Friday, March 29, 2013
"Many Confess, But Few Repent".
What is repentance and confession?
Confession is a God-given commandment, and it is one of the Sacraments of our Church. Confession is not a formal, habitual (”to be on the safe side”, or, ”in view of upcoming feast-days”), forced and unprepared act, springing from an isolated duty or obligation and for psychological relief only. Confession should always be combined with repentance. A Holy Mountain Elder used to say: ”Many confess, but few repent!” (Elder Aemilianos of Simonopetra Monastery, Mt. Athos)
Repentance is a freely-willed, internally cultivated process of contrition and sorrow for having distanced ourselves from God through sin. True repentance has nothing to do with intolerable pain, excessive sorrow and relentless guilty feelings. That would not be sincere repentance, but a secret egotism, a feeling of our ”ego” being trampled on; an anger that is directed at our self, which then wreaks revenge because it is exposing itself and is put to shame—a thing that it cannot tolerate.
Repentance means a change in our thoughts, our mentality; it is an about-face; it is a grafting of morality and an abhorrence of sin.
Repentance also means a love of virtue, benevolence, and a desire, a willingness and a strong disposition to be re-joined to Christ through the Grace of the almighty Holy Spirit.
Repentance begins in the depths of the heart, but it culminates necessarily in the sacrament of divine and sacred Confession.
During confession, one confesses sincerely and humbly before the confessor, as though in the presence of Christ. No scientist, psychologist, psychoanalyst, psychiatrist, sociologist, philosopher or theologian can replace the confessor.
Monk Moses of the Holy Mountain
Η Ορθοδοξία είναι η βασιλική οδός του Ευαγγελίου ( Γέροντα Έφραίμ )

Αγαπητά μου παιδιά,
…Είμεθα Ορθόδοξοι και ουσιαστικά δεν γνωρίζου με το ύψος, το βάθος, το πλάτος της Ορθοδοξίας. Θα πρέπει να την δούμε σε όλη την αγιότητα της.
Τι είναι Ορθοδοξία; Ορθοδοξία είναι η αλήθεια, το ορθό δόγμα περί του Θεού, περί του ανθρώπου και περί του κόσμου, όπως μας την έδωσε ο Ίδιος ο ενανθρωπήσας Θεός με την υπέροχη διδασκαλία Του, με την αγία ζωή Του και με την λυτρωτική θυσία Του, όπως την διετύπωσε κατόπιν η θεόπνευστος διάνοια και καρδία του Αποστόλου Παύλου, όπως την «ζωντάνεψε» ο μαθητής της αγάπης και οι άλλοι Ευαγγελισταί και Απόστολοι με το ουράνιον φως του Άγιου Πνεύματος, όπως την παρέδωσαν και σε μας οι πνευματοκίνητοι Πατέρες της Αλεξανδρείας, της Κωνσταντινουπόλεως, της Καππαδοκίας, της Συρίας, της Παλαιστίνης και του Αγίου Όρους αργότερα. Όλοι αυτοί από τον Ιερό Πολύκαρπο, τον μαθητή των Αποστόλων, μέχρι τον Άγιο Νικόδημο τον Αγιορείτη, ο όποιος εκοιμήθη στις αρχές του 19ου αιώνος, με την σοφία τους και την αγιότητα τους, με τις θυσίες και τους αγώνες τους μας παρέδωκαν την παρακαταθήκη της ορθής πίστεως και ζωής, τον θησαυρό της ορθοδόξου παραδόσεως.
Ορθοδοξία είναι η θαυμαστή εκείνη σύνθεσις δόγματος και ήθους, θεωρίας και πράξεως. Ορθοδοξία είναι ακόμα εκείνο που διετύπωσαν επισημότερα αι Σύνοδοι, τα οικουμενικά εκείνα ευλογημένα συνέδρια της ανά τον κόσμον Εκκλησίας του Χρίστου. Τότε οι θεοφόροι Πατέρες «όλην συγκροτήσαντες την της ψυχής επιστήμην και τω θείω πνεύματι συνδιασκεψάμενοι» απεφάνθησαν για τα μεγαλύτερα προβλήματα, που απασχολούν τον πνευματικό άνθρωπο και έθεσαν τα βάθρα, τα θεμέλια της πνευματικής ζωής, που είναι ο πραγματικός πνευματικός πολιτισμός.
Την Ορθοδοξία επεσφράγισαν οι μάρτυρες όλων των εποχών όλη η ιερή στρατιά των εκατομμυρίων ηρώων και ομολογητών, ανδρών, γυναικών και παιδιών με το τίμιο αίμα τους. Από τα αμφιθέατρα της Ρώμης μέχρι τα στρατόπεδα της Ρωσίας, απέδειξαν ότι ο χριστιανισμός δεν είναι μια απλή θεωρία, αλλά η αλήθεια και η ζωή ο ωραιότερος ηρωισμός, η νίκη κατά της ωμής βίας και της υλικής δυνάμεως, η επικράτησις και η βασιλεία του πνεύματος.
Ήρθε κατόπιν να ύμνηση την Ορθοδοξία η λατρεία με την υπέροχη ποίησι και την εμπνευσμένη υμνογραφία της, η οποία συνδυάζει το φυσικό με το υπερφυσικό, τα εγκόσμια με τα επουράνια, την ατομικότητα με την κοινωνικότητα, την οικειότητα και τον βαθύ σεβασμό, το εύληπτο και το μυστήριο.
Μέσα στον ναό σε κάθε Λειτουργία, μέσα σε μια ατμόσφαιρα ανατάσεως και ιερότητος τελείται η Θυσία του Θεανθρώπου, όπου συμμετέχουν όλοι οι πιστοί. Εκεί επίσης υμνούνται και προβάλλονται τα κατορθώματα των γιγάντων της πίστεως με επικεφαλής του χορού αυτού την Θεοτόκο Μαρία. Εκεί εξυμνείται το δόγμα, όχι μόνον ως αληθές, αλλά και ως ανταποκρινόμενο στις ανθρώπινες εφέσεις….
Ένα άλλο γνώρισμα της Ορθοδοξίας ήταν πάντοτε ο ηρωισμός που τον είδαμε στο μαρτύριο, ο όποιος δεν σταμάτησε μόνον στην θυσία του αίματος. Τα τέκνα της Ορθοδοξίας πάντα έδειξαν σθένος και γενναιότητα μπροστά σε κάθε είδος αυθαιρεσίας, είτε προερχόταν από τον Ιουλιανό τον Παραβάτη, είτε από τους αρειανούς και μονοφυσίτες, είτε από τους εικονομάχους και λατινόφρονες μοναχούς. Η φάλαγγα αυτή των ηρώων της Ορθοδόξου Εκκλησίας δεν περιλαμβάνει μόνον τον Μέγα Αθανάσιο, τον Μέγα Βασίλειο, τον Άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο, αλλά και τον Άγιο Θεόδωρο τον Στουδίτη, ηγούμενο της του Στουδίου Μονής με όλους τους μοναχούς του, τον Άγιο Μάξιμο τον Ομολογητή, τον μέγα ήρωα, τον Άγιο Μάρκο τον Ευγενικό και άπειρο πλήθος ομολογητών και υπερασπιστών της πίστεως μας….
Η Ορθοδοξία εβάδισε πάντοτε την βασιλική οδό του Ευαγγελίου. Εκράτησε ανόθευτο, γνήσιο το πνεύμα του χριστιανισμού έναντι του σκοτεινού μυστικισμού των ανατολικών αιρέσεων, της παποκαισαρικής συγκεντρωτικότητος των Λατίνων και του ορθολογιστικού υποκειμενισμού των Προτεσταντών. Πάντοτε εκράτησε το μέτρο και την αρμονία, δεν είχε τίποτε το λάθος, διότι οι Πατέρες ήταν πνευματοκίνητοι, αγιοπνευματικώς οδηγούμενοι.
Δεν περιφρόνησε η Ορθοδοξία τον άνθρωπο, ούτε την σοφία, ούτε την φύσι, ούτε την τέχνη, δεν υπήρξε απάνθρωπος. Όλα τα εξηγίασε και δημιούργησε πολιτισμό. «Την φύσιν», κατά το τροπάριον των Τριών Ιεραρχών «των όντων ετράνωσε, τα των ανθρώπων ήθη κατεκόσμησε».
Η Ορθοδοξία είναι η πορεία του ολοκληρωμένου ανθρώπου προς τον Πλάστη του, προς την θέωσι. Οδηγεί τον άνθρωπο στην πλήρη ανάπτυξί του εν τω Χριστώ και για τον Χριστό. Η Ορθοδοξία δεν είναι μόνον η κατ’ εξοχήν θεολογία, αλλά είναι συγχρόνως και η αληθινή ψυχολογία, ο γνήσιος ανθρωπισμός και κοινωνισμός. Είναι ένα πολύεδρο διαμάντι, το όποιον από όλες τις πλευρές παρουσιάζει νέες αντανακλάσεις της αληθείας.
Ας γνωρίσουμε, λοιπόν, την Ορθοδοξία μας. Όχι θεωρητικά. Ας την αισθανθούμε και ας την ζήσουμε σε όλο το βάθος και το πλάτος της. Ετσι μόνο θα μπορού με να την προβάλουμε και να την αξιοποιήσουμε.
Διότι η Ορθοδοξία μας δεν είναι μουσείο και παρελθόν, αλλά ζωή, δημιουργία και ακτινοβολία. Είναι η μεγάλη ιδέα του έθνους μας, είναι η χρυσή ελπίδα της σωτηρίας μας, είναι το καύχημα μας εν Χριστώ. Ας την κηρύττουμε με ηρωισμό και γενναιότητα ως τέκνα γνήσια των μεγάλων ηρώων της.
Πανέμορφη Ορθοδοξία, αιματοστόλιστη νύμφη του Χριστού, ποτέ, ποτέ να μη σε αρνηθούμε οι ανάξιοι, αλλά αν το καλέσουν οι περιστάσεις και οι καιροί, αξίωσε μας, ω φίλη, δια σε να χύσουμε και την τελευταία ρανίδα του αίματός μας. Αμήν.
(Αποσπάσματα από το βιβλίο Η ΤΕΧΝΗ ΤΗΣ ΣΩΤΗΡΙΑΣ, τόμος Α’, εκδ. Ι. Μ. Φιλόθεου 2004
Η ομιλία αυτή έγινε το 1984 εις Αμερική από τον Γέροντα Έφραίμ.Πηγή: Ιερά Μονή Παντοκράτορος Μελισσοχωρίου
vatopaidi.wordpress.com)
Η χαριτωμένη υπακοή ( Γέροντας Εφραίμ Φιλοθεΐτης )

Η υπακοή αναφέρεται στο Χριστό και όχι στον άνθρωπο που υπακούει κανείς. Και όταν ο υποτακτικός υπακούει χωρίς παράσιτα, αλλά για την αγάπη του Χριστού και μόνο, τότε η υπακοή του είναι σωστή μπροστά στα μάτια του Χριστού. Να υπακούμε για την αγάπη του Χριστού και μόνο και έτσι ο δρόμος μας γίνεται σταθερός και ίσιος για το Χριστό.
Ποιος άνθρωπος πάνω στη γη δεν έκανε σφάλματα και δεν τραυματίσθηκε στην πάλη με τους δαίμονες, τα πάθη και τον κόσμο; Δε μιλάμε γι’ αυτά τα τραύματα, αλλά μιλούμε ότι πρέπει να βλέπουμε συνεχώς τον προορισμό μας. Με τις δύο αρετές, της υπακοής για την αγάπη του Χριστού και της προσευχής να πετύχουμε την αγάπη του Χριστού. Κι όταν η αγάπη του Θεού έρθει μέσα στην ψυχή μας, τότε ο δρόμος μας πλέον δέχεται φως. Τότε η αγάπη του Χριστού εξουδετερώνει κάθε δυσκολία και νιώθουμε τη ζωή πάρα πολύ ευτυχισμένη.
Η υπακοή ταπεινώνει τον άνθρωπο και η ταπείνωση εξουδετερώνει κάθε πειρασμική ενέργεια. Όπου ταπείνωση, εκεί ο διάβολος χάνεται. Όπου υπερηφάνεια κι εγωισμός, εκεί η παρουσία των δαιμόνων, οι πειρασμοί και τα πάθη. Γι’ αυτό η υπακοή είναι πολύ χαριτωμένη αρετή, επειδή οπλίζει με τόση ταπείνωση τον άνθρωπο όταν υπακούει εν γνώσει, για την αγάπη του Χριστού.
Γέροντας Εφραίμ Φιλοθεΐτης - Νουθεσίες περί υπακοής
Σημεία των καιρών
|
ΠΡΟΣΟΧΗ!!!
