Ο Άγιος Ραφαήλ είναι «γνωστός» για τα θαύματα και για την δύναμη της αγάπης που δείχνει στους πιστούς του! Ακόμη ένα από τα θαύματά του έγινε γνωστό σε έναν συνάνθρωπο που τον είχε ανάγκη.
«Μια Κυριακή ήλθε στην Ιερά Μονή του Αγίου Ραφαήλ στο Άνω Σούλι του Μαραθώνα, ο κ. Γιώργος Κ. με την οικογένειά του. Προσκύνησε στον Ιερό Ναό του Αγίου Ραφαήλ και τόπο εμφανίσεώς Του, έκανε την προσευχή του, ζήτησε και πήρε λαδάκι από την ακοίμητη κανδήλα του Αγίου Ραφαήλ και αφού συζήτησε κάποια θεολογικά θέματα με τους πατέρες της Ιεράς Μονής, αποχώρησε. Τις επόμενες μέρες, λοιπόν, ο Άγιος του ικανοποίησε όλα αυτά τα οποία ζήτησε στην προσευχή του, ενώ παράλληλα, βάζοντας το λαδάκι στη μέση του στην οποία είχε χρόνιους πόνους και ταλαιπωρούταν, του πέρασαν αυτοστιγμεί. Περιχαρής, λοιπόν και ιδιαίτερα συγκινημένος, ξαναήλθε την επόμενη Κυριακή μαζί με την οικογένειά του για να ευχαριστήσει τον Άγιο Ραφαήλ.
Εδώ ακολούθησε και άλλο θαύμα:
Στο Μοναστήρι έφτασαν στις 3.00 η ώρα το μεσημέρι. Είπαν μεταξύ τους, όπως ομολόγησαν μετά στους πατέρες της Μονής, ότι εάν έβρισκαν κλειστή την πόρτα του μοναστηριού δεν θα χτυπούσαν το κουδούνι, για να μην ενοχλήσουν τους πατέρες, εφόσον ήταν ώρα ξεκούρασης.
Και ενώ οι πατέρες πάντοτε κλείνουν την πόρτα της Ιεράς Μονής το μεσημέρι (αλλά και κάθε στιγμή που δεν είναι παρών στην είσοδο της Μονής κάποιος από τους πατέρες), εκείνοι βρήκαν την πόρτα ανοικτή!!! Και έτσι μπήκαν να προσκυνήσουν. Έγιναν δε αντιληπτοί από τους πατέρες όταν έμπαιναν στον ναό του Αγίου Ραφαήλ. Αυτό ήταν πραγματικά ένα θαύμα του Αγίου Ραφαήλ, διότι οι πατέρες πάντοτε προσέχουν πολύ να μην είναι ανοικτή η πόρτα, διότι περνούν συχνά κοπάδια με κατσίκια τα οποία υπάρχει κίνδυνος να εισέλθουν στον προαύλιο χώρο της Μονής, και να καταστρέψουν τα δένδρα και τα λουλούδια.
Ο Άγιος Ραφαήλ, λοιπόν, ο οποίος επιθυμούσε να εισέλθουν οι ευλαβείς προσκυνητές και φίλοι του πού είχαν έλθει για να Τον ευχαριστήσουν έδειξε για άλλη μια φορά την έμπρακτη αγάπη Του και την πρόνοιά Του. Από τότε ο κ. Γιώργος Κ. και η οικογένειά του είναι δεμένοι με το μοναστήρι του Αγίου Ραφαήλ και αναγνωρίζουν τον Άγιο Ραφαήλ ως προστάτη και στήριγμά τους και τους πατέρες της Ιεράς Μονής Του ως φίλους και δικούς τους ανθρώπους, όπως και πράγματι είναι.
Επισκέπτονται δε συχνά τον Άγιο Ραφαήλ, για να Του αποδώσουν τιμές, να πάρουν την ευχή και την ευλογία Του και να Του δείξουν την ευγνωμοσύνη τους, η οποία με τόσο προφανή τρόπο φάνηκε ότι ήταν πολύ ευπρόσδεκτη από τον Άγιο Ραφαήλ.
Μάλιστα, τα θαυμαστά σημεία του Αγίου Ραφαήλ συνεχίστηκαν και στην εργασία του κ. Γιώργου Κ., καθώς από τότε που προσκύνησε τον Άγιο Ραφαήλ για δεύτερη φορά και ενώ υπήρχε οικονομική κρίση παντού, σε εκείνον ερχόντουσαν οι παραγγελίες η μία μετά την άλλη και άρχισε να κλείνει σημαντικές εμπορικές συμφωνίες για μεγάλες ποσότητες εμπορευμάτων. Η πρόοδός του ήταν τόσο ξαφνική και μεγάλη που ο ίδιος έμεινε εκστατικός και έκθαμβος και συχνά επαναλάμβανε μονολογώντας: Θαυμαστός ο Θεός εν τοις Αγίοις Αυτού… Έστειλε μάλιστα στον Άγιο Ραφαήλ και άλλους φίλους του, που είχαν πρόβλημα με την εργασία τους με την ελπίδα ότι θα βοηθήσει και κείνους, κάτι που όντως έγινε».
«'Οταν ευχεσθε σε κάποιον για την ονομαστική τον γιορτή (ή καί για οτιδήποτε άλλο, συμπληρώνουμε), να του λέτε: Σον ευχόμαστε χρόνια πολλά καί εόάρεστα στο Θεό».(Ίερομ. Χριστοδούλου, Ό Γέρων Παΐσιος, σελ. 237).
Ή αξία καί σημασία των ευχών. Κατά πρώτον, αξίζει να σημειώσουμε το πόσο σημαντικό είναι να ευχόμαστε καλά πράγματα για τους συνανθρώπους μας.'Αν ή κατάρα «πιάνει» πολλές φορές, πού σημαίνει ότι το πονηρό περιεχόμενο της καρδίας μας μπορεί να επιδράσει αρνητικά στους άλλους, το ίδιο κι ακόμη περισσότερο μπορεί να επιδράσει ή ευχή μας καί ό καλός μας λόγος. Καί τούτο γιατί το καλό, ως προερχόμενο από τον παντοδύναμο Θεό, είναι ισχυρότερο από το κακό καί ή θε-τική στάση μας απέναντι στους άλλους, όπως φανερώνεται από τίς ευχές μας, μπορεί να λειτουργήσει ως χάδι καί βάλσαμο στις ψυχές τους. Προϋπόθεση βεβαίως γι' αυτό είναι ότι οί ευχές μας ανταποκρίνονται στίς προθέσεις μας, δηλ. ευχόμαστε στους άλλους, γιατί πραγματικά καί αληθινά τους αγαπάμε ή τέλος πάντων τους συμπαθούμε. Διαφορετικά οι ευχές μας είναι υποκριτικές, γεγονός πού εύκολα το επισημαίνει ό πλησίον μας πού τίς δέχεται. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αρνητικής καί θετικής αντίδρασης σε κατάρα καί ευλογία αντίστοιχα είναι το γνωστό περιστατικό, πού καταγράφεται στο Γεροντικό, από τη ζωή του οσίου Μακαρίου.Κάποτε, λέγει ή ιστορία, ό υποτακτικός του οσίου συνάντησε στο δρόμο του έναν ειδωλολάτρη ιερέα, τον όποιον απερίσκεπτα έβρισε, χαρακτηρίζοντας τον σατανά. Εκείνος τόσο θύμωσε από την άνεπάντεχη προσβολή, πού έσπασε το ραβδί του στίς πλάτες του καλόγερου, αφήνοντας τον μισοπεθαμένο. Σέ λίγο φάνηκε κι ό όσιος Μακάριος, ό όποιος συναντώντας τον ειδωλολάτρη ιερέα έσπευσε να τον χαιρετίσει καί να του ευχηθεί. Εκείνος κοντοστάθηκε σαστισμένος καί ρώτησε: – Τι καλό είδες σε μένα, άββα, καί μου μιλάς έτσι; -Σέ βλέπω πού τρέχεις, του είπε ό όσιος, καί λυπάμαι πού δεν έχεις ακόμη καταλάβει πώς μάταια κοπιάζεις. Κατανύχτηκε ή ψυχή του ειδωλολάτρη από τα γεμάτα αγάπη λόγια του οσίου καί γι' αυτό τον χαρακτήρισε άνθρωπο του Θεού, εν αντιθέσει με τον άλλο κακόγερο, όπως του είπε, πού του κακομίλησε. Τελικά, το συναπάντημα αυτό ήταν ή αφορμή για τη μεταστροφή του ειδωλολάτρη στο Χριστιανισμό, άφού προηγουμένως ζήτησε καί τη συγγνώμη του οσίου για την κακομεταχείριση του μαθητή καί υποτακτικού του."Ωστε ό λόγος ό καλός, όπως καί οί ευχές πού ανταλλάσσουμε τίς ημέρες των μεγάλων εορτών, κάνει τον κακό καλό, ενώ ό κακός λόγος καί τον καλόν ακόμη τον ερεθίζει. Τα «χρόνια πολλά καί ή καλή χρονιά» λοιπόν έχουν ά-ξία και σημασία, έστω κι αν ίσως δεν το καταλαβαίνουμε όσο πρέπει.
2. Ή χριστιανική κατανόηση των ευχών. Χρειάζεται όμως να προχωρήσουμε σ' αυτό πού επισημαίνει ό γέρων Παΐσιος: ή ευχή μας για χρόνια πολλά σε κάποιον να συμπληρώνεται καί με το «εύάρεστα στο Θεό». Γιατί άραγε έκανε την παρατήρηση αυτή ό άγιος Γέροντας; Μα ασφαλώς, γιατί ήξερε ότι το καλό τότε μόνον είναι πράγματι καλό, όταν σχετίζεται με το Θεό. Εκείνος είναι ή απόλυτη και μοναδική πηγή του, όπως το βεβαίωσε καί το άψευδές στόμα του Κυρίου: «Ουδείς αγαθός, ειμή εις, ό Θεός» (Ματθ. 19,18)!Χωρίς συσχέτιση του άγαθού καί κάλου με το Θεό, παίρνει αυτό τέτοιο περιεχόμενο, ανάλογο με το υλικό πού έχει κανείς στη ψυχή καί την καρδιά του. Κι όταν λείπει ό Θεός από την ψυχή του ανθρώπου, τότε είναι γεμάτη αυτή από κακίες καί πάθη και δαιμονικές ενέργειες, άρα και το θεωρούμενο καλό από το συγκεκριμένο αυτό άνθρωπο, σταματά να είναι καί γνησίως καί αληθινά καλό. 'Ετσι ή ευχή «καλή χρονιά» πράγματι έχει νόημα καί είναι αληθινή, όταν κατανοείται ως εύάρεστη στο Θεό. Καί εύάρεστο στο Θεό γίνεται εκείνο πού τελεί εν υπακοή προς το θέλημα Του, άρα καλή θα είναι ή χρονιά για τον καθένα μας, όταν την κάθε στιγμή μας τη ζούμε έτσι, ώστε να τηρούμε το θέλημα Εκείνου. Ποιο είναι το θέλημα του Θεού, τώρα, με το όποιο πρέπει να γεμίζουμε το χρόνο μας; Ή πίστη μας σ' Αυτόν καί ή αγάπη μας στον κάθε συνάνθρωπο μας. «Αυτή εστίν ή εντολή τον Θεού' ίνα πιστεύσωμεν τω ονόματι τον υιου Αυτού καί άγαπώμεν αλλήλους» (Α' Ίω.3, 23). Στή διπλή αυτή εντολή συμπυκνώνεται κάθε επιμέρους εντολή του Θεού, κι αυτό θα πει ότι, όταν ό Χριστιανός εύχεται εκ καρδίας «Χρόνια πολλά καί καλή χρονιά»,είναι σαν να λέει: «Είθε να ζήσεις πολλά χρόνια, με εναπόθεση της ζωής σου στα χέρια του Θεού, μακριά από άγχη,στενοχώριες, μελαγχολίες, καταθλίψεις, φοβίες, γιατί όλααυτά δείχνουν όλιγοπιστία ή απιστία στο Θεό. Καί παράλληλα να διαθέσεις τη ζωή σου στην εξυπηρέτηση του συνανθρώπου σου, γενόμενος αρωγός στην κάθε δύσκολη στιγμή του, κλαίγοντας στο κλάμα του καί χαίροντας στη χαρά του, γιατί αυτό θα πει αγάπη». Με τα δεδομένα αυτά οί ευχές πού λέγονται στην αρχή της κάθε χρονιάς, αφενός αποκαλύπτουν την ποιότητα της χριστιανικής μας συνειδήσεως, αφετέρου μπορούν να γίνουν το ερέθισμα για ένα δικό μας βαθύτερο προβληματισμό, πού θα πρέπει να μας οδηγεί σε μεγαλύτερη συναίσθηση του εαυτού μας, αλλά καί της θέσης καί του ρόλου μας μέσα στον κόσμο πού βρεθήκαμε. Κι ή θέση μας και ό ρόλος μας δεν είναι να είμαστε ανεύθυνοι καί χωρίς σκοπό, μα πλήρως εξαρτημένοι από το Θεό, παραθέτοντας συνεχώς «εαυτούς καί αλλήλους καί πασαν την ζωήν ημών Χριστω τω Θεώ». 3. Ό χρόνος δόθηκε προς μετάνοια. Τα παραπάνω είναι απόρροια της χριστιανικής θεωρήσεως του χρόνου. Κατανοούμε το χρόνια πολλά ως εύάρεστα στο Θεό, γιατί ό χρόνος δεν είναι μια άσκοπη ροή γεγονότων καί καταστάσεων. Μια τέτοια αντίληψη είναι καρπός απιστίας προς τον παντοδύναμο καί αιώνιο προσωπικό Θεό. Ό χρόνος, σύμφωνα με την πίστη μας, δόθηκε και δίνεται ως δωρεά από το Θεό στον άνθρωπο, προκειμένου να τον αξιοποιεί αυτός για τη σωτηρία του. «Εξαγοραζόμενοι τον καιρόν - κατά τον απόστολο - ότι αί ήμέραι πονηραί εισί(Έφ. 5,16).Με άλλα λόγια ό Θεός επιτρέπει να ζούμε, να παρατείνεται δηλ. μέσα στο χρόνο ή ζωή μας, για να μετανοούμε: να μεταστρεφόμαστε προς ό,τι ζήτα το πανάγιο θέλημα Του «άποστυγουντες το πονηρόν, κολλώμενοι τω άγαθώ» (Ρωμ. 12,9). Ό λόγος του Πνεύματος του Θεού δια στόματος Ιωάννη του Θεολόγου είναι σαφής: «"Εδωκα χρόνον, ίνα μετανοήση» (Άποκ. 2,21). Κι ό απόστολος Παύλος ερμηνεύοντας τη μακροθυμία του Θεού προς τον άμαρτάνοντα άνθρωπο σημειώνει: «Το χρηστόν του Θεού εις μετάνοιαν σε άγει» (Ρωμ. 2,4).Κατά συνέπεια, ζούμε για ν' αυξάνουμε τη σχέση μας με το Χριστό. Κάθε άλλη επιλογή του ανθρώπου αποτελεί προσβολή του Θεού και βλασφημία προς το άγιο θέλημα Του.
4. Ή χαρά για τον καινούργιο χρόνο. 'Ετσι ό μόνος πού μπορεί να χαίρεται για τον ερχομό κάθε φορά του νέου χρόνου, είναι ό πιστός Χριστιανός. Μόνον ό Χριστιανός μπορεί να βλέπει το χρόνο όχι ως πορεία προς το θάνατο, άλλ' ως πορεία, όπως είπαμε, προς μεγαλύτερη σχέση με τον κατεξοχήν αγαπημένο του, το Χριστό. Και φτάνει μάλιστα ό καθόλα συνεπής πιστός, ό άγιος, να επιθυμεί για το λόγο αυτό καί τον ίδιο θάνατο. Ό απόστολος Παύλος καί πάλι σημειώνει στους Φιλιππησίους: «'Εχω την έπιθυμίαν εις το άναλύσαι καί συν Χριστώ είναι» (1,23). 'Ηθελε να φύγει από τη ζωή αύτη, όχι γιατί μισούσε τον κόσμο καί τη ζωή, αλλά γιατί αγαπούσε περισσότερο την πηγή της ζωής, το Χριστό και τη Βασιλεία Του. Κι ό άγιος Ιωάννης της Κλίμακος επισημαίνει; «Ό άγιος επιθυμεί κάθε ώρα το θάνατο». Για το Χριστιανό λοιπόν υπάρχουν λόγοι χαράς για τον ερχομό του νέου χρόνου: τον φέρνει πιο κοντά στον αρχηγό της πίστης Του! Είναι ακατανόητη όμως η χαρά του απίστου και εκτός της Εκκλησίας ανθρώπου για τον καινούργιο χρόνο. Γιατί γιορτάζει αυτός; Επειδή θα έλθει μια ώρα γρηγορότερα στο θάνατο; Διότι στην πραγματικότητα ό κάθε νέος χρόνος είναι καί μια μείωση της επί γης ζωής του' μια ανάσα πιο κοντά στη φθορά. 'Ισως λοιπόν για το λόγο αυτό να ξενυχτάνε πολλοί γλεντώντας την παραμονή της Πρωτοχρονιάς; επειδή επιθυμούν να διασκεδάσουν τον υποσυνείδητο φόβο τους με τον επερχόμενο θάνατο.'Ετσι κι αλλιώς όμως! Για τους Χριστιανούς ό χρόνος έχει νόημα και σκοπό. Κι είμαστε ευτυχείς πού ό Θεός εν Χριστώ μας έχει δώσει τη χάρη να κατανοούμε την αλήθεια αυτή. Απομένει καί να την ενεργοποιούμε στη ζωή μας!
