Thursday, November 22, 2012

Το πάθος της ζήλιας : ( Όσιος Άνθιμος της Χίου )

  
 
 
Αυτό το πάθος μπορεί να τον φέρει σε μεγάλα κακά κάποιο.Η ζήλια σε βάζει να κακοποιήσης τον άλλο,να τον κατακρίνεις,να τον φθονήσης,να τον καταλαλήσης,να τον προδώσεις.Όσο μεγαλώνει ο άνθρωπος τόσο αυξάνεται και το πάθος.Με άλλο μέσω δεν εξαλείφεται παρά μόνο με την παράκληση προς τον Θεόν,με την καθαρά εξομολόγηση και με την περιφρόνηση προς το πάθος αυτό.
Ακόμα και τα ζώα έχουν την ζήλεια.Αλλά τα ζώα καθώς και το παιδί αν ζηλεύουν δεν αισθάνονται,εμεις ομως άνθρωποι με λογική πρεπει να έχουμε τετοια πάθη?Ποτε δε προοδευει εκείνος που νοιώθει ζήλεια,όλοι το έχουμε αυτο το κακό,άλλος όμως το πολεμάει και άλλος το μετριάζει.Όταν το πολεμάς δε σε βλάπτει.Αυτό το πάθος σε κάνει φθονερό,μισάδελφο,θυμώδη,γεμάτο κακία.Εαν κανείς δεν επιμεληθη να το εξαλείψη απο μέσα του θα τον καταφάγη
Πηγή:Απόσπασμα απο το βιβλίο Άγιου Ανθίμου Χίου "Διδαχές πνευματικές-Άρτος ζωής" Ιερά Μονή Παναγίας Βοήθειας Χίου

Μοναχή Ευπραξία υποτακτική του Γέροντος Ιωσήφ του Ησυχαστού

 

Ήταν παντρεμένη και είχε ένα παιδί τον Ιωάννη, τον οποίο άφησε μικρό και τελείως πτωχό στην μητέρα της για τον έρωτα του Χριστού.
Υπήρξε ευκατάστατη, είχε 4 σπίτια στην Κωνσταντινούπολη και θείο Αρχιμανδρίτη από τον οποίο κληρονόμησε Άγια Λείψανα που τα διαμοιράστηκαν αργότερα οι πατέρες της συνοδείας του Γέροντος Ιωσήφ.
Όταν ήλθαν στην Ελλάδα, μαζεύτηκαν και άλλες γυναίκες που είχαν μεγάλο ζήλο για τον Μοναχισμό και την ευχή και υπό την καθοδήγηση του Γέροντος Ιωσήφ έκαναν Μοναστήρι κυρίως από τα χρήματα της Γεροντίσσης Ευπραξίας αλλά και από άλλες στα μέρη της Θράκης (μεταξύ Ξάνθης και Κομοτηνής). Δυστυχώς υπήρχε μεταξύ τους αντιζηλία, φιλονικίες κτλ. και έβγαινε κάθε τόσο από το Άγιον Όρος ο Γέρων Ιωσήφ και τις βοηθούσε. Οι έξοδοι αυτές από το Όρος ήταν η αιτία να στενοχωριέται και να θλίβεται ο πατήρ Αρσένιος, διότι έπρεπε να βγαίνη και αυτός μαζί του και δεν ήθελε. Ήσαν «συμφωνηταί» – τους είχε διαβάσει Ιερέας – και δεν είχαν ευλογία να χωρίσουν ούτε ένα 24ωρο.


