Tuesday, January 8, 2013

Υπάρχουν αρρώστιες και ατυχήματα...από κατάρα!



Πολλές αρρώστιες που δεν βρίσκουν οι γιατροί από τι είναι, μπορεί να είναι από κατάρα. Τι να βρουν οι γιατροί, την κατάρα;
Μια φορά μου έφεραν στο Καλύβι έναν παράλυτο. Ολόκληρος άνδρας δεν μπορούσε να καθήση. Το κορμί του ήταν τεντωμένο σαν ξύλο. Τον κουβαλούσε ένας στην πλάτη και ένας άλλος τον κρατούσε από πίσω. Του έβαλα δυό κούτσουρα και ακουμπούσε λίγο ο καημένος. Μου λένε αυτοί που τον συνόδευαν: "Από δεκαπέντε χρονών παιδί είναι σ' αυτήν την κατάσταση και έχουν περάσει δεκαοκτώ χρόνια από τότε". "Μα πως στα καλά καθούμενα να το πάθη αυτό; είπα. Δεν μπορεί, κάτι συμβαίνει".
Έψαξα από δω-από 'κει και βρήκα ότι κάποιος τον είχε καταρασθή. Τι είχε συμβή; Κάποτε πήγαινε με το αστικό στην σχολή του και καθόταν σε μια θέση τεντωμένος. Σε κάποια στάση μπήκε ένας ηλικιωμένος παπάς και ένα γεροντάκι και στάθηκαν όρθιοι δίπλα του. Τότε του είπε ένας: "Σήκω, να καθήσουν οι μεγάλοι". Αυτός τεντώθηκε ακόμη περισσότερο στο κάθισμα, χωρίς να δώση σημασία. Οπότε το γεροντάκι που στεκόταν όρθιο του λέει: "Τεντωμένος να μείνης και ποτέ να μην μπορής να καθήσης". Και η κατάρα έπιασε.
Βλέπεις, είχε αναίδεια ο νέος. Σου λέει: "Γιατί να σηκωθώ, αφού την πλήρωσα την θέση;" Ναι, αλλά και ο άλλος πλήρωσε και είναι ηλικιωμένος, σεβάσμιος, και στέκεται όρθιος και εσύ είσαι μικρό παιδί, δεκαπέντε χρονών, και κάθεσαι. "Από αυτό είναι, του λέω. Κοίταξε να μετανοήσης, για να γίνης καλά, χρειάζεται μετάνοια". Ο καημένος, μόλις το κατάλαβε λίγο και το αναγνώρισε, αμέσως τακτοποιήθηκε.


Πόσα από αυτά που συμβαίνουν σήμερα είναι από κατάρα, από αγανάκτηση. Και όταν εξοντώνωνται ολόκληρες οικογένειες ή πεθαίνουν πολλά άτομα από μια οικογένεια, να ξέρετε, είναι ή από αδικία ή από μάγια ή από κατάρα.
Ένας πατέρας είχε ένα παιδί που όλο γύριζε. Μια φορά του λέει αγανακτισμένος: "Να έλθης μια και καλή". Το παιδί εκείνο το βράδυ, καθώς ερχόταν στο σπίτι, ακριβώς έξω από την πόρτα, το χτύπησε ένα αυτοκίνητο και έμεινε στον τόπο. Τον πήραν οι φίλοι του σκοτωμένο και τον πήγαν μέσα στο σπίτι του. Ήρθε μετά ο πατέρας στο Καλύβι και έκλαιγε. "Το παιδί μου σκοτώθηκε έξω από την πόρτα του σπιτιού μου", έλεγε. Από 'δω-από 'κει, μετά μου λέει: "Του είχα πει μια κουβέντα". "Τι του είπες;" του λέω. "Αγανάκτησα που ξενυχτούσε και του είπα: "Να έρθης μια και καλή!" Μήπως ήταν απ' αυτό"; "Εμ, από τι ήταν; του λέω. Κοίταξε να μετανοήσης, να εξομολογηθής". "Αυτήν την φορά να έρθης μια και καλή", του είπε, και το παιδί το έφεραν νεκρό. Άντε μετά να χτυπιέται ο πατέρας.