«Έχοντες Εικόνα σου την σεπτήν, ανύμφευτε Κόρη ως προπύργιον οχυρόν, προσφεύγομεν ταύτη, καιρώ τω των κινδύνων, και επηρείας πάσης απολυτρούμεθα». Ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης όταν συνέγραψε τον παρακλητικό κανόνα για την Παναγία την Γοργοϋπήκοο φυσικά θα είχε ακούσει και θα είχε δεί αρκετά θαύματα ώστε να τον πλουτίσει τόσο όμορφα. Ίσως κάποιοι να σκέπτονται πως, μήπως όλα αυτά είναι υπερβολή; Δεν σταμάτησε «ο ιατρός ο άμισθος» να θαυματουργεί καθημερινά. Αφήνω την κ. Ελισάβετ από την Θεσσαλονίκη να μας διηγηθεί πως η ίδια έζησε την παρουσία της Παναγίας της Γοργοϋπηκόου στην ζωή της και να μη ξεχνάμε, το θαύμα θέλει τάμα, θέλει θυσία. “Το δώρο θέλει αντίδωρο”!
Ας είναι βοήθεια μας, να προστατεύει την νεολαία μας, και να σκεπάζει την πατρίδα μας . Γέρων Απολλώ Δοχειαρίτης
“Ονομάζομαι ΕΛΙΣΑΒΕΤ, είμαι 51 χρονών και μητέρα 3 παιδιών. Αξιώθηκα και έζησα το θαύμα της Γοργοϋπηκόου και με τα τρία μου παιδιά. Ήταν καταστάσεις που με βοήθησαν και εμένα να καλυτερέψω, να αποβάλλω την ματαιοδοξία, την κενοδοξία, την αυταπάτη του ΤΩΡΑ. Ο μεγάλος μου γιός στην Α λυκείου την ώρα του διαλλείματος καθότανε με μια παρέα, πέρασαν δίπλα τους και ρίξανε αμπούλα που μυρίζει. Το δικό μου παιδί ήταν ανέκαθεν ζωηρό, αλλά φιλότιμο και έτσι θεωρήθηκε υπεύθυνος και πήρε αποβολή. Ο σύλλογος γονέων και κηδεμόνων έκανε συγκέντρωση επειδή κάποιες μαθήτριες ζαλίστηκαν από την μυρωδιά, με αίτημα να τους διώξουν, χωρίς φυσικά κανένας γονέας να θυμάται τις συμπεριφορές και τα λάθη των δικών τους παιδιών. Ποια μάνα η ποιος γονέας δεν θα στεναχωρηθεί όταν βιώνει τέτοιες καταστάσεις; Πέφτεις στα γόνατα, παρακαλάς, κλαίς και ζητάς ότι είναι καλό και ευλογημένο για το παιδί σου, ζητάς να το φωτίσει, να το συγχωρέσει, να το έχει η ΜΑΝΑ ΠΑΝΑΓΙΑ κάτω από την σκέπη της, να μην μας αξιώσει να ζήσουμε κάτι χειρότερο, επειδή αυτές οι ηλικίες είναι επαναστατικές και θεωρούν ότι για όλα έχουν δίκιο. Το δώρο θέλει αντίδωρο και έπρεπε και εγώ να δώσω κάτι, έτσι θυσίασα αυτό που με άρεζε, το μάταιο, δεν ξαναέβαψα ποτέ τα μαλλιά μου. Τώρα είναι φοιτητής στο 4 έτος, επιμελής και πάντα φιλότιμος. Χαλαρώσαμε όμως και έπρεπε να δοκιμαστούμε πάλι, έτσι είναι το σωστό. Ο δεύτερος γιός μου στην Δευτέρα λυκείου η φιλόλογος τον έβαλε να διαβάσει ένα κείμενο, και όταν έφτασε στο όνομα Αρχίδαμος οι συμμαθητές του γέλασαν και φυσικά δημιουργήθηκε φασαρία, η καθηγήτρια τον θεώρησε υπεύθυνο και τον έστειλε στον Λυκειάρχη. Πέφτεις πάλι στα γόνατα και παρακαλάς και στο δώρο πρέπει να δώσεις αντίδωρο. Έτσι ορκίστηκα ότι δεν θα ξανά κόψω τα μαλλιά μου. Είναι φοιτητής στο 2 έτος και η ΜΑΝΑ ΠΑΝΑΓΙΑ οικονόμησε και φέτος στη γιορτή της πήγε στο περιβόλι της και έμεινε 4 μέρες. Περνούσε όμως ο καιρός και εγώ δεν έλεγα να διορθωθώ. Συνέχιζα να βρίζω, για γυναίκα με εκφράσεις λιμανιού και φυσικά στον πνευματικό μου διάφορες δικαιολογίες, ότι πάντα οι άλλοι έφταιγαν και εγώ έβριζα και πολλές φορές του έλεγα ότι τα λέω χαριτολογώντας. Ο καλός ΘΕΟΣ όμως οικονόμησε και πριν δύο χρόνια όταν η κόρη μου ήταν στην Α λυκείου έμεινε στην Γεωμετρία. Πάλι παρακαλάς, κλαίς γιατί βλέπεις το παιδί σου να στεναχωριέται και ορκίζεσαι ότι δεν θα ξανά πέσεις στον βούρκο και αντιλαμβάνεσαι το κακούργημα που διαπράττεις, αλλά και την μεγαλοψυχία του ΘΕΟΥ να σε επιτρέπει να κοινωνείς και να περιμένει. Η πρόνοια όμως του Θεού είναι μεγάλη. Μετά από δύο ημέρες πέρασε νομοσχέδιο από την βουλή και τα δύο μαθήματα, Γεωμετρία και Άλγεβρα έγιναν ένα. ΔΟΞΑ ΤΩ ΘΕΩ ΧΙΛΙΕΣ ΦΟΡΕΣ που μας αξίωσε και μέσα από αυτά σιγά- σιγά διορθωνόμαστε και δεν μας ξεχνάει, μας θυμίζει την παρουσία του και με τις δοκιμασίες του μας βελτιώνει. Η ΜΑΝΑ ΠΑΝΑΓΙΑ πάντα να μας χαριτώνει και να μας έχει κάτω από την σκέπη της.”
Ευλόγησε τους εχθρούς μου, ω Κύριε! Ακόμη και εγώ τους ευλογώ και δεν τους καταριέμαι.
Οι εχθροί με έχουν οδηγήσει μέσα στην αγκάλη Σου περισσότερο, από ό,τι οι φίλοι μου. Οι φίλοι με έχουν προσδέσει στην γη, ενώ οι εχθροί με έχουν λύσει από την γη και έχουν συντρίψει όλες τις φιλοδοξίες μου στον κόσμο.
Οι εχθροί με αποξένωσαν από τις εγκόσμιες πραγματικότητες και με έκαναν έναν ξένο και άσχετο κάτοικο του κόσμου. Όπως ακριβώς ένα κυνηγημένο ζώο βρίσκει ασφαλέστερο καταφύγιο από ένα μη κυνηγημένο, έτσι και εγώ, καταδιωγμένος από τους εχθρούς, έχω εύρει το ασφαλέστερο καταφύγιο, προφυλασσόμενος υπό το σκήνωμά Σου, όπου ούτε φίλοι ούτε εχθροί μπορούν να απωλέσουν την ψυχή μου.
Ευλόγησε τους εχθρούς μου, ω Κύριε! Ακόμη και εγώ τους ευλογώ και δεν τους καταριέμαι.
Αυτοί μάλλον, παρά εγώ, έχουν ομολογήσει τις αμαρτίες μου ενώπιον του κόσμου.
Αυτοί με έχουν μαστιγώσει, κάθε φορά που εγώ είχα διστάσει να μαστιγωθώ.
Με έχουν βασανίσει, κάθε φορά που εγώ είχα προσπαθήσει να αποφύγω τα βάσανα.
Αυτοί με έχουν επιπλήξει, κάθε φορά που εγώ είχα κολακεύσει τον εαυτό μου.
Αυτοί με έχουν κτυπήσει, κάθε φορά που εγώ είχα παραφουσκώσει με αλαζονεία.
Ευλόγησε τους εχθρούς μου, ω Κύριε! Ακόμη και εγώ τους ευλογώ και δεν τους καταριέμαι.
Κάθε φορά που είχα κάνει τον εαυτό μου σοφό, αυτοί με αποκάλεσαν ανόητο.
Κάθε φορά που είχα κάνει τον εαυτό μου δυνατό, αυτοί με περιγέλασαν σαν να ήμουν νάνος.
Κάθε φορά που θέλησα να καθοδηγήσω άλλους, αυτοί με έσπρωξαν στο περιθώριο.
Κάθε φορά που έσπευδα να πλουτίσω, αυτοί με εμπόδισαν με σιδηρά χείρα.
Κάθε φορά που είχα σκεφθεί ότι θα κοιμόμουν ειρηνικά, αυτοί με ξύπνησαν από τον ύπνο.
Κάθε φορά που προσπάθησα να κτίσω σπίτι για μία μακρά και ήρεμη ζωή, αυτοί το κατεδάφισαν και με έβγαλαν έξω.
Στ’ αλήθεια, οι εχθροί με έχουν αποσυνδέσει από τον κόσμο και άπλωσαν τα χέρια μου στο κράσπεδο του ιματίου Σου.
Ευλόγησε τους εχθρούς μου, ω Κύριε! Ακόμη και εγώ τους ευλογώ και δεν τους καταριέμαι.
Ευλόγησέ τους και πλήθυνέ τους! Πλήθυνέ τους και κάνε τους ακόμη πιο σκληρούς εναντίον μου!
Ώστε η καταφυγή μου σε Σένα να μην έχει επιστροφή. ώστε κάθε ελπίδα μου στους ανθρώπους να διαλυθεί ως ιστός αράχνης. ώστε απόλυτη γαλήνη να αρχίσει να βασιλεύει στην ψυχή μου. ώστε η καρδιά μου να γίνει ο τάφος των δύο κακών διδύμων μου αδελφών: της αλαζονείας και του θυμού. ώστε να μπορέσω να αποθηκεύσω όλους τους θησαυρούς μου εν ουρανοίς.
ώστε να μπορέσω για πάντα να ελευθερωθώ από την αυταπάτη, η οποία με περιέπλεξε στο θανατηφόρο δίχτυ της απατηλής ζωής.
Οι εχθροί με δίδαξαν να μάθω -αυτό που δύσκολα μαθαίνει κανείς- ότι ο άνθρωπος δεν έχει εχθρούς στον κόσμο, εκτός από τον εαυτό του!…
Μισεί κάποιος τους εχθρούς του μόνον όταν αποτυγχάνει να αναγνωρίσει ότι δεν είναι εχθροί, αλλά σκληροί και άσπλαχνοι φίλοι!…
Είναι πράγματι δύσκολο για μένα να πω ποιος μου έκανε περισσότερο καλό και ποιος μου έκανε περισσότερο κακό στον κόσμο: οι εχθροί ή οι φίλοι.
Γι’ αυτό, ευλόγησε, ω Κύριε, και τους φίλους μου και τους εχθρούς μου…
Here is a Hymn on the Nativity, by St. Ephrem the Syrian. As we prepare ourselves to again welcome our Lord into the manger of our hearts, let us allow these words to form words of worship in our soul.
Blessed be that Child, Who gladdened Bethlehem to-day! Blessed be the Babe Who made manhood young again to-day! Blessed be the Fruit, Who lowered Himself to our famished state! Blessed be the Good One, Who suddenly enriched our necessitousness and supplied our needs! Blessed He Whose tender mercies made Him condescend to visit our infirmities! Praise to the Fountain that was sent for our propitiation. Praise be to Him Who made void the Sabbath by fulfilling it! Praise too to Him Who rebuked the leprosy and it remained not, Whom the fever saw and fled! Praise to the Merciful, Who bore our toil! Glory to Thy coming, which quickened the sons of men!
Glory to Him, Who came to us by His first-born! Glory to the Silence, that spake by His Voice. Glory to the One on high, Who was seen by His Day-spring! Glory to the Spiritual, Who was pleased to have a Body, that in it His virtue might be felt, and He might by that Body show mercy on His household’s bodies!
Glory to that Hidden One, Whose Son was made manifest! Glory to that Living One, Whose Son was made to die! Glory to that Great One, Whose Son descended and was small! Glory to the Power Who did straiten His greatness by a form, His unseen nature by a shape! With eye and mind we have beheld Him, yea with both of them.
Glory to that Hidden One, Who even with the mind cannot be felt at all by them that pry into Him; but by His graciousness was felt by the hand of man! The Nature that could not be touched, by His hands was bound and tied, by His feet was pierced and lifted up. Himself of His own will He embodied for them that took Him.
Blessed be He Whom free will crucified, because He let it: blessed be He Whom the wood also did bear, because He allowed it. Blessed be He Whom the grave bound, that had [thereby] a limit set it. Blessed be He Whose own will brought Him to the Womb and Birth, to arms and to increase [in stature]. Blessed He whose changes purchased life for human nature.
Blessed He Who sealed our soul, and adorned it and espoused it to Himself. Blessed He Who made our Body a tabernacle for His unseen Nature. Blessed He Who by our tongue interpreted His secret things. Let us praise that Voice whose glory is hymned with our lute, and His virtue with our harp. The Gentiles have assembled and have come to hear His strains.
Glory to the Son of the Good One, Whom the sons of the evil one rejected! Glory to the Son of the Just One, Whom the sons of wickedness crucified! Glory to Him Who loosed us, and was bound for us all! Glory to Him Who gave the pledge, and redeemed it too! Glory to the Beautiful, Who conformed us to His image! Glory to that Fair One, Who looked not to our foulnesses!
Glory to Him Who sowed His Light in the darkness, and was reproached in His hidden state, and covered His secret things. He also stripped and took off from us the clothing of our filthiness. Glory be to Him on high, Who mixed His salt in our minds, His leaven in our souls. His Body became Bread, to quicken our deadness.
Praise to the Rich, Who paid for us all, that which He borrowed not; and wrote [His bill], and also became our debtor! By His yoke He brake from us the chains of him that led us captive. Glory to the Judge Who was judged, and made His Twelve to sit in judgment on the tribes, and by ignorant men condemned the scribes of that nation!
Glory to Him Who could never be measured by us! Our heart is too small for Him, yea our mind is too feeble. He makes foolish our littleness by the riches of His Wisdom. Glory to Him, Who lowered Himself, and asked; that He might hear and learn that which He knew; that He might by His questions reveal the treasure of His helpful graces!
Let us adore Him Who enlightened with His doctrine our mind, and in our hearing sought a pathway for His words. Praise we Him Who grafted into our tree His fruit. Thanks to Him Who sent His Heir, that by Him He might draw us to Himself, yea make us heirs with Him! Thanks to that Good One, the cause of all goods!
Blessed He Who did not chide, because that He was good! Blessed He Who did not spurn, because that He was just also! Blessed He Who was silent, and rebuked; that He might quicken us with both! Severe His silence and reproachful. Mild His severity even When He was accusing; for He rebuked the traitor, and kissed the thief.
Glory to the hidden Husbandman of our intellects! His seed fell on to our ground, and made our mind rich. His increase came an hundredfold into the treasury of our souls! Let us adore Him Who sat down and took rest; and walked in the way, so that the Way was in the way, and the Door also for them that go in, by which they go in to the kingdom.
Blessed the Shepherd Who became a Lamb for our reconcilement! Blessed the Branch Who became the Cup of our Redemption! Blessed also be the Cluster, Fount of medicine of life! Blessed also be the Tiller, Who became Wheat, that He might be sown; and a Sheaf, that He might be cut! [Blessed be] the Architect Who became a Tower for our place of safety! Blessed He Who so tempered the feelings of our mind, that we with our harp should sing that which the winged creatures’ mouth knows not with its strains to sing! Glory to Him, Who beheld how we had pleased to be like to brutes in our rage and our greediness; and came down and was one of us, that we might become heavenly!
Glory be to Him, Who never felt the need of our praising Him; yet felt the need as being kind to us, and thirsted as loving us, and asks us to give to Him, and longs to give to us. His fruit was mingled with us men, that in Him we might come nigh to Him, Who condescended to us. By the Fruit of His stem He grafted us into His Tree.
Let us praise Him, Who prevailed and quickened us by His stripes! Praise we Him, Who took away the curse by His thorns! Praise we Him Who put death to death by His dying! Praise we Him, Who held His peace and justified us! Praise we Him, Who rebuked death that had overcome us! Blessed He, Whose helpful graces cleansed out the left side!
Praise we Him Who watched and put to sleep him that led us captive. Praise we Him Who went to sleep, and chased our deep sleep away. Glory be to God Who cured weak manhood! Glory be to Him Who was baptized, and drowned our iniquity in the deep, and choked him that choked us! Let us glorify with all our mouths the Lord of all creatures!
Blessed be the Physician Who came down and amputated without pain, and healed wounds with a medicine that was not harsh. His Son became a Medicine, that showed sinners mercy. Blessed be He Who dwelt in the womb, and wrought therein a perfect Temple, that He might dwell in it, a Throne that He might be in it, a Garment that He might be arrayed in it, and a Weapon that He might conquer in it.
Blessed be He Whom our mouth cannot adequately praise, because His Gift is too great for skill of orators [to tell]; neither can the faculties adequately praise His goodness. For praise Him as we may, it is too little.
And since it is useless to be silent and to constrain ourselves, may our feebleness excuse such praise as we can sing.
How gracious He, Who demands not more than our strength can give! How would Thy servant be condemned in capital and interest, did he not give such as he could, and did he refuse that which He owed! Ocean of glory Who needest not to have Thy glory sung, take in Thy goodness this drop of praise; since by Thy Gift Thou hast supplied my tongue a sense for glorifying Thee.