Αυτά έγιναν – δηλαδή το κτίσιμο της Μονής – μετά τα 8 χρόνια του πειρασμού του Γέροντος, όταν πια ήταν τελείως απαθής, σαν μικρό παιδί.
Οι Ιερείς όμως της ενορίας, κατηγόρησαν το Γέροντα για πολλά και μεταξύ αυτών και για ηθικά ζητήματα και του έκαναν δίκη, στην οποία δεν παρουσιάστηκε ο Γέροντας. Εν τω μεταξύ και ο κόσμος από απλότητα έκαναν υπερβολές π.χ. όταν τον έβλεπαν έλεγαν «ο Χριστός, ο Χριστός!» καθ’ όσον είχε γκριζογάλανα μάτια και ξανθά γενάκια κ.τ.λ.
Όταν κατάλαβε ο Γέροντας ότι δεν υπάρχει ωφέλεια, δεν ξαναπήγε στο Μοναστήρι. Αυτό συνέβη γύρω στο 1938. Οι αδελφές, μια γιατί δεν πήγαινε ο Γέροντας, μια γιατί τις κυνηγούσαν οι ιερείς της ενορίας, διαλύθηκαν. Όλες όμως κρατούσαν γερά στην Μοναχική παράδοση. Πολλές από αυτές αγίασαν. Δύο πήγαν στην Μονή της Παναγίας της Πευκοβουνογιατρίσσης στην Κερατέα (Ευφροσύνη, Φεβρωνία), άλλη ήταν η ΚλαιοΜαρία του Περισσού. Η Γερόντισσα Ευπραξία πήγε στη Θεσσαλονίκη και έμενε πολύ φτωχικά σε ένα καμαράκι με χώμα στο πάτωμα (κοντά στον Προφήτη Ηλία), μαζί με την μάνα της, στην αυλή του σπιτιού του αδελφού της.
Ο Γέρων Ιωσήφ, επειδή την είδε ότι ήταν γερή στην ευχή, της έδωσε εντολή να κλειστή μέσα και της έδωσε ησυχαστικό τυπικό, να ασχοληθή μόνο με την «ευχή». Να μην βγαίνη, να μην έχη φιλίες.
Στην ερώτησή της για το πως θα διαιτάται εκείνος της απάντησε: «Εγώ θα σε φροντίσω, θα σου στέλνω τα προς χρείαν, μόνο εσύ να καθήσης μέσα… Αν χρειαστή κοσμικά ρούχα θα φορέσω και θα βγώ στον κόσμο να δουλέψω για να σου στέλνω». Και πράγματι της έστελνε. Αυτή κλείστηκε μέσα, δεν την γνώριζε σχεδόν κανείς. Εκκλησιαζόταν αλλά στην Ενορία δεν είχε κουβέντες και γνωριμίες. Έκανε πως δεν ήξερε καλά τη γλώσσα και έτσι απέφευγε. Λίγο πιο πέρα από το καλυβάκι της ήταν άλλο καλυβάκι και εκεί πήγαινε. Έκλεινε τα εξώφυλλα των παραθύρων για να είναι σκοτεινά και έλεγε την ευχή. Για όσους την γνώρισαν ήταν ο αββάς Ισαάκ στην πράξη. Ζούσε με απόλυτη πτωχεία στην ησυχία. Υπήρξε πολύ αγωνίστρια και κατανυκτική. Πληροφορίες γι’ αυτήν πήραμε από το Ιερόν Κοινόβιο «Ευαγγελισμός της Θεοτόκου» Οινουσσών Χίου.
Στο παράρτημα δημοσιεύουμε αποσπάσματα από επιστολές της οσίας μητρός προς κάποιον ιερομόναχο.
Αποσπάσματα από αλληλογραφία
της Γεροντίσσης Εύπραξίας του Ιωσήφ
προς Ιερομόναχο τινά
Διαβάζοντας κανείς γεύεται τη γλύκα της κατανυκτικής της καρδιάς…
«…Ο Θεός Τατλή Ιησούς μας, Παναγία Θεοτόκος μας, Μητέρα μας να γίνη, να προστατεύη πάντοτε, να φυλάγη, μέσα στην καρδιά σου να καθίση. Κάθε λεπτό να του πής. Τατλή Ιησούμ! άχ Τατλή Ιησούμ, τατλή Βασιλέμ. Θεοτόκος μας να το πής. Να κλαις από τη φωτιά στην καρδιά σου, την αγάπη σου στο Χριστό μας, ν’ ανάψη μέσα σου. Αχ, άχ, άχ κάθε αναπνοή σου. Αμάν. Εγώ αμαρτωλή εύχομαι νύκτα – ημέρα με θερμά δάκρυα. Είμαι υποχρεωμένη, είμαι φορτωμένη. Πως να το δώσω τον Θεόν λόγια. Ελεημοσύνη τρώγω. Κλαίω άχ, άχ πολύ παρακαλώ, να μή λησμονάς το όνομά μου να μνημονεύης. Εάν ακούσης πέθανε Ευπραξία, ένα 40λείτουργο να κάμνης, θα με πάρης από την κόλαση. Είμαι στον κόζμο κολαζμένη. Δεν είμαι άκξια να πάγω Παράδεισος. Το δικό σας προσευχή, ευσπλαχνία του Τατλή Ιησού μας ελπίζω».
«…Τατλή Ιησού μας να έλθη (στην) καρδιά σου ν’ ανάπψη μέσα σου, να γίνης φως, να καταλάβης Τατλή Ιησού μας… που κάμνεις προσευχή με το κομβοσχοίνιον «Κύριε, Ιησού Χριστέ Υιέ του Θεού ελέησον ημάς». Αυτά να λες να εύρης γλύκα (απόγλυκα) να κλαις νύκτα ημέρα, όλο το σώμα ν’ αγιάζης, να καταλάβης εάν τατλή Ιησού μας έρχεται καρδιά σου, αυτή γίνι (γίνεται), το σώμα γίνι (γίνεται) σαν λάστιχο. Βγαίνει κοζμικό σώμα, έρχεται άγιο σώμα. Το σώμα λέγει, δουλεύει σαν το ωρολόγιον. Κύριε Ιησού μου, Χριστέ μου, Υιέ του Θεού ελέησον ημάς, λέγει μέσα σου. Όλο το σώμα δε σταματάγει. Αυτά τα κερδίζεις με σιωπή, σκοτεινά, ούτε φως να γίνη. Σκέπασε (με) το κουκούλιον το πρόσωπόν σου να πής την ευχή. Το σώμα αγιάζει, νεκρό γίνεται.
Τότε να ιδής τι εστάνη (αισθάνεσαι), τον άγιο Γέροντά μας. Προσευχή να βοηθήση να κατοίκηση μέσα στον Τατλή Ιησούς μας. Αμήν.
Εγώ αμαρτωλή εύχομαι χρυσό παιδάκι μου… να γίνη μέσα σου φως. Ο πειραζμός να φοβηθή κοντά σου, να μην έλθη να κάπψη (να καή).
Εγώ έδωσα ο Θεός πλούτον, και εγώ τον Θεόν αγάπη έδωσα, τον Θεόν υπακουγή τον Γέροντα μου.
Άγιος Γέροντας μου έταξε. Μη φοβάσαι, εγώ θα (σε) κοιτάξω. Θα φορέσω κοζμικά ρούχα, θα δουλέψω να σε κοιτάξω. Που είναι; Από μένα πρώτα πέθανε. Άγιασε….
Έως τώρα ο Θεός δε με άφησε, αλλά πολλά υπόφερα από τον αγώνα. Τώρα γραία είμαι, άρρωστη είμαι, βρογχικό άσθμα έχω.
[Τατλη Ιησουμ = γλυκύς Ιησούς]
Δωρεάν πολλά (μου) έδωσε ο Θεός. Ολόκληρο το σώμα μου λέγει (την) ευχή. Από την γλύκα της ευχής ανάβει μέσα μου. άχ, άχ, άχ Τατλή Ιησούμ κλαίω, δε μπορώ, πάρτο ψυχή μου, πάρτο, κλαίω δεν είμαι άξια να πώ την ευχή, κλαίω.