Ο γέροντας Παΐσιος τόνιζε πως αν κάτι από αυτά που έχει πει έρχονται σε αντίθεση με αυτά που λέει ή θα πει η Εκκλησία,
να ακολουθήσουμε τα λεγόμενα της Εκκλησίας. Μετα απο την μπορα τη δαιμονικη, θα ελθη η λιακαδα η θεικη.Πισω απο το κοσμικο πνευμα της σημερινης "ελευθεριας" της ελειψης σεβασμου στην Εκκλησια του Χριστου, στους μεγαλύτερους, γονεις και διδασκαλους, που εχουν φοβο θεου, κρυβεται η πνευματικη σκλαβια, το αγχος, και η αναρχια που οδηγουν τον κοσμο στο αδιεξοδο, στην ψυχικη και σωματικη καταστροφη. Πισω λοιπον απο το τελειο συστημα "καρτας εξυπηρετησεως" ασφαλειας κομπιουτερ, κρυβεται η παγκοσμια δικτατορια, η σκλαβια του αντιχριστου. "Αποκ. Ιωαννου κεφ ιγ' 16 ινα δωσουσιν αυτοις χαραγμα επι της χειρος αυτων της δεξιας η επι των μετωπων αυτων, και ινα μη τις δυνηται αγορασαι η πωλησαι ει μη ο εχων το χαραγμα, το ονομα του θηριου η τον αριθμον του ονοματος αυτου. Ωδε η σοφια εστιν. ο εχων νουν ψηφισατω τον αριθμον του θηριου. αριθμος γαρ ανθρωπου εστι και ο αριθμος αυτου χξς" =666. Ο Αγιος Ανδρεας ο Καισαρειας γραφει τα εξης. " Περι του μιαρου ονοματος του αντιχριστου. "Και την μεν ακριβεια της ψηφου, ως και τα λοιπα τα περι αυτου γεγραμενα, ο χρονος αποκαλυψει και η πειρα τοις νηφουσιν... ...αλλ'ουκ ευδοκησεν η θεια χαρις εν θεια βιβλω του λυμεωνος ονομα γραφηναι. ως εν γυμνασιας δε λογω πολλα εστιν ευρειν...." Αγιου Ανδρεου Καισαρειας, εξηγησις εις την ΙωαννουΑποκ. σελ 341-42, κεφ ΛΗ. Το παραξενο ομως, και πολλοι πνευματικοι ανθρωποι εκτος που δεινουν δικες των ερμηνειες, φοβανται και αυτοι τον κοσμικο φοβο του φακελλωματος, ενω επρεπε να ανησυχουν πνευματικα, και να βοηθησουν τους Χριστιανους με την καλη ανησυχια, και να τους τονωνουν την πιστη, να νιωθουν θεικη παρηγορια. Απορω! δεν τους προβληματιζουν ολα αυτα τα γεγονοτα; γιατι δεν βαζουν εστω ενα ερωτηματικο για της ερμηνειες του μυαλου τους; Κι αν επιβοηθουν τον αντιχριστο για το σφραγισμα, πως παρασυρουν και αλλες ψυχες στην απωλεια; Αυτο εννοει "...το αποπλαναν ει δυνατον, "και τους εκλεκτους". Μαρκ. ιγ'. Θα πλανεθουν αυτοι που τα ερμηνευουν με το μυαλο. Και ενω τα σημεια φαινονται ξεκαθαρα "το θηριο" στις Βρθξελλες με το 666 εχει σχεδον ρουφιξει ολα τα κρατη στο κομπιουτερ. Η καρτα, η ταυτοτητα, η εισαγωγη του σφραγισματος, τι φανερωνουν; Δυστυχως το ραδιο παρακολουθουμε μονο τι καιρο θα εχουμε. Τι θα μας πει ο Χριστος; " Υποκριται, το μεν προσωπον του ουρανου γινωσκεκτε διακρινειν, τα δε σημεια των καιρων ου δυναστε γνωναι;" Μετα λοιπον απο την καρτα, και την ταυτοτητα, "το φακελλωμα" για να προχωρισουν πονηρα στο σφραγισμα , θα λενε συνεχεια στην τηλεοραση, οτι πηρε καποιος την καρτα του δεινα, και του σηκοσε τα χρηματα απο την τραπεζα. Απο την αλλη μερια θα διαφημιζουν το "τελειο συστημα" το σφραγισμα στο χερι η στο μετωπο με ακτινες λειζερ, που δεν θα διακρινεται εξωτερικα, με το 666 το ονομα του αντιχριστου. Δυστυχως και παλι "ορισμενοι γνωστικοι" θα φασκιωνουν τα πνευματικα τους τεκνα σαν τα μωρα, δηθεν για να μην στενοχωρουνται. "Δε πιραζει αυτο, δεν ειναι τιποτα, αρκει εσωτερικα να πιστευετε!". Κι ενω βλεπουμε τον αποσ. Πετρο που εξωτερικα αρνηθηκε τον Χριστο και ητο αρνησις, αυτοι αρνουνται το Αγιο σφραγισμα του Χριστου που τους δοθηκε στο Αγιο Βαπτισμα. "Σφραγις δωρεας Πνευματος Αγιου" με το να δεχονται την σφραγιδα του αντιχριστου, λενε και οτι εχουν μεσα τους το Χριστο!! Τετοια δυστυχως λογικη, ειχαν και ορισμενοι "γνωστικοι" στα χρονια των Αγιων Μαρτυρων, που προσπαθουσαν να μεταστρεψουν τους υποψηφιους μαρτυρας, οπως αναφερει ο Μεγας Βασιλειος στο λογο του στον Μαρτυρα Γορδιο ".......πολλοι παραλογιζοντουσαν προσπαθωντας να πεισουν τον Μαρτυρα να αρνηθη μονο με τα λογια, και να κρατησει την πιστη με την ψυχη, την εσωτερικη διαθεση, γιατι ο Θεος δεν δινει προσοχη στην γλωσσα, αλλα στη διαθεση. Ο Μαρτυς ομως Γορδιος ηταν ακαμπτος και απεκριθηκε "ουκ ανεχεται τι γλωσσα κτισθεισα παρα Χριστου φθεγξασθαι τι κατα του κτισαντος...... μη πλανασθαι, Θεος ου μυκτιριζεται εκ του στοματος ημας του ημετερου κρινει, εκ των λογων δικαιει, και εκ των λογων καταδικαζει". Επισης επι Δεκιου, με διαταγμα ζητουσε να ομολογησουν την θρησκεια των ειδωλολατρων, και οσοι Χριστιανοι δηλωναν, και θυσιαζαν στα ειδωλα, επειρναν πιστοποιητικο, και γλυτωναν το Μαρτυριο. Οχι μονον αυτοι ηταν αρνητες του Χριστου, αλλα και εκεινοι οπου εδειναν χρηματα στους ειδωλολατρας στην επιτροπη, και επαιρναν το πιστοποιητικο, χςρις να αρνηθουν, οι ονομαζομενοι "λιβελλοφοροι" και αυτους η Εκκλησια μας τους θεωρησε αποστατας/πεπτωκοτας. Κι ενω λοιπον εχουμε τοσα πολλα παραδειγματα, οπως και του γενομενου θαυματος του Αγιου Θεοδωρου, που εορταζουμε καθε χρονο το Σαββατο της Α' Εβδομαδος των νηστειων. "Ιουλιανος ο παραβατης, γινωσκων οτι οι Χριστιανοι καθαιρονται μαλλον δια νηστειας την πρωτη εβδομαδα της Αγιας Τεσσαρακοστης, ην και ημεις δια τουτο καθαραν εβδομαδα καλουμεν, ηβουληθη ινα τοτε μαλιστα μολυνη αυτους. διο και προσεταξε κρυφιως ινα τεθωσιν εις την αγοραν κατ'εκεινας τας ημερας βρωματα μεμιασμενα εκ των αιματων των ειδωλικων θυσιων. Αλλα νεθσει Θεια επιφανεις καθ΄'υπνον ο Μαρτυς Θεοδωρος εις τον τοτε Αρχιεπισκοπον Κων/πολεως Ευδοξιον και φανερωσας το πραγμα παρηγγειλε ν αυτω ινα συγκαλεσει τους πιστους ευθυς το πρωι της Δευτερας και εμποδιση αυτοις των βρωματων εκεινων την χρησιν, την ελλειψιν της αναγκαιας τροφης αναπληρωση εκ του προχειρου δια κολλυβων.........τοιουτοτροπως ο μεν σκοπος του παραβατου εματαιωθη, ο δε ευσεβης λαος διαφυλαχθεις αμολυντος ............" Ωρολογιον το Μεγα, σελ 446... Το να απεχουμε απο τα ειδωλοθυτα ειναι κανον των Αγιων Αποστολων. Πραξ. Αποσ. κεφ. ιε'......"Συνηχθησαν δε οι Αποστολοι και οι πρεσβυτεροι .........απεχεσθαι ειδωλοθυτων και αιματος και πνικτου και πορνειας....." Παρ'ολα λοιπον αυτα που ανεφερα, ακουει κανεις ενα σορο δυστυχως ανοησιες του μυαλου, απο ορισμενους σημερινους "Γνωστικους", ο ενας να λεει "εγω θα δεχθω την ταυτοτητα με το 666, θα βαλω και ενα σταυρο, κι ο αλλος να λεει "εγω θα δεχθω το σφραγισμα στο κεφαλι με το 666 και θα κανω και ενα σταυρο στο Σταυρο στο κεφαλι..." και ενα σορο ομοιες ανοησιες, που νομιζουν οτι θα αγιασθουν με αυτον τον τροπο, ενω αυτα ειναι πλανες. Μονον αυτα που δεχονται αγιασμο, αυτα μονον αγιαζονται. Οπως το νερο, δεχετε αγιασμο και γινεται Αγιασμος. τα ουρα δε δεχονται αγιασμο. Η πετρα με θαυμα γινεται ψωμι. Η ακαθαρσια δεν δεχεται αγιασμο. Επομενως, ο διαβολος, ο αντιχριστος, οταν ειναι στην ταυτοτητα μας η στο χερι, η στο κεφαλι μας, με το συμβολο του, δεν αγιαζονται, με το να βαλουμε και ενα Σταυρο. Εχουμε την δυναμη του Τιμιου Σταυρου, του Αγιου Συμβολου, την θεια χαρη του Χριστου, μονον οταν αρκουμεθα στο Αγιον Σφραγισμα του Βαπτισματος, που απαρνουμεθα τον σατανα, και συντασσωμεθα στον Χριστο, και δεχομεθα το Αγιο Σφραγισμα. "Σφραγις δωρεας Πνευματος Αγιου". Ο Χριστος να μας δινη καλη φωτιση. Αμην. Αγιον Ορος Κουτλουμουσιανο Κελλι "Παναγουδα" Σαββατο Α' Νηστειωνμ 1987. Με πολυ πονο και αγαπη Χριστου, Μοναχος Παισιος |
Περί μεταμοσχεύσεων ανθρωπίνων οργάνων
ΠΡΟΣΟΧΗ!!!
Ο γέροντας Παΐσιος τόνιζε πως αν κάτι από αυτά που έχει πει έρχονται σε αντίθεση με αυτά που λέει ή θα πει η Εκκλησία,
να ακολουθήσουμε τα λεγόμενα της Εκκλησίας.
Και περί του θέματος αυτού, και ιδίως της όψεώς του «εγκεφαλικός θάνατος και πτωματικά μοσχεύματα», ο λόγος και ο αντίλογος, και συνεπώς και οι προβληματισμοί των πιστών, ήσαν σε πολύ μικροτέρα έντασιν προ δεκαετίας και πλέον -που ήταν μεταξύ μας ο Γέροντας- από όσον σήμερα. Αυτή είναι η αιτία που οι σχετικές μαρτυρίες περί της θέσεώς του είναι ολίγες.
Έτσι, αρχικώς σκεφθήκαμε να μη συμπεριλάβωμε το περί μεταμοσχεύσεων πρόβλημα στην αναφορά μας αυτή. Κυρίως όμως οι παρακάτω λόγοι μας ανάγκασαν τελικά να μεταβάλωμε λογισμόν:
1. Οι οξύτατες αντιπαραθέσεις μεταξύ των διαφωνούντων -μέχρι σημείου να εκτοξεύωνται, ευθέως ή πλαγίως, βαρείς χαρακτηρισμοί-, αλλά και η προσπάθεια επιβολής της μιας μερίδος επί της ετέρας δια της ισχύος της εξουσίας -ίσως και της αριθμητικής υπεροχής- και όχι βάσει επιχειρημάτων αληθείας.(*)
2. Η εξής ορθοτάτη παρατήρησις του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ναυπάκτου κ. κ. Ιεροθέου στην σχετικήν εισήγησίν του προς την Ιεράν Σύνοδον της Ιεραρχίας: Επειδή η ζωή της Εκκλησίας καθορίζεται από την δράση και την ενέργεια των αγίων και επειδή η Εκκλησία προχωρεί στην ιστορία με τα βήματα των αγίων, γι' αυτό και θα περιμένουμε και τέτοιες αντιδράσεις (δηλαδή, ως δοτών) αγιασμένων ανθρώπων, για να δώσουμε το στίγμα αντιμετωπίσεως του προβλήματος των μεταμοσχεύσεων" (Ε.κ.Μ., σ. 358). Ήδη ο Σεβ. κατέθεσε προηγουμένως μία περίπτωσιν "ενός συγχρόνου θεουμένου" αρνητικήν για το θέμα μας. Επίσης, θα δούμε κατωτέρω ότι και ο μακαριστός Γέρων Πορφύριος είχε την ιδίαν με τον πατέρα Παΐσιον αρνητικήν τοποθέτησιν.
3. Ο και κυριώτερος λόγος: Η παρερμηνεία -οπωσδήποτε, πιστεύομε, ασυνείδητη- που έγινε στην ακόλουθη φράσι του Γέροντος : "Αυτό που λέει η καρδιά μου είναι να πάρω το μαχαίρι, να την κόψω κομματάκια, να την μοιράσω στον κόσμο και υστέρα να πεθάνω " (**). Ενώ, δηλαδή, είναι ολοφάνερο ότι η φράσις ελέχθη μεταφορικά -μα πώς ήταν δυνατόν να έχη νόημα κυριολεκτικά (!)- παρερμηνευθείσα από μερικούς και συνδεθείσα με την προβληματική του «εγκεφαλικού θανάτου» και με την αυτοκτονίαν-αυτοθυσίαν, αποδίδει στον Γέροντα την ακριβώς αντίθετη τοποθέτησιν δια το εν λόγω θέμα από εκείνην που πρέσβευε, δίδασκε και εφήρμοζε. Καθόσον έχει τεραστίαν διαφοράν το: "Λέει η καρδιά μου να πάρω το μαχαίρι να την κόψω...", δηλαδή, έχω την διάθεσιν, επιθυμώ, είμαι πρόθυμος, λαχταρώ -αν θέλετε- να πεθάνω χάριν των αδελφών μου, από το: "Παίρνω το μαχαίρι και την κόβω ", δηλαδή, αυτοκτονώ-αυτοθυσιάζομαι (***).
