Monday, April 20, 2015

Θαύμα της Παναγίας: «Στον οίκο του Υιού μου δεν παίζουν» ( π. Στεφάνου Αναγνωστόπουλου )


Ένας συγγενής μου, μου διηγήθηκε το έξης περιστατικό: Ένας φίλος του γιατρός, όταν ήταν μικρός, όπως όλα τα παιδάκια, πού γελάνε και μετακινούνται άσκοπα μέσα στον Ναό, χωρίς να καταλαβαίνουν, έτσι κι αυτός, μαζί με ένα ξαδελφάκι του γελούσε και πείραζε τα άλλα παιδάκια, πότε έτρεχε από δω και πότε έτρεχε από κει.

Τελείωσε ή εκκλησία, πήραν το Αντίδωρο, ο κόσμος έφυγε, αλλά αυτά τα δυο παιδάκια, ο γιατρός με τον ξάδε


λφο του, άρχισαν πάλι να ατακτούν μέσα στον Ναό.
Τότε λοιπόν ακούγεται μία αυστηρή αλλά γλυκεία γυναικεία φωνή να τους λέγει:

– Στον οίκο του Υιού μου δεν παίζουν! Δεν τρέχουν από δω κι από κει. Προσεύχονται, κοινωνούν, μεταλαμβάνουν το Σώμα και το Αίμα Του. Το Αίμα του Υιού μου!

Και …φράπ! τα αρπάζει από τον σβέρκο και εν ριπή οφθαλμού ευρέθησαν και τα δύο παιδάκια έξω, στο προαύλιο του Ναού!

Και λέει ο γιατρός: «Σε μένα να ‘έρθουν να πουν αν υπάρχει ή δεν υπάρχει Θεός, Σε μένα μίλησε ο Θεός δια μέσου της Υπεραγίας Θεοτόκου!»

«Εμπειρίες κατά την Θεία Λειτουργία» – π. Στεφάνου Αναγνωστόπουλου

Μελέτες περι σταυρώσεως, ταφής , μνήμης θανατου , αναστάσεως, νήψεως , ( Γέρων Εφραίμ ο Φιλοθεΐτης )





Μέσα σ' ένα λεωφορείο...




Πήγε και κάθισε δίπλα στο παράθυρο. Του άρεσε καθώς το λεωφορείο ταξίδευε μέσα στην πόλη να παρατηρεί τον κόσμο. Ήταν ένα συνηθισμένο καλοκαιριάτικο απόγευμα. Εκείνο όμως που του έκανε εντύπωση ήταν οι έρημοι δρόμοι, τα νεκρά πεζοδρόμια, τα σιωπηλά μαγαζιά. Η πόλη ήταν έρημη. Ο καλός καιρός και η αργία του Σαββατοκύριακου έκανε ακόμα και τους αναποφάσιστους αστούς να τολμήσουν μια επίσκεψη στην πιο κοντινή παραλία.


Μέσα στο λεωφορείο ήταν άλλοι τρεις άνθρωποι. Δύο ηλικιωμένοι και ένας μετανάστης. Το χρώμα του τον πρόδιδε. Ο μελαμψός άνδρας τον κοιτούσε επίμονα. Μετά από δύο στάσεις ο άνδρας με την περίεργη ενδυμασία σηκώθηκε. Ο ιερέας νόμιζε ότι θα κατέβει στην επόμενη στάση. Όμως δεν έγινε κάτι τέτοιο. Ο άνδρας πλησίασε τον ιερέα και κάθισε δίπλα του. Δεν είπε κάτι. Κοιτούσε κάτω, σαν να σκεφτόταν να μιλήσει αλλά κάτι τον εμπόδιζε.
Ο ιερέας μαζεύτηκε. Μετά από μερικά δευτερόλεπτα τον ρώτησε: «Μπορώ να σε βοηθήσω σε κάτι»;
Ο άνδρας ανασηκώθηκε, ακούμπησε την πλάτη του στο σκληρό κάθισμα του λεωφορείου και αναστέναξε. Ο ιερέας επανέλαβε την ερώτηση. Ο σιωπηλός άνδρας έβγαλε σιγά σιγά ένα χαρτάκι από την τσέπη του πουκαμίσου του. Ήταν παλιό, ταλαιπωρημένο. Το άνοιγε αργά, σαν να κρυβόταν εκεί ένα μεγάλο μυστικό, το δικό του μυστικό. Καθώς το άνοιγε τα μάτια του γέμιζαν δάκρυα. Ο ιερέας παρατηρούσε γεμάτος αγωνία τις κινήσεις του. Τα μαύρα του χέρια έτρεμαν καθώς το περιεχόμενο του χαρτιού αποκαλύφθηκε. Ήταν μια φωτογραφία. Ήταν μια εικόνα του παρελθόντος που στοίχειωνε τον άνδρα. Ο ιερεάς στην θέα της φωτογραφίας ενστικτωδώς τον ακούμπησε στην πλάτη του…
Ήταν πλέον μόνοι τους μέσα στο λεωφορείο. Αυτοί και ο οδηγός.
Ο άνδρας κοίταξε τον ιερέα στα μάτια και είπε: «Θέλω βαπτιστώ…».
Ο ιερέας δεν μίλησε, απλά ένευσε καταφατικά.
Τα μάτια παίζανε ανάμεσα στην φωτογραφία και στις σκέψεις του, ανάμεσα στο «τώρα» και στο «τότε».
Η φωτογραφία απεικόνιζε τον ίδιο, χαμογελαστό, ντυμένο σαν αντάρτη, κρατώντας ψηλά και περήφανα το όπλο του με φόντο νεκρά κορμιά ανθρώπων.Γιατί την είχε μαζί του; Γιατί κουβαλούσε επάνω του αυτό το απάνθρωπο στιγμιότυπο; Τιμωρούσε τον εαυτό του; Μήπως δεν ήθελε να ξεχάσει τι είχε κάνει; Μήπως αυτή η φωτογραφία ήταν η παρουσία της συνείδησής του; Γιατί δεν την είχε πετάξει;
Μετανόησε, αλλά δεν ήθελε να ξεχάσει. Μετανόησε, αλλά κρατούσε τον εαυτό του στην ταπείνωση βλέποντας ποιος ήταν, τι έκανε, πως έζησε…
«Θέλω βαπτιστώ…» ξαναείπε "...μετανοιώνω...αγαπώ Χριστό...." και ξέσπασε σε λυγμούς.
Ο ιερέας τον αγκάλιασε… δεν είχε λόγια. Προσπαθούσε να συνειδητοποιήσει τι συμβαίνει, ποιος ήταν αυτός ο λαβωμένος ψυχικά άνδρας που με θάρρος του απεκάλυψε το παρελθόν του.
Η επόμενη στάση πλησίαζε. Ήρθε η ώρα να κατέβουν από το λεωφορείο. Ο ιερέας πήρε από το χέρι τον άνδρα. Στεκόταν και οι δύο τους αμίλητοι καθώς ο οδηγός άνοιγε την πίσω πόρτα ώστε να κατέβουν. Μπροστά τους βρισκόταν ο ναός όπου εφημέρευε ο ιερέας.
Η πόρτα του λεωφορείου έκλεισε και μαζί της έκλεισε και η πόρτα ενός παρελθόντος γεμάτο μίσος, οργή και ψυχική οδύνη Τώρα πλέον ο ιερέας άνοιγε την πόρτα του ναού, μια πόρτα η οποία θα εισήγαγε τον ξενιτεμένο στην ενδοχώρα της συγχώρεσης, της ειρήνης, της ηρεμίας, της αγάπης.
Ένας ξενιτεμένος θα έβρισκε επιτέλους την πατρίδα του…μια πατρίδα που δεν έχει σύνορα ανθρώπινα. Μια πατρίδα στην οποία πολίτες της είναι όλοι όσοι δάκρυσαν για τα λάθη τους, πίστεψαν στην Αλήθεια, πλύθηκαν στο Λουτρό της Ουράνιας Υιοθεσίας και καταδικάστηκαν στην Αιώνια θαλπωρή Του.

αρχιμ.Παύλος Παπαδόπουλος


http://agiameteora.net/

Homily of Metropolitan Avgoustinos Kantiotes on St. Luke the Evangelist




The Beloved Physician
“Embrace Luke, the beloved physician” (Col. 4:14)

Today, my beloved, is a feast and celebration. St. Luke celebrates, one of the stars which enlightens the heaven of our holy Church.

Who was St. Luke? It is not sufficient to hear the name and to celebrate the memory of a Saint. We must know his life, and above all, imitate his virtues. As the holy Chrysostom said: “To celebrate a Saint is to imitate the Saint.” Because of this, let us say a few words about this Saint.

Luke! And his name alone reveals something, it has meaning. The word “Luke”, as philologists say, comes from the Latin root (lux) which means “light”. From this are derived other words as well. For example, “Lyceum” [corresponding to high school in modern Greece], meaning the school that enlightens, and woe if this school does not enlighten but darkens. Lyceum=the school that enlightens, and Luke=enlightened, radiant. He, of course, was not enlightened from the start, for initially he was an idolater. He was born when everyone worshiped idols and made them gods. He was a Greek by lineage. His homeland was Antioch, that great center of Hellenism in the East. That was his life before Christ, until he believed.

His calling was to be a physician (there was at that time a great medical school in Tyre). Furthermore, according to tradition, he had the talent of drawing pictures. Studying medicine, he found himself in Thebes of Viotia, and heard the Apostle Paul, came to know him, believed in Christ, was baptized a Christian, and therefore named Luke—enlightened.

From then on he followed the Apostle Paul. The life of Paul, however, was not like the life of today's priests and bishops, as we partake of silence and general comfort. It was a hard life, with poverty, trials, persecutions, shipwrecks, martyrdom, the cross. How many times was he not cast out, seized, flogged, imprisoned, and stoned (by Judeans and idolaters and Roman emperors)? And ultimately he was beheaded in Rome.

Throughout all of these situations, Luke did not abandon Paul. He remained near him, near him through these events, near him through his afflictions, near him through all the trials, until the end of his life. Among the fellow workers of Paul, Luke takes the greatest place, of whom he writes: “Luke, the beloved physician” (Col. 4:14). He names him “physician”, because he must have been useful to him many times, when the Apostle Paul was sick and had need of medical care.

Luke did not see Christ with his eyes, but he heard of the Lord from those who were “witnesses and servants” of the apostolic preaching (Luke 1:2), and especially from the Apostle Paul. This made a great impression on him, such that he could give a faithful representation of the Lord, and of the apostles and the life of the first Church. He believed deeply, and that which he believed, he preached. And as the Apostle Paul completed his path, Luke fled from Rome. He began to travel and to preach the Gospel of Christ. He circled throughout all of Greece, and finally, he returned to Thebes, where, according to a tradition, he became bishop, and there peacefully gave up his holy soul at the age of 80.

He preached with his tongue, he preached with his life and his example, he preached with his miracles. He will forever preach, however, with his God-inspired writings, and especially his Gospel. Whoever reads the Gospel according to Luke, thinks that he is watching the life of Jesus Christ like a movie. The Gospel of Luke is the sweetest Gospel. It is characterized as the Gospel of love, of forgiveness, of mercy, the Gospel of the compassion of God. One of these is the following:

In the Gospel of Luke is found the story of a sinful woman. She had worked orgies. She knew many men and was corrupted. The supposedly holy people in Israel, the Scribes and Pharisees, cut off communion with her, did not approach her, nor even told her a good morning. This woman one day went to Christ. He did not cast her out. He let her be, and she approached Him, knelt, sprinkled His feet with her tears and with her myrrh, and using her hair has a towel, wiped the spotless feet of the Lord. But because Christ accepted her actions, the others were scandalized. “Oh my, what is she doing?!” they said, “If he were a prophet, he would know who is touching him...” And then Christ said a great saying, which is impossible to measure, and which strikes me so deeply. Listen to what He says: “Her sins, which are many, are forgiven, for she loved much.” (Luke 7:47) In other words, the Scribes and Pharisees did not love Him, the “Learned” of that age did not love Him, the Romans did not love Him. This wretched woman loved Him, and she shed bitter tears of repentance. She sensed the redemption which Christ grants.

The Gospel of Luke is the Gospel of Joy. It begins from the Annunciation of the Theotokos, with the greeting of Gabriel: “Rejoice, O Full-of-Grace...” (Luke 1:28), and proceeds with the Nativity of Christ, and the joyous angelic message: “Behold, I bring you tidings of great joy...” (Luke 2:10), and ends again with the joy of the Apostles when they saw Christ ascending to the heavens: “And they, having worshiped Him, returned to Jerusalem with great joy” (Luke 24:52). The Gospel is joy. There is no other true joy anywhere. Joy is Christ. Whoever is tried, approaches, and believes like Luke did, he will see that his sorrow becomes joy, and his darkness, light.

All of us, beloved, are sick—not as much bodily as spiritually—and all of us have need of healing. Because of this, Christ founded His Church, for it to be a hospital for all men. He Himself is “The Physician of our Souls and Bodies” (Divine Liturgy), and He offers healing, medicine and therapy. His fellow workers in this healing work are the chosen men that He called, the Holy Apostles, the Holy Fathers, and the Clergy of today.

Luke was a physician of bodies, who placed his scientific knowledge towards the service of every sick person in pain. However, he himself had need of a physician, the Physician of the Soul. And he found the Physician. He found him in the person of the Apostle Paul, who led him to the hospital of the Church. But the Apostle Paul, before he could offer spiritual healing to Luke, he himself had needed this, which he received walking on the road to Damascus, from our Lord Jesus Christ Himself, Who is the Physician of physicians. In other words, the Apostle Paul and the Evangelist Luke, in the Church of Christ, approached as sick men, and having been healed, with the grace of the Lord, became physicians of the others.

On the feast of the holy physician Luke, I now direct this towards those who share his art.
My beloved physicians, nurses, and all those who serve the sick in any way! No one dishonors the worth of your sacrifice. Everyone knows this and confesses this. But I want to remind you that man is not only a body, he is also a soul. And when you offer healing and therapy to others' bodies, know that you also need healing of your souls. You have a soul that is immortal and beyond all worth; take care of it. You behold the reality daily that this life ends. Work towards your eternal healing. Imitate in this way your protector, St. Luke. Approach with faith the Physician of physicians, and the healer of the whole human existence.

