέσα στον κόσμο και ανάμεσα στα κοσμικά πράγματα και να σωθώ; Τι λες, άνθρωπε; Θέλεις με συντομία να σου δείξω ότι δεν είναι ο τόπος που σώζει, αλλά ο σωστός τρόπος ζωής και η προ­αίρεση; Ο Αδάμ έπαθε το ναυάγιο σαν σε λιμάνι μέσα στον παράδεισο (Γεν. 3) ο Λωτ πάλι διασώθηκε σαν σε πέλαγος μέσα στα Σόδομα (Γεν. 19)· ο Ιώβ πέτυχε τη δικαίωση επάνω στην κοπριά (Ιώβ 2), ενώ ο Σαούλ, αν και ζούσε μέσα στους θησαυρούς, έχασε και την εδώ βα­σιλεία και την εκεί (Α' Βασ. 18)...
Γνωρίζοντας αυτά και φέρνοντας στη μνήμη μας τη φοβερή ημέρα και σκεπτόμενοι το πυρ εκείνο και τα φο­βερά κολαστήρια, ας επιστρέψομε από το πλανεμένο δρό­μο μας. Γιατί θα ρθεί ώρα που θα διαλυθεί το θέατρο του κόσμου αυτού δεν είναι δυνατό μετά το πέρας αυτής της ζωής να κάνει κανείς κάτι, δεν είναι δυνατό να στεφανω­θεί μετά τη διάλυση του θεάτρου.
Αυτός είναι ο καιρός μετανοίας, ενώ εκείνος κρίσεως, αυτός είναι ο καιρός των αγώνων, ενώ εκείνος των στεφάνων, αυτός είναι ο καιρός του κόπου, ενώ εκείνος της ανέσεως, αυτός ο καιρός των καμάτων, ενώ εκείνος της ανταποδόσεως. Συνέλθετε, πα­ρακαλώ, αφυπνισθείτε και ας ακούσομε με προθυμία τα λεγόμενα. Ζήσαμε για τη σάρκα, ας ζήσομε και για το πνεύμα, ζήσαμε για τις ηδονές, ας ζήσομε και για τις αρε­τές, ζήσαμε με αδιαφορία, ας ζήσομε και με μετάνοια. Γιατί υπερηφανεύεται το χώμα και η στάχτη; (Εκκλ. 10, 9). Τι φουσκώνεις από αλαζονεία, άνθρωπε; γιατί μεγαλοφρονείς για τον εαυτό σου; τι ελπίζεις από τη δό­ξα του κόσμου και τον πλούτο;
Ας πάμε, παρακαλώ, στους τάφους και ας δούμε τα εκεί μυστήρια, ας δούμε τη φύση την ανθρώπινη κατασκορπισμένη, τα κόκκαλα σαπισμένα, τα σώματα σάπια κι αν ακόμη είσαι σοφός, σκέψου, κι αν είσαι φρόνιμος, πες μου, ποιος είναι εκεί ο βασιλιάς και ποιος ο ιδιώτης, ποιος είναι ο ευγενής και ποιος ο δούλος, ποιος ήταν ο σοφός και ποιος ο άσοφος;
Που είναι εκεί η ομορφιά της νεότητας; που το χαρούμενο πρόσωπο; που τα όμορφα μάτια; που η καλοκαμωμένη μύτη; που τα φλογερά χεί­λη; που τα κάλλη των παρειών; που το λαμπερό μέτω­πο; δεν είναι όλα σκόνη; δεν είναι όλα σκουλήκια και δυσωδία; δεν είναι όλα βρωμιά;
Σκεπτόμενοι, αδελφοί, αυτά και φέροντας στη μνή­μη μας την τελευταία ημέρα, όσο ακόμη έχομε καιρό, ας επιστρέψομε από τον πλανεμένο δρόμο μας. Με τίμιο αίμα αγορασθήκαμε (Α' Πέτ. 1,2). Γι' αυτό ο Θεός φα­νερώθηκε επάνω στη γη.
Ο κριτής οδηγείται στο δικαστήριο για τους κατα­δικασμένους, η ζωή γεύεται θάνατο, ο πλάστης ραπίζεται από το πλάσμα,εκείνος που δεν τον βλέπουν τα σεραφείμ, φτύνεται από το δούλο, γεύεται ξύδι και χολή, κεντάται με τη λόγχη, τοποθετείται στον τάφο, και συ, πες μου, αδιαφορείς και κοιμάσαι και τα περιφρονείς, άνθρωπε, όλα αυτά;
Δεν γνωρίζεις, ότι κι αν ακόμη χύ­σεις το αίμα σου για Εκείνον, ούτε έτσι έκαμες εκείνο που πρέπει; Και τούτο γιατί άλλο είναι το αίμα το δε­σποτικό και άλλο το αίμα του δούλου. Πρόλαβε με τη μετάνοια και τη μεταστροφή την έξοδο της ψυχής, μή­πως έρθει ο θάνατος και δεν καταστεί δυνατή η θεραπεία με τη μετάνοια, γιατί στη γη έχει τη δύναμη της η μετά­νοια, και μόνο στον άδη αυτό δεν είναι δυνατό να συμβεί.
Ας ζητήσουμε τον Κύριο όσο έχομε καιρό· ας κάνομε το καλό, ώστε και από τη μέλλουσα αθάνατη γέεννα ν' απαλλαγούμε και ν' αξιωθούμε την ουράνια βασιλεία, με τη χάρη και τη φιλανθρωπία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, στον οποίο ανήκει η δόξα και η δύναμη, στους αιώνες των αιώνων.