Και το μεν πρώτον ο μακαριστός Γέρων το θεωρούσε ως ύψιστον βαθμόν αγάπης, το δε δεύτερον ως ανεπίτρεπτον παρέμβασιν αντιστρατευομένην το δημιουργικόν έργον του Θεού. Γι' αυτό, το δεύτερον ουδέ καν διενοήθη να πράξη. Αντίθετα όλη η ζωή του, από νεότητος έως της κοιμήσεώς του, εχαρακτηρίζετο από το πρώτον - ως στρατιώτης, αντικαθιστώντας άλλους σε επικίνδυνες πολεμικές επιχειρήσεις ή διακινδυνεύοντας για να τους σώση από τα χέρια του εχθρού με ανθρωπίνως ελάχιστες πιθανότητες σωτηρίας· ως μοναχός, στραγγίζοντας και την τελευταία σταγόνα της αντοχής του, αρχικά δια της αιματηρής υπακοής του και στην συνέχεια παρηγορώντας και βοηθώντας πονεμένους· ως προσευχόμενος και εισακουόμενος και λαμβάνων ο ίδιος την ανίατον ασθένειαν του καρκίνου από πάσχοντα αδελφόν και, το ύψιστον πάντων, ως ποθών και ευχόμενος κατά Παύλον να κολασθή ο ίδιος «υπέρ των αδελφών του» (Βλ. Ρωμ. θ', 3). Ύστερα από τα -μακροσκελή ίσως, αλλά αναγκαία κατά τη γνώμη μας- εισαγωγικά αυτά, παραθέτομε αυθεντικήν μαρτυρίαν περί της σχετικής τοποθετήσεως του Γέροντος: Ο σεβαστός αγιορείτης Ιερομόναχος και πνευματικός Γρηγόριος, εκ του στενοτάτου περιβάλλοντός του, ερώτησε τον πατέρα Παΐσιον για το θέμα των μεταμοσχεύσεων και τα συναφή με αυτό αναφυόμενα προβλήματα. Ο Γέροντας απαντώντας επέτρεψε μεν την μεταμόσχευσιν ενός εκ των διπλών οργάνων (****), αλλ' απέκλεισε κατηγορηματικώς την αφαίρεσιν και μεταμόσχευσιν οργάνων αναγκαίων δια την επιβίωσιν, σε οποιαδήποτε περίπτωσιν (*****), αφού δι' αυτής προξενείται η θανάτωσις του δότου. Χρησιμοποίησε μάλιστα δια κατοχύρωσιν της θέσεώς του τα ακόλουθα δύο επιχειρήματα: Πρώτον, ότι αποτελεί ανεπίτρεπτον παρέμβασιν αντιστρατευομένην το δημιουργικόν έργον του Θεού, από την μια θανατώνοντας τον δότη, και από την άλλην δημιουργώντας μας την έπαρσιν για την «ζωοποίησιν» του λήπτου. Και δεύτερον, ότι θα γίνει αιτία εφευρέσεως τρόπων να σκοτώνουν τους ασθενείς, για να τους πάρουν τα όργανά τους.
Θεωρούμε ότι ο μακαριστός Γέροντας με την ανωτέρω φωτισμένην και διορατικήν θέσιν του έδωσε σαφή απάντησιν προς όλους τους υποστηρικτάς των μεταμοσχεύσεων από «εγκεφαλικά νεκρούς». Καθ' όσον:
Ι. Θεωρεί και τον «εγκεφαλικά νεκρό» ως ζώντα (Εφ' όσον την κάθε περίπτωσιν αφαιρέσεως οργάνων αναγκαίων δι' επιβίωσιν την χαρακτηρίζει ως θανάτωσιν του δότου).
ΙΙ. Απαντά (δια του πρώτου επιχειρήματος) σε όσους -εξαναγκασμένοι από τις αντίθετες θεολογικές και ιατρικές θέσεις- «υπερέβησαν» δήθεν το πρόβλημα (αν, δηλαδή, ο «εγκεφαλικά νεκρός» είναι ζων ή νεκρός βιολογικά) -το οποίον και ονομάζουν δυτικό σχολαστικισμό (!)- και αντιπροβάλλουν την δήθεν «αγάπη» και «θυσία» του «εγκεφαλικά νεκρού» (οι οποίες όμως στην πραγματικότητα είναι και ασυνείδητες και ανύπαρκτες και μάλλον ταυτόσημες της ευθανασίας, και, κατά τον χαρακτηρισμόν του Γέροντος: "ανεπίτρεπτος παρέμβασις αντιστρατευομένη το δημιουργικόν έργον του Θεού").
ΙΙI. Προορά (δια του δευτέρου επιχειρήματος) ότι η πρακτική αυτή (των μεταμοσχεύσεων από «εγκεφαλικά νεκρούς») θα αποτελέσει κακήν αρχήν και αιτίαν εφευρέσεως και άλλων τρόπων να αφαιρούν την ζωήν των ανθρώπων, δια να λάβουν τα όργανά τους (π .χ. από ασθενείς που ευρίσκονται εις μόνιμον «φυτικήν» κατάστασιν, από ανεγκέφαλα νεογνά, δια της νομιμοποιήσεως της ευθανασίας κ.ά.) Επίσης, θα θέλαμε ν' αναφέρωμε ότι ο Γέροντας επιπλέον θεωρούσε την «δωρεά» οργάνων μετά θάνατον και ως στερουμένην ουσιαστικής ηθικής αξίας. Έτσι, όταν υψηλόβαθμος δημόσιος ανήρ δήλωσε ως δωρητής οργάνων, ο π. Παΐσιος σχολίασε απαξιωτικώς το γεγονός. Τέλος, θα πρέπει να προστεθή ότι, συμφώνως προς μαρτυρίαν του ανωτέρω ιερομονάχου, και ο μακαριστός Γέρων Πορφύριος είχε την ιδίαν τοποθέτησιν επί του θέματος των μεταμοσχεύσεων με την του πατρός Παϊσίου.
Σημειώσεις:
(*) Έχομε φυσικά υπ' όψιν μας τον τόμον «Εκκλησία και μεταμοσχεύσεις», που εξεπόνησε η ειδική συνοδική επιτροπή επί της Βιοηθικής, αλλά, πέραν των αντιφάσεων που υπάρχουν σ' αυτόν, παρατηρείται πολλάκις και μία σαφής επιφυλακτικότης, διαφοροποίησις και ενίοτε και αντίθεσις προς τας βασικάς θέσεις της επιτροπής, επί της ηθικής των μεταμοσχεύσεων, τις οποίες και εδέχθη σε πρώτη φάσι -όχι όμως και ως τελικήν επίσημον θέσιν και εκκλησιαστική «άποψιν» και τοποθέτησιν- η Ιερά Σύνοδος (βλ. σ. 20 του αναφερθέντος τόμου) (στο εξής Ε.κ.Μ.). Νομίζομε ότι εκ των συμπεριλαμβανομένων εις τον τόμον κειμένων ιδιαιτέραν βαρύτητα έχει η εισήγησις του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ναυπάκτου κ. κ. Ιεροθέου στην Ιερά Σύνοδον της Ιεραρχίας. Παρ' ότι αρχικώς ο Σεβασμιώτατος χαρακτήρισε το κείμενο της Επιτροπής ως «καταπληκτικό», στην συνέχεια φαίνεται τελείως το αντίθετο (Προσωπικώς εκτιμούμε ότι πρόκειται για μια τακτική του Σεβ., που εφήρμοσε και σε άλλες περιπτώσεις -λ.χ. στο ζήτημα της αναγνώσεως των Λειτουργικών ευχών εις επήκοον του λαού, στο ζήτημα της εκκλησιαστικής υποδοχής του πάπα στην χώρα μας κ.α.-, δια της οποίας με χαρακτηριστικήν ταπείνωσιν και ευγένειαν δηλώνει την αντίθεσίν του). Εκ της εισηγήσεώς του επισημαίνομε:
α') Προβληματίζεται ακόμη και γενικώτερα ως προς τις μεταμοσχεύσεις (όχι, δηλαδή, μόνον «των πτωματικών μοσχευμάτων») εξ αφορμής κυρίως των εξής:
(1) Μιας εμπειρίας ενός συγχρόνου θεουμένου ανθρώπου (Ε.κ.Μ., σ. 356). Εικάζομε από τα συμφραζόμενα ότι πρόκειται περί του μακαριστού γέροντος Σωφρονίου Σαχάρωφ. Υπάρχει άλλωστε περί αυτού και η πληροφορία ότι είχε απεριφράστως δηλώσει: "Ούτε δίδω όργανα, ούτε παίρνω".
(2) Θεωρώντας ότι και "πολλοί σύγχρονοι άγιοι που έχουν ζωντανή κοινωνία με τον Χριστό" θα αντιμετώπιζαν ομοίως το θέμα (ενθ. αν.).
β') Οξύτερος καθίσταται ο προβληματισμός του στις περιπτώσεις «εγκεφαλικά νεκρών» δοτών:
(1) Υπογραμμίζει την "διάσταση μεταξύ των ιατρών γύρω από το θέμα πότε επέρχεται ο θάνατος" (Ε.κ.Μ., σ. 341)
(2) Σαφώς δέχεται ότι: "Και όταν μερικά όργανα κινούνται με υποστηρικτικές ενέργειες και τότε εξακολουθεί να ενεργή η ψυχή μέσα στον άνθρωπο, εφ' όσον ενεργεί σε άλλο υγιές σωματικό όργανο. Πάντως, όσο ο νους του ανθρώπου βρίσκεται, έστω και υπολειτουργούντων των οργάνων του σώματος, μέσα στο σώμα, μπορεί να μην λειτουργή η διανοητική λειτουργία, η μνήμη ή ίσως και η αίσθηση, αλλά εφ' όσον λειτουργεί η καρδιά, λειτουργεί η νοερά ενέργεια του ανθρώπου. Αυτό σημαίνει ότι τότε ο άνθρωπος μπορεί να μην έχη συνείδηση του περιβάλλοντος κόσμου, μπορεί να μη σκέπτεται, μπορεί να μην αισθάνεται ή ακόμη μπορεί αμυδρώς να αντιλαμβάνεται, αλλ' όμως υπάρχει η ψυχή και είναι δυνατόν να έχη κοινωνία με τον Θεό. Και βέβαια, εάν έχη συνηθίσει στην ζωή του να προσεύχεται, τότε η νοερά του ενέργεια βρίσκεται σε μεγάλη ένταση, δηλαδή ο άνθρωπος έχει αδιάλειπτη προσευχή" (Ε.κ.Μ., σ. 359)
(3) Θέτει μερικά καίρια ερωτήματα: "Πώς επεμβαίνουμε βίαια σε έναν άνθρωπο, του οποίου δεν λειτουργούν μερικές εγκεφαλικές λειτουργίες, αλλά επειδή λειτουργεί η καρδιά και υπάρχει ακόμη η ψυχή, ο άνθρωπος αισθάνεται;" (Ε.κ.Μ., σ. 361) "Μήπως τον βίαιο χωρισμό της ψυχής από το σώμα τον κάνουμε ακόμη βιαιότερο και επομένως μεγαλώνουμε τον πόνο της ψυχής, όταν λαμβάνουμε τα όργανα του σώματος, ενώ ακόμη ζη ο άνθρωπος;" (ενθ. αν.) "...μήπως στεκόμαστε λίγο ανάλγητοι απέναντι του ψυχορραγούντος και μήπως δεν σεβόμαστε τις πλέον συγκλονιστικές προσωπικές πλευρές της ζωής του;" (ενθ. αν.) 'Μήπως η υιοθέτηση σκληρών επιλογών, έστω για την παράταση της ζωής ενός άλλου ανθρώπου, εκλαμβάνεται ως βίαιη ενέργεια και μία ιδιότυπη «δολοφονία»;" (ενθ. αν.)
(4) Είναι κατηγορηματικός στο ότι: "Η Εκκλησία πρέπει να σταθή αρνητικά απέναντι σε περιπτώσεις που προϋποτίθεται η δια της αφαιρέσεως των οργάνων, θανάτωση των δοτών" (Ε.κ.Μ., σ. 364)
Πέραν όμως του Σεβασμιωτάτου, δεν δίδεται ο λόγος σε πλήθος οξέως διαφωνούντων, τόσον εκ του θεολογικού όσον και εκ του ιατρικού κόσμου. Εξ όσων ενθυμούμεθα από την μικράν ενασχόλησίν μας με το θέμα, αναφέρομεν εκ μεν των πρώτων τους: π. Θεόκλητον Διονυσιάτην, π. Στυλιανόν Καρπαθίου (ο οποίος μαρτυρεί και για την αρνητικήν τοποθέτησιν έναντι του εγκεφαλικού θανάτου του Σεβ. Μητροπολίτου Αλεξανδρουπόλεως -τότε και νυν Θεσσαλονίκης- κ. κ. Ανθίμου), π. Λουκά Τσιούτσικα, π. Κωνσταντίνον Στρατηγόπουλον, καθηγητήν κ. Ιωάννην Κορναράκην κ.α. Εκ δε των δευτέρων τους καθηγητάς ιατρικής κ. Κωνσταντίνον Καρακατσάνην και κ. Εμμανουήλ Παναγόπουλον, υποστηριζομένους από αρκετούς "εγκρίτους συναδέλφους τους, πανεπιστημιακούς διδασκάλους" (κατά την ομολογίαν του Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου κ.κ. Χριστοδούλου).