I pray that our Lord Jesus Christ, through the intercessions of the Evangelist Luke, may always be with you. Amen.


+Bishop Avgoustinos (Metropolitan Augustine Kantiotes of Florina, of blessed memory)



http://full-of-grace-and-truth.blogspot.ca/2014/10/homily-of-metropolian-avgoustinos.html

Sunday, April 19, 2015

Κύριε, αξίωσέ με να μιμηθώ την Μητέρα Σου


Ιησού Χριστέ, ακούω καθημερινώς δια μέσου των γεγονότων επιτακτικό το αίτημα δια καλούς καὶ ευσεβείς ιερείς.
Και εγώ, Κύριε, έχω ικετεύσει πολλές φορές δι’αυτό. «Δώσε μας ιερείς εμφορούμενους από θείον ζήλον».
Και σήμερα, Χριστέ μου, δια το ίδιο ζήτημα θα Σε παρακαλέσω. Σήμερα, που βλέπω την Μητέρα Σου να οδηγεί τον Μονογενή Της Υιόν εις τον ναόν του Θεού και να τον αφιερώνει, να τον προσφέρει εκεί, κάπως διαφορετικά θα Σε ικετεύσω δια το θέμα αυτό.

Κύριε, Σε παρακαλώ, αξίωσέ με να προσφέρω το παιδί μου εις τον ναός Σου, δια να γίνει ισόβιος διάκονός Σου.
Θέλω Ιησού μου, το παιδί μου αυτό να σου το αφιερώσω, να σου το ετοιμάσω δια την μεγάλη και μοναδικήν διακονίαν.
Σε ικετεύω, φύλαξε το Ιησού Χριστέ, αγίασέ το περισσότερον, καλλιέργησε το κρίνο της αγνότητος επιμελέστερον, μέσα εις την ψυχήν του.
Αξίωσέ με, Σωτήρα μου, να πάρω από τα χέρια του τον θησαυρό των αχράντων Μυστηρίων Σου και να αγιασθώ, όπως η μητρική αγκάλη της Θεοτόκου ηγιάσθη από την παρουσίαν Σου.

Αμήν.

Πηγή: http://www.diakonima.gr/

Πηγή :http://lllazaros.blogspot.ca/

He that is without sin among you, let him first cast a stone at her (John 8:7).



Once, the All-loving Lord was sitting in front of the temple in Jerusalem, nurturing hungry hearts with His sweet teachings. And all the people came unto Him (John 8:2). The Lord spoke to the people about eternal bliss, about the never-ending joy of the righteous in the eternal homeland in the heavens. And the people delighted in His divine words. The bitterness of many disappointed souls and the hostility of many of the offended vanished like snow under the bright rays of the sun. Who knows how long this wonderful scene of peace and love between heaven and earth would have continued, had not something unexpected now occurred. The Messiah Who loves mankind never grew tired of teaching the people, and pious folk never grew weary of listening to such healing and wondrous wisdom.

But something frightening, savage, and cruel occurred. It originated as even now it often does, with Scribes and Pharisees. As we all know, the Scribes and Pharisees outwardly kept the law, but actually transgressed it. Our Lord frequently chastised them. For example, He said: Woe unto you, scribes and Pharisees, hypocrites! . . . ye. . . outwardly appear righteous unto men, but within ye are full of hypocrisy and iniquity (Matt. 23:27, 28)

What did they do? Perhaps they had caught the leader of a band of brigands? Nothing of the sort. They forcibly brought forth an unfortunate sinful woman, taken in the act of adultery; brought her forth with triumphant boasting and crude and deafening cries. Having brought her before Christ, they cried: Master, this woman was taken in adultery, in the very act. Now Moses in the law commanded us, that such should be stoned: but what sayest Thou? (John 8:4-5; cf. Lev. 20:10, Deut. 22:22).


The case was presented in this way by sinners, who denounced the sins of others and were adept at hiding their own shortcomings. The frightened crowd parted, making way for their elders. Some fled out of fear, because the Lord had been speaking of life and happiness, whereas these loud-mouths were clamoring for death.


It would have been appropriate to ask why these elders and guardians of the law did not stone the sinful woman themselves? Why had they brought her to Jesus? The law of Moses gave them the right to stone her. No one would have objected. Who protests, in our day, when the death sentence is pronounced over a criminal? Why did the Jewish elders bring this sinful woman to the Lord? Not to obtain a commutation of her sentence or clemency from Him! Anything but that! They brought her with a premeditated, fiendish plan to catch the Lord in words contradictory to the law, that they might accuse Him as well. They hoped with a single blow to do away with two lives, that of the guilty woman and that of Christ. What sayest Thou?


Why did they ask Him, when the law of Moses was clear? The Evangelist explains their intent in the following words: This they said tempting Him that they might have to accuse Him (John 8:6). They had lifted their hands up against Him once before to stone Him, but He had eluded them. But now they had found an opportunity to accomplish their desire. And it was there, before the Temple of Solomon, where the tablets of the commandments had been kept in the Ark of the Covenant, it was there that He, Christ, had to say something contrary to the law of Moses; then their goal would be attained. They would stone to death both Christ and the sinful woman. Far more eager were they to stone Him than her, just as they would later with even greater zeal ask Pilate to release the bandit Barabbas instead of Christ.


All of those present expected that one of two things would happen: either the Lord in His mercy, would release the sinful woman and thereby violate the law; or He would uphold the law, saying, Do as it is written in the law, and thereby break His own commandment of mercy and loving kindness. In the first instance He would be condemned to death; and in the second, He would become an object of mockery and derision.


When the tempters posed the question, “What sayest Thou?” a deathly silence fell: silence among the crowd which had gathered; silence among the judges of the sinful woman; silence and bated breath in the soul of the accused woman. A great silence falls in large circuses when the tamers of wild beasts bring forth tame lions and tigers and command them to perform various movements, to assume various positions and do tricks at their behest. But we see before us no tamer of wild animals, but the Tamer of men, a task significantly more difficult than the former. For it is often harder to tame those who have become wild on account of sin, than to tame those who are wild by nature. What sayest Thou? once more they pressed Him, burning with malice, their faces contorted.


Then the legislator of morality and human conduct stooped down, and with his finger wrote on the ground, as though he heard them not (John 8:6). What did the Lord write in the dust? The Evangelist maintains silence concerning this and does not write of it. It was too repulsive and vile to be written in the Book of Joy. However, this has been preserved in our Holy Orthodox tradition, and it is horrible. The Lord wrote something unexpected and startling for the elders, the accusers of the sinful woman. With His finger He disclosed their secret iniquities. For these who point out others’ sins of others were experts in concealing their own sins. But it is pointless to try to hide anything from the eyes of One Who sees all.


“M (eshulam) has stolen treasures from the temple,” wrote the Lord’s finger in the dust.


“A (sher) has committed adultery with his brother’s wife;


“S (halum) has committed perjury;


“E (led) has struck his own father;


“A (marich) has committed sodomy;


“J (oel) has worshipped idols.”

And so one statement after another was written in the dust by the awesome finger of the righteous Judge. And those to whom these words referred, bending down, read what was written, with inexpressible horror. They trembled from fright, and dared not look one another in the eye. They gave no further thought to the sinful woman. They thought only of themselves and of their own death, which was written in the dust. Not a single tongue was able to move, to pronounce that troublesome and evil question, What sayest Thou? The Lord said nothing. That which is so filthy is fit to be written only in filthy dust. Another reason why the Lord wrote on the ground is even greater and more wonderful. That which is written in the dust is easily erased and removed. Christ did not want their sins to be made known to everyone. Had He desired this, He would have announced them before all the people, and would have accused them and had them stoned to death, in accordance with the law. But He, the innocent Lamb of God, did not contemplate revenge or death for those who had prepared for Him a thousand deaths, who desired His death more than everlasting life for themselves. The Lord wanted only to correct them, to make them think of themselves and their own sins. He wanted to remind them that while they carried the burden of their own transgressions, they shouldn’t be strict judges of the transgressions of others. This alone did the Lord desire. And when this was done, the dust was again smoothed over, and that which was written disappeared.



After this our great Lord arose and kindly said to them: He that is without sin among you, let him first cast a stone at her (John 8:7). This was like someone taking away the weapons of his enemies and then saying, Now, shoot! The once haughty judges of the sinful woman now stood disarmed, like criminals before the Judge, speechless and rooted to the ground. But the benevolent Saviour, stooping down again, wrote on the ground (John 8:8). What did He write this time? Perhaps their other secret transgressions, so that they would not open their closed lips for a long time. Or perhaps He wrote what sort of persons the elders and leaders of the people should be like. This is not essential for us to know. The most important thing here is that by His writing in the dust He achieved three results: first, He broke and annihilated the storm which the Jewish elders had raised against Him; second, He aroused their deadened consciences in their hardened souls, if only for a short time; and third, He saved the sinful woman from death. This is apparent from the words of the Gospel: And they [the elders] who heard it, being convicted by their own conscience, went out one by one, beginning at the eldest, even unto the last; and Jesus was left alone, and the woman standing in the midst (John 8:9).


The square before the temple was suddenly empty. No one was left except those two whom the elders had sentenced to death, the sinful woman and the Sinless One. The woman was standing, whereas He remained stooped towards the ground. A profound silence reigned. Suddenly the Lord arose again, looked around, and, seeing no one but the woman, said to her: Woman, where are those thine accusers? Hath no man condemned thee? The Lord knew that no one had condemned her; but with this question He hoped to give her confidence, so that she would be able to hear and understand better what He would say to her. He acted like a skillful doctor, who first encourages his patient and only then gives him medicine. No one has condemned you? The woman regained the ability to speak, and she answered, No man, Lord. These words were uttered by a pathetic creature, who just before had no hope of ever uttering another word, a creature, who most likely was feeling a breath of true joy for the first time in her life.
Finally, the good Lord said to the woman: Neither do I condemn thee; go, and sin no more (John 8:10,11). When the wolves spare their prey, then, of course, the shepherd does not wish death for his sheep either. But it is essential to be aware that Christ’s non-judgment means much more than the non-judgment of humans. When people do not judge you for your sin, it means that they do not assign a punishment for the sin, but leave that sin with and in you. When God does not judge, however, this means that He forgives your sin, draws it out of you like pus and makes your soul clean. For this reason, the words, “Neither do I condemn thee,” mean the same as Thy sins are forgiven thee; go, daughter, and sin no more. What unspeakable joy! What joy of truth! For the Lord revealed the truth to those who were lost. What joy in righteousness! For the Lord created righteousness. What joy in mercy! For the Lord showed mercy. What joy in life! For the Lord preserved life. This is the Gospel of Christ, which means the Good News; this is Joyful News, the Teaching of Joy; this is a page from the Book of Joy.

St. Nikolai Velimirovich

Saturday, April 18, 2015

Ο Δεκάλογος των συζύγων




1. Μην κάνετε το δάσκαλο στο/στη σύντροφό σας. Ο καλύτερος τρόπος να τον διδάξετε είναι να τον αγαπάτε.

2. Ο γάμος είναι μια διαρκής, αλλά ωραία περιπέτεια, που βοηθάει να ανακαλύπτουμε τον αληθινό εαυτό μας, τον ψυχικό κόσμο του συντρόφου μας
και να γνωρίσουμε τον Θεό.

3. Το σύντροφο μας τον αποδεχόμαστε όπως είναι, με τις αδυναμίες και τις ιδιοτροπίες του, και όχι όπως εμείς θα θέλαμε να είναι. Η οικογένεια είναι παλαίστρα και γυμναστήριο.

4. Προσπαθείτε να καταλάβετε το/τη σύζυγό σας. Μην λησμονείτε ότι ο άντρας σκέφτεται περισσότερο με τη στεγνή λογική, ενώ η γυναίκα με την καρδιά.

5. Μην προσπαθείτε να επιβάλετε τη γνώμη σας και να διορθώσετε το/τη σύντροφό σας. Φροντίστε καλύτερα να διορθώσετε τον εαυτό σας.

6. Με την πίστη, την υπομονή και την αγάπη αντιμετωπίζονται νικηφόρα όλες οι δυσκολίες της ζωής.

7. Ο μεγαλύτερος εχθρός της συζυγικής ζωής είναι ο εγωισμός. Δε μας σώζει η επίθεση κατά του συντρόφου μας, αλλά η επίθεση κατά του εγώ μας.

8. Το καλύτερο παράδειγμα για τα παιδιά μας είναι να αγαπάει ο πατέρας τη μητέρα τους και η μητέρα τον πατέρα τους.

9. Το μυστικό της οικογενειακής γαλήνης είναι να μπορεί κανείς να συγχωρεί.

10. Ο γάμος είναι «Μυστήριο μέγα», που αρχίζει μέσα στην Εκκλησία και ανανεώνεται με η Θεία Λειτουργία και τα Μυστήρια Της.


Friday, April 17, 2015

Ο πνευματικός καθορίζει κάθε πότε θα κοινωνά ο πιστός! ( Αγιος Παΐσιος )




- Γέροντα, ο Απόστολος Παύλος γράφει: «Ο εσθίων και πίνων αναξίως κρίμα εαυτώ εσθίει και πίνει». Πότε κοινωνάει κανείς «αναξίως»;
- Βασικά πρέπει να προσερχώμαστε στην θεία Κοινωνία έχοντα συναίσθηση της αναξιότητός μας. Ο Χριστός ζητά από μας την συντριβή και την ταπείνωση. Όταν υπάρχη κάτι που ενοχλεί την συνείδησή μας, πρέπει να το τακτοποιούμε. Αν π.χ. μαλώσαμε με κάποιον, πρέπει να συμφιλιωθούμε μαζί του και ύστερα να κοινωνήσουμε..