Αγίου Ιωάννου Χρυσοστόμου

How Spirit Works in Us for our Salvation







When we are Baptized and Chrismated in the Orthodox Faith we receive the seal of the Holy Spirit. We are reborn and become a new person We now have the force of God living within our heart. How does this Sprit then act in us?

We are told that it remains active as long as we continue to be repentive, being honest about our shortcomings in our relationship with God, and continue to do our part to control our passions and give priority to the work of the soul.

The Holy Spirit works secretly within us.
Saint Theophan says,
Our spirit, set in motion, recollects within itself its natural Divine knowledge that God exists, maintains everything, and is the rewarder. The consciousness of this gives rise to a feeling of complete dependence on God, and enkindles the fear (awe, respect) of God. These and other things are stirred up by the conscience, that witness and judge of our affairs and feelings, among which is rarely to be found anything which God would look upon with kindness... The goodness of God makes it so that the true awakening of the spirit is brought about and accompanied by the Gospel. To the person who inwardly asks as a result of awakening of the spirit “Where shall I go? Where shall I run to?” The Gospel proclaims, “Why run anywhere? Come beneath the protection of the Cross and be saved. The Son of God, Who was incarnate, died on the Cross to cleanse our sins. Believe this, and you will receive remission of sins and encounter the grace of God.
The soul is nourished by the reading and contemplation of the Gospel. As we begin to internalize the lessons taught in the Gospel our spirit becomes alive. And from its action we begin to have spiritual zeal, a strong desire to be with God and to do his will.

Saint Theophan says,
The Spirit, which, once it has heeded the good news of salvation and the Lord, undertakes with all its strength to do everything with good cheer and willingness, if only it may become a partaker of Gospel blessings. Such a disposition of our soul makes it ready for Divine communion, and the grace of the Holy Spirit, which has acted hitherto from the outside by arousing us, establishing itself within, not directly but through the means of a sacrament. ....
The Divine Spirit arouses, the good news indicates where to begin. This is from God. But, having done this, God stops and waits for our consent.
The door of our heart has been opened in this way. We must also do our part. God wants us to love Him like He loves us. But to have true love it has to be a voluntary choice made on our part. So, God presents us with a choice, and only those of us who choose salvation, and follow His way, are saved.

St. Theophan says,
Repent, desire salvation in the Lord, and acquire good cheer in it. These actions are calming; they occur inwardly and give contentment through their local manifestation. The final action––the willingness to do everything which is required––is the real active force in salvation, insofar as it depends on us; it is the source of saving activity and the life that is saved... It is the unquenchable zeal for pleasing God and complete sincerity in fulfillment of the Divine will, in the presence of complete faith in the Lord and trust in salvation in Him Alone.... When there is no zeal, then there is nothing at all; he who is not zealous for salvation is a non--participant in salvation.
Take heed, "When there is no zeal, then there is nothing at all." If you have this zeal, then work hard to maintain it.