(**) Γ. Παϊσίου Αγιορείτου, ΛΟΓΟΙ Α', Σουρωτή Θεσσαλονίκης, 1998, σ. 23
(***) Νομίζομε ότι ακριβώς αυτό το σημείον δεν έχει προσεχθεί από όσους επικαλούνται παραδείγματα αγίων και αγιογραφικά χωρία δια να κατοχυρώσουν με αυτά την θέσι τους. Έτσι, τόσον η σφοδρά επιθυμία του Αββά Αγάθωνος να δώση το υγιές σώμα του και να λάβη σώμα λεπρού, όσον και η διάθεσις των Γαλατών να προσφέρουν τους οφθαλμούς των, αν ήταν δυνατόν, στον Απόστολο Παύλο -πέραν του ότι δεν πρόκειται δια θυσίαν ζωής, αλλά θυσίαν υγείας και μελών- παραμένουν επιθυμία και διάθεσις. Ομοίως παρωράθη ότι και σε όλα τα προβαλλόμενα χωρία -και στο θεωρούμενον από των επικαλουμένων αυτό ως ισχυρότατον και ακαταμάχητον: "οφείλομεν υπέρ των αδελφών τας ψυχάς τιθέναι" (Α'. Ιωαν. γ', 16)- χρησιμοποιείται το ρήμα 'τίθημι' και όχι 'θύω'. Το οποίον μπορεί να ερμηνευθή ως: προσφέρω, διαθέτω, θέτω εις κίνδυνον χάριν του πλησίον την ζωή μου· την αναθέτω με θυσιαστική διάθεσιν στην βούλησιν και στα χέρια του Θεού (ο οποίος εν τη Πανσοφία Του μπορεί να δεχθή ή όχι την προσφορά μου, ή και εν τη Παντοδυναμία Του να θαυματουργήση σώζοντας αμφοτέρους), όχι όμως και ως: θυσιάζω τελεσιδίκως, σφετεριζόμενος την θείαν εξουσίαν και βάζοντας ο ίδιος τέρμα στην ζωήν μου. (Και αν σοφιστικά παρατηρηθή ότι και ο δότης δεν βάζει ο ίδιος τέλος στην ζωήν του, αλλά την θέτει στην διάθεσιν του ιατρού, θα απαντήσωμε ότι με το σόφισμα αυτό απλώς μετατίθενται οι ευθύνες, αλλά και συγχρόνως, όχι απλώς αμνηστεύεται ο ιατρός, αλλά και εξαναγκάζεται να γίνη θύτης.) Συμφώνως προς τα ανωτέρω και ο Μακαριώτατος Αρχιεπίσκοπος Αθηνών κ.κ. Χριστόδουλος ορθότατα προ ετών (1991, ως Μητροπολίτης Δημητριάδος), σε ομιλίαν του καταχωρισμένην εις τον προαναφερθέντα τόμον (Ε.κ.Μ., σ. 233-250), εδέχετο ότι: "...β) Επιτρέπεται η αφαίρεση μόνον διδύμων οργάνων, ώστε να μη τεθή σε κίνδυνο η ζωή του δότη και εφ' όσον το απομένον όργανον είναι υγιές" (ενθ. αν., σ. 246), ουδέ καν υποψιαζόμενος (βλ. ιδίως το τελευταίο τμήμα της ομιλίας) τα σήμερον υποστηριζόμενα περί επιτρεπομένης και εξυμνουμένης δήθεν αυτοθυσίας-αυτοκτονίας (!).
(****) Υπάρχουν και άλλες 2-3 μαρτυρίες, κατά τις οποίες ο Γέροντας δεν εναντιώθη στην λήψιν ενός εκ των διπλών οργάνων (συγκεκριμένα: νεφρού και οφθαλμού) εκουσίως προσφερομένου από υγιή δότη.
(*****) Εννοείται, φυσικά, και στην περίπτωση των «εγκεφαλικά νεκρών». Ή μάλλον ακριβέστερον, η σχετική απαγόρευσις του Γέροντος (δια λήψιν οργάνων αναγκαίων προς επιβίωσιν) αφορούσε αποκλειστικά περιπτώσεις μεταμοσχεύσεων από «εγκεφαλικά νεκρούς» δότας· καθόσον η σήμερον υπό τίνων υποστηριζομένη δυνατότης προσφοράς τοιούτων οργάνων (αναγκαίων δι' επιβίωσιν) από υγιείς δότας (τουτέστιν η αυτοθυσία-αυτοκτονία των δοτών αυτών) ήτο προ15ετίας (ότε περίπου εγένετο η συζήτησις) αδιανόητος και υπ' ουδενός υποστηριζομένη, και συνεπώς η απαγόρευσίς της αυτονόητος. Ούτε, δηλαδή, τότε ήτο δυνατόν ο ερωτών ιερομόναχος να ερωτήση δι' από υγιείς δότας, λήψιν οργάνων αναγκαίων δι' επιβίωσιν, ούτε και ο Γέροντας να απαγορεύση κάτι που αυτονοήτως ήτο απηγορευμένον. Άρα η απαγόρευσις στο σημείον αυτό αφορούσε αποκλειστικά περιπτώσεις «εγκεφαλικά νεκρών» δοτών.
(Από το βιβλίο "Μαρτυρίες Προσκυνητών. Γέροντας Παϊσιος ο Αγιορείτης. 1924-1994", Εκδόσεις "ΑΓΙΟΤΟΚΟΣ ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΑ", Επιμέλεια: Νικόλαος Δ. Ζουρνατζόγλου, Επισμηναγός Ε.Α., Κεφ. Δ': Μαρτυρίες Αγιορείτου Μοναχού Η., σελ. 121-126)
Υπουλος τρόπος του σφραγίσματος

Θα δίνη κανείς την κάρτα στο κατάστημα και θα ψωνίζη, και ο καταστηματάρχης θα παίρνη τα χρήματα από την Τράπεζα. Όποιος δεν θα έχη κάρτα, δεν θα μπορή ούτε να πουλάη ούτε να αγοράζει .
Από το άλλο μέρος θα αρχίσουν να διαφημίζουν « το τέλειο σύστημα » , το σφράγισμα με ακτίνες λέιζερ στο χέρι ή στο μέτωπο , που δεν θα διακρίνεται εξωτερικά. Συγχρόνως στην τηλεόραση θα δείχνουν ότι ο τάδε πήρε την κάρτα του τάδε και του πήρε τα χρήματα από την Τράπεζα και θα λένε συνέχεια: « Πιο σίγουρο είναι το σφράγισμα με ακτίνες λέιζερ στο χέρι ή στο μέτωπο , γιατί μόνον ο κάτοχος ξέρει το νούμερό του. Το σφράγισμα είναι το τελειότερο σύστημα.
Ούτε το κεφάλι μπορεί να πάρη ο άλλος ούτε το χέρι ούτε το σφράγισμα το βλέπει ». Γι'; αυτό αφήνουν τώρα τους ληστές , τους κακοποιούς , να οργώνουν. Δεκαπέντε Κελλιά λήστεψαν εκεί γύρω στις Καρυές.
Έναν τον σκότωσαν, για να τον ληστέψουν. ΄Ετσι θα βρη τότε ευκαιρία ο καθένας να καταπατήση και να πάρη ό,τι θέλει. Ας πούμε, αν θέλη να καταπατήση ένα χωράφι, θα πη ότι ήταν δήθεν του παππού του ή ότι το είχε νοικιάσει κάποτε για βοσκοτόπι , οπότε άντε να βρης άκρη. Θα πουν μετά οι αρμόδιοι: « Δυστυχώς δεν μπορούμε να τους ελέγξουμε .
Ο έλεγχος μόνο με το κομπιούτερ μπορεί να γίνη » , και θα προχωρήσουν στο σφράγισμα. Θα χτυπάη μετά το κομπιούτερ , θα βλέπη αν είσαι σφραγισμένος, για να σε εξυπηρετήσει ή όχι.
Τα τριάμισι χρόνια θα είναι δύσκολα και θα την πληρώσουν μερικοί που δεν θα συμφωνήσουν με αυτό το σύστημα. Γι'; αυτούς όλο και κάποια αιτία θα βρίσκουν και θα τους κλείνουν στη φυλακή. Μετά έναν χρόνο θα τους πηγαίνουν σε άλλη πόλη για ανακρίσεις, για να περάσουν από άλλο δικαστήριο. Από την μια πόλη στην άλλη. Ύστερα θα πουν: « Μας συγχωρής, είσαι αθώος. Αν ήσουν σφραγισμένος , θα το ελέγχαμε σε ένα λεπτό. Τώρα δεν μπορούμε να κάνουμε τον έλεγχο » .
-Γέροντα, θα μπορούν να επιβάλουν με την βία το σφράγισμα;
-Μέχρι εκεί η ...; ευγένειά τους δεν θα φτάση! Θα είναι ευγενείς, γιατί θα είναι ...; Ευρωπαίοι. Θα δείξουν ανωτερότητα. Δεν θα βασανίζουν τους ανθρώπους , αλλά δεν θα μπορή να ζήση ο άνθρωπος , αν δεν έχει το σφράγισμα. Θα λένε: « Χωρίς το σφράγισμα ταλαιπωρείσθε! Αν το δεχόσασταν , δεν θα δυσκολευόσασταν » .
Ούτε χρυσά νομίσματα ούτε δολλάρια, αν έχη , θα μπορή να τα χρησιμοποιή. Γι'; αυτό ,αν φροντίση κανείς να ζη από τώρα απλά, λιτά, θα μπορή να ζήση εκείνα τα χρόνια. Ν α έχη κανένα χωραφάκι, για να μπορή να καλλιεργήση λίγο σιτάρι, πατάτες.
Να βάλη λίγα ελαιόδεντρα, και τότε με κανένα ζώο, καμμιά κατσίκα, λίγες κότες θα μπορή να αντιμετωπίση τις ανάγκες της οικογενείας του. Γιατί και προμήθειες να κάνης, δεν ωφελεί πολύ, αφού και τα τρόφιμα δεν κρατούν. Χαλούν γρήγορα. Φυσικά, το στρίμωγμα θα διαρκέση λίγο, τρία-τριάμισι χρόνια. Θα συντομευθούν οι ημέρες για τους εκλεκτούς. Δεν θα καταλάβουν πότε θα περάσουν.
Ο Θεός δεν θα αφήση αβοήθητο τον άνθρωπο.
-Γέροντα, σ'; αυτά τα δύσκολα χρόνια θα επέμβη ο Χριστός;
-Ναι. Εδώ, βλέπεις, σε έναν αδικημένο που έχει καλή διάθεση , επειδή δικαιούται την θεία βοήθεια, παρουσιάζονται πολλές φορές οι Άγιοι , η Παναγία, ο Χριστός, για να τον σώσουν, πόσο μάλλον τώρα που θα βρίσκεται σε τόσο δύσκολη κατάσταση ο καημένος ο κόσμος. Τώρα μια μπόρα θα είναι, μια μικρή κατοχή του αντιχρίστου σατανά.
Θα φάη μετά μια σφαλιάρα από τον Χριστό , θα συγκλονισθούν όλα τα έθνη και θα έρθη η γαλήνη στον κόσμο για πολλά χρόνια. Αυτήν την φορά θα δώση ο Χριστός μια ευκαιρία για να σωθή το πλάσμα Του. Θ αφήση το πλάσμα Του ο Χριστός; Θα παρουσιασθή στο αδιέξοδο των ανθρώπων , για να τους σώση από τα χέρια του Αντιχρίστου.
Θα επιστρέψουν στον Χριστό και θα έρθη μια πνευματική γαλήνη σε όλην την οικουμένη για πολλά χρόνια. Μερικοί συνδυάζουν με αυτήν την επέμβαση του Χριστού την Δευτέρα Παρουσία. Εγώ δεν μπορώ να το πω. Ο λογισμός μου λέει ότι δεν θα είναι η Δευτέρα Παρουσία του Χριστού, όταν έρθει ως Κριτής, αλλά μια επέμβαση του Χριστού, γιατί είναι τόσα γεγονότα που δεν έχουν γίνει ακόμη.
Θα επέμβει ο Χριστός , θα δώση μια σφαλιάρα σε όλο αυτό το σύστημα , θα πατάξη όλο το κακό και θα το βγάλη σε καλό τελικά. Θα γεμίσουν οι δρόμοι προσκυνητάρια. Έξω τα λεωφορεία θα έχουν εικόνες. Θα πιστέψουν όλοι οι άνθρωποι. Θα σε τραβάν, για να τους πης για το Χριστό!
Έτσι θα κυρηχθή το Ευαγγέλιο σε ολόκληρη την οικουμένη και τότε ο Χριστός θα έρθη ως Κριτής να κρίνη τον κόσμο. Άλλο Κρίση, άλλο μία επέμβαση του Χριστού , για να βοηθήση το πλάσμα Του.
Γεροντας Παϊσιος
Ο ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΠΟΡΦΥΡΙΟΣ ΠΕΡΙ ΖΗΛΙΑΣ... ΚΙ ΑΓΑΠΗΣ!

Ευτυχισμένος ο μοναχός που έμαθε να αγαπάει όλους μυστικά. Δεν ζητά από τους άλλους αγάπη, ούτε τον νοιάζει να τον αγαπούν.Εσύ αγάπα όλους, και προσεύχου μυστικά μέσα σου. Ξέχυνε την αγάπη σου προς όλους.
Και θα έλθει ώρα που θα αγαπάς αβίαστα. Και θα νιώθεις, ότι όλοι σ’ αγαπούν. Ένα κοσμικό τραγούδι λέει:«Μη μου ζητάς να σ’ αγαπώ.Η αγάπη δεν ζητιέται.
Μέσα στα φύλλα της καρδιάς μονάχη της γεννιέται». Πάρ’ το πνευματικά.