  Γεροντας Παισιος

The 7 Deadly Sins- Constantine Zalalas


“What goes into the mouth…”


 



Even though fasting is clearly documented in the Holy Scriptures,
some people still challenge this commandment of God. Often times the
words of our Lord “not what goes into the mouth, but what comes out
defiles man” are misused to claim that neither does God require us to fast,
nor is it a sin if someone chooses not to fast. Let us examine this Gospel
verse to see what exactly is recorded.
The scribes and Pharisees once asked our Lord: “Why do Your
disciples transgress the tradition of the elders? For they do not wash their
hands when they eat bread” (Mt. 15:2).
This question evidently refers to why Christ’s disciples did not wash
their hands before eating. It makes no mention of fasting. Thus Christ
responded: “Hear and understand: not what goes into the mouth defiles a
man, but what comes out of the mouth, this defiles a man” (Mt. 15:11).
That is to say, even if the food or our hands are not perfectly clean and we
consume foreign particles, this will not render us sinful before God. Why?
Because “whatever enters the mouth goes into the stomach and is
eliminated.”
Evil desires, however, which are contrary to the law of God, which
originate from within man, and which man externalizes, are what render
man sinful before God. “For out of the heart proceed evil thoughts,
murders, adulteries, fornications, thefts, false witness, blasphemies. These
are the things that defile a man. But to eat with unwashed hands,”
underlines the Lord, “does not defile a man” (Mt. 15:18-19).
It is thus evident that Christ’s statement that “what goes into the
mouth does not defile man” is in no way related to nor negates the
commandment of fasting.

Examples of true love







 


Agathon, our holy father among the saints, is commemorated by our
Church on January 8th. This righteous man who attained perfect love made
the following remarkable statement: “If it were possible for me to give my
body to someone with leprosy and for me to take his body, I would gladly
do so; because this is perfect love.”
One of his few possessions was a small gardening tool. One day,
another monk who was visiting the saint commented that the gardening
tool was very nice. Subsequently, abba Agathon insisted that the visitor
take it, and he did not permit him to leave until he accepted to take the
small gardening tool with him.
One time, this saint went to the city to sell certain items that he had
fabricated. In the city square, he saw a crippled man who was laying on the
ground, and who had no one to look after him. The elder took the man to
an inn and rented a room for him. He used part of the money he earned
from selling his handicrafts to pay for the room, and he spent the
remainder to purchase things needed for the sick man. He stayed with the
destitute man for four months until he became better, and then he left for
his hut with a peaceful conscience.
Another time, while on his way to the city to sell various small items,
abba Agathon came across a leper who was sitting at the side of the road.
The man asked him, “where are you headed?” “To the city to sell these
items,” replied abba Agathon. “Do me a favor,” said the man, “lift me up
and take me there.” So abba Agathon lifted him and carried him toward the
city. The poor man then told him, “set me down wherever you’re going to
sell your items.” Once again, abba Agathon did as he requested. In
following, when abba Agathon sold his first item, the man asked him: “How
much did you sell it for?” “This much,” the elder replied. “Buy me a small
pie,” requested the pauper. And he bought it for him. Each time he sold
something, the poor man would ask: “How much did you sell this for?” And
abba Agathon would respond, “this much.” And every time the man would
request, “buy me this thing,” the saint would buy it for him. Finally, after he
had sold all his handicrafts and was preparing to leave, the leper asked
him: “Are you leaving?” “Yes,” he replied. “Do me one more favor and take
me back to the place where you found me.” And so, he lifted him up on his
back and took him back to the same spot. After abba Agathon set him
down and turned to leave, he heard the man saying: “Blessed art thou, O
Agathon, by the Lord of the heaven and the earth.” And when the elder
looked back, he saw no one. It was an angel of the Lord who had come to
test him.
Through his holy prayers, may Christ our God grant us such love
also. Amen.
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...