- Γέροντα, μερικοί, ενώ έχουν ευλογία από τον πνευματικό να κοινωνήσουν, διστάζουν.
- Δεν θα ρυθμίση κανείς μόνος του, αν θα κοινωνήση ή όχι. Αν μόνος του αποφασίζη να κοινωνήση ή να μην κοινωνήση, θα το εκμεταλλευτή ο διάβολος και θα του ανοίξη δουλειά. Πολλές φορές νομίζουμε ότι είμαστε άξιοι, ενώ δεν είμαστε, ή άλλοτε σύμφωνα με τον νόμο πράγματι δεν είμαστε άξιοι, αλλά σύμφωνα με το πνεύμα των Αγίων Πατέρων χρειάζεται η θεία μετάγγιση για νοσηλεία και η θεία παρηγοριά, γιατί από την πολλή συντριβή της μετανοίας μπορεί να έρθη από τα δεξιά ο εχθρός και να μας ρίξη σε απόγνωση.
- Δηλαδή, Γέροντα, κάθε πότε πρέπει να κοινωνάη κανείς;
- Το κάθε πότε πρέπει να κοινωνάη κανείς και το πόσο πρέπει να νηστεύη πριν από τη θεία Κοινωνία δεν μπαίνουν σε καλούπι. Ο πνευματικός θα καθορίζη με διάκριση κάθε πότε θα κοινωνάη και πόσο θα νηστεύη, ανάλογα με την αντοχή που έχει. Παράλληλα θα τον οδηγή και στην πνευματική νηστεία, την αποχή από τα πάθη, ρυθμίζοντάς την και αυτήν ανάλογα με την πνευματική του ευαισθησία, ανάλογα δηλαδή με το πόσο συναισθάνεται το σφάλμα του, και έχοντας υπ’ όψιν του το κακό που μπορεί να κάνη ο εχθρός πολεμώντας μια ευαίσθητη ψυχή, για να την φέρη σε απόγνωση. Σε πτώσεις λ.χ. σαρκικές, για τις οποίες δίνεται κανόνας σαράντα ημερών αποχής από την θεία Κοινωνία, μπορεί ο διάβολος να ρίξη πάλι την ψυχή στις τριάντα πέντε ημέρες και, αν δοθή νέος κανόνας σαράντα ημερών, ο διάβολος θα πάρη φαλάγγι την ψυχή, οπότε ζαλίζεται και απελπίζεται. Σ’ αυτές τις περιπτώσεις μπορεί ο πνευματικός, μετά τον πρώτο κανόνα, να πη: «κοίταξε, πρόσεξε μια εβδομάδα και να κοινωνήσης», και ύστερα να κοινωνάη συνέχεια σε κάθε θεία Λειτουργία, για να μπορέση να πάρη επάνω της η ψυχή και να πάη ο διάβολος πέρα. Ένας πάλι που ζη πνευματική και προσεκτική ζωή θα προσέρχεται στο μυστήριο, όποτε αισθάνεται την θεία Κοινωνία ως ανάγκη και όχι από συνήθεια, αλλά και αυτό θα γίνεται με την ευλογία του πνευματικού του.

Αγιος Παΐσιος 


http://agiameteora.net/index.php/paterika/5876-o-pnevmatikos-kathorizei-kathe-pote-tha-koinona-o-pistos.html

Love for Christ knows no bounds, neither does love for your neighbour.

 
Love for Christ knows no bounds, neither does love for your neighbour. It should extend everywhere, to the ends of the earth. Everywhere, to everyone.


Let me give you an example. There was a monk who had two disciples. He tried very hard to bring them up to scratch and make them better. But he was worried about whether they were really making any progress in the spiritual life, if they were making headway, and if they were ready for the kingdom of God. He waited for a sign from God about this, but didn’t get an answer. One day, there was going to be a vigil in another skete that was a good few hours away from theirs. They’d have to make their way through the desert. He sent his disciples off early, so that they’d get there early and get the church ready, while the Elder himself was to leave later in the afternoon. The disciples were well on their way when suddenly they heard groaning. There was a man there, badly hurt and asking for help;
– Take me with you, please. Ι’m stuck out here in the desert. Nobody ever comes by. I’ll never get any help. There’s two of you. Pick me up and carry me to the nearest village.
– We can’t. We’re in a hurry to get to the vigil. We’ve been told to get it ready.
– Please! Take me with you. If you don’t, I’ll die and get eaten by wild animals.
– We can’t. Sorry, but we have to do what we’ve been told.
And they left. In the afternoon, the Elder left for the vigil. He went along the same path. He got to the place where the injured man was lying. He saw him, went up to him and said:
– What’s the matter, man of God? What is it? How long have you been here? Didn’t anybody see you?
– This morning a couple of monks came by and I asked them to help me, but they were in a hurry to get to a vigil.
– I’ll take you. Don’t worry.
– You can’t. You’re an old man. You can’t lift me. No way!
– No, I’ll take you. I can’t leave you.
– But you can’t lift me’
– I’ll bend over and lift you on top of me. It’ll take time, but I’ll get to the nearest village. A little bit today, a little bit tomorrow, but I’ll get you there.
So he lifted him, difficult though it was, and started to trudge through the sand. He was sweating freely and thought: ‘Even if it takes three days, I’ll get there’. As he was tramping along, he began to feel that the burden was becoming lighter, and then, at one point, he seemed not to be carrying anything at all. He turned his head to see what was going on and, to his amazement, saw he was carrying an angel. The angel said to him:
– God sent me to tell you that your two disciples don’t deserve to enter the kingdom of God, because they don’t have any love.


Source: ΑγίαΖώνη, Periodical of the Church of the Holy Girdle, Patisia, vol. 19, 2010


Source-Pemptousia.com

Thursday, April 16, 2015

Περι Αγάπη - Γέροντας Εφραίμ ( Αριζόνα )







Στὰ σχολεῖα τὰ παιδιά πρέπει πρῶτα νὰ μαθαίνουν τὸν φόβο τοῦ Θεοῦ.( Άγιος Παΐσιος )


Στὰ σχολεῖα τὰ παιδιά πρέπει πρῶτα νὰ μαθαίνουν τὸν φόβο τοῦ Θεοῦ.......

Βλέπω παιδιά ποὺ ἔχουν τελειώσει ὄχι μόνο Λύκειο ἀλλὰ καὶ Πανεπιστήμιο νὰ γράφουν κάτι γράμματα, νὰ κάνουν κάτι λάθη… Ἐμεῖς τοῦ Δημοτικοῦ ἤμασταν καὶ τέτοια λάθη δὲν κάναμε. Καὶ ἄν εἶναι φοιτητές τῆς Φιλολογίας ἤ τῆς Νομικῆς, κάτι γίνεται. Ἄν εἶναι ἄλλης Σχολῆς, δὲν ξέρουν νὰ γράψουν. Ἐνῶ τὸ Σχολαρχεῖο παλιά ἦταν…

– Σάν Πανεπιστήμιο, Γέροντα!

– Ἐδῶ βλέπεις καὶ στὸ Δημοτικό πόσα μάθαιναν τότε τὰ παιδιά, πόσο μᾶλλον στὸ Σχολαρχεῖο! Σήμερα τὰ φορτώνουν ἕνα σωρό καὶ τὰ μπερδεύουν. Τὰ μπουχτίζουν στὰ γράμματα χωρίς πνευματικό ἀντιστὰθμισμα.



Στὰ σχολεῖα τὰ παιδιά πρέπει πρῶτα νὰ μαθαίνουν τὸν φόβο τοῦ Θεοῦ. Μικρά παιδιά νὰ πᾶνε νὰ μάθουν ἀγγλικά, γαλλικά, γερμανικά –ἐνῶ Ἀρχαῖα νὰ μή μάθουν – μουσική, τὸ ἕνα, τὸ ἄλλο… Τί νὰ πρωτομάθουν; Ὅλο γράμματα καὶ ἀριθμούς καὶ ἐκεῖνα ποὺ εἶναι νὰ μάθουν, γιὰ τὴν Πατρίδα τούς κ.λπ., δὲν τὰ μαθαίνουν. Οὔτε πατριωτικά τραγούδια οὔτε τίποτε.

Πιάσε ἕνα ἀπὸ τὰ σημερινά παιδιά τώρα καὶ ρώτησε τὸ: «Σὲ ποιό νομό εἶναι τὸ χωριό σου; Πόσο πληθυσμό ἔχει;». Δὲν ξέρει νὰ σοῦ πῆ. Σοῦ λέει: «Θὰ πάω στὸ Πρακτορεῖο, θὰ πάρω τὸ λεωφορεῖο καὶ θὰ μὲ πάη στὸ χωριό. Ἀφοῦ ξέρει ὁ εἰσπράκτορας, θὰ τοῦ πῶ ὅτι θέλω νὰ πάω στὸ τάδε χωριό, θὰ πληρώσω καὶ θὰ μὲ πάη». Ἐμεῖς στὸ Δημοτικό ξέραμε ὅλον τὸν κόσμο ἄπ΄ ἔξω. Γιατί ἔπρεπε νὰ ξέρης ἄπ΄ ἔξω τὶς πόλεις ὅλων τῶν κρατῶν ἀπὸ πεντακόσιες χιλιάδες κατοίκους καὶ ἄνω. Μετά ἔπρεπε νὰ ξέρης τὰ μεγαλύτερα ποτάμια στὸ φάρδος καὶ στὸ μάκρος καὶ τὰ ἀμέσως μικρότερα, τὰ μεγαλύτερα βουνά κ.λπ. –πόσο μᾶλλον τῆς Ἑλλάδος! Τὸ ἔχω δεῖ καὶ σὲ μεγάλους ὄχι μόνο σὲ μικρά παιδιά· φοιτητής νὰ μήν ξέρη πόσους κατοίκους ἔχει ἡ πόλη στὴν ὁποία σπουδάζει! Ρώτησα ἕναν ποιό εἶναι τὸ μεγαλύτερο βουνό τῆς Ἑλλάδος, καὶ δὲν ἤξερε. Ποιό εἶναι τὸ μεγαλύτερο ποτάμι, τίποτε. Τὸ πιὸ μικρό, οὔτε αὐτό. Φοιτητής καὶ νὰ μήν ξέρη τίποτε γιὰ τὴν Πατρίδα του! Θὰ΄ ρθοῦν μετά οἱ … «φίλοι»μας, οἱ γείτονες, καὶ θὰ τοῦ ποῦν: «Αὐτή δὲν εἶναι πατρίδα σου· εἶναι πατρίδα δική μας», καὶ θὰ τούς ἀπαντήση: «Καλά λέτε, ἔτσι εἶναι»! Καταλάβατε; Ἐκεῖ πᾶμε! Ἄν ρωτήσης ὅμως τὰ σημερινά παιδιά γιὰ τὸ ποδόσφαιρο ἤ γιὰ τὴν τηλεόραση, τὰ ξέρουν ὅλα καὶ ὅλους ἄπ΄ ἔξω.

Καὶ βλέπεις, ἦρθαν παιδιά ἀπὸ τὴν Ἀλβανία καὶ ἤξεραν γράμματα. «Ποῦ τὰ μάθατε τὰ γράμματα;», ρωτᾶς τούς Βορειοηπειρῶτες. «Στὶς φυλακές», σοῦ λένε. Ἐκεῖνα τὶς φυλακές τὶς ἔκαναν σχολεῖα. Τὰ δικά μας τὰ παιδιά τὰ σχολεῖα τὰ ἔκαναν φυλακές· κλείστηκαν μόνα τους μέσα μὲ τὶς καταλήψεις… Τὰ παιδιά σήμερα, ἰδίως στὴν ἐφηβική ἡλικία, εἶναι ζαλισμένα· πιὸ πολύ στὸ Γυμνάσιο καὶ στὸ Λύκειο. Στὸ πανεπιστήμιο εἶναι πιὸ ὥριμα. Ἐκεῖ ἄλλωστε, ὅποτε θέλουν πηγαίνουν.

Καὶ ἀντί νὰ λάβουν ὁρισμένα μέτρα γιὰ τὴν παιδεία, κάνουν χειρότερα. Καὶ ὅλα, βλέπω, τὰ πνευματικά πώς τὰ ἀλλοιώνουν. Ἄκου τώρα προσευχή[1] σὲ ἀναγωνστικό τοῦ Δημοτικοῦ Σχολείου: «Παναγιά μου, τὸ μωρό σου εἶναι τὸ πιὸ ὄμορφό του κόσμου»! Βρέ, τί πάθαμε! Παλιά τί μάθαιναν τὰ παιδιά στὸ σχολεῖο καὶ τώρα τί μαθαίνουν! «Γιδούλα τετραπέρατη, κατσικοστριφτοκέρατη, μάσε τὰ διαβολάκια σου… νὰ κάνουν κατσικόγαλο, νὰ φᾶνε τὰ ἐγγονάκια σου, τὰ τρελλοδιαβολάκια σου»[2]. Ἄντε τώρα νὰ μαθαίνουν τέτοια πράγματα μικρά παιδιά! Ἀλλά τὸ κάνουν γιὰ νὰ προβάλουν τὸν διάβολο, ὅποτε ἀπὸ τὴν ἄλλη οἱ Σατανιστές κάνουν τὴν δουλειά τους. Ὁ Θεὸς νὰ βάλη τὸ χέρι Του, γιατί τώρα δὲν βοηθιοῦνται νὰ ἀλλοιώνωνται τὰ παιδιά, μὲ τὴν καλή ἔννοια, ἀλλὰ νὰ δαιμονίζωνται.