Ο ευαγγελιστής Λουκάς, ο οποίος έχει ως κύρια πηγή για τη συγγραφή του ευαγγελίου του την Παναγία, διέσωσε τον διάλογο της Θεοτόκου με την συγγενή της Ελισάβετ, μητέρα του Προδρόμου, στον οποίο διάλογο περιέχεται και η φράση: «Ότι επέβλεψεν επί την ταπείνωσιν της δούλης αυτού. Ιδού γαρ από του νυν μακαριούσι με πάσαι αι γενεαί».
Ο προφητικός λόγος της Παναγίας φαίνεται να πέφτει στο κενό κατά την εποχή μας. Εμείς που έχομε συνηθίσει στις ποσοτικές εκτιμήσεις των πραγμάτων θεωρούμε ότι υπερέβαλλε αναφερόμενη στην απόδοση τιμής προς το πρόσωπό της από όλες τις γενιές στο διάβα της ιστορίας. Εν πρώτοις η χριστιανική πίστη διαδόθηκε σε τμήμα μόνο των λαών του πλανήτη, αρκετοί από τους οποίους την εγκατέλειψαν στη συνέχεια, για να ασπαστούν τον ισλαμισμό. Σήμερα οι χριστιανοί όχι απλώς αποτελούν μειοψηφία μεταξύ των κατοίκων του πλανήτη, αλλά και δοκιμάζονται από άνευ προηγουμένου κρίση θρησκευτικής ταυτότητας. Αρκετοί κάτοικοι στις θεωρούμενες χριστιανικές χώρες της Ευρώπης και της Αμερικής διατηρούν τυπική σχέση με την Εκκλησία, αν δεν την έχουν διακόψει και αυτή ενσυνείδητα. Στα πλαίσια της τυπικής αυτής σχέσης μπορεί να συμμετέχουν στους εορτασμούς που η Εκκλησία του Χριστού καθόρισε προς τιμήν της Παναγίας και το όλο κλίμα τους διαμόρφωσε διαχρονικά η λαϊκή ψυχή, πλην όμως είναι ο εορτασμός αυτός ολοένα και πιο τυπικός και μακριά από το πνεύμα εορτασμού της Εκκλησίας, το πνεύμα που έχει ως βάση τη ρήση «εορτή σημαίνει μίμηση του τιμωμένου προσώπου».
Η Παναγία είναι για την Εκκλησία μας το αιώνιο γυναικείο πρότυπο. Παραμένει ταπεινή ακόμη και όταν δοξάζεται ο υιός της. Δεν προβάλλεται ως αυθεντία σε ουδεμία στιγμή του δημοσίου βίου του Χριστού, αλλά διδάσκει κυρίως με τη σιωπή της. Η σύγχρονη «χριστιανή» γυναίκα προβάλλει με έντονη τη διεκδίκηση δικαιωμάτων έναντι του ανδρός μάλιστα με συχνές επικρίσεις κατά της Εκκλησίας, γιατί τάχα αυτή συνετέλεσε στο σχηματισμό ανδροκρατουμένων κοινωνιών, στις οποίες η γυναίκα καταπιεζόταν. Και είναι μεν αναμφισβήτητο ιστορικά γεγονός η καταπίεση της γυναίκας, είναι όμως κατάφωρα άδικη η επίκριση κατά του Ευαγγελίου του Χριστού. Η σύγχρονη γυναίκα στην προσπάθειά της να χειραφετηθεί από τη δυναστεία του άνδρα προχώρησε σε επανάσταση για κατάκτηση δικαιωμάτων, τα οποία την έφεραν σε τρομακτικά δύσκολη θέση, χειρότερη από εκείνη του παρελθόντος. Χειραφέτηση θεωρείται η απεμπόληση της αιδούς, με την οποία κοσμούνταν οι γυναίκες και κατά την αρχαιότητα. Ακόμη και οι εισερχόμενες στους ναούς δεν συγκινούνται από τον τρόπο απεικόνισης της Θεοτόκου, αλλά είναι ντυμένες σύμφωνα με τις επιταγές της μόδας, η οποία γυμνώνει τη γυναίκα ολοένα και περισσότερο. Από αυτό επωφελείται στο έπακρο ο άνδρας, ο οποίος ρέπει στο να θεωρεί διαχρονικά τη γυναίκα σκεύος ηδονής! Και μπορεί να καυχάται η γυναίκα ότι στα πλαίσια της χειραφέτησης έχει πλέον τη δυνατότητα να συνάπτει κατά βούληση σχέσεις χωρίς να δακτυλοδείχνεται, να απατά τον άνδρα, όπως την απατούσε και αυτός, να καθορίζει, αν θα φέρει σε πέρας την κύηση ή θα τη διακόψει. Ιδιαίτερη υπήρξε για το τελευταίο αυτό δικαίωμα η καύχηση γυναικών κατά τις πρόσφατες δεκαετίες.
Σε τελευταία ανάλυση όμως η γυναίκα κατέστη τραγική. Εξήλθε για να εργαστεί, χωρίς να έχει εξασφαλίσει συμφωνία με τον άνδρα της να τη συνδράμει στις εργασίες της οικίας. Ακόμη και χριστιανοί που επισκέπτονται γέροντες σε μοναστήρια ξαφνιάζονται ακούγοντας την απάντηση στο ερώτημα «ποιος πρέπει να κάνει ετούτη ή την άλλη οικιακή εργασία;». Η απάντηση «όποιος προλάβει» προσβάλλει καίρια τον ανδρικό εγωισμό, τον εγωισμό που φρόντισε να καλλιεργήσει η γυναίκα που εναλλάσσει τον ρόλο της νύφης με τον άλλο της πεθεράς!
Η γυναίκα θεωρεί πλέον απαράδεκτο το του Ευαγγελίου «η δε γυνή ίνα φοβείται τον άνδρα». Βέβαια ο άνδρας κώφευε στο παρελθόν στην εντολή του Αποστόλου Παύλου να αγαπά τη γυναίκα όπως το σώμα του. Γνωρίζοντας η γυναίκα τι την περίμενε και έχοντας κακούς συμβούλους στο περιβάλλον επιχειρούσε να επιβληθεί κατά τη διάρκεια του μυστηρίου του γάμου με το πάτημα του ποδιού, σκηνή διακωμώδησης του μυστηρίου και αιτία εκνευρισμού χωρίς λόγο. Σήμερα δεν περιορίζεται στην χωρίς νόημα επίδειξη «ανεξαρτησίας» έναντι του άνδρα, αλλά διεκδικεί επί ίσοις όροις την αρχηγεία της οικογένειας. Και ο άνδρας αντιδρά και η οικογένεια διαλύεται. Και η μονογονεϊκή οικογένεια, αυτή στην οποία η γυναίκα, κατά κανόνα, αναλαμβάνει και τους δύο ρόλους και τα παιδιά δοκιμάζονται όχι μόνο ως την ενηλικίωση αλλά και μετά, θεωρείται μορφή φυσιολογικής οικογένειας υπό τις παρούσες κοινωνικές συνθήκες σε όλες τις «χριστιανικές» χώρες.
Η γυναίκα εξακολουθεί να παραμένει φιλάρεσκη και απ’ αυτό επωφελούνται οι «μαίτρ» της μόδας, περιέργως όχι και πολύ άνδρες κατά κανόνα, για να την ξεγυμνώσουν. Η φωτογραφία γυμνής γυναίκας συνοδεύει κάθε διαφήμιση, ακόμη και της πιο απίθανης συσκευής. Και η τέχνη, ιδίως αυτή του κινηματογράφου αξιοποιεί στο έπακρο την «ελευθερία» που της παρέχεται από τις μη πουριτανικές πλέον κοινωνικές δομές, ώστε να φέρει γυμνή τη γυναίκα σε κάθε οικία ακόμη και μπροστά στα μάτια μικρών παιδιών. Βέβαια το ότι η οφθαλμοπορνεία κυρίως μέσω του διαδικτύου έχει λάβει εκρηκτικές διαστάσεις και το ότι οι έμποροι δεν περιορίζονται στην επίδειξη κατά φύσιν ερωτικών σκηνών αλλά ολοένα και περισσότερο προβάλλουν την ανωμαλία της γενετήσιας σφαίρας ελάχιστα απασχολεί τις «χριστιανικές» κοινωνίες!
Η «χριστιανή» γυναίκα φαίνεται αποποιείται το μεγάλο δώρο του Δημιουργού μας να γίνει συνδημιουργός στη νέα ζωή. Έχοντας στη διάθεσή της τα μέσα που της παρέχει η σύγχρονη τεχνολογία, καυχάται ότι έχει το δικαίωμα αυτοδιαχείρισης του σώματός της, προς μεγάλη τέρψη του ανάνδρου άνδρα, ο οποίος διεκπεραιώνει με ευχέρεια την κάθε ανεπιθύμητη εγκυμοσύνη, απόρροια σχέσεως υπό προθεσμία και χωρίς δεσμεύσεις και από τις δύο πλευρές! Έτσι η γυναίκα αποφασίζει αργά συνήθως να κυοφορήσει με τη φοβερή εμπειρία περισσοτέρων από μια εκτρώσεων! Και ο «χριστιανικός» κόσμος αντιμετωπίζει σήμερα τρομακτικό πρόβλημα δημογραφικής γήρανσης του πληθυσμού.
Η Παναγία δεν έσφαλε όταν προφήτευσε για την τιμή που θα της αποδίδουν διαχρονικά οι άνθρωποι και ιδίως οι γυναίκες. Απλώς δεν εννοούσε τα πράγμα όπως εμείς. Δεν εννοούσε τους πολλούς, αλλά τους εκλεκτούς, εκείνους που επιλέγουν στον βίο τους τη στενή και τεθλιμμένη οδό του Υιού της. Και αυτοί δεν θα εκλείψουν όσο και αν διαφθαρούν οι «χριστιανικές» κοινωνίες. Πάντοτε θα υπάρχουν ευλαβείς ψυχές, που θα προσέρχονται με κατάνυξη στις παρακλήσεις του Δεκαπενταυγούστου και θα ζητούν ταπεινά τη μεσιτεία της, όπως τότε που προσφιλή πρόσωπα διέτρεχαν κίνδυνο σε πολέμους και αναστατώσεις, τότε που η μάνα, η γυναίκα, η αδελφή τα ξεπροβοδούσε με ένα φυλακτό της Παναγιάς και την προσευχή η Μεγαλόχαρη να τα προστατεύει. Μήπως και σήμερα δεν διατρέχουν τα αγαπημένα μας πρόσωπα κινδύνους; Όταν ο έφηβος περιχαρής ανεβαίνει στη «μηχανή» για να κατακτήσει τον κόσμο, όταν ο άλλος ξεκλειδώνει περί το μεσονύχτιο το αυτοκίνητο του πατέρα, για να επιστρέψει χαράματα, όταν η κόρη βγαίνει με κάποιον άγνωστο, όταν…, πού εναποθέτει άραγε την αγωνία της η σύγχρονη μάνα; Αλλοίμονο αν δεν γνωρίζει την Γοργοϋπήκοο, στην οποία κατέφυγαν γενεές και γενεές.
Μέσα στην κρίση που μας μαστίζει κάποιοι νέοι παίρνουν την απόφαση να εγκαταλείψουν τα εγκόσμια και να αποτραβηχθούν στο Άγιο Όρος, στο Περιβόλι της Παναγίας, όπου θα περάσουν τον βίο τους αγρυπνώντας και ζητώντας το έλεος του Θεού και της μητέρας του για τους ίδιους και τον σύμπαντα κόσμο. Λίγοι ασφαλώς, όμως δεν θα πάψουν, όσο και αν ο κόσμος βυθίζεται στο υπαρξιακό κενό λόγω της πνευματικής κρίσης που τον μαστίζει. Αυτούς, τους μοναχούς και τους ταπεινούς ανθρώπους του λαού, εννοούσε η Παναγία και όχι τα εκατομμύρια των χριστιανών των ταυτοτήτων.
Ὁ πατέρας καμιὰ φορὰ σκληρύνεται καί, ἀπὸ ἀπερισκεψία λησμονεῖ τὴ θέση τοῦ καλοῦ πατέρα καὶ γίνεται ἀστυνομικὸς σκληρὸς καὶ κάνει στὸ παιδί του, πολλὲς φορές, ἀνεπανόρθωτο κακό.
Ἂν τὸ ἀνώριμο παιδί, ὁ νέος αὐτός, ψυχολογήσει τὸν πατέρα του ὅτι εἶναι πραγματικὰ καλὸς πατέρας, ὅτι κάνει παράλογες παραχωρήσεις καὶ ὑπομονὴ πατρική, τότε τὸ παιδὶ αὐτό, μέχρι νὰ πεθάνει, θὰ ἔχει συνεχῶς στὸ στόμα του τὸ ὄνομα τοῦ πατέρα του, καὶ θὰ λέει: Ἐμένα ὁ πατέρας μου ἤτανε ἅγιος· τὸν γνώρισα, ὅταν εἶχα τὶς νεανικές μου τρέλες.
Όταν προσεύχεσαι όπως πρέπει, θα συναντήσεις τέτοια πράγματα, που να σου φαίνεται πως μ'όλο σου το δίκαιο πρέπει να εξοργιστείς. Δεν υπάρχει όμως δικαιολογημένος θυμός εις βάρος του διπλανού μας.
Γιατί αν καλοεξετάσεις, θα βρείς πως είναι δυνατό και δίχως θυμό να τακτοποιηθεί μια χαρά το ζήτημα. Κάνε λοιπόν ό,τι περνάει από το χέρι σου για να μην ξεσπάσεις σε θυμό.Κοίτα μήπως νομίζοντας ότι γιατρεύεις τον άλλο, αποδειχτείς εσύ ο ίδιοςαγιάτρευτος και βάζεις εμπόδια στην προσευχή σου.Αν αποφεύγεις το θυμό, θα βρείς κα συ έλεος και θα φανείς φρόνιμοςκαι θα λογαριαστείς κι εσύ ανάμεσα σ'εκείνους που προσεύχονται.ν αρματώνεσαι ενάντια στο θυμό, δεν πρέπει να ανέχεσαι καμιά επιθυμία.
Γιατί αυτή δίνει υλικό στο θυμό κι αυτός με τη σειρά του ταράζει το νοητό (νοερό) μάτι, βλάφτοντας πολύ την πνευματική κατάσταση,που μέσα μας δημιουργεί η προσευχή.Μην προσεύχεσαι μόνο με την εξωτερική στάση, αλλά παρακίνα το νού σουνα έρχεται σε συναίσθηση της πνευματικής προσευχής με πολύ φόβο.Μερικές φορές ευθύς ως πας για προσευχή, θα προσευχηθείς καλά. Κι άλλοτε πάλι, κι αν ακόμα κουραστείς πολύ, δε θα πετύχεις το σκοπό αυτό. Και τούτο για να ζητήσεις ακόμη πιο πολύ προσευχή και, αφού τη λάβεις να μη φοβάσαι μη τυχόν και σου αρπάξουν το κατόρθωμα.
Όταν έρθει άγγελος, μονομιάς φεύγουν όλοι όσοι μας ενοχλούν και βρίσκεταιο νούς σε πολλή άνεση καθώς προσεύχεται σωστά. Άλλοτε όμως, όταν μας έρχεται ο συνηθισμένος πόλεμος, χτυπιέται και αγωνίζεται ο νούς και δεν του επιτρέπεται κεφάλι να σηκώσει, γατί έχει πιά αποκτήσει την ποιότητα λογής λογής παθών. Όμως ζητώντας πιο πολύ θα βρεί.Κι αν χτυπάει την πόρτα, θα του ανοίξουν (πρβλ. Ματθ. ζ΄8).
Μην προσεύχεσαι να γίνουν τα δικά σου θελήματα, γιατί χωρίς άλλοδε συμφωνούν με του Θεού το θέλημα. Να προσεύχεσαι μάλλον καθώς διδάχτηκες λέγοντας «γενηθήτω το θέλημα σου εν εμοί» (πρβλ. Λουκ.κβ΄42).Και για κάθε πράγμα με τον ίδιο τρόπο να ζητάς να γίνεται το δικό του θέλημα.Γιατί θέλει ο Θεός το αγαθό κι αυτό, που συμφέρει στην ψυχή σου.Εσύ οπωσδήποτε δεν θα το ζητάς αυτό. Πολλές φορές στην προσευχή μου ζήτησα να γίνει αυτό, που εγώ νόμιζα καλό.
Και επέμεινα στο αίτημα εκβιάζοντας ασυλλόγιστα το θέλημα του Θεού μη αναθέτοντας σ'αυτόν να οικονομήσει ό,τι εκείνος ξέρει για συμφέρον μου. Και όμως, όταν έλαβα ό,τι ζητούσα δυσανασχέτησα πολύ,επειδή δε ζήτησα να γίνει μάλλον το θέλημα του Θεού.Δεν ανταποκρίθηκε δηλαδή στις προσδοκίες μου ό,τι του ζήτησα.
Κάποτε ήλθε εδώ ένας πολύ γνωστός γιατρός για να μιλήσουμε. Ήταν και η γυναίκα του γιατρός, θρησκευόμενοι άνθρωποι και οι δύο. Παραπονιόταν ότι τα παιδιά του ζούσαν κοσμική ζωή και όχι μόνο δεν τηρούσαν τις εκκλησιαστικές παραδόσεις της οικογένειας τους, αλλά και τις ειρωνεύονταν.
Χαρακτήριζαν τους χριστιανούς καθυστερημένους, βολεμένους, ανειλικρινείς, υποκριτές και θεομπαίχτες, επειδή η ζωή τους -έλεγαν- δεν συμβαδίζει με τα λόγια τους και τα έργα τους δεν είναι χριστιανικά.