Εσύ σκόρπα φυσικά, από την καρδιά σου, την αγάπη του Χριστού.Μερικοί μοναχοί, ιδίως γυναίκες, λένε:- Μ’ αγαπάς;- Γιατί δεν μ’ αγαπάς;Πω πω! Πόσο μακριά είναι από την αγάπη του Χριστού!Φτώχεια, πνευματική φτώχεια.Μη σε νοιάζει αν σ’ αγαπούν. Εσύ μόνο ξεχείλιζε από αγάπη Χριστού προς όλους. Και τότε μυστικά έρχεται μια μεταβολή, μια αλλαγή σ’ όλο το σύνολο. Αυτό που σου λέω είναι η καλύτερη ιεραποστολή. Εφάρμοσέ το και τηλεφώνησέ μου τα αποτελέσματα». [Α 80-2]
«ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΟΡΦΥΡΙΟΥΙΕΡΟΜΟΝΑΧΟΥΑνθολόγιο Συμβουλών»ΕΚΔΟΣΕΙΣΗ ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΙΣ ΤΟΥ ΣΩΤΗΡΟΣΜΗΛΕΣΙ ΑΤΤΙΚΗΣ
http://www.agioritikovima.gr/didaches/gerontos-porfur/18793-o-gerontas-porf
Thursday, March 28, 2013
Aνάκληση εις Mετάνοια ( Γ.Ιωσήφ του Ησυχαστή)

Μεταπτωτικά ο άνθρωπος ευρίσκεται υπό την επιρροή όχι μόνο του νόμου της αμαρτίας του «εν τοις μέλεσι διεσπαρμένου», αλλά ακόμα και υπό την επίδρασι των αλλοιώσεων και των ποικίλων τροπών, πού υπάρχουν και αυτές σαν κακοί γείτονες. Όλοι αυτοί οι παράγοντες είναι εκείνοι πού συνεχώς μας ωθούν, μας αποπλανούν, μας παρασύρουν στο να μην ημπορούμε να φυλάξωμε αυτό πού θέλομε.
Και εξ αίτιας αυτών λοιπόν, ευρισκόμεθα εις συνεχή μετάνοια.
Όπως ερμηνεύουν οι Πατέρες, έστω και ων είναι μια μόνο ημερα η ζωή του ανθρώπου, δεν τίθεται θέμα αναμαρτησίας. Αυτό το νόημα της μετανοίας, είναι εκείνο πού βασικά μας απασχολεί. Κατά τους Πατέρες, ο Θεός δεν λυπάται τόσο αν ο άνθρωπος, τρόπον τινά, δεν τα κατάφερε και αμάρτησε. Δεν τον κρίνει γι' αυτό. Εκείνο πού λυπεί την Χάρι, είναι όταν ο άνθρωπος δεν θέλει να μετανοήση. Αυτό είναι ένα είδος απογνώσεως, ένα είδος βλασφημίας προς αυτό το Πανάγιο Πνεύμα.
Γι' αυτό πρέπει να εντείνωμε την προσπάθεια μας.
Καί έφ' όσον θέμα αναμαρτησίας δεν τίθεται, να τίθεται θέμα συνεχούς μετανοίας. Να πείθωμε την ενδημούσα σε μας θεία Χάρι, ότι τα σφάλματα τα όποια συμβαίνουν δεν είναι εκούσια. Ποτέ μας δεν θέλομε να αρνηθούμε και να προδώσωμε την αγάπη του Θεού, αλλά μέσα στην αδυναμία, απειρία και αγνωσία, περικλείονται όλα μας τα λάθη. Και συνεχώς πίπτοντες, φωνάζαμε το «ιλάσθητί μοι τω αμαρτωλώ», να επικαλούμεθα νέα μορφή συνεργείας της Χάριτος, ούτως ώστε να ολοκλήρωση την γνώσι μας και τις δυνάμεις μας, για να ιδούμε καλά και να ενεργήσωμε σωστά και έτσι να ημπορέσωμε εις αυτές τις δύσκολες ήμερες να ορθοποδήσωμε. Γιατί κατά τον Παύλο «εγγύτερον ημών η σωτηρία» τώρα, «ή ότε επιστεύσαμεν».
Βλέποντες όλοι μας και έχοντες πείρα των γεγονότων, αντιλαμβανόμεθα «εγγίζουσαν την ημέραν». Παρατηρούμε να δυναμώνη περισσότερο του εχθρού μας η δύναμι, αλλά και η ιδική μας έκτασι να περιορίζεται, λόγω του ότι οι άνθρωποι περισσότερο αποφεύγουν, περισσότερο απομακρύνονται και έτσι το κοινωνικό σύνολο γίνεται και αυτό εμπόδιο· διότι οι άνθρωποι οι πνευματικοί εμειώθησαν, έμεινε το «λείμμα», ελάχιστοι.
Πόσο πρέπει να είμεθα προσεκτικοί και ενωμένοι για να τα βγάλωμε πέρα! Το θέμα της επιτυχίας μας δεν είναι θέμα τεχνικό, ώστε να αποδώσωμε το βάρος στην συμμαχία των συνανθρώπων μας. Χρήσιμο είναι εάν είμεθα σύμφωνοι και ομοϊδεάται. Το κέντρο όμως της επιτυχίας, είναι η συμμαχία της Χάριτος. «Χωρίς εμού ου δύνασθε ποιείν ουδέν».
Όλη μας η προσοχή είναι στο πώς να κρατήσωμε μαζί μας την ενέργεια της Χάριτος Του, το «μεθ' υμών ειμί πάσας τάς ημέρας, έως της συντέλειας του αιώνος» (Ματθ. 28, 20). Αυτό το «μεθ' υμών ειμί» πρέπει να το προσέξωμε πάρα πολύ, εάν πράγματι είναι «μεθ' ημών». Διότι «δυνάμει» ο Θεός Λόγος είναι «μεθ' ημών». «Δυνάμει» δεν απουσιάζει από πουθενά. Αλλοίμονο αν συμβή τούτο! Εάν απουσιάση κλάσμα δευτερολέπτου από την κτίσι, αυτή θα εξαφανισθή. Αυτός είναι το Πάν του παντός. «Δυνάμει» είναι μαζί μας. Είναι όμως «ενεργεία» μαζί μας;
Λέγει ένα σοφό λόγο ο Ωριγένης: «Τι μοί όφελος, ει ο Λόγος σεσάρκωται καί εγώ Αυτόν ου κατέχω;» Και λέω και εγώ τώρα. Τι θα μας ωφελήση εάν «δυνάμει» είναι μαζί μας ο Θεός Λόγος, αφού «ενεργεία» δεν τον αισθανόμεθα; Και φυσικά δεν πταίει Αυτός. Πταίομε εμείς, μη κάνοντας καλό χειρισμό. Γι' αυτό η προσοχή μας να είναι εις αυτό τον τομέα. Στο πώς ανά πάσαν ώρα να μην χάνωμε τις ευκαιρίες και τα μέσα. πού θέτουν εις ενέργεια την παρουσία της θείας Χάριτος. Μαζί με αυτή, πού «τα ασθενή θεραπεύει και τα ελλείποντα αναπληροί» να αξιωθούμε να ολοκληρώσουμε τον σκοπό μας προς επιτυχία, διότι «αι ήμεροι πονηροί είσιν». «Εν σοφία προς τους έξω περιπατείτε».
Κοιτάξετε από που συνιστάμεθα. Από τα έξω, από τα πέριξ, από τα έσω. Πώς επιβουλεύει τον άνθρωπο η αμαρτία; Κεντά από τα έξω, κατ' ευθείαν. Ρίπτει στην οθόνη της διανοίας την εικόνα, οποιανδήποτε εικόνα εφάμαρτη και προκαλεί τον νου. Τον προκαλεί να περιεργαστή την εικόνα. Ο νους πρέπει να προσέξη. Τι είναι αυτή η εικόνα; Χρειάζεται ή όχι; Αν ο νους είναι υγιής, την απορρίπτει αμέσως. «Υπάγε οπίσω μου, σατανά, Κύριον τον Θεόν μου προσκυνήσω και Αυτώ Μόνω λατρεύσω».
Παρά ταύτα η αμαρτία δεν υποχωρεί και δεν φεύγει μολονότι ηττήθη με τον τρόπο πού εκτύπησε. Αφήνει την κατ' ευθεία κίνησι και παίρνει την πλαγία και κτυπά εν ονόματι της προφάσεως, εν ονόματι των φυσικών νόμων, εν ονόματι της χρείας. Και όμως είναι δόλος.
Παραμερίζει την κατ' ευθεία κρούσι και παίρνει την δολία. Εάν και εις αυτή ο νους προσέξη, το εξετάση καλά - διότι η απόφασι του είναι ο αληθής νόμος της χρείας και όχι της επιθυμίας - τότε αφήνει αυτό τον τρόπο και παίρνει την βία. Ορμά εν ονόματι του πάθους, με σατανική ενέργεια και πιάνει τον άνθρωπο από τον λαιμό, να τον στραγγαλίση. Εκβιάζει πλέον, όπως έκανε ο Ναβουχοδονόσορ- «ή θα προσκυνήσετε την εικόνα μου, διότι το θέλω εγώ, ή θα σας ρίξω στην κάμινο». Και εις αυτές τις φράσεις ευρίσκεται ολόκληρος ο δαίδαλος του σατανικού πάθους, και με αυτό τον τρόπο κτυπά τον άνθρωπο. Γι' αυτό πρέπει ο άνθρωπος να είναι συνεχώς ξύπνιος, να μην παρασυρθή, διότι η αμαρτία δεν υποκύπτει, δεν υποχωρεί, θα μεταχειρισθή όλους τους δόλους και τους τρόπους για να απατήση τον άνθρωπο. Εδώ ακριβώς πρέπει να προσέξωμε, διότι μετά την αμαρτία ακολουθεί απογοήτευσι, όπως μετά το τραύμα ακολουθεί πόνος· δεν είναι φυσικό φαινόμενο, αλλά σύμπτωμα. Έτσι και αυτά πού ακολουθούν την ψυχή, απόγνωσι και αποθάρρυνσι, δεν είναι φυσικά φαινόμενα, αλλά διαβολικότατα, παρόλο πού παρουσιάζονται με μορφή φυσική! Εδώ λοιπόν χρειάζεται πολλή προσοχή, για να μην χάση ο άνθρωπος το θάρρος του, όταν κάνη λάθος, εφ' όσον αλάνθαστη ζωή, ως γνωστό, δεν υπάρχει.
Ακούμε πολλές φορές ανθρώπους να λέγουν: «Μα είμαι αμαρτωλός και ο Θεός δεν μου ακούει», «μα είμαι αμαρτωλός και δεν έχω θάρρος και δεν τα καταφέρνω· είμαι ανάξιος». Όλα αυτά είναι προφάσεις από τα δεξιά, ενώ δεν συμβαίνει κάτι τέτοιο. Ο Θεός ήρθε για τους αμαρτωλούς. Δεν τίθεται θέμα αναξιότητος. Όσο πιο ανάξιος είναι ο άνθρωπος, τόσο πιο πολύ ανάγκη έχει να καταφεύγη στον Θεό. Και αυτούς πιο πολύ ο Θεός «προσίεται», γιατί όπως είπε, ήρθε για τους ασθενείς όχι για τους υγιείς.
Επομένως αυτό στην πρακτική μορφή είναι πολύ χρήσιμο, να μένη ο άνθρωπος μετά το λάθος και να μην χάνη το θάρρος του. Και αυτό θέλει ανδρεία και προαίρεσι να το κατορθώση και όμως είναι τόσο απαραίτητο. Όταν όλα αυτά τα προσέχει ο άνθρωπος, τότε ευρίσκεται ο νους του σε μια κατάστασι μαχητικότητος, σε μια κατάστασι εγρηγόρσεως, ούτως ώστε πάντοτε προσέχει και ποτέ δεν απατάται.
Και προσέχοντας έτσι, κατ' ανάγκην ευρίσκεται σε συνεχή μετάνοια, και συνεχής μετάνοια είναι, ανά πάσαν ώρα να ομολογή στον Θεό:
«Ήμαρτον, Κύριε, δεν τα κατάφερα. Βοήθησέ με. Παράμεινε μαζί μου. Συ είπες: χωρίς εμού ου δύνασθε ποιείν ουδέν». Ακριβώς αυτό το έχω καταλάβει. Το έκαμα συνείδησι. Γι' αυτό επιμένω. Κρούω, ζητώ, αιτώ, δεν θα παύσω να ενοχλώ. Δεν μπορώ χωρίς Εσένα. Δεν πρόκειται να φύγω. Εάν δεν βαρύνονται τα ώτα Σου να με ακούουν, δεν θα βαρεθή και το στόμα μου να φωνάζη. Επιμένω, ειναι αλάνθαστος η κρίσι Σου στο να με ανακαλέσης σε μετάνοια. Τούτο το έκανες Συ, θεία Παναγαθότης, δεν το έκανα εγώ. Ούτε ήξερα τον Θεό, ούτε ήταν δυνατό να τον ανακαλύψω. Συ, Κύριε, Πανάγαθε, ήρθες και με ευρήκες και με εφώναξες να σε ακολουθήσω. Αυτό το επήρα, το θέλω, το επιθυμώ. Δεν τα καταφέρνω όμως. Γι' αυτό επιμένω, θέλω να με βοηθήσης. Πρέπει αυτό που εχάρησες να μην το απολέσω».
Βλέπετε! Σας έκαμα μια εικόνα, πώς είναι ο τρόπος της πραγματικής μετανοίας. Αυτές οι διαθέσεις πρέπει να ευρίσκονται στην ψυχή του ανθρώπου του ευρισκομένου υπό μετάνοια. Εάν αυτό το συνεχίζει ο άνθρωπος πραγματικά, γεννάται μέσα του ένα άλλο είδος θάρρους, το όποιο δεν εγνώριζε πριν. Είναι μια μορφή παρρησίας. Αυτή την παρρησία πού έχουν τα παιδιά προς τον πατέρα τους, την οποία δεν ημπορούν να αποκτήσουν οι υπηρέται και οι υπάλληλοι. Και τούτο γίνεται από το θάρρος αυτό, μέσω του οποίου πολεμά την αμαρτωλότητα και κρατά τον όρο της μετανοίας.