Καὶ μὲ τὶς γνώσεις ποὺ παίρνουν, δὲν μαθαίνουν νὰ δουλεύουν καθόλου τὸ μυαλό, Γι’ αὐτὸ δὲν παίρνει στροφές. Ἀλλά μυαλό ποὺ δὲν παίρνει στροφές ἔχει ἀντάρα μέσα. Αὐτοί ποὺ ἔκαναν ἐφευρέσεις, δούλευαν τὸ μυαλό τους. Βρίσκονταν σὲ μία ἀνάγκη, σκέφτονταν πῶς θὰ τὴν ξεπεράσουν. Σήμερα οἱ περισσότεροι κοιτάζουν τί γράφουν τὰ βιβλία, τί γράφουν οἱ σημειώσεις. Σ΄ αὐτὰ παραμένουν· τίποτε παραπάνω καὶ ὅλο νούμερα καὶ ἀριθμούς ἔχουν· αὐτή ἡ βίδα στὸ νούμερο 1, ἡ ἄλλη στὸ νούμερο 2, καὶ ἄν τύχη νὰ πάθη τίποτε καμμιά βίδα καὶ δὲν δουλεύη τὸ μηχάνημα, ἀμέσως: «Νὰ φωνάξουμε τὸν μηχανικό». Δὲν τούς κόβει νὰ πάρουν μία λίμα, νὰ ἀνοίξουν λίγο τὴν τρύπα, γιὰ νὰ χωρέση ἡ βίδα, ἤ νὰ πάρουν λίγο πλαστικό, νὰ τυλίξουν τὴν βίδα, γιὰ νὰ σφίξη, ἀλλὰ ἀμέσως: «Νὰ φωνάξουμε τὸν μηχανικό», λένε. Τί νὰ πῶ; Καὶ οἱ τηλεοράσεις καὶ τὰ ἄλλα μέσα ἔχουν ἀποβλακώσει σήμερα τὸν ἄνθρωπο. Καὶ ἔξυπνοι ἄνθρωποι γίνονται τελικά κασσέττες. Θέλω νὰ τονίσω δηλαδή πώς ὁ ἄνθρωπος πρέπει νὰ δουλεύη τὸ μυαλό. Ὅλη ἡ βάση ἐκεῖ εἶναι. γιατί, ἄν δὲν δουλεύη τὸ μυαλό, μαθαίνει, ἄς ὑποθέσουμε, τώρα αὐτό, θὰ μπερδευθῆ ὕστερα στὸ ἄλλο. Γι’ αὐτὸ σκοπός εἶναι νὰ γεννάη τὸ μυαλό του, νὰ βρίσκη λύσεις. Ἄν δὲν γεννάη, τότε εἶναι ὑπανάπτυκτο.


Άγιος Παΐσιος

Hieromonk Paisie Olaru - Sihla Monastery, Neamt County


Fr. Paisie Olaru was born on June 20, 1897, in Stroienesti, Lunca-Botosani, Romania. His parents had 5 children; he was the youngest of all. At age 24, he became a monk at the Cozancea Skete. In 1943 he was ordained hierodeacon, and in 1947, he was ordained a priestmonk. Here you can read a few little stories from his monastic life.

It happened one time that a Christian woman and her 4-year old daughter visited Fr. Paisie. They were from Humulesti, and at that time Fr. Paisie was in the Sihla Monastery. After he confessed her, he blessed her daughter and said to her: "May God and His Holy Mother bless you, because you'll be a nun!". After 12 years, the child enrolled in the monastic life, making herself Jesus' bride... [...]

A disciple of Fr. Paisie once asked him: "How many times do we have to pray with the Jesus Prayer and cross ourselves?". And the elder said to him: “I pray one hundred times with ‘Lord Jesus Christ, Son of God, have mercy on me, a sinner’, one hundred times with ‘Most-Holy Mother of God, have mercy on us’, one hundred times with ‘Holy Godbearing Father Paisios, pray to God for me, a sinner’, one hundred times with ‘Holy Hierarch Spiridon, pray to God for me, a sinner’, and then one hundred times with ‘Holy Saint Veronica, pray to Jesus the Saviour for me, a sinner’. And so I keep repeating them over and over from the beginning. Then it happens that someone comes in, or I say a little prayer for a sick, or I confess a monk, or I listen to the Holy Services, or I cry, or I fall asleep a bit, and so goes everything until the Lord comes to us...” [...]

In the last years of his life, when he was more than 90 years old, he was lying in bed with a broken leg, having lost sight because of cataracts in both his eyes, and almost deaf. Whenever he wasn't feeling well or he was in any pain, he would pray and cry, saying of himself: "I have once again upset God!". And then he used to yell softly: "Forgive me my Lord, because I have upset you terribly; Mother of God, help me because I have no power! Where would I go? I'm waiting for you, mercy Jesus, I'm crying and waiting for you".

His disciple, seeing the pain of his spiritual father, would also cry out of compassion for him. But the father didn't know he was in his cell with him. His face enlightened once again, and then he crossed himself three times, wiped out his tears with a towel, and continued to pray secretly with the prayer of the heart, gently shaking his head in between the pillows... [...]

Fr. Paisie had the Holy gift of healing people and the gift of bringing peace into the souls of the people hurt by sin. His teachings were simple and wise, evangelical and practical. He talked little, but with Holy wisdom.


"Father Paisie, the Spiritual Father", 

by Fr. Ioanichie Balan
Trinitas Publishing Group

Ο θυμός καθ’ εαυτόν είναι φυσικός. Όπως τα νεύρα στο σώμα. ( Γέροντας Ιωσήφ ο Ησυχαστής )



«Ο θυμός καθ’ εαυτόν είναι φυσικός. Όπως τα νεύρα στο σώμα. Είναι και αυτός νεύρον ψυχής και οφείλει να τον μεταχειρίζεται ο καθείς εναντίον των δαιμόνων, ανθρώπων αιρετικών, και παντός κωλύοντος από την όδόν του Θεού.


Εάν δε θυμώνεις κατά των ομοψύχων αδελφών ή, εκτός εαυτού γενόμενος, χαλάς τα έργα των χειρών σου, γίνωσκε ότι κενοδοξίαν νοσείς και κάμνεις παράχρησιν του νεύρου της ψυχής.
Απαλλάττεσαι δε διά της αγάπης προς πάντας και αληθούς ταπεινώσεως.
Διά τούτο όταν σοι έλθει θυμός κλείσε το στόμα σου δυνατά και μη ομιλήσεις εις τον υβρίζοντα ή ατιμάζοντα ή ελέγχοντα ή πολυειδώς σε πειράζοντα άνευ λόγου.
Ο άνθρωπος είναι πλασμένος ήμερος και λογικός και επομένως ο θυμός δεν αρμόζει ουδέποτε εις την φύσιν του, ενώ με την αγάπην πάντοτε ευδοκιμεί και υποτάσσεται. Με το καλό και με την αγάπην μπορείς να κάμεις πολλούς να ημερέψουν και αν κανείς είναι καλοπροαίρετος, τον κάμνεις ογλήγορα να συμμορφωθεί, να γένη Άγγελος Θεού».
«Μη ζητήσεις ποτέ σου να ευρείς το δίκαιον, διότι τότε έχεις το άδικον. Αλλά μάθε να υπομένεις ανδρείως τους πειρασμούς, οιουσδήποτε και αν επιτρέψει ο Κύριος. Χωρίς πολλές δικαιολογίες να λέγεις «Ευλόγησον»! Και χωρίς να σφάλλεις να μετανοείς ότι έσφαλες. Εν επιγνώσει ψυχής και όχι απ’ έξω, δι΄ έπαινον, να λέγεις πως έσφαλες και μέσα να κατακρίνεις.
Μη ζητάς εις τις θλίψεις σου παράκληση από τους ανθρώπους, διά να παρακληθείς από τον Θεόν. Μη νομίζεις ανάπαυσιν οπόταν ομιλήσεις, εάν ζητήσεις να ευρείς το δίκαιον. Το δίκαιον είναι να υπομείνεις ανδρείως τον επερχόμενον πειρασμόν διά να βγης νικητής καν έπταισες ή δεν έπταισες. Ει δε και λέγεις «μα διατί;» μάχεσαι τον Θεόν, τον αποστείλαντα λυπηρά διά την εμπαθή σου κατάσταση».
Πηγή: Γέροντος Ιωσήφ του Ησυχαστού-διδασκαλίες,

«Έκφρασις Μοναχικής εμπειρίας»,
εκδ. Ι. Μ. Φιλοθέου -Αγ. Όρος

Wednesday, April 15, 2015

Νέο Θαύμα Αγίου Ραφαήλ-Το έμβρυο που δεν φαινόταν και η καρδούλα που δεν χτυπούσε


 

Θα ήθελα να σας γράψω το θαύμα που μου έκανε ο Άγιος Ραφαήλ. Είμαι η Ελένη Χ. από την Αλεξάνδρεια Ημαθείας. Το Νοέμβριο του 2011 μαθαίνω από τον γυναικολόγο μου
ότι είμαι έγκυος στο δεύτερο παιδάκι μου. Μου είπε ο γιατρός ότι πρέπει να πάω τον άλλο μήνα, δηλαδή τον ∆εκέμβριο, να ακούσουμε την καρδούλα του μωρού.

Περνάει ο καιρός και ήρθε η μέρα που πρέπει να κάνουμε τον υπέρηχο, να ακούσουμε την καρδούλα του μωρού. Πάμε στον γιατρό, με βάζει στον υπέρηχο, βλέπει από εδώ,
βλέπει από εκεί, τίποτα. Ο σάκος πολύ πιο μεγάλος από την πρώτη φορά, αλλά άδειος. ∆εν φαίνεται τίποτα. Εγώ και ο άντρας μου παγώνουμε. Ακούμε τον γιατρό να μας λέει
ότι δεν ακούει την καρδούλα του μωρού και δεν βλέπει έμβρυο. Μας φωνάζει στο γραφείο του και μας λέει ότι πρέπει να κάνω τον καθαρισμό, δηλαδή απόξεση, για να μην μείνουν
υπολείμματα στη μήτρα, γιατί είναι επικίνδυνο, μπορεί να προκληθεί σηψαιμία και θάνατος. Ήταν ημέρα Τρίτη όταν έγιναν όλα αυτά. Μας κλείνει ραντεβού για την Παρασκευή (3
μέρες μετά). Εμείς αυτές τις ημέρες ήμασταν πολύ στεναχωρημένοι. Παίρνω, λοιπόν, τηλέφωνο έναν από τους πατέρες της Αδελφότητος του Αγίου Ραφαήλ στο Άνω Σούλι
Μαραθώνος, τον οποίο γνώριζα τηλεφωνικά και με στήριζε με τα καλά του λόγια, με τις ευχές και τις προσευχές του. Γεμάτη πόνο του εξιστόρησα όσα συνέβησαν και τον
παρακάλεσα να προσευχηθεί για μένα και το μωρό μου. Εκείνος μου έδωσε θάρρος και δύναμη. Μου είπε να μην απελπίζομαι, αλλά να έχω πίστη το Θεό και τους Αγίους. Μου
είπε ότι θα προσευχηθεί, αλλά να προσευχηθώ και γω, να παρακαλέσω τον Άγιο Ραφαήλ να αναλάβει την κατάσταση και να λέω στον Άγιο Ραφαήλ: «Άγιε Ραφαήλ, προχώρα εσύ
μπροστά και εγώ σ’ ακολουθώ!». Αυτό και έκανα. Έρχεται η Παρασκευή και πάμε στον γιατρό να κάνω την επέμβαση (δεν παύει να είναι χειρουργείο). Φτάνουμε στο ιατρείο. Ο
γιατρός είναι πάνω στα χειρουργεία, γιατί έχει μια γέννα. Μόλις τελείωνε θα ανέβαινα και εγώ να κάνω την απόξεση. Περίμενα λίγη ώρα μαζί με τον άντρα μου και με μια φίλη μας.

Χτυπάει το τηλέφωνο είναι ο γιατρός μου και ρωτάει την υπάλληλό του αν έχω έρθει και του λέει ότι είμαι στο ιατρείο του και είμαι έτοιμη να ανέβω πάνω για την επέμβαση. Τότε ο
γιατρός της λέει να περιμένω να με ξαναδεί, προκειμένου να μου φύγει κάθε αμφιβολία, και μετά να γίνει η επέμβαση. Κατεβαίνει ο γιατρός, με φωνάζει και με βάζει στον υπέρηχο.
Ο άντρας μου, σίγουρος ότι δεν υπάρχει μωρό, κάθεται έξω και με περιμένει. Βάζει ο γιατρός το μηχάνημα και τι να δει!

Θεέ μου, την καρδούλα να χτυπάει κανονικά και το έμβρυο, το οποίο το έβλεπα και εγώ!! Ο γιατρός τα έχασε. Με ξαναείδε 2-3 φορές. Βγαίνει έξω σαστισμένος, πάει στον
υπολογιστή του να δει το ιστορικό μου (που να ήξερε ότι είχε βάλει ο Άγιος Ραφαήλ το χέρι Του). Μετά από λίγο έρχεται μέσα στον υπέρηχο, φωνάζει και τον άντρα μου και μας
ανακοινώνει ότι η επέμβαση δεν μπορεί να γίνει, γιατί υπάρχει μωράκι και μάλιστα χτυπάει κανονικότατα η καρδούλα του. Η χαρά μας ήταν τόσο μεγάλη που δεν περιγράφεται με
λόγια. Ήμασταν πανευτυχείς. Με το που φύγαμε από τον γιατρό η πρώτη σκέψη που είπα στον άντρα μου και την φίλη μας ήταν να πάω να ανάψω ένα κεράκι στον Άγιο Ραφαήλ.
Ευχαριστήσαμε τον Α γιο Ραφαή λ μέσα από την καρδιά μας για το θαύμα που μας έκανε. Είναι ο προστάτης μου Άγιος, όπως είναι και ο Αρχάγγελος Μιχαήλ και η Παναγία μας.
Μας βοηθάει καθημερινά με την παρουσία Του. Θα Τον ε υχα ριστ ω σε όλη μου τη ζωή! Ευχαριστώ για όλα Άγιέ μου Ραφαήλ!

Σημείωση: Ο Άγιος Ραφαήλ, εκτός από προστάτης των ασθενών, είναι και προστάτης των εγκύων. Όπως πολλές γυναίκες το έχουν βιώσει και συχνά τους το αποκαλύπτει ο ίδιος
ο Άγιος Ραφαήλ σε όνειρο, προτρέποντάς τις να Τον επικαλούνται για να προστατεύει και εκείνες και τα παιδιά που κυοφορούν και να τις βοηθά να έχουν καλή γέννα.

Τὴν σπουδήν σου τῇ κλήσει κατάλληλον, ἐργασάμενη φερώνυμε, τὴν ὁμώνυμόν σου πίστιν, εἰς κατοικίαν κεκλήρωσαι, Παρασκευὴ Ἀθληφόρε· ὅθεν προχέεις ἰάματα, καὶ πρεσβεύεις ὑπὲρ τῶν ψυχῶν ἡμῶν.

Τήν πάσαν ἐλπίδα μου, εἰς σέ ἀνατίθημι, Μῆτερ τοῦ Θεοῦ, φύλαξον μέ ὑπό τήν σκέπην σου.


http://xristianos.gr/forum/viewtopic.php?t=5267

St. Raphael helps a pregnant woman

Christ is risen! Truly He is risen!