Reference: The Spiritual Life, pp 110-115

The Laws that Falsely Bind Us


 
 

Do you feel that you are bound up by social norms? Do you find you schedule controlled by others? Are you driven by some external force to unending busyness? Do feel you have to dress in a certain way and adhere to certain social norms in your group? Is there a part of you that feels like you can't act the way you really want too? Do your Orthodox values and way of life seem to conflict with these other forces?

Marcarius the Great says,
The children of this age have become like wheat poured into the sieve of this earth, and then scattered among the inconstant dreams of this world, in the presence of the unending turmoil of earthly cares, desires and maze of material concepts. Satan shakes the souls, and with the sieve, that is, the earthly cares, scatters the entire sinful human race. ...The more the wheat in the sieve is shaken about, turned over and cast up, the more the prince of darkness takes over all people with their earthly cares: he shakes them, agitates them and alarms them, forcing them to flee to vain thoughts, unclean desires, earthly and worldly bonds.... The prince of this world disturbs every soul which is not born from God, and he disturbs human ideas, which are like what constantly being shaken in the sieve leading everyone into uncertainty, and ensnaring them with worldly seductions, pleasures of the flesh, terrors and confusions." (Homily 5:1,2)
Shaken in the Sieve of earthly cares, we must realize that the chains that seem to bind us are the very forces that are trying to keep you from a God pleasing life. Most of us find ourselves caught up in a life which is lived to satisfy the needs of a godless society that promotes a life based on pride and egoism. We want to be accepted according to others norms and values. The goals of others are impeding on our desire to live a life according to the Will of God. Even the so called good deeds are no more than acts done to satisfy social norms and our own egos.

Here is some advice from Saint Theophan the Recluse:
For you to shun everyone is, of course impossible; but refuse as much as possible to enter into this circle of worldly life. When it does pull you against your will, act as if you were not there; look, but do not see; listen but do not hear. Let what you see pass by your eyes, and what you hear pass by your ears. Outwardly behave like everyone else, be straightforward and sincere; but guard your heart from sympathies and attractions. The main thing is to guard your heart.
This is our challenge: to live a live according to Orthodox values while acting in a world which is not based on these values. This requires a strong faith nourished by the Orthodox way of Life.

Source: The Spiritual Life p.39 - 44

Awakening the Sinner from the Sleep of Sin.

 




       
The awakening of the sinner is that act of divine grace in his heart, the consequence of which he, as one awakened from sleep, sees his sinfulness, senses the danger of his situation, begins to fear for himself and to care about deliverance from his misfortune and salvation. Previously, he was like a blind man, unfeeling and uncaring with regard to salvation; now he sees, senses and cares.
However, this is still not change. It is only the opportunity for change and the call for it. Grace is only telling the sinner at this point, "See what you have gotten into; look then, take measures for salvation." It merely removes him from his customary bonds and sets him beyond them, thereby giving him the opportunity to choose a completely new life and find his place in it. If he takes advantage of this, it is to his benefit; if he does not, he will be cast again into the very same sleep and the very same abyss of destruction.
This divine grace is achieved by exposing to the consciousness and feeling the insignificance and shame of that to which a person is devoted and values so highly. Just as the word of God pierces even to the dividing asunder of soul and spirit, and of the joints and marrow (Heb. 4:12), so does grace pierce to the division of the heart and sin, and breaks down their unlawful alliance and relationship. We saw how the sinner with his entire being falls into a realm where there are principles, ideas, opinions, rules, customs, pleasures and ways that are completely incompatible with the true spiritual life for which man is intended.
Once he has fallen into this place, he is not there in isolation or detachment. Instead, he is permeated by everything, mingles with everything. He is completely immersed in it. Thus, it is only natural that he not knows or thinks about its incompatibility with spiritual life, and he has no kind of sympathy toward spiritual life. The spiritual realm is completely closed off to him. It is obvious from this that the door to conversion may be opened only under the condition that the spiritual way of life be revealed to the sinner's consciousness in its full light, and not merely revealed, but that it touch the heart; that the sinful way of life be discredited, rejected, and destroyed. This also takes place in the presence of consciousness and feeling. Only then can the care arise to abandon the old ways and begin the new. All this is accomplished in the single act of the sinner's arousal by grace.
In its course of action, the arousing divine grace is always connected not only with the bonds in which the sinner is held, but also with the overall condition of the sinner. In this latter regard, one must above all keep in mind the difference in the way the action of grace appears when it acts on those who have never been aroused, and when it acts on those who have previously experienced such arousal. For someone who has never experienced spiritual awakening before, it is given to him freely, like some all-encompassing, preliminary or summoning grace. Nothing is required from the person beforehand, because he has a completely different orientation.
However, grace is not freely given to the person who has already experienced spiritual arousal, who knows and senses what life in Christ is, and who has fallen into sin again. He must give something himself first. He must still be worthy and beseech. It is not enough merely to wish; he must work on himself in order to attract spiritual arousal by grace. Such a person, in recollecting his previous sojourn in the virtuous Christian way, often desires it again, but has no power over himself. He would like to turn over a new leaf, but is unable to gain self-mastery and conquer himself. He has abandoned himself to helpless despair because he previously abandoned the gift and reproached and trodden underfoot the Son of God...and hath done despite unto the Spirit of Grace (Heb. 10:29). Now he is allowed to perceive that this power of grace is so great that it will not be granted immediately. Seek and labor, and learn to appreciate how difficult it is to acquire.
Such a person is in a somewhat agonizing condition: He thirsts but is not given drink, hungers but is not fed, seeks but does not find, exerts himself but does not receive. Sometimes a person is left in this condition for a very long time, to the point where he feels divine reproach, as if God has forgotten him, turned away and betrayed His promise. He feels like the earth which drinketh in the rain that cometh oft upon it...but...which beareth thorns and briers (Heb. 6:7-8). But this slow touching of grace to the heart of the seeker is only a trial. He goes through the period of trial, and thanks to his labors and agonizing search, the spirit of arousal once again descends on him as it descends on others as a gift. This course of action of salvific grace shows us two things: First, the special actions of divine grace in arousing the sinner; second, the usual way of acquiring the gift of arousing grace.
An Excerpt from The Book "The Path to Salvation"A Manual of Spiritual Transformation. By St. Theophan The Recluse .