Ακόμη και στο ευχέλαιο, που οι γονείς κάνουν μία φορά το χρόνο στο σπίτι τους και τα παιδιά, όσο ήταν μικρά συμμετείχαν, τώρα αντιδρούν και δεν παρευρίσκονται.
Ο γιατρός έδειχνε πολύ κουρασμένος και απελπισμένος για την πνευματική αδράνεια των παιδιών του. Και νόμιζε ότι όλες οι προσπάθειες, οι δικές του και της γυναίκας του πήγαν χαμένες, δεν έπιασαν τόπο, δεν άγγιξαν τα παιδιά.
Σε κάποια στιγμή ο γιατρός, βάζοντας το κεφάλι μέσα στις δυο του παλάμες, σαν να ήθελε να καλύψει το πρόσωπό του από ντροπή, μου είπε: Φοβάμαι πως το πολύ χρήμα μας έχει κάνει ζημιά.
Τον ρώτησα να μου πει, τί εννοούσε και εκείνος με απόλυτη ειλικρίνεια παραδέχτηκε ότι είχαν ξεφύγει από το μέτρο κι είχαν αποκτήσει περιουσιακά στοιχεία απολύτως μη αναγκαία. Έχουμε τρία μεγάλα σπίτια, μου είπε. Ένα για μας και από ένα για το κάθε παιδί. Επίσης, δυό εξοχικά, τέσσερα ακριβά αυτοκίνητα, ένα σκάφος, καταθέσεις, πολλά υλικά.
Και συνέχισε: τα παιδιά κακόμαθαν και τώρα μας κατηγορούν ότι προκαλούμε.
Επίσης, μας λένε ότι έχουμε παντρέψει πολύ όμορφα τον πλούτο και τον Χριστιανισμό. Και με παρακάλεσε να του πω τί πρέπει να κάνει για να βρουν πάλι την ειρήνη και την ενότητα στην οικογένεια τους.
Του είπα να τα δώσουν όλα στους φτωχούς και να κρατήσουν μόνο ένα σπίτι, ένα εξοχικό και τους μισθούς τους. Τρόμαξε, άλλαξε χρώμα, φοβήθηκε, απογοητεύθηκε από την απάντηση που του έδωσα.
Έφυγε και δεν ξαναήλθε. Είχε δεθεί με τα εδώ, όχι τα Άνω. Γι’ αυτό και τα παιδιά του αναζήτησαν άλλο τρόπο ζωής, διαφορετικό από αυτόν που οι γονείς τους είχαν προτείνει.
Όταν ακούω ότι υπάρχει μεγάλη φτώχεια, ανέχεια, πονάω πολύ και δεν μπορώ να προσευχηθώ.
Δεν λέω, όταν έχεις δύο χιτώνες να δώσεις τον ένα. Αυτό είναι ασυνήθιστο και δύσκολο για τους πολλούς. Αλλά, αν θέλεις να λέγεσαι χριστιανός και κατέχεις όλα τα αγαθά του Θεού, γιατί ιδρώνεις και αγωνιάς για το παραπάνω και δεν κάνεις ελεημοσύνες και καλά έργα; Να ξέρεις, ότι θεμελιώνει στην άμμο, όποιος έχει πολλά χρήματα και τα διαχειρίζεται εγωιστικά, αδιαφορώντας για τη φτώχεια και τη δυστυχία των συνανθρώπων του.
Είδες ποτέ σάβανο με τσέπες; Όλα εδώ μένουν. Μόνο οι αγαθοεργίες πηγαίνουν στον ουρανό. Ξέρεις γιατί γίνονται οι πόλεμοι; Για το χρήμα.. Γιατί οι πλούσιοι δεν μπορούν να βάλουν χαλινάρι στη λαιμαργία τους και οι φτωχοί δεν εύχονται να αποκτήσουν τα αναγκαία, αλλά ζηλεύουν τα πλούτη και τη δόξα των πλουσίων.
Οι τσέπες σας πρέπει να είναι ανοιχτές, ώστε να φεύγουν τα χρήματα για φιλανθρωπίες. Είναι σκάνδαλο να υπάρχουν τσέπες γεμάτες λεφτά και να είναι ραμμένες.
Όι Αρχιερείς, και ιερωμένοι, και Κληρικοί, δεν πρέπει να βάλουν καπνόν εις την μύτην, και εις το στόμα.
Εδώ ενθυμήθηκα να την υπομνήσω, δια την κακήν μεταχείρισην, όπου κάμνουν την σήμερον, όχι μόνον λαϊκοί, αλλά και Ιερωμένοι και Αρχιερείς, εις το χόρτον το καλούμενον Νικοτιανήν, το οποίο ευρεθέν εις μίαν επαρχίαν της Βορείου Αμερικής, καλουμένην Ανθέαν, και προσφερθέν από τον πρέσβυν του Πορτογάλλου, ως ένα θαύμα του νέου Κόσμου, προς την Αικατερίνην Βασίλισσαν της Γαλλίας, ονομάσθη από αυτήν με τούτον τον υψηλόν τίτλον «Χόρτον Βασιλικόν».
Έστι δε τούτο, ο κοινώς παρά πάντων λεγόμενος Καπνός.Παρακαλώ λοιπόν τον Πανιερώτατόν μου Δεσπότην, να μη μιμηθεί τους κακώς μεταχειριζομένους το χόρτον τούτο, και εις κάθε καιρόν, και εμπρός εις κάθε πρόσωπον, βάλλοντας τούτο εις το στόμα, και εις τους μυκτήρας, διατί
Α) αυτή η μεταχείρησις είναι ενάντια εις την χρηστοήθειαν, η οποία είναι μία εξαίρετος αρετή από τας ηθικάς.
Β) διατί αυτή είναι ανοίκειος εις τον υψηλόν χαρακτήρα της Ιερωσύνης, και Αρχιερωσύνης, και
Γ) διατί είναι ενάντια εις την υγείαν του σώματος.
Είναι ενάντια εις την χρηστοήθειαν, διατί αν ο όρος της χρηστοήθειας ο αληθινός είναι, κατά την διδασκαλίαν του Γαλατείου κάθε πράγμα όπου ημπορεί φυσικώς να βλάψει τας αισθήσεις, ή την φαντασίαν των ευγενών και να προξενήσει αηδίαν.
Ποιος δεν βλέπει, ότι η μεταχείρησις του καπνού, αναιρεί τούτον τον όρον της χρηστοηθείας, και αντεισάγει ήθη βάρβαρα, ήθη αγροίκα, και ήθη αηδή και εις τους βλέποντας και εις τους ακούοντας και εις τους φανταζομένους;Η χρηστοήθεια διδάσκει τον άνθρωπον, όταν καθαρίζει τας ακαθαρσίας της ρινός του, να γυρίζει το πρόσωπον από το άλλο μέρος, ώστε όπου να μην βλέπει τινάς άλλος, ούτε αυτός ο ίδιος εκείνην την ακαθαρσίαν όπου εκβάλει εις το μανδηλιόν του. Ο δε καπνός αναρροφώμενος από τους ρυπαρούς μυκτήρας, κάμνει να σταλάζει από την ρίνα, η χυδαία λάσπη εκείνη και να δέχεται εις πλατέα και ρυπαρώτερα μανδήλια έμπροσθεν εις τα πρόσωπα των άλλων.Η χρηστοήθεια διδάσκει, όταν έχει τινάς να πτερνισθή έμπροσθεν εις συντροφίαν άλλων, να πολεμή να εμποδίζει το πτέρνισμα, η να το καταθλίβη με το μανδήλιον, δια να μην ηχήση, ωσάν Σάλπιγξ κεράτινη η ρίνα του, και να προξενήση αηδίαν και ταραχήν.
Αλλα οι βάλλοντες και σπρώχνοντες με τα δάκτυλα εις την μύτην την σεσαθρωμένην κόνιν, και κνίζοντες το τετριχωμένον όργανον της οσφρησεώς των, προσκαλούσι, δια να ειπώ έτσι, μόνοι των, και κινούσι το πτέρνισμα, το οποίον είναι ένα σάλευμα του εγκεφάλου, τόσον βίαιον, και φοβερόν, ώστε οπού προσκαλεί την ουράνιον βοήθειαν και κάμνει τους ακροατάς να επιφωνούν τα λόγια ταύτα: υγιαίνοις! Σωθείης! Ο Θεός να σοι βοηθήση!
Το φρικωδέστερον όμως θέαμα είναι, το να βάλλη τινάς εις το στόμα του, το στόμα ενός τορνευμένου και βρωμερού κέρατος, ή καλαμίου, και ξύλου τρυπημένου, και από εκείνο το λαυρώδες και καπνισμένον ξύλον, να καταρροφά την ταρταρώδη αναθυμίασιν του καπνού, δια μέσου του λάρυγγος του, και εξατμίζοντας αυτήν, να εκβάλλη, ωσάν από αναμμένον καμίνι, καπνόν από το στόμα, και από τους μυκτήρας, καθώς και οι ίπποι του Διομήδους, και οι ταύροι του Ιάσωνος, εξερνούσαν από το στόμα, και την μύτην, καπνόν, και σπινθήρας. Και ημπορεί να ευρεθή κακαοθεστέρα, ή αηδηεστέρα, και βδελυρωτέρα πράξη από αυτήν;
Β) Η μεταχείρησις του καπνού είναι ανοίκειος εις τον υψηλόν χαρακτήρα των Αρχιερέων, και Ιερέων. Διατί ο Αρχιερεύς είναι τύπος Θεού, και Εικών του Ιησού Χριστού όθεν και όλα του τα ήθη πρέπει να είναι Χριστομίμητα, σεμνά και πρόξενα, όχι σκανδάλου, αλλά ωφελείας εις τον λαόν. Ποίαν δε σεμνότητα έχει η άσεμνος μεταχείρησις του βρωμερωτάτου χόρτου; Ή ποίαν ωφέλειαν, μάλλον δε ποίον σκάνδαλον δεν προξενεί εις τους Χριστιανούς, το να βλέπουν τον Αρχιερέα, και Ιερέα των, να βαστάζη με τους οδόντας του μίαν μακριάν Βέργαν τρυπημένην; Να ανάπτη ένα χοάνηρα εις την άκραν; Να ευγάνη από την μύτην και από το στόμα καπνόν δυσωδέστατον; Και να είναι γεμάτος ο οίκος του, από ένα παχύ και μαύρον σύννεφον μιάς συγχαμεράς αναθυμιάσεως;
Οι Αρχιερείς, και οι Ιερείς, έχουν χρέος να πνέουν ευωδίαν Πνευματικήν από όλας τας αισθήσεις, εις τρόπον όπου να ευωδιάζουν όλους τους πλησιάζοντας εις αυτούς. Τόσον τους Χριστιανούς, όσον και τους εθνικούς, καθώς λέγει ο Παύλος: «ότι Χριστού ευωδία εσμrν τω Θεώ εν τοις σωζομένοις καv εν τοις απολλυμένοις» (Β” Κορινθ. 2:15).Όταν δε αυτό και διά της ρινός, και διά του στόματος ροφώσι, και πίνωσι την δυσωδεστάτην αποφορά του καπνού, την οποία πολλοί μη υποφέροντες, λειποθυμούσι,, πώς έπειτα έχουν να είναι, κατά το επαγγελμάτων, ευωδία, και οσμή ζωής εις τους πλησιάζοντας; Διά τούτον και εις όλον το ευσεβέστατον Βασίλειον της Ρωσσίας, είναι νόμος απαράβατος, το να μη μεταχειρίζονται όλως έμπροσθεν των ανθρώπων καπνόν, όλα τα τάγματα των Ιερωμένων, και Κληρικών, ούτε διά της ρινός, ούτε διά του στόματος, και όποιος τούτο ποιήση, νομίζεται από τους πολλούς, τόσον παράνομος, ωσάν σχεδόν να επόρνευσε.
Γ) δε και τελευταίον η κακή και υπερβολική μεταχείρησις του καπνού, είναι και εναντία και εις αυτήν ακόμη την υγείαν του σώματος. Διατί πολλοί τους τούτον συνεχώς μεταχειριζομένους, ευρέθησαν μετά θάνατον, έχοντες τα σπλάχνα κεκαυμένα, και τον εγκέφαλον εξηραμένον, και καπνισμένον. Διατί ο εγκέφαλος, συνεχώς αναρροφώντας τον καπνόν, όχι μόνον καταδαπανά τον περιττόν χυμόν, αλλά και τον φυσικόν ακόμη και συστατικόν του. Όθεν δεν είναι τινάς σχεδόν από εκείνους τους ιδίους όπου μεταχειρίζονται συνεχώς το χόρτον τούτο, όπου να μην ομολογή, ότι η χρήσις αυτού είναι περισσότερον μία κακία, παρά χρεία, και να μην καταδικάζει διά τούτο τον εαυτόν του.
Αλλά και οι Ηθικοί Φιλόσοφοι όλοι κοινώς κατηγορούσι την συνεχή, και έμπροσθεν εις τους άλλους μεταχείρισιν του καπνού, ως χυδαίαν και αγροίκον.Πλήν εάν τινάς, Αρχιερεύς, ή Ιερεύς, θέλει να μεταχειρισθή το χόρτον του καπνού, μόνον και μόνον διά υγείαν του σώματος, (Ιατρικόν γαρ τούτο γίνεται, κατά τους Ιατρούς, εις τους δακρύοντας οφθαλμούς, και εις τας πονεμένας πληγάς, και εις τους πυρετούς) ας το μεταχειρίζεται, είτε διά της ρινός, είτε διά του στόματος. Ουχί όμως έμπροσθεν άλλων, αλλά κατ” ιδίαν και προς ιατρείαν μόνην, ουχί δε προς ηδονήν και ευχαριστίαν2.Πηγή: περιοδικό ΕΝΔΟΝ (τεύχος 36)
Περί καπνίσματος, του Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου, από το βιβλίο «Εγχειρίδιο συμβουλευτικόν. Περί φυλακής των πέντε αισθήσεων.
For a Christian, the best type of death is, of course, martyrdom for Christ the Savior. In principle, that is the best type of death one may attain. While some people sent condolences to Optina Hermitage after the murder of three monks [on Pascha, 1993], for a Christian, [such death] is in fact a source of great joy. In the ancient Church, people never sent condolences when anyone was killed. All of the churches immediately sent their congratulations. Imagine! To congratulate them with the fact that they had a new defender in Heaven! Martyrdom washes away every single sin except heresy and schism….
In fact, one should not take the word «martyr» to mean one who has suffered death by torture. It literally means «witness.» Thus, a person is a martyr if, with his death he bears witness to the fact that Christ has conquered death, that He was resurrected from the dead. One’s witness lies in this, and not in the fact that he has been tortured.
If we are talking about the natural end of life, the best such natural death is one whose approach you anticipate … For a Christian, the most awful possible death is one that is sudden and unexpected, for such a person departs into eternity unprepared.
The Martyred Priest Daniel Sysoyev, from his book Instructions to Immortals, or What to do if you Nonetheless Have Died.
«Και ιδού άγγελος Κυρίου επέστη αυτοίς και δόξα Κυρίου περιέλαμψεν αυτούς, και εφοβήθησαν φόβον μέγαν. Και είπεν αυτοίς ο άγγελος: μη φοβείσθε, ιδού γάρ ευαγγελίζομαι υμίν χαράν μεγάλην, ήτις έσται παντί τω λαώ, ότι ετέχθη υμίν σήμερον σωτήρ, ος εστι Χριστός Κύριος, εν πόλει Δαυίδ».
Ιδού και πάλιν εφέτος, η Αγία μας Εκκλησία, μας καλεί όλους να εορτάσουμε Χριστού τα γενέθλια και να αναζητήσουμε το υπερούσιο νόημα της εορτής, να σπουδάσουμε τα κορυφαία και σωτηριώδη για μας γεγονότα του μυστηρίου της θείας Επιφανείας...να συλλάβουμε ποιο είναι το πλάτος και το μήκος, το βάθος και το ύψος του γεγονότος της σαρκώσεως του Θεού Λόγου και να γνωρίσουμε έτσι την αγάπη του Χριστού, που ξεπερνάει κάθε ανθρώπινη γνώση.
Το γεγονός που λαμπροφορώντας γιορτάζει η Εκκλησία μας, η κατά σάρκα γέννηση του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, δεν είναι απλά σημαντικό, είναι συμπαντικό, δηλ. αφορά σε ολόκληρο το σύμπαν, σε ολόκληρη την κτίση. «Τα σύμπαντα σήμερον χαράς πληρούνται». Και τούτο διότι άγγελοι και άνθρωποι, λογικά και άλογα, επίγεια και επουράνια, όλοι οι αιώνες κι όσα συνέβησαν στους αιώνες κλίνουν γόνυ και προσκυνούν το μυστήριο που βρίσκεται πάνω από όλα τα μυστήρια, το μοναδικά καινούριο κάτω από τον ήλιο, η γενέθλια ημέρα της ανθρωπότητας, η κοινή γιορτή ολόκληρης της κτίσης.
Σύμφωνα με τον αγιοπνευματικό στοχασμό των μεγάλων της Εκκλησίας μας Πατέρων: Σήμερον Θεός επί γης παραγέγονε, και άνθρωπος εις ουρανούς αναβέβηκε. Σήμερον ο Παλαιός των ημερών παιδίον γίνεται. Σήμερα ο Θεός γίνεται κάτι που ποτέ δεν ήταν, δηλ. άνθρωπος, για να γίνει ο άνθρωπος κάτι που ποτέ δεν ήταν, δηλ. θεός, όμοιος με τον Θεό. Σήμερα αυτός που έσπασε τα δεσμά της αμαρτίας τυλίγεται με σπάργανα, Σήμερα ο Λόγος γίνεται σάρκα, για να γίνει η σάρκα Λόγος, Σήμερα ο «πρωτότοκος πάσης κτίσεως», καθίσταται και «πρωτότοκος εν πολλοίς αδελφοίς».