Sts. Raphael, Nicholas and Irene, the Newly-revealed Wonderworkers of Christ - Commemorated April 9th and on Bright Tuesday St. Raphael helps a pregnant woman 



 I wanted to write to you of a miracle that St. Raphael worked for me. My name is Eleni X. from Alexandria, Hematheias. In November 2011, I learned from my gynecologist that I was pregnant with my second child. My doctor told me to return the next month, in other words, December to listen to the baby's heartbeat.

The time passed, and the day came that we were to do the ultrasound to hear the baby's heartbeat. We went to the doctor, and he puts the ultrasound on, and looks here and there, and nothing. The sac was larger than last time, but it was empty. Nothing was there. My husband and I froze. We heard the doctor tell us that he couldn't hear the baby's heartbeat, and he couldn't see any embryo. He called us into his office, and told us that we had to proceed with induction, so that there would not remain any products of conception, because there was a danger of causing sepsis and death. It was Tuesday when all of this took place. We set up the appointment for Friday (three days later). Those days, we were very saddened. I therefore called one of the fathers of the Brotherhood of St. Raphael, Ano Souli, Marathon, whom I met over the telephone, and who supported me with his good words, and with his blessings and prayers. Full of pain, I related to him everything that took place, and I entreated him to pray for me and for my child. He gave me courage and strength. He said that I shouldn't loose hope, but that I should have faith in God and His Saints. He said that he would pray for me, but that I must pray as well, and entreat St. Raphael to take up the situation, and that I should say to St. Raphael: "O saint Raphael, go ahead in front of me, and I will follow you!" This I did. Friday came, and we went to the doctor to do the procedure. We reached the doctor's office. The doctor was in the operating room, because he had a delivery. As soon as he finished, I would go have the procedure. I waited a short time together with my husband and a friend of ours.

The phone rang, and it was the doctor, who asked his employee if I had arrived yet, and told him that he was ready for the procedure. Then, the doctor said to wait because he wanted to see me first, because he wanted there to be no doubt [of no heartbeat] before the procedure. The doctor came down, and again put on the ultrasound.

My husband was sure that there was no baby, and so he was waiting outside. The doctor put on the machine, and what did he see!

My God, the little heart of the embryo was beating normally, and even I could see it!! The doctor lost it. He looked again 2-3 times. He went out perplexed to go look at his computer to see my history. (How could he know that St. Raphael's had his hand in the matter).

After a short time, he entered again to the ultrasound, and called my husband and told us that the procedure couldn't take place, because there was a little baby, and its little heart was beating normally. My joy was so great that it couldn't be described with words. We were so happy. We left the doctor and our first thought was to go with our friend to light a candle to St. Raphael.

We thanked St. Raphael from within our hearts for the miracle that he worked. He is my patron Saint, along with the Archangel Michael and our Panagia.

He helps us daily with his presence. I will thank him my whole life! I thank you for everything, my Saint Raphael!

Note: St. Raphael, other than being a protector of many sick people, is also a protector of pregnant women, as many women had experienced this, and he frequently appears himself in a dream, telling them to call upon him to protect them and those children that they are bearing, that they might be helped to have a good delivery.


Christ is risen from the dead, by dead, trampling down upon death, and to those in the tombs, He has granted life! Truly the Lord is risen!


http://full-of-grace-and-truth.blogspot.ca/2015/04/st-raphael-helps-pregnant-woman.html

Tuesday, April 14, 2015

Αββάς Ισαάκ: "Προσπάθησε να βρεις ησυχία, οι δουλειές δεν τελειώνουν ποτέ"!



Τά πολλά ὑλικά πράγματα δένουν τόν ἄνθρωπο στήν γῆ αὐτή, καί δέν τόν ἀφήνουν νά δεῖ τήν Αἰώνια Βασιλεία. Ἡ ἀφθονία τῶν πραγμάτων εἶναι ἐχθρός τῆς ἐγκράτειας.
Εἰναι εὐτυχισμένος ἐκεῖνος πού προσπαθεῖ νά βρεῖ ἡσυχία γιά νά ἔλθει σ'ἐπικοινωνία μέ τόν Θεό, καί δέν ἐπηρεάζεται ἀπό τίς πολλές ἐργασίες. Γιατί ὅσο ζεῖ ὁ ἄνθρωπος θά ἔχει δουλειές καί δέν θά σταματήσουν ποτέ. Βέβαια, καί ἡ ἐργασία εἶναι ἀπαραίτητη γιά τήν προκοπή τῆς ψυχῆς. Οἱ Πατέρες μάλιστα ὁρίζουν ὅτι οἱ ἀρχάριοι στήν πνευματική ζωή πρέπει νά καταγίνονται πολύ μέ τή σωμάτικη ἐργασία, γιά νά μή τούς πειράζει ὁ σατανᾶς, χωρίς φυσικά νά παραλείπουν καί τήν προσευχή. Καί προσευχή καί ἐργασία.

Νά μήν ἀμελεῖς τίς μετάνοιές σου, γιατί αὐτό φοβίζει τόν σατανᾶ. Νά γνωρίζεις ὅτι θά σέ πολεμήσουν πολύ οἱ δαίμονες, ὅταν ἀρχίζεις νά προσκυνᾶς τόν Θεό σου. Κανένα πρᾶγμα στόν πνευματικό ἀγώνα δέν εἶναι ἀνώτερο ὅσο ἡ ἀσκητική προσπάθεια, πού τόσο φθονοῦν οἱ δαίμονες, γιατί καίγονται ὅταν βλέπουν τούς χριστιανούς νά πέφτουν γονατιστοί μπροστά στόν Ἐσταυρωμένο.
Νά ζητᾶς τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ καί Αὐτός θά φωτίσει τό σκοτάδι τῆς καρδιᾶς σου καί θά κάνει ν' ἀνθίσει μέσα σου ἕνας πνευματικός παράδεισος. Πρῶτα ὅμως πρέπει νά κόψεις κάθε ἁμαρτωλό πρᾶγμα πού σέ συνδέει μέ τόν κόσμο καί μετά νά στραφεῖς στόν ἐσωτερικό σου κόσμο, γιά νά ξεριζώσεις ὅ,τι σάπιο ὑπάρχει.

Αὐτά ὅπως σοῦ εἶπα καί πιό πάνω, δέν εἶναι εὔκολα πράγματα. Τό νά καθαρίσει κανείς τόν ἑαυτό του ἀπό τούς σαρκικούς μολυσμούς ἀπαιτεῖ ἀγώνα μεγάλο πού θά διαρκέσει πολύ καιρό. Καί αὐτά στά λέω ὄχι γιά νά σέ ἀπελπίσω γιά τή σωτηρία σου, ἀλλά γιά νά σέ βοηθήσω νά προχωρᾶς συνεχῶς, μέχρις ὅτου γευθεῖς τή γλυκύτητα πού προσφέρει ὁ Θεός. Γιατί ἡ γλυκύτητα τῆς ἁμαρτίας εἶναι ψευτική καί πρόσκαιρη. Μόνο κοντά στό Θεό θά βρεῖς πραγματική παρηγοριά καί καταφύγιο.
Νά μισήσεις τά ἁμαρτωλά ἔργα καί τότε θά σέ πλησιάσει ὁ Θεός καί θά σοῦ στείλει τή χάρη Του.
Κοντά στόν Θεό θά βρεῖς εἰρήνη καί χαρά, ἀρκεῖ νά Τόν ἀγαπήσεις μ' ὅλη τή δύναμη τῆς ψυχῆς σου.
Κοντά στόν Θεό θ' ἀπολαύσεις τήν αἰώνια μακαριότητα στή Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν.
Ἀγάπησε ἀληθινά τόν Θεό καί τότε θά γίνεις εὐτυχισμένος.


http://agiameteora.net/index.php/paterika/2067-avvas-isaak-prospathise-na-vreis-isyxia-oi-douleies-den-teleionoun-pote.html

Never believe your thoughts ( St. Paisios )


St. Paisios teaches: "The devil does not hunt after those who are lost; he hunts after those who are aware, those who are close to God. He takes from them trust in God and begins to afflict them with self-assurance, logic, thinking, criticism. Therefore we should not trust our logical minds. Never believe your thoughts.

St. Paisios

Monday, April 13, 2015

Σ'αυτή τη ζωή είναι αγώνας ( Γέροντος Ἰωσήφ Ἡσυχαστου )


Λοιπόν, όταν εσύ δεν αμαρτάνεις, δεν ψεύδεσαι, δεν κατακρίνεις, δεν πονηρεύεσαι κατά του πλησίον σου, τότε έχεις φόβο Θεού. Τότε είσαι σοφός και κατανοείς το Θεό, και για να μην Τον λυπήσεις δεν αμαρτάνεις. Και αυτή είναι η όραση του Θεού, και ο Θεός που βλέπει τα πάντα σε σκεπάζει από τις παγίδες του σατανά.

Όλες τις θλίψεις, παιδί μου, αν τις υπομένουμε, βρίσκουμε Χάρη παρά Κυρίου. Γι αυτό μας αφήνει ο Κύριος να πειραζόμαστε, για να μας δοκιμάζει και να μας πλέξει στεφάνους.

Παραιτήσου από το δικό σου θέλημα, για να βρεις ειρήνη ψυχής. Γιατί το θέλημα του ανθρώπου έχει γίνει χάλκινο τείχος και εμποδίζει το φωτισμό και την ειρήνη Όντως μέγα είναι, στ αλήθεια, το μυστήριο της υπακοής! Αφού ο γλυκύς μας Ιησούς πρώτος χάραξε το δρόμο και έγινε παράδειγμα για μας, πόσο μάλλον εμείς είμαστε οφειλέτες να Τον μιμηθούμε.


Ο μοναχός δεν αλλάζει τόπο κατοικίας, χρώμα ενδυμάτων και ιδίως νοημάτων. Ο μοναχός και η μοναχή αλλάζουν νουν και καρδιά μαζί. Δε σκέφτονται όπως οι κοσμικοί. Όλη η δύναμη της ψυχής είναι η προσευχή. Και καθώς το σώμα δυναμώνει με τις τροφές και τα διάφορα καρυκεύματα που του προσφέρουμε, έτσι και η ψυχή μας θέλει ευχή, ανάγνωση, λόγο προφορικό, να βλέπει παράδειγμα και έτσι λίγο-λίγο ξυπνάει Με πολλή απλότητα να πορεύεσαι, για να βρεις την καθαρότητα της ψυχής.

Η απλότητα είναι μεγάλη ευτυχία για την ψυχή. Τους μεν κανόνες οι άνθρωποι τους κατάργησαν, αλλά δεν τους κατάργησε ο Θεός. Μένουν, όπως τους έθεσαν οι Πατέρες και οι θείοι Απόστολοι. Επομένως να τους φυλάττουμε, αν θέλουμε να σώσουμε την ψυχή μας, για να μη βρούμε αντιμέτωπο το Θεό να υπερασπίζει τους νόμους των αγαπητών Του δούλων.

Το στόμα σου αδιαλείπτως να μελετά την ευχή: Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, ελέησόν με Με την ευχή, θα καθαρίσει ο νους σου και θα την κατεβάσει στην καρδιά και θα γίνει διαδρομή, ένωση νου, λόγου και καρδιάς, και θα γίνει Παράδεισος μέσα σου. Από τη στιγμή που αρχίζουμε να διαπράττουμε την αμαρτία γινόμαστε δούλοι των δαιμόνων.

Ο φιλάνθρωπος Θεός έκανε τον άνθρωπο αυτεξούσιο και μας δίδαξε να μη μετέχουμε σε πράξεις αισχρές και δε σκεπτόμαστε σοβαρά τα θεία και σωτήρια λόγια Του. Δεν υπάρχει άλλη θυσία τόσο ευώδης προς το Θεό, όσο η αγνότητα του σώματος. Τίποτε άλλο δε μισεί τόσο ο Θεός, όσο την παράνομη ηδονική ακαθαρσία του σώματος.

Σ αυτή τη ζωή είναι αγώνας. Με τα ακάθαρτα πνεύματα πολεμάς, που δε σου ρίχνουν γλυκά και λουκούμια, αλλά σφαίρες οξείες που θανατώνουν ψυχή, όχι σώμα.​

The Resurrection of Christ is the mother of us all…St. Justin (Popovich) of Chelije




Χριστὸς ἀνέστη! Ἀληθῶς ἀνέστη!

Christ is risen! Truly He is risen!

Христос Воскресе! Воистину Воскресе!

Kristus (ir) augšāmcēlies! Patiesi viņš ir augšāmcēlies!

ქრისტეაღსდგა! ჭეშმარიტადაღსდგა!

St. Justin (Popovich) of Chelije

Man sentenced God to death; by His Resurrection, He sentenced man to immortality. In return for a beating, He gives an embrace; for abuse, a blessing; for death, immortality. Man never showed so much hate for God as when he crucified Him; and God never showed more love for man than when He arose. Man even wanted to reduce God to a mortal, but God by His Resurrection made man immortal. The crucified God is Risen and has killed death. Death is no more. Immortality has surrounded man and all the world.

By the Resurrection of the God-Man, human nature has been led irreversibly onto the path of immortality, and has become dreadful to death itself. For before the Resurrection of Christ, death was dreadful to man, but after the Resurrection of Christ, man has become more dreadful to death. When man lives by faith in the Risen God-Man, he lives above death, out of its reach; it is a footstool for his feet…

Because of the Resurrection of Christ, because of His victory over death, men have become, continue to become, and will continue becoming Christians. The entire history of Christianity is nothing other than the history of a unique miracle, namely, the Resurrection of Christ, which is unbrokenly threaded through the hearts of Christians form one day to the next, from year to year, across the centuries, until the Dread Judgment.

Man is born, in fact, not when his mother bring him into the world, but when he comes to believe in the Risen Christ, for then he is born to life eternal, whereas a mother bears children for death, for the grave. The Resurrection of Christ is the mother of us all, all Christians, the mother of immortals. By faith in the Resurrection, man is born anew, born for eternity. “That is impossible!” says the skeptic. But you listen to what the Risen God-Man says:

“All things are possible to him that believeth!” (Mark 9:23 ).