Faith






                                

   Faith is the door to mysteries.What the bodily eyes are to sensory objects,
the same is faith to the eyes of the intellect that gaze at hidden treasures.

    Even as we have two bodily eyes, we possess two eyes of the soul,
as the Fathers say : yet both have not the same operation with respect
to divine vision.

   With one we see the hidden glory of God which is concealed in the
natures of things, that is to say , we behold His might, His wisdom, and
His eternal providence for us which we understand by the magnitude
of His governance on our behalf.

   With the same eye we also behold the heavenly orders of our fellow
servants. With the other we behold the glory of His holy nature.
When God is pleased to admit us to spiritual mysteries, He opens
wide the sea of faith in our minds.


Saint Isaac the Syrian
( Ascetical Homilies of Saint Isaac the Syrian, Homily 46 )

On guarding oneself




                                
He who restrains his mouth from speech, guards his heart from the passions.
The man who cleanses his heart from the passions, beholds the Lord at every
moment and he whos e meditation is always upon God, drives away the
demons from himself and uproots the seed of their wickedness.

   
Ascetical Homilies of Saint Isaac the Syrian

Ιερά Μονοπάτια. Η Κυρά. (Ι.Μ. Παναγίας Προυσιώτισσας) Video

Eight points For Our Spiritual growth : Elder Paisios


                                                   
The following is advice Elder Paisios gave on spiritual growth after he was asked for his blessing by a visitor:
1. You must take care of the purification of your soul on a daily basis.
2. You must acquire divine justice and not logic, for only then the grace of our Christ will come to you.
3. Before you do something, think if Christ wants you to; the, act accordingly.
4. You must perfectly practice obedience, so you may later talk to others about the virtue of obedience.
5. The "no" you say to people must be "no", and the "yes" must be "yes". Do not pretend, but say whatever you think, even if it hurts the other person; say it in a good manner, however, and also give some explanations.
6. You must have and maintain this spiritual dignity; always pay attention to what pleases your fellow monks and not to what pleases yourself.
7. Everyday, you should read a section from the New Testament for the purification of your soul.
8. Do not look at what other people do, or examine how, and why they do it.
Your own goal is the purification of your soul and the perfect submission of your mind to divine grace. So everything for the sake of your goal; pray, study, say humbly the Jesus prayer, being aware that you absolutely need God's mercy. In other words, pay attention to your spiritual work.
This is advice we can all benefit from.

Source: elder Paisios of the Holy Mountain, pp 25-26

Rapid prayer

 


Is it possible to pray rapidly without injuring the effect of the prayer? It is possible to those who have learned to pray inwardly with a pure heart. During prayer it is necessary that your heart should sincerely desire that which you ask for, should feel the truth of what you are saying, and this comes naturally to a pure heart. That is why it is capable of praying even rapidly, and at the same time agreeably, to God, as the rapidity in this case does not injure the truth (sincerity) of the prayer. But for those who have not attained the capability of praying sincerely it is necessary to pray slowly, waiting for a corresponding echo in the heart to each word of the prayer. And this is not always soon given to men unaccustomed to prayerful contemplation. Therefore, for such men, it must be laid down as an absolute rule to pronounce the words of the prayer slowly, and with pauses. Wait until every word gives back its corresponding echo in your heart.


- Excerpt taken from the book “My Life in Christ” by St. John of Kronstadt
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...