Προσκυνούμε τό «μέγα της ευσεβείας μυστήριον», «Θεόν φανερωθέντα εν σαρκί και τοις ανθρώποις συναναστραφέντα». Κάποτε, στον κήπο της Εδέμ, ο Θεός μας δημιούργησε. Εδώ, στα περίχωρα της Βηθλεέμ, ο Θεός μας αναδημιούργησε. Ο πλούσιος Θεός πτωχαίνει για τη δική μας σάρκα, προκειμένου να γίνουμε εμείς πλούσιοι με τη δική Του θεότητα. Η αγάπη του Θεού εισβάλλει διακριτικά στην ανθρώπινη ιστορία και μας δωρίζει το ακριβό προνόμιο της σωτηρίας. Ετούτη η γιορτή είναι πραγματικά ένα θαύμα, είναι το «θαύμα πάντων των θαυμάτων υπέρτερον».
Όμως, γιατί γίνεται το θαύμα; Γιατί άνθρωπος ο Θεός; Για να γίνει θεός ο άνθρωπος. «Ο του Θεού Λόγος ενηνθρώπησεν, ίνα ημείς θεοποιηθώμεν». Όταν πια κανείς άλλος τρόπος δεν υπήρχε, αφού ο άνθρωπος ο αλλοιωμένος από την παρακοή είχε ρημάξει κάθε ελπίδα να πλησιάσει ο ίδιος τον Δημιουργό του, σαν έφθασε το πλήρωμα του χρόνου, ο Υιός του Θεού γίνεται υιός του ανθρώπου, για να μεταβάλει τους υιούς των ανθρώπων σε υιούς του Θεού. Για να μας χαρίσει την υιοθεσία, να μας προσφέρει τη σωτηρία, να υπογράψει την καταλλαγή.
Ο Θεός εγκαταλείπει την αξιοπρέπεια Του, είναι ο «ανυπερήφανος Θεός», που αδειάζει τους ουρανούς και κατέρχεται στον κόσμο για να λυτρώσει τον υπερήφανο και αλαζόνα άνθρωπο. Κενούται, λοιπόν, η θεότητα και ανακαινίζεται η ανθρωπότητα. Ο Χριστός προσλαμβάνει την ανθρώπινη φύση για να την γιατρέψει. «Το γαρ απρόσληπτον, αθεράπευτον, ό δε ήνωται τω Θεώ τούτο και σώζεται», κατά τον Θεολόγο Γρηγόριο, μόνο εκείνο που ενώνεται με τον Θεό, αυτό και σώζεται.
Έτσι γράφεται η σωτηρία μας, έτσι φανερώνεται η αγάπη του Θεού. Ο Χριστός γίνεται πια η αλήθεια μας, όλη η αλήθεια για τον Θεό, αλλά και όλη η αλήθεια για τον άνθρωπο. Χάρις στη θεία Του συγκατάβαση «τα θεία ανθρώπινα γίνεται, ίνα τα ανθρώπινα θειότερα γένηται». Ο Ιησούς είναι ο σωτήρας του κόσμου, ο λυτρωτής του ανθρώπινου γένους, αλλά και ο προσωπικός λυτρωτής του καθενός ξεχωριστά. «Ετέχθη υμίν σήμερον σωτήρ».
Η διαβεβαίωση του αγγέλου προς τους ποιμένες για τον προσωπικό χαρακτήρα της σωτηρίας που έφερε ο Χριστός, φανερώνει πως τώρα όλοι μπορούμε να γεφυρώσουμε το χάσμα που μας αποξενώνει από τον Θεό –συνεπώς και από τον συνάνθρωπο. Ο αναμενόμενος Μεσσίας είναι πια ανάμεσά μας. Η προσδοκία των εθνών, η γλυκιά ελπίδα του περιούσιου λαού, το κήρυγμα των προφητών, όλα δίνουν τη θέση τους σ’ Εκείνον, που είναι η εκπλήρωση της υπόσχεσης για έναν καινούριο κόσμο και τον καθαγιασμό της ανθρώπινης ύπαρξης.
«Ετέχθη υμίν σήμερον σωτήρ». Τότε λοιπόν γιατί τόση γεύση θανάτου στη ζωή μας; Γιατί τόση θρηνωδία, η τυρρανική αίσθηση της ανεστιότητος, η παγωνιά της μοναξιάς στις ανθρώπινες σχέσεις; Αφουγκράζομαι κι εγώ μαζί σας τον στεναγμό ενός κόσμου που έχει τα πάντα αλλά δεν είναι τίποτα, τον αβάσταχτο καημό μιας κοινωνίας που δεν αντέχει τον εαυτό της. Δεν χρειάζεται να κουραστείς πολύ για να διαπιστώσεις την αποτυχία ενός πολιτισμού που αν και αυτοσυστήνεται ως ουμανιστικός στην πραγματικότητα συνθλίβει καθημερινά την ανθρώπινη αξιοπρέπεια.
Γιατί; Ίσως επειδή ζούμε μετά Χριστόν, αλλά όχι και μετά Χριστού, δηλ. μαζί με τον Χριστό. Ίσως γιατί δεν ακούμε τη φωνή της υμνωδίας που διατρανώνει το διαρκές «τώρα» της παρουσίας του Χριστού: «Χριστός γεννάται», «Σήμερον γεννάται εκ Παρθένου».
Ο Χριστός γεννήθηκε «επί Καίσαρος Αυγούστου, εν ημέραις Ηρώδου του βασιλέως», και σταυρώθηκε, πέθανε και αναστήθηκε «επί Ποντίου Πιλάτου». Όμως, όπως όλα τα γεγονότα της ζωής του Χριστού, έτσι και η γέννηση Του υπερβαίνει τον χρόνο και την ιστορία, γίνεται λειτουργικό γεγονός, πραγματικότητα σημερινή και αιώνια της Εκκλησίας και κατάκτηση των πιστών τέκνων της, διαρκές εσωτερικό βίωμα όλων εκείνων που επιθυμούν να βαδίσουν την οδό της θεώσεως.
Για τη σωτηρία του ανθρώπου –όσο παράδοξο μπορεί να ακουστεί αυτό- δεν αρκεί η κατάβαση του Θεού, απαιτείται και η συγκατάβαση του ανθρώπου, το ολοπρόθυμο «Αμήν» του καθενός στη θεϊκή πρόσκληση. Και τούτο διότι ο Θεός σέβεται απόλυτα την ελευθερία μας. Άλλωστε, τι νόημα θα είχε μια αναγκαστική σωτηρία; Γιορτάζουμε Χριστούγεννα. Κι όμως πολλές φορές αναρωτιόμαστε: Πού είναι ο Χριστός; Νιώθουμε να απουσιάζει Εκείνος από τη μεγάλη γιορτή. Ξέρετε, έχουμε γεμίσει αυτές τις μέρες με τόσα πολλά –με τόσα περιττά- που για τον Ενανθρωπήσαντα Θεό της αγάπης πολλές φορές «ουκ εστί τόπος εν τω καταλύματι» μας.
Γι’ αυτό και έχουμε απόλυτη ανάγκη Άγγελος Κυρίου, όπως τότε έτσι και σήμερα, να έλθει να μας αναγγείλει το κοσμοχαρμόσυνο γεγονός. Να διέλθει τις μικρές και μεγάλες πόλεις μας, τους φωταγωγημένους δρόμους και τα ομορφοστολισμένα σπίτια μας για να μας θυμίσει πως όλα τούτα γίνονται επειδή –καθώς ο ευαγγελιστής Ιωάννης διαβεβαιώνει- «τόσο πολύ αγάπησε ο Θεός τον κόσμο, ώστε μας έστειλε τον Μονογενή Υιό του, για να μη χαθεί όποιος πιστεύει σ’ Αυτόν, αλλά να έχει ζωή αιώνια». Κι αυτό είναι το μεγαλύτερο δώρο των Χριστουγέννων σε όλους μας.
Έχουμε απόλυτη ανάγκη Άγγελος Κυρίου να πλησιάσει τον καθένα μας, να μας βοηθήσει να ξαναβρούμε το μήνυμα που κρύβει η μεγάλη γιορτή, τις θεοπρεπείς έννοιες και τους ιερούς στοχασμούς που προκαλεί. Και τότε κι εμείς με τη σειρά μας να βρούμε το χρόνο, αλλά κυρίως τη διάθεση, να ασχοληθούμε σοβαρά με τον εαυτό μας.
Οφείλουμε να αναζητήσουμε το «παιδίον Ιησούς», να συνοδοιπορήσουμε με τους απλοϊκούς ποιμένες και τους σοφούς μάγους στην προσκύνηση του νεογέννητου, να αναρωτηθούμε και να ρωτήσουμε «πού εστίν ο τεχθείς βασιλεύς;», να ακολουθήσουμε το ολοφώτεινο αστέρι να μας δείχνει το δρόμο προς τη νοητή Βηθλεέμ, που δεν είναι άλλη από την εορταστική τράπεζα της Εκκλησίας, τη χριστουγεννιάτικη Θεία Λειτουργία. Ο ερχομός του Χριστού στον κόσμο δεν προσφέρεται για ιδεολογικές, φιλοσοφικές ή έστω ρομαντικές προεκτάσεις. Η Ενσάρκωση βιώνεται ως αναζήτηση και ανακεφαλαίωση και ολοκλήρωση του ανθρώπου, του πληγωμένου ανθρώπου, που όμως στο πρόσωπο του Χριστού βλέπει ποιος πρέπει αληθινά να είναι, αντικρίζει την αδιάψευστη αλήθεια της ανθρωπιάς του, τον προορισμό και την καταξίωσή του.
Έχουμε απόλυτη ανάγκη Άγγελος Κυρίου να επαναλάβει σ’ εμάς, τους ποιμένες της Εκκλησίας, το «μη φοβείσθε» και να μας διαβεβαιώσει πως δεν πρέπει να φοβηθούμε το γενναίο τόλμημα της αυτοκριτικής στη φιλότιμη διακονία μας, που αγωνιζόμαστε να είναι και φιλόθεη, καθώς προσφέρουμε στον Θεό θυσία πνευματική «υπέρ των ημετέρων αμαρτημάτων και των του λαού αγνοημάτων».
Έχουμε απόλυτη ανάγκη Άγγελος Κυρίου να ευαγγελισθεί και στη σύγχρονη οικογένεια το μήνυμα της ειρήνης, για να μάθουν εκείνοι που συχνά εντελώς συμβατικά ζουν κάτω από την ίδια στέγη πως ο νεογέννητος Χριστός καλείται και είναι «Άρχων ειρήνης». Αυτή την ειρήνη –την ειρήνη του Χριστού- χρειάζεται η σημερινή οικογένεια που κλυδωνίζεται, την αγάπη, την υπομονή και την ανοχή, το θυσιαστικό φρόνημα, τον διάλογο και την αυτοπαραίτηση από το εγωιστικό θέλημα.
Έχουμε απόλυτη ανάγκη Άγγελος Κυρίου να μας επισημάνει πως πρέπει να πλησιάσουμε τους νέους «δι’ άλλης οδού». Δια της οδού της κατανόησης και της αγάπης. Να τους αφιερώσουμε χρόνο, αλλά και τον εαυτό μας. Να μιλήσουμε στα παιδιά μας για τον Χριστό της αγάπης, που είναι ο αληθινός φίλος των παιδιών και των νέων, να τους πούμε την ιστορία των Χριστουγέννων, κυριώτατα να δουν τα παιδιά τον Χριστό στο δικό μας παράδειγμα. Να μην τους εγκαταλείψουμε στα δώρα. Να χαρούμε τις γιορτές μαζί τους, να πάρουμε πολλά από την ευτυχία τους. Τα παιδιά δεν έχουν ανάγκη κάτι από εμάς, αλλά εμάς τους ίδιους.
Έχουμε απόλυτη ανάγκη Άγγελος Κυρίου να μας διατάξει «φεύγε εις Αίγυπτον» μαζί με τον ξενιτεμένο Ιησού, για να μας δείξει την οδό της αποδοχής του άλλου, του ξένου που είναι αδελφός, του διαφορετικού που είναι παιδί του Θεού, του πρόσφυγα, του μετανάστη, αλλά και του φτωχού, του άνεργου, του άστεγου, του κάθε κουρασμένου διαβάτη με τον οποίο ο Χριστός έχει απόλυτα ταυτιστεί. Αν στα μάτια του καθενός μπορέσουμε να δούμε τον ίδιο τον Κύριο μας, τότε θα καταλάβουμε πως η φιλανθρωπία των Χριστουγέννων δεν είναι χρέος, είναι η χαρά να μοιράζεσαι ό,τι έχεις αλλά και ό,τι είσαι.
Αυτή η φιλανθρωπία των Χριστουγέννων θα μας ελέγχει διαρκώς και για το «Ευχαριστώ» που δεν είπαμε στον συνάνθρωπο, για το «Συγνώμη» που δεν καταφέραμε να ψελλίσουμε, για την «Καλημέρα» που δεν ανταποδώσαμε, για την πέτρινη καρδιά μας που ακόμη δεν σπάσαμε, για το χαμόγελο που στερήσαμε σε όσους το είχαν ανάγκη. Άλλωστε αυτό είναι και το πνεύμα των γιορτινών ημερών, η αγάπη και το άνοιγμα της καρδιάς στον κόσμο, στηριγμένη στη φιλάνθρωπη στάση του Θεού που σαρκώνεται για χάρη μας.
Έχουμε απόλυτη ανάγκη να γιορτάσουμε αληθινά Χριστούγεννα, να γιορτάσουμε Χριστούγεννα μαζί με τον Χριστό. Ο Θεός κατέβηκε μέχρι τον άνθρωπο, ώστε ο άνθρωπος να ανυψωθεί μέχρι τον Θεό. Δεν έχει καμμία απολύτως αξία το να προσεγγίσουμε τη σημασία της Σαρκώσεως του Υιού και Λόγου θεωρητικά, ή έστω μόνο θεολογικά. Πρέπει να ζήσουμε τη Σάρκωση. Πρέπει να ανέβουμε. «Χριστός επί γης, υψώθητε!» Να συνειδητοποιήσουμε πως ο Ιησούς είναι το έσχατο όριο της ιστορίας, αλλά και ο σκοπός της προσωπικής μας περιπέτειας. Πως μέσα εδώ, στην Εκκλησία, είναι το θεόκτιστο Σπήλαιο όπου ο Θεός γεννάται και ο άνθρωπος αναγεννάται. Πως εδώ, μόνο εδώ, στην Εκκλησία, ο Ιησούς χαρίζει τη λύτρωση στις ψυχές των ανθρώπων όπου σκηνώνει ο Ίδιος ο Θεός.
Αυτή τη βηθλεεμική νύχτα, που διάλεξε ο Θεός για να μετριέται το μεγαλείο με τον πήχυ της ταπείνωσης και της καταλλαγής, νιώθουμε να πλημμυρίζουν την καρδιά μας και να μας εκφράζουν απόλυτα οι ευγνώμονες λόγοι του μεγάλου Πατρός της Εκκλησίας μας Ιωάννου του Δαμασκηνού, που γίνονται και δικός μας στοχασμός μπροστά στη φάτνη του Νηπιάσαντος Κυρίου: «Δόξα σε Σένα Χριστέ, Λόγε του Θεού.
Όλα μας τα ‘χεις δοσμένα Εσύ και τίποτε άλλο δεν μας ζητάς παρά ν’ αποδεχτούμε τη σωτηρία που μας προσέφερες, δίνοντάς μας ακόμη και τη δύναμη για να το κάνουμε αυτό. Και την προσπάθειά μας πάλι τη νιώθεις για χάρη, γιατί είσαι απερίγραπτα αγαθός. Σ’ ευχαριστούμε εσένα που μας έδωσε την ύπαρξη και μας χάρισες την αιώνια ζωή.
Κι όταν χάσαμε την ύπαρξη κι όταν αρνηθήκαμε την αιωνιότητα, μας οδήγησες πίσω σ’ αυτήν με την ενανθρώπησή σου, που καμιά γλώσσα δεν τολμά να ερμηνεύσει. Για όλα τούτα, τις άπειρες ευεργεσίες, σ’ ευχαριστούμε Χριστέ και σε δοξάζουμε, Λόγε του Θεού και Σοφία και Θεέ Παντοκράτορα. Σ’ εσένα ας ανήκει η δόξα και η τιμή και η προσκύνηση όλου του ανθρώπινου γένους και τώρα και πάντοτε και στους αιώνες των αιώνων. Αμήν».