The believer is he who lives, with all his heart, with all his soul, with all his being, according to the Gospel of the Risen Lord Jesus.

Faith is our victory, by which we conquer death; faith in the Risen Lord Jesus…

For us Christians, our life on earth is a school in which we learn how to assure ourselves of resurrection and life eternal. For what use is this life if we cannot acquire by it life eternal? But, in order to be resurrected with the Lord Christ, man must first suffer with Him, and live His life as his own. If he does this, then on Pascha he can say with Saint Gregory the Theologian:

“Yesterday I was crucified with Him, today I live with Him; yesterday I was buried with Him, today I rise with Him” (Troparion 2, Ode 3, Matins, Pascha).

Christ’s Four Gospels are summed up in only four words. They are:

“Christ is Risen! Indeed He is risen!”

In each of these words is a Gospel, and in the Four Gospels is all the meaning of all God’s world, visible and invisible. When all knowledge and all the thoughts of men are concentrated in the cry of the Paschal salutation, “Christ is Risen!”, then immortal joy embraces all beings and in joy responds: “Indeed He is risen!”
 

https://iconandlight.wordpress.com/orthodox_greek_icons_blog/

Sunday, April 12, 2015

Σιγησάτω - Ζωντανή ηχογράφηση στην Ιερά Μονή Παναγίας Παρηγορήτισσας






Ύμνοι Μεγάλης Εβδομάδας - Ζωντανή ηχογράφηση στην Ιερά Μονή Παναγίας Παρηγορήτισσας











«Θανάτω θάνατον πατήσας»

Η Ανάσταση του Χριστού είναι το πιο συγκλονιστικό από όλα τα γεγονότα στην ανθρώπινη ιστορία, επειδή ο θάνατος είναι η πιο μεγάλη τραγωδία της ανθρωπίνης υπάρξεως. Αλλά θάνατος δεν είναι μόνον ο βιολογικός. Είναι και ο υπαρξιακός, ο κοινωνικός, ο εθνικός, και κυρίως ο πνευματικός θάνατος. Στην προσωπική μας ιστορία υπάρχουν στιγμές, τις οποίες χωρίς Χριστό τις βιώνουμε ως υπαρξιακό θάνατο.

Με την Ανάστασί Του ο Χριστός κατενίκησε τον θάνατο (Ρωμ. στ’ 9). Κατανικά όμως και όλους τους δικούς μας θανάτους, οσάκις η Ζωή Του γίνεται δική μας ζωή διά της Αναστάσεως (Β’ Κορ. δ’ 10-11). Σε όλους αυτούς τους θανάτους ο Χριστός απαντά με τον μοναδικό και ανεπανάληπτο τρόπο, αναστάς εκ των νεκρών θανάτω θάνατον πατήσας.



Μέσα στο Φως της Αναστάσεως του Χριστού δεν υπάρχει απελπισία, αδιέξοδο, κατάρρευσις. Τα πάντα ζωοποιούνται, γίνονται καινά. Και ο ίδιος ο θάνατος, από διαδικασία φθοράς γίνεται εφαλτήριον ζωής. Όπως έλεγε ο σεβαστός μας Γέροντας, Αρχιμανδρίτης Γεώργιος Καψάνης: «Τί θα ήταν ο κόσμος χωρίς τον Αναστάντα Χριστόν και την Ανάστασι που περιμένουμε να μας χαρίση; Ένα απέραντο νεκροταφείο. Και εμείς τι θα είμεθα; Μελλοθάνατοι που περιμένουμε την σειρά μας να σβήσουμε και να εξαφανισθούμε. Κανένα νόημα δεν θα είχε η ζωή, κανένα σκοπό. Πολύ σωστά είπε ο π. Ιουστίνος Πόποβιτς, ότι δεν θα επίστευε εις τον Χριστόν, εάν ο Χριστός δεν είχε νικήσει τον θάνατον».

Οι διηγήσεις των αγίων Ευαγγελιστών και η εκκλησιαστική Υμνολογία μας παραδίδουν ότι ο Χριστός εβάδισε εκουσίως προς το Πάθος, αλλά οι Μαθηταί Του δεν το είχαν καταλάβει. Οι ώρες του Πάθους δεν τους ήταν καιρός πρόσφορος για αισιόδοξες σκέψεις και προσδοκίες. Θλίψις και φόβος τους συνείχαν, δικαιολογημένα. Μόνο μετά την Ανάστασι ανεθάρρησαν οι Μαθηταί. «Εχάρησαν ουν οι Μαθηταί ιδόντες τον Κύριον» ( Ιω. κ’ 20).

Και οι ώρες των ιδικών μας καθημερινών θανάτων, των πειρασμών, των αδιεξόδων, των αποτυχιών, δεν είναι εύκολες ώρες. Δεν βρίσκουμε τον εαυτό μας τότε έτοιμο για αισιοδοξία. Συνήθως τα συναισθήματα μας, οι λογισμοί μας και τα θελήματά μας δεν είναι ευχάριστα, και κυρίως δεν είναι θεάρεστα και δεν μας βοηθούν να ζήσουμε τήν χαρά της κοινωνίας με τον Θεό, την χαρά της κοινωνίας μεταξύ μας, την χαρά της κοινωνίας με τον ίδιο μας τον εαυτό.

Στις δύσκολες αυτές ώρες έχουμε υποδείγματα ζωής τους Αγίους μας, οι οποίοι ως υιοί της Αναστάσεως γεύθηκαν τους καρπούς της και έγιναν στην συνέχεια αδιάψευστοι μάρτυρές της. Από την εμπειρία των Αγίων μας μαθαίνουμε ότι η εκούσια συμπόρευσις με τον Χριστό προς το Πάθος είναι το εχέγγυο για την συνανάστασι μαζί Του. Εάν από αγάπη για τον Χριστό σηκώσουμε εκουσίως και με υπομονή τους καθημερινούς μας θανάτους, αυτοί γίνονται ευκαιρίες και οδοί προς την εν Χριστώ ανάστασί μας. «Εί γάρ συναπεθάνομεν, και συζήσομεν εί υπομένομεν, και συμβασιλεύσομεν εί αρνησόμεθα, κακείνος αρνήσεται ημάς· εί απιστούμεν, εκείνος πιστός μένει, αρνήσασθαι γάρ εαυτόν ού δύναται» (Β’ Τιμ. β’ 12-13). Τότε η χαρά και η ειρήνη της Αναστάσεως θα είναι αναφαίρετα δώρα του Χριστού, που θα μας συνοδεύουν στην πρόσκαιρη ζωή μας και στην αιωνιότητα. Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς το τονίζει αυτό στην περίφημη επιστολή του Προς την σεμνότατη Μοναχή Ξένη.

Έχουν περάσει αρκετά χρόνια από τότε που η Πατρίδα μας ανεβαίνει στον πιο πρόσφατο Γολγοθά της. Οι περισσότεροι αδελφοί μας υποφέρουν από τις συνέπειες της ποικιλώνυμης κρίσεως. Πολλοί έχασαν το γέλιο, την χαρά, την γαλήνη, την αισιοδοξία, τα όνειρα, τις προσδοκίες. Γέμισε η ατμόσφαιρα από κατήφεια, λύπη, απογοήτευσι και οργή. Αλλά ο άνθρωπος δεν μπορεί να ζή έτσι. Αναζητεί διεξόδους. Ιδίως οι νέοι.

Ας ρίξουμε και εφέτος το βλέμμα μας στον Αναστάντα Χριστό. Θα αντιληφθούμε ότι Αυτός είναι η λύσις του προβλήματος. Ο Αναστάς Κύριος φέρνει την αληθινή ειρήνη στις καρδιές και την αληθινή χαρά στα πρόσωπά μας. Όπως έλεγε ο άγιος Πορφύριος ο Καυσοκαλυβίτης: «Ο Χριστός είναι η πηγή της ζωής, της χαράς, του φωτός του αληθινού. Ο Χριστός είναι το πάν».

Μάλιστα. Το πάν είναι ο Χριστός της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας, της Ορθοδόξου Παραδόσεώς μας, ο Χριστός των αγίων Πατέρων μας, των Ομολογητών και των Οσίων, ο Χριστός που τώρα εκδιώκεται από την δύσμοιρη Πατρίδα μας με τον διαθρησκειακό συγκρητισμό στα νέα σχολικά προγράμματα με την κατάργησι της Κυριακής αργίας, με την ψήφισι αντιευαγγελικών νομοθετημάτων, με την ίδρυσι Τμήματος Ισλαμικών Σπουδών στην Θεολογική Σχολή Θεσσαλονίκης, θέματα που κάνουν πιο μακρύ και πιο οδυνηρό τον θρήνο του Γένους, και το «εάλω η Πόλις» ένα θρηνητικό τραγούδι που δεν λέει να τελειώση ακόμη.

Όμως ο ευσεβής λαός μας δεν έχει απεμπολήσει τον Χριστό. Αντιστέκεται στις μεθοδείες των εχθρών της ελληνορθοδόξου ταυτότητάς του. Μένει πιστός σε ό,τι παρέλαβε από τούς αγίους διδασκάλους της Εκκλησίας και του Γένους. Πιστεύει, ελπίζει και υπομένει. Τον τελευταίο λόγο δεν έχει ο θάνατος, αλλά η Ζωή.

Χριστός Ανέστη! Αληθώς Ανέστη!

Αρχιμανδρίτης ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΣ

Καθηγούμενος Ιεράς Κοινοβιακής Μονής Οσίου Γρηγορίου

Πηγή: Περιοδικό Ορθόδοξη μαρτυρία
http://www.pemptousia.gr/2015/04/thanato-thanaton-patisas/

Saturday, April 11, 2015

Τι είναι στ' αλήθεια Πάσχα; (διδαχή από τον Άγιο. Πορφύριο)

 Αντί άλλης Πασχάλιας ευχής θα σας μεταφέρω τα χαρμόσυνα αναστάσιμα βιώματα του μακαριστού γέροντα Πορφύριου, όπως τα έζησα μια Τρίτη της Διακαινησίμου στο κελάκι του. Πήγα να τον δω σαν γιατρός.Μετά την καρδιολογική εξέταση και το συνηθισμένο καρδιογράφημα, με παρακάλεσε να μην φύγω. Κάθισα στο σκαμνάκι κοντά στο κρεβάτι του. Έλαμπε από χαρά το πρόσωπο του.

Με ρώτησε:
-Ξέρεις το τροπάριο που λέει "Θανάτου εορτάζομεν νέκρωσιν...";
-Ναι γέροντα, το ξέρω.
-Πες το.Άρχισα γρήγορα - γρήγορα. "Θανάτου εορτάζομεν νέκρωσιν, Άδου την καθαίρεσιν, άλλης βιοτής, της αιωνίου, απαρχήν και σκιρτώντες υμνούμεν τον αίτιον, τον μόνον ευλογητόν των πατέρων Θεόν και υπερένδοξον".

-Το κατάλαβες;
-Ασφαλώς το κατάλαβα. Νόμισα πως με ρωτάει για την ερμηνεία του. Έκανε μια απότομη κίνηση του χεριού του και μου είπε:
-Τίποτε δεν κατάλαβες βρε Γιωργάκη! Εσύ το είπες σαν βιαστικός ψάλτης... Άκου τι φοβερά πράγματα λέει αυτό το τροπάριο. Ο Χριστός με την Ανάσταση Του δεν μας πέρασε απέναντι από ένα ποτάμι, από ένα ρήγμα γης, από μια διώρυγα, από μια λίμνη ή από την Ερυθρά θάλασσα.
Μας πέρασε απέναντι από ένα χάος, από μια άβυσσο, που ήταν αδύνατο να την περάσει ο άνθρωπος μόνος. Αιώνες περίμενε αυτό το πέρασμα, αυτό το Πάσχα.
Ο Χριστός μας πέρασε από τον θάνατο, στη Ζωή. Γι' αυτό σήμερα "Θανάτου εορτάζομεν νέκρωσιν, άδου την καθαίρεσιν". Χάθηκε ο θάνατος. Το κατάλαβες; Σήμερα γιορτάζουμε την "απαρχή" της "άλλης βιοτής, της αιωνίου" ζωής κοντά Του.
Μίλαγε με ενθουσιασμό και βεβαιότητα. Συγκινήθηκε. Σιώπησε λίγο και συνέχισε πιο δυνατά:
-Τώρα δεν υπάρχει χάος, θάνατος και νέκρωση, Άδης. Τώρα όλα χαρά, χάρις και Ανάσταση του Χριστού μας.
Αναστήθηκε μαζί Του η ανθρώπινη φύση. Τώρα μπορούμε και μεις να αναστηθούμε, να ζήσουμε αιώνια κοντά Του... Τι ευτυχία η Ανάσταση! "Και σκιρτώντες υμνούμεν τον αίτιον". Έχεις δει τα κατσικάκια τώρα την άνοιξη να χοροπηδούν πάνω στο γρασίδι, να τρώνε λίγο από τη μάνα τους και να χοροπηδούν ξανά; Αυτό είναι το σκίρτημα, το χοροπήδημα.
Έτσι έπρεπε κι εμείς να χοροπηδούμε από χαρά ανείπωτη για την Ανάσταση του Κυρίου και την δική μας.
Διέκοψε πάλι το λόγο του. Ανέπνεα μια ευφρόσυνη ατμόσφαιρα.
-Μπορώ να σου δώσω μια συμβουλή; συνέχισε. Σε κάθε θλίψη σου, σε κάθε αποτυχία σου να συγκεντρώνεσαι μισό λεφτό στον εαυτό σου και να λες αργά-αργά αυτό το τροπάριο.
Θα βλέπεις ότι το μεγαλύτερο πράγμα στη ζωή σου -και στη ζωή του κόσμου όλου- έγινε. Η Ανάσταση του Χριστού, η σωτηρία μας. Και θα συνειδητοποιείς ότι η αναποδιά που σου συμβαίνει είναι πολύ μικρή για να χαλάσει τη διάθεσή σου.
Μου' σφιξε το χέρι λέγοντας:
-Σου εύχομαι να "σκιρτάς" από χαρά, κοιτάζοντας πίσω σου το χάος από το οποίο μας πέρασε ο Αναστάς Κύριος, "ο μόνος ευλογητός των Πατέρων"... Ψάλε τώρα και το "Χριστός Ανέστη".
Υστερόγραφο δικό μου: "αληθώς Ανέστη"!!!