Αυτό στην πρακτική είναι πάρα πολύ απαραίτητο, για όλους μας ανεξαιρέτως, περισσότερο όμως στους αδελφούς μας πού ζουν στην κοινωνία, πού ευρίσκονται πιο εκτεθειμένοι μέσα στα αίτια.
Μετά την πτώσι ο άνθρωπος έχασε την προσωπικότητά του και έγινε επιρρεπής προς τα αίτια πλέον και μάλλον εξαρτάται από αυτά. Εάν, όταν ήταν ολοκληρωμένη προσωπικότης, κατόρθωσαν και τον επλάνησαν, σκεφθήτε τώρα πού δεν έχει προσωπικότητα και ευρίσκεται υπό την επίδρασί των, πόσο ισχυρά είναι αυτά· και επειδή ο άνθρωπος δεν έχει δύναμι, διότι είναι τραυματισμένος από την αμαρτία και με τάς αισθήσεις του καθόλου υγιείς, τότε γίνεται λεία δυστυχώς και θύμα αυτών των παραγόντων. Επομένως έχει ανάγκη να ευρίσκεται υπό συνεχή μετάνοια, η οποία είναι το ταπεινό φρόνημα, διότι η πραγματική μετάνοια είναι η πρακτική ταπεινοφροσύνη.
Η πρακτική ταπεινοφροσύνη και ταπείνωσι, είναι η μόνη θέσι των λογικών όντων, η οποία προκαλεί το θείο έλεος. «Ταπεινοίς δίδωσι χάριν καί υπερηφάνοις αντιτάσεται» ο Θεός.
Εφ' όσον έτσι είναι τα πράγματα, είμεθα υποχρεωμένοι αυτό τον τρόπο να εκμεταλλευθούμε. Το νόημα είναι πλέον σαφές. Χωρίς την συνεργασία της Χάριτος, είναι αδύνατο να τα βγάλωμε πέρα. Πρέπει λοιπόν, να επινοήσωμε τρόπους, να προκαλέσωμε περισσότερο την συμπαράστασι της Χάριτος, ώστε μαζί με αυτή να ημπορέσωμε να επιτύχωμε. Τι λέγει ο Παύλος; «Πάντα Ισχύω εν τω ενδυναμούντι με Χριστώ». Και ο Ιησούς μας λέει: «Χωρίς εμού ου δύνασθε ποιείν ουδέν». Ο Παύλος έχοντας πείρα της παρουσίας της θείας Χάριτος, ομολογεί και λέει: «Πάντα ισχύω εν τω ενδυναμούντι με Χριστώ». Εάν λοιπόν, «πάντα ισχύωμεν» εν
τη ενδυναμούση Χάριτι, αρά όλη μας η προσπάθεια είναι πώς να την τραβήξωμε μαζί μας.
Όλες οι αρετές είναι αφετηρία στο να προκαλέσουν και να συγκρατήσουν την Χάρι.
Η κεντρικωτέρα από όλες, κατά τους Πατέρες μας, είναι η ταπεινοφροσύνη. Αυτήν πάρα πολύ αγαπά η Χάρις, και δεν είναι παράδοξο. Εφ' όσο μας απεκάλυψε ο Ιησούς μας, ότι Αυτός ο ίδιος είναι «πράος και ταπεινός τη καρδία» άρα το θέμα της ταπεινοφροσύνης δεν είναι μια απλή προτίμησι της θείας φύσεως, της θείας απαιτήσεως προς τα λογικά όντα, αλλά είναι κάτι το οποίο προσίεται η θεία φύσι, για λόγους πού ξέρει ο Πανάγαθος Θεός· και εφ' όσον είναι στην ιδιότητα Του, στην οντότητά Του ταπεινός, άρα γεννάται διπλή η υποχρέωσι να είμεθα και εμείς πλέον ταπεινοί.
Εφ' όσον η ταπεινοφροσύνη τόσο πολύ βοηθά, ο πρακτικός τρόπος με τον οποίο συντελείται, είναι η ειλικρινής μετάνοια. Ο ειλικρινώς μετανοών, συνεχώς ευρίσκεται προσπίπτων στον Θεό. Επιρρίπτει τον εαυτό του στον Θεό, και συνεχώς φωνάζει· «ιλάσθητί μοι, τω αμαρτωλώ», «ελέησόν με, Πανάγαθε, κατά το μέγα Σου έλεος», «συγχώρα με, Κύριε, δεν τα καταφέρνω». «Έλα, Κύριε, παρέμεινε μαζί μου». Και εφ' όσον όπως λέει ο Δαυίδ, «εταπεινώθην και έσωσέ με ο Κύριος», ιδού ένας απλός τρόπος να έχουμε μαζί μας την συμμαχία της Χάριτος και να επιτύχωμε αρτιώτερα και τελειότερα την σωτηρία μας.
Γι' αυτό κανείς από μας τους πιστούς να μην φεύγη από τα περιθώρια της ταπεινοφροσύνης.
Η σωτηρία μας είναι και λέγεται «δωρεάν σωτηρία». Γιατί είναι γεγονός ότι όλες οι αρετές είναι χρήσιμες, αλλά πάρα πολλές από αυτές έχουν μια αγωνιστικότητα, την οποία δεν διαθέταμε όλοι μας. Διότι η πρακτική αγωνιστικότητα χρειάζεται αυθορμητισμό, πολλή αποφασιστικότητα, πολλή φιλοπονία, συνεχή επαγρύπνησι, πράγματα τα όποια δεν έχομε πάντοτε.
Το να κρατήσωμε την ταπεινοφροσύνη - και αυτό είναι κουραστικό - δεν είναι όμως υπέρ την φύσι μας, πράγμα δηλαδή ακατόρθωτο. Διότι το να σκέπτεται κανείς ταπεινά, είναι το πιο απλό πράγμα. Αλλά μήπως δεν είμεθα και ταπεινοί; Δηλαδή, είμεθα κατά κυριολεξία ταπεινοί, εφ' όσον η αμαρτία μας συνέτριψε. Αν φρονούμε ταπεινά, είμεθα αληθεύοντες, διότι ανακαλύψαμε την πραγματική μας προσωπικότητα, πού την συνέτριψε η αμαρτία. Διότι ούτε το «κατ' εικόνα και ομοίωσι» το όποιο μας εχάρισε ο Θεός στην δημιουργία αξιοποιήσαμε, ούτε το θέμα της Χάριτος και της υιοθεσίας, το οποίο μας έδωσε ο Θεός με την παρουσία του, έχομε. Το να σκέπτεται λοιπόν κανείς ταπεινά τι είναι; Η ανακάλυψι της αλήθειας, της πραγματικότητος.
Αυτές οι θεωρίες είναι φυσικές και πάρα πολύ βοηθούν. Είναι εύκολο ο καθένας με αυτές να ασχολήται, έως ότου εύρη πράγματι, συν τη Χάριτι, την πνευματική ταπείνωσι, οπότε ολοκληρώνεται εκεί η προσωπικότητα του. Η ειλικρινής μετάνοια απεκάλυψε την ταπεινοφροσύνη, η δε ειλικρινής ταπεινοφροσύνη έδωσε την ολοκληρωμένη μετάνοια. Το ένα γεννά το άλλο.
Όπως είπαμε και πριν, εφ' όσον αναμαρτησία δεν υπάρχει, τίθεται μόνο θέμα ειλικρινούς μετανοίας.
Συνεργούσης της Χάριτος, αρχίζει στον άνθρωπο (εκεί οπού η αμαρτία είχε άλλοτε επίδρασι δυναστική και τον εξεβίαζε είτε κατά διάνοια, είτε από μέρους των αισθήσεων, σαν αιχμάλωτο) μετά από ειλικρινή μετάνοια, να εξασθενή μέσα του η δύναμί της και εκεί πού άλλοτε τον εστραγγάλιζε και τον απασχολούσε, σιγά-σιγά παραμένει μόνο μια ψιλή μνήμη. Και αν αγωνισθή ο άνθρωπος , αυτή η ψιλή μνήμη χάνεται και του έρχεται αηδία προς την αμαρτωλότητα, διότι στην πραγματικότητα η αμαρτωλότης είναι παραφροσύνη, γιατί η αμαρτία δεν είναι τίποτε άλλο παρά ένα ά-λογο πράγμα, παράλογο, «παρά φύσι». Ούτε φυσικό, ούτε χρειώδες είναι. Είναι παράνοια, ένας παραλογισμός, μια παρερμηνεία. Δεν έχει φύσι, ούτε θέσι. Δημιουργείται ελλείψει του καλού. Όταν κανείς εξυγιανθή, βλέπει αυτό το τέρας και το απεχθάνεται. Τον καιρό όμως της αμετανοησίας του, του επιβάλλεται και τον στραγγαλίζει.
Έχομε την ανάγκη της συμπαραστάσεως της Χάριτος, για να ημπορέσωμε σιγά-σιγά με την βοήθεια της να αποφύγωμε την αμαρτωλή διάθεσι. Να αποφύγωμε πρώτα την «κατ' ενέργεια αμαρτία», μετά την «κατ' ενέργεια επιθυμία και σκέψι», ούτως ώστε να εξαλειφθή τελείως από την διάνοια μας. Τότε καθαρίζει ο νους και γίνεται πλέον ελεύθερος στο να σκέπτεται και να λογίζεται πάντα αυτά τα όποια θέλει ο Θεός.
Συνεχίζοντας - συν τη Χάριτι - γίνεται και «τη καρδία καθαρός», οπότε ολοκληρώνεται πλέον μέσα στα περιθώρια του αγιασμού και επιτυγχάνει τις θειες επαγγελίες, όπως μας παραδίδουν οι Πατέρες μας. Γι' αυτό χρειάζεται προσοχή, ούτως ώστε να αξιολογούνται ο χώρος, ο χρόνος, ο τόπος, τα μέσα, οι δυνάμεις, τα πάντα. Να μην χάνεται τίποτε.
Για να γίνονται όλα αυτά, πρέπει να ευρίσκεται ο νους στην βάσι του. Και ο νους κρατείται στην βάσι του μόνο με την μνήμη του Θεού. Ο πιο αποτελεσματικός τρόπος είναι η «ευχή». Γι' αυτό ο Παύλος επιμένει στο «αδιαλείπτως προσεύχεσθαι». Εάν ο νους ευρίσκεται υπό την επίδρασι της μνήμης του Θεού, όλα τελειώνουν, δεν ημπορεί να παρασυρθή.
Η αμαρτία μη έχοντας πρόσωπο, ούτε φύσι, ούτε θέσι, μόνο δια της απάτης, του δόλου και του εκβιασμού εισέρχεται. Όταν ο νους όμως ευρίσκεται στην θέσι του, είναι αδύνατο να πλανεθή. Δεν μπορεί η αμαρτία τίποτε να κάνη, στέκεται μόνο σε μια ψιλή υπόμνησι και τίποτε άλλο.
Παράδειγμα ο Ιησούς μας. Μετά το βάπτισμα απεσύρθη στην έρημο και ενήστευε. Εκεί εδέχθη την επίθεσι του σατανά, με τους τρεις κορυφαίους πειρασμούς. Υπό απλή υπόμνησι μόνο, τίποτε παραπάνω.
Τον προκαλεί πρώτα στην φιλαυτία. «Αφού επείνασες, δεν τρως;» «Ναι - λέει - θα φάω όποτε θέλω εγώ. Τότε μόνο». Τι νόημα έχει αυτό; Δεν θα υποκύψω στη φιλαυτία της ορέξεως, θα υποκύψω στους όρους της χρείας μόνο. «Θα φάω οπότε θέλω εγώ, όχι όποτε μου πεις εσύ». Είναι η ελευθερία της χρήσεως, όχι της παραχρήσεως. Αποδεικνύει δηλαδή, ότι ο άνθρωπος τρώει για να ζή και δεν ζή για να τρώη.
Έρχεται ο δεύτερος πειρασμός, του εγωισμού. Του λέει: «Αφού είσαι Υιός του Θεού, βάλε σε πειρασμό, εις ενέργεια την Χάρι, να απόδειξης ότι αφού είναι θέλημα του Θεού θα σε σώση». «Ναι - άπαντα - έτσι είναι. Αλλά δεν θα πειράξω τον Θεό. Ξέρω ότι ο Θεός είναι Πατέρας και προνοεί, θα προνοήση Εκείνος, γιατί ξέρει πότε έχω χρεία, δεν θά τον βάλω εγώ σε πειρασμό».
Αυτή ήταν η δύναμι του σατανά. Και έφυγε, «και άγγελοι προσήλθαν και διηκόνουν Αυτώ» (Ματθ. 4,11). Εδώ εννοείται η Χάρις του αγιασμού. Υπό μορφή, λοιπόν, μόνο προσβολής έρχεται η αμαρτία. Όταν όμως ηττηθή ο άνθρωπος κατ' επανάληψι, τότε πηγαίνει δυναστικά και τον δένει και τον σέρνει. Αυτή είναι αιχμαλωσία πλέον.
Είπαμε όμως προηγουμένως πώς γίνονται όλα αυτά.
Για να ημπορέση ο νους μας, με ανοικτά τα μάτια να παρακολουθή πόθεν του έρχονται οι προσβολές και να έχη την δυνατότητα να αμύνεται, πρέπει να τον κρατήσωμε στη μνήμη του Θεού. Ευκολώτερος τρόπος της μνήμης του Θεού από την προσευχή, δεν υπάρχει· γι' αυτό και ενομοθετήθη υπό του Παύλου το «αδιαλείπτως προσεύχεσθαι». Και δεν είναι παράξενο ότι το ευρίσκαμε αυτό και στους αγίους Αγγέλους, όπου εις όλους τους αιώνας της υπάρξεως τους, ένα έχουν να κάνουν συνεχώς να υμνούν τον Θεό. Αλλά και όλα τα λογικά όντα στην αιωνιότητα, στην παλιγγενεσία, μεταφερόμενα στην βασιλεία του Θεού, αυτό θα κάνουν. Και εδώ για να χαρακτηρισθή ένας άνθρωπος ότι είναι αληθινά πνευματικός, πρέπει να έχη μέσα του συνεχή ευχή. Αυτό είναι το τρανό δείγμα ότι πρόκοψε πνευματικά.