Η ΕΙΚΟΝΑ ΤΗΣ ΓΕΝΝΗΣΗΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ Το πνευματικό μεγαλείο, το μυστικό βάθος και το αισθητικό κάλλος της Ορθοδόξου τέχνης συνεργούν στη μετοχή του πιστού στο καλοάγγελτο γεγονός της ενανθρώπισης. Μέσα στο χώρο της Εκκλησίας ο πιστός ζει το μυστήριο της σαρκώσεως με τις αισθήσεις του, που μεταμορφώνονται για να γίνουν μέσα επικοινωνίας με το άρρητο. Προσκυνώντας την εικόνα της Γεννήσεως ανταποκρίνεται στο κέλευσμα της ψαλμωδίας «δεύτε ίδωμεν πιστοί» και «βλέπει» με τα μάτια του την θεολογία της σαρκώσεως αισθανόμενος την ευφροσύνη της θείας συγκαταβάσεως και κενώσεως. Ο εικονογραφικός τύπος διαμορφώθηκε έτσι ώστε να συνοψίζει τη θεολογία της Γεννήσεως ντύνοντάς την με άρτια αισθητική μορφή. Η παράσταση έχει οργανωθεί αντιρρεαλιστικά και συμβολικά συνθέτοντας στοιχεία από την ιστορική πραγματικότητα, πνευματικά και διαχρονικά. Το βουνό, το σπήλαιο, η φάτνη, τα ζώα συνυπάρχουν με τον χρυσό κάμπο που είναι ο πνευματικός χώρος του ουρανού. Έτσι η εικόνα αμέσως παρουσιάζει την σύνθεση του γήινου και του ουράνιου, του ανθρώπινου και του θείου. Όλες οι μορφές έχουν ειδικό νόημα και συμβολισμό. Η Γέννηση τοποθετείται μέσα σε σπήλαιο, στοιχείο που δεν προέρχεται από τα Ευαγγέλια, αλλά από την παράδοση που ξεκινάει μεν από το απόκρυφο το λεγόμενο Πρωτοευαγγέλιο του Ιακώβου αλλά την παίρνει ο ορθόδοξος θεολογικός στοχασμός (Ιουστίνος ο φιλόσοφος και μάρτυς) και την καθιερώνει η υμνογραφία με τον Ρωμανό «και η γη το σπήλαιον τω απροσίτω προσάγει» (Κοντάκιον), και τους άλλους Υμνωδούς των Χριστουγέννων: «Τι σοι προσενέγκωμεν Χριστέ ότι ώφθης επί γης ως άνθρωπος… η γη το σπήλαιον» (Ιδιόμελον Εσπερινού), «τω σήμερον εν σπηλαίω τεχθέντι» (κάθισμα Όρθρου). Το σκοτεινόχρωμο σπήλαιο συνδέεται και με τον Άδη που θα φωτίσει ο Χριστός με την Ανάστασή Του. Συμβολίζει όμως και τη σκοτεινιά του προχριστιανικού κόσμου στην οποία θα λάμψει το χαρούμενο, λυτρωτικό φως «ο λαός ο καθήμενος εν σκότει είδε φως μέγα και τοις καθημένοις αυτοίς εν χώρα και σκιά θανάτου φως ανέτειλεν αυτοίς» (Ματθ. 4,16). Ο Χριστός εικονίζεται σπαργανωμένος. Η εικονογραφία εδώ ακολουθεί πιστά την ευαγγελική διήγηση «και εσπαργάνωσεν αυτόν και ανέκλινε αυτόν εν τη φάτνη» (Λουκ. 2,7). Το φασκιωμένο βρέφος παραπέμπει οπτικά σε μορφές νεκρών (όπως του Λαζάρου), δίνοντάς μας έτσι μια ακόμα νύξη για το σάββανο και την ταφή του Κυρίου. Η θέση της Παναγίας είναι καίρια στην εικόνα δείχνοντας με αυτό τον τρόπο το ρόλο της μέσα στο έργο της σωτηρίας. Εικονίζεται σε άμεση σχέση με το γλυκύτατο Τέκνο της, αλλά διατηρεί και κάποια απόσταση απ’ Αυτό, υπαγορευόμενη από την γνώση της θεότητάς Του. Για τη στάση στην οποία ζωγραφίζεται η Θεοτόκος έχει διατυπωθεί η άποψη ότι καθορίζεται από τον με ή χωρίς ωδίνες τοκετό. Τόσο όμως η υμνολογία της Εκκλησίας όσο και μεγάλοι Πατέρες (Μ. Φώτιος) αποφαίνονται με σαφήνεια ότι έτεκεν ανωδίνως. Η μητρική τρυφερότητα και κάποια προορατική αίσθηση της ρομφαίας που θα διαπεράσει την καρδιά της ίσως προσδιορίζουν αυτή τη στάση της Θεομήτορος. Μέσα στο σπήλαιο δεν υπάρχει άλλο πρόσωπο από την Μητέρα και το Βρέφος. Μόνο τα δύο ζώα (βόδι και ονάριο), που η παρουσία τους είναι μια ζωγραφική υπόμνηση των καυτερών για το Ισραήλ λόγων του Ησαΐα. Η αποστασία του εκλεκτού λαού του Θεού στηλιτεύεται με τον διακριτικό αυτόν τρόπο μέσα στην εικόνα. Ο Ιωσήφ κάθεται έξω και κάπως απόμακρα από το σπήλαιο. Μ’ αυτό το τρόπο διατρανώνει η βυζαντινή ζωγραφική την θεμελιώδη πίστη της Εκκλησίας για την απείρανδρο γέννηση του Ιησού. Ο Ιωσήφ κάθεται συλλογισμένος, σε μερικές περιπτώσεις μάλιστα μοιάζει να έχει σαν πρότυπο αγάλματα σκεπτόμενων μορφών. Η στάση αυτή υποσημαίνει τις αμφιβολίες που φαίνεται ακόμα να έχει. Σε μερικές εικόνες μπροστά στον Ιωσήφ στέκεται και συνομιλεί ένας τσοπάνος, συνήθως γέρος, κακόμορφος, που σύμφωνα με τα Απόκρυφα είναι ο διάβολος μεταμορφωμένος σε τσοπάνη που πειράζει τον Ιωσήφ δείχνοντας την ροζιασμένη μαγκούρα του λέγοντας ειρωνικά, πως αν αυτό το ξεραμένο ξύλο βλαστήσει με φύλλα και κλαδιά, τότε μπορεί και μια Παρθένα να γεννήσει. Σε κάποιες μάλιστα εικόνες, σαν άλλη επίρρωση της Παρθενίας της Θεοτόκου, ζωγραφίζεται βλαστημένη η ποιμενική ράβδος. Η ένταξη των αμφιβολιών του Ιωσήφ στην εικόνα της Γεννήσεως, έχει χαρακτήρα διδακτικό. «Στο πρόσωπο του αγίου Ιωσήφ, η εικόνα αφηγείται ένα παγκόσμιο δράμα που παράγεται δια μέσου όλων των αιώνων… Το Μυστήριο του Ευαγγελίου απευθύνεται στη πίστη και συναντά το εμπόδιο τις αμφιβολίες» (Π. Ευδοκίμωφ). Η συλλογισμένη και συνεσταλμένη στάση του δείχνει άνθρωπο που βρέθηκε σε γεγονότα πάνω από τις δυνάμεις του, αλλά που δεν του λείπει η αγαθή προαίρεση. Για αυτό και τη Μαρία δεν θα τη διώξει κρυφά, όπως προς στιγμή σκέφτηκε, αλλά θα σταθεί δίπλα στη Μητέρα και το Παιδίον σαν προστάτης. Έτσι η αμφιβολία του Ιωσήφ γίνεται στήριγμα γι’ αυτούς που δοκιμάζονται από λογισμούς αμφιβολίας και δυσπιστίας. Οι ποιμένες, ανοιχτόκαρδοι, καλοκάγαθοι, ειρηνικοί άνθρωποι δέχονται με κατάπληξη, αλλά και χαρά το μήνυμα του ερχομού του Μεσσία, αντιπροσωπεύοντας την αγαθή μερίδα των αληθινών Ισραηλιτών που άκουσαν το καλό άγγελμα της σωτηρίας και το ενστερνίστηκαν αμέσως. Οι Μάγοι είναι οι σοφοί και διαβασμένοι, που όμως η γνώση τους δεν στέκει εμπόδιο στην προσκύνηση του σαρκωθέντος Λόγου. Γι’ αυτό και η τέχνη της Εκκλησίας δίνει μεγάλη σημασία στην παρουσία τους. Οι Μάγοι, με τις λαμπρές και παράξενες στολές τους, είναι οι αναζητητές που πασχίζουν να βρουν την Αλήθεια έξω από το χώρο του Ισραήλ. Αντιπροσωπεύουν τους ανά τους αιώνες αναζητητές της αλήθειας που μέσα από τους πολυδαίδαλους ατραπούς της σκέψης ακολουθώντας τον αστέρα της εσώτερης παρόρμησής τους φτάνουν κάποτε με ταπείνωση στην απλότητα της Φάτνης για να καταθέσουν τα δώρα του πνευματικού τους μόχθου και να χαρούν μαζί με τους ποιμένες. Τέλος, οι Μάγοι εικονίζονται με διαφορετική ηλικία για να υποδηλωθεί ότι ο Χριστός φωτίζει όλους τους ανθρώπους ανεξάρτητα από ηλικία. Οι Άγγελοι ολόσωμοι, ευγενικοί και μεγαλόπρεποι, ντυμένοι με τα αρχαία ενδύματά τους (ιμάτιο και χιτώνα), σε στάσεις και κινήσεις που δείχνουν το σεβασμό στο Βρέφος αναγγέλλουν στους ποιμένες το μέγα γεγονός ότι «ετέχθη σήμερον σωτήρ ος εστίν Χριστός Κύριος». Και όταν όμως σκύβουν για να εκφράσουν το σεβασμό τους δεν ζωγραφίζονται μέσα στη σπηλιά, αλλά στέκουν απ’ έξω, ώστε να προβάλλεται ανεμπόδιστα και αδιάσπαστα το κεντρικό θέμα. Οι αγγελικές δυνάμεις προσφέρουν τη δοξολογία. Σε κάποιες εικόνες υπάρχει σε κυκλικό σχήμα η επιγραφή από το κατά Λουκά Ευαγγέλιο, «Δόξα εν υψίστοις Θεό και επί γης ειρήνη εν ανθρώποις ευδοκία». Από τον ουρανό εξέρχεται μια ακτίνα και καταλήγει στο σπήλαιο πάνω από το βρέφος. Η ακτίνα αυτή σημαίνει την μια ουσία του Θεού αλλά χωρίζεται σε τρεις λάμψεις, για να προσδιορίσει τη συμμετοχή των τριών προσώπων στην θεία οικονομία της σωτηρίας. Η όλη σύνθεση κλείνει με ένα ακόμα επεισόδιο, που προέρχεται από τα Απόκρυφα: το πρώτο λουτρό του βρέφους. Στο πρωτοευαγγέλιο του Ιακώβου περιγράφονται διάφορες φροντίδες για τον τοκετό της Μαρίας καθώς και η μαία και η βοηθός της που συνδράμανε την Παναγία και έλουσαν το αρτιγέννητο. Εικονογραφικά η σκηνή κατάγεται από αρχαία παράσταση λουτρού του Διονύσου. Η χριστιανική τέχνη από τους πρώτους αιώνες προσέλαβε το θέμα. Εξαίρεση σημειώνεται τον 18ον αι. στο Άγιο Όρος, όπου η σκηνή θεωρήθηκε μειωτική της θεότητος και κατά συνέπεια απόβλητη. Ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης αναφέρει ότι «το δε να ιστορούνται γυναίκες τινες πλύνουσαι τον Χριστόν εν λεκάνη, ως οράται εν πολλαίς εικόσι της Χριστού γεννήσεως, τούτο είναι παντάπασιν ατοπώτατον». Εξηγώντας αυτή τη θέση του ο Άγιος λέει ότι η Θεοτόκος δε γέννησε με πόνους και ωδίνες όπως οι άλλες γυναίκες για να χρειάζεται η σκηνή του λουτρού. Έτσι το θείο βρέφος ήταν καθαρό από την ακαθαρσία. Παραταύτα όμως η σκηνή επεκράτησε. Στην ορθόδοξο αίσθηση του λαού της εκκλησίας δεν προξένησε κανένα σκανδαλισμό. Είδε στην απεικόνιση αυτή μια ακόμη έκφανση της σαρκώσεως και ενανθρωπίσεως. Μερικοί μελετητές και θεολόγοι βλέπουν και μια προεικόνιση της Βαπτίσεως. *** Η ορθόδοξη εικόνα της Γεννήσεως μορφοποιεί την διδασκαλία της Εκκλησίας κρατώντας όλο το θεολογικό βάθος της, καθώς βρήκε στην έκφραση το μέτρο ανάμεσα στο θείο και το ανθρώπινο. Με την ταυτόχρονη αναπαράσταση μέσα στη ίδια σύνθεση γεγονότων που διαφέρουν μεταξύ τους χρονικά σημαίνει απελευθέρωση από την αντίληψη του χρόνου ροής και διαδοχής, δίνεται μια άλλη αίσθηση του χρόνου που τα αντιμετωπίζει όλα σαν παρόν. Αυτή η αντίληψη είναι αποτέλεσμα της κατανόησης του μυστηρίου της Σαρκώσεως, σαν γεγονότος ιστορικού, αλλά και μυστηριακού, εξωχρονικού. Γιατί ο Χριστός που γεννήθηκε στην ορισμένη χρονική στιγμήν «ότε ήλθε το πλήρωμα του χρόνου» (Γαλ. 4,4) δεν έπαυσε να είναι ο «προ αιώνων υπάρχων» ο άχρονος Υιός. Αυτή τη θεώρηση του χρόνου δίνει η Ορθόδοξη εικόνα της Γεννήσεως και με αυτό το τρόπο κάνει σύγχρονο το γεγονός και καλεί τον πιστό να συμμετάσχει και να δει τον τόπο όπου εγεννήθη ο Χριστός. Αυτό είναι και το μεγάλο επίτευγμα της Βυζαντινής ζωγραφικής. Πέτυχε να φανερώσει με χρώματα και σχήματα την ενανθρώπιση στην σωτηριώδη, θεολογική διάσταση και χωρίς να μας στερήσει την αισθητική χαρά που γεννιέται από την μεγάλη τέχνη, κατόρθωσε να καταστήσει την εικόνα πύλη εισόδου στο μυστήριο που μπαίνουμε με ευφροσύνη και δοξολογία. Βιβλιογραφικές αναφορές: - Χριστούγεννα, εκδ. Ακρίτας, άρθρο κ. Νικόλαου Ζία ΜΕΛΕΤΙΟΣ ΑΠ. ΒΑΔΡΑΧΑΝΗΣ ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΣ
Σύμφωνα με όσα μας ανακοίνωσε ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Φιλαδελφείας κ. Βενέδικτος, ένα αγοράκι τριών μηνών αρρώστησε πολύ βαριά με τρύπα στον πνεύμονα και μπήκε στην εντατική υποστηριζόμενο με οξυγόνο.
Οι γονείς του μικρού αγοριού ήταν πολύ απελπισμένοι, όταν οι γιατροί τους ανακοίνωσαν ότι το παιδί τους δεν είχε καμία ελπίδα σωτηρίας.
Μόλις πληροφορήθηκε το θλιβερό γεγονός ο Μητροπολίτης Βενέδικτος, έδωσε αμέσως εντολή στον π. Νεκτάριο που μαζί με τη νεολαία επισκέπτονται κάθε Σάββατο τα νοσοκομεία για να δώσουν παρηγοριά στους αρρώστους.
Σε κάθε έναν ασθενή πηγαίνουν από ένα Ιερό Ευαγγέλιο, τον βίο του Αγίου Νεκταρίου και λαδάκι από το καντήλι του Αγίου.
Σύμφωνα με εντολή του κ. Βενέδικτου, ο π. Νεκτάριος άλειψε με λάδι το παιδάκι από το καντήλι του Αγίου, και Ω του θαύματος! το τριών μόνο μηνών αγοράκι την άλλη ημέρα ήταν υγιέστατο και οι γονείς του το πήραν σπίτι τους.
Η Εκκλησία του Αγίου Νεκταρίου στην Ιορδανία
Να σημειωθεί, ότι οι γονείς του αγοριού ήταν άγνωστοι στη Μητρόπολη, παρόλα αυτά τηλεφώνησαν αμέσως στον π. Νεκτάριο και ήρθαν στην εκκλησία του Αγίου που βρίσκεται στη Μητρόπολη για να προσκυνήσουν.
Με δάκρυα στα μάτια, ευχαρίστησαν τον Άγιο και δήλωσαν ότι θα βαπτίσουν το παιδί, και θα του δώσουν το όνομα του Αγίου Νεκταρίου του Θαυματουργού.
Ο Μητροπολίτης Φιλαδελφείας κ. Βενέδικτος, επισκέφθηκε την οικογένεια και το αγοράκι και έδωσε την ευλογία του.
Αξίζει να αναφερθεί, ότι ο Άγιος Νεκτάριος ευλαβείται ιδιαιτέρως στην Ιορδανία, ύστερα από την πρωτοβουλία του Σεβασμιωτάτου μητροπολίτου να τον κάνει γνωστόν στη χώρα αυτή, επίσης έχει κάνει άλλα επτά θαύματα που είναι καταγεγραμμένα από αυτούς που έλαβαν τη χάρη του.
Τέλος, να σημειωθεί, ότι το γεγονός αυτό είχε μεγάλη απήχηση στον κόσμο και μαρτυρεί την αλήθεια και τη δύναμη της χριστιανικής πίστης.
Η σύγχρονή μας «χριστιανική»κοινωνία έχη μια παράξενη τάση: Να ψάχνη για θαύματα και να κάνη θαύματα! Την τάση αυτή δεν πρέπει να την αφήσωμε να περάση απαρατήρητη. Με κανένα τρόπο. Και για πολλούς λόγους. Και ιδιαίτερα, γιατί την τάση αυτή, την τάση που έχουν πολλοί να θέλουν να κάνουν θαύματα και να ψάχνουν για θαύματα, οι άγιοι πατέρες μας την καταδικάζουν πολύ αυστηρά. Και την καταδικάζουν, επειδή κάτω από το «ευσεβές» κάλυμμα της τάση αυτής κρύβεται η φιλαυτία. Και είναι πολύ φοβερό να μπορή η φιλαυτία να κρύβεται στην ψυχή. Γιατί τότε δεσπόζει σ’ αυτήν ανενόχλητα. Και την διαλύει.
Ο μεγάλος διδάσκαλος των μοναχών άγιος Ισαάκ ο Σύρος λέγει τα εξής:
Ο Κύριος είναι πάντοτε κοντά μας, έτοιμος να βοηθήση τους εκλεκτούς Του. Μα ποτέ και σε τίποτε δεν δείχνει φανερά την δύναμή Του, αν δεν υπάρχη σοβαρός λόγος. Και αυτό για να μη καταντήσωμε να παρανοήσωμε την βοήθειά Του. Γιατί τότε θα μας βγη σε κακό. Και ενεργεί έτσι από την φροντίδα Του για τους εκλεκτούς Του. Επειδή θέλει να τους δείξη, ότι ούτε στιγμή δεν παύει να φροντίζει γι’ αυτούς, έστω κι αν δεν γίνεται αντιληπτός. Τους αφήνει, λοιπόν, ο,τιδήποτε κι αν τους συμβή, να κάμουν ένα αγώνα• ο καθένας ανάλογα με την δύναμή του• κοπιάζοντας στην προσευχή. Και μόνο, να κάτι είναι τόσο πολύ δύσκολο, ώστε να τους καταβάλη, (όταν δηλαδή φανούν ανίκανοι να το αντιμετωπίσουν μόνοι τους, όταν είναι έτοιμοι να εγκαταλείψουν τον αγώνα τους, επειδή η φύση τους δεν είναι άξια για τέτοιο αγώνισμα), τότε τον αγώνα τον τελειώνει Εκείνος με την μεγάλη Του δύναμη. Τότε τους βοηθεί. Με τον τρόπο που Εκείνος ξέρει. Και στο μέτρο που είναι άξιοι. Τους ενισχύει σε όσο μέτρο απαιτούν οι περιστάσεις, χωρίς εκείνοι να το καταλαβαίνουν. Και τους βοηθεί, μέχρι που να δυναμώσουν οι ίδιοι, και να μπορούν πια να ξεπερνούν τις δοκιμασίες τους μόνοι τους. Τους βοηθεί να λύσουν το δύσλυτο γι’ αυτούς πρόβλημα των δοκιμασιών τους με την γνώση, που τους χαρίζει. Και η γνώση αυτή, και μόνο που την σκέπτονται, τους ξυπνάει σε προσευχή που τους ωφελεί κι από τις δύο πλευρές. Και όταν υπάρχη λόγος, να φανερωθή η εργασία τους και να έλθη η υπόθεση αυτή σε γνώση πολλών, και τότε, ο Θεός αναγκάζεται και το κάνει. Και ο τρόπος, που ακολουθεί, είναι σοφώτατος. Και αντέχει και στην ανάγκη και στην φτώχεια. Γιατί δεν ενεργεί ποτέ ανόητα.
Όποιος, χωρίς τίποτε να τον αναγκάζει, προχωρεί τολμηρά (ή επιθυμώντας τα θαύματα, παρακαλεί τον Θεό να γίνουν «δυνάμεις» δια των χειρών του), είναι φανερό, ότι πειράζεται στον λογισμό του από τον διάβολο, που προσπαθεί να γελοιοποιήση τα πάντα• ότι είναι υπερήφανος και ότι εσωτερικά, κατά βάθος, είναι άρρωστος. Την βοήθεια του Θεού πρέπει να την ζητούμε μόνο σε ώρα δοκιμασίας. Όταν δεν υπάρχει λόγος, είναι επικίνδυνο σε μας να πειράζωμε τον Θεό. Δεν είναι αληθινά άγιος εκείνος που ζητεί την βοήθεια του Κυρίου, εκεί που δεν εξάντλησε ακόμη τις δικές του δυνάμεις. Μη ξεχνάμε ότι πράγματα, που τα κάνει μεν ο Θεός, αλλά όχι γιατί Του αρέσουν, τα βρίσκομε στους πιο πολλούς αγίους. Μα όποιος αυτά τα γυρεύει και τα επιθυμεί ολόψυχα, με όλη του την καρδιά, χωρίς να υπάρχη κάποιος λόγος, ακόμα κι αν τον φυλάη ο Θεός, πέφτει μόνος του• γιατί μόνος του ξεφεύγει από την γνώση της αληθείας. Γιατί, αν ο Θεός τον ακούση σε εκείνο, που από εγωκεντρικό φρόνημα ζητάει, ο πονηρός βρίσκει σ’ αυτόν τόπο και τον κάνει σιγά-σιγά να πέση σε πολύ μεγάλα κακά. Οι αληθινά άγιοι άνθρωποι, όχι μόνο δεν τα επιθυμούν αυτά, αλλά και όταν τους τα δίδη από μόνος Του ο Θεός, στενοχωριούνται και δυσαρεστούνται. Και δεν τα θέλουν αυτά τα χαρίσματα. Όχι μόνο γιατί είναι δυνατό να γίνουν γνωστά στους ανθρώπους. Δεν τα θέλουν• έστω κι αν πρόκειται να μείνουν χωρίς καμμιά δημοσιότητα. Δεν τα θέλουν αυτά καθ’ εαυτά*.
Ένας από τους αγίους πατέρας, από την πολύ του καθαρότητα, έλαβε (πριν ακόμη φθάση σε τελειότητα), το χάρισμα να προγνωρίζη, ποιος επήγαινε να τον επισκεφθή. Και τι νομίζετε έκαμε; Παρακάλεσε τον Θεόν, και έβαλε και άλλους να Τον παρακαλέσουν, να του πάρη πίσω το χάρισμα.
Συμπέρασμα: Όσοι επήραν χαρίσματα, ο Θεός τους τα έδωσε• ή επειδή είχαν πολλή απλότητα, ή επειδή το απαιτούσε κάποιος ιδιαίτερος λόγος. Χωρίς αυτές τις προϋποθέσεις, να το ξέρετε ότι εκείνους που φαίνονται πως έχουν χαρίσματα, δεν τους κινεί το θείο νεύμα• πάντως όμως δεν πρέπει και να φαντασθούμε ότι το «χάρισμά» τους είναι εντελώς τυχαίο.
2. Πότε ζητούμε την βοήθεια του Θεού.
Από αυτές τις σκέψεις του αγίου, βγαίνει το συμπέρασμα ότι• εκείνοι που θέλουν να κάνουν θαύματα, το θέλουν από σαρκική πύρωση• παρασυρόμενοι από πάθη, που οι ίδιοι δεν τα καταλαβαίνουν• έστω και αν τους φαίνεται, πως τους κυβερνάει ο ζήλος για το έργο του Θεού. Στην ίδια κατάσταση φιλαυτίας και σαρκικής πυρώσεως ευρίσκονται και εκείνοι που θέλουν να ιδούν θαύματα. Δεν επιτρέπεται ποτέ κανείς και σε καμμιά περίσταση να πειράζη τον Κύριο και να ξεχνάη την οφειλομένη σ’ Αυτόν ευλάβεια. Μας επιτρέπεται να ζητάμε την βοήθεια του Θεού στις μεγάλες μας ανάγκες, όταν μόνοι μας δεν μπορούμε να κάνωμε τίποτε. Την επιλογή όμως του τρόπου που θα μας βοηθήση, πρέπει να την αφήνωμε στο Θεό• εγκαταλειπόμενοι στο αγαθό Του θέλημα και στο έλεός Του. Και ο Κύριος πάντοτε μας καταπέμπει ψυχωφελείς ευκαιρίες, που μας προσφέρουν την βοήθεια που μας χρειάζεται• και παράλληλα μαζί της μας δίνει και την αγία γεύση και αίσθηση της ταπείνωσης. Η βοήθεια του Θεού δεν προσφέρεται με λάμψη, όπως θα ήθελε το σαρκικό φρόνημα, για να μη ζημιωθή η ψυχή μας από την ικανοποίηση της ματαιοδοξίας της. Και γι’ αυτό, και στο έργο του Θεού και στη διακονία της Εκκλησίας, παντού και πάντοτε, πρέπει να ζητάμε την ευλογία του Θεού και την βοήθειά Του• και να πιστεύωμε, ότι μόνο οι θείες μέθοδοι, μόνο οι πνευματικές μέθοδοι, μπορούν να είναι ωφέλιμες στην πίστη και στην ευλάβεια• μα ποτέ και με κανένα τρόπο οι μέθοδοι, τις οποίες απαιτεί το σαρκικό φρόνημα.
Σημείωση:
*Στις παραγράφους, που ακολουθούν, ο Επίσκοπος Ιγνάτιος με ρήσεις πατέρων και παραδείγματα αγίων αναπτύσσει την θεόσοφη αυτή παρατήρηση του αγίου Ισαάκ του Σύρου.
Οι πραγματικά άνθρωποι του Θεού, ένα σκέπτονται συνεχώς μέσα τους: ότι δεν είναι άξιοι να είναι δούλοι και όργανα του Θεού. Μόνο από αυτό το φρόνημα, μπορούμε να καταλάβωμε, αν κάποιος είναι πραγματικά άνθρωπος του Θεού[68].
3. Θέλουν να κάμουν θαύματα.
Δύσκολο στον άνθρωπο να έχη δόξα και τιμή χωρίς ζημία στην ψυχή του[69]. Δύσκολο όχι μόνο για τους εμπαθείς, εκείνους που αγωνίζονται να νικήσουν τα πάθη τους, αλλά και σ’ εκείνους που τα ενίκησαν• και στους αγίους. Γιατί, έστω και αν τους έδωκε ο Θεός την νίκη κατά της αμαρτίας, όμως δεν ξαναγυρίσουν στην αμαρτία και να ξαναϋποδουλωθούν στα πάθη• όπως έγινε με μερικούς, που δεν έδειξαν την απαιτούμενη νήψη και επαγρύπνηση, αλλά εθάρρησαν στον εαυτό τους, στην πνευματική τους κατάσταση! Η ροπή στην υπερηφάνεια, λέγει ο άγιος Μακάριος, εξακολουθεί να υπάρχη ακόμη και στις πιο καθαρές ψυχές[70]. Η ροπή αυτή είναι η πρώτη αιτία, που σπρώχνει τον άνθρωπο να γοητευθή από την αμαρτία και να ξαναγυρίση σ’ αυτήν. Και γι’ αυτό και το χάρισμα των ιαμάτων και όλα τα άλλα αντιληπτά χαρίσματα, είναι πολύ επικίνδυνα σ’ εκείνους που τα έλαβαν• γιατί γίνονται αντικείμενα μεγάλης τιμής από τους ανθρώπους με σαρκικό φρόνημα. Αντίθετα τα μη αντιληπτά χαρίσματα είναι σε ασύγκριτο βαθμό ανώτερα από εκείνα, που πέφτουν στην αντίληψή μας. Π.χ. το χάρισμα να οδηγή ψυχές στη σωτηρία, και να τις θεραπεύη από τα πάθη, ο κόσμος ούτε το καταλαβαίνει ούτε του δίνει σημασία. Και όχι μόνο δεν τιμά και δεν δοξάζει τους λειτουργούς του Θεού, που έχουν το χάρισμα αυτό, αλλά και τους ταλαιπωρεί και τους μισεί, επειδή έχουν πράξη διαφορετικά από εκείνη που δέχονται οι αρχές του κόσμου αυτού• επειδή «απειλούν την δεσποτεία του κοσμοκράτορα»[71].
Ο εύσπλαγχνος Θεός δίνει στους ανθρώπους εκείνο που τους είναι πράγματι αναγκαίο και ωφέλιμο• έστω και αν οι ίδιοι δεν το καταλαβαίνουν! Ποτέ δεν δίνει κάτι, που μπορεί να ωφελήση λίγο και βλάψη πολύ• έστω και αν οι άνθρωποι με σαρκικό φρόνημα και άγνοια, διψούν για κάτι τέτοια και τα αναζητούν. Ο άγιος Ισαάκ ο Σύρος λέγει:
«Πολλοί έκαμαν θαύματα. Ανέστησαν και νεκρούς. Εκοπίασαν να επαναφέρουν αμαρτωλούς και πλανημένους στον δρόμο του Θεού• έκαμαν όπως θα ελέγαμε, θαύματα: μέσω αυτών ωδηγήθηκαν πολλοί στον Χριστό! Και όμως. Αυτοί, που έδωσαν σε άλλους ζωή, έπεσαν οι ίδιοι σε πάθη μιαρά, επειδή είχαν μόνοι τους προκαλέσει στον εαυτό τους τον θάνατο»[72].
Ο άγιος Μακάριος διηγείται ότι κάποιος συνασκητής του έλαβε το χάρισμα των ιαμάτων σε τέτοιο βαθμό, ώστε εθεράπευε κάθε είδους άρρωστο με μια απλή επίθεση των χεριών του. Όμως ο ασκητής αυτός, με το να δοξάζεται από τους ανθρώπους υπερηφανεύθη, και έπεσε στο πιο μεγάλο βάθος αμαρτίας[73]….
Στο βίο του αγίου Αντωνίου του μεγάλου γίνεται λόγος για κάποιο νεαρό μοναχό, που έδινε εντολές στους αγίους όναγρους στην έρημο και τον υπάκουαν. Ο όσιος Αντώνιος, όταν το άκουσε, είπε πως δεν είχε καθόλου εμπιστοσύνη στην πνευματική οικοδομή του θαυματουργού αυτού. Και δεν άργησε να έλθη η είδηση για τη θλιβερή πτώση του μοναχού[74].
4. Θέλουν να τους γίνουν θαύματα.
Τον Δ’ Αιώνα ζούσε στην Αίγυπτο ένας άγιος Γέροντας, που είχε και αυτός το χάρισμα των ιαμάτων• από αυτό είχε αποκτήσει πολύ μεγάλη δόξα. Γρήγορα όμως παρατήρησε, ότι η υπερηφάνεια τον εξουσίαζε, και ότι δεν ήταν σε θέση να την νικήση με τις δικές του δυνάμεις. Και τότε με πολύ θερμή προσευχή κατέφυγε στο Θεό. Και Τον παρακάλεσε να επιτρέψη να δαιμονισθή• για να ταπεινωθή. Και ο Θεός εισάκουσε το ταπεινό αίτημα του δούλου Του. Και άφησε τον σατανά να μπη μέσα του. Ο Γέροντας άφησε τον εαυτό του σε όλες τις επιθέσεις του διαβόλου. Αυτό κράτησε πέντε μήνες. Στο διάστημα αυτό του φορούσαν ράκη. Ο κόσμος, που προηγουμένως έτρεχε σ’ αυτόν και τον δόξαζε για μεγάλο άγιο, τώρα τον εγκατέλειψε! Όλοι έλεγαν, πως τρελλάθηκε! Μα ο γέροντας απαλλαγμένος πια από την δόξα των ανθρώπων και την υψηλοφροσύνη, που τον μάστιζε εξ αιτίας της, ευχαριστούσε το Θεό που τον έσωσε.
Η σωτηρία του ολοκληρώθηκε με λίγη ταλαιπωρία και λίγη (κατά την κρίση των σαρκικών ανθρώπων) ατιμία. Οι σαρκικοί άνθρωποι δεν μπορούσαν να καταλάβουν ότι ο διάβολος με τη δική τους τιμή του έσκαβε το λάκκο. Και πολύ περισσότερο δεν μπορούσαν να καταλάβουν ποτέ, πως με τη δαιμονοληψία ξαναγύρισε στον ασφαλή δρόμο της θείας ευσπλαγχνίας[75].
5. Δεν μας χρειάζονται θαύματα.
Γίνεται λοιπόν φανερό, γιατί οι άγιοι πατέρες Σισώης, Ποιμήν και άλλοι, ενώ είχαν σε πλούσιο βαθμό το χάρισμα των ιαμάτων, έκαναν ό,τι μπορούσαν να το κρύψουν. Δεν είχαν εμπιστοσύνη στον εαυτό τους. Ήξεραν, πως είναι εύκολο στον άνθρωπο να «τραπή», να «ξεφύγη». Και για αυτό περιχαράκωναν, τον εαυτό τους με την ταπείνωση[76].
Στους αγίους Αποστόλους ο Θεός, μαζί με το χάρισμα των ιαμάτων που τους έδωσε για να βοηθηθούν στο κήρυγμα του λόγου Του, τους έδωσε και θλίψεις και διωγμούς, για να μην τους αφήση να παρασυρθούν από αυτό και αρχίσουν να υπεραίρωνται.
Ο άγιος Ισαάκ ο Σύρος λέγει: «Η λογική του Πνεύματος τις ασθένειες του σώματος και τις θαυματουργικές θεραπείες τους τις βλέπει εντελώς διαφορετικά από όπως τις βλέπει το σαρκικό φρόνημα.
Το φρόνημα της σαρκός θεωρεί τις ασθένειες συμφορά, και τη θεραπεία τους το πιο μεγάλο θαύμα, την πιο μεγάλη ευεργεσία. Και πολύ λίγο νοιάζεται για το αν η θεραπεία του σώματος γίνεται με παράλληλη ωφέλεια της ψυχής ή με βλάβη και ζημία της»[77].
Η πνευματική λογική βλέπει ότι, και οι ασθένειες, αλλά και οι θεραπείες τους, είναι δωρεές της αγαθότητος και του ελέους του Θεού. Ποια είναι η θεάρεστη και ψυχικά ωφέλιμη στάση στις δυο αυτές περιπτώσεις, ο άνθρωπος το μαθαίνει, όταν καταφεύγη στο φως του λόγου του Θεού. Και ο λόγος του Θεού μας λέει, ότι είναι επιτρεπτό να ζητή κανείς από το Θεό τη θεραπεία ασθενείας του, μόνο να το πάρη απόφαση και το κάνη σκοπό του να χρησιμοποιήση τη υγεία του και τις δυνάμεις του στην υπηρεσία του Κυρίου, και όχι στη ματαιότητα και την αμαρτία. Γιατί διαφορετικά, η θαυματουργική θεραπεία του θα του γίνη αιτία πιο μεγάλης καταδίκης• και θα του επιφέρη μεγαλύτερη τιμωρία• και στην παρούσα ζωή• και στην αιώνια. Αυτό μας το είχε ειπεί ο Κύριος. Όταν εθεράπευσε τον παραλυτικό, του είπε: «ίδε υγιής γέγονας• μηκέτι αμάρτανε, ίνα μη χείρόν τι σοι γένηται»[78].