(Γεώργιος Παπαζάχος, καθηγητής Ιατρικής, αναδημοσίευση από το περιοδικό "Σύναξη - Πάσχα 1994)


πηγή:leimwnas

πηγη:http://panagiaalexiotissa.blogspot.ca/2015/04/blog-post_80.html#axzz3X0OMAKRC

Friday, April 10, 2015

ΛΥΧΝΟΣ TV ΜΕΓΑΛΟ ΣΑΒΒΑΤΟ Η ΠΡΩΤΗ ΑΝΑΣΤΑΣΗ















Μεγάλη Παρασκευή (Μέγα Σάββατο)«Τολμήσας εισήλθε προς Πιλάτον και ητήσατο το σώμα του Ιησού»(Μάρκ. ιε΄ 42-47)




«Τολμήσας εισήλθε προς Πιλάτον και ητήσατο το σώμα του Ιησού»
(Μάρκ. ιε΄ 42-47)
Ο Μέγας Διδάσκαλος είναι πια νεκρός.

Ο φόβος των Ιουδαίων βρίσκεται σφραγισμένος μέσα σ’ ένα τάφο. Όμως, οι συνειδήσεις τόσο ταράχθηκαν από το τέλμα τους με τα λόγια Εκείνου, που και νεκρό ακόμη τον φοβούνται. Το Όνομά Του προκαλεί την απέχθεια και το μίσος. Η ατμόσφαιρα είναι ικανά ηλεκτρισμένη που κανείς δημόσια δεν μπορεί χωρίς κίνδυνο να μιλά γι’ Αυτόν. Από εκείνους που στάθηκαν θαυμαστές του Ιησού, διακρίνονται δυο κατηγορίες. Εκείνοι που φανερά τον ακολουθούσαν, και εκείνοι που για τον φόβο των Ιουδαίων έμειναν κρυφοί Μαθητές Του.
Κανείς δεν μπορεί να καυχηθεί ότι είναι τολμηρός. Αν μέσα σου ορκίζεσαι ότι αγαπάς τον Ιησού και είσαι έτοιμος να πεθάνεις γι’ Αυτόν, ο Απόστολος Πέτρος και οι άλλοι Δέκα Μαθητές σε διαψεύδουν. Αν πάλι, μέσα σου αισθάνεσαι βεβαιότητες πίστεως και αγάπης, έρχονται στιγμές που στέκεσαι πιο πάνω από τα γεγονότα. Κι αυτό το δείχνουν ο Νικόδημος, ο Ιωσήφ και οι Μυροφόρες Γυναίκες.
Η προσέγγιση του νου και της καρδιάς στο Θεό απαιτεί τόλμη. Ο νους έχει τους δισταγμούς του, η καρδιά τους λόγους της…
Η τόλμη είναι θεϊκό δώρο που δίνεται στους ταπεινούς. «Ουχ ότι ικανοί εσμεν αφ’ εαυτών, … αλλ’ η ικανότης ημών εκ του Θεού» (Β΄ Κορ. γ΄ 5). Το κήρυγμα του Χριστού θέλει τόλμη. Ακόμη και η βίωση η χριστιανική απαιτεί τόλμη. Ο κόσμος δεν είναι έτοιμος και πρόθυμος να αποδεχτεί το Ευαγγέλιο, γι’ αυτό και αντιτίθεται. Η φυσική κατάσταση του Χριστιανού είναι ο κίνδυνος. Πότε όμως δεν θα πρέπει να λογαριάζεται. Τρεις κινδύνους έχει ν’ αντιμετωπίσει: Τους ανθρώπους, τη ζωή και τις αντίθεες πνευματικές δυνάμεις. Η τόλμη που του δίνει ο Χριστός θα του χαρίσει την περιφανέστερη νίκη.


http://agiameteora.net

Για τις πέντε πληγές του Ιησού ( Αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς )




Μου γράφεις ότι άκουσες από ηλικιωμένες γυναίκες κάποιο παραμύθι για τις πέντε πληγές του Ιησού, και ρωτάς που βρέθηκε αυτό το παραμύθι;

Διαβάστε την Καινή Διαθήκη! Μην ντροπιάζεστε μπροστά στον ουρανό και τη γη με τη άγνοια της πίστης σας! Αφήστε στην άκρη όλες τις άλλες σπουδές και αναγνώσματα μέχρι να μάθετε πρώτα αυτό που είναι το πιο σημαντικό και πιο σωτήριο.

Πρώτα έρχεται η επιστήμη περί πίστεως και κατόπιν οι υπόλοιπες σπουδές…

Οι πέντε πληγές του Ιησού δεν είναι λόγια αλλά φοβερή πραγματικότητα. Γι αυτό είναι καλύτερα να τις γνωρίζουμε και από τα λόγια.










Δυο πληγές στα χέρια, δυο πληγές στα πόδια και μία στα πλευρά. Όλες από μαύρο σίδερο και ακόμα περισσότερο από την κατάμαυρη ανθρώπινη αμαρτία. Τρυπημένα τα χέρια που ευλόγησαν. Τρυπημένα τα χέρια που περπάτησαν και οδήγησαν στη μόνη ορθή οδό. Τρυπημένο στο στήθος, από το οποίο ξεχυνόταν πύρινη ουράνια αγάπη στα παγωμένα ανθρώπινα στήθη.



Επέτρεψε ο Υιός του Θεού, να Του τρυπήσουν τα χέρια εξαιτίας των αμαρτιών πολλών χεριών – δάση χεριών – τα οποία φόνευσαν, έκλεψαν, έκαψαν, άρπαξαν, παγίδευσαν, βιαιοπράγησαν. Και να του τρυπήσουν τα πόδια για τις αμαρτίες πολλών ποδιών – δάση ποδιών – που περπάτησαν στο κακό, σύλησαν την αθωότητα, καταπάτησαν το δίκαιο, μόλυναν τα ιερά και πάτησαν την καλοσύνη. Και του τρύπησαν το στήθος εξαιτίας πολλών πετρωμένων καρδιών – νταμάρια καρδιών – στις οποίες γεννήθηκε κάθε μοχθηρία και κάθε ασέβεια και οι ιερόσυλοι λογισμοί και οι κτηνώδεις επιθυμίες και στις οποίες μέσα από όλους τους αιώνες σφυρηλατήθηκαν κολασμένα σχέδια αδελφού εναντίον αδελφού, γείτονα εναντίον γείτονα, ανθρώπου εναντίον του Θεού.

Τα χέρια του Ιησού τρυπήθηκαν για να θεραπευθούν του καθενός τα χέρια από τα αμαρτωλά έργα.

Τα πόδια του Ιησού τρυπήθηκαν για να επιστρέψουν καθενός τα πόδια από τους αμαρτωλούς δρόμους.

Το στήθος του Ιησού τρυπήθηκε για να πλυθεί κάθε καρδιά από τις αμαρτωλές επιθυμίες και σκέψεις.

Όταν ο απαίσιος Κρόμβελ, δικτάτορας της Αγγλίας, άρχισε να αρπάζει την περιουσία των μονών και έκλεινε τα μοναστήρια, έγινε σε ολόκληρη την αγγλική χώρα μία θορυβώδης λιτανεία από μερικές χιλιάδες ανθρώπινες ψυχές σε ένδειξη της λαϊκής αποδοκιμασίας. Μπροστά πήγαιναν σημαιοφόροι με την επιγραφή στις σημαίες : «Οι πέντε πληγές του Ιησού» και έψελναν ύμνους εκκλησιαστικούς και τελούσαν λειτουργίες πρός τον Θεό στούς αγρούς. Φοβήθηκε ο απαίσιος δικτάτορας πολύ και περισσότερο φοβήθηκε εκείνες τις σημαίες παρά ότιδήποτε άλλο και μείωσε τη βιαιοπραγία του.

Οι πέντε πληγές του Ιησού ας σου μάθουν, να φροντίζεις τις πέντε αισθήσεις σου για τον ζώντα Θεό.

Οι πέντε πληγές του Ιησού είναι πέντε πηγές πεντακάθαρου αίματος, με το οποίο πλύθηκε το ανθρώπινο γένος και αγιάσθηκε η γη. Απ’ αυτές τις πέντε πληγές χύθηκε όλο το αίμα του Δίκαιου, όλο μέχρι την τελευταία σταγόνα.


Ο Θαυματουργός Κύριος, που ήξερε να πολλαπλασιάσει τους άρτους και με πέντε άρτους να χορτάσει πέντε χιλιάδες πεινασμένους, πολλαπλασιάζει εκείνο το πεντακάθαρο αίμα Του και μ’ αυτό τρέφει και ενώνει σε χιλιάδες ναούς πολλά εκατομμύρια πιστών.

Αυτό είναι η Θεία Κοινωνία.

Τη Μ. Παρασκευή πλησίασε ψυχικά μαζί με την Παναγία Θεομήτορα κάτω από το Σταυρό για να σε πλύνει εκείνο το ζωοποιό αίμα από τις πέντε πληγές του Ιησού. Για να μπορείς με την καθαρισμένη και αναζωογονημένη ψυχή να φωνάξεις την Κυριακή μαζί με τις Μυροφόρες: Χριστός Ανέστη!



(Αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς, "Δρόμος δίχως Θεό δεν αντέχεται’" Εκδ. Εν πλω, σ.76-78).

Πηγή

Thursday, April 9, 2015

Μεγάλη Παρασκευή Πρωί: «Ἀληθῶς Θεοῦ υἱὸς ἦν οὗτος» ( ἐπίσκοπος Αυγουστίνου Καντιώτη )