Εσύ ο ίδιος δεν ακούς την προσευχή σου και θέλεις να την ακούσει ο Θεός;

 

              

              




Πολλοί μπαίνουν στην εκκλησία, λένε διάφορες προσευχές και βγαίνουν. Βγαίνουν, χωρίς να γνωρίζουν τι είπαν. Τα χείλη τους κινούνται, αλλά τ' αυτιά τους δεν ακούνε. Εσύ ο ίδιος δεν ακούς την προσευχή σου, και θέλεις να την ακούσει ο Θεός; "Γονάτισα", λες.
Γονάτισες, αλλά, ενώ το σώμα σου ήταν μέσα, ο νους σου πετούσε έξω. Με το στόμα έλεγες την προσευχή και με τη σκέψη λογάριαζες τόκους, έκανες συμβόλαια, πουλούσες εμπορεύματα, αγόραζες κτήματα, συναντούσες τους φίλους σου.
Γιατί ο διάβολος, που είναι πονηρός και γνωρίζει ότι στον καιρό της προσευχής μεγάλα πράγματα κατορθώνουμε, τότε ακριβώς έρχεται και σπέρνει λογισμούς μέσα μας. Να, πολλές φορές είμαστε ξαπλωμένοι στο κρεβάτι, και τίποτα δεν συλλογιζόμαστε· πάμε στην εκκλησία για να προσευχηθούμε, και τότε χίλιες σκέψεις περνούν από το νου μας.
Έτσι χάνουμε τους καρπούς της προσευχής, φεύγοντας από το ναό με άδεια χέρια. Το ίδιο, βέβαια, γίνεται και όταν προσευχόμαστε στο σπίτι μας ή οπουδήποτε αλλού.
Κάθε φορά, λοιπόν, που, καθώς προσευχόμαστε, συνειδητοποιούμε ότι ο νους μας έχει φύγει από το Θεό κι έχει στραφεί σε βιοτικά πράγματα, ας τον φέρνουμε πίσω, αναγκάζοντάς τον να μένει σταθερά και προσεκτικά προσκολλημένος στα νοήματα της προσευχής. Ας επαναλαμβάνουμε, μάλιστα, την προσευχή από την αρχή.
Κι αν παθαίνουμε πάλι και πάλι το ίδιο, ας την επαναλαμβάνουμε και για τρίτη και για τέταρτη φορά. Ας μη σταματάμε, πριν πούμε ολόκληρη την προσευχή, από την αρχή ως το τέλος, με άγρυπνη διάνοια και αδιατάρακτο λογισμό. Και όταν ο διάβολος αντιληφθεί ότι δεν καταθέτουμε τα όπλα, θα σταματήσει πια κι αυτός να μας πολεμάει.

Αγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος

Ο ΑΧΑΡΙΣΤΟΣ ΕΙΝΑΙ ΠΑΝΤΑ ΛΥΠΗΜΕΝΟΣ ( Γεροντας Παισιος )


 


          


          




-Γέροντα, γιατί πολλοί άνθρωποι , ενώ τα έχουν όλα ,νιώθουν άγχος και στενοχώρια;

-Όταν βλέπετε έναν άνθρωπο να έχη μεγάλο άγχος, στενοχώρια και λύπη, ενώ τίποτε δεν του λείπει, να ξέρετε ότι του λείπει ο Θεός.

Όποιος τα έχει όλα, και υλικά αγαθά και υγεία, και, αντί να ευγνωμονή τον Θεό , έχει παράλογες απαιτήσεις και γκρινιάζει, είναι για την κόλαση με τα παπούτσια. Ο άνθρωπος, όταν έχη ευγνωμοσύνη, με όλα είναι ευχαριστημένος. Σκέφτεται τί του δίνει ο Θεός κάθε μέρα και χαίρεται τα πάντα. Όταν όμως είναι αχάριστος, με τίποτε δεν είναι ευχαριστημένος γκρινιάζει και βασανίζεται με όλα. Αν, ας πούμε, δεν εκτιμάη την λιακάδα και γκρινιάζει, έρχεται ο Βαρδάρης και τον παγώνει ...; Δεν θέλει την λιακάδα θέλει το τουρτούρισμα που προκαλεί ο Βαρδάρης.

-Γέροντα, τί θέλετε να πήτε μ' αυτό;

-Θέλω να πω ότι, αν δεν αναγνωρίζουμε τις ευλογίες που μας δίνει ο Θεός και γκρινιάζουμε, έρχονται οι δοκιμασίες και μαζευόμαστε κουβάρι. Όχι, αλήθεια σας λέω, όποιος έχει αυτό το τυπικό , την συνήθεια της γκρίνιας, να ξέρη ότι θα του έρθη σκαμπιλάκι από τον Θεό, για να ξοφλήση τουλάχιστον λίγο σ' αυτήν την ζωή. Και αν δεν του έρθη σκαμπιλάκι , αυτό θα είναι χειρότερο, γιατί τότε θα τα πληρώση όλα μια και καλή στην άλλη ζωή.

-Δηλαδή , Γέροντα, η γκρίνια μπορεί να είναι συνήθεια;

-Γίνεται συνήθεια, γιατί η γκρίνια φέρνει γκρίνια και η κακομοιριά φέρνει κακομοιριά. Όποιος σπέρνει κακομοιριά, θερίζει κακομοιριά και αποθηκεύει άγχος. Ενώ , όποιος σπέρνει δοξολογία, δέχεται την θεϊκή χαρά και την αιώνια ευλογία. Ο γκρινιάρης, όσες ευλογίες κι αν του δώση ο Θεός, δεν τις αναγνωρίζει. Γι' αυτό απομακρύνεται η Χάρις του Θεού και τον πλησιάζει ο πειρασμός τον κυνηγάει συνέχεια ο πειρασμός και του φέρνει όλο αναποδιές, ενώ τον ευγνώμονα τον κυνηγάει ο Θεός με τις ευλογίες Του.

Η αχαριστία είναι μεγάλη αμαρτία, την οποία ήλεγξε ο Χριστός. «Ουχ οι δέκα εκαθαρίσθησαν; οι δε εννέα πού», είπε στον λεπρό που επέτρεψε να Τον ευχαριστήση . Ο Χριστός ζήτησε την ευγνωμοσύνη από τους δέκα λεπρούς όχι για τον εαυτό Του αλλά για τους ίδιους, γιατί η ευγνωμοσύνη εκείνους θα ωφελούσε.

Ατο βιβλίο: «ΠΑΘΗ ΚΑΙ ΑΡΕΤΕΣ» ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ ΛΟΓΟΙ Ε΄
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...