Ο άνθρωπος είναι αδύνατος. Έχει εύκολη ροπή στην αμαρτία. Και αν ακόμη και άγιοι, που είχαν το θείο χάρισμα των ιαμάτων και πλούσια τη χάρη του αγίου Πνεύματος, υπέμειναν πειρασμούς και έπεσαν σε αμαρτίες, φαντασθήτε πόσο πιο εύκολα είναι δυνατό να κάνουν κακή χρήση των δωρεών του Θεού οι σαρκικοί άνθρωποι, εκείνοι που δεν έχουν σχέση με τα πνευματικά. Και πράγματι, πολλοί έκαμαν την χειρότερη κακή χρήση. Γιατί, ενώ έλαβαν θαυματουργικά τη θεραπεία από αρρώστεια, δεν την εκτίμησαν τη θεία δωρεά και ευεργεσία• δεν εσκέφθηκαν, πως είχαν χρέος να δείξουν με έργα την ευγνωμοσύνη τους• ξανάρχισαν την αμαρτωλή ζωή τους• και μετέβαλαν έτσι τη δωρεά του Θεού σε ζημία τους• αποξενώθηκαν από το Θεό και πρόδωσαν τη σωτηρία τους.
Ακριβώς, γι’ αυτό σπάνια γίνονται ιάσεις σωματικών ασθενειών. Και ας τις έχουν – οι άνθρωποι με σαρκικό φρόνημα – σε τόσο μεγάλη υπόληψη και ας τις επιθυμούν τόσο πολύ! Ζητείται κάτι, λέγει ο απόστολος, και δεν σας το δίνει ο Θεός, επειδή δεν το ζητάτε για πνευματική ωφέλεια, αλλά για να το δαπανήσετε σε μια ζωή φιλήδονη.
6. Υπομονή μας χρειάζεται.
Η πνευματική λογική μας διδάσκει, πως οι αρρώστειες και γενικά οι θλίψεις, που μας στέλνει ο Θεός, είναι μέσα έκφρασης του ελέους Του και της ευσπλαγχνίας Του για μας. Όπως τα πικρά φάρμακα τους άρρωστους τους ωφελούν πιο πολύ από τα γλυκίσματα, έτσι και αυτές βοηθούν εκείνους που τις υπομένουν στη σωτηρία και στην αιώνια ευτυχία πιο πολύ από τα θαύματα! Συχνά, πολύ συχνά, μια ασθένεια είναι πιο μεγάλη ευεργεσία από ένα θαύμα! Η αρρώστεια είναι τόσο ουσιώδης ευεργεσία, ώστε η απαλλαγή μας από αυτή (έστω και με θαύμα!) να μας βλάπτη, αφού αφαιρεί ένα πιο μεγάλο αγαθό• ένα αγαθό που με κανένα τρόπο δεν μπορεί να συγκριθή με το πρόσκαιρο αγαθό, που μας προσφέρει με θαύμα η θεραπεία μας από κάποια αρρώστεια[79].
1. Ο πτωχός Λάζαρος, για τον οποίο μιλάει το Ευαγγέλιο, δεν εθεραπεύθηκε ποτέ από την βαρειά αρρώστεια του• ούτε απηλλάγη από τη φτώχεια του. Απέθανε στην ταλαίπωρη εκείνη κατάσταση, στην οποία βασανιζόταν τόσα χρόνια. Όμως, λόγω της υπομονής του, οι άγγελοι τον επήραν και τον επήγαν στην αγκαλιά του Αβραάμ[80]. Η αγία Γραφή μας λέγει ολοκάθαρα, πως ο Θεός σε κείνους που αγαπάει στέλνει πολλές πίκρες, και κυρίως αρρώστειες σωματικές[81]. Σε κάθε της σελίδα η αγία Γραφή μας λέγει, ότι όλοι ανεξαιρέτως οι άγιοι επέρασαν την επί γης ζωή τους βαδίζοντες την οδό την στενή και τεθλιμμένη, που είναι γεμάτη θλίψεις, πίκρες, στερήσεις[82].
Με αυτή τη γνώμη για τις θλίψεις, οι αληθινοί δούλοι του Θεού αντιμετώπιζαν τις θλίψεις, που τους συνέβαιναν, με πολύ μεγάλη περίσκεψη• και με αυταπάρνηση. Όποιες και αν ήσαν, τις εδέχοντο σαν να τους έπρεπαν! Γιατί επίστευαν ολόψυχα ότι δεν θα τους συνέβαιναν, αν δεν τις επέτρεπε ο δικαιοκρίτης Θεός θεωρώντας τες κατάλληλες για τις πνευματικές ανάγκες τους. Η πρώτη τους δουλειά, όταν τους συνέβαινε κάποια θλίψη, ήταν να βάλουν βαθειά στο νου τους ότι τους έπρεπε! Αναζητούσαν στον εαυτό τους την αιτία[83]. Και την εύρισκαν. Και μετά, μόνο αν διαπίστωναν, ότι η θλίψη αυτή τους εμπόδιζε στην ευαρέστηση του Κυρίου, μόνο τότε, Τον παρακαλούσαν να τους απαλλάξη από αυτή. Και πάλι όμως αφήνανε την εκπλήρωση ή μη εκπλήρωση του αιτήματός τους, στη διάθεση του Κυρίου. Και ποτέ δεν τολμούσαν να ειπούν, πως ο τρόπος, με τον οποίο αυτοί αντιμετώπιζαν την δοκιμασία τους, ήταν ο σωστός. Γιατί πράγματι, ποτέ δεν είναι δυνατό να είναι ο σωστός. Γιατί η κρίση του χοϊκού ανθρώπου, έστω και αν είναι και άγιος, δεν μπορεί ποτέ να αγκαλιάση και να ιδή τα πράγματα καλλίτερα από το παντέφορο όμμα του Κυρίου. Ο Θεός ξέρει, γιατί στέλνει δοκιμασίες στους εκλεκτούς Του.
2. Ο άγιος Απόστολος Παύλος μας πληροφορεί, ότι τρις παρεκάλεσε τον Κύριο να τον απαλλάξη από ένα άγγελο Σατάν, που τον εμπόδιζε να τρέχη να κηρύττη την χριστιανική πίστη. Μα δεν εισακούσθηκε! Η κρίση του Θεού στο σημείο αυτό ήταν διαφορετική από την κρίση του θεόπνευστου αποστόλου Του[84]!
Πρέπει να αφήνωμε τον εαυτό μας στο θέλημα του Θεού. Γιατί μόνο τότε, μόνον όταν ποθούμε ειλικρινά και με βαθειά ευλάβεια να γίνεται παντού και πάντοτε το θέλημά Του, μπορούμε να εμπιστευώμαστε, ότι έχομε φρόνημα πνευματικά σωστό.
3. Πολλοί άγιοι μοναχοί, όταν αρρωστούσαν, εδέχοντο την αρρώστεια τους σαν την πιο μεγάλη ευεργεσία του Κυρίου. Και αγωνίζονταν να συνεχίσουν ανεπηρέαστοι την δοξολογία του Θεού. Δεν ζητούσαν την θεραπεία, παρ’ ότι οι με θαύμα θεραπείες από σωματικές ασθένειες είναι συνηθισμένες στους άγιους μοναχούς. Προτιμούσαν να ζητούν από τον Θεό δύναμη να τις περάσουν με υπομονή και με ταπείνωση. Γιατί και το πίστευαν και το διεκήρυτταν, ότι αυτό ήταν πιο ψυχωφελές από κάθε είδους άσκηση, που τυχόν θα έκαναν με το δικό τους θέλημα!
Ο άγιος Ποιμήν λέγει:
Οι τρεις αυτές εργασίες του μοναχού είναι μεταξύ τους ίσες• να ησυχάζη στην έρημο• να είναι άρρωστος και να ευχαριστή τον Θεό• να ζη στην υπακοή γέροντος παρ’ ότι έχει καθαρό (δυνατό) μυαλό[85].
4. Οι πιο μεγάλοι άγιοι μοναχοί έζησαν στην Σκήτη της Αιγύπτου. Ένας από αυτούς ήταν ο όσιος Βενιαμίν. Η ζωή του ήταν γεμάτη αρετές. Και γι’ αυτό ο Θεός του έδωσε πλούσια το χάρισμα των ιαμάτων. Και ενώ λοιπόν είχε αυτό το χάρισμα, ο ίδιος είχε μια πολύ βαρειά αρρώστεια: μια χρονίας μορφής υδρωπικία! Μερικές φορές απέπνεε μια φοβερή δυσοσμία. Και τότε οι μοναχοί αναγκάζονταν να τον μεταφέρουν από το κελλί του, σε μέρος μακρινό! Και στο κελλί του να βγάζουν εντελώς τις πόρτες! Και του είχαν φτιάξει ένα ειδικό κάθισμα, γιατί δεν του ήταν δυνατό να ξαπλώση στο κρεβάτι! Μα και στην κατάσταση αυτή ο όσιος συνέχιζε να θεραπεύη τους άλλους! Και εκείνους, που βλέποντας τα παθήματά του τον συμπονούσαν, τους συμβούλευε και τους παρακαλούσε, να προσεύχωνται για την ψυχή του• και να μη νοιάζωνται για το σώμα του. «Όταν το σώμα μου ήταν γερό, τους έλεγε, δεν είχα καμμιά ιδιαίτερη ωφέλεια από αυτό. Τουλάχιστον τώρα που έπεσα σε αρρώστεια δεν μου προξενεί βλάβη!»[86].
5. Ένας άλλος άγιος, ο Αββάς Πέτρος, έλεγε, ότι, κάποιος επεσκέφθη τον όσιο Ησαΐα τον αναχωρητή. Τον ευρήκε να πάσχη από μια βαρειά αρρώστεια. Και του εξέφραζε τη συμπόνια του. Ο όσιος του απάντησε: Παρ’ ότι έχω τόσο πολύ συμφιλιωθή με την σκέψη της αρρώστειας μου, μόλις και μετά βίας κατορθώνω να διατηρώ την μνήμη της φοβεράς εκείνης ώρας (του θανάτου και της κρίσεως)! Αν το σώμα μου ήταν καλά, η μνήμη εκείνη θα είχε σβήση μέσα μου. Όταν το σώμα είναι υγιές, τότε ρέπει πιο πολύ σε πράξεις και ενέργειες επιζήμιες και αντίθετες στο θέλημα του Θεού. Οι δοκιμασίες μας είναι μια μέθοδος, που μας οδηγεί κάπως πιο σίγουρα στην τήρηση των εντολών του Θεού[87].
Οι άγιοι πατέρες το ήξεραν πολύ καλά, ότι στις θλίψεις και δοκιμασίες μας αξία έχει η υπομονή• και ότι η υπομονή είναι κάτι που εξαρτάται από μας τους ίδιους. Για αυτό και κατηγορούσαν μόνο τον εαυτό τους. Εβίαζαν έτσι την καρδιά τους να έχη υπομονή[88]. Έφερναν στη μνήμη τους το θάνατο, το κριτήριο του Θεού, τις αιώνιες τιμωρίες• και με την ανάμνησή τους, οποιαδήποτε και αν είναι η σημασία, η εντύπωση και η αίσθηση των επιγείων θλίψεων, εξασθενίζει[89]. Ανέβαζαν τη σκέψη τους στην πρόνοια του Θεού. Υπενθύμιζαν στον εαυτό τους την επαγγελία του Υιού του Θεού, ότι θα είναι αδιάστατα ενωμένος με εκείνους που Τον ακολουθούν και θα τους φυλάττη[90].
Παρορμούσαν τον εαυτό τους να έχη ευψυχία και ανδρεία. Πίεζαν τον εαυτό τους να δοξάζη και να ευχαριστή τον Θεό για τις θλίψεις. Τον έσπρωχναν στην συνειδητοποίηση της αμαρτωλότητός τους, που τους έκανε άξιους κάθε τιμωρίας. Ενθυμούντο και την ευσπλαγχνία του Κυρίου, αλλά και την δικαιοκρισία του. Και καταβάλλοντας κάθε προσπάθεια, να έχουν υπομονή, ανέπεμπαν εκτενείς προσευχές στο Θεό να τους δίνη αυτό το θείο χάρισμα της ευλογημένης υπομονής, που είναι πάντοτε αχώριστη από το άλλο χάρισμα του πνεύματος, την ευλογημένη ταπείνωση• γιατί οι δύο αυτές αρετές, είναι εγγύηση σωτηρίας και αιώνιας μακαριότητας.
6. Οι μεγάλοι σημειοφόροι άγιοι πατέρες, παρ’ ότι τους ήταν τόσο εύκολο, δεν εθεράπευσαν ποτέ τους μαθητές τους, όταν κατά θέλημα Κυρίου αρρωστούσαν. Αυτό το έκαναν για να μην τους στερήσουν το πνευματικό αγώνισμα και την ωφέλεια, που θα είχαν με την υπομονή, αν περνούσαν την αρρώστεια τους, όπως ορίζει η παράδοση της Εκκλησίας μας.
7. Ο ηγούμενος του κοινοβίου της Γάζας, όσιος Σέριδος, ο μαθητής του μεγάλου εκείνου Βαρσανουφίου, που έζησε με απόλυτη σιωπή στο κοινόβιο αυτό, ήταν για πολλά χρόνια άρρωστος. Μερικοί από τους γέροντες της αδελφότητος παρακαλούσαν τον Μέγαν (Βαρσανούφιον) να θεραπεύση τον ηγούμενο. Ο όσιος Βαρσανούφιος τους απάντησε:
«Μερικοί άγιοι άνθρωποι (που υπάρχουν εδώ) θα μπορούσαν να παρακαλέσουν για την υγεία του τον Θεό, να μη ξαναρρωστήση ούτε μια ημέρα. Και αν Τον παρακαλούσαν, θα γινόταν. Και εγώ του το είπα αυτό. Αν όμως αυτό γινόταν, θα έχανε την ευκαιρία να αποκτήση την μεγάλη καρποφορία της υπομονής. Μα τι λέτε; Δεν ξέρει, πόσο έχω υποφέρει εγώ; Τι αρρώστειες! Τι πυρετούς! Τι θλίψεις; Και να, τώρα ευρίσκομαι στον εύδιο αυτό λιμένα. Και αυτόν πολύ τον ωφελεί η αρρώστεια του. Τον μαθαίνει να έχη υπομονή και να ευχαριστή τον Θεό»[91].
7. Με τις δοκιμασίες γινόμεθα δόκιμοι.
Εξηγώντας μας πόσο αναγκαίες είναι οι θλίψεις για τον αθλητή του Χριστού ο άγιος Ισαάκ ο Σύρος λέγει:
«Οι δοκιμασίες είναι ωφέλιμες σε όλους ανεξαιρέτως. Αν ήσαν ωφέλιμες σε ένα Παύλο, ας σιωπήση από μόνο του το κάθε στόμα, που λέει, πως δεν ωφελούν! Γιατί διαφορετικά, θα το κάνη να σιωπήση ο ίδιος ο Θεός! Γιατί, όποιος ειπή πως οι δοκιμασίες δεν είναι ωφέλιμες, αυτόματα γίνεται υπόδικος ενώπιον του Θεού[92].
Οι αγωνιστές δοκιμάζονται, για να αυξήσουν τον πνευματικό τους πλούτο.
Οι χλιαροί, για να αναγκαστούν να προφυλάξουν τον εαυτό τους από εκείνα που τους βλάπτουν.
Οι κοιμισμένοι, για να ξυπνήσουν.
Οι απομακρυσμένοι, για να ξαναπλησιάσουν τον Θεό.
Και οι φίλοι του Θεού, για να μπορέσουν να μπουν με παρρησία στον Παράδεισο, αφού θα έχουν τόσα υπομείνει για τον Θεό.
Ο αδιαπαιδαγώγητος υιός δεν μπορεί να εκτιμήση τον πλούτο του σπιτιού του πατέρα του• ότι είναι γι’ αυτόν μια βοήθεια στην ζωή του. Και γι’ αυτό ο Θεός πρώτα δοκιμάζει τον άνθρωπο και τον ξελαμπικάρει, και μετά του δίνει χαρίσματα.
Ας έχη δόξα ο Κύριός μας, που την γλυκύτητα της υγείας μας την χαρίζει ποτίζοντάς μας με φάρμακα πικρά (δηλ. φαρμάκια).
Υπάρχει άνθρωπος, που δεν κουράζεται την ώρα που κάνει γυμναστική;
Υπάρχει άνθρωπος, που να μη του είναι κακή η ώρα, που πίνει το δηλητήριο κάποιας δοκιμασίας;
Όμως, αν δεν προηγηθούν αυτά, μπορεί ο άνθρωπος να αποκτήση γερή κράση;
Αλλά και η δύναμη να υπομένωμε, δεν είναι δική μας. Που θα την εύρισκε το χωματένιο σκεύος, που είναι φτιαγμένο με λάσπη, την δύναμη να αντέξη στην ροή του νερού, χωρίς να διαλυθή, αν δεν το είχε ψήσει και δεν το είχε κάνει στερεό το πυρ το θεϊκό;
Ιδού το συμπέρασμα: Αν δείξωμε στον Θεό υποταγή, αν αντιμετωπίζωμε τις δοκιμασίες μας με υπομονή και καρτερία , αν Τον παρακαλούμε με ταπείνωση και αδιάλειπτη την επιθυμία να μας δώση πρώτα την βασιλεία Του, τότε θα αξιωθούμε να τα λάβωμε όλα, όσα Του ζητούμε, εν Χριστώ Ιησού τω Κυρίω ημών. Αμήν»