Άρα η ζωή του μέλλοντος είναι η συνεχής ευχή, συνεχής ανακύκλησι του θείου Ονόματος μέσα μας. Και αυτό είναι η δόξα μας και η ανάπαυσί μας.
Όλα αυτά τα είπα, για να μην μας φανή παράξενο για την εντολή πού έχομε να είμεθα συνεχώς «ευκτικά όντα», να προσευχώμεθα πάντοτε. «Τις σοφός και συνήσει ταύτα και φυλάξει τα ελέη του Κυρίου;» Ο καθένας από μας, έχομε επιτακτικό καθήκο να εξασκήσωμε την προσευχή μέσα μας, όσο εξαρτάται από μας.
Κρατώντας ο νους την προσευχή, είναι ξύπνιος και βλέπει πόθεν έρχονται οι λογισμοί και τι σκοπό έχουν τα ποικίλα τεχνάσματα της αμαρτίας, πού προσπαθούν να τον απατήσουν.
Η μετάνοια ανακαλεί τον άνθρωπο από την εμπαθή κατάστασι και τον φέρνει στην φυσική. Όταν έλθη ο άνθρωπος στην φυσική κατάστασι, μακράν των παθών και των επιθυμιών, τότε τον τραβά η θεία Χάρις στο «υπέρ φύσιν», πού είναι ο αγιασμός.
Είναι αδύνατο όμως να επιδράση πάνω του η Χάρις και να παραμείνη μαζί του εάν αμαρτάνη, διότι η αμαρτωλότης είναι «παρά φύσιν» και ο Θεός «εν σώματι καταχρέω αμαρτίας ουκ εισελεύσεται». Επομένως πάση δυνάμει, κάθε άνθρωπος, κάθε πιστός, πρέπει να συγκρουστή με την αμαρτία και ό,τι έχει γίνει μέχρι τώρα κατά λάθος, να μην επαναληφθή να φθάση στην κατάστασι να μην αμαρτάνη πρακτικά και να κλαίη για τις περασμένες αμαρτίες.
Μη αμαρτάνοντας πρακτικά, παύει να δανείζεται.
Κλαίοντας για τις περασμένες αμαρτίες, πληρώνει τα παλαιά και τότε ισορροπούν οι σχέσεις του με τον Θεό. Αυτός είναι ο πρακτικός τρόπος της μετανοίας. Αφού ισορροπήσουν οι σχέσεις μας με τον Θεό, τότε επιδρά επάνω μας η θεία Χάρις, διότι «τους δοξάζοντας με δοξάσω και οι εξουθενούντες με ατιμασθήσονται».
Είναι αδύνατο η θεία Χάρις, η όποια είναι μέσα μας, όταν της δοθούν οι προϋποθέσεις, να μην ενεργήση. Γι' αυτό εξ άλλου υπάρχει και η Εκκλησία, η προέκτασι του Ιησού μαζί μας, πού λέει ότι «μεθ' υμών ειμί πάσας τάς ημέρας». Δια της Εκκλησίας και των μυστηρίων προεκτείνεται μαζί μας και συνεχίζει να ευρίσκεται πάντοτε μαζί μας, οποιανδήποτε ώρα επικαλεσθούμε την συμπαράστασί Του.
Είναι τόσο απλό. Αρκεί ο άνθρωπος να αξιολόγηση τις ενέργειες του στην ζωή αυτή και να μην χάνη ούτε χρόνο, ούτε χώρο, ούτε πρόφασι, ούτε δύναμι από όσας διαθέτει η ψυχοσωματική του οντότης και με την βοήθεια της Χάριτος θα επιτυχή την σωτηρία του.
Η σωτήρια δεν είναι φυσικά αποτέλεσμα των έργων μας, αυτή είναι «Ρωμαιοκαθολική» θέσι. Η σωτηρία πηγάζει μόνο από τον Σταυρό, δωρεάν και τα έργα πού κάνομε δεν είναι για να την αγοράσωμε. Αλλοίμονο. Είναι βλάσφημο και να το σκεφθή κανείς.
«Το αίμα του Υιού του Θεού καθαρίζει ημάς από πάσης αμαρτίας» (Α' Ιωάν. 1,7), όχι τα ιδικά μας έργα. Η αντίστασι προς την αμαρτία και αμαρτωλότητα, δεν είναι προς εξαγορά της σωτηρίας, αλλά είναι στο να δείξωμε χαρακτηριστικά την προσωπικότητα μας, ότι είμεθα λογικά όντα και δεν υποκύπταμε στην παρά φύσι ζωή.
Η αρετή είναι φυσικό φαινόμενο, δεν είναι επιβεβλημένο. Και αν απαίτησε ο Θεός να γίνουμε ενάρετοι από αμαρτωλοί, αυτό είναι υποβιβασμός για μας, διότι αυτό το περιέχει η φύσι μας. Η αρετή είναι κατά φύσι μέσα στην προσωπικότητα του ανθρώπου σαν «κατ' εικόνα και ομοίωσιν Θεού». Έξω από την αρετή, δεν είναι κανείς άνθρωπος, είναι υπάνθρωπος. Οι αρετές πού κάναμε, είναι για να ελευθερωθούμε από την παρά φύσι ζωή, πού μας παρέσυρε η αμαρτία και μας έρριξε εκεί μέσα. Τώρα πρέπει να ανασυρθούμε από τον βόθρο της κτηνώδους καταστάσεως και γι' αυτό ακριβώς αγωνιζόμενα και όχι για να αγοράσωμε την σωτηρία.
Αυτή πηγάζει από τα μυστήρια και τον Σταυρό του Χριστού. Αυτή είναι η ορθή θέσι της θεολογίας πού μας παρέδωσαν οι Πατέρες μας, οι όποιοι ερμηνεύουν πολύ καλά και το θέμα, τον τρόπο πού ο σατανάς προβάλλει την αμαρτωλότητα. Δεν είναι για να μετρήση την έκτασι της αμαρτίας, όση και αν είναι. Ξέρει αυτός, ότι αν γυρίση ο πιστός και πη στον Θεό «ήμαρτον», τότε αμέσως τον συγχωρεί. Η δύναμι του σατανά και η επιμονή του στο να ρίξη τον άνθρωπο στην αμαρτία, είναι οτι μετά από αυτή θα έλθη η απόγνωσι, και η απόγνωσι κρατά την κεφαλή, πού είναι η προθυμία και παραδίδεται πλέον ο άνθρωπος άνευ όρων.
Και τώρα καταλήγαμε να πούμε, ότι η απογοήτευσι, μετά την αμαρτία, είναι μεν επακόλουθο φαινόμενο, αλλά «παρά φύσι»! Είναι αναγκαίο κακό. Είναι όπως συμβαίνει στο παράδειγμα του τραύματος και του πόνου. Μετά το τραύμα ακολουθεί πόνος. Πρέπει, πάση σπουδή, ο άνθρωπος να θεραπεύση και το τραύμα και τον πόνο. Αλλοιώς θά φθαρή.
Η μετά την αμαρτία απογοήτευσι, όσο μεγάλη και αν είναι η αμαρτία, είναι διαβολικό φαινόμενο. Διότι θέμα αναμαρτησίας δεν υπάρχει, αφού ήλθε ο Θεός ξέροντας, ότι ο άνθρωπος είναι παναμαρτωλός, απωλεσμένος και υποβιβασμένος στον θάνατο και την καταστροφή. Ήλθε εκουσίως εξ αγάπης, μόνος Του και τον αγκάλιασε και τον εσήκωσε. Τώρα πώς ημπορούμε να πούμε «είμεθα αμαρτωλοί και δεν είμεθα Άγιοι, γι' αυτό και απελπιζόμαστε». Αφού Αυτός για τους αμαρτωλούς ήλθε και όχι για τους δικαίους. Μόνος του το ομολογεί. Απόδειξι ότι έδωσε τα κλειδιά της βασιλείας στον Πέτρο, πού τον αρνήθηκε τρεις φορές και δεν τα έδωσε στον Ιωάννη, τον επιστήθιο και ηγαπημένο.
Όχι γιατί υποβιβάζει ο Θεός την αρετή, αλλά περισσεύει, ξεχειλίζει η πατρική του στοργή στον αδύνατο και τον συντετριμμένο και στο απολωλός. Και υπό το νόημα αυτό πρέπει κανείς να μην φοβάται και να μην παραδέχεται την απογοήτευσι και αποθάρρυνσι σαν επακόλουθο της αμαρτίας, αλλά όπως το ελατήριο να πετάγεται επάνω πάλι και να λέγη; «Ήμαρτον,Θεέ μου, μη μου το γραφής, μετανοώ». Και έτσι με θάρρος να συνεχίζη τον καλό αγώνα του, με ακλόνητη την πίστι στην Παναγάπη και αγαθότητα του Ιησού μας.
Αμήν
Γέροντος Ιωσήφ του ησυχαστή
΄Εμμετρα ποιήματα Γέροντα Ιωσήφ Ησυχαστή- Προς τον Ιησούν
Γλυκύτατε μου Ιησού, βάλσαμον της ψυχής μου,
αγάπη της καρδίας μου, αέρας της πνοής μου.
Φως νοητόν, γλυκύτατον, ο έρως, η ισχύς μου,
αγάπη πολυθαύμαστος, ο πόθος της ζωής μου.
Η πίστις μου και η ελπίς, αγάπη μου γλυκεία,
Σωτήρα ποθεινότατε, γλυκειά παρηγορία"
ελθέ, γλυκεία μου πνοή, ελθέ, ζωή μου θεία,
ελθέ, φως των ομμάτων μου, γλυκειά μου θυμηδία
και φώτισον τα σπλάγχνα μου, τον νουν και την καρδίαν
και πάρασχε στο σώμα μου απάθειαν τελείαν,
διαύγασον εν τω νοΐ τον θείον φωτισμόν σου,
την λαμπροτάτην κίνησιν των θείων γνώσεων σου,
δος μου, αγάπη μου γλυκειά, αυτά που σου ζητάω,
τους πόδας σου ν΄ ασπάζομαι και να γλυκοφιλάω.
Ζητώ, γλυκεία μου πνοή, αιτώ ο υπεσχέθης
και κρούω με κατάνυξιν κι επιθυμώ να έλθης
και συν Πατρί και Πνεύματι μέσα μου να εισέλθης·
μονήν αγίαν ποίησον, να λειτουργής ως θέλης
και ως ευαρεστήσαι συ, Πατήρ, Υιός και Πνεύμα"
αξίωσον να σε υμνώ απαύστως νύκτα, μέρα
και μην χωρίζεις απ΄ εμού, μη μ΄ αποδοκιμάσεις,
αφού 'δες, πως είμαι, ασθενής, μη θες να με πειράζης·
δεν υποφέρω, δεν βαστώ στιγμή τον χωρισμό σου,
διότι καταφλέγομαι από του έρωτος σου.
Φλεγόμενος σ' αναζητώ στους ουρανούς να σ' εύρω
κι' αφού σκιρτάς κατανοώ πως μέσα μου σε έχω.
Το σκίρτημά σου φλέγει με, πλέον δεν υποφέρω,
να βρίσκωμαι εδώ στην γή, σώμα βαρύ να φέρω.
Πολλάκις πταίω, σε λυπώ και σε παραπικραίνω,
πλην πάλιν συ με αγαπάς, δεν στέκεις πικραμένος.
Πόσον γλυκύς, γλυκύτατος, είσαι αγαθέ Χριστέ μου
αλλ' αν μ΄ αφήνης, σύντομα σ΄ αλησμονώ Θεέ μου.
Αν μ΄ αγαπάς, σε αγαπώ, κι΄ αν με βαστάζης, στέκω·
αν δε μικρόν απέρχεσαι, ευθύς ως χόρτον πέφτω.
Ο έρωτας μου είσαι συ, η φλόγα της αγάπης,
ο ζήλος και η όρεξις κι΄ η προθυμία αύθις
και πάλιν όλα ίστανται, εάν μένης μαζί μου·
ει δε μικρόν αναχωρείς, σκοτίζεται η ψυχή μου.
Μέσα μου σε κατανοώ και έξωθεν σε βλέπω,
σε θεωρίαν έλκεις με, θαυμάζω τούτο βλέπων.
Όπου να ιδώ, παντού Χριστός, πάσα την γην πληρώνης
εις έκπληξιν ανάγεις με, τας φρένας μου αλλοιώνεις.
Στην Λειτουργία έρχομαι, διά να σε κοινωνήσω
και στην καλύβη στρέφομαι, πάλιν εκεί σε βρίσκω.
Μελίζεσαι, μερίζεσαι, εσθίεσαι απ΄ όλους
τους ευσεβείς χριστιανούς και πάλιν μένεις σώος.
Μετά Πατρός ευρίσκεσαι, μέσ΄ τους αγίους είσαι,
στον κόσμον όλον ευρίσκεσαι, ποσώς δεν περικλείσαι.
Στις εκκλησίες θύεσαι, μέσα μου σώος είσαι
και τόπος δεν ευρίσκεται, όπου συ να μην είσαι.
Μονάχα στους αγαπητούς, μόνον στους σε ειδότες
δεικνύεις την αγάπην σου, δυνάμεις σου τας τόσας·
θαυμάζομαι, εξίσταμαι, εκπλήττομαι και φρίττω,
πως όλα ταύτα γίνονται δεν ημπορώ να είπω.