Μεγάλη Παρασκευὴ εἶνε σήμερα, ἀγαπητοί μου συναμαρτωλοὶ ἀδελφοί, ἡμέρα ἱερὰ γεμάτη ἀναμνήσεις, ἡμέρα ποὺ προκαλεῖ ῥίγη συγκινήσεως καὶ δάκρυα. Ἂς βγάλουμε τὴν ὥρα αὐτὴ ἀπὸ τὴν καρδιὰ καὶ τὸ μυαλό μας κάθε ἰδέα γήινη, κάθε ῥυπαρὴ σκέψι καὶ λογισμό, ἂς καθαρίσουμε τὴ διάνοιά μας, καὶ μὲ τὰ φτερὰ τῆς φαντασίας ἂς διασχίσουμε τὶς ἀποστάσεις καὶ τοὺς αἰῶνες, κι ἂς ἐπισκεφθοῦμε νοερὰ τοὺς Ἁγίους Τόπους.
Μπορεῖ κανεὶς νὰ πάῃ ἐκεῖ κι ὅμως νὰ μὴν εἶνε ἐκεῖ, καὶ μπορεῖ νὰ μὴν πάῃ σωματικὰ στοὺς Ἁγίους Τόπους κι ὅμως νά ᾽νε ἐκεῖ ψυχικά.Ἂς βρεθοῦμε λοιπὸν τώρα μὲ τὴ σκέψι μας στὸ μέρος ἐκεῖνο ποὺ λέγεται Κρανίου τόπος ἢ Γολγοθᾶς· ἐκεῖ ποὺ παίχθηκε τὸ δρᾶμα τῶν δραμάτων, ἐκεῖ ποὺ δόθηκε ἡ μεγάλη μάχη μεταξὺ φωτὸς καὶ σκότους, ἀληθείας καὶ ψεύδους. Ἐκεῖ, στὸ Γολγοθᾶ, εἶνε τώρα ὁ ἐσταυρωμένος Λυτρωτὴς τοῦ κόσμου.
Θεαταὶ τῆς θυσίας του εἶνε πολλοί. Ἀπ᾽ τὸν οὐρανὸ τὰ τάγματα τῶν ἁγίων ἀγγέλων καὶ ἀρχαγγέλων, τὰ Χερουβὶμ καὶ Σεραφίμ, ποὺ ἀπὸ τὰ θεωρεῖα τῆς αἰωνιότητος βλέπουν τὸ δρᾶμα, ἀγανακτοῦν κ᾽ εἶνε ἕτοιμοι μὲ τὶς πύρινες ῥομφαῖες τους νὰ σαρώσουν τοὺς δημίους.Θεαταὶ ἀπ᾽ τὴ γῆ εἶνε ὁ ὄχλος ἐκεῖνος, ποὺ πρὶν τέσσερις μέρες, τὴν Κυριακὴ τῶν Βαΐων, ἐκραύγαζε «Ὡσαννά» (Ματθ. 21,9. Μᾶρκ. 11,9-10. Ἰω. 12,13) καὶ τώρα εἶνε κάτω ἀπ᾽ τὸ σταυρὸ γιὰ νὰ ἐμπαίξῃ.Θεαταὶ εἶνε ἀκόμα οἱ εἰδωλολάτρες στρατιῶτες , τὸ ἀπόσπασμα ποὺ μὲ ἐπὶκεφαλῆς τὸν ἑκατόνταρχο (λοχαγό) ἔλαβε ἐντολὴ ν᾽ ἀνεβῇ στὸν Κρανίου τόπον καὶ νὰ ἐκτελέσῃ τὴν ἀπόφασι τοῦ Ἰουδαϊκοῦ δικαστηρίου. Οἱ ἀγροῖκοι αὐτοὶ ῾Ρωμαῖοι, ποὺ ἔχουν λάβει μέρος σὲ μάχες καὶ συνήθισαν νὰ βλέπουν τὸ ἀνθρώπινο αἷμα νὰ χύνεται, εἶνε ἀδιάφοροι· ἢ μᾶλλον ὄχι ἀδιάφοροι, ἀλλὰ συνεχίζουν τὸν ἐμπαιγμὸ ποὺ ἔκαναν μέσα στὸ πραιτώριο τοῦ Πιλάτου.
Παρακολουθοῦν τὴν ἐκτέλεσι, παίζουν ζάρια κάτω ἀπ᾽ τὸ σταυρό, καὶ πίνουν ποτά…Ἀλλὰ ξαφνικὰ ὁ μεσαῖος ἀπὸ τοὺς τρεῖς ἐσταυρωμένους, ὁ Ἰησοῦς ὁ Ναζωραῖος, ἑλκύειτὴν προσοχή τους. Βλέπουν ὅτι διαφέρει ἀπὸ τοὺς ἄλλους. Ἐκεῖνοι βλαστημοῦν, καταριῶνται τὴ μέρα ποὺ γεννήθηκαν, ἐκσφενδονίζουν ὕβρεις σὲ ὅλους, ἐνῷ ὁ Ἐσταυρωμένος αὐτὸς σιωπᾷ . Ἡ σιωπή του εἶνε μυστηριώδης, σιωπὴ ποὺ προκαλεῖ συγκίνησι. Σιωπᾷ ὁ Χριστός.Κι ὅταν ἀνοίγει τὰ ἄχραντα χείλη του γιὰ νὰ πῇ τοὺς ἑπτὰ λόγους τοῦ σταυροῦ , τὰ λόγια του αὐτὰ δὲν εἶνε κατάρες, εἶνε εὐλογίες, λόγια ποὺ προκαλοῦν βαθειὰ ἐντύπωσι σὲκάθε ἀκροατὴ καὶ θεατή. Αὐτὰ τὰ λόγια τὰ πρόσεξαν οἱ σταυρωταὶ τοῦ Χριστοῦ μας. Οἱ στρατιῶτες τοῦ ἀποσπάσματος ἄκουσαν τὸ «Πάτερ, ἄφες αὐτοῖς· οὐ γὰρ οἴδασι τί ποιοῦσι» (Λουκ. 23,34) , ἄκουσαν τὸ «Διψῶ» (Ἰω. 19,28) , ἄκουσαν τὸ «Ἠλὶ Ἠλί, λιμᾶ σαβαχθανί;» «Θεέ μου Θεέ μου, ἱνα τί με ἐγκατέλιπες;» (Ματθ. 27,46. Μᾶρκ. 15,34) , ἄκουσαν καὶ τὸ «Τετέλεσται» (Ἰω. 19,30).
Ὅλα αὐτὰ τὰ ἄκουσαν καὶ διαλογίζονταν· Ποιός νά ᾽νε αὐτὸς ἆραγε; αὐτὸς διαφέρει τελείως ἀπὸ τοὺς ἄλλους καταδίκους… Κι ὅταν μετὰ τὸ μεσημέρι εἶδαν τὸν ἥλιο νὰ σκοτεινιάζῃ, τὸ σκοτάδι ν᾽ ἁπλώνεται σ᾽ ὅλη τὴν κτίσι, τὴ γῆ νὰ σείεται καὶ τὰ μνήματα ν᾿ ἀνοίγουν, τότε πλέον πίστεψαν.
Δὲν τοὺς ἔμεινε κανένας δισταγμὸς ἢ ἀμφιβολία, καὶ μαζὶ μὲ τὸν ἑκατόνταρχο εἶπαν κατατρομαγμένοι· «Ἀληθῶς Θεοῦ υἱὸς ἦν οὗτος» (Ματθ. 27,54)· αὐτὸς πραγματικὰ δὲν εἶνε τυχαῖος, ἔχει ὑπερφυσικὴ προέλευσι, εἶνε Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, Θεὸς ἀληθινός.
Ἀπὸ τότε ποὺ εἶπε τὰ λόγια αὐτὰ ὁ ἑκατόνταρχος ἔχουν περάσει –μετρῆστε–εἴκοσι περίπου αἰῶνες. Καὶ ἡ μαρτυρία - ὁμολογία αὐτὴ δὲν ἔμεινε μόνη· ἐπαναλαμβάνεται καὶ συνεχίζεται μέχρι σήμερα. Πολλές, ἀναρίθμητες μαρτυρίες λένε, ὅτι ὄντως ὁ Χριστὸς εἶνε Θεός, Θεάνθρωπος . Ἔχουμε ἀποδείξεις; Ἔχουμε. Ποιές εἶν᾽ αὐτές; Ἀναφέρω μερικές·
⃝«Ἀληθῶς Θεοῦ υἱὸς ἦν οὗτος». Τὸ φωνάζειπρῶτα - πρῶτα ἡ διδασκαλία του. Ἀνοῖξτε τὰκείμενα ὅλων τῶν θρησκειῶν, διαβάστε τὰ βιβλία τῶν φιλοσόφων, ἀκοῦστε τοὺς λόγους τῶν μεγαλυτέρων ῥητόρων· θὰ δῆτε, ὅτι ἡ διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ ὑπερτερεῖ, εἶνε ὑπέροχη. Δὲν ἀρνοῦμαι, ὅτι κι ἄλλοι εἶπαν σπουδαῖα πράγματα· ἀλλὰ τὰ λόγια τους μοιάζουν μὲ μικρὰ ψήγματα χρυσοῦ ἀνακατεμένα μέσα σ᾽ ἕνα ὄγκο εὐτελῶν μετάλλων· μοιάζουν μὲ μικρὰ φῶτα, πυγολαμπίδες θὰ ἔλεγα, μπροστὰ στὸν ἥλιο. Τὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ εἶνε φῶς καὶ ζωή, κ᾽ ἔκαναν πάντα μεγάλη ἐντύπωσι.
Ἐχθρικοὶ ἀκροαταί του ἀναγκάστηκαν νὰ ὁμολογήσουν· «Οὐδέποτε οὕτως ἐλάλησεν ἄνθρωπος,ὡς οὗτος ὁ ἄνθρωπος» (Ἰω. 7,46) . Ἂς προάγεται τὸ ἀνθρώπινο πνεῦμα, ὅπως εἶπε κάποιος, ἂςπροχωροῦν οἱ ἐπιστῆμες, ἂς γίνωνται ἀνακαλύψεις· ποτέ ἡ ἀνθρωπότης δὲν θὰ φθάσῃ τὸ ὕψος τῆς διδασκαλίας τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Καὶ κάποιος ἄλλος εἶπε· Δὲν ξέρω ἂν σὲ ἄλλους πλανῆτες κατοικοῦν λογικὰ ὄντα· ἀλλὰ καὶ ἂν ὑποθέσουμε ὅτι ὑπάρχουν καὶ κατοικοῦν ἐκεῖ, δὲν μπορεῖ νὰ ἔχουν θρησκεία ἀνώτερη ἀπὸαὐτὴν ποὺ κήρυξε ὁ Χριστός.
⃝ «Ἀληθῶς Θεοῦ υἱὸς ἦν οὗτος» · τὸ φωνάζειἡ διδασκαλία του, τὸ φωνάζουν καὶ τὰ θαύματά του. Τὰ θαύματα τοῦ Χριστοῦ! Ὅπου ἅ-πλωνε τὰ ἄχραντα χέρια του, ὅπου ἀκουγό-ταν ἡ θεϊκὴ προσταγή του, ἐκεῖ ὁ ἄνεμος σταματοῦσε, ἡ τρικυμισμένη θάλασσα γαλήνευε,τὰ δαιμόνια ἔφευγαν, τυφλοὶ ἔβλεπαν, κουφοὶ ἄκουγαν, μουγγοὶ μιλοῦσαν, λεπροὶ καθαρίζονταν, παράλυτοι σηκώνονταν, κι αὐτοὶ ἀκόμα οἱ νεκροὶ ἀνασταίνονταν ἀπὸ τοὺς τάφους. Θαύματα πραγματικά, ὄχι φανταστικά.Θαύματα ποὺ ἔγιναν ὄχι νύχτα καὶ σὲ κάποια ἀθέατη γωνιά, ἀλλὰ μπροστὰ σὲ πλῆθος μάτια, μερικὲς φορὲς καὶ ἐχθρῶν, ποὺ τὰ ἔβλεπαν καὶ κατάπληκτοι ἔλεγαν· «Οὐδέποτε οὕτως εἴδομεν»(Μᾶρκ. 2,12) . Τὰ θαύματα τοῦ Χριστοῦ εἶνε ἀνα-ρίθμητα. Κι ἂν ἡ θάλασσα γίνῃ μελάνι κι ὁ οὐ-ρανὸς χαρτὶ καὶ τὰ δέντρα μολύβια, δὲν φτά-νουν γιὰ νὰ ἱστορηθοῦν τὰ θαύματα ποὺ ἔκανε, κάνει καὶ θὰ κάνῃ μέχρι συντελείας τῶν αἰώνων ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός.
⃝ «Ἀληθῶς Θεοῦ υἱὸς ἦν οὗτος» . Τὸ φωνάζειἀκόμα ὁ ἄψογος βίος του. Ὁ Χριστὸς εἶνε ἅγιος, ὄχι μὲ ἔννοια σχετικὴ ὅπως πολλοὶ ἄνθρωποι, ἀλλὰ μὲ ἔννοια ἀπόλυτη. Εἶνε ἐκεῖνος στὸν ὁποῖο δὲν ὑπάρχει καμμία κακία ἢ ἐλάττωμα, δὲν «εὑρέθη δόλος ἐν τῷ στόματι αὐτοῦ» (Ἠσ. 53,9 = Α΄ Πέτρ. 2,22) , ἐκεῖνος ποὺ ἡ ζωή του λάμπειἀπὸ κάθε πλευρά, ἐκεῖνος ποὺ ἡ ἀρετή του «ἐκάλυψεν οὐρανούς» (Ἀμβ. 3,3) . Ποιά ἀρετὴ τοῦ Χριστοῦ ν᾽ ἀναφέρουμε πρώτη; τὴ φτώχεια καὶ ἁπλότητά του, ποὺ κανείς ἄλλος δὲν ἔζησετόσο ταπεινὰ ὥστε νὰ μὴν ἔχῃ «ποῦ τὴν κεφαλὴν κλίνῃ» (Ματθ. 8,20); τὴν πραότητα καὶ ἀνεξικακία του ἀπέναντι στοὺς ἐχθροὺς καὶ σταυρωτάς του; τὸ θάρρος καὶ τὴν ἀφοβία του ἐνώπιον τῶν ἀρχόντων καὶ τοῦ Πιλάτου ὅταν διεκήρυττε τὴν ἀλήθεια; τὴν ταπείνωσί του, μέχρι ση-μείου νὰ σκύψῃ νὰ πλύνῃ τὰ πόδια τῶν μαθητῶν του; ἢ πρὸ παντὸς τὴν ἀγάπη του πρὸς τὸ Θεὸ καὶ τοὺς ἀνθρώπους ποὺ ὑποφέρουν; Ὅλα αὐτὰ συνθέτουν τὴ μεγαλειώδη εἰκόνα τῆς ζωῆς τοῦ Χριστοῦ μας στὴ γῆ. Μερικοὶ προ-σπάθησαν νὰ τοῦ βροῦν ἐλαττώματα· ἔψαξαντὰ Εὐαγγέλια, πίεσαν τὸν ἐγκέφαλό τους, μὰ δὲν μπόρεσαν νὰ βροῦν ψεγάδι. Ὁ ἥλιος ἔχειτὶς κηλῖδες του, ἀλλὰ ὁ Χριστὸς εἶνε ὁ ἀκηλίδωτος ἥλιος. Εἶνε ἐκεῖνος ποὺ εἶπε «Τίς ἐλέγχει με περὶ ἁμαρτίας;» (Ἰω. 8,46) , καὶ τὸ ἐρώτημά του μένει ἀναπάντητο διὰ μέσου τῶν αἰώνων.
⃝ «Ἀληθῶς Θεοῦ υἱὸς ἦν οὗτος» , τὸ ἀποδεικνύουν ἡ διδασκαλία του, τὰ θαύματά του, ἡ ἁγιότης τοῦ βίου του, τὸ ἀποδεικνύει τέλος ἡ μαρτυρία τῶν αἰώνων. Δὲν τὸ μαρτυρεῖ μόνο ὁ ἑκατόνταρχος· τὸ μαρτυροῦν οἱ γενεὲς γενεῶν τῶν ἁγίων· μικρὰ παιδιὰ σὰν τὸν ἅγιο Κήρυκο ποὺ κρατοῦν στὴν ἀγκαλιὰ οἱ μητέρες, σεμνὲς παρθένες, ἁπλοϊκοὶ ἰδιῶτες ὅπως οἱ ψαρᾶδες, σοφοὶ ἐπιστήμονες· ὅλοι ὁμολογοῦν, ὅτι ὁ Χριστὸς εἶνε Θεὸς ἀληθινός.
Θεαταὶ κ᾽ ἐμεῖς σήμερα, ἀγαπητοί μου, τοῦ πάθους τοῦ Σωτῆρος μας. Πῶς παρακολουθοῦμε τὸ θεῖο δρᾶμα; Ὅπως οἱ ἄγγελοι μὲ ἀγάπη καὶ λατρεία, ἢ ὅπως ὁ ὄχλος ποὺ ξέχασε τὰ «Ὡσαννά» καὶ φώναζε «Σταύρωσον σταύρωσον αὐτόν»; (Ἰω. 19,6) . Ἂς τὸ παρακολουθοῦμε ὅπως ὁ ἑκατόνταρχος, ποὺ ἄφησε τοὺς δισταγμούς, πίστεψε καὶ τὸν ὡμολόγησε Υἱὸ Θεοῦ.Ἂν ὑπάρχῃ κάποιος ποὺ ἔχει κάποια ἀμφιβολία γιὰ τὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ, δὲν ἔχειπαρὰ νὰ τὸν πλησιάσῃ, νὰ ἐξετάσῃ, νὰ ἐρευνήσῃ μὲ εἰλικρίνεια . Καὶ τότε σὰν τὸν ἑκατόνταρχο θὰ ὁδηγηθῇ ἀπὸ τὰ πράγματα νὰ ὁμο-λογήσῃ κι αὐτός, ὅτι ὁ Χριστὸς εἶνε «ἀληθῶς Θεοῦ Υἱός» , ὅτι εἶνε τὸ ἕνα ἀπὸ τὰ τρία πρόσωπα τῆς ἁγίας Τριάδος, ὅτι εἶνε ὁ Θεάνθρωπος Λυτρωτής· ὅν, παῖδες Ἑλλήνων, ὑμνεῖτε καὶ ὑπερυψοῦτε εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας· ἀμήν.
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος-
Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἁγ. Παντελεήμονος Φλωρίνης τὴν 24-4-1981.

http://agiameteora.net/index.php/megalis-evdomadas/4951-megali-paraskevi-proi-lith-s-theo-y-s-n-o-tos.html
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...