Κι΄ αφού στο βάθος χάνομαι των θείων νοημάτων,
στρέφω και πάλιν όπισθεν και την αγάπην πιάνω
και φθέγγομαι πως σ΄ αγαπώ, γλυκύτατε Χριστέ μου,
Ιησού μου και Σωτήρα μου, Πανάγιε Θεέ μου.
Μη παύσης να διδάσκης με, μη παύσης να φωτίζης,
στο θέλημά σου οδήγησε, εσύ καθώς γνωρίζεις
και πλούτιζέ με συνεχώς στην ιδικήν σου αγάπην
και βάσταζε να βρίσκωμαι διά παντός με ταύτην.
Και πέπεισμαι πως αληθώς αυτή θα μ' όδηγήση
και μέσα στας άγκάλας σου θα φέρη να με ρίψη"
να χαίρω», να ευφραίνομαι με σένα τον Χριστόν μου,
τον Κύριόν μου και Θεόν, εις αιώνας αιώνων.
Αμήν.
Γέροντα Ιωσήφ Ησυχαστή
The Tears of Repentance ( Elder Paisios )

-Geronda,for years now I have not wept for any of
my faults;I have not shed a single tear.Does this meanthat i am not truly repentant?
-Don't you grieve for a mistake you made?
-I do but perhaps the pain is shallow.
-Don't draw conclusions from tears.Certainly,tears
are a sign of repentance,but not the only one.Some people will cry,and then laugh just as easily.Pain of heart and the inner sigh are inner tears,which are superior tothe external ones.There was a poor man who used to say,
'O Father,I'm so hardhearted!I don't have a single tear!
My heart is like a stone.There is such hardheartedness in me!"Although he was in fact very sensitive,he felt himself to be hardhearted because he didn't weep.He sighed,however,deeply over his sinfulness,and one could see that he was sighing from the depths of his heart!On the other hand,another person can cry and then laugh,back
and forth,his emotions as changeable as spring weather.
For example, seeing an unfortunate person, someone may be moved to tears and then pat himself on the back;"Oh,how I share in the sufferings of other people!"Or,if one prays and sheds a few tears,he'll say,"Oh,God hears my
prayer because it is accompanied by tears" and he finds comfort in his emotions and sentimentality.
There are also the inconsolable tears. these
come from the devil.These have no repentance in them; rather,they indicate a bruised ego.Such a person is weeping egotistically for his fall.He is wounded because his carelessness has caused him to lose face in the eyes of others, and not because he has grieved God,and thus he suffers doubly;loss of face,and loss of consolation from true repentance.
Such tears are selfish tears,resembling the change
of judas's heart,,who betrayed Christ and then went to the Pharisees and told them,I have sinned.But they responded mockingly,What is that to us?See thou to that.
Offended by this response,Judas threw the money angrily at them and hanged himself out of pride.However if he had gone back to Christ and said,"Forgive and bless me,Lord,"he would have been saved.
Taken from, Spiritual Counsels Vol3 "SPIRITUAL STRUGGLE"
Elder Paisios
How to Influence Others With Love ( Saint Porphyrios )
In debates, if you say a few words about religion you will prevail. Let the person who has a different opinion give free reign to his thoughts and speak as much as he likes…
Let him sense that he is addressing himself to a calm and uncontentious person. Influence him though your graciousness and prayer and then speak briefly. You achieve nothing if you speak heatedly and tell him, for example, ‘What you are saying is untrue, a downright lie!
What will you achieve? Be ‘as sheep among wolves’ (Matt 10:16). What should you do? Show indifference outwardly, but be praying inwardly.
Be prepared, know what you are talking about and speak boldly and to the point, but with saintliness, meekness and prayer. But in order to be able to do this you must become a Saint.
Saint Porphyrios
The ‘slogan’ of Great Lent

let us therefore cast off the works of darkness, and let us put on the armor of light”
The so called ‘slogan’ which we hear throughout Great Lent is the recommendation by Paul the Apostle, who calls upon us to cast off all our dark deeds and dress into the armor of light. “Let us therefore cast off the works of darkness, and let us put on the armor of light.” (Rom. 13, 12)
The first thing the Apostle points out is that we ought to accept that we often fall under the spell of darkness, namely of sin, and therefore our deeds are sinful. Indeed there is no man, particularly no Christian, who does not readily confess in a general and vague manner, that he is a sinner.
“Is there anyone who is not a sinner?’ we are often asked when we engage in this kind of talk. Nevertheless, such a general and vague acknowledgement is not what the Apostle seems to have had in mind. Because the vague recognition of our sinful condition most probably serves as an alibi of sin itself in the sense that we are all in the same boat so… In other words, we profess the sinfulness of human nature in order to justify it as something normal!
The Apostle however gives a dramatic tone to his call that we need ‘to cast off the works of darkness’ and of sin: Namely that whatever we do, whatever we talk about or even think about, if it is cut off from Jesus, who is the source of light, constitutes a sin and therefore is darkness. At the end of the day, he who does not act and live Jesus’ life, he lives a nonexistent life, even if his deeds seem great and important.
Our times are probably described by spiritual nonexistence since, not only those outside the Church but also we, the devout Christians, live in a manner which has nothing to do with Jesus; it is as if we are still living in the pre-Christ era. This been described as the ‘secular’ condition long ago; i.e. our lives are disengaged from Jesus’ presence. Therefore, practical atheism is distinctive of our era.
However, this tragic condition has already been pointed out by the Lord Himself. We are living dead. He, whose life is not distinguished by the Lord’s preconditions, is dead. Jesus’ words sound loudly and morbidly: “let the dead bury their dead” ( Matt.8,22). He, who does not receive Him and does not wish to become His disciple, is dead.
Therefore, ‘casting off the works of darkness’ means: we ought to cast off everything which causes our spiritual death and deprives us of the vitality of life. How is this possible? How can we get away from the snares of death? The Apostle says so clearly and precisely: by turning towards the light- “…putting on the armor of light”. We are only able to overcome what is negative by adopting what is positive. We cannot overcome darkness by shooting at it! It just naturally disappears when light approaches. The darkness of the night always gives way as soon as dawn and sunlight approach. Similarly, the darkness of sin disappears as soon as man turns towards the spiritual light- the Sun of Righteousness, the Lord, Jesus Christ. As the Apostle says: turning towards the light means: to ‘put on Jesus Christ’. “But put on the Lord Jesus Christ” (Rom. 13, 14).
However, there is a problem here. How am I being asked to put on Jesus Christ, since I have already done that through my baptism? The Word of the Lord has already stipulated that “For as many of you as have been baptized into Christ have put on Christ” (Gal. 3, 27). How am I to put on the same cloth that I am already dressed into? St Paul’s call means that all Christians who are already clothed into Jesus Christ ought to restore their garments. For we unfortunately continue to commit trespasses even after we have been baptized. Our negligence causes the dilapidation of that which ought to have been preserved as new.
Therefore ‘putting on Jesus’ means: that I, being baptized, ought to live in repentance. I am being asked to live a life of repentance in order to cleanse the cloth I have put on during my baptism. This is the reason why the Holy Fathers have described ‘repentance’ as a ‘second baptism’. Therefore, I stop being in the darkness if I chose the path of repentance, which assists me to restore my true self; to regain the light which flooded me on the day of my regeneration and my initial integration into the Church.
He, who manages to restore his cloth through repentance, lives a powerful and authoritative life. He says: ‘put on the armor of light”. Jesus’ light gives us the necessary armor and signifies the authority we have been given as children of God. “But to all who did receive him, who believed in his name, he gave the right to become children of God” (John 1, 12).
What kind of armor are we talking about? We are talking about the armor of the Lord’s grace, the armor of the Cross. The hymnographer of our Church, guided by a similar description by St Paul, says: “The stadium where virtue is being accomplished has been opened. Those who wish to take up the fight against the enemy may enter… By taking on the whole armor of the Cross, let us fight the enemy. Let us use faith like an unreachable wall, prayer like a breastplate and alms giving like a helmet. Let us use fasting in the place of the knife, since it rips out any vice from the heart”.
Faith, prayer, love and alms giving and fasting: These are the weapons which belong to our spiritual armor. We ought to take them up not only during the blessed period of the Great Lent but also throughout our entire lives.
The only thing we have to do is to recognize the authority which was given to us and use it. Our final destination peers from afar full of glory and grace. This is where we will fully participate in the Resurrection; we will enter the Kingdom of Heaven which is our true abode!
Have a Great Lent and Happy Easter!
Τι είναι η Σαϊεντολογία

Τὴν
Κυριακὴ 3 Μαρτίου στὴν αἴθουσα τοῦ «Πειραϊκοῦ Συνδέσμου» ἡ Ἱερὰ Μητρόπολις
Πειραιῶς διοργάνωσε Ἀντιαιρετικὴ Ἡμερίδα μὲ θέμα: «Σαϊεντολογία, μιὰ πραγματικὴ
ἀπειλή». Τὴν ἔναρξη τῆς Ἡμερίδος, στὴν ὁποία ἔλαβαν μέρος πλήθη λαοῦ, ἔκαμε ὁ
Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Πειραιῶς κ. Σεραφείμ. Ἀκολούθησαν δύο ἐμπεριστατωμένες
ὁμιλίες: Ἡ πρώτη ἀπὸ τὸν κ. Γεώργιο Κρίππα, Διδάκτορα Νομικῆς τοῦ Παντείου
Πανεπιστημίου, μὲ θέμα: «Τὸ λογικῶς καὶ νομικῶς ἀβάσιμο τῶν θεωριῶν τῶν
Σαϊεντολόγων». Ἡ δεύτερη ἀπὸ τὸν κ. Ἰωάννη Μηλιώνη, εἰδικὸ ἐρευνητὴ ἐπὶ θεμάτων
ἀποκρυφισμοῦ καὶ παραθρησκείας, μὲ θέμα: «Μέθοδοι δράσεως καὶ προσηλυτισμοῦ τῶν
Σαϊεντολόγων καὶ τρόποι ἀντιμετωπίσεως αὐτῶν».
Καὶ
στοὺς δύο ὁμιλητὲς ἔγιναν εὔστοχες ἐρωτήσεις ἀπὸ τοὺς ἀκροατὲς καὶ δόθηκαν πολὺ
διευκρινιστικὲς καὶ ἀξιόλογες ἀπαντήσεις. Ἀπὸ τὰ πολὺ ἐνδιαφέροντα Πορίσματα τῆς
Ἡμερίδος σημειώνουμε στὴ συνέχεια ὁρισμένα πρὸς ἐνημέρωση τῶν ἀναγνωστῶν μας:
«Ἡ
Σαϊεντολογία εἶναι μία διεθνὴς συγκεκαλυμμένη οἰκονομικὴ ἐπιχείρηση μὲ ἀποκρυφιστικὲς
καταβολές, πού... στὴ χώρα μας πρωτοπαρουσιάστηκε στὰ τέλη τῆς δεκαετίας τοῦ
1970, μεταμφιεσμένη σὲ φιλοσοφικὸ σωματεῖο, τὸ Κ.Ε.Φ.Ε., ἐνῶ σήμερα αὐτοπροσδιορίζεται
ὡς ‘‘ Ἐκκλησία τῆς Σαϊεντολογίας’’. Ὡστόσο ἐπιμελὴς καὶ ἐξονυχιστικὴ ἔρευνα ἀποκλειστικὰ
καὶ μόνον στὶς ἰδικές τους ἐκδόσεις, τὶς πλέον ἐπίσημες... ἀποδεικνύει ὅτι οἱ ἴδιοι
οἱ Σαϊεντολόγοι ρητῶς ὁμολογοῦν καὶ παραδέχονται ὅτι δὲν ἀποτελοῦν θρησκεία.
Ἡ
Σαϊεντολογία... ζητᾶ ἀπὸ τὰ μέλη της καθημερινὴ ἀναφορὰ γιὰ τὶς πράξεις καὶ τὶς
σκέψεις τους, ποὺ τὶς καταγράφει διατηρώντας φακέλους. Καταγράφει καὶ διατηρεῖ
φακέλους καὶ κατὰ τῶν ‘‘ἐχθρῶν’’ της (τῶν ἐπικριτῶν της).
Ἡ
Ἱερὰ Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος σὲ πρόσφατη σχετικὰ ἀνακοίνωσή της
(15-11-2012) ξεσκεπάζει τὶς ποικίλες μεθοδεύσεις ποὺ χρησιμοποιεῖ ἡ ὀργάνωση αὐτή,
τὶς ὁποῖες προσπαθεῖ νὰ καλύψει μὲ διάφορα προσωπεῖα, γιὰ νὰ προωθεῖ τοὺς
στόχους της σὲ ἀνύποπτους πολίτες... Σύμφωνα μὲ διαπιστώσεις κυβερνητικῶν
φορέων καὶ δικαστηρίων, ἑλληνικῶν καὶ ξένων, ἡ ὀργάνωση αὐτὴ ἔχει δεχθεῖ σωρεία
καταδικαστικῶν ἀποφάσεων...
Ἡ
Συνδιάσκεψη τῶν Ὑπουργῶν Ἐσωτερικῶν τῆς Ὁμοσπονδιακῆς Γερμανίας σὲ ἀνακοίνωσή
της χαρακτήρισε τὴ Σαϊεντολογία ‘‘ὀργάνωση ποὺ κάτω ἀπὸ τὸ πρόσωπο μιᾶς
θρησκευτικῆς κοινότητος συνδυάζει στοιχεῖα οἰκονομικῆς ἐγκληματι κότητος καὶ
ψυχοτρομοκρατίας ἀπέναντι στὰ μέλη της’’! (περιοδ. «Spiegel» 6-3-1995)».
(Περιοδικό «Ο ΣΩΤΗΡ» ,τεῦχος 2065, 15 Ἀπριλίου
2013)http://aktines.blogspot.ca/2013/03/blog-post_7973.html#more
Subscribe to:
Posts